Εδώ και μήνες, και κυρίως από την Τετάρτη το πρωί με την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ, ακούμε συνεχώς για την «άνοδο του λαϊκισμού». Οι Έλληνες πολιτικοί αρχηγοί ξορκίζουν επανειλημμένως τον «λαϊκισμό», ενώ στην Ευρώπη στιγματίζεται ως «λαϊκισμός» οτιδήποτε δεν αποδέχεται αυτονόητα τη φιλελεύθερη συναίνεση ως ιερή.
Το βασικό πρόβλημα της φιλελεύθερης συναίνεσης που… τα είδε όλα με τις εκλογές στις ΗΠΑ είναι, κατά τη γνώμη του γράφοντος, ότι καταλήγει εντελώς απολιτίκ ακριβώς επειδή χρησιμοποιεί τη λέξη «λαϊκισμός» ως εργαλείο.
Όταν κατηγορείς τους άλλους επί «λαϊκισμώ», ουσιαστικά τους αφαιρείς με αλαζονεία το δικαίωμα να έχουν πολιτικές απόψεις: αυτή είναι η εγειρόμενη αξίωση. Δεν έχουν πραγματικές πολιτικές απόψεις, έχουν μόνο ψεύδη και θωπεύσεις αφτιών, άρα την μόνη πολιτική άποψη (αφού οι άλλες είναι λαϊκιστικές…) την έχεις εσύ: οι άλλοι λένε εύκολα ψέμματα, ενώ εσύ λες σκληρές αλήθειες–το σχήμα είναι πραγματικά παιδαριώδες. Η εγειρόμενη αξίωση είναι ότι «ο μόνος τρόπος είναι ο δικός μου τρόπος», η επιτομή του There Is No Alternative. Φυσικά, μια τέτοια οπτική είναι εν τέλει εντελώς απολιτίκ, αφού αφαιρεί την ίδια την πολιτική αντιπαράθεση από την πολιτική αρένα: σε προσεκτική εξέταση, προκαλεί θυμηδία όταν παρουσιάζεται ως η κατ’ εξοχήν διεκδίκηση της ίδιας της πολιτικής (από τα νύχια των «ψευτών δημαγωγών»).
Τι ακριβώς είναι ο λαϊκισμός;
Ο λαϊκισμός μπορεί να οριστεί με δύο κυρίως τρόπους:
Α) Κακώς θεωρείται ως συνώνυμο στην καθημερινή γλώσσα με τη «δημαγωγία», δηλαδή με τα ευχάριστα ψεύδη. Μα τότε, δεν είναι λαϊκιστής/δημαγωγός ο Μπαράκ Ομπάμα που πούλησε «Ελπίδα»; Δεν είναι λαϊκιστές/δημαγωγοί το δίδυμο Μητσοτάκης και Τσίπρας, που λένε ότι το Μνημόνιο απλώς το εφαρμόζεις σωστά και μετά βγαίνεις στην ανθογεμή ανάπτυξη; Δεν είναι λαϊκιστής/δημαγωγός ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντ. Τουσκ που δήλωσε ότι με το Brexit θα… τελειώσει ο δυτικός πολιτισμός; (Αν είναι ποτέ δυνατόν!) Ποιος ορίζει τι είναι ψευδές και τι αληθές στην πολιτική; Αν η απάντηση σε αυτό είναι «τα πραγματολογικά δεδομένα», τότε έχουμε κάποια άσχημα για τους κατ’ επάγγελμα αντι-λαϊκιστές πολιτικούς, τους αυτόκλητους υπερασπιστές του ορθολογισμού.
Βλέπουμε, λοιπόν, ότι δεν πάμε μακριά με την κατανόηση του λαϊκισμού ως «δημαγωγίας».
Β) Ο δεύτερος είναι ο καίριος, είναι ο συνήθης επιστημονικός ορισμός του λαϊκισμού: κάθε σχήμα που αντιπαραθέτει τον «λαό», όπως κι αν ορίζεται αυτός, στις «ελίτ».
