ΟΜΑΔΑ ΣΚΕΨΗΣ ΝΕΑ ΚΕΝΤΡΟΔΕΞΙΑ
ΠΡΟΤΑΣΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ
I. Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ
1. ΤΟ ΕΘΝΟΤΙΚΟ ΠΡΟΤΥΠΟ (ΓΕΡΜΑΝΙΑ-ΑΥΣΤΡΙΑ-ΕΛΒΕΤΙΑ-ΔΑΝΙΑ-ΙΤΑΛΙΑ)
1.1 Η γερμανική νομοθεσία για την απόδοση ιθαγένειας
1.2. Η αυστριακή νομοθεσία για την απόδοση ιθαγένειας
1.3. Η ελβετική νομοθεσία για την απόδοση ιθαγένειας
1.4. Η δανική νομοθεσία για την απόδοση ιθαγένειας
1.5 Η ιταλική νομοθεσία για την απόδοση ιθαγένειας
2. ΤΟ ΡΕΠΟΥΜΠΛΙΚΑΝΙΚΟ ΠΡΟΤΥΠΟ (ΓΑΛΛΙΑ)
2.1 Η γαλλική νομοθεσία για την απόδοση ιθαγένειας
3. ΤΟ ΠΡΩΗΝ ΠΟΛΥΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΟ ΠΡΟΤΥΠΟ (ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ, ΟΛΛΑΝΔΙΑ)
3.1 Η βρετανική νομοθεσία για την απόδοση ιθαγένειας
3.2 Η ολλανδική νομοθεσία για την απόδοση ιθαγένειας
ΙΙ. Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
1. Το προτεινόμενο νομοσχέδιο της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ
2. Πρόταση ελληνικής μεταναστευτικής πολιτικής
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
I. Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ
1. ΤΟ ΕΘΝΟΤΙΚΟ ΠΡΟΤΥΠΟ (ΓΕΡΜΑΝΙΑ-ΑΥΣΤΡΙΑ-ΕΛΒΕΤΙΑ-ΔΑΝΙΑ-ΙΤΑΛΙΑ)
1.1 Η γερμανική νομοθεσία για την απόδοση ιθαγένειας
Η γερμανική νομοθεσία για την απόδοση της ιθαγένειας τροποποιήθηκε εν μέρει τον Ιούλιο του 1999 με την εισαγωγή του νέου Νόμου περί υπηκοότητας (Staatsangeröhigkeitsgesetz),[1]<!–[endif]–> ο οποίος αντικατέστησε τον αρκετά παλαιότερο ισχύοντα νόμο του 1913 (Reichs– undStaatsangeröhigkeitsgesetz). Ακολούθησε ο νέος νόμος για το μεταναστευτικό, ο οποίος ψηφίστηκε τον Ιούλιο του 2004 και τέθηκε σε ισχύ τον Ιανουάριο του 2005. Ο νόμος φέρει τον τίτλο «Νόμος για τον έλεγχο και τον περιορισμό της μετανάστευσης και για τη ρύθμιση της παραμονής και της ένταξης των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των αλλοδαπών» (GesetzzurSteuerungundBegrenzungderZuwanderungundzurRegelungdesAufenthaltsundderIntegrationvonUnionsbürgernundAusländern– Zuwanderungsgesetz). Η ίδια η ονομασία του νέου νόμου είναι ενδεικτική της φιλοδοξίας του γερμανικού κράτους να περιορίσει τη μετανάστευση, ενώ παράλληλα συμβάλλει στην αναγνώριση μίας προβληματικής κατάστασης, η οποία προκύπτει από τη συνύπαρξη διαφορετικών εθνοτικών ομάδων στο πλαίσιο ενός ενιαίου κράτους.[2]<!–[endif]–>
Σύμφωνα με τις διατάξεις της γερμανικής νομοθεσίας πολίτης καθίσταται κάποιος εάν:
1. Έχει έναν γονέα Γερμανό πολίτη με τη γέννηση του (Abstammungsprinzip, κριτήριο προέλευσης. Πρόκειται για εφαρμογή της νομικής έννοιας του δικαίου του αίματος ήτοι της εθνοφυλετικής καταγωγής (jus sanguinis).
Όσον αφορά στην διαδικασία της πολιτογράφησης, της ένταξης, δηλαδή, αλλοδαπών στην γερμανική κοινωνία, η γερμανική νομοθεσία προβλέπει πλέον ότι ένας μετανάστης αποκτά το δικαίωμα πολιτογράφησης (Einbürgerung) εάν έχει γεννηθεί στην επικράτεια του γερμανικού κράτους (Geburtsortprinzip, κριτήριο τόπου γέννησης. Πρόκειται για εφαρμογή της νομικής έννοιας του δικαίου του εδάφους (jussoli).
Η πολιτογράφηση ενός αλλοδαπού μετανάστη πραγματοποιείται μόνον σε περίπτωση που ισχύουν όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
α. Να είναι επί οκτώ (8) συνεχόμενα έτη μόνιμος και νόμιμος κάτοικος της Γερμανίας.
β. Να έχει στην κατοχή του άδεια ή δικαίωμα διαμονής.
γ. Να γνωρίζει την γερμανική γλώσσα σε ικανοποιητικό επίπεδο, ήτοι επάρκειας.
δ. Να έχει λευκό ποινικό μητρώο.
ε. Να αποδέχεται τις αρχές του γερμανικού Συντάγματος.
στ. Να έχει την δυνατότητα οικονομικής συντήρησης τόσο του εαυτού του όσο και των μελών της οικογένειάς του, χωρίς να λαμβάνει κρατικό επίδομα.
ζ. Να αποποιηθεί της προηγούμενης ιθαγένειάς του. Εξαιρούνται οι πολίτες κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι οποίοι μπορούν να διατηρήσουν την ιθαγένεια της χώρας προέλευσής τους.
Τα τέκνα αλλοδαπών γονέων, τα οποία έχουν γεννηθεί στην Γερμανία, λαμβάνουν την γερμανική υπηκοότητα μόνον σε περίπτωση που έχουν γεννηθεί μετά την 1/1/2000 και ισχύουν οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
α. τουλάχιστον ο ένας εκ των δύο γονέων του τέκνου πρέπει να διέθετε οκτώ (8) έτη νόμιμης και μόνιμης διαβίωσης στην Γερμανία προτού το τέκνο γεννηθεί.
β. τουλάχιστον ο ένας εκ των δύο γονέων του τέκνου πρέπει να διέθετε απεριόριστο δικαίωμα διαμονής (Aufenthaltsberechtigung) ή απεριόριστη άδεια διαμονής (unbefristeteAufenthaltserlaubnis) στην Γερμανία τουλάχιστον για τρία (3) έτη.
Και πάλι η γερμανική ιθαγένεια δεν απονέμεται κατά τρόπο αυτόματο, αλλά κατόπιν σχετικής υποβολής αίτησης κατά το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί ανάμεσα στη συμπλήρωση των δεκαοκτώ (18) έως και τα είκοσι τρία (23) έτη.
Στην Γερμανία εξακολουθεί να ισχύει η απαγόρευση εισαγωγής εργατικού δυναμικού, η οποία καθιερώθηκε το 1973, όταν για πρώτη φορά διαπιστώθηκε η προβληματική κατάσταση, η οποία σταδιακά προέκυπτε στο εσωτερικό της γερμανικής κοινωνίας λόγω της εισόδου μεταναστευτικού πληθυσμού. Το γερμανικό κράτος έχει θεσπίσει μία σειρά διατάξεων, ώστε να διευκολύνει την οικονομική ανάπτυξη της χώρας μέσω της επιλεκτικής ποιοτικής μετανάστευσης. Με άλλα λόγια η Γερμανία δεν εισάγει πλέον μετανάστες, καθώς θεωρείται ότι αφενός οι ανάγκες της χώρας σε εργατικό δυναμικό έχουν ήδη υπερκαλυφθεί αφετέρου ότι θα πρέπει να διατηρείται μία πληθυσμιακή αναλογία του μεταναστευτικού πληθυσμού προς την πλειονότητα του αυτόχθονος γερμανικού πληθυσμού. Σε οικονομικό επίπεδο η αγορά εργασίας της Γερμανίας απευθύνεται πλέον μόνον σε τρεις κατηγορίες αλλοδαπών:
α. Σε αλλοδαπούς με υψηλή επαγγελματική ειδίκευση, λ.χ. σε επιστήμονες και άλλο εξειδικευμένο τεχνικό προσωπικό του κλάδου της πληροφορικής. Οι αλλοδαποί αυτοί έχουν το δικαίωμα απεριόριστης διαμονής στην επικράτεια του γερμανικού κράτους.
β. Σε αλλοδαπούς αποφοίτους γερμανικών πανεπιστημίων, οι οποίοι αποκτούν το δικαίωμα παραμονής στην επικράτεια του γερμανικού κράτους για χρονικό διάστημα ενός (1) έτους μετά την επιτυχή ολοκλήρωση των σπουδών τους με σκοπό την αναζήτηση εργασίας στο αντικείμενο των σπουδών τους.
γ. Σε αλλοδαπούς, οι οποίοι προτίθενται να ασκήσουν ανεξάρτητη οικονομική δραστηριότητα, η οποία θα αποβαίνει ωφέλιμη για τα οικονομικά συμφέροντα του γερμανικού κράτους. Απαραίτητη προϋπόθεση για την χορήγηση άδειας παραμονής, η οποία αρχικά είναι περιορισμένης διαρκείας, ήτοι τριών (3) ετών, σε αυτήν την κατηγορία αλλοδαπών είναι η επένδυση ποσού ύψους τουλάχιστον ενός εκατομμυρίου (1.000.000) ευρώ ή η δημιουργία δέκα (10) νέων θέσεων εργασίας. Μετά το πέρας της τριετούς άδειας διαμονής είναι δυνατόν να χορηγηθεί απεριόριστη άδεια διαμονής, εφόσον ο αλλοδαπός έχει πραγματοποιήσει με επιτυχία τα επιχειρηματικά του σχέδια και έχει εξασφαλίσει τα προς το ζην, χωρίς κρατική υποστήριξη.
Η πολιτική ένταξης των μεταναστών του γερμανικού κράτους βασίζεται στην αρχή της παροχής μεγαλύτερης υποστήριξης στην αρχική διαδικασία ένταξης, θεσπίζοντας συγκεκριμένες απαιτήσεις από τους ενδιαφερόμενους να παραμείνουν στην επικράτεια του γερμανικού κράτους μετανάστες. Τα μαθήματα ένταξης στην γερμανική κοινωνία, τα οποία έχουν χαρακτήρα υποχρεωτικό, προσφέρουν επαρκή γνώση της γερμανικής γλώσσας, καθώς και τα λεγόμενα μαθήματα προσανατολισμού, τα οποία αφορούν στην εκμάθηση του γερμανικού νομοθετικού συστήματος, του γερμανικού πολιτισμού και του κοινωνικού πλαισίου, καθώς και της γερμανικής ιστορίας.[3]<!–[endif]–> Τα μαθήματα προσανατολισμού αποσκοπούν:
α. στην εξοικείωση των μεταναστών με τα βασικά χαρακτηριστικά του γερμανικού κράτους (ομοσπονδιακή δομή του κράτους, κράτος πρόνοιας, πολυκομματικό σύστημα), καθώς και με το πλαίσιο λειτουργίας των κρατικών υπηρεσιών, με τις οποίες θα συναλλάσσονται οι ίδιοι.
β. στην ανάπτυξη και υιοθέτηση μιας θετικής στάσης απέναντι στο γερμανικό κράτος μέσω της παροχής πληροφοριών για τις βασικές αξίες της γερμανικής κοινωνίας και το πολιτικό και νομικό σύστημα του γερμανικού έθνους.
γ. στην ακριβή ενημέρωση των μεταναστών όσον αφορά στα δικαιώματα και στις υποχρεώσεις τους ως κατοίκων και, σε μελλοντικό επίπεδο, ως πολιτών του γερμανικού κράτους.
δ. στην ανάπτυξη της ικανότητας των μεταναστών να ενημερώνονται οι ίδιοι για τα ιδιαίτερα θέματα που τους αφορούν
ε. στην προώθηση της συμμετοχής των μεταναστών στην κοινωνική ζωή του γερμανικού κράτους, κατάσταση, η οποία είναι εφικτή μόνον όταν οι μετανάστες είναι επαρκώς ενήμεροι για τον τρόπο ζωής, τα έθιμα και τις αξίες της κοινωνίας υποδοχής, μόνον όταν αποδεχτούν εμμέσως ή κατά τρόπο άμεσο την Κυρίαρχη Εθνική και Ευρωπαϊκή Κουλτούρα (Leitkultur).
στ. στην απόκτηση ικανότητας διαπολιτισμικής συμπεριφοράς, καθώς σε αρχικό στάδιο οι μετανάστες θα συνανντούν ένα διαφορετικό πολιτισμικό πλαίσιο σε σχέση με αυτό της χώρας προέλευσής τους.
Δικαίωμα παρακολούθησης των μαθημάτων ένταξης έχουν μόνον οι αλλοδαποί, οι οποίοι διαμένουν στην επικράτεια του γερμανικού κράτους κατά τρόπο νόμιμο και τους έχει παραχωρηθεί άδεια εγκατάστασης ή άδεια διαμονής για πρώτη φορά μετά την 1-1-2005 για λόγους εργασίας, οικογενειακής συνένωσης ή για ανθρωπιστικούς λόγους. Ο νόμος δεν παρέχει το δικαίωμα παρακολούθησης των μαθημάτων ένταξης σε παιδιά και νέους, οι οποίοι αρχίζουν ή συνεχίζουν τη σχολική τους εκπαίδευση σε σχολεία της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Σε περίπτωση που κάποιος αλλοδαπός δεν παρακολουθήσει τα υποχρεωτικά μαθήματα ένταξης, είναι δυνατόν να υποστεί κυρώσεις ως προς την παράταση της αδείας διαμονής του στην χώρα. Οι επιπτώσεις είναι δυνατόν να επεκταθούν στην αίτησή του για πολιτογράφηση, καθώς επίσης και στην αίτησή του για άδεια εγκατάστασης.
Το γερμανικό κράτος έχει υιοθετήσει από το 2005 το λεγόμενο Εθνικό Πρόγραμμα Ένταξης, το οποίο αφενός συστηματοποιεί όλα τα προγενέστερα επιμέρους προγράμματα ή προσπάθειες ένταξης, οι οποίες είχαν δημιουργηθεί ανά την επικράτεια από διαφόρους φορείς, αφετέρου είναι αρμόδιο για την υποβολή προτάσεων και συστάσεων για την περαιτέρω ανάπτυξή τους. Το Εθνικό Πρόγραμμα Ένταξης επικεντρώνεται σε πέντε διακριτούς τομείς:
1. Στην επαρκή εκμάθηση της γερμανικής γλώσσας από τους μετανάστες
2. Στην παροχή εφοδίων για την προσχολική και τη σχολική πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση
3. Στην παροχή επαγγελματικών προσόντων και δεξιοτήτων
4. Στις συμβουλευτικές υπηρεσίες
5. Στην προώθηση της ένταξης των μεταναστών στο κυρίαρχο πλαίσιο της γερμανικής κοινωνίας.
