Εσαεί επίκαιρος και πάντοτε ορθοτόμος της αληθείας, ο Μακρυγιάννης : « Αν μας έλεγε κανένας αυτείνη τη λευτεριά οπού θα γευόμαστε, θα περικαλούσαμε τον Θεόν να μας αφήσει εις τους Τούρκους άλλα τόσα χρόνια, όσο να γνωρίσουν οι άνθρωποι τι θα ειπεί πατρίδα, τι θα ειπεί θρησκεία, τι θα ειπεί φιλοτιμία, αρετή και τιμιότη». Και συμπεραίνει: «Αυτά λείπουν από όλους εμάς στρατιωτικούς και πολιτικούς».Ενώ καταγγέλλει; «Τις πρόσοδες της πατρίδος τις κλέβομεν,από υποστατικά δεν της αφήσαμεν τίποτας, σε ΄πηρεσίαν να μπούμεν, ένα βάνομεν εις το ταμείον δέκα κλέβομεν. Αγοράζομεν πρόσοδες, τις τρώμεν όλες».(Απομνημονεύματα, Β’ Εστία σ.252)
Αυτά συνέβαιναν τότε, αλλά συνεχίζονται ασυγκράτητα σήμερα.
Όταν το κράτος είναι ανύπαρκτο, όπως τότε, ή κομματικοκρατικό και πελατειακό όπως τώρα, κυριαρχεί το πρωτείο της ληστρικής διαφθοράς. Φοροδιαφυγή και λάδωμα αναδεικνύονται σε διασκεδαστικό λαϊκό άθλημα.
Από μια πολιτεία που κυβερνάται από στελέχη χωρίς ένσημα δεν περιμένουμε θαύματα. Συχνά οι άνθρωποι της εξουσίας πάσχουν από «απώλεια αισθητηριακής αντίληψης». Ζουν ξεκομμένοι από την κοινωνία, διαποτισμένοι από ένα διαρκούς δράσης αναισθητικό. Τούτο όμως διευκολύνει την αναπαραγωγή του συστήματος, της ανώνυμης εταιρείας συμφερόντων εξωχώριων και εγχωρίων. Αυτά διαιωνίζονται με τη διανομή της λείας (μίζες 3, 2, 1 όπως απεκαλύφθη στο δικαστήριο του Μονάχου, ή επιτόπια ρουσφέτια 4,2,1).
Ο μακαριστός Φώτης Κόντογλου (Μυστικά Άνθη σ.308 επ.) διασώζει έναν διδακτικό ανατολίτικο μύθο, την ιστορία του τρελού νερού:
Ζούσε κάποτε ένας σουλτάνος γνωστικός και καλός. Μια μέρα τον ενημέρωσε ο σοφός βεζίρης του ότι σε 2-3 μήνες ο Αλλάχ θα βρέξει τρελό νερό και όποιος πιει απ’ αυτό, άνθρωπος ή ζωντανό, θα τρελαίνεται.
Συμβούλεψε λοιπόν τον σουλτάνο να αποθηκέψουν στις στέρνες του παλατιού καλό νερό, για να το χρησιμοποιούν οι εξοχότητές τους και να μην τρελαθούν κι αυτοί όπως ο κόσμος. «Στον διορισμένο καιρό» έβρεξε το τρελό νερό. Το ήπιαν και παλάβωσαν όλοι οι υπήκοοι (εκτός από τους ανθρώπους της Αυλής), οι οποίοι αγρίευαν, έβριζαν και απειλούσαν το σουλτάνο και τους αξιωματούχους του.
Βλέποντας την τρέλα των υπηκόων του ο σουλτάνος με τις συμβουλές του Βεζύρ – εφέντη ήπιανε απ’ το τρελό νερό, τρελαθήκαν κι αυτοί όπως οι υπήκοοί τους. Και κάνανε κακουργήματα και παλαβομάρες. Πώς αντέδρασε τότε ο λαός; Τους δόξαζε, τους πολυχρόνιζε και τους τιμούσε ως πατεράδες και φύλακες της δικαιοσύνης και της αλήθειας !!!
Άσκολσούν!
Είναι απρόσφορη όποια κοινότοπη ηθικολογική αγανάκτηση, που μπορεί να οδηγήσει τους κρατούντες σε μια ίσως και βαριά εκλογική ήττα. Ύστερα όμως αυτοί μεταμφιέζονται και ανακυκλώνονται.
« Πώς πάει το έθνος, πώς πάνε οι δουλειές;» ρωτάει ο εθνικός μας ποιητής (Η γυναίκα της Ζάκυθος, Σημειώματα, 16). Και η οδυνηρή απάντησή του:
«Είδες να μαδάνε την κότα κι ο αέρας
να συνεπαίρνη τα πούπουλα;
Έτσι πάει το έθνος»!
Αμ’ έτσι πάει. Και έτσι θα πάει το έθνος, αν δεν αφυπνισθεί ο μέγας λαός. Αυτός πρώτος πρέπει να παραιτηθεί από τις πελατειακές αξιώσεις του, προτάσσοντας το κοινό και το εθνικό συμφέρον. «Το της πόλεως όλης ήθος ομοιούται τοις άρχουσι»(Ισοκράτης).
Ο ιδρυτής της Κυνικής σχολής Αντισθένης δοκίμαζε τους Αθηναίους εκλογείς συμβουλεύοντάς τους «τούς όνους ίππους ψηφίσασθαι», να ψηφίσουν ότι τα γαϊδούρια είναι… άλογα. Σ’ όσους του απαντούσαν ότι αυτό είναι παράλογο τους αποστόμωνε: «αλλά μην και στρατηγοί φαίνονται παρ’ υμίν, μηδέν μαθόντες , μόνον δε χειροτονηθέντες». Δηλαδή έχετε στρατηγούς (= πολιτικούς) που δεν έχουν ιδέα και μοναδικό τους προσόν είναι ότι τους ψηφίσατε!
Βαρύ το χρέος του εκλογικού σώματος. Δεν είναι απλώς μια τιμωρητική ψήφος για τους υπαιτίους της ανθρωπιστικής καταστροφής. Αλλά η σοφή ψήφος που θα αναδείξει εκείνους που μπορούν να τον βγάλουν από την παρούσα οικονομική και γεωπολιτική τρικυμία. Μόνη αλλαγή σκηνικού δεν συνιστά εγγύηση.
Νεοφανείς «σωτήρες», τηλεπερσόνες του lifestyle και λοιπά ιδιοσκευάσματα, επαυξάνουν τη σύγχυση. Εκμεταλλεύονται την αποστροφή προς πολιτικούς και πολιτική και εγκλωβίζουν τον κόσμο σε αδάπανες και ατελέσφορες διαμαρτυρίες. Παραπλανητικό το σύνθημα «κανένας πολιτικός, κανένας παλιός». Δεν υπάρχει πολιτική χωρίς πολιτικούς. Δεύτερον υπάρχουν παλαιοί άφθαρτοι και νέοι (διε)φθαρμένοι. Και νεάζοντες ώριμοι με μπαγιάτικες μηδενιστικές ιδέες που, αλλοίμονο, αν επικρατήσουν.
Η κρατούσα κομματοκρατία απεχθάνεται τα σοβαρά και έντιμα στελέχη και με την αδρή συνδρομή του παραπλανώμενου πλήθους τα εκβάλλει αντικαθιστώντας τα με κύμβαλα αλαλάζοντα του μιντιακού lifestyle.
Γι’ αυτό πρέπει κυρίως τώρα να είναι σοφή η ψήφος των πολιτών.