Ακατάσχετο το παραλήρημα του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν για την Επέτειο της Αλώσεως. Αθυρόγλωσσος ο ισλαμιστής Γόνοι ελληνικών οικογενειών που εξισλαμίσθηκαν και εκτουρκίσθηκαν βιαίως τα δραματικά εκείνα χρόνια, οι περισσότεροι σημερινοί τούρκοι, θέλουν να ξεχνούν, ή και να κρύβουν για ευνόητους λόγους την προέλευσή τους, εμφανιζόμενοι συχνά «τουρκότεροι» των τούρκων.
Όμως ως συνήθως η φυσιογνωμία τους διαλαλεί την απώτερη ταυτότητά τους και αποδεικνύει ότι όλος αυτός ο κόσμος δεν έχει καμία εθνοφυλετική σχέση με τους τουρκομάνους. Δέστε για παράδειγμα το εξώφυλλο του ΒΗΜΑgino (28/5/17) «Τούρκοι στην Αθήνα», όπου οι φωτογραφίες 5 νεαρών παιδιών που εγκατέλειψαν τη χώρα τους και αποφάσισαν να μεταναστεύσουν στην Ελλάδα. Δεν τους ξεχωρίζεις φυσιογνωμικά από Ελληνόπουλα!
Οι Πανέλληνες στεκόμαστε με δέος και συγκλονισμό στην ημερομηνία 29 Μαΐου 1453. Γνωρίζουμε ωστόσο ότι αυτή η Άλωση, η “Δευτέρα Άλωσις” για την οποία επαίρεται ο νεοσουλτάνος, δεν θα συνέβαινε ποτέ, αν δεν είχε προηγηθεί η πρώτη Άλωση, εκείνη του 1204, από τους Φράγκους της Δ΄ Σταυροφορίας. Εκείνοι δήωσαν, κατέκλεψαν, σφετερίστηκαν και μετέφεραν στην Βενετία και την άλλη Δύση τον αμύθητο πλούτο της Βασιλεύουσας, τα ιερά και τα φυλαχτά του Γένους. Το σκήνωμα της Αγίας Ελένης που μας δάνεισαν εσχάτως για λίγες ημέρες οι κλεπταποδόχοι είναι ένα απ’ αυτά.
Το μήνυμα που εξέπεμψε τότε ο μαρτυρικός Αυτοκράτωρ, με την άρνησή του να παραδώσει την Πόλη, ήταν η μέχρι της τελικής νίκης Αντίσταση του Ελληνισμού κατά του Κατακτητή.
Αυτό το ενστερνίσθηκε σύμπας ο υπόδουλος Ελληνισμός με την Κλεφτουριά και τα Αρματολίκια και ανέδειξε την Μεγάλη Ιδέα ανάκτησης της ιερής του Πόλης. Ο νεοοθωμανός που ναρκισσεύεται σήμερα ότι η «Κωνσταντινούπολη (αυτός την εκφέρει Ιστανμπούλ, κακότεχνη τουρκική εκφορά του “Εις την Πόλιν”), είναι το απαύγασμα της Τουρκίας».
Η Κωνσταντινούπολη ως παγκόσμια ακτινοβολία πολιτισμού είναι βεβαίως η Βυζαντινή Κωνσταντινούπολη. Όχι η οθωμανική της συνέχεια. Η τελευταία μόνο στο βαθμό που λειτουργεί ως «το Βυζάντιο μετά το Βυζάντιο», Byzance apres Byzance, όπως καταγράφουν οι ιστορικοί, έχει πολιτισμική προσφορά.
Ο Μέγας Ιεροεξεταστής του Βερολίνου, με υπερεξουσίες του δεσμείν και λύειν και τους πάντες απέναντί του, αφού επί 7 χρόνια απεργάζεται την καταστροφή της Ελλάδος, συνεχίζει παρά την γενική κατακραυγή των υπολοίπων εταίρων, να ορθώνει βερολινέζικα τείχη, που αποτρέπουν τη διευθέτηση του χρέους και ματαιώνουν την απαρχή εξόδου μας από τα μνημονιακά κάτεργα σκοτώνοντας την πραγματική οικονομία.
