Το βράδυ της 31ης Ιανουαρίου 1996, οι Έλληνες πολίτες πληροφορήθηκαν από την τηλεόραση ότι Τούρκοι καταδρομείς είχαν αποβιβαστεί στα Ίμια. Οπότε, θεωρώντας αυτονόητο ότι η Ελλάς, ως όφειλε, θα υπερασπιζόταν την εθνική της κυριαρχία από προσβολή εχθρικού στρατεύματος, η κοινή γνώμη ετοιμάστηκε γιά πολεμική αναμέτρηση. Είμαι αυτόπτης μάρτυς της δημοσκόπησης που πραγματοποιήθηκε από το ΜEGA CHANNEL, σύμφωνα με την οποία το 98% των Ελλήνων ήθελε στρατιωτική απάντηση.
Οι Ένοπλες Δυνάμεις ήταν εξοπλισμένες, εκπαιδευμένες και ψυχολογικά προετοιμασμένες γιά πόλεμο. Η κρίση ήταν επικεντρωμένη στο Ανατολικό Αιγαίο, άρα σε πρώτη φάση θα κρινόταν στην θάλασσα. Ο ΑΓΓΕΘΑ ήταν ο καλύτερος ναυτικός που διέθετε η χώρα. Οι στρατιωτικοί ηγέτες ήταν ό,τι καλύτεροι διέθετε το στράτευμα, όλοι τους έμπειροι και λαμπροί επιτελικοί. Είχαν δε όλοι τους υπηρετήσει σε καίριες θέσεις κατά την διάρκεια της προηγούμενης ελληνοτουρκικής κρίσης, τον Μάρτιο του 1987.
Ο ΑΓΕΕΘΑ ναύαρχος Χρήστος Λυμπέρης είχε υπηρετήσει ως Αρχηγός του Στόλου στην ελληνοτουρκική κρίση του 1987. Είχε την μοναδική εμπειρία μίας αντιπαράθεσης στην οποία η Ελλάς απείλησε με πόλεμο την Τουρκία σε περίπτωση που αυτή δεν απέσυρε το ερευνητικό πλοίο Σισμίκ από τα ελληνικά χωρικά ύδατα. Ο Ελληνικός στόλος παρέμεινε γιά αρκετές ώρες απέναντι στον Τουρκικό έτοιμος για θερμή αναμέτρηση, πριν οι Τούρκοι υποχωρήσουν. Αλλά πέραν αυτού ο ναύαρχος Λυμπέρης είχε υπηρετήσει επί χρόνια ως στρατιωτικός ακόλουθος στην Ουάσινγκτων, είχε ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας με το ΝΑΤΟ και γνώριζε άριστα το διεθνές περιβάλλον. Αντίστοιχα λαμπροί επιτελικοί αξιωματικοί ήταν ο ΑΓΕΝ ναύαρχος Στάγκας, επίσης με άμεση εμπειρία από την κρίση του ΄87, και οι Αρχηγοί της Πολεμικής Αεροπορίας και του Στρατού. Ο Αρχηγός της ΕΥΠ ναύαρχος Λεωνίδας Βασιλικόπουλος είχε υπηρετήσει ως ΑΓΕΝ στην κρίση του 1987 και μάλιστα σε όλη την διάρκεια της κρίσης βρισκόταν σε πολεμικό πλοίο στα ανοιχτά του Αιγαίου. Έχει επίσης σημασία ότι Λυμπέρης, Στάγκας και Βασιλικόπουλος ήταν Δημοκράτες και είχαν λάβει μέρος στην αντίσταση κατά της δικτατορίας.
Οι στρατιωτικοί ηγέτες και η κοινή γνώμη γνώριζαν, εκείνη την θυελλώδη νύχτα του 1987, ότι η Εθνική Κυριαρχία δεν προασπίζεται με διακηρύξεις, συζητήσεις, έγγραφα και ομιλίες σε διεθνείς οργανισμούς. Ιδίως έναντι αντιπάλου με βίαιη, αντισυμβατική (με την έννοια του μη σεβασμού των διεθνών συμβάσεων και του διεθνούς δικαίου) και ανορθολογική συμπεριφορά. Η ελευθερία ενός έθνους κερδίζεται, κατοχυρώνεται και διατηρείται, σε τελευταία ανάλυση, όπως θα ελεγαν οι μαρξιστές, διά των όπλων. Δεν υπήρχαν ούτε υπάρχουν διεθνείς οργανισμοί που απεευθερώνουν λαούς από την δουλεία και προστατεύουν από εξωτερικές επιθέσεις. Αυτά τα γνωρίζουν και όλα τα συγκροτημένα κράτη, ακόμη και οι φιλειρηνικοί και ουδέτεροι Ελβετοί, που κάθε χρόνο μέχρι να γίνουν πενηνταδύο χρονών κάνουν επανεκπαίδευση και διατηρούν πολεμικό όπλο στο σπίτι τους.