Σε γενικές γραμμές, η γερμανική νομοθεσία εντάσσεται στο λεγόμενο εθνοτικό πρότυπο μεταναστευτικής πολιτικής, όπως οι νομοθεσίες και άλλων ευρωπαϊκών κρατών (Αυστρία, Ελβετία, Δανία, Ιταλία). Η γερμανική νομοθεσία αποσκοπεί στην ομαλή ένταξη και αφομοίωση των μεταναστών στην γερμανική κοινωνία, υπογραμμίζοντας ιδιαίτερα τη σημασία της εκπαίδευσης, της επαγγελματικής κατάρτισης, της κοινωνικής και της οικονομικής ένταξης, καθώς και της άρτιας εκμάθησης της γερμανικής γλώσσας και των αξιών της γερμανικής κουλτούρας.
Η γερμανική νομοθεσία είναι ιδιαίτερα επιτυχής, καθώς έχει επιτύχει την σε υψηλό βαθμό ενσωμάτωση των μεταναστών στους κόλπους της γερμανικής κοινωνίας. Το σαφές, με επάρκεια οριοθετημένο νομοθετικό πλαίσιο της γερμανικής μεταναστευτικής πολιτικής συμβάλλει στην αποσόβηση των κοινωνικών εντάσεων, καθώς προϋποθέτει την αφομοίωση των μεταναστών στο κυρίαρχο πολιτιστικό πλαίσιο της γερμανικής κοινωνίας, αποφεύγοντας με αυτόν τον τρόπο τις εθνοφυλετικές εντάσεις, οι οποίες έπληξαν κράτη με χαλαρότερη νομοθεσία, όπως οι χώρες του πρώην πολυπολιτισμικού προτύπου, η Ολλανδία (δολοφονίες από ισλαμιστές και ταραχές το 2004) και το Ηνωμένο Βασίλειο (ταραχές σε διάφορα αστικά κέντρα το 2001, το 2004 και τρομοκρατικές επιθέσεις το 2005), καθώς και η Γαλλία που εφαρμόζει το ρεπουμπλικανικό πρότυπο (ταραχές των προαστίων του Παρισίου το 2005).
1.2. Η αυστριακή νομοθεσία για την απόδοση ιθαγένειας
Η αυστριακή νομοθεσία προβλέπει ότι η απόκτηση της αυστριακής ιθαγένειας από έναν πολίτη είναι δυνατή μέσω των εξής τρόπων:
1.Εάν έχει έναν γονέα Αυστριακό πολίτη με τη γέννηση του.
2. Εάν διοριστεί ως καθηγητής σε πανεπιστημιακό ίδρυμα του αυστριακού κράτους. Στην περίπτωση αυτή ο/η σύζυγος και τα τέκνα του διδάσκοντος λαμβάνει με διαδικασία δήλωσης την αυστριακή υπηκοότητα.
3. Με ειδοποίηση, η οποία αφορά άτομα, τα οποία υπέστησαν διώξεις από το εθνικοσοσιαλιστικό καθεστώς, στο οποίο είχε υπαχθεί από διοικητικής άποψης η Αυστρία την περίοδο 1938-45.
Η πολιτογράφηση ενός αλλοδαπού μετανάστη δεν πραγματοποιείται κατά τρόπο αυτόματο,[4]<!–[endif]–> αντιθέτως πραγματοποιείται μόνον σε περίπτωση που ισχύουν όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις. Ο υποψήφιος προς πολιτογράφηση αλλοδαπός θα πρέπει:
α. Να είναι επί δέκα (10) συνεχόμενα έτη μόνιμος και νόμιμος κάτοικος της Αυστρίας. Η προϋπόθεση αυτή είναι δυνατόν να μειωθεί στο χρονικό διάστημα των έξι (6) ετών, εάν ο υποψήφιος προς πολιτογράφηση εμπίπτει σε μία ή περισσότερες από τις κάτωθι κατηγορίες:
α1. Να έχει απωλέσει την προηγούμενη ιθαγένειά του.
α2. Να διακρίνεται για εξέχοντα επιτεύγματα στον τομέα της επιστήμης ή του αθλητισμού.
α3. Να είναι σε θέση να αποδείξει ότι έχει επιτύχει σε υψηλό βαθμό την προσωπική και επαγγελματική του ενσωμάτωση στην αυστριακή κοινωνία.
α4. Εάν αιτείται πολιτικού ασύλου.
α5. Εάν είναι πολίτης κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
α6. Εάν έχει γεννηθεί στην επικράτεια του κράτους της Αυστρίας.
β. Να μην έχει καταδικαστεί για ποινή ίση ή μεγαλύτερη των τριών (3) μηνών στην Αυστρία ή στο εξωτερικό.
γ. Να μην εκκρεμεί δικαστική δίωξη σε βάρος του.
δ. Να μην έχει ανακληθεί η άδεια παραμονής και να μην εκκρεμεί διαδικασία άρσης αυτής.
ε. Να έχει την δυνατότητα οικονομικής συντήρησης του εαυτού του, χωρίς να λαμβάνει κρατικό επίδομα, εκτός εάν συντρέχουν αντικειμενικοί λόγοι (λ.χ. θέματα υγείας).
στ. Να διατηρεί θετική στάση έναντι της Αυστρίας, στάση η οποία προκύπτει από την καθόλου συμπεριφορά του, να μην αποτελεί απειλή για την δημόσια τάξη και ασφάλεια, καθώς και για τα εθνικά συμφέροντα του αυστριακού κράτους.
ζ. Να μην διατηρεί σχέσεις με ξένα κράτη, τα οποία διατηρούν δυσμενείς σχέσεις με το κράτος της Αυστρίας και θα έβλαπταν το τελευταίο.
η. Να αποποιηθεί της προηγούμενης ιθαγένειάς του.
θ. Να γνωρίζει την γερμανική γλώσσα σε ικανοποιητικό επίπεδο.
ι. Να διαθέτει σε γενικές γραμμές άριστη συμπεριφορά.
1.3. Η ελβετική νομοθεσία για την απόδοση ιθαγένειας
Η ελβετική νομοθεσία για την απόδοση της ιθαγένειας είναι από τις πλέον συντεταγμένες και προσεγμένες σε ευρωπαϊκό επίπεδο, χαρακτηρίζεται δε από σαφές αυστηρό και οριοθετημένο νομικό πλαίσιο, διαφυλάσσοντας την ευημερία και τον τρόπο ζωής του ελβετικού κράτους. Η Ελβετία ως κράτος διαθέτει ομοσπονδιακό πολιτειακό σύστημα και η απόδοση της ιδιότητας του Ελβετού πολίτη αφορά σε επίπεδο συγκεκριμένης κοινότητας και καντονιού.
Κατ’ αρχήν σε ομοσπονδιακό επίπεδο πολίτης καθίσταται κάποιος Ελβετός εάν ισχύουν οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
1. Έχει έναν γονέα Ελβετό πολίτη με τη γέννηση του (Πρόκειται για εφαρμογή της νομικής έννοιας του δικαίου του αίματος ήτοι της εθνοφυλετικής καταγωγής (jus sanguinis).
2. Εάν έχει υιοθετηθεί έως την ηλικία των 18 ετών, έως ότου ενηλικιωθεί, δηλαδή, από Ελβετό πολίτη.
Η απόδοση της ελβετικής ιθαγένειας δεν συμβαίνει επ’ ουδενί κατά τρόπο αυτόματο, ήτοι απλώς με την γέννηση κάποιου εντός του ελβετικού κράτους.
Όσον αφορά στην διαδικασία της πολιτογράφησης, της ένταξης, δηλαδή, αλλοδαπών στην ελβετική κοινωνία, η ελβετική νομοθεσία προβλέπει ότι σε ομοσπονδιακό επίπεδο ένας μετανάστης αποκτά το δικαίωμα πολιτογράφησης (Einbürgerung), σε περίπτωση που ισχύουν όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις. Ο ενδιαφερόμενος να πολιτογραφηθεί αλλοδαπός θα πρέπει:
α. Να είναι επί δώδεκα (12) συνεχόμενα έτη μόνιμος και νόμιμος κάτοικος της Ελβετίας.
β. Να έχει αφομοιωθεί από πολιτιστικής άποψης, ήτοι θα πρέπει να γνωρίζει τα ελβετικά έθιμα και τις ελβετικές πολιτιστικές παραδόσεις.
γ. Να τηρεί το νομοθετικό πλαίσιο του ελβετικού κράτους. Να μην έχει καταδικαστεί σε κάποιο είδος φυλάκισης και να μην εκκρεμούν κατηγορίες εναντίον του.
δ. Να μη θέτει σε κίνδυνο την εσωτερική ή εξωτερική ασφάλεια του ελβετικού κράτους. Η διάταξη αυτή αφορά κυρίως στους μουσουλμάνους μετανάστες ισλαμιστικών πεποιθήσεων.
Σε περίπτωση απορριπτικής απόφασης επί αίτησης πολιτογράφησης, δεν υφίσταται δικαίωμα άσκησης έφεσης κατά της ως ανωτέρω απορριπτικής απόφασης.
Οι ανωτέρω (α-δ) προϋποθέσεις ισχύουν για την κατ’ αρχήν αποδοχή της αίτησης πολιτογράφησης του αλλοδαπού σε ομοσπονδιακό επίπεδο. Κατόπιν ο ενδιαφερόμενος αλλοδαπός λαμβάνει την άδεια να αιτηθεί πολιτογράφησης στο επίπεδο του καντονιού και της κοινότητας. Τα επιμέρους καντόνια του ελβετικού κράτους διαθέτουν ιδιαίτερη νομοθεσία για την διαδικασία πολιτογράφησης. Οι προϋποθέσεις ποικίλουν και το χρονικό διάστημα μόνιμης και νόμιμης διαβίωσης σε κάποιο καντόνι ποικίλλει από τα δύο (2) έως και τα δώδεκα (12) έτη. Το αυτό ισχύει και για τις κοινότητες του ελβετικού κράτους.
1.4. Η δανική νομοθεσία για την απόδοση ιθαγένειας
Η δανική νομοθεσία για την απόδοση της ιθαγένειας είναι ιδιαίτερα προσεγμένη και θα ήταν δυνατόν να χρησιμεύσει ως πρότυπο για αντίστοιχες μεταρρυθμίσεις στην ισχύουσα ελληνική νομοθεσία. Στην Δανία πολίτης καθίσταται κάποιος εάν:
1. Έχει έναν γονέα Δανό πολίτη με τη γέννηση του (Πρόκειται για εφαρμογή της νομικής έννοιας του δικαίου του αίματος ήτοι της εθνοφυλετικής καταγωγής (jus sanguinis).
2. Εάν έχει υιοθετηθεί έως την ηλικία των 12 ετών από Δανό πολίτη.
3. Εάν η μητέρα του παντρευτεί Δανό πολίτη πριν ο ίδιος γίνει 18 ετών.
4. Με δήλωση για τους πολίτες των λεγομένων νορδικών χωρών (Φινλανδία, Ισλανδία, Νορβηγία, Σουηδία). Πρόκειται ουσιαστικά για μια απλοποιημένη διαδικασία πολιτογράφησης υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Ενδιαφέρον είναι ότι το σημείο αυτό, όπως και το (1) εισάγουν όρους εθνοφυλετικής καταγωγής και πολιτισμικής συνάφειας στην απόδοση ιθαγένειας.
5. Με πολιτογράφηση.
Στην περίπτωση της πολιτογράφησης, ο ενδιαφερόμενος μετανάστης οφείλει να προχωρήσει σε μία σειρά ενεργειών. Αυτές είναι οι κατωτέρω:
α. Ένα είδος επίσημης δήλωσης πίστης στη Δανία.
β. Πρέπει να αναφέρει όλες τις παραβάσεις που έχει κάνει ή για τις οποίες έχει κατηγορηθεί, ακόμα και για κάτι τόσο ασήμαντο όσο ένα πρόστιμο για υπερβολική ταχύτητα. Αν αργότερα διαπιστωθεί ότι ο μετανάστης είχε αποκρύψει κάποιο στοιχείο, είναι εφικτή η ανάκληση της απόδοσης ιθαγένειας.
γ. Να αποποιηθεί την προηγούμενη ιθαγένειά του.
δ. Να είναι επί εννέα (9) συνεχόμενα έτη μόνιμος και νόμιμος κάτοικος της Δανίας.
ε. Να μην έχει καταδικαστεί σε κάποιο είδος φυλάκισης και να μην εκκρεμούν κατηγορίες εναντίον του. Για κάποια δε αδικήματα προστίθεται χρόνος τον οποίο πρέπει να περιμένει κάποιος για να μπορέσει να πολιτογραφηθεί.
στ. Να μη χρωστά στο κράτος.
ζ. Να συντηρεί τον εαυτό του, να μην έχει δεχτεί κανενός είδους κρατικής κοινωνικής βοήθειας ή επιδόματος για χρονικό διάστημα, το οποίο θα καλύπτει τα τεσσεράμισι (4,5 ) τουλάχιστον από τα τελευταία πέντε (5 ) έτη.
η. Γνώση της δανέζικης γλώσσας είτε με ειδική γραπτή εξέταση είτε έχοντας περάσει τις εξετάσεις μετά την τρίτη τάξη του Γυμνασίου.
θ. Να περάσει από τεστ πολίτη που εξετάζει τις γνώσεις του για τη κοινωνία, κουλτούρα και ιστορία της Δανίας.
1.5 Η ιταλική νομοθεσία για την απόδοση ιθαγένειας
Η ιταλική νομοθεσία βασίζεται κατά κανόνα σε διατάξεις, οι οποίες απορρέουν από το δίκαιο του αίματος (jussanguinis) και μόνο επικουρικά σε περιορισμένες περιπτώσεις στο δίκαιο του εδάφους (jussolis). Βάση της ιταλικής νομοθεσίας για την απόδοση της ιθαγένειας είναι ο Νόμος 91/1992, ο οποίος εγκρίθηκε στις 5-2-1992.[5]<!–[endif]–>
Η ιταλική νομοθεσία προβλέπει ότι η απόκτηση της ιταλικής ιθαγένειας πραγματοποιείται κατά τρόπο αυτόματο, ήτοι κάποιος καθίσταται πολίτης εάν:
1. Έχει έναν γονέα Ιταλό πολίτη με τη γέννηση του (Πρόκειται για εφαρμογή της νομικής έννοιας του δικαίου του αίματος ήτοι της εθνοφυλετικής καταγωγής. Η διάταξη αυτή στην ιταλική νομοθεσία, μάλιστα, χαρακτηρίζεται από μία ιδιοτυπία, καθώς η ιταλική ιθαγένεια αποδίδεται κατά τρόπο αυτόματο, ανεξαρτήτως του τόπου γέννησης – στην ιταλική επικράτεια ή στο εξωτερικό – του τέκνου. Καθώς η Ιταλία ήταν έως την δεκαετία του 1970 χώρα αποστολής μεταναστών, η διάταξη αυτή αποβλέπει στην δυνατότητα επιστροφής στην Ιταλία ιταλικής καταγωγής μεταναστών, οι οποίοι διαβιούν στο εξωτερικό. Οι ιταλικής καταγωγής αυτοί μετανάστες είναι δυνατόν να επιστρέψουν στην Ιταλία ως Ιταλοί υπήκοοι. Η αυτόματη μεταβίβαση της υπηκοότητας, από γενιά σε γενιά, παύει μόνον σε περίπτωση που ο πρόγονος είχε απορρίψει με ρητό και κατηγορηματικό τρόπο την ιταλική του υπηκοότητα.
2. Εάν έχει γεννηθεί στην επικράτεια του ιταλικού κράτους από γονείς, οι οποίοι έχουν στερηθεί της ιθαγένειάς τους, είναι δηλαδή ανιθαγενείς, ή από γονείς αγνώστων στοιχείων ή από γονείς, οι οποίοι, σύμφωνα με τη νομοθεσία των κρατών καταγωγής τους, δεν είναι δυνατόν να μεταβιβάσουν στο τέκνο την ιθαγένειά τους. (Πρόκειται για περιορισμένη εφαρμογή του δικαίου του εδάφους, για την οποία έγινε λόγος ανωτέρω).