Και επειδή ενός κακού μύρια έπονται, παγώνουν την ποσοτική χαλάρωση (νεοελληνιστί κιουί – QE), άρα δεν βγαίνουμε στις αγορές. Όμηροι του γερμανικού ηγεμονισμού, τον οποίο περιποιήθηκε προχθές δεόντως ο απρόβλεπτος Τραμπ.
Μία αυτονόητη, αξιοπρεπή δήλωση αποτόλμησε ο πρωθυπουργός: «εάν δεν δοθεί το χρέος θα ανακληθούν τα μέτρα» και οι συστημική αρθρογραφία ξεσπάθωσε έτοιμη να τον κατασπαράξει με το επιχείρημα ότι «προσβάλλει τους δανειστές» και «θυμώνει τον Σόιμπλε». Και να σκεφθεί κανείς ότι, ούτε και που ήταν όπως απεδείχθη στις προθέσεις του Τσίπρα η πραγματοποίηση της απειλής…
Ο κ. Τσίπρας ζητάει τώρα «καθαρή λύση», αλλά αφού έχει τελειώσει η «βρώμικη δουλειά», ψηφίσθηκαν δηλαδή τα ανθρωποφαγικά νέα μέτρα, γιατί να του ανταποδώσουν λύση και μάλιστα «καθαρή»;
Τα ανεξέλεγκτα ξεσπάσματα του Αμερικανού, κατά πάντων και πασών, δεν είναι καλά σημάδια. Άλλο ότι σε πολλά έχει δίκαιο ασχέτως savoir – vivre, είναι ανεξήγητη οπωσδήποτε η στόχευση με απόλυτο μάλιστα τρόπο του Ιράν. Το σιιτικό Ιράν δεν εξάγει τρομοκρατία, δεν σχετίζεται με οργανώσεις του είδους. Το ISIS όπως και ο Μπιν Λάντεν και η Αλ Κάιντα, είναι σουνιτικά προϊόντα (Σαουδική Αραβία, Τουρκία, Εμιράτα).
Υπάρχει όμως μια αρχόμενη κλιμάκωση ρήξης, προς το παρόν, ακαθορίστων διαστάσεων, Ευρώπης – ΗΠΑ που ξεκινάει από το αβυσσαλέο χάσμα, το έλλειμμα του αμερικανο-γερμανικού ισοζυγίου εμπορικών συναλλαγών σε βάρος των ΗΠΑ. Σιγά να μην άφηνε ο Τραμπ τους Γερμανούς να μπαινοβγαίνουν στις ΗΠΑ και να «αλέθουν» χωρίς να πληρώνουν αλεστικά της αυτοκινητοβιομηχανίας κ.α.
Η ευρωαμερικανική ρήξη είναι ένα νέο επιβαρυντικό στοιχείο που πρέπει να σταθμίζεται συνεχώς στη διαχείριση της εξωτερικής μας πολιτικής. Γράψαμε και προ ημερών για την συζητούμενη στις Βρυξέλλες ασχέτως προς την εξέλιξη της σχέσης ΗΠΑ – Ε.Ε, περίπτωση σύναψης “ειδικής σχέσης” με την ισλαμική Τουρκία. Πρέπει να αποτρέψουμε παντί σθένει την μονομέρεια μιας τέτοιας εκδοχής που θα εξυπηρετούσε αποκλειστικά τα οικονομικά και εμπορικά συμφέροντα των εταίρων μας αλλά θα παρέβλεπε την γεωπολιτική της πλευρά. Καμμία “ειδική σχέση” Τουρκίας – ΕΕ δεν πρέπει να υπογραφεί αν δεν πειθαναγκάζει την Άγκυρα με σαφείς και συγκεκριμένες κυρώσεις σε περίπτωση αθέτησης, σε σχέσεις καλής γειτονίας με τις δύο άμεσης γειτνίασής της χώρες μέλη της Ε.Ε, Ελλάδα και Κύπρο.
