Του Γιώργου Μακρή
Μία απάντηση στο “πόνημα” του Τάκη Μίχα εδώ http://www.protagon.gr/?i=protagon.el.article&id=35123
(περισσότερο) Αλγεινή (και λιγότερο) εντύπωση μου προξένησε η ανάγνωση του δημοσιεύματος του Τάκη Μίχα υπό τον τίτλο «Η Ποκαχόντας και η Μακεδονία». Το εν λόγω πόνημα επικεντρώνεται στην υποτιθέμενη «δυσκολία» (!) που αντιμετωπίζει ο Μάθιου Νίμιτς στις διμερείς διαπραγματεύσεις μεταξύ του κρατικού μορφώματος πέριξ της πόλης των Σκοπίων και της Ελλάδας.
¨Όχι δεν είναι μόνο η αναφορά της γείτονος με την πλαστογραφική της ονομασία που ερεθίζει τα πατριωτικά αντανακλαστικά κάθε Έλληνα πολίτη, είναι (κυρίως) η χοντροκομένη και υστερόβουλη επίθεση στην ιστορική μνήμη που συντελείται. Δεν είναι απλά μια (ακόμη) προδοσία των εθνικών θέσεων εκ των έσω, είναι άσκηση στυγνής ιδεολογικής τρομοκρατίας και ποδηγέτησης. Η αστυνομία σκέψης είναι ήδη εδώ: σε αντιλαμβάνεται ως ιθαγενή και σου προσφέρει «νερό της φωτιάς» για να ξεχάσεις και «καθρεφτάκια» για να ξεχαστείς.
Να ξεχάσεις τον Δραγούμη και τον Μελά. Να ξεχάσεις πως εσύ ο ίδιος –σύσσωμος ως πανεθνικό κίνημα Νέμεσης- φώναξες το 92 «όχι». Μα πιο πολύ… Να ξεχαστείς χαζεύοντας την (με το ζόρι) «ευδαιμονία» σου στον μαγικό καθρέφτη της προόδου. Μόνο που ο καθρέφτης αυτός λειτουργεί παραμορφωτικά: η ηθική αντανακλάται ως οπισθοδρομική και η παράδοση ως εγγενής πρωτογονισμός μιας κοινωνίας (σχεδόν) σε αποσύνθεση. Και τί λοιπόν μένει για τους δυστυχείς «Έλληνες των Σπηλαίων» παρά παθητικά και μοιρολατρικά να αποδεχτούν την ιστορική πλαστοπροσωπία στο όνομα ενός (δήθεν) «ακομπλεξάριστου στρουθοκαμηλισμού» όπου το πρόβλημα, παύει να είναι πρόβλημα απλά και μόνον επειδή πάψαμε να το αντιλαμβανόμαστε έτσι. Ο επαρχιωτισμός σε όλο του μεγαλείο δηλαδή…
(περίπου) Ως σύγχρονος Κορτέζ μαζί με τους ιδεολογικούς «συν-κονκουισταδόρες» και αρματωμένος με πολλή πολιτική ορθότητα και εμφανώς λιγότερο ρεαλισμό περι της διεθνούς πολιτικής και επιχειρήματα, ο Τάκης Μίχας επιχειρεί ρεσάλτο στο τελευταίο εθνικό μας καύχημα (αν πράγματι δύναται να θεωρηθεί καύχημα κάτι τόσο αυτονόητο), ήτοι την παραδοχή του Πρωθυπουργού περί μη ύπαρξης «μακεδονικής» (σίκ!) γλώσσας. Ενοχλήθηκε σφόδρα λοιπόν ο κύριος Μίχας σε σημείο να εξανίσταται για το «πόσο δύσκολο είναι για τον Μάθιου Νίμιτς να γεφυρώσει το χάσμα» αναφορικά με το όνομα του γειτονικού κρατιδίου της «Δημοκρατίας της Μακεδονίας» και της «άλλης χώρας, της Ελλάδας» που «ζητά την αλλαγή του». Μάλιστα!
Με λίγα λόγια δηλαδή, ένα νεοσύστατο κράτος που έως το τέλος του Β’ Π.Π. δεν είχε καμία εθνική αυτοσυνειδησία και ονομάζετο «Βαρδάσκα», σήμερα …«εμποδίζεται» από τον «κομπλεξικό» γαλανόλευκο γείτονα του που τολμά αξιώνει το όνομα της πατρώας γης του Φιλίππου και του Αλεξάνδρου ως Ελληνικής προελεύσεως. Αμετροέπεια θα πει κανείς, αφού ο Αριστοτέλης στα σλάβικα έγραψε (!). Τι κι αν γνωρίζουμε πως οι Μακεδόνες ήταν Ελληνικό φύλλο που εξακτίνωσε τον ορθό λόγο στη βάρβαρη ανατολή των Σατραπειών; Κανένα «κόμπλεξ» -κανένα σύνδρομο κτητικότητας- δεν διακατέχει τον κ. Μίχα. «Το όνομα του δεν είναι η ψυχή του», όπως διατείνεται ειρωνευόμενος τον «Έλληνα φύλαρχο». Τέτοια πράγματα «είναι η κυρίαρχη αντίληψη μεταξύ πολλών προτόγονων κοινωνιών».