3. Εάν έχει γεννηθεί στην επικράτεια του ιταλικού κράτους και έχει υιοθετηθεί από Ιταλούς υπήκοους.
4. Εάν ένας εκ των δύο γονέων ή ένας άμεσος πρόγονος μέχρι και δεύτερου βαθμού υπήρξε Ιταλός υπήκοος εξ αίματος. Στην περίπτωση αυτή θα πρέπει να πληρούται μία πρόσθετη προϋπόθεση, καθώς ο υποψήφιος προς πολιτογράφηση, προτού υποβάλει τη σχετική αίτηση, θα πρέπει:
4α. να έχει εκπληρώσει τα στρατιωτικά του καθήκοντα προς το ιταλικό κράτος.
4β. να εργάζεται ως δημόσιος υπάλληλος του ιταλικού κράτους (στην προϋπόθεση αυτή περιλαμβάνεται η εργασία σε ιταλικές δημόσιες υπηρεσίες στο εξωτερικό)
4γ. κατά την ενηλικίωσή του να έχει παραμείνει στην επικράτεια του ιταλικού κράτους για χρονικό διάστημα τουλάχιστον δύο (2) ετών και εντός ενός (1) έτους από την ενηλικίωσή του να δηλώσει την επιθυμία του για απόκτηση της ιταλικής υπηκοότητας.
5. Εάν έχει συνάψει γάμο με Ιταλό πολίτη. Στην περίπτωση αυτή απαιτείται χρονικό διάστημα μόνιμης και νόμιμης διαμονής στην επικράτεια του ιταλικού κράτους διαρκείας δύο (2) ετών ή χρονικό διάστημα διαρκείας του γάμου τριών (3) ετών, σε περίπτωση που το ζεύγος διαβιοί στο εξωτερικό.[6]<!–[endif]–> Επίσης ο υποψήφιος προς πολιτογράφηση αλλοδαπός ή ανιθαγενής θα πρέπει:
5α. Να διαθέτει λευκό ποινικό μητρώο.
5β. Να μην αποτελεί απειλή για την δημόσια τάξη και ασφάλεια, καθώς και για τα εθνικά συμφέροντα του ιταλικού κράτους.
6. Με πολιτογράφηση.
Η πολιτογράφηση ενός αλλοδαπού μετανάστη πραγματοποιείται μόνον σε περίπτωση που ισχύουν όλες οι κάτωθι προϋποθέσεις. Ο ενδιαφερόμενος να πολιτογραφηθεί αλλοδαπός θα πρέπει:
α. Να είναι επί δέκα (10) συνεχόμενα έτη μόνιμος και νόμιμος κάτοικος της Ιταλίας.
β. Να διαθέτει λευκό ποινικό μητρώο. Να μην έχει καταδικαστεί σε κάποιο είδος φυλάκισης και να μην εκκρεμούν κατηγορίες εναντίον του.
γ. Να συντηρεί τον εαυτό του, ήτοι να διαθέτει επαρκείς οικονομικές προσόδους.
Η ιταλική νομοθεσία προβλέπει επίσης ότι η πολιτογράφηση είναι δυνατόν να πραγματοποιηθεί με έκδοση Προεδρικού Διατάγματος και έπειτα από ακρόαση του Συμβουλίου του Κράτους και του Υπουργού Εσωτερικών για ορισμένες ειδικές κατηγορίες αλλοδαπών. Αυτές είναι οι ακόλουθες:
α. Αλλοδαποί των οποίων ο ένας εκ των δύο γονέων ή ένας άμεσος πρόγονος μέχρι και δευτέρου βαθμού υπήρξε Ιταλός υπήκοος εξ αίματος, ή αλλοδαποί που έχουν γεννηθεί στην Ιταλία. Και στις δύο ανωτέρω περιπτώσεις οι υποψήφιοι προς πολιτογράφηση αλλοδαποί θα πρέπει να είναι επί τρία (3) τουλάχιστον έτη μόνιμοι και νόμιμοι κάτοικοι της Ιταλίας.
β. Αλλοδαποί ενήλικες, οι οποίοι έχουν υιοθετηθεί από Ιταλούς υπηκόους και διέμεναν στην Ιταλία ως μόνιμοι και νόμιμοι κάτοικοι επί πέντε (5) τουλάχιστον έτη μετά την πράξη υιοθεσίας τους.
γ. Αλλοδαποί, οι οποίοι εργάζονται ως δημόσιοι υπάλληλοι του ιταλικού κράτους για χρονικό διάστημα τουλάχιστον πέντε (5) ετών.
δ. Υπήκοοι κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι οποίοι διαμένουν στην Ιταλία για χρονικό διάστημα τουλάχιστον τεσσάρων (4) ετών.
ε. Αλλοδαποί ανιθαγενείς, οι οποίοι είναι επί πέντε (5) συνεχόμενα έτη μόνιμοι και νόμιμοι κάτοικος της Ιταλίας.
στ. Αλλοδαποί, οι οποίοι έχουν διακριθεί για τις υπηρεσίες τους προς το ιταλικό κράτος ή σε περίπτωση που η πολιτογράφηση κρίνεται ως ωφέλιμη για τα εθνικά συμφέροντα του ιταλικού κράτους. Στην περίπτωση αυτή απαιτείται σύμφωνη γνώμη του υπουργού Εξωτερικών της Ιταλίας.
2. ΤΟ ΡΕΠΟΥΜΠΛΙΚΑΝΙΚΟ ΠΡΟΤΥΠΟ (ΓΑΛΛΙΑ)
2.1 Η γαλλική νομοθεσία για την απόδοση ιθαγένειας
Η γαλλική νομοθεσία για την απόδοση της ιθαγένειας αντανακλά το λεγόμενο ρεπουμπλικανικό μοντέλο ενσωμάτωσης των μεταναστών στον κοινωνικό ιστό του κράτους. Η γαλλική νομοθεσία βασίζεται στον Αστικό Κώδικα (Codecivil), συγκεκριμένα στα άρθρα 17 έως 33.2, καθώς και στο Διάταγμα 93/1362, το οποίο δημοσιεύτηκε στις 30-12-1993.
Η γαλλική νομοθεσία προβλέπει ότι η απόκτηση της γαλλικής ιθαγένειας είναι δυνατή για ένα άτομο μέσω των εξής τρόπων:
1. Εάν έχει έναν γονέα Γάλλο πολίτη με τη γέννηση του (Πρόκειται για εφαρμογή της νομικής έννοιας του δικαίου του αίματος ήτοι της εθνοφυλετικής καταγωγής (jus sanguinis).
2. Εάν έχει γονέα, ο οποίος έχει γεννηθεί στην επικράτεια του γαλλικού κράτους.
3. Εάν τουλάχιστον ο ένας εκ των γονέων του, με τον οποίον συγκατοικεί, έχει αποκτήσει την γαλλική ιθαγένεια.
4. Εάν έχει γεννηθεί στην επικράτεια του γαλλικού κράτους από γονείς, οι οποίοι έχουν στερηθεί της ιθαγένειάς τους ή αν προέρχεται από κράτος, στο οποίο δεν επιτρέπεται να αποκτήσει την ιθαγένεια των γονέων του. Η απόκτηση της γαλλικής ιθαγένειας αναιρείται, εάν ο μετανάστης λάβει την ιθαγένεια ενός εκ των δύο γονέων του πριν την ενηλικίωση.
5. Εάν έχει γεννηθεί στην επικράτεια του γαλλικού κράτους και έχει παραμείνει σε αυτήν για χρονικό διάστημα τουλάχιστον πέντε (5) ετών από την ηλικία των ένδεκα (11) ετών, οπότε λαμβάνει αυτοδίκαια την ιθαγένεια κατά την ενηλικίωση. Εάν έχει γεννηθεί στην επικράτεια του γαλλικού κράτους και έχει παραμείνει σε αυτήν για χρονικό διάστημα τουλάχιστον πέντε (5) ετών είναι δυνατόν να αποκτήσει την ιθαγένεια στην ηλικία των δεκαέξι (16) ετών με υποβολή υπεύθυνης δήλωσης.
6. Εάν είναι σύζυγος Γάλλου πολίτη, οπότε λαμβάνει την ιθαγένεια έπειτα από συνεχές χρονικό διάστημα τεσσάρων (4) ετών γάμου και εφόσον οι δύο σύζυγοι δεν τελούν σε διάσταση και ο ενδιαφερόμενος αλλοδαπός έχει επαρκή γνώση της γαλλικής γλώσσας.
7. Με πολιτογράφηση. Η πολιτογράφηση ενός ενήλικου αλλοδαπού μετανάστη δεν πραγματοποιείται κατά τρόπο αυτόματο, αντιθέτως πραγματοποιείται μόνον σε περίπτωση που ισχύουν όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
α. Να είναι επί πέντε (5) συνεχόμενα έτη μόνιμος και νόμιμος κάτοικος της Γαλλίας. Το χρονικό αυτό διάστημα είναι δυνατόν να μειωθεί κατά το δοκούν ή και να απαλειφθεί τελείως για αλλοδαπούς, οι οποίοι εντάσσονται σε μία από τις κάτωθι κατηγορίες:
α1. Όσοι έχουν υπηρετήσει στις ένοπλες δυνάμεις της χώρας, μεταξύ αυτών στην Λεγεώνα των Ξένων.
α2. Όσοι προέρχονται από γαλλόφωνη περιοχή του εξωτερικού. (Η ρύθμιση αυτή αφορά σε γαλλόφωνους αλλοδαπούς από τα πρώην αποικιακά εδάφη ή από το γαλλόφωνο τμήμα του Καναδά).
α3. Όσοι έχουν φοιτήσει σε γαλλικό σχολείο.
α4. Όσοι έχουν προσφέρει σημαντικές υπηρεσίες στο γαλλικό κράτος.
β. Να χαρακτηρίζεται από ηθική στάση, ήτοι να διαθέτει άρτιο χαρακτήρα, ευγενή συμπεριφορά και αίσθημα αφοσίωσης προς το γαλλικό κράτος. Τα δεδομένα αυτά πιστοποιούνται με σχετική έρευνα, η οποία διεξάγεται σε επίπεδο νομαρχιών. Στο πλαίσιο αυτό διερευνώνται ενδεχόμενες καταδικαστικές αποφάσεις της δικαιοσύνης σε βάρος του υποψηφίου προς πολιτογράφηση αλλοδαπού, τόσο στην Γαλλία όσο και στο εξωτερικό, περιλαμβανομένης και της χώρας προέλευσης.
γ. Να χαρακτηρίζεται από αφομοίωση στην γαλλική κοινωνία, η οποία πιστοποιείται με σχετική συνέντευξη του υποψηφίου προς πολιτογράφηση αλλοδαπού ενώπιον αρμόδιου κρατικού λειτουργού. Στην προϋπόθεση αυτή ανήκει και η επαρκής γνώση της γαλλικής γλώσσας.
δ. Να μην έχει καταδικαστεί για ποινικά αδικήματα, τα οποία στρέφονται κατά των συμφερόντων του γαλλικού κράτους ή να μην έχει καταδικαστεί για αδικήματα που αφορούν σε τρομοκρατική δράση ή να μην έχει καταδικαστεί για οποιοδήποτε αδίκημα, το οποίο επισύρει ποινή ίση ή μεγαλύτερη της κάθειρξης διαρκείας έξι (6) μηνών.
ε. Να μην εκκρεμεί μη υλοποιηθείσα απόφαση απέλασης ή απαγόρευσης εισόδου στην επικράτεια του γαλλικού κράτους.
Εκτός των ανωτέρω προϋποθέσεων ισχύουν ορισμένες πρόσθετες περιοριστικές διατάξεις όσον αφορά στην πολιτογράφηση. Αυτές είναι οι ακόλουθες:
α. Η πολιτογράφηση πραγματοποιείται με έκδοση διατάγματος, όχι με απλή υπεύθυνη δήλωση.
β. Η πολιτογράφηση είναι προαιρετική και όχι υποχρεωτική, ήτοι δεν θεωρείται δικαίωμα του αλλοδαπού ή υποχρέωση της γαλλικής πολιτείας.
γ. Η πολιτογράφηση επαφίεται στην βούληση της κυβέρνησης, ακόμη και αν ισχύουν όλες οι τυπικές προϋποθέσεις.
3. ΤΟ ΠΡΩΗΝ ΠΟΛΥΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΟ ΠΡΟΤΥΠΟ (ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ, ΟΛΛΑΝΔΙΑ)
3.1 Η βρετανική νομοθεσία για την απόδοση ιθαγένειας
Η βρετανική νομοθεσία για την απόδοση της ιθαγένειας είναι περίπλοκη σε ορισμένα σημεία, συνεπεία του αποικιοκρατικού παρελθόντος του βρετανικού κράτους. Στη συγκεκριμένη περίπτωση μας ενδιαφέρει η νομοθεσία που αφορά στην απόκτηση της ιθαγένειας, η οποία αντανακλά το πολυπολιτισμικό πρότυπο προσέγγισης της μεταναστευτικής πολιτικής. Πλέον και το Ηνωμένο Βασίλειο αρχίζει και επανεξετάζει την πολιτική της μαξιμαλιστικής πολυπολιτισμικότητας, προωθώντας την αρχή της ‘βρετανικότητας’ (Britishness), έκφανση της έννοιας της Κυρίαρχης Εθνικής Κουλτούρας.
Η βρετανική νομοθεσία προβλέπει ότι η απόκτηση της βρετανικής ιθαγένειας για ένα άτομο είναι δυνατή μέσω των εξής τρόπων:
1. Εάν έχει έναν γονέα Βρετανό πολίτη με τη γέννηση του (Πρόκειται για εφαρμογή της νομικής έννοιας του δικαίου του αίματος ήτοι της εθνοφυλετικής καταγωγής [jus sanguinis]).
2. Εάν έχει γεννηθεί στην επικράτεια του βρετανικού κράτους από γονέα, ο οποίος είναι Βρετανός πολίτης κατά την γέννηση του τέκνου ή από γονέα, ο οποίος έχει εγκατασταθεί και διαβιοί στο Ηνωμένο Βασίλειο.[7]<!–[endif]–> (Πρόκειται για εφαρμογή της νομικής έννοιας του δικαίου του εδάφους[jussoli]).