Οπότε, (αφ’ ενός ο γράφων είναι σαφώς λαϊκιστής, αφού θεωρεί απλώς λανθασμένη κάθε πολιτική ανάγνωση που δεν λαμβάνει υπ’ όψιν της πως υφίσταται αντιπαράθεση λαού-ελίτ όπως κι αν ορισθούν, ενώ αφ’ ετέρου) ακριβώς αυτή η χρήση της λέξης «λαϊκισμός» γίνεται όπλο ώστε να ποινικοποιηθεί πολιτικά η ταυτοποίηση των ελίτ ως τέτοιων, κάτι που είδαμε κατ’ εξοχήν τώρα στην Αμερική. Η ίδια η διαπίστωση πως υφίστανται ελίτ συνιστά, κατ’ αυτές, «λαϊκισμό», δηλαδή απαγορευμένον πολιτικό καρπό.
Ό,τι τίθεται έξω από αυτήν την παντομίμα πολιτικής, καταδικάζεται ως «λαϊκισμός» ακριβώς επειδή αναγνωρίζει ως υπαρκτή την συναίνεση αυτήν και την πολιτική της και αντιτίθεται σε αυτήν.
Υπάρχει μια (ακραιο)κεντρώα φιλελεύθερη συναίνεση, κυρίως στην Αμερική αλλά και στα καθ’ ημάς ευρωπαϊκά τε και ελλαδικά. Έχουμε τον χώρο όπου οι «αντίπαλες» μεν, αλλά «δημοκρατικές/συναινετικές/ορθολογικές» δυνάμεις συνεννοούνται και, σε όλα τα πραγματικά μεγάλα ζητήματα, ασκούν ενιαία πολιτική–αφήνοντας την πολιτική αρένα για τα ελάσσονα.
(Εδώ σημειώνεται ότι αυτή η πολιτική μετά τη μεγάλη κρίση δεν είχε την αυτονόητη συναίνεση ολόκληρου του μεσοστρώματος, όπως την είχε σαφώς παλαιότερα, οπότε και δούλευε η συνθήκη αυτού του υπόρρητου πολιτικού συμβολαίου.)
Ό,τι τίθεται έξω από αυτήν την παντομίμα πολιτικής, καταδικάζεται ως «λαϊκισμός» ακριβώς επειδή αναγνωρίζει ως υπαρκτή την συναίνεση αυτήν και την πολιτική της και αντιτίθεται σε αυτήν. Οπότε, η «λύση» στον «λαϊκισμό» είναι η ενίσχυση των «συναινετικών». Έτσι, στην Χίλαρυ Κλίντον το είδαμε αυτό ως τεθειμένο στόχο. Προσπάθησε δηλαδή να δημιουργήσει η ίδια το πρόβλημα, για το οποίο μετά θα αυτοπαρουσιαζόταν ως η αυτονόητη και επείγουσα λύση του (κάτι, βέβαια, που τελικά απέτυχε…).
Η Κλίντον στόχευε ρητώς στη ριζοσπαστικοποίηση των ρεπουμπλικανών υποψηφίων, ώστε να ηττηθούν πιο εύκολα στις προεδρικές εκλογές. Δηλαδή, στο να υπάρχει ένας «λαϊκιστικός μπαμπούλας», στον οποίο η Κλίντον να αποτελεί την μόνη και αναγκαία και επείγουσα θεραπεία. Ένα αυτοπαρουσιαζόμενο ως «έμπειρο, υπεύθυνο, ορθολογικό» πολιτικό κέντρο που θα προστατεύσει το κράτος από τα «νύχια των άκρων». Το πρόβλημα είναι ότι, παράλληλα, υπήρχαν πραγματικά, βιοποριστικά προβλήματα στους Αμερικανούς. Πολλοί προσέβλεψαν παλαιότερα στον Ομπάμα, αλλά η θέση τους δεν βελτιώθηκε. Πέραν του γεγονότος ότι η democrat υποψηφιότητα δεν είχε και πολλά παραπάνω να τους προσφέρει στα φλέγοντα βιοποριστικά τους παρά μόνο το…. πόσο κακός είναι ο Τραμπ, ο Σάντερς στον οποίον είχαν προσβλέψει απεσύρθη ηττημένος κατά τεκμήριο ανέντιμα και επιπροσθέτως εξευτελιστικά, με υποχρέωση στήριξης της Κλίντον. Γιατί να πάνε να ψηφίσουν Κλίντον;