Σωστά αντέδρασαν οι δύο ελληνικές κρατικές οντότητες στις πρωτοβουλίες του νορβηγού τουρκολομπίστα Άϊντε, που από κοινού με τον Ερντογάν και τον Κατοχικό εγκάθετο, εκβιάζουν την Μεγαλόνησο με την απειλή θερμού στρατιωτικού επεισοδίου προκειμένου να ματαιώσουν έρευνες και εκμετάλλευση στην Κυπριακή ΑΟΖ.
Και ενώ οι εγχώριοι αναμορφωτές κατεδαφίζουν ό,τι σταθερό της ελληνικότητας έχει απομείνει όπως τα υπόλοιπα της κλασσικής μας παιδείας, η είδηση εξ Εσπερίας μάς πληροφορεί ότι ο νέος Γάλλος πρόεδρος Μακρόν, με απόφασή του, επαναφέρει την γενική και κλασσική παιδεία στην γαλλική Εκπαίδευση. «Βαρύ απαιδευσία», ανυπόφορο κακό η αμορφωσιά (εννοείται των ημετέρων) έλεγε ο Πιττακός.
7 comments
Παύλου Καλλιγᾶ «Μελέται καὶ Λόγοι», 1882, «Ἡ ἐν Φλωρεντίᾳ Σύνοδος», Πρόλογος
…
Τὸ κατ’ ἐμὲ ἀπέβλεψα εἰς τὴν ἀπεικόνισιν τῆς οἰκτρᾶς τῶν Παλαιολόγων πολιτικῆς, οἵτινες, δίκην ἐπαίτου, περισαίνοντες τὰς Εὐρωπαϊκὰς αὐλάς, προσήνεγκον ὁλοκαύτωμα τὰ ἱερὰ καὶ τὰ ὅσια, ὅπως ἐκλιπαρήσωσιν ἀρωγὴν πρὸς διάσωσιν τοῦ καταδυομένου σκάφους τῆς πολιτείας, ἀντὶ δὲ ν’ ἀποτρέψωσι τὸν φοβερὸν καὶ ἐπὶ αἰῶνας θρηνούμενον ὄλεθρον, αὐτὸν μὲν ἐπετάχυνον, τῶν δὲ νομιζομένων σωτήρων τοὺς φιλοδόξους σκοπούς ἐξυπηρέτησαν.
Ἂν εἰργάζοντο εἰς ἐξέγερσιν τῶν δυνάμεων τοῦ ἔθνους, ἂν ἐξῆπτον αὐτὸ μέχρι φανατισμοῦ πρὸς πᾶσαν αὐταπάρνηοιν ὑπὲρ πάτρας, τὴν ὥραν τοῦ ἐσχάτου κινδύνου εὕρισκον, νὰ παρατάξωσι γενναῖα στήθη πρὸς ἀνδρικὴν ἄμυναν, μὴ θραυομένην διὰ τῆς ἀπιστίας τῶν ἐν Γαλατᾷ Γενουηνσίων καὶ ἅμα τραυματισθέντος τοῦ ἀναντικαταστάτου Ἰουστινιάνη· συνεβίβαζον δὲ ἀξιοπρεπέστερον τὰ τοῦ σχίσματος, καθ’ ἣν ὥραν ἡ Παποκρατία ὡς σανίδος πρὸς σωτηρίαν ἐπελάβετο τῆς ἑνώσεως.