Η διάταξη αυτή, η οποία ισχύει από την 1-1-1983, καθορίζει μία σειρά πρόσθετων διευκρινιστικών προϋποθέσεων για την αυτόματη απόδοση της ιθαγένειας, οι οποίες είναι οι ακόλουθες:
2α. Σε περίπτωση που ο γονέας του παιδιού είναι πολίτης κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή της Ελβετίας, ισχύουν ιδιαίτερες διατάξεις.[8]<!–[endif]–>
2β. Εάν τα τέκνα έχουν γεννηθεί πριν από την 1-7-2006 και μόνον ο πατέρας είναι Βρετανός πολίτης κατά την γέννηση του τέκνου ή έχει εγκατασταθεί και διαβιοί στο Ηνωμένο Βασίλειο, τότε θα πρέπει να υπάρχει γάμος μεταξύ των γονέων. Σε περίπτωση που ο γάμος έχει πραγματοποιηθεί μετά την γέννηση του τέκνου, κατά κανόνα η βρετανική ιθαγένεια αποδίδεται στο τέκνο. Σε περίπτωση που δεν υπάρχει γάμος μεταξύ των γονέων του τέκνου, τότε το τέκνο καταλογογραφείται, αφού προηγουμένως υπάρξει σχετική αίτηση των γονέων. Το τέκνο πρέπει να είναι ανήλικο, ήτοι κάτω των δεκαοκτώ (18) ετών, κατά τον χρόνο της ανωτέρω αίτησης.[9]<!–[endif]–>
3. Με υιοθεσία από Βρετανό πολίτη. Στην περίπτωση αυτή το υιοθετημένο τέκνο αποκτά την βρετανική ιθαγένεια κατά τρόπο αυτόματο μόνον σε δύο περιπτώσεις:
3α. Όταν η απόφαση της υιοθεσίας έχει εκδοθεί από δικαστήριο στην επικράτεια του Ηνωμένου Βασιλείου[10]<!–[endif]–> μετά την 1-1-1983 ή σε υπερπόντιο βρετανικό έδαφος (BritishOverseasTerritory) μετά την 21-5-2002.
3β. Όταν η υιοθεσία έχει πραγματοποιηθεί σύμφωνα με τις διατάξεις της Συνθήκης της Χάγης του 1993 περί της Διακρατικής Υιοθεσίας και ισχύει μετά την 1-6-2003 και οι υιοθετούντες διαμένουν στο Ηνωμένο Βασίλειο κατά τον χρόνο έναρξης ισχύος της υιοθεσίας. Στην περίπτωση αυτή τουλάχιστον ο ένας εκ των δύο γονέων πρέπει να είναι Βρετανός πολίτης κατά την υιοθεσία.
Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις θα πρέπει να υποβληθεί αίτηση απόκτησης της βρετανικής ιθαγένειας, προτού το τέκνο συμπληρώσει τα δεκαοκτώ (18) έτη ηλικίας.
4. Με καταλογογράφηση (registration). Η καταλογογράφηση είναι κατ’ ουσίαν μία απλούστερη εκδοχή της πολιτογράφησης, ωστόσο απευθύνεται σε περιορισμένο αριθμό ατόμων. Η καταλογογράφηση αφορά τις εξής κατηγορίες:
4α. Βρετανικής καταγωγής άτομα, τα οποία διαθέτουν άδεια αορίστου παραμονής ή δικαίωμα abode και έχουν συμπληρώσει πέντε (5) έτη μόνιμης παραμονής στην επικράτεια του Ηνωμένου Βασιλείου.
4β. Τέκνα που έχουν γεννηθεί στην επικράτεια του Ηνωμένου Βασιλείου και των οποίων ο ένας εκ των δύο γονέων αποκτά την βρετανική ιθαγένεια ή άδεια αορίστου παραμονής μετά την γέννηση του τέκνου.
4γ. Τέκνα που έχουν γεννηθεί στην επικράτεια του Ηνωμένου Βασιλείου και διαβιούν σε αυτήν έως την ηλικία των δέκα (10) ετών.
4δ. Τέκνα με πατέρα Βρετανό πολίτη, ο οποίος δεν διατηρεί σχέση γάμου με τη μητέρα του τέκνου.
4ε. Βρετανοί πολίτες υπερπόντιων περιοχών, Βρετανοί υπήκοοι και πρόσωπα, τα οποία προστατεύονται από το Ηνωμένο Βασίλειο και είναι ανιθαγενή.
4στ. Ορισμένα Βρετανικής καταγωγής άτομα, τα οποία προέρχονται από το Χονγκ Κονγκ, οι οποίοι πληρούν τις προϋποθέσεις του Διατάγματος του Χονγκ Κονγκ του 1996 και του Διατάγματος Βρετανικής Εθνικότητας του 1997.
4ζ. Βρετανοί πολίτες υπερπόντιων περιοχών, οι οποίοι δεν διαθέτουν άλλη ιθαγένεια ή εθνικότητα πριν τις 19-3-2009.
4η. Άτομα, τα οποία έχουν γεννηθεί εκτός της επικρατείας του Ηνωμένου Βασιλείου από μητέρα βρετανικής καταγωγής ή μητέρα πολιτογραφημένη από το 1961 έως το 1982.
4θ. Ορισμένα τέκνα, τα οποία έχουν γεννηθεί εκτός της επικρατείας του Ηνωμένου Βασιλείου από Βρετανό πολίτη, ο οποίος είχε αποκτήσει την βρετανική ιθαγένεια λόγω καταγωγής (βλ. § 1).
4ι. Ορισμένα τέκνα, τα οποία έχουν γεννηθεί στην επικράτεια του Ηνωμένου Βασιλείου και τα οποία είναι ανιθαγενή.
4ια. Άτομα, τα οποία αποκτούν την ιδιότητα του Βρετανού πολίτη υπερπόντιων περιοχών μετά την 21-5-2002 (εκτός όσων συνδέονται αποκλειστικά με τις βάσεις της Κύπρου).
4ιβ. Τέκνα ανήλικα, τα οποία υιοθετούνται εκτός της επικρατείας του Ηνωμένου Βασιλείου από Βρετανούς πολίτες.
4ιγ. Πρώην Βρετανοί πολίτες, οι οποίοι είχαν αποκηρύξει την βρετανική ιθαγένεια.
5. Με πολιτογράφηση. Η πολιτογράφηση επαφίεται στην ευχέρεια του Υπουργείου Εσωτερικών, ήτοι το Υπουργείο διατηρεί το δικαίωμα να απορρίψει μια αίτηση πολιτογράφησης ακόμη και αν τηρούνται όλες οι νόμιμες και τυπικές προϋποθέσεις ή να εγκρίνει μια αίτηση πολιτογράφησης, ακόμη και αν δεν τηρούνται όλες οι νόμιμες και τυπικές προϋποθέσεις.
Σε περίπτωση που ο υποψήφιος προς πολιτογράφηση αλλοδαπός βρίσκεται σε σχέση γάμου με Βρετανό πολίτη, ισχύουν οι ακόλουθες προϋποθέσεις. Ο υποψήφιος προς πολιτογράφηση αλλοδαπός θα πρέπει :
5α. Να κατέχει άδεια απεριορίστου διαμονής στο Ηνωμένο Βασίλειο ή το ισοδύναμο δικαίωμα του abode ή ιρλανδική υπηκοότητα ή μόνιμη κατοικία ως πολίτης ή ως μέλος οικογένειας πολίτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
5β. Να είναι επί τρία (3) συνεχόμενα έτη μόνιμος και νόμιμος κάτοικος της Ιταλίας.
5γ. Να διαθέτει άρτιο χαρακτήρα, ο οποίος διαπιστώνεται από το Υπουργείο Εσωτερικών σε συνεργασία με τις αστυνομικές αρχές και άλλες κυβερνητικές υπηρεσίες.
5δ. Να επιδεικνύει επαρκή γνώση της ζωής στο Ηνωμένο Βασίλειο, γνώση, η οποία πιστοποιείται είτε με επιτυχή επίδοση σε αντίστοιχη εξέταση (LifeintheUnitedKingdomtest) είτε με τη συστηματική παρακολούθηση μαθημάτων αγγλικής γλώσσας και πολιτικής διαγωγής. Υπάρχει η δυνατότητα εξαίρεσης από αυτήν την εκπαιδευτική διαδικασία για όσους είναι 65 ετών και άνω, καθώς και σε μικρότερο βαθμό για όσους είναι 60-65 ετών.
Σε περίπτωση που ο υποψήφιος προς πολιτογράφηση αλλοδαπός δεν βρίσκεται σε σχέση γάμου με Βρετανό πολίτη, ισχύουν οι ακόλουθες προϋποθέσεις. Ουποψήφιοςπροςπολιτογράφησηαλλοδαπόςθαπρέπει:
5i. Να είναι επί πέντε (5) συνεχόμενα έτη μόνιμος και νόμιμος κάτοικος του Ηνωμένου Βασιλείου.
5ii. Να κατέχει άδεια απεριορίστου διαμονής στο Ηνωμένο Βασίλειο ή το ισοδύναμο δικαίωμα του abode επί τουλάχιστον ένα (1) έτος πριν την υποβολή της αίτησης πολιτογράφησης.
5iii. Να προτίθεται να συνεχίσει να διαβιοί στην επικράτεια του Ηνωμένου Βασιλείου ή να εργαστεί σε υπερπόντια εδάφη για λογαριασμό της βρετανικής κυβέρνησης ή μίας βρετανικής εταιρείας ή ένωσης.
5iv. Να διαθέτει άρτιο χαρακτήρα, ο οποίος διαπιστώνεται από το Υπουργείο Εσωτερικών σε συνεργασία με τις αστυνομικές αρχές και άλλες κυβερνητικές υπηρεσίες.
5v. Να επιδεικνύει επαρκή γνώση της ζωής στο Ηνωμένο Βασίλειο, γνώση, η οποία πιστοποιείται είτε με επιτυχή επίδοση σε αντίστοιχη εξέταση (LifeintheUnitedKingdomtest) είτε με τη συστηματική παρακολούθηση μαθημάτων αγγλικής γλώσσας και πολιτικής διαγωγής. Υπάρχει η δυνατότητα εξαίρεσης από αυτήν την εκπαιδευτική διαδικασία για όσους είναι 65 ετών και άνω, καθώς και σε μικρότερο βαθμό για όσους είναι 60-65 ετών.
3.2 Η ολλανδική νομοθεσία για την απόδοση ιθαγένειας
Η ολλανδική νομοθεσία για την απόδοση της ιθαγένειας βασίζεται κατά κανόνα στην αρχή του δικαίου του αίματος, ήτοι της εθνοφυλετικής καταγωγής. Η νομοθεσία τροποποιήθηκε σε σημαντικό βαθμό με μεταβολές και νέες διατάξεις, οι οποίες ισχύουν από την 1-4-2003. Οι μεταβολές που εισήχθησαν οφείλονται στην δραματική κατάρρευση του προτύπου της πολυπολιτισμικότητας, το οποίο είχε εφαρμοστεί στην επικράτεια του ολλανδικού κράτους τις τελευταίες δύο δεκαετίες, όπως πιστοποιούν οι τρομοκρατικές επιθέσεις ισλαμιστών και οι δολοφονίες Ολλανδών από ισλαμιστές ακτιβιστές. Πλέον η ολλανδική κοινωνία προσανατολίζεται στο πρότυπο της ενσωμάτωσης και της αφομοίωσής τους στην κυρίαρχη κουλτούρα του ολλανδικού κράτους.
Η ολλανδική νομοθεσία προβλέπει ότι η απόκτηση της ολλανδικής ιθαγένειας για ένα άτομο είναι δυνατή μέσω των εξής τρόπων:
1. Εάν έχει έναν γονέα Ολλανδό πολίτη με τη γέννηση του, ασχέτως του τόπου γέννησης (Πρόκειται για εφαρμογή της νομικής έννοιας του δικαίου του αίματος ήτοι της εθνοφυλετικής καταγωγής [jus sanguinis]).
1α. Ένα τέκνο, το οποίο γεννήθηκε την 1-1-1985 και εξής από έγγαμο Ολλανδό πατέρα ή μητέρα ή από άγαμη Ολλανδή μητέρα αποκτά την ολλανδική ιθαγένεια κατά την γέννησή του, ασχέτως του τόπου γέννησης.
1β. Ένα τέκνο, το οποίο γεννήθηκε από άγαμο Ολλανδό πατέρα και μη-Ολλανδή μητέρα πρέπει να αναγνωριστεί από τον Ολλανδό πατέρα πριν την γέννησή του, ώστε το τέκνο να καταστεί Ολλανδός υπήκοος με την γέννησή του.
1γ. Ένα τέκνο, το οποίο γεννήθηκε από Ολλανδή μητέρα και μη-Ολλανδό πατέρα εκτός της επικράτειας του ολλανδικού κράτους αποκτά την ολλανδική ιθαγένεια.
1δ. Ένα τέκνο, το οποίο γεννήθηκε στην επικράτεια του ολλανδικού κράτους ή στις Ολλανδικές Αντίλλες ή στην Αρούμπα από τουλάχιστον έναν γονέα μη-ολλανδικής καταγωγής αποκτά την ολλανδική ιθαγένεια, εάν τουλάχιστον ο ένας εκ των γονέων του γονέα είχε γεννηθεί στην Ολλανδία ή στις Ολλανδικές Αντίλλες ή στην Αρούμπα από κάτοικο μη-ολλανδικής καταγωγής.
2. Με επιλογή. Η επιλογή συνιστά κατ’ ουσίαν μία απλούστερη και ταχύτερη εκδοχή της πολιτογράφησης, όπως η καταλογογράφηση στο Ηνωμένο Βασίλειο. Η επιλογή, η οποία δεν προϋποθέτει την προγενέστερη αποκήρυξη άλλης ιθαγένειας, είναι δυνατή μόνον για όσους αλλοδαπούς διαθέτουν άδεια παραμονής στην χώρα και ανήκουν σε μία από τις ακόλουθες κατηγορίες:
2α. Ενήλικας, ο οποίος έχει γεννηθεί στην επικράτεια του ολλανδικού κράτους ή στις Ολλανδικές Αντίλλες ή στην Αρούμπα και ο οποίος έχει ζήσει σε οποιοδήποτε εκ των ανωτέρω εδαφών κατά τρόπο συνεχή από την γέννησή του.
2β. Άτομο, το οποίο έχει γεννηθεί στην επικράτεια του ολλανδικού κράτους ή στις Ολλανδικές Αντίλλες ή στην Αρούμπα και το οποίο έχει ζήσει σε οποιοδήποτε εκ των ανωτέρω εδαφών από την γέννησή του για συνεχή περίοδο διαρκείας τουλάχιστον τριών (3) ετών, με την προϋπόθεση ότι δεν έχει αποκτήσει την ιθαγένεια κάποιου άλλου κράτους ήτοι ένα ανιθαγενές άτομο.
2γ. Ενήλικας, ο οποίος διαμένει κατά τρόπο νόμιμο στην επικράτεια του ολλανδικού κράτους ή στις Ολλανδικές Αντίλλες ή στην Αρούμπα από την ηλικία των τεσσάρων (4) ετών.
2δ. Ενήλικας, ο οποίος ήταν Ολλανδός υπήκοος και ο οποίος διαμένει κατά τρόπο νόμιμο στην επικράτεια του ολλανδικού κράτους ή στις Ολλανδικές Αντίλλες ή στην Αρούμπα για χρονικό διάστημα τουλάχιστον ενός (1) έτους και ο οποίος δεν υπόκειται σε οποιουσδήποτε περιορισμούς ως προς την διαμονή του.
2ε. Ενήλικας, ο οποίος βρίσκεται σε σχέση γάμου με Ολλανδό υπήκοο για χρονικό διάστημα τουλάχιστον τριών (3) ετών και ο οποίος διαμένει κατά τρόπο νόμιμο στην επικράτεια του ολλανδικού κράτους ή στις Ολλανδικές Αντίλλες ή στην Αρούμπα για συνεχές χρονικό διάστημα τουλάχιστον δεκαπέντε (15) ετών.
2στ. Ενήλικας εξηνταπέντε (65) ετών και άνω, ο οποίος διαμένει κατά τρόπο νόμιμο στην επικράτεια του ολλανδικού κράτους ή στις Ολλανδικές Αντίλλες ή στην Αρούμπα για συνεχές χρονικό διάστημα τουλάχιστον δεκαπέντε (15) ετών.