Οι εκλογές ήταν, λοιπόν, κυρίως εκλογές μη-ψήφου στην Κλίντον. Τα περί «λαϊκισμού» απλώς τέρπουν τις συνειδήσεις αυτών που τα καταγγέλουν, δεν προσφέρουν τίποτα στην κατανόηση των πολιτικών και κοινωνικών μεταβολών. Αντιπαραβάλλω από το άρθρο του κ. Γιώργου Στείρη, ο οποίος ορθώς τους ονομάζει «ελιτιστές»: «Οι ελιτιστές τα ξεχνούν όλα αυτά, παρότι δεν τα αγνοούν. Οι θέσεις τους – ως αποκλειστικά επικριτικές και όχι εποικοδομητικές- αποτελούν επιτομή αντιδημοκρατικού λόγου: ο αγράμματος και αψίκορος λαός παρασύρεται και δρα ενάντια στο ίδιο του το όφελος, το οποίο φυσικά είναι ανίκανος να διακρίνει. Του το υποδεικνύουν βέβαια καθημερινά, αλλά ο άτιμος ο λαός είναι ανεπίδεκτος μαθήσεως. Στη φαρέτρα των ελιτιστών σωρεύονται πάμπολλες απλουστεύσεις, ισοπεδωτικές γενικεύσεις και λογικοφανείς νοητικές αυθαιρεσίες. […] Το υπόρρητο φυσικά μήνυμα των λόγων τους είναι ότι αυτοί, η εμπροσθοφυλακή του ορθολογισμού και της σύνεσης, είναι μορφωμένοι, υπεύθυνοι, ψύχραιμοι, αλάνθαστοι: κάτι σαν πραγμάτωση των πλατωνικών φιλοσόφων – βασιλέων.»
Ο μπαμπούλας του «λαϊκισμού» παλαιότερα λειτουργούσε πρίμα, διασφαλίζοντας την ηγεμονία της φιλελεύθερης συναίνεσης. Πλέον δε λειτουργεί. Και στην περίπτωση του ελληνικού δημοψηφίσματος του 2015, και στο Brexit και στις αμερικανικές εκλογές, οι ελίτ δεν πήραν χαμπάρι τι θα συμβεί: έχουν χάσει τη δυνατότητα καθοδήγησης των εξελίξεων, πρόβλεψής τους και γενικώς επαφής με την πραγματικότητα. Πέραν τούτου, σε όλον τον «δυτικό» κόσμο η φιλελεύθερη συναίνεση υφίσταται απανωτές ήττες μεγαλοπρεπώς. Η Αριστερά συνέπαιξε στην συναίνεση αυτήν έχοντας μία «ανακύκλωση προοδευτικών αξιών» μαζί της, και γι’ αυτό καλώς ή κακώς μοιάζει να έχει τεθεί εκτός της λύσης, εξ ου και όλες οι νεώτερες αμφισβητήσεις της φιλελεύθερης συναίνεσης μετά τη ριζική μνημονιακή στροφή του ΣΥΡΙΖΑ και την υποχώρηση των Ποδέμος έχουν σκληρή δεξιά υφή.
Τώρα, η φιλελεύθερη συναίνεση φυσικά και θα πει όχι μόνο ότι τον εκάστοτε Τραμπ τον έβγαλε ο «λαϊκισμός» (αυτό ξέρουν, αυτό λένε, μέχρις εκεί φτάνουν: έχουμε περάσει πλέον επισήμως στις απολιτίκ αναγνώσεις της πολιτικής), αλλά και ότι οι άλλοι είναι white trash, υπάνθρωποι, ηλίθιοι, ανεπαρκώς προπαγανδισμένοι από την ιδεολογική εκδοχή της παιδείας που ονειρεύονται οι της φιλελεύθερης συναίνεσης, κλπ. (το να χαρακτηρίζεις βέβαια τους ανθρώπους «λευκά σκουπίδια» δεν είναι… ρατσισμός, αλλά μέρος της πολιτικής στράτευσης… εναντίον του ρατσισμού–τι ζούμε…). Αυτός είναι ο αυτόματος πιλότος τους, η πολιτική τους στράτευση εδράζεται στο ότι εκείνοι είναι οι πεφωτισμένοι και όλοι οι υπόλοιποι απλώς ηλίθιοι.
