Γράφει ο Ανδρέας Σταλίδης.
Δημοσιεύθηκε στην Εστία, 9 Απριλίου 2019.
Οι 9 μήνες από το δημοψήφισμα μέχρι την ενεργοποίηση του άρθρου 50, και τα δύο χρόνια που αυτό προέβλεπε για την αποχώρηση από την ΕΕ, παρήλθαν άκαρπα. Η συμφωνία απερρίφθη δις στην Βουλή. Δόθηκε μία παράταση μέχρι την προσεχή Παρασκευή, αλλά η Τερέζα Μαίη προτίθεται να ζητήσει καινούργια.
Παράταση πέραν της 22ας Μαΐου σημαίνει ότι η Βρετανία πρέπει να διενεργήσει ευρωεκλογές, διότι σε αντίθετη περίπτωση οιοσδήποτε πολίτης της ΕΕ μπορεί να τις θέσει άκυρες αφού ένα μέλος μέχρι εκείνη την ημέρα δεν θα έχει συμμετάσχει. Μέχρι τώρα, η ΕΕ δεν ζορίζει την Βρετανία όπως θα μπορούσε.
Στην προσπάθεια επίλυσης του γρίφου, η κυβέρνηση προέβη στην πρωτοφανή κοινοβουλευτική τακτική. να ζητήσει από τους βουλευτές να ψηφίσουν μία σειρά προτάσεων χωρίς να δεσμεύονται. Δοκιμαστικά. Σε δύο γύρους τέτοιων ψηφοφοριών με πληθώρα προτάσεων, καμία δεν πλειοψήφισε.
Στα αποτελέσματα όλων των ψηφοφοριών οι 10 βουλευτές των Ενωμένων Δημοκρατών της Βόρειας Ιρλανδίας ψηφίζουν αρνητικά. Χωρίς αυτούς, οι Συντηρητικοί μειοψηφούν. Πόσο μοιραία φαίνεται σήμερα η απόφαση για πρόσωρες εκλογές το 2017 όταν απώλεσαν την πλειοψηφία!
Αυτό το βορειοιρλανδικό «όχι σε όλα» βοηθά να καταλάβουμε ότι το κυριότερο πρόβλημα περί το μπρέξιτ είναι η εκδίκηση της Ιστορίας και συνοψίζεται στο εξής: οι Βρετανοί δεν επιθυμούν «σκληρά σύνορα» μεταξύ Ιρλανδίας και Βορείου Ιρλανδίας, λόγω του κινδύνου επανεμφάνισης αποσχιστικών τάσεων και τρομοκρατίας από τον επακόλουθο διαχωρισμό. Άρα θέλουν «χαλαρά σύνορα» ή καθόλου, περίπου όπως σήμερα.
Δεν είναι όμως δυνατόν να μην γίνονται έλεγχοι σε προϊόντα ή και ανθρώπους κατά τη μετακίνησή τους, διότι θα υπόκεινται (μετά το μπρέξιτ) σε διαφορετικά καθεστώτα και νομοθεσίες. Η εναπομείνασα λύση θα ήταν να διατηρηθεί η Βόρεια Ιρλανδία με κάποιον τρόπο στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό θα σήμαινε ευρωπαϊκούς ελέγχους μέσα στο έδαφος του ΗΒ! Θα επρόκειτο για υπονόμευση της κυριαρχίας και οι Βρετανοί την απορρίπτουν.
Η πραγματικότητα όμως είναι αμείλικτη. Δεν είναι δυνατόν να απορρίπτεις ταυτόχρονα και τις δύο συνέπειες της ίδιας κατάστασης. Στην απορριφθείσα πρόταση της κυβέρνησης με την ΕΕ, υπήρχε η πρόνοια των χαλαρών συνόρων, επί αορίστω χρόνω. Κάτι που επίσης δεν γίνεται αποδεκτό.
Μία εναλλακτική λύση θα ήταν να παραμείνει ολόκληρο το Ηνωμένο Βασίλειο σε τελωνειακή ένωση και κοινή αγορά με την ΕΕ. Αυτό απορρίπτεται εξίσου, διότι στην περίπτωση αυτή η έξοδος των Βρετανών θα ήταν ουσιαστικά έξοδος από τα όργανα που διαμορφώνουν την πολιτική, αλλά θα συνέχιζαν να υφίστανται όλες τις συνέπειές της. Δηλαδή, απώλεια λόγου και μετοχής στην εξουσία.
Εκτός από αυτές τις ουσιαστικές δυσκολίες, υπάρχουν και τα ζητήματα πολιτικών προτεραιοτήτων. Οι προτάσεις που έτυχαν της μεγαλύτερης εμπιστοσύνης των βουλευτών στις δοκιμαστικές ψηφοφορίες, αλλά όχι της πλειοψηφίας, ψηφίστηκαν σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από την αντιπολίτευση παρά από τους κυβερνητικούς βουλευτές!
Το ερώτημα του μπρέξιτ διχάζει εξίσου και τους Συντηρητικούς και τους Εργατικούς. Από τη μία, η Τερέζα Μαίη γνωρίζει ότι το κόμμα της θα διασπαστεί εάν προχωρήσει είτε σε «ήπια έξοδο», είτε απευθυνθεί στον λαό να λύσει τον Γόρδιο Δεσμό.
Από την άλλη ο ηγέτης των Εργατικών Τζέρεμυ Κόρμπυν γνωρίζει ότι στα «κάστρα» του ανά τη χώρα συμβαίνουν και τα δύο ακραία φαινόμενα: και την αμέριστη υποστήριξη του αιτήματος ανάκλησης του άρθρου 50, και εκεί που το αίτημα δεν βρήκε καμία ανταπόκριση, όπως κατέδειξε η συλλογή 6 εκατομμυρίων υπογραφών τον τελευταίο μήνα.