2ζ. Ανήλικος, ο οποίος έχει αναγνωριστεί από Ολλανδό υπήκοο, και ο οποίος έχει τύχει επιμέλειας και ανατροφής από τον ανωτέρω Ολλανδό υπήκοο για συνεχές χρονικό διάστημα τουλάχιστον τριών (3) ετών.
2η. Ανήλικος, ο οποίος, συνεπεία απόφασης δικαστηρίου ή συνεπεία ισχυουσών νομοθετικών ρυθμίσεων κατά την γέννησή του, τελεί υπό την κοινή επιμέλεια ενός μη-Ολλανδού γονέα και ενός άλλου ατόμου που είναι Ολλανδός υπήκοος και ο οποίος (ο ανήλικος), από την αρχή του διαστήματος της κοινής επιμέλειας, έχει τύχει επιμέλειας και ανατροφής από τον ανωτέρω Ολλανδό υπήκοο για συνεχές χρονικό διάστημα τουλάχιστον τριών (3) ετών, κατά το οποίο ο ανήλικος διέμενε κατά κύριο λόγο στην επικράτεια της Ολλανδίας.
3. Μεπολιτογράφηση.
Ο υποψήφιος προς πολιτογράφηση αλλοδαπός θα πρέπει να πληροί όλες τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
3α. Να είναι δεκαοκτώ (18) ετών ή μεγαλύτερος.
3β. Να κατέχει άδεια μόνιμης διαμονής ή ισχύουσα άδεια κατοίκησης λόγω μη-μόνιμης παραμονής (λ.χ. δημιουργία οικογένειας ή οικογενειακή επανένωση).
3γ. Να είναι επί πέντε (5) συνεχόμενα έτη μόνιμος και νόμιμος κάτοικος της Ολλανδίας ή στις Ολλανδικές Αντίλλες ή στην Αρούμπα με ισχύουσα άδεια κατοίκησης πριν από την υποβολή της αίτησης πολιτογράφησης. Στην περίπτωση αυτή ανήκει και η διαμονή αλλοδαπού στην επικράτεια του ολλανδικού κράτους για προσωρινό λόγο (λ.χ. σπουδές).
Η προϋπόθεση της πενταετούς παραμονής είναι δυνατόν να μη ληφθεί υπ’ όψιν σε περίπτωση που ο υποψήφιος προς πολιτογράφηση αλλοδαπός εμπίπτει σε μία από τις παρακάτω κατηγορίες:
3γ1. Εάν έχει υιοθετηθεί στην επικράτεια του ολλανδικού κράτους ή στις Ολλανδικές Αντίλλες ή στην Αρούμπα από γονείς, εκ των οποίων ο ένας τουλάχιστον είναι Ολλανδός υπήκοος.
3γ2. Εάν βρίσκεται σε σχέση γάμου ή συμφώνου συμβίωσης με Ολλανδό υπήκοο. Στην περίπτωση αυτή το απαιτούμενο χρονικό διάστημα της μόνιμης και νόμιμης παραμονής μειώνεται στα τρία (3) έτη.
3γ3. Εάν είναι ανιθαγενής. Στην περίπτωση αυτή το απαιτούμενο χρονικό διάστημα της μόνιμης και νόμιμης παραμονής μειώνεται στα τρία (3) έτη.
3γ4. Εάν έχει αναγνωριστεί από Ολλανδό υπήκοο, και έχει τύχει επιμέλειας και ανατροφής από τον ανωτέρω Ολλανδό υπήκοο για συνεχές χρονικό διάστημα τουλάχιστον τριών (3) ετών, κατά το οποίο ο ανήλικος διέμενε κατά κύριο λόγο στην επικράτεια της Ολλανδίας. Στην περίπτωση αυτή το απαιτούμενο χρονικό διάστημα της μόνιμης και νόμιμης παραμονής μειώνεται στα τρία (3) έτη.
3γ5. Εάν είναι μόνιμος και νόμιμος κάτοικος της Ολλανδίας ή στις Ολλανδικές Αντίλλες ή στην Αρούμπα επί δέκα (10) έτη, εκ των οποίων τα δύο (2) τελευταία συνεχόμενα.
3γ6. Εάν ήταν Ολλανδός υπήκοος.
3δ. Να έχει αφομοιωθεί επαρκώς στην ολλανδική κοινωνία και να είναι σε θέση να αναγιγνώσκει, να διαβάζει, να ομιλεί και να καταλαβαίνει την ολλανδική γλώσσα. Η πιστοποίηση της αφομοίωσης πραγματοποιείται με την επιτυχή συμμετοχή σε γραπτή και προφορική εξέταση ή με την επιτυχή ολοκλήρωση προγράμματος ενσωμάτωσης.
3ε. Κατά τα τελευταία τέσσερα (4) έτη πριν την υποβολή της αίτησης πολιτογράφησης, ο υποψήφιος θα πρέπει να μην έχει καταδικαστεί σε οποιαδήποτε ποινή που επισύρει κάθειρξη ή σε αναμορφωτικό πρόγραμμα ή σε προσφορά κοινωνικής εργασίας ή να έχει καταδικαστεί σε υψηλό χρηματικό πρόστιμο.
3στ. Να δώσει όρκο ή υπόσχεση προσήλωσης στις αξίες του ολλανδικού κράτους.[11]<!–[endif]–>
3ζ. Να αποποιηθεί της προηγούμενης ιθαγένειάς του. Η προϋπόθεση αυτή, της αποποίησης της προηγούμενης ιθαγένειας, δεν ισχύει, σε ορισμένες ιδιαίτερες περιπτώσεις, μεταξύ των οποίων λ.χ.:
3ζ1. Όταν η προηγούμενη ιθαγένεια απωλέστηκε λόγω της πολιτογράφησης ως Ολλανδού πολίτη.
3ζ2. Όταν η νομοθεσία του κράτους προέλευσης του αλλοδαπού δεν επιτρέπει την αποποίηση της προηγούμενης ιθαγένειας.
3ζ3. Όταν βρίσκεται σε σχέση γάμου ή συμφώνου συμβίωσης με Ολλανδό υπήκοο.
3ζ4. Όταν προσδιορίζεται σε αναγνωρισμένος πρόσφυγας.
3ζ5. Εάν έχει γεννηθεί στην Ολλανδία ή στις Ολλανδικές Αντίλλες ή στην Αρούμπα και διαμένει ακόμη εκεί κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης πολιτογράφησης.
II. Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ
1. Το προτεινόμενο νομοσχέδιο της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ
Το προτεινόμενο νομοσχέδιο της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, σε αντίθεση με την κυρίαρχη νομοθεσία στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, προβλέπει ιδιαίτερα συνοπτικές και ευνοϊκές για τους μετανάστες και λαθρομετανάστες προϋποθέσεις πολιτογράφησης:
1. Παρέχει την ελληνική ιθαγένεια κατά τρόπο αυτόματο, ήτοι χωρίς κάποια υποχρέωση υποβολής δήλωσης, με τη γέννηση, σε τέκνα μεταναστών, οι οποίοι έχουν συμπληρώσει πέντε (5) έτη νόμιμης παραμονής στην Ελλάδα και αυτό μάλιστα με μία απλή υπεύθυνη δήλωση των γονέων τους.
2. Παρέχει την ελληνική ιθαγένεια κατά τρόπο αυτόματο, ήτοι χωρίς κάποια υποχρέωση υποβολής δήλωσης, με τη γέννηση σε τέκνα μεταναστών, τα οποία παρακολούθησαν έξι (6) έτη διδασκαλίας και μάλιστα όχι συνεχόμενα σε ελληνικό σχολείο, ανεξαρτήτως νομικού καθεστώτος των γονέων τους, με μία απλή υπεύθυνη δήλωση των γονέων τους. Σε περίπτωση δε που οι γονείς αμελήσουν να υποβάλουν την ανωτέρω δήλωση για ως άνω αναφερόμενες περιπτώσεις, τα τέκνα αποκτούν την ελληνική ιθαγένεια κατά τρόπο αυτόματο με μία απλή δήλωση κατά το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί ανάμεσα στη συμπλήρωση των δεκαοκτώ έως και τα είκοσι ένα έτη.
3. Παρέχει την ελληνική ιθαγένεια σε τέκνα μεταναστών, τα οποία παρακολούθησαν απλώς τα τρία (3) πρώτα έτη της υποχρεωτικής πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης. Τα άτομα αυτά θα αποκτούν, όπως και στην περίπτωση (2) την ελληνική ιθαγένεια κατά τρόπο αυτόματο με μία απλή δήλωση κατά το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί ανάμεσα στη συμπλήρωση των δεκαοκτώ έως και τα είκοσι ένα έτη.
4. Παρέχει την ελληνική ιθαγένεια κατά τρόπο αυτόματο, ήτοι χωρίς κάποια υποχρέωση υποβολής δήλωσης, σε τέκνα μετανάστη γονέα, ο οποίος γεννήθηκε και κατοικεί μόνιμα στην Ελλάδα από τη γέννησή του.
5. Σε περίπτωση, κατά την οποία ένας ενήλικας μετανάστης δεν εμπίπτει σε κάποια εκ των ανωτέρω τεσσάρων κατηγοριών, θεωρείται προϋπόθεση πολιτογράφησης η απλή διαμονή στην Ελλάδα επί πέντε (5) από τα τελευταία δέκα (10) έτη.
6. Δεν εξετάζει καθόλου την διάσταση του χαρακτήρα ή του υπόβαθρου του υποψηφίου προς πολιτογράφηση αλλοδαπού, όπως συμβαίνει στην βρετανική και την γαλλική νομοθεσία, ενώ δεν προβλέπεται κάποια διαγνωστική διαδικασία, λ.χ. εξέταση του υποψηφίου προς πολιτογράφηση μέσω συνέντευξης, όπως συμβαίνει στην γαλλική νομοθεσία.
7. Δεν προβλέπει την δυνατότητα έλξης καταρτισμένου προσωπικού, όπως συμβαίνει στο νομοθετικό πλαίσιο της Γερμανίας, της Αυστρίας, της Ελβετίας και της Δανίας, αντιθέτως δεν απαιτεί ούτε καν ελάχιστες εγγυήσεις για την προσωπικότητα του υποψηφίου προς πολιτογράφηση αλλοδαπού.
8. Δεν προβλέπει την αφομοίωση των μεταναστών στην ελληνική κοινωνία, αντανακλώντας ακραίες, παρωχημένες και ήδη αποτυχημένες σε όλη την Ευρώπη τοποθετήσεις περί μαξιμαλιστικής πολυπολιτισμικότητας.[12]<!–[endif]–> Στο σημείο αυτό εντάσσεται και το γεγονός ότι το προτεινόμενο ελληνικό νομοσχέδιο δεν προβλέπει την υποχρεωτική εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας σε επίπεδο επάρκειας από τον υποψήφιο προς πολιτογράφηση αλλοδαπό.
Το προτεινόμενο νομοσχέδιο της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ συνιστά εμφανή υποχώρηση από άποψης νομοθετικών ρυθμίσεων και διαμορφώνει ένα αναχρονιστικό πλαίσιο αναφοράς της πολιτογράφησης των μεταναστών, όπως δε καταδείχθηκε αναλυτικά ανωτέρω, τελεί σε ριζική ασυμφωνία με την ισχύουσα ευρωπαϊκή νομοθεσία. Και αυτό διότι η διαδικασία της πολιτογράφησης πραγματοποιείται με ιδιαίτερα απλουστευμένο και πρόχειρο τρόπο για τους μετανάστες της δεύτερης γενιάς και εντελώς αυτόματα για τους μετανάστες της τρίτης γενιάς.
Οι διαφορές ανάμεσα στο πρότυπο της Γερμανίας, της Ελβετίας, της Αυστρίας, της Δανίας και της Γαλλίας και στις αντίστοιχες προτεινόμενες νομοθετικές μεταβολές στην Ελλάδα είναι πολυάριθμες και δεν αφορούν απλώς στους τύπους, αλλά και την ουσία του νόμου. Το προτεινόμενο ελληνικό πλαίσιο ουσιαστικά προχωρεί στην πολιτογράφηση όλων σχεδόν των μεταναστών και των λαθρομεταναστών.
Ενώ στα περισσότερα από τα ανωτέρω ευρωπαϊκά νομοθετικά πλαίσια απαιτείται η οικονομική αυτοσυντήρηση του μετανάστη και η μακρόχρονη, κυμαινόμενη από τα πέντε (5) έως και τα δώδεκα (12) έτη σταθερή παραμονή του και φυσικά η κατά το διάστημα αυτό άμεμπτη από νομικής άποψης συμπεριφορά του, στο προτεινόμενο ελληνικό νομοσχέδιο το διάστημα αυτό μειώνεται δραστικά στα πέντε (5) έτη, χωρίς μάλιστα αυτό το χρονικό διάστημα να απαιτείται να είναι συνεχές, ενώ δεν υπάρχει καμία απολύτως ρήτρα ή άλλη νομοθετική πρόβλεψη για ενδεχόμενη παραβατική συμπεριφορά του αλλοδαπού μετανάστη.
Σε γενικές δε γραμμές η απόδοση της ιθαγένειας πραγματοποιείται πολύ πιο επιμελημένα και έπειτα από αυξημένο χρονικό διάστημα παραμονής στην εκάστοτε χώρα σε σχέση με το προτεινόμενο ελληνικό νομοσχέδιο. Συγκεκριμένα στο Ηνωμένο Βασίλειο απαιτείται χρονικό διάστημα μόνιμης και νόμιμης παραμονής πέντε (5) ετών, στην Ολλανδία απαιτείται χρονικό διάστημα μόνιμης και νόμιμης παραμονής πέντε (5) ετών, στην Γαλλία απαιτείται χρονικό διάστημα μόνιμης και νόμιμης παραμονής πέντε (5) ετών, στην Γερμανία απαιτείται χρονικό διάστημα μόνιμης και νόμιμης παραμονής οκτώ (8) ετών, στην Δανία απαιτείται χρονικό διάστημα μόνιμης και νόμιμης παραμονής εννέα (9) ετών, στην Ιταλία απαιτείται χρονικό διάστημα μόνιμης και νόμιμης παραμονής δέκα (10) ετών, στην Αυστρία απαιτείται χρονικό διάστημα μόνιμης και νόμιμης παραμονής δέκα (10) ετών και στην Ελβετία, ένα από τα σταθερότερα και δημοκρατικότερα ευημερούντα ευρωπαϊκά κράτη, απαιτείται χρονικό διάστημα μόνιμης και νόμιμης παραμονής δώδεκα (12) ετών. Αντιθέτως στο προτεινόμενο ελληνικό νομοσχέδιο απαιτείται το ελάχιστο χρονικό διάστημα μόνιμης και νόμιμης παραμονής πέντε (5) ετών, το οποίο, όμως, δεν απαιτείται να είναι συνεχές.
Η αυτόματη απόδοση ιθαγένειας στα τέκνα των μεταναστών, η οποία προτείνεται στο ελληνικό νομοσχέδιο, δεν συμβαίνει σε καμία χώρα της Ευρώπης, πλην του Ηνωμένου Βασιλείου, όπου όμως ισχύουν πολυάριθμες πρόσθετες περιοριστικές διατάξεις. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι οι διαφορές ανάμεσα στην γαλλική νομοθεσία, η οποία είναι ηπιότερη των χωρών του εθνοτικού προτύπου, και στο προτεινόμενο ελληνικό νομοσχέδιο είναι ιδιαίτερα έντονες, αφού στο τελευταίο προτείνεται η απόδοση της ιθαγένειας σε τέκνα αλλοδαπών κατά τρόπο αυτόματο με την γέννησή τους και όχι στην ηλικία των δεκαέξι ετών ή κατά την ενηλικίωσή τους, όπως στην Γαλλία.