Ε, οι Αμερικανοί πολίτες διαφώνησαν, και εν γνώσει των ιδιαιτεροτήτων του εκλογικού τους συστήματος αποφάσισαν να μην δώσουν την προεδρία στην Χίλαρυ Κλίντον.
8 comments
ΚΑΤΑΠΛΗΚΤΙΚΗ ΕΥΘΥΚΡΙΣΙΑ!!!!
ΕΙΜΑΙ ΜΑΖΙ ΣΑΣ
Τὸ ὡραῖο καὶ ἡ δύναμις τῆς δημοκρατίας εἶναι ἀκριβῶς ὅτι ἐπιτρέπει στοὺς ἀνθρώπους νὰ ψηφίζουν ἐνάντια στὸ συμφέρον τους. Τοὺς δίδει τὸ δικαίωμα νὰ έπιλέξουν νὰ κακοδιοικοῦνται. Ἀλλιῶς θὰ εἴχαμε τὸ συντεχνιακὸ κράτος, ὅπως τὸ ὁραματίσθηκε, μεταξὺ ἄλλων, ὁ Ἰωάννης Μεταξᾶς, ὅπου τὰ συμφέροντα τῶν ὅποιων κοινωνικῶν ὁμάδων θεωροῦνται παγιωμένα καὶ θεσμοθεῖται ἡ συλλογικὴ ἐκπροσώπησίς τους. Ἔτσι, στὴν δημοκρατία ὁ Τσίπρας μπορεῖ νὰ κὰνῃ τὸ «ὄχι», «ναί», οἱ ἐλὶτ τῆς Ἀγγλίας νὰ ὑποτάξουν τὴν Ἀγγλία στὶς Βρυξέλλες, χωρὶς νὰ ἔχουν λόγο οἱ Ἄγγλοι γιὰ τὸ πῶς λαμβάνονται οἱ άποφάσεις στὶς Βρυξέλλες (αύτὸ τὸ κόλπο τὸ ἔμαθαν ἀπὸ τοὺς ὑπερδημοκράτες Ἑλβετούς) καὶ ὁ Τρὰμπ νὰ τὰ γυρίσῃ μεγαλοπρεπῶς, ἅπαξ καὶ ἐξελέγη. Αὐτὴ εἶναι ἀρετὴ τῆς δημοκρατίας, ὄχι ἐλάττωμμα.
Ἕνα ὡραῖο τῆς ἐλευθερίας τῆς ἐκφράσεως εἶναι ὅτι μπορεῖ ἡ καθ’ ἔνας νὰ φαντάζεται τὴν ἀφεντιά του ὡς τὴν μόνη (ὅλοι οἱ ἄλλοι εἶναι πουλημένοι) εἰλικρινῆ φωνὴ ποὺ πονᾶ γιὰ τὶς μεγάλες ἀναξιοπαθοῦσες μᾶζες τοῦ πληθυσμοῦ, τὶς ὁποῖες καταπιέζει καὶ ἐκμεταλλεύεται μιὰ ἄπληστη καὶ ἐξουσιολάγνος ἄρχουσα τάξις. Καὶ τί δὲν θά ‘δινε, λέω κι ἐγώ, νὰ ἦταν ἐκεῖνος, ὄχι μέλος τῆς ἀρχούσης τάξεως τῆς φαντασίας του, ἀλλὰ μόνος, παντοδύναμος δικτάτωρ, πού θὰ ἔβαζε ὅλους αὐτοὺς ποὺ νομίζει (μέσα στὸ κεφάλι τους), ὅτι τὸν ξεπερνοῦν (ἔτσι συμπλεγματικὸς καὶ μειονεκτικὸς ὅπως εἶναι) στὴ θέση τους ! Καὶ μπορεῖ, νὰ εἶναι μιὰ χαρὰ ἄνθρωπος, μὲ μόνο βάσανό του αὐτὲς τὶς ὀνειροφαντασιές …
“Δεν είναι λαϊκιστές/δημαγωγοί το δίδυμο Μητσοτάκης και Τσίπρας, που λένε ότι το Μνημόνιο απλώς το εφαρμόζεις σωστά και μετά βγαίνεις στην ανθογεμή ανάπτυξη;”
Πόσα λάθη περιέχει αυτή η φράση;
1. Το Μνημόνιο δεν είναι ένα πράγμα. Είναι τρία πράγματα. Είναι τρεις δανειακές συμβάσεις. Διαφορετικές ως προς τους στόχους, ως προς τα μέτρα και ως προς το δανειακό σκέλος δηλαδή τη δομή της αποπληρωμής των δανείων.