Οὐδὲν ἔθνος σώζεται διὰ μόνης ἐξωτερικῆς ἀρωγῆς. Τοῦτο τοὐλάχιστον τὸ σκληρὸν μάθημα διδασκόμενοι, ἀρκούντως ἀμειβόμεθα ἐκ τοιαύτης μελέτης, …
Αʹ
ΤΑ ΠΡΟ ΤΗΣ ΕΙΣ ΙΤΑΛΙΑΝ ΑΠΕΛΕΥΣΕΩΣ ΠΡΟΣ ΣΥΣΤΑΣΙΝ
ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ
ΜΙΚΡΟΝ πρὸ τῆς πτώσεως τοῦ Βυζαντίου ἐπανελήφθη καὶ μετ’ ἐπιμονῆς ὅλως ἐκτάκτου ἤχθη εἰς πέρας ἡ δογματικὴ ἕνωσις τῶν ἀπὸ τοῦ Φωτίου ἀποσχισθεισῶν Ἐκκλησιῶν, ἀνατολικῆς καὶ δυτικῆς.
Ἡ Παποκρατία, ἐξακολουθοῦσα τὸ ἔργον τῆς ἐπικρατήσεως πάντων, οὐδέποτε ἔπαυσε σκεπτομένη νὰ ὑποτάξῃ καὶ τὴν ἀνατολικὴν Ἐκκλησίαν, εἰς ἣν κατεδείκνυεν, ὅτι δουλεύει ἀναξίως ὑπὸ τὸ κοσμικὸν σκῆπτρον.
Ἡ ἰδέα συνδιαλλαγῆς, τοσοῦτον φυσικῆς μεταξὺ Χριστιανῶν, κατὰ πρῶτον κατέστη πολιτικῆς βούλευμα ἐπὶ Μιχαὴλ Παλαιολόγου, ἅμα τῇ ἀνακτήσει τοῦ Βυζαντίου, ἐν ἔτει 1261, καὶ τῇ ἐκδιώξει τῆς ἀπὸ τοῦ 1204 ἐγκαθιδρυθείσης αὐτόθι δυναστείας τῶν λατίνων.
Εἰς τὸ πνεῦμα τοῦ Αὐτοκράτορος τούτου ἐπενήργησε πρὸ πάντων ἡ σκέψις πρὸς ἐξουδετέρωσιν τῶν ἀξιώσεων τῶν βασιλέων τῆς Σικελίας καὶ τῆς Γαλλίας, συνετέλεσεν ὅμως καὶ ὁ ἀπαγγελθεὶς παρὰ τοῦ Πατριάρχου Ἀρσενίου ἀφορισμός, ὅστις δὲν ἠδύνατο νὰ συγχωρήσῃ εἰς τὸν Αὐτοκράτορα τὴν ἐκτύφλωσιν τοῦ ὑπὸ τὴν κηδεμονίαν αὐτοῦ νομίμου διαδόχου, Ἰωάννου Λασκάρεως, υἱοῦ τοῦ ἐν ἔτει 1204 καταφυγόντος εἰς Νίκαιαν Θεοδώρου.
Ἡ ἐν τῇ συνόδῳ Λουγδούνου ἐν ἔτει 1274 διὰ τῶν ἀπεσταλμένων τοῦ Αὐτοκράτορος, τοῦ Νικαίας Θεοφάνους καὶ τοῦ Γερμανοῦ, συνομολογηθεῖσα ἕνωσις δὲν ἐτελεσφόρησε. Τὰ πρεσβεῖα τοῦ Πάπα, ἡ μνεία αὐτοῦ ἐν ταῖς εὐλογίαις καὶ πρὸ πάντων ἡ εἰς αὐτὸν ἔκκλησις ὡς ὑπάτου δικαστοῦ, ἀντέκειντο εἰς τὸ πνεῦμα τοῦ κλήρου τῆς ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας, ὥστε ἐγκατέλιπεν ὁ Αὐτοκράτωρ πᾶσαν ἐνέργειαν, ἐπὶ δὲ τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ Ἀνδρονίκου τὸ πᾶν ἀπεκηρύχθη ἐπισήμως .