Επίσης το προτεινόμενο ελληνικό νομοσχέδιο προβαίνει σε ενέργειες περιορισμού της κρατικής δικαιοδοσίας, καθώς υποχρεώνει το ελληνικό κράτος να αποδώσει κάθε φορά την ιθαγένεια, εφόσον έχουν εκπληρωθεί οι οριζόμενες προϋποθέσεις – σε αντίθεση με το γαλλικό, ακόμη και το βρετανικό νομοσχέδιο, στα οποία με σαφήνεια προβλέπεται ότι η πολιτογράφηση επαφίεται στην βούληση της κυβέρνησης, ενώ επίσης το προτεινόμενο ελληνικό νομοσχέδιο υποχρεώνει το ελληνικό κράτος να αιτιολογεί τις απορριπτικές εκθέσεις βάσει των τεθεισών προϋποθέσεων, ενώ σε κανένα ευρωπαϊκό νομοσχέδιο δεν προβλέπεται κάποια αντίστοιχη ρύθμιση.
Όσον αφορά δε στην εκπαίδευση των μεταναστών απαιτείται απλώς τριετής υποχρεωτική παρακολούθηση της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, δηλαδή ο μετανάστης να έχει φοιτήσει έως την Γ΄ Δημοτικού, πρόβλεψη, η οποία επ’ ουδενί δεν διασφαλίζει τη συμμετοχή του μετανάστη στην κουλτούρα του ελληνικού κράτους. Αντιθέτως σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες απαιτείται η προγενέστερη πολιτισμική αφομοίωση του μετανάστη στο κυρίαρχο πολιτιστικό πλαίσιο, ενώ ακόμη και στις χώρες του πρώην πολυπολιτισμικού προτύπου, στο Ηνωμένο Βασίλειο και την Ολλανδία, απαιτείται η επιτυχής επίδοση σε γραπτή διαγνωστική εξέταση, με την οποία πιστοποιείται η αφομοίωση του μετανάστη στο εγχώριο ευρωπαϊκό πολιτιστικό πλαίσιο. Το προτεινόμενο ελληνικό νομοσχέδιο πάσχει εμφανώς σε αυτό το σημείο, καθώς ενδεχόμενη εφαρμογή του θα έχει κατά τρόπο νομοτελειακό ως συνέπεια το ελληνικό κράτος να καταστεί πόλος έλξης ενός ακατάρτιστου και χωρίς υψηλό πολιτιστικό υπόβαθρο, ετερόκλητου πληθυσμού μεταναστών, τη στιγμή, μάλιστα, που στην Γερμανία, την Δανία και την Ελβετία το νομοσχέδιο λαμβάνει πρόνοια για την προσέλκυση μεταναστών με τεχνικές δεξιότητες και γνώσεις.
Τέλος, μία ιδιαίτερα σημαντική διάσταση της μεταναστευτικής πολιτικής αφορά στην αποκλειστικότητα της χορηγούμενης ιθαγένειας. Ενώ στην Δανία απαιτείται η ταυτόχρονη αποποίηση της προγενέστερης ιθαγένειας, στην Ελλάδα ένα τέτοιο ενδεχόμενο δεν εξετάζεται. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, ωστόσο, αφετέρου υποβαθμίζεται η αξία της απόδοσης της ιθαγένειας καθ’ εαυτήν αφετέρου και κυρίως συντηρείται το ψυχικό και ιδεολογικό ρήγμα με το ελληνικό κράτος και δυσχεραίνεται η διαδικασία ομαλής αφομοίωσης των μεταναστών, καθώς συγκροτούνται διακριτοί εθνοπολιτισμικοί θύλακες στο εσωτερικό του ελληνικού κράτους.
2. Πρόταση ελληνικής μεταναστευτικής πολιτικής
Ο ισχύων Κώδικας Ελληνικής Ιθαγένειας (Ν. 3284/2004, δημοσιευμένος στο ΦΕΚ 217/τ.Α΄/2004) παρέχει κατά βάση ένα ασφαλές πλαίσιο ανάπτυξης μίας σύγχρονης μεταναστευτικής πολιτικής, συγχρονισμένης με την πολιτική και νομοθετική πραγματικότητα των ευρωπαϊκών κρατών. Ιδίως η διατήρηση του άρθρου 5 του ισχύοντος Κώδικα Ελληνικής Ιθαγένειας αποτελεί προϋπόθεση κοινωνικής σταθερότητας και ομαλής ένταξης των αλλοδαπών μεταναστών στην ελληνική κοινωνία. Το άρθρο έχει ως εξής: «Άρθρο 5. Για τον αλλοδαπό, που επιθυμεί να αποκτήσει την Ελληνική Ιθαγένεια με πολιτογράφηση, απαιτείται να:
α) Είναι ενήλικος κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης πολιτογράφησης.
β) Μην έχει καταδικασθεί τελεσίδικα, κατά την τελευταία δεκαετία πριν από την υποβολή της αίτησης πολιτογράφησης, σε ποινή στερητική της ελευθερίας τουλάχιστον ενός έτους ή, ανεξαρτήτως ποινής και χρόνου έκδοσης της καταδικαστικής απόφασης, για εγκλήματα προσβολών του πολιτεύματος, προδοσίας της χώρας, ανθρωποκτονίας από πρόθεση και επικίνδυνης σωματικής βλάβης, εγκλήματα σχετικά με την εμπορία και διακίνηση ναρκωτικών, τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, διεθνή οικονομικά εγκλήματα, εγκλήματα με χρήση μέσων υψηλής τεχνολογίας, εγκλήματα περί το νόμισμα, αντίστασης κατά της αρχής, αρπαγής ανηλίκων, κατά της γενετήσιας ελευθερίας και οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής, κλοπής, απάτης, υπεξαίρεσης, εκβίασης, τοκογλυφίας, του νόμου περί μεσαζόντων, πλαστογραφίας, ψευδούς βεβαίωσης, συκοφαντικής δυσφήμισης, λαθρεμπορίας, εγκλήματα που αφορούν τα όπλα, αρχαιότητες, την προώθηση λαθρομεταναστών στο εσωτερικό της χώρας ή τη διευκόλυνση μεταφοράς ή προώθησης τους ή της εξασφάλισης καταλύματος σε αυτούς για απόκρυψη ή για παραβάσεις της νομοθεσίας για την εγκατάσταση και κίνηση αλλοδαπών στην Ελλάδα,
γ) Μην εκκρεμεί σε βάρος του απόφαση απέλασης.
2. Για τον αλλοδαπό που είναι αλλογενής απαιτείται επιπλέον να:
α) Διαμένει νόμιμα στην Ελλάδα δέκα συνολικά έτη την τελευταία δωδεκαετία πριν από την υποβολή της αίτησης πολιτογράφησης. Για τον ανιθαγενή αλλοδαπό ή για τον αλλοδαπό που έχει αναγνωρισθεί ως πρόσφυγας αρκεί διαμονή στην Ελλάδα πέντε ετών μέσα στην τελευταία δωδεκαετία πριν από την υποβολή της αίτησης. Στον ανωτέρω κατά περίπτωση απαιτούμενο χρόνο δεν προσμετράται ο χρόνος που διάνυσε ο αλλοδαπός στην Ελλάδα ως διπλωματικός ή διοικητικός υπάλληλος ξένης χώρας. Η χρονική προϋπόθεση της δεκαετούς διαμονής δεν απαιτείται γι’ αυτόν που είναι σύζυγος Έλληνα ή Ελληνίδας, διαμένει τουλάχιστον επί μία τριετία στην Ελλάδα και έχει αποκτήσει τέκνο, καθώς και για εκείνον που έχει γεννηθεί και κατοικεί συνεχώς στην Ελλάδα. Για τους συζύγους Ελλήνων διπλωματικών υπαλλήλων που έχουν συμπληρώσει, οποτεδήποτε, ένα έτος διαμονής στην Ελλάδα και υπηρετούν στο εξωτερικό, προσμετράται για τη συμπλήρωση του παραπάνω χρόνου και ο χρόνος παραμονής τους στο εξωτερικό λόγω της υπηρεσίας των Ελλήνων συζύγων τους.
β) Έχει επαρκή γνώση της ελληνικής γλώσσας, της ελληνικής ιστορίας και γενικά του ελληνικού πολιτισμού.
3. Αθλητές Ολυμπιακών αθλημάτων που έχουν συμπληρώσει πενταετή νόμιμη παραμονή στην Ελλάδα κατά την τελευταία δωδεκαετία, μπορούν να αποκτήσουν την Ελληνική Ιθαγένεια, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 5 έως 9 του παρόντος Κώδικα, εφόσον έχουν δικαίωμα να αγωνιστούν στην αντίστοιχη ελληνική εθνική ομάδα, σύμφωνα με τους διεθνείς κανονισμούς του οικείου αθλήματος, μετά από εισήγηση της οικείας εθνικής ομοσπονδίας και σύμφωνη γνώμη της Ελληνικής Ολυμπιακής Επιτροπής».
Με βάση τον ισχύοντα Κώδικα Ελληνικής Ιθαγένειας αποκτούν την ελληνική ιθαγένειαοι κάτωθι κατηγορίες:
1. Τα παιδιά που ο ένας από τους γονείς τους είναι Έλληνας ή Ελληνίδα, με τη γέννησή τους.
2. Όποιος γεννιέται στην Ελλάδα και δεν έχει άλλη ιθαγένεια.
3. Αλλοδαπός που υιοθετήθηκε από Έλληνα ή Ελληνίδα πριν από την ενηλικίωσή του, από την υιοθεσία.
4, Ομογενείς αλλοδαποί οι οποίοι εισήχθησαν σε σχολές των ενόπλων δυνάμεων ή κατετάγησαν ως εθελοντές.
5.Αλλοδαποί ενήλικες, με πολιτογράφηση, εφόσον διαμένουν νόμιμα στη χώρα για χρονικό διάστημα τουλάχιστον δέκα (10) ετών κατά την τελευταία 12ετία πριν από την υποβολή της αίτησης πολιτογράφησης, έχουν επαρκή γνώση της ελληνικής γλώσσας, της ελληνικής ιστορίας και στοιχείων του ελληνικού πολιτισμού.
6. Ομογενείς ενήλικες, με πολιτογράφηση, χωρίς να απαιτείται η παραμονή στην χώρα για χρονικό διάστημα τουλάχιστον δέκα (10) ετών, χωρίς παράβολο και χωρίς να περνούν από συνέντευξη από την Επιτροπή Πολιτογράφησης.
7. Αναγνωρισθέντες πρόσφυγες, εφόσον διαμένουν τουλάχιστον πέντε (5) έτη μέσα στην τελευταία 12ετία, πριν από την υποβολή της αίτησης πολιτογράφησης και έχουν επαρκή γνώση της ελληνικής γλώσσας, της ελληνικής ιστορίας και στοιχείων του ελληνικού πολιτισμού.
8. Σύζυγος Έλληνα ή Ελληνίδας που μένει τουλάχιστον τρία (3) χρόνια νόμιμα στη Χώρα και έχει αποκτήσει τέκνο και έχει επαρκή γνώση της ελληνικής γλώσσας, της ελληνικής ιστορίας και στοιχείων του ελληνικού πολιτισμού.
9. Όποιος έχει γεννηθεί, κατοικεί συνεχώς στην Ελλάδα και έχει επαρκή γνώση της ελληνικής γλώσσας, της ελληνικής ιστορίας και στοιχείων του ελληνικού πολιτισμού.
10. Τα παιδιά του αλλοδαπού που πολιτογραφήθηκε Έλληνας, χωρίς άλλη διατύπωση, εφόσον κατά την πολιτογράφηση είναι ανήλικα και άγαμα.
11. Οι αθλητές ολυμπιακών αθλημάτων, οι οποίοι έχουν συμπληρώσει μόνιμη και νόμιμη παραμονή στην Ελλάδα διαρκείας τουλάχιστον πέντε (5) ετών κατά την τελευταία δωδεκαετία, εφόσον έχουν δικαίωμα να αγωνιστούν στην αντίστοιχη ελληνική εθνική ομάδα, σύμφωνα με τους διεθνείς κανονισμούς του οικείου αθλήματος, μετά από εισήγηση της οικείας εθνικής ομοσπονδίας και σύμφωνη γνώμη της Ελληνικής Ολυμπιακής Επιτροπής.
12. Ομογενείς που κατοικούν σε χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, ύστερα από αίτηση στην οικεία ελληνική προξενική αρχή, εφόσον είναι ενήλικοι, δεν μπορεί να διαπιστωθεί η ελληνική ιθαγένειά τους βάσει των διεθνών συνθηκών και ύστερα από γνωμοδότηση τριμελούς επιτροπής υπό τον πρόξενο ότι είναι πράγματι ομογενείς.
13. Αλλοδαπός που προσέφερε στην Ελλάδα εξαιρετικές υπηρεσίες ή του οποίου η πολιτογράφηση μπορεί να εξυπηρετήσει εξαιρετικό συμφέρον της Χώρας (τιμητική πολιτογράφηση), χωρίς να απαιτούνται άλλες προϋποθέσεις.
Άλλωστε η Ελλάδα συγκαταλέγεται μεταξύ των χωρών εκείνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι οποίες έχουν ήδη ενσωματώσει στο εθνικό δίκτυο όλες τις σχετικές με τους μετανάστες οδηγίες. Ειδικότερα:
α) με το Π.Δ. 160/2006, το οποίο συμπληρώνει τον Ν.3386/2005 (Είσοδος, διαμονή και κοινωνική ένταξη υπηκόων τρίτων χωρών στην Ελληνική επικράτεια) ενσωματώνεται η οδηγία 2003/109/ΕΚ που αφορά στους επί μακρόν διαμένοντες υπηκόους τρίτων χωρών στην Ελλάδα. Δηλαδή, ρυθμίστηκε για πρώτη φορά το καθεστώς των επί μακρόν διαμενόντων στην Ελλάδα με την εξασφάλιση ίσης μεταχείρισής τους με τους ημεδαπούς σ’ ένα ευρύ φάσμα του οικονομικού και κοινωνικού γίγνεσθαι, διευκολύνοντας την κοινωνική ένταξή τουςκαι την απόκτηση, σε δεύτερο χρόνο, πολιτικών δικαιωμάτων.
β) με το Π.Δ.131/13-7-2006 λήφθηκε πρόνοια για τη διευκόλυνση της οικογενειακής επανένωσης
γ) με το Π.Δ. 106/2007 περί ελεύθερης κυκλοφορίας και διαμονής στην ελληνική επικράτεια πολιτών της Ε.Ε. και μελών των οικογενειών τους ενσωματώθηκε η οδηγία 2004/38/ΕΚ.
Ενδεχόμενες τροποποιήσεις στην ισχύουσα νομοθεσία είναι δυνατόν να αφορούν επιμέρους διατυπώσεις του Κώδικα Ελληνικής Ιθαγένειας, όχι όμως την ουσία του. Οι υποψήφιοι προς πολιτογράφηση αλλοδαποί θα πρέπει να υποβάλλουν σχετικό αίτημα προς τις ελληνικές αρχές, το οποίο δέον, όπως εξετάζεται άπαξ, ήτοι δεν θα πρέπει να υφίσταται δυνατότητα εκ νέου υποβολής αιτήματος πολιτογράφησης ή η δυνατότητα άσκησης έφεσης κατά ενδεχόμενης απορριπτικής απόφασης. Οι ελάχιστες τυπικές προϋποθέσεις, τις οποίες θα πρέπει να πληροί ο υποψήφιος προς πολιτογράφηση, είναι δυνατόν να είναι οι εξής:
α. Να είναι ενήλικος κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης πολιτογράφησης.