2. Δεν υφίσταται “σωστή” εφαρμογή των Μνημονίων. Τα Μνημόνια είναι δανειακές συμβάσεις δηλαδή παίρνεις δανεικά για να μη χρεωκοπήσεις και να πληρώσεις τα προηγούμενα δάνεια από τη μία πλευρά, και υπόσχεσαι να πετύχεις ορισμένους δημοσιονομικούς στόχους από την άλλη. Αυτοί οι στόχοι έχουν τρία στάδια.
Πρώτο στάδιο δημοσιονομικής πρωτογενούς ισορροπίας, δηλαδή έξοδα μείον εξυπηρέτηση χρέους ίσον έσοδα.
Δεύτερο στάδιο δημοσιονομικής συνολικής ισορροπίας, δηλαδή έξοδα συμπεριλαμβανομένης και της εξυπηρέτησης χρέους ίσον έσοδα. Το δεύτερο στάδιο εμφανίζει πρωτογενές πλεόνασμα κατά το πρώτο στάδιο. Ως εδώ μόνο συντηρείς το ίδιο χρέος.
Τρίτο στάδιο δημοσιονομικό συνολικό πλεόνασμα. Δηλαδή έξοδα συμπεριλαμβανομένης και της εξυπηρέτησης χρέους μικρότερα από τα έσοδα. Μόνο στο τρίτο στάδιο μπορείς να μειώνεις το χρέος χωρίς νέα βοήθεια.
3. Οι Σαμαράς/Μητσοτάκης και ο Τσίπρας δεν ακολουθούν την ίδια προσέγγιση ως προς την εφαρμογή των Μνημονίων. Μάλλον αντίθετη. Βάζω μαζί τους δύο πρώτους διότι διαχειρίστηκαν το δεύτερο Μνημόνιο ως πρωθυπουργός/υπουργός. Από αυτά μπορούμε να καταλάβουμε τι θα κάνει ο Μητσοτάκης όταν γίνει πρωθυπουργός, περισσότερο από όσα λέει σήμερα. Οι πράξεις μετράνε περισσότερο από τα λόγια.
Η προσέγγιση Σαμαρά ελάφρυνε το κράτος και μείωνε τους φόρους. 150 δημόσιοι οργανισμοί έκλεισαν ή συγχωνεύτηκαν. Μειώθηκε ο ΦΠΑ στην εστίαση στο 13%, μειώθηκε ο φόρος αλληλεγγύης, μειώθηκε η φορολογία επιχειρήσεων. Τα αποτελέσματα από 2.5 χρόνια διακυβέρνησης, η ιστορία θα κρίνει ότι ήταν εντυπωσιακά.
Πέτυχε και ο πρώτος και ο δεύτερος στόχος, δηλαδή πρωτογενές πλεόνασμα. Επί δύο έτη. 2013 και 2014. Το 2016 ακόμα κυνηγάμε τον πρώτο στόχο. Τρία χρόνια μετά.
Τον Μάρτιο του 2014 η χώρα βγήκε δοκιμαστικά στις αγορές. Αυτό που πετύχαμε το 2014 είναι ο στόχος για το 2017. Τρία χρόνια μετά.
Το 2014 έκλεισε με ανάπτυξη του ΑΕΠ κατά 0.7%, ενώ το 2011 είχαμε ύφεση 9.9%. Τεραστίων διαστάσεων η μεταστροφή.
Ο Μητσοτάκης θα συνεχίσει την ίδια προσέγγιση, του μικρότερου κράτους και των μικρότερων φόρων.