Από εκεί και πέρα, στην περίπτωση των Ιμίων, αρχίζουν τα παράδοξα και τα παγκοσμίως πρωτότυπα. Η κυβέρνηση του κυρίου Σημίτη κάλεσε τον ΑΓΕΕΘΑ στην Βουλή, ενώ αυτός βρισκόταν στο Εθνικό Κέντρο Επιχειρήσεων και χειριζόταν την κρίση. Μάλιστα του έγινε παρατήρηση γιατί είχε βγάλει τον Στόλο στο Αιγαίο! Όταν ο αρχηγός της ΕΥΠ Λ. Βασιλικόπουλος ζήτησε να ενημερώσει τον πρωθυπουργό, αυτός δεν τον δέχθηκε (!) και η γραμματεύς του τον παρέπεμψε στον (μακαρίτη τώρα) συνεργάτη του Θέμελη! Όταν ο ΑΓΕΕΘΑ ενημέρωσε την κυβέρνηση ότι είναι απολύτως έτοιμος για πόλεμο, ολόκληρο το υπουργικό συμβούλιο σηκώθηκε με φρίκη όρθιο, έντρομο μπροστά στο αδιανόητο ενδεχόμενο (φατασθείτε να αντιδρούσε έτσι ο Μεταξάς το 1940, δεν θα υπήρχε κάν Ελλάδα σήμερα).
Στην συνέχεια, η κυβέρνηση προσανατολίστηκε στην επαιτεία αμερικανικής παρέμβασης. Θα μπορούσε βέβαια να καταγγείλει διεθνώς την Τουρκία, να ζητήσει έκτακτη σύγκληση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΝΑΤΟ και του ΟΗΕ κλπ. Αλλά δεν τα έκανε.
Φυσικά οι ΗΠΑ, που ασφαλώς δεν ήθελαν πόλεμο και διάλυση του ΝΑΤΟ, είχαν να επιλέξουν μεταξύ της Τουρκίας που απειλούσε με πόλεμο και της Ελλάδας που επαιτούσε αποτροπή του πολέμου. Και φυσικά άσκησαν όλη τους την πέση στην Ελλάδα. Αν η Ελληνική κυβέρνηση έλεγε στους Αμερικανούς: «Κοιτάξτε, υπάρχει παραβίαση της εθνικης μας κυριαρχίας, δεν γίνεται τίποτα, η κοινή γνώμη δεν το δέχεται, η εθνική αξιοπρέπεια δεν το επιτρέπει, αντιλαμβάνεσθε ότι θα γελοιοποιηθούμε και θα καταστούμε κράτος περιορισμένης κυριαρχίας, οπότε είμαστε υποχρεωμένοι να πολεμήσουμε», ΤΟΤΕ ΟΙ ΗΠΑ ΘΑ ΑΣΚΟΥΣΑΝ ΑΦΟΡΗΤΗ ΠΙΕΣΗ ΣΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΑ ΝΑ ΕΚΚΕΝΩΣΕΙ ΤΑ ΙΜΙΑ. Αυτό φυσικά προϋποθέτει ότι η κυβέρνηση θα είχε αποφασίσει ότι υπήρχε, σε περίπτωση αποτυχίας της αμερικανικής διαμεσολάβησης, το ενδεχόμενο πολέμου. Αυτό το θεωρούσε όμως αδιανόητο ένα πολιτικό σύστημα που ανέδειξε, στα σαράντα χρόνια της Μεταπολίτευσης, στην θέση του υπουργού Εθνικής Αμύνης πρόσωπα που δεν είχαν υπηρετήσει κάν την στρατιωτική τυς θητεία και στην θέση του πρωθυπουργού πρόσωπα που απεχθάνονταν την έννοια του πατριωτισμού.
Το αναμενόμενο αποτέλεσμα των Ιμίων ήταν η συνεχής, έκτοτε, καταρράκωση της ελληνικής εθνικής κυριαρχίας από την τουρκική πολεμική αεροπορία και το τουρκικό πολεμικό ναυτικό, οι «βόλτες» των τουρκικών πολεμικών μέχρι τον Αργοσαρωνικό, η αποθράσυνση του τουρκικού παρεμβατισμού στην Δυτική Θράκη, η έγερση τουρκικών διεκδικήσεων στα Δωδεκάννησα και η ευθεία αμφισβήτηση της ελληνικής εθνικής κυριαρχίας. Αν το ελληνικό πολιτικό σύστημα πίστεψε ότι δια της μη αντιδράσεως θα απομακρύνει τον τουρκικό κίνδυνο, στην πραγατικότητα τον έφερε ακόμα πιο κοντά, μιάν ανάσα από την τελική του φάση.
Δημοσιεύθηκε στην πρωινή εφημερίδα “Kontra News” την Πέμπτη 30.1.2014.
*Ο Μελέτης Η. Μελετόπουλος είναι Διδάκτωρ Οικονομικών και Κοινωνικών Επιστημών Πανεπιστημίου Γενεύης.