β. Να είναι μόνιμος και νόμιμος κάτοικος του ελληνικού κράτους για συνεχόμενο χρονικό διάστημα δέκα (10) ετών πριν από την υποβολή της αίτησης πολιτογράφησης. [αντί για 12, όπως ίσχυε έως τώρα με τον Ν. 3284/2004]
γ. Να έχει στην κατοχή του άδεια ή δικαίωμα διαμονής.
δ. Να έχει λευκό ποινικό μητρώο. Να μην έχει καταδικαστεί σε κάποιο είδος φυλάκισης και να μην εκκρεμούν κατηγορίες εναντίον του.
ε. Να αποδέχεται τις αρχές του ελληνικού Συντάγματος και τις αξίες του Ελληνικού Κράτους.
στ. Να μη θέτει σε κίνδυνο την εσωτερική ή εξωτερική ασφάλεια του ελληνικού κράτους.
ζ. Να μην έχει καταδικαστεί για ποινικά αδικήματα, τα οποία στρέφονται κατά των συμφερόντων του ελληνικού κράτους ή να μην έχει καταδικαστεί για αδικήματα που αφορούν σε τρομοκρατική δράση ή να μην έχει καταδικαστεί για οποιοδήποτε αδίκημα, το οποίο επισύρει ποινή ίση ή μεγαλύτερη της κάθειρξης διαρκείας έξι (6) μηνών.
η. Να μην εκκρεμεί μη υλοποιηθείσα απόφαση απέλασης ή απαγόρευσης εισόδου στην επικράτεια του ελληνικού κράτους.
θ. Να γνωρίζει την ελληνική γλώσσα σε ικανοποιητικό επίπεδο.
ι. Να έχει αφομοιωθεί από πολιτιστικής άποψης, ήτοι να έχει επαρκή γνώση της ελληνικής γλώσσας, της ελληνικής ιστορίας και γενικά του ελληνικού πολιτισμού.
ια. Να έχει την δυνατότητα οικονομικής συντήρησης τόσο του εαυτού του όσο και των μελών της οικογένειάς του, χωρίς να λαμβάνει κρατικό επίδομα.
ιβ. Να αποποιηθεί της προηγούμενης ιθαγένειάς του. Εξαιρούνται οι πολίτες κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι οποίοι μπορούν να διατηρήσουν την ιθαγένεια της χώρας προέλευσής τους.
Τα τέκνα αλλοδαπών γονέων, τα οποία έχουν γεννηθεί στην Ελλάδα, λαμβάνουν την ελληνική υπηκοότητα μόνον σε περίπτωση που έχουν γεννηθεί μετά την 1/1/2010 και ισχύουν οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
α. τουλάχιστον ο ένας εκ των δύο γονέων του τέκνου πρέπει να διέθετε δέκα (10) έτη νόμιμης και μόνιμης διαβίωσης στην Ελλάδα προτού το τέκνο γεννηθεί.
β. να έχουν ολοκληρώσει τουλάχιστον την εννεάχρονη υποχρεωτική δημόσια εκπαίδευση, προϋπόθεση, η οποία θα πιστοποιεί τη συμμετοχή τους στην ελληνική παιδεία.
γ. Και πάλι η ελληνική ιθαγένεια δεν θα απονέμεται κατά τρόπο αυτόματο, αλλά κατόπιν σχετικής υποβολής αίτησης κατά το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί ανάμεσα στη συμπλήρωση των δεκαοκτώ (18) έως και τα είκοσι τρία (23) έτη.
Εκτός των ανωτέρω προϋποθέσεων είναι δυνατόν να ισχύουν ορισμένες πρόσθετες περιοριστικές διατάξεις όσον αφορά στην πολιτογράφηση. Αυτές είναι οι ακόλουθες:
α. Η πολιτογράφηση να πραγματοποιείται με έκδοση διατάγματος, όχι με απλή υπεύθυνη δήλωση.
β. Η πολιτογράφηση να είναι προαιρετική και όχι υποχρεωτική, ήτοι να μην θεωρείται δικαίωμα του αλλοδαπού ή υποχρέωση της ελληνικής πολιτείας.
γ. Η πολιτογράφηση να επαφίεται στην βούληση της κυβέρνησης, ακόμη και αν ισχύουν όλες οι τυπικές προϋποθέσεις.
Καθώς οι ανάγκες του ελληνικού κράτους σε ανειδίκευτο εργατικό δυναμικό έχουν ήδη υπερκαλυφθεί λόγω της ροής των μεταναστευτικών ρευμάτων την τελευταία εικοσαετία, είναι απαραίτητο να τονιστεί ότι η χώρα οφείλει να θεσπίσει απαγόρευση εισαγωγής πρόσθετου εργατικού δυναμικού, κατά το πρότυπο του γερμανικού κράτους, όπου αντίστοιχη διάταξη ισχύει ήδη εδώ και σαράντα σχεδόν έτη, από το 1973. Το ελληνικό κράτος είναι δυνατόν να υιοθετήσει την αρχή της επιλεκτικής ποιοτικής μετανάστευσης, απευθυνόμενο μόνον στις εξής κατηγορίες αλλοδαπών:
α. Σε αλλοδαπούς με υψηλή επαγγελματική ειδίκευση, λ.χ. σε επιστήμονες και άλλο εξειδικευμένο τεχνικό προσωπικό του κλάδου της πληροφορικής. Οι αλλοδαποί αυτοί είναι δυνατόν να έχουν το δικαίωμα απεριόριστης διαμονής στην επικράτεια του ελληνικού κράτους.
β. Σε αλλοδαπούς αποφοίτους ελληνικών πανεπιστημίων, οι οποίοι είναι δυνατόν να αποκτούν το δικαίωμα παραμονής στην επικράτεια του ελληνικού κράτους για χρονικό διάστημα δύο (2) ετών μετά την επιτυχή ολοκλήρωση των σπουδών τους με σκοπό την αναζήτηση εργασίας στο αντικείμενο των σπουδών τους.
γ. Σε αλλοδαπούς, οι οποίοι προτίθενται να ασκήσουν ανεξάρτητη οικονομική δραστηριότητα, η οποία θα αποβαίνει ωφέλιμη για τα οικονομικά συμφέροντα του γερμανικού κράτους. Απαραίτητη προϋπόθεση για την χορήγηση άδειας παραμονής, η οποία αρχικά είναι περιορισμένης διαρκείας, ήτοι τριών (3) ετών, σε αυτήν την κατηγορία αλλοδαπών είναι η επένδυση ποσού ύψους τουλάχιστον ενός εκατομμυρίου (1.000.000) ευρώ ή η δημιουργία δέκα (10) νέων θέσεων εργασίας. Μετά το πέρας της τριετούς άδειας διαμονής είναι δυνατόν να χορηγηθεί απεριόριστη άδεια διαμονής, εφόσον ο αλλοδαπός έχει πραγματοποιήσει με επιτυχία τα επιχειρηματικά του σχέδια και έχει εξασφαλίσει τα προς το ζην, χωρίς κρατική υποστήριξη.
Τα βασικά σημεία του γερμανικού προτύπου μεταναστευτικής πολιτικής όσον αφορά στις διαδικασίες της ένταξης είναι δυνατόν να αξιοποιηθούν, με τις κατάλληλες μεταβολές, και στην ελληνική πραγματικότητα. Κρίνεται χρήσιμο να καθιερωθεί ένα Εθνικό Πρόγραμμα Ένταξης, το οποίο αφενός θα συστηματοποιεί όλα τα προγενέστερα επιμέρους προγράμματα ή προσπάθειες ένταξης, οι οποίες είχαν δημιουργηθεί από διαφόρους φορείς, αφετέρου θα είναι αρμόδιο για την υποβολή προτάσεων και συστάσεων για την περαιτέρω ανάπτυξή τους. Το Εθνικό Πρόγραμμα Ένταξης είναι δυνατόν να επικεντρωθεί σε πέντε διακριτούς τομείς:
1. Στην επαρκή εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας από τους μετανάστες
2. Στην παροχή εφοδίων για την προσχολική και τη σχολική πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Ο στόχος αυτός είναι δυνατόν να αναλυθεί περαιτέρω με την καθιέρωση των ακόλουθων προγραμμάτων:
2α. Προγράμματα για παιδιά μεταναστών προσχολικής ηλικίας, στα οποία τα παιδιά θα μαθαίνουν την ελληνική γλώσσα και θα αποκτούν μία αρχική εξοικείωση με το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα και τον ελληνικό πολιτισμό.
2β. Προγράμματα για μαθητές πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, στα οποία θα προσφέρεται διδακτική στήριξη και ενισχυτική διδασκαλία για την αντιμετώπιση επιμέρους δυσκολιών που ανακύπτουν με μαθήματα του ελληνικού σχολείου.
2γ. Προγράμματα για εφήβους και/ή νέους αλλοδαπούς, τα οποία θα αφορούν στον επαγγελματικό προσανατολισμό και την επαγγελματική κατάρτιση.
3. Στην παροχή επαγγελματικών προσόντων και δεξιοτήτων
4. Στις συμβουλευτικές υπηρεσίες
5. Στην προώθηση της ένταξης των μεταναστών στο κυρίαρχο πλαίσιο και τις πολιτιστικές αξίες της ελληνικής κοινωνίας.
Η ενσωμάτωση των μεταναστών πρέπει να είναι σταδιακή και ομαλή, ώστε να αντιστοιχεί προς τις δυνατότητες του ελληνικού κράτους και προς την ικανότητα αφομοίωσης της ελληνικής κοινωνίας και οφείλει να λαμβάνει υπ’ όψιν της την ευαίσθητη γεωγραφική θέση της Ελλάδος, η οποία ευρίσκεται στο σταυροδρόμι διεθνών μεταναστευτικών ροών, οι οποίες είναι δυνατόν να αποτελέσουν κίνδυνο για την Εθνική Ασφάλεια.
Κρίνεται επιτακτική η ίδρυση Υπουργείου Μετανάστευσης, Ενσωμάτωσης και Εθνικής Ταυτότητας κατά το πρότυπο του γαλλικού Υπουργείου Μετανάστευσης, Αφομοίωσης, Εθνικής Ταυτότητας και Κοινής Ανάπτυξης (Ministèredel’immigration, del’integration, del’identité nationaleetdudéveloppementsolidaire). Διακηρυγμένοι σκοποί του προτεινόμενου ελληνικού Υπουργείου είναι δυνατόν να είναι:
α. Η ενσωμάτωση των μεταναστών στην ελληνική κοινωνία
β. Ο έλεγχος των διεθνών μεταναστευτικών ροών.
γ. Η προβολή της Κυρίαρχης Εθνικής και Ευρωπαϊκής Κουλτούρας στο πλαίσιο της πραγματικότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
δ. Η ενίσχυση της συλλογικής εθνικής ελληνικής ταυτότητας της ελληνικής κοινωνίας.
Οι προτάσεις της ομάδας σκέψης Νέα Κεντροδεξιά ενσωματώνουν το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο σε όλες τις κυριότερες χώρες υποδοχής μεταναστών στην Ευρωπαϊκή Ένωση και έχουν προσαρμοστεί, ώστε να ανταποκρίνονται στην ιδιαιτερότητες της πραγματικότητας του ελληνικού κράτους. Με επαρκή και τεκμηριωμένο τρόπο καταδεικνύεται ότι το προτεινόμενο νομοσχέδιο του ΠΑΣΟΚ:
α) τελεί σε πλήρη και ριζική ασυμφωνία με την ισχύουσα ευρωπαϊκή νομοθεσία όλων των ευρωπαϊκών κρατών, β) απηχεί αναχρονιστικές αντιλήψεις περί πολυπολιτισμικότητας, ενώ ήδη όλα τα ευρωπαϊκά κράτη ακολουθούν το εθνοτικό ή ρεπουμπλικανικό πρότυπο της αφομοίωσης ή κινούνται στην κατεύθυνση αυτή, τονίζοντας τις έννοιες της εθνικότητας και της κυρίαρχης κουλτούρας (βρετανiκότητα, γαλλικότητα, Κυρίαρχη Εθνική και Ευρωπαϊκή Κουλτούρα). Πιστεύουμε ότι η ανά χείρας Πρόταση Μεταναστευτικής Πολιτικής αποτελεί ένα χρήσιμο πλαίσιο διαμόρφωσης μίας πρότασης από την Νέα Δημοκρατία, καθώς και ένα επαρκές προσχέδιο μελλοντικής κυβερνητικής μεταναστευτικής πολιτικής.
ΒΑΣΙΚΗ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Ο συγγραφέας του παρόντος ετοιμάζει αναλυτική μελέτη-βιβλίο, στην οποία εξετάζονται με τρόπο αναλυτικό και τεκμηριωμένο όλα τα θέματα που αναπτύχθηκαν εδώ, όπως τα πρότυπα μεταναστευτικής πολιτικής όλων των ευρωπαϊκών κρατών, το εθνοτικό μεταναστευτικό πρότυπο, τα αδιέξοδα του ιδεολογήματος της πολυπολιτισμικότητας και τις νέες τάσεις στις δυτικές κοινωνίες, καθώς και τις έννοιες, καθώς και τις ευκαιρίες συγχρονισμού της Νέας Δημοκρατίας με την ιδεολογική και πολιτική πραγματικότητα της σύγχρονης Ευρωπαϊκής Κεντροδεξιάς.
Το βιβλίο θα φέρει τον τίτλο Κυρίαρχη Εθνική Κουλτούρα: Η Νέα Κεντροδεξιά και η υπέρβαση της πολυπολιτισμικότητας και θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Περίπλους του Διονύση Βίτσου.