Ἔκτοτε οὐδεμία ἄλλη ἠκούσθη φωνὴ ἐν τῇ ἀνατολικῇ Ἐκκλησίᾳ ὑπὲρ τῆς ἑνώσεως, οὐδὲ δύναται ν’ ἀποδοθῇ σπουδαιότης εἰς μεμονωμέ-νας σκέψεις, ὡς τοῦ μοναχοῦ Βαρλαάμ, ὅστις ἐκ Καλαβρίας ὁρμώμενος, ἀλλὰ λίαν ἐγκρατὴς ἑλληνικῆς παιδείας, ἐπὶ Ἀνδρονίκου Παλαιολόγου Β’ ἐτιμᾶτο διὰ τὸ θάρρος καὶ τὴν δεινότητα, μεθ’ ὧν ἀντεπεξῆλθε κατὰ τοῦ καλογηρικοῦ φανατισμοῦ καί τινων κακοδοξιῶν. Οἱ ἀσκηταὶ καὶ ἰδίως οἱ τοῦ Ἄθωνος, οἱ λεγόμενοι Ἡσυχασταί, οὓς ὁ Βαρλαὰμ ἀπεκάλει Ὀμφαλοψύχους, διὰ τὰς ὀπτασίας τοῦ ἄνωθεν φωτός, ἀντέταξαν εἰς αὐτὸν τὸν Γρηγόριον Παλαμᾶν, ὡς προφερέστερον ἐν τοῖς λόγοις. Ἐν δημοσία διαλέξει ἐν ἔτει 1340, παρόντος τοῦ Αὐτοκράτορος, ὑπερίσχυσεν ὁ Γρηγόριος Παλαμᾶς, ὥστε ἀπελπισθεὶς ὁ Βαρλαὰμ ἀπῆρεν εἰς Ἰταλίαν, ὅπου ἐδίδαξε τὰ ἑλληνικὰ τὸν Πετράρχαν.
Ὁ Βαρλαὰμ δὲν ἦτον ὄργανον τῆς Ῥώμης, διότι ἔγραψεν ἐμβρι-θῶς κατὰ τῶν περὶ πρωτείων ἀξιώσεων αὐτῆς, διετύπωσε δὲ ὅρους ἐν Αὐενιῶνι, καθ’ οὓς ἠδύνατο νὰ γείνῃ ἕνωσις, συσταθεὶς πρὸς τὸν Πάπαν παρὰ τῶν βασιλέων Γαλλίας καὶ Σικελίας, πρὸς οὓς ἀπεστάλη παρὰ τοῦ Αὐτοκράτορος Ἀνδρονίκου. Κατὰ τὸν Βαρλαὰμ ἡ ἐν Λουγδούνῳ σύνοδος δὲν ἦτον ὑποχρεωτικὴ διὰ τὴν ἀνατολικὴν Ἐκκλησίαν, διότι δὲν ἀντεπροσωπεύθησαν οἱ Πατριάρχαι. Αἱ σταυροφορίαι ἀφῆκαν πικρὰς ἀναμνήσεις, ἐξαλειπτέας διὰ μόνης τῆς πραγματικῆς ἀντιλήψεως πρὸς ἀπαλλαγὴν ἀπὸ τοῦ ἀπειλοῦντος τὴν ὑποδούλωσιν κινδύνου. Περὶ τῆς ἐκπορεύσεως τοῦ ἁγίου πνεύματος ἦτο γνώμης, ἑκάστη Ἐκκλησία ν’ ἀφεθῇ ἐλευθέρα, ν’ ἀκολουθήσῃ ἀκωλύτως τὰς ἰδίας παραδόσεις, ἀποδίδουσα τῇ ἑτέρᾳ τὰς αὐτὰς ὡς πρὸ τοῦ σχίσματος τιμάς.