Εδώ όμως θα τα χαλάσουμε (Τάκη Μίχα του Protagon) γιατί (ηθικά και νομικά) η χρήση ενός ψεύτικου ονόματος συνιστά παράπτωμα-αδίκημα. Θα παρακάμψω το ηθικό σκέλος, κυρίως διότι αισθάνομαι βαθύτατα συμπλεγματικός απέναντι σας, όντας κοινωνός και φορέας των ιδιότροπων «κυρίαρχων αντιλήψεων» και της ανάλογης συνειδησιακής ηθικής που τις συνοδεύει. Αντίθετα θα ρωτήσω αν πράγματι είναι και ο νόμος «κομπλεξικός». Μήπως η προάσπιση της καλής πίστης, του δημοσίου συμφέροντος, της τιμής, της υπόληψης και της αξιοπρέπειας, inter alia, κάποιου- το όνομα του οποίου κάποιος άλλος ψευδώς οικειοποιείται– συνιστούν κυρίαρχες αντιλήψεις μιας πρωτόγονης κοινωνίας; Από τα λίγα νομικά που τυχαίνει (ελέω σπουδών και ιδιότητας) να γνωρίζω, δύναμαι να ισχυριστώ πως αποτελούν έννομα αγαθά τα οποία ο πολίτης δύναται και οφείλει να υπεραμύνεται όταν βάλλονται. Είναι οξύμωρο λοιπόν η ταυτοπροσωπία, από την μία να αποτελεί έννομο αγαθό για το άτομο αλλά από την άλλη να συνιστά «κυρίαρχη αντίληψη μιας πρωτόγονης κοινωνίας» όταν αφορά το έθνος.
Η αντίφαση προφανής αλλά οι κονκουϊσταδόρες του Τάκη Μίχα θυμήθηκαν την Ποκαχόντας, τους Ζουλού, τους ανθρωπολόγους και (φυσικά) τους ψυχίατρους μήπως και αποπροσανατολίσουν κάπως κανέναν περιπλανώμενο σύρριζα (ή ΣΥΡΙΖΑ) στο γήλοφο της ψευδοπροόδου μεταξύ του ποταμού και του ελαιώνα. Ανακάλεσα λοιπόν την ιστορία της Ποκαχόντας ενώ θυμήθηκα επίσης και τον Βρετανό κονκουισταδόρο Τζών Σμίθ με τον οποίο η Ποκαχόντας ερωτεύτηκε περίπου όσο ο Μίχας τον «δυστυχή» Μαθιου Νίμιτς. Όμως η αλήθεια, αδίστακτη εκ φύσεως, έχει τρόπο να εκδικείται αυτούς που την διαστρέφουν και το πράττει μόνο και μόνο επειδή υπάρχει.
Ανακαλώντας την ταινία του Ντίσνεϋ, ενστικτωδώς λησμόνησα τους Ζουλού, τους Μαορί και κάθε λογής τριτοκοσμικό με τον οποίο «ακομπλεξάριστος και κούλ» οφείλω να συγκρίνομαι προκειμένου να αποβάλλω «τις κυρίαρχες αντιλήψεις της πρωτόγονης κοινωνίας μου». Εκ παραδρομής δε της εθνικότητας του Τζών Σμίθ (Βρετανός) αντιλήφθηκα πως τα ισχυρά Δυτικά έθνη πρέπει να είναι βαθύτατα κομπλεξικά: Αλλιώς δεν εξηγείται η υποβολή αρνησικυρίας από τον Ντε Γκώλ κατά της ένταξης της Αγγλίας στην (τότε) ΕΟΚ λόγω του ονόματος «Μεγάλη Βρετανία» που ταυτίζεται με την ονομασία της Γαλλικής Βρετάνης.
Και εκεί ακριβώς κατάλαβα πως Τάκης Μίχας έσφαλε μόνο σε ένα σημείο: Μπέρδεψε την Ποκαχόντας με την Ωραία Κοιμωμένη, με εκείνη θα συνέφερε πιο πολύ να προσιδιάζουμε, όχι τόσο στην ομορφιά ή στα πλούτη. Σίγουρα όμως στον ύπνο.
ΔΙΚΤΥΟ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΝΤΗΡΗΤΙΚΩΝ (ΔΙ.Ε.ΣΥ) : www.syntiritikoi.gr