Γενικέςμελέτες
Angenendt, S. (ed.), Asylum and Immigration Policies in the European Union, Bonn: Europa Union Verlag, 1999
Barry, Brian, Culture and Equality: An Egalitarian Critique of Multiculturalism, Cambridge, Mass.: Harvard University Press, 2002
Hammar, T. (ed.), European Immigration Policy: A Comparative Study, Cambridge: Cambridge University Press, 1985
International Centre for Migration Policy Development (ed.), Integration Agreements and Voluntary Measures: Compulsion or Voluntary Nature: Comparison of Compulsory Integration Courses, Programmes and Agreements and Voluntary Integration Programmes and Measures in Austria, France, Germany, the Netherlands and Switzerland, Prag 2005
McGhee, D., The End of Multiculturalism: Terrorism, Integration, and Human Rights, London: Open University Press, 2008
Vermeulen, Hans (ed.), Immigrant Policy for a Multicultural Society: A Comparative Study of Integration, Language and Religious Policy in Five Western European Countries, Brussels: Migration Policy Group, 1997
Zolberg, A.&J. Clarkin, Sharing Integration Experiences: Innovative Community Practices on Two Continents, New York: New School University Press, 2003
Γερμανία
Die Beauftragte der Bundesregierung für Ausländerfragen (εκδ.), Das neue Staatsangehörigkeitsgesetz: Einbürgerung: fair, gerecht, tolerant, Bonn 2000
Bundesamt für Migration und Flüchtlinge (εκδ), ‘Bundesweite Erhebung zu Integrationsaktivitäten’, παρατίθεταιστηνιστοσελίδατουΟμοσπονδιακούΓραφείουΜετανάστευσηςκαιΠροσφύγων,
Bundesministerium des Innern (εκδ.), ‘Einzelheiten des Zuwanderungsgesetzes’, παρατίθεταιστηνιστοσελίδατουΥπουργείουΕσωτερικών
Bundesministerium des Innern (εκδ.), ‘Neukonzeption der Migrationsberatung’, παρατίθεταιστηνιστοσελίδατουΥπουργείουΕσωτερικών,
Independent Commission on Migration to Germany (ed.), Structuring Immigration, Fostering Integration, Berlin 2001
Welt, J., ‘Aktuelle Entwicklungen der Aussiedler- und Integrationspolitik’, 02.03.2004,παρατίθεταιστηνιστοσελίδατουΙδρύματος Friedrich Ebert, πνευματικούιδρύματοςκαιδεξαμενήςσκέψηςτηςγερμανικήςΚεντροδεξιάς,
Ιταλία
Campani, Giovanna&Andrea de Bonis, ‘Migpol-Italy: Migration Policies in Italy’,
Chaloff, Jonathan, Current Immigration Debates in Europe: A Publication of the European Migration Dialogue-Italy, Brussels: Migration Policy Group, 2005
Commissione per le politiche di intigrazione degli immigrati (εκδ.), Secondo rapporto sull’integrazione degli immigrati in Italia, Roma 2000
Γαλλία
Brubaker, R., ‘The Return of Assimilation?: Changing Perspectives on Immigration and Its Sequels in France, Germany and US, Ethnic and Racial Studies vol. 24, no. 4, 531-48
Favell, A., Philosophies of Integration: Immigration and the Idea of Citizenship in France and Britain, London: Macmillan, 2000
Haute Conseil a l’integration (εκδ.), L’Islam dansla Republique, Paris 2000
Ηνωμένο Βασίλειο
Back, L. et al, ‘The Return of Assimilationism: Race, Multiculture and New Labour’, Sociological Research Online, vol. 7, no. 2 (2002)
Coleman, D., Demographic, Economic and Social Consequences of UK Migration, London 2002
Home Office (ed.), Controlling Our Borders: Making Migration Work for Britain, London 2005
Home Office (ed.), Integration Matters: A National Strategy for Integrating Refugees, London 2005
Office for National Statistics (ed.), Focus on Ethnicity and Identity, London 2005
Ολλανδία
INDIAC (ed.), A Review of Recent Literature on the Impact of IntegrationON Dutch Society, Amsterdam 2005
Musso, van der Velde S., ‘Immigrant Integration Policy: The Case of Netherlands’,
Niewssen, J. et al, EU and US Approaches to the Management of Immigration: The Netherlands, Brussels: MPG, 2003
Ελλάδα
Κωτούλας, Ιωάννης, ‘Πρόταση μεταναστευτικής πολιτικής (περίληψη)’,
Κωτούλας, Ιωάννης, ‘Για την ιδεολογική κυριαρχία της Νέας Κεντροδεξιάς’,
Νέα Κεντροδεξιά (εκδ.), Πρόταση μεταναστευτικής πολιτικής, Αθήνα 2010,
<!–[endif]–>
<!–[if !supportFootnotes]–>[1]<!–[endif]–> Για τη νέα νομοθεσία περί υπηκοότητας βλ. D. Schmidt, ‘The New German Immigration Law’, ERA Forum vol. 4, no. 2 (June 2003):20-28.
<!–[if !supportFootnotes]–>[2]<!–[endif]–> Πριν εγκριθεί η νέα νομοθεσία του 2005, είχε προηγηθεί η έγκριση, βάσει διατάγματος, της χορήγησης άδειας προσωρινής διαμονής διάρκειας πέντε (5) ετών σε αλλοδαπούς εξειδικευμένους στον επιστημονικό κλάδο της Πληροφορικής. Στους αλλοδαπούς αυτούς δεν αναγνωρίστηκε το δικαίωμα της οικογενειακής επανένωσης.
<!–[if !supportFootnotes]–>[3]<!–[endif]–> Οι αλλοδαποί καταβάλλουν συμμετοχή στα έξοδα των μαθημάτων, πληρώνοντας ένα (1) ευρώ την ώρα, ποσό, από το οποίο είναι δυνατόν να απαλλαγούν, εάν λαμβάνουν κοινωνικό επίδομα, λ.χ. επίδομα ανεργίας ή κοινωνικής πρόνοιας για διαβίωση.
<!–[if !supportFootnotes]–>[4]<!–[endif]–> Η αυτόματη απόδοση της ιθαγένειας, σύμφωνα με την αυστριακή νομοθεσία, αφορά μόνον όσα άτομα υπήρξαν επί τριάντα (30) έτη μόνιμοι και νόμιμοι κάτοικοι του αυστριακού κράτους. Το χρονικό διάστημα είναι δυνατόν να μειωθεί κατά το ήμισυ, ήτοι στα δεκαπέντε (15) έτη, εάν ο υποψήφιος είναι σε θέση να επιδείξει την σε υψηλό βαθμό προσωπική και επαγγελματική του ενσωμάτωση στην αυστριακή κοινωνία.
<!–[if !supportFootnotes]–>[5]<!–[endif]–> Υπήρξαν δύο πρόσθετες, μικρότερης εμβέλειας, νομοθετικές ρυθμίσεις, οι οποίες αφορούσαν στην απόδοση της ιταλικής ιθαγένειας σε ιταλικής καταγωγής άτομα, τα οποία διαβιούσαν στον ιστορικό χώρο της άλλοτε Αυστρο-Ουγγρικής Αυτοκρατορίας, και στους απογόνους τους (Ν. 379, εγκρίθηκε στις 14-12-2000, δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως αρ. 279/19-12-2000) και σε ιταλικής καταγωγής άτομα και στους απογόνους τους, τα οποία διαβιούσαν στις γεωγραφικές περιοχές της Ιστρίας, του Φιούμε και της Δαλματίας (Ν. 124, εγκρίθηκε στις 8-3-2006, δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως αρ. 73/28-3-2006).
<!–[if !supportFootnotes]–>[6]<!–[endif]–> Το ανωτέρω χρονικό διάστημα μειώνεται κατά το ήμισυ, ήτοι στο ένα (1) έτος όταν το ζεύγος διαβιοιί στην επικράτεια του ιταλικού κράτους και στο ενάμισυ (1,5) έτος, σε περίπτωση που το ζεύγος διαβιοί στο εξωτερικό, όταν το ζεύγος έχει αποκτήσει τέκνο, φυσικό ή υιοθετημένο.
<!–[if !supportFootnotes]–>[7]<!–[endif]–> Με τον όρο ‘εγκατεστημένος’ (settled) η νομοθεσία αναφέρεται σε μία κατάσταση, κατά την οποία ο αλλοδαπός γονέας διαμένει κατά τρόπο μόνιμο στην επικράτεια του Ηνωμένου Βασιλείου και έχει το δικαίωμα abode, κατέχει άδεια αορίστου παραμονής (IndefiniteLeavetoRemain, ILR) ή είναι πολίτης ενός κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
<!–[if !supportFootnotes]–>[8]<!–[endif]–> Υπήρξαν σχετικές νομοθετικές τροποποιήσεις στις 2-10-2000 και στις 30-4-2006.
<!–[if !supportFootnotes]–>[9]<!–[endif]–> Εάν το τέκνο διαβιοί στο Ηνωμένο Βασίλειο έως την ηλικία των δέκα (10) ετών, υφίσταται δικαίωμα υποβολής αίτησης πολιτογράφησης καθ’ όλον τον βίο του, ασχέτως του νομικού καθεστώτος των γονέων του και του ιδίου του τέκνου. Ιδιαίτερες διατάξεις ισχύουν σε περίπτωση που ο ένας εκ των γονέων είναι Βρετανός πολίτης υπερπόντιων περιοχών (BritishOverseascitizen) ή εάν το τέκνο είναι ανιθαγενές (stateless).
<!–[if !supportFootnotes]–>[10]<!–[endif]–> Η ισχύς του νόμου περιλαμβάνει επίσης τις Νήσους της Μάγχης (ChannelIslands), τη Νήσο του Μαν (IsleofMan) και τις Νήσους Φώλκλαντ (FalklandIslands).
<!–[if !supportFootnotes]–>[11]<!–[endif]–> Ο όρκος έχει ως εξής: «Ορκίζομαι (ή δηλώνω) ότι σέβομαι τη συνταγματική τάξη του Βασιλείου της Ολλανδίας, τις ελευθερίες και τα δικαιώματά του, και ορκίζομαι (ή δηλώνω) να εκπληρώσω πιστά τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την υπηκοότητά μου. Μάρτυςμουοθεός (ήΑυτόυπόσχομαικαιδηλώνω). Ο όρκος εισήχθη με νομοθετική ρύθμιση στις 27-6-2008 και αποτελούσε μερική ανταπόκριση στη νέα αντίληψη που επικρατούσε στο εσωτερικό της ολλανδικής κοινωνίας μετά τις ακρότητες ορισμένων ισλαμιστών μεταναστών (‘Νόμος περί της εισαγωγής της δήλωσης πίστης και περί της προσαρμογής του κανόνα απόκτησης της ολλανδικής ιθαγένειας κατόπιν αναγνώρισης, 1.H.2).
<!–[if !supportFootnotes]–>[12]<!–[endif]–> Όλα τα ευρωπαϊκά κράτη, συμπεριλαμβανομένης της Ολλανδίας και του Ηνωμένου Βασιλείου, των δύο κρατών, δηλαδή, τα οποία είχαν υιοθετήσει κατά την δεκαετία του 1990 το ιδεολόγημα της πολυπολιτισμικότητας, στρέφονται προς την επανεπιβεβαίωση του κυρίαρχου πολιτιστικού πλαισίου. Βλ. Br. Barry, Culture and Equality: An Egalitarian Critique of Multiculturalism, Cambridge, Mass.: Harvard University Press, 2002∙ D. McGhee, The End of Multiculturalism: Terrorism, Integration, and Human Rights, London: Open University Press, 2008.
.
3 comments
Ὅλα αὐτὰ πρέπει νὰ μεταφρασθοῦν στὶς γλῶσσες τῆς Ε.Ε. καὶ νὰ διανεμηθοῦν στοὺς Εὐρωπαίους εὐρωβουλευτές, βουλευτές, πολιτικὰ κόμματα, ὀργανώσεις καὶ τύπο ἔντυπο καὶ ἠλεκτρονικό. Ἔχει δικαίωμα νὰ πληροφορηθῇ ὁ Εὐρωπαῖος πολίτης τὸν κίνδυνο ποὺ διατρέχει ἀπὸ τὸ ὅτι ἡ ἑλληνικὴ κυβέρνησι σκοπεύει νὰ δώσῃ ἀνεξέλεγκτα σὲ τριτοκοσμικοὺς ἰσλαμιστὲς εὐρωπαϊκὴ ὑπηκοότητα. Ἐὰν οἱ Ἕλληνες προτίθενται νὰ αὐτοκτονήσουν, ὁ Εὐρωπαῖος πολίτης δὲν χρωστᾷ τίποτε.
Να σημειώσω εδώ, ότι το πρόβλημα της Ελλάδας δεν ήτανε ποτέ η έλλειψη νόμων, αλλά η ελλειπής τήρησή των.
Με την νομιμοποίηση των λαθρομεταναστών και την παραχώρηση πολιτικών δικαιωμάτων σε όσους τέλος πάντων είναι να παραχωρηθούν, νομιμοποιείται ουσιαστικά η παράνομη εισροή ενός μεγάλου αριθμού ανθρώπων χωρίς να υπάρχει ούτε δείγμα στοιχείου, ότι μπορούνε να ενσωματωθούνε πραγματικά στην ελληνική νομοθεσία.
Επιπλέον, το προαπαιτούμενο της μετοχής στην ελληνική παιδεία, προφανώς σε αντιστοιχία με αντίστοιχο, πλέον ρητό, δεν εκφράζει σε καμία περίπτωση το νόημα το οποίο βρίσκεται στην φράση “Έλλην όστις μετέχει της ελληνικής παιδείας”,
πρώτον, γιατί αναφέρεται σε πολιτιστικά χαρακτηριστικά και όχι σε πολιτικά (είναι άστοχο να θεωρούμε, ότι την εκτίμηση αυτή, την είχαν υιοθετήσει για παράδειγμα οι Αθηναίοι ή οι Σπαρτιάτες, ως κριτήριο πολιτογράφησης)
δεύτερον, γιατί είναι αδύνατον να δεχθούμε, ότι η ποσοτική αντιστοιχία των δεδομένων της τότε εποχής, όσον αφορά τους υποψηφίους, με την σημερινή, δικαιολογεί μια ανάλογη πεποίθηση στις μέρες μας και
τρίτον, γιατί είναι σαφές πιστεύω, ότι η ελληνική παιδεία την εποχή των φιλοσόφων, είχε σε συνδιασμό με την πολιτική, οικονομική και εν τέλει πολιτιστική υπεροχή των ελληνικών πόλεων, μια εντελώς διαφορετική αφομοιωτική ικανότητα με αυτό το οποίο ονομάζουμε σήμερα ελληνική παιδεία, εκτός και εάν ο όρος αφομοιωτική ικανότητα, αναφέρεται στην ισοπεδωτική ιδιότητα των φροντιστηρίων σε σχέση με το πορτοφόλι του Έλληνα γονέα (αφήστε που είναι άστοχο να επενδύουμε στην αφομοιωτική ιδιότητα της ελληνικής παιδείας, όταν την ίδια στιγμή, τουλάχιστο τα δύο τρίτα των Ελλήνων, πιστεύουν, ότι η παιδεία η οποία παρέχεται σήμερα στα ελληνικά σχολεία ούτε παιδεία είναι, ούτε ελληνική).
Εξίσου δε ανέντιμο είναι, να θέτεις την μετοχή στην ελληνική παιδεία ως αναγκαίο προαπαιτούμενο για την ανάκτηση των πολιτικών δικαιωμάτων, όταν φροντίζεις παράλληλα να μετονομαστεί το Υπουργείο Εθνικής Παιδείας, σε Υπορυγείο Παιδείας (σκέτα).
Οι χώρες της Δυτ.Ευρώπης που θέλουν να επιβιώσουν στη σημερινή ανταγωνιστική κοινωνία της
παγκοσμιοποίησης θέσπισαν κριτήρια όπου ο υποψήφιος προς υπηκοότητα μετανάστης πρέπει να έχει
τη συνείδηση της χώρας που θέλει να εγκατασταθεί,να έχει λευκό ποινικό και οικονομικό μητρώο
και φυσικά να υπηρετήσει στρατιώτης.
Εδώ στην Ελλάδα,το ΠΑΣΟΚ προσπαθεί αυθαίρετα να αλλιώσει την εθνολογική σύσταση της χώρας
ελληνοποιόντας χιλιάδες λαθρομετανάστες,μιά λύση που οφελούν τις πολυεθνικές γιατί οι πολίτες
θα μετατραπούν σε μάζα ανεδείκευτων εργατών,μα και την Τουρκία καθώς οι περισσότεροι αλλοδαποί
είναι φιλικά προσκείμενοι στον παντουρκισμό μέσω του ισλαμισμού.
Η μόνη λύση είναι να γίνει έντιμο δημοψήφισμα ώστε να φανεί η πραγματική γνώμη του ελληνικού
λαού και η ελληνική πολιτεία να εφαρμόσει ποσόστωση κρατώντας εκείνους τους ξένους που σέβονται
τους νόμους και είναι χρήσιμοι στην ελληνική οικονομία
Νεκτάριος Κατσιλιώτης
Ιστορικός-Εκδότης