Γράφει ο Μάριος Νοβακόπουλος*
Η οικονομική και πολιτική άνοδος της Κίνας, παρά την επιβράδυνση της ανάπτυξης της τα τελευταία χρόνια, συνεχίζεται ακάθεκτη μέσα από μεγαλεπήβολα σχέδια. Ο Νέος Δρόμος του Μεταξιού φιλοξενεί να κάνει κόμβο παραγωγής και μεταφορών την ευρασιατική ενδοχώρα, βγάζοντας την από το περιθώριο όπου την είχε καταδικάσει η δυτική θαλασσοκρατία. Οι αυξανόμενες σιδηροδρομικές συνδέσεις με την Ευρώπη ήδη αναζωογονούν τις εσωτερικές επαρχίες της Κίνας (οι οποίες λόγω της ροής κεφαλαίων και πληθυσμών προς τις ακτές επί χρόνια παρήκμαζαν) και δίνουν νέες προοπτικές περιφερειακής ανάπτυξης.
Μέσα από τα έργα αυτά προχωρά η κινεζική διπλωματία, συσφίγγοντας σχέσεις με το Πακιστάν και τις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες της περιοχής. Οι νέοι αγωγοί καυσίμων από τη Ρωσία εξασφαλίζουν μια σταθερή ροή ενέργειας για την κινεζική βιομηχανία. Τα κινεζικά κεφάλαια (με τη βοήθεια μίας πολύ μορφωμένης και δραστήριας διασποράς) ήδη παίζουν σημαίνοντα ρόλο στην Ανατολική Ασία, ενώ η διείσδυση τους στην Αφρική παίρνει διαστάσεις αποικιοκρατίας. Ακόμη η Κίνα αφήνει πίσω της το μοντέλο της μαζικής παραγωγής αμφιβόλου ποιότητος προϊόντων και αρχίζει να οικοδομεί ένα δυναμικό προφίλ στους τομείς της υψηλής τεχνολογίας, της βιοτεχνολογίας κ.α. Από τη χρηματοδότηση ερευνών στο ανθρώπινο γονιδίωμα (καθώς η κινεζική κυβέρνηση δεν έχει τις ευαισθησίες των Δυτικών στον τομέα της βιοηθικής) μέχρι την ανάπτυξη μη επανδρωμένων-τηλεκατευθυνομένων εμπορικών πλοίων, το Πεκίνο επεκτείνεται σε κάθε τομέα με φιλοδοξίες να εκτοπίσει τις ΗΠΑ από την κορυφή τους. Οι Κινέζοι αξιωματούχοι έχουν επανειλημμένα δηλώσει πως η ανερχόμενη χώρα τους δεν θα δεχθεί το υπάρχον καθεστώς της μονομερούς αγγλοσαξονικής ηγεμονίας και πως τα συμφέροντα τους πρέπει να λαμβάνονται υπ’ όψιν και να γίνονται σεβαστά. Παράλληλα με τα ειρηνικά έργα, η Κίνα εκσυγχρονίζει το στρατό της και ναυπηγεί έναν εντυπωσιακό στόλο, για να «σπάσει» τον αόρατο αμερικανικό αποκλεισμό της από τις ανοικτές θάλασσες του Ειρηνικού.
Για τους δυτικούς, το πνεύμα της εξωστρέφειας, της ανακάλυψης και της εξερεύνησης θεωρείται σχεδόν αυτονόητο. Όμως, η κινεζική παράδοση είναι αρκετά διαφορετική. Είναι γνωστό πως η Κίνα ως πολιτισμική οντότητα και αυτοκρατορία υπάρχει εδώ και πάρα πολλούς αιώνες. Ο ασύγκριτος πλούτος της, η αυστηρή της γραφειοκρατία, ο μεγάλος πληθυσμός και πλήθος τεχνολογικών και καλλιτεχνικών επιτευγμάτων δικαιολογούσαν ένα αφήγημα που την καθιστούσε το «Μέσο Βασίλειο» (Ζονγκουό, το κινεζικό όνομα της χώρας), το κέντρο της Γης πέριξ του οποίου περιστρέφεται όλη η ανθρωπότητα. Το σύνολο περίπου της Ινδοκίνας και των νησιωτικών κρατών της ανατολικής και νοτιοανατολικής Ασίας δέχθηκαν την επιρροή του κινεζικού πολιτισμού και ήταν υποτελείς του μεγάλου αυτοκράτορα. Η αυλή του Πεκίνου δε συνήπτε ποτέ ισότιμες διπλωματικές σχέσεις, αντιμετωπίζοντας κάθε άλλη εξουσία ως υποδεέστερη και υφιστάμενη της. Το τεράστιο μέγεθος και η αυτάρκεια της αυτοκρατορίας, από ένα σημείο και μετά, καθιστούσε περιττή και ανεπιθύμητη την αλληλεπίδραση με τον υπόλοιπο κόσμο, καθώς έτσι θα διαταράσσετο η εσωτερική αρμονία και σταθερότητα, στην οποία έδινε μεγάλη έμφαση η κρατική φιλοσοφία του κομφουκιανισμού.