Η προσέγγιση του Τσίπρα είναι μεγαλύτερο κράτος και υψηλότεροι φόρους. Αύξησε τον ΦΠΑ από το 13% όχι στο 23% που ήταν πριν μειωθεί, αλλά στο 24%. Αφαίρεσε τον μειωμένο ΦΠΑ στα νησιά, αύξησε τη φορολογία εισοδήματος και επιχειρήσεων. Ίσως πολλά από αυτά ήταν αποτελέσματα της εξάμηνης φανταιζί διαπραγμάτευσης. Όμως η γενική προσέγγιση του Τσίπρα είναι όντως αυτή του μεγάλου κράτους και των υψηλών φόρων. Δεν είναι κρυφό.
Στο προκείμενο τώρα. Λαικισμός είναι να εξομοιώνεις τα Μνημόνια, να εξομοιώνεις τις δύο διακριτές πολιτικο-οικονομικές προσεγγίσεις της δεξιάς και αριστεράς, να υποστσηρίζεις εμμέσως πλην σαφώς ότι για όλα τα κακά της μοίρας μας φταίνε τα Μνημόνια, δηλαδή ότι τα Μνημόνια έφεραν την οικονομική κρίση και όχι την αλήθεια. Δηλαδή ότι η κρίση έφερε τα Μνημόνια όταν οι αγορές έπαψαν να μας δανείζουν με βιώσιμο επιτόκιο κάτω του 7% και υποχρεωθήκαμε να δανειστούμε από τους εταίρους μας με το δήθεν τοκογλυφικό 2%.
Αυτό είναι λαικισμός. Πριν λύσουμε τι είναι λαικισμός διεθνώς δεν θα πρέπει να συμφωνήσουμε τι είναι και τι δεν είναι λαικισμός στα δικά μας που τα ξέρουμε καλύτερα; όταν υπάρχει τόσος λαικισμός στα δικά μας με τι εχέγγυα βγάζουμε συμπεράσματα για τον λαικισμό των άλλων;
Πολύ σωστά αλλά το συμπέρασμα μάλλον είναι ότι αρκεί στη γλώσσα μας η λέξη “δημαγωγία”,
ενώ το “λαϊκισμός” έχει εισαχθεί για την προπαγανδιστική χρήση, όπως περιγράφετε. Μοιάζει
να είναι μετάφραση από κάποιο populism και δηλώνει υποτίμηση του λαού (πράγμα ταιριαστό
με την δυτική παράδοση της “res-publica” που είναι άλλο από την “δημο-κρατία” (Γιανναράς) ).
(“Δημαγωγός” = “αυτός που άγει τον δήμο”. Γιατί ο περιορισμός “με τα ευχάριστα ψεύδη”; Με
τον φανατισμό, για παράδειγμα, δεν γίνεται;)
Και οι πολιτικάντηδες (δεν αξίζει να ονομάζονται πολιτικοί, λέει ο Γιανναράς) που ξορκίζουν επανειλημμένως τον «λαϊκισμό» είναι ολοφάνερο ότι περιφρονούν βαθύτατα τον λαό
και επειδή δεν μπορούν να το εκφράσουν άμεσα χρησιμοποιούν αυτή την καραμέλα.
Εξαιρετικό άρθρο, όπως και το παρεμφερές του κ.Στείρη. Θα ήθελα να επισημάνω με την ευκαιρία πως οι βασικοί πυλώνες, στους οποίους ακουμπά σήμερα ο ελιτισμός, είναι η παγκοσμιοποίηση στην παρεκβατική εκδοχή της και η πολιτική ορθότητα, που τείνει να μετεξελιχθεί σε ιδεολογική μάστιγα. Η άναρχη, ασύδοτη και χωρίς κανόνες παγκοσμιοποίηση, την οπόια ορισμένοι ευαγγελίζονται, πτωχοποιεί δραματικά τους πολίτες, καταστρέφει τη μεσαία τάξη και αποσταθεροποιεί επικίνδυνα τις κοινωνίες. Παράλληλα, για να διευκολύνει την επέλασή της αλλά και για να συγκαλύψει τα αχνίζοντα