Κατὰ τοὺς αὐτοὺς χρόνους (1340) ὑπὸ ὅλως ἀντίθετον πνεῦμα ἐπραγματεύθη τὰ τῆς ἑνώσεως, ἐλέγχων τὴν δυτικὴν Ἐκκλησίαν, ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης Νεῖλος Καβάσιλας.
Ὅτε πάλιν κατὰ τὰ ἔτη 1365-68 ὁ Μουρὰτ προήλασε κατακτητικῶς εἰς τὴν Θρᾴκην, ἐγγίζον ἐφάνη εἰς τὸν αὐτοκράτορα Ἰωάννην Παλαιολόγον τὸ μοιραῖον τέλος καὶ οὐδὲν ἄλλο ἔκρινε μέσον σωτηρίας, ἢ τὴν προσφυγὴν εἰς τὴν νομιζομένην παντοδυναμίαν τοῦ Πάπα, ὅπως ἐξεγείρῃ τὴν δύσιν εἰς νέαν σταυροφορίαν. Μεταβὰς εἰς Ῥώμην ὑπέγραψεν ἐν τῷ ναῷ τοῦ ἁγ. Πνεύματος ἐνώπιον τεσσάρων Καρδιναλίων ὁμολογίαν πίστεως ἑλληνιστὶ καὶ λατινιστὶ γεγραμμένην, σύμφωνον πρὸς τὴν ῥωμαϊκὴν Ἐκκλησίαν καὶ ἐπικρεμάσας τὸ αὐτοκρα-τορικὸν χρυσόβουλον ἐνεχείρισεν εἰς τὸν Πάπαν Οὐρβανὸν Ε’. Ἐπὶ τούτῳ ἐψάλη δοξολογία.3 Ἀντὶ τῆς βοηθείας, ἣν προσεδόκα ἐκ τῆς ἀνεπι-φυλάκτου ὑποταγῆς εἰς τὸν ῥωμαϊκὸν Θρόνον, ἐξήντλησε καὶ τὰ ἴδια ἐφόδια, κρατούμενος δὲ ἐν Ἐνετίᾳ ὑπὸ τῶν προκαταβαλόντων τραπε-ζιτῶν εἰς ἐκτάκτους δαπάνας, ἀναλόγους πρὸς Αὐτοκράτορα, δὲν ἠλευθεροῦτο, ἂν δὲν ἤρχετο εἰς ἐπικουρίαν ὁ δευτερότοκος Μανουήλ, συλλέξας ὅσον ἠδυνήθη χρυσὸν ἐν Θεσσαλονίκῃ, ὅπου ἦτο Δεσπότης, διὸ πρὸς ἀμοιβὴν κατέστη διάδοχος.
Οὐδεμίαν ἄλλην σωτηρίαν διεῖδε καὶ ὁ Μανουήλ, ὅτε συνε-πυκνώθησαν τὰ νέφη ὑπὲρ τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ, ἀλλὰ καὶ αὐτὸς ἐπὶ τέσσαρα ἢ πέντε ἔτη μέχρι τοῦ 1403, ὅτε ἔμαθε τὴν καταστροφὴν τοῦ Βαγιαζήτ, περιεπλανήθη εἰς τὴν Ἰταλίαν, τὴν Γαλλίαν καὶ τὴν Ἀγγλίαν, καὶ αὐτὸς ἀνωφελῶς, οὐδεμίαν κομίσας ἐπικουρίαν. Περὶ ἑνώσεως τότε οὐδὲν φαίνεται γενόμενον, ἀλλὰ κατόπιν ὁ Μανουὴλ πέμπει πρεσβείαν πρὸς τὸν Πάπαν Μαρτῖνον