Μεταξύ 1405 και 1433, η Κίνα ξεκίνησε μία σειρά από εξερευνητικές αποστολές προς τη θάλασσα. Ναυπηγήθηκαν μεγάλοι στόλοι, των οποίων ηγούντο ναυαρχίδες που έκαναν τις καραβέλες του Κολόμβου να μοιάζουν με βάρκες. Τα κινεζικά πλοία όργωσαν τον Ινδικό και τον Ειρηνικό ωκεανό, φθάνοντας στην ανατολική Αφρική, την Περσία, τις Ινδίες, την Αραβία, τη Μαλαισία. Κατά μία εκδοχή οι Κινέζοι εξερευνητές έφθασαν στις δυτικές ακτές της Βόρειας Αμερικής το 1421. Τα πλοία μετέφεραν στρατεύματα και θησαυρούς, για να προβάλουν παγκοσμίως το μεγαλείο της κινεζικής δύναμης. Το γεγονός πως οι λαοί που συνάντησαν ήταν λιγότερο ανεπτυγμένοι απογοήτευσε πολύ τους Κινέζους, που θεώρησαν πως ήταν ανάξιο εκ μέρους τους να ασχοληθούν με βαρβάρους. Η παράταξη των απομονωτιστών, που είχε αντιταχθεί σε αυτά τα ταξίδια, κατόρθωσε να ακυρώσει το εγχείρημα και να ανακαλέσει τους στόλους. Ανάλογα με την εκδοχή, 250 πλοία πυρπολήθηκαν ή αφέθηκαν να σαπίσουν στα λιμάνια. Δεκαετίες πριν φθάσουν στις ανατολικές θάλασσες οι Πορτογάλοι, οι Κινέζοι είχαν την ευκαιρία να εγκαταστήσουν μια εκτεταμένη και αδιαφιλονίκητη θαλασσοκρατία, γεμίζοντας με αποικίες, οχυρά και εμπορικούς σταθμούς μια αχανή ακτογραμμή από τη Σομαλία ως την Ιάβα. Η μεγάλη δύναμη, υπηρηφάνεια και αυτάρκεια τους αποδείχθηκε μακροπρόθεσμα ελάττωμα. Τους επομένους αιώνες η εσωστρέφεια έφτασε σε τέτοιο σημείο που όταν, χωρίς στόλο να τις προστατεύει, οι ακτές έγιναν στόχος πειρατών, η κυβέρνηση διέταξε την εκκένωση τους, εκτελώντας όποιον πλησίαζε στη θάλασσα.