ερείπια που αφήνει πίσω της, αντιμάχεται την ιστορική συνέχεια, την πολιτιστική ιδιοπροσωπία και την εθνική συνείδηση των λαών, μεθοδεύοντας τη μετατροπή των τελευταίων σε πολυπολιτισμικούς χυλούς. Βυθισμένοι στο εσωτερικό των χυλώνω αυτών και παραδομένοι αναγκαστικά στον ατομικισμό και την εσωστρέφεια, οι αλλοτριωμένοι πολίτες θα περιορίζονται πλέον αποκλειστικά και μόνο στο να καταναλώνουν, καθώς η κυρίαρχη πολιτική ορθότητα θα τους έχει απαγορεύσει τη σκέψη και θα τους έχει φιμώσει την ελεύθερη έκφραση, ώστε να μην ενοχλούνται εξαιτίας τους οι Αυτών Μεγαλειότητες οι Αγορές. Σε αυτόν τον οργουελιανό εφιάλτη, όπου φιλελέδες και (γιαλαντζί) αριστεροί εκπρόσωποι του ελιτισμού πρωταγωνιστούν σε αγαστή σύμπνοια, θα εξακολουθήσουν να προσφέρουν ανάσα πνευματικής ελευθερίας ορισμένα βήματα έκφρασης όπως το Αντίβαρο, που “ιδρυτική” αποστολή τους έχουν την έναντίωση στην ιδιωτεία. Και αυτός ακριβώς είναι ο λόγος, για τον οποίο ενοχλούν…
Σωστά, σὲ κάποια ὑγρὰ καὶ σκοτεινὰ ὑπόγεια κάθονται πέντ’ ἕξι, προφανῶς εὔποροι, καὶ δὲν ἔχουν ἄλλη δουλειὰ νὰ κὰνουν παρὰ νὰ καταδιώκουν τὴν «μεσαία τάξη». Γιὰ κάποιον μυστήριο λόγο, ἀντὶ νὰ άπολαμβάνουν τὰ ὅποια πλούτη τους, πού περισσεύουν καὶ γιὰ τὰ τρισέγγονα, θέλουν νὰ τὰ αὐξήσουν ἁρπάζοντας τὸ ξεροκόμματο τῆς κάθε χήρας καὶ τὴν Πόρσε Καγιὲν τοῦ κάθε Ἕλληνα μικρομεσαίου (φοροφυγάδος καὶ είσφοροφυγάδος). Αὐτὴ εἶναι ἡ βάσις τῆς ρητορικῆς τῶν δημοκόπων. Μέχρι νὰ ἔλθουν στὰ πράγματα καὶ νὰ ‘δοῦν πόσο ἀρρωστημένα ἤταν αὐτὰ πού ἔλεγαν καὶ πίστευαν. Τίποτε βαθύτερο, ἀλλὰ τὸ ὅλον καλὰ καρυκευμένο μὲ τὰ συνηθισμένα πονεμένα καὶ παχειὰ λόγια.
Ἄχ, πῶς τὸ ξέχασα ; Θέλουν νὰ ἁρπάξουν καὶ τὴν ἀργομισθία τοῦ Καρανίκα καὶ τῶν τεμπέληδων τῆς ΕΡΤ καὶ τῆς ΕΥΔΑΠ καὶ τὶς συντάξεις καὶ τὰ ἐφ’ ἅ(ρ)παξ τῶν πενηντάρηδων. Καί, φυσικά, ὑπάρχουν προδότες καὶ μειοδότες μέσα στὴν Ἑλλάδα πού συμφωνοῦν μὲ τὰ ἀνήκουστα αὐτά …
«”Λαϊκισμός” είναι η ετικέτα την οποία οι πολιτικές ελίτ κολλάνε στις πολιτικές που υποστηρίζονται από απλούς πολίτες και οι οποίες δεν τους αρέσουν.»
Francis Fukuyama
Ο μελετητής του λαϊκισμού Cus Mudde, τον προσδιορίζει ως μια ιδεολογία που θεωρεί ότι η κοινωνία χωρίζεται σε δύο ομογενείς και ανταγωνιστικές ομάδες, δηλαδή μία έκφραση μανιχαϊσμού.
Λαϊκισμός στην πολιτική είναι όταν καταθέτεις πολιτικό επιχείρημα, παραβλέποντας ή κρύβοντας στοιχεία που το αμφισβητούν ή ακόμα το καταρρίπτουν, ενώ κεντρική θέση στον λόγο έχει ο μανιχαϊσμός, ο οποίος υποστηρίζει ότι υπάρχει μόνο το καλό ή το κακό, το δίκαιο ή το άδικο, αποκλείοντας οτιδήποτε άλλο.