Ε’, ἣν οὗτος ἐδέχθη εὐμενῶς. Δὲν περιωρίσθη εἰς φιλοφρονήσεις ὁ Πάπας, ἀλλ’ ὑποτρέφων χρηστὰς ἐλπίδας, παντοιοτρόπως εἰργάσθη νὰ δείξῃ πρὸς τὸν αὐτοκρατορικὸν οἶκον εὔνοιαν. Ὅπως συνδέσῃ φιλίας σχέσεις, συνετέλεσεν εἰς τὸν δεύτερον γάμον τοῦ υἱοῦ τοῦ Αὐτοκράτορος Ἰωάννου μετὰ τῆς Σοφίας ἐκ Μονφερράτης, ἣν ὅμως μετ’ ὀλίγον ἐγκατέλιπε διὰ τὴν δυσμορφίαν, νυμφευθεὶς τὴν Μαρίαν, θυγατέρα Ἁλεξίου Κομνηνοῦ, Δεσπότου Τραπεζοῦντος. Ὅτε ὁ ἀδελφὸς τοῦ Ἰωάννου, ὁ πορφυρογέννητος Θεόδωρος, ἐνυμφεύθη τὴν Κλεόπαν, θυγατέρα τοῦ Πανδόλφου Μαλατέστα ἐκ Πισαύρου, πολλὰς ἐξέδωκεν ὁ Πάπας ἀφέσεις ἁμαρτιῶν (indulgentias) εἰς τοὺς προσερχομένους εἰς τὸν Ἰσθμὸν πρὸς φρούρησιν, ἀλλ’ εἰς οὐδὲν συνετέλεσαν πρὸς διαφύλαξιν αὐτοῦ, τοῦ τότε νομιζομένου ἀσφαλοῦς προπυργίου.
Ἀπὸ τοῦ 1422, ὅτε ὁ Μουρὰτ Β’ διεδέχθη τὸν φιλειρηνικὸν Μεχμέτ, ὁ ἐφιάλτης, ὁ ἐπικαθήμενος ἐπὶ τοῦ στήθους τοῦ ψυχορραγοῦντος Βυζαντίου, κατέστη φοβερώτερος. Ἐν τῇ ἀπογνώσει ἦτον ἑπόμενον νὰ προσφύγωσιν εἰς παρακεκινδυνευμένα ἐπινοήματα. Κατὰ προτροπὴν τοῦ υἱοῦ τοῦ Αὐτοκράτορος καὶ διαδεχθέντος αὐτὸν Ἰωάννου, ἐκλήθη ἐκ Λήμνου, ὅπου διέμενεν ἐν περιορισμῷ, ὁ Μουσταφᾶς, ἀντιποιούμενος ὅτι εἶναι δευτερότοκος τοῦ Βαγιαζήτ, ἐνῷ ὁ πράγματι τοιοῦτος ἐφονεύθη ἐν Ἀγκύρᾳ, ἀνεκηρύχθη δὲ Σουλτάνος τῶν Ὀθωμανῶν, ὑπὸ τὸν ὅρον ν’ ἀποδώσῃ τὴν Χαλκιδικήν, τὴν Καλλίπολιν, καὶ ἔκτασίν τινα ἐν τῷ Εὐξείνῳ. Ἅμα ἐπέτυχε νὰ καταλάβῃ τὴν Ἀδριανούπολιν καὶ ἅπασαν τὴν Θρᾴκην, ἐλησμόνησε τὰ ὑποσχεθέντα. Ἁλλ’ ὁ Μουρὰτ ἐντὸς ἑνὸς ἔτους κατέστρεψε τὸν ἀντίπαλον, ἀνανεώσας τὰς μετὰ τῶν Ἐνετῶν συνθήκας, τῇ συνδρομῇ τοῦ Γενουηνσίου Ἰωάννου Ἀδόρνου, Ἁρμοστοῦ Φωκαίας, παρασχόντος ἑπτὰ κάτεργα.