Από το ταξίδι του Βάσκο ντα Γκάμα στην Ινδία, ξεκινά η ευρωπαϊκή είσοδος στην Άπω Ανατολή. Μετά τους Πορτογάλους, Ολλανδοί, Γάλλοι, Ισπανοί, Βρετανοί, ακόμη και Δανοί συνέρρευσαν αναζητώντας αγορές για τα προϊόντα τους, πηγές πρώτων υλών για τις οικονομίες τους και βάσεις για τους στόλους τους. Από τις ισπανικές Φιλιππίνες μέχρι τις ολλανδικές Ανατολικές Ινδίες και τη βρετανική Βεγγάλη, η περιοχή πλημμύρισε από δυτικούς. Τα πολεμικά και εμπορικά τους πλοία, μέσα πολέμου και συναλλαγών των αποικιακών εταιριών, κυριαρχούσαν χωρίς αντίπαλο. Στις αρχές του 19ου αιώνος το τσάι, που ευδοκιμεί στην Κίνα, έγινε πολύ δημοφιλές στη Μεγάλη Βρετανία. Οι Κινέζοι όμως ήταν πολύ επιφυλακτικοί προς το εξωτερικό εμπόριο, το επέτρεπαν μόνο στο λιμάνι της Καντώνας (νότια) και δέχονταν για αντάλλαγμα μόνο ασήμι. Αυτή η κατάσταση δημιουργούσε όμως ελλειμματικό εμπορικό ισοζύγιο και τρομακτική εκροή πολυτίμων μετάλλων από το Λονδίνο, σε μία εποχή που το οικονομικό σύστημα (μερκαντιλισμός) προωθούσε πάνω απ’ όλα τη συσσώρευση χρυσού και ασημιού και τη μείωση των εισαγωγών. Η Κίνα δεν ενδιαφερόταν να κάνει εισαγωγές από την Αγγλία, περιφρονώντας τις τεχνολογικές καινοτομίες και τα μηχανήματα της και δείχνοντας εμφανή δυσφορία που ένα μακρινό, βαρβαρικό έθνος ενοχλούσε την «ουράνια αυτοκρατορία» με διαρκείς πρεσβείες, οι οποίες (ω της βλασφημίας) δεν αναγνώριζαν το αυτονόητο, την οικουμενική υπεροχή του Κινέζου ηγεμόνα επί των δικών τους. Για να καλύψουν το άλειμμα του Βρετανοί κατέφυγαν στο λαθρεμπόριο οπίου, που έκανε θραύση στην Κίνα. Ανησυχώντας για την εξάπλωση του ναρκωτικού, το Πεκίνο προχώρησε σε αμείλικτη καταστολή του. Μπροστά σε νέα άρνηση να ανοίξει το εμπόριο προς το εξωτερικό, η Μεγάλη Βρετανία εξαπέλυσε τους δύο Πολέμους του Οπίου (1839-42, 1856-60), στους οποίους πολύ μικρές αλλά άρτια εκπαιδευμένες και εξοπλισμένες βρετανικές δυνάμεις συνέτριψαν και ταπείνωσαν τον κινεζικό στρατό, επιβάλλοντας ετεροβαρείς, αποικιακού τύπου εμπορικές ρυθμίσεις. Τότε ιδρύθηκε η αποικία του Χονγκ Κονγκ.
Έτσι ξεκίνησε ο Αιώνας της Ταπείνωσης. Μετά τους Βρετανούς και άλλες δυνάμεις διεκδίκησαν εμπορικά προνόμια και βάσεις. Η Κίνα συνταράχθηκε από τη χριστιανική επανάσταση των Ταϊπίνγκ (1850-1871) και ηττήθηκε από τους Ιάπωνες το 1895. Αποτέλεσμα ήταν ο εδαφικός ακρωτηριασμός της αυτοκρατορίας και η διανομή της υπόλοιπης σε ζώνες επιρροής Γάλλων, Βρετανών, Γερμανών κ.α. Η εξέγερση των Μπόξερ το 1900 στράφηκε εναντίον της ξένης επιρροής, μέχρι να κατασταλεί από ευρωπαϊκά στρατεύματα. Η υπερχιλιετής αυτοκρατορία κατέρρευσε το 1912, και έκτοτε η Κίνα βρέθηκε στο χάος εμφυλίου σπαραγμού, της ιαπωνικής εισβολής (1937) και του εμφυλίου πολέμου εθνικιστών και κομμουνιστών, που έληξε το 1949 με νίκη των τελευταίων.
Η σύγχρονη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας ιδρύθηκε με βασικό στόχο, πότε ξανά να μην ταπεινωθεί το κινεζικό έθνος, να γίνει ανεξάρτητο και δυνατό. Το Μέσο Βασίλειο δεν θα έμενε στάσιμο και απομονωμένο, αλλά θα επιζητούσε την παγκόσμιο πρωτοπορία, είτε με το κομμουνιστικό όραμα του Μάο είτε με τη σύγχρονη καπιταλιστική ανάπτυξη. Η Κίνα δεν περιμένει τους ανταγωνιστές της με κλειστά λιμάνια και άκαμπτη διπλωματία. Ανοίγεται στους ωκεανούς, στις ηπείρους και το διάστημα για να τους συναντήσει πρώτη.
*φοιτητής διεθνών, ευρωπαϊκών και περιφερειακών σπουδών (mnovakopoulos.blogspot.gr)
Πρώτη δημοσίευση: Geopolitics & Daily News