Ὁ Μουρὰτ ἐπολιόρκησε τότε τὸ Βυζάντιον, ἀλλὰ ταχέως ἔλυσε τὴν πολιορκίαν, τὴν 6 Σεπτεμβρίου 1422, ὅπως στραφῇ κατ’ ἄλλου ἀντιποιουμένου τὰ σκῆπτρα, κατὰ τοῦ νεαροῦ ἀδελφοῦ Μουσταφᾶ, καὶ τούτου καταλαβόντος τὴν Νίκαιαν καὶ διεγερθέντος ὑπό τινων δυσηρεστημένων μεγιστάνων καὶ ὑπὸ τῆς Βυζαντιακῆς διπλωματίας.
Μετὰ τὴν ἐξολόθρευσιν τοῦ ἀντάρτου ὁ Μουρὰτ συνῆψε συνθήκην φιλίας τὴν 22 Φεβρουαρίου 1424, δι’ ἧς τὸ Βυζάντιον κατέστη ὑποτελὲς φόρου 30,000 χρυσῶν (300,000 ἄσπρων) κατ’ ἔτος.
Τὸ κράτος τῶν Βυζαντίων περιωρίζετο εἰς ἐλάχιστον ἔδαφος περὶ τῆν πόλιν μέχρι Συληβρίας καὶ Δέρκων, εἴς τινα παράλια ἐπὶ τοῦ Εὐξείνου, εἰς τὸν Ἄθω καὶ εἰς τὴν Φθιώτιδα (Ζειτοῦνι). Ἡ Θάσος, ἡ Αἶνος καὶ ἡ Λέσβος ἀνεγνώριζον τὴν ἐπικυριαρχίαν τοῦ βυζαντίου Αὐτοκράτορος, ἡ δὲ Πελοπόννησος ἐτέλει ὑπὸ τὴν δεσποτείαν τῶν δευτεροτόκων.
Ὅλα ταῦτα ἦσαν προσωρινὰ καὶ εἰς οὐδένα σκεπτόμενον περὶ τοῦ μέλλοντος ἐνέπνεον ἐμπιστοσύνην.
Ἀφοῦ ἐξ ἰδίων οὐδεμία πλέον ὑπῆρχεν ἐλπίς, καὶ πάλιν ἦτον ἑπόμενον νὰ στραφῶσι τὰ βλέμματα πρὸς τὴν δύσιν, προτρέποντος μάλιστα τοῦ Πάπα Μαρτίνου Ε’, ὅστις καὶ αὐτὸς ἔβλεπεν ἐξασθενήσασαν τὴν Παποκρατίαν μετὰ τὴν διαίρεσιν εἰς Πάπας καὶ Ἀντιπάπας καὶ πολεμουμένην ἐκ τοῦ ἀνωτέρου κλήρου. Ἴσως διὰ τῆς ἑνώσεως τῶν Ἐκκλησιῶν ἡ Ῥώμη ἠδύνατο νὰ προσλάβῃ νέαν αἴγλην, ἐπιβάλλουσαν σέβας εἰς τὰ πλήθη, ὅπως εἰς αὐτὴν προσέχωσι μετὰ πλείονος σεβασμοῦ.
Ἐὰν πιστεύσωμεν τὸν Φραντζῆν, ὁ Αὐτοκράτωρ Μανουὴλ ἐπὶ τέλους ἐπείσθη, ὅτι πράγματι ἦτον ἀδύνατον νὰ γίνῃ ἕνωσις, καὶ τοῦτο εἶπεν εἰς τὸν υἱὸν Ἰωάννην, διότι εἶναι ἀδύνατον νὰ ἐπιστρέψωσιν οἱ δυτικοί, ἀντὶ δὲ ὁμονοίας, θέλει πλατυνθῆ τὸ σχίσμα. Διὰ τοῦτο προέτρεψε, νὰ γίνηται μὲν λόγος καὶ μελέτη πρὸς ἐκφόβισιν τῶν ἀπίστων, οὓς ταράττει ἡ ἐπιτυχία τῆς ἑνώσεως, ἀλλὰ ν’ ἀπέχωσι τῆς ἐκτελέσεως ὡς ἐπιβλαβοῦς.