Ο π. Αυγουστίνος, όπως γράψαμε στο προηγούμενο άρθρο, ήταν ατρόμητος μπροστά στον ισχυρό της ημέρας! Αυτό του το θάρρος ήταν απόρροια της στάσης ζωής του. Δεν ήταν απλώς ένας καυσοκαλύβης ήταν ένας φλογερός πιστός που ζούσε με το απόκριμα του θανάτου.
Πολλοί με παραμορφωμένο το οπτικό νεύρο της ψυχής είδαν στο πρόσωπό του το αδιάλλακτο βλέμμα του φανατικού. Στάθηκαν ανήμποροι να αντικρύσουν την παιδική αφελότητα, την αγάπη προς τον συνάνθρωπο, το πνεύμα θυσίας γι’ αυτόν.
Ιανουάριος 1944, δύο μήνες μετά την άφιξή του στην Κοζάνη. Ο π. Αυγουστίνος εισήλθε σε καφενείο και παρήγγειλε τσάι. Έβγαλε από τον κόρφο του μικρό ξεροκόμματο, πιθανόν αντίδωρο, να το βουτήξει. Κάποια ψίχουλα έπεσαν στο πάτωμα και τότε κάποιοι από πλαϊνά καθίσματα χύμηξαν να τα περιμαζέψουν. Αυτές οι σκηνές φαίνονται χρονικά και γεωγραφικά απόμακρες για τον σπάταλο υποδουλωμένο στον καταναλωτισμό νεοέλληνα. Το συμβάν ήταν αρκετό για να συγκλονίσει τον λιτοδίαιτο κληρικό, ώστε να αναλάβει να οργανώσει συσσίτιο. Το συσσίτιο έφθασε να προσφέρει ώς 8.150 μερίδες ημερησίως! Αυτό το κατόρθωμα του φτωχού λαού της Κοζάνης (όχι των πλουσίων, που όπως γράψαμε έφθασαν να τον καταγγείλουν στους κατακτητές), αυτή η θυσία των φτωχών για να σωθούν από τον θάνατο εκ πείνας οι φτωχότεροι ήταν ο καρπός των φλογερών κηρυγμάτων του οχληρού ιεροκήρυκα αλλά και της άκρας ανιδιοτέλειάς του. Λιποθύμησε από την πείνα, αλλά από το καζάνι της “Εστίας” δεν γεύθηκε ούτε κουταλιά! Αυτά για τους σύγχρονους πολιτικούς και τα παπαγαλάκια της δημοσιογραφίας που τους στηρίζουν. Γι’ αυτά που ακόμη και μετά τον θάνατό του πρόσφεραν χολή στον μισητό γι’ αυτούς κληρικό! Αυτά που πουλούν με το αζημίωτο λόγια του αέρα για δημοκρατία και κοινωνική δικαιοσύνη σε έναν πεινασμένο και για τα δύο λαό, τον οποίο κατάφεραν να εκμαυλίσουν, ώστε να κινδυνεύει να λησμονήσει την παράδοσή του.
Λίγο μετά τη λήξη του οδυνηρού εμφυλίου πολέμου άρχισε ο εκδυτικισμός της χώρας με τις “ευλογίες” των ισχυρών προστατών μας. Στα πλαίσια του εκσυγχρονισμού (ο όρος δεν είναι και τόσο πρόσφατος ούτε αναφέρεται στην πολιτική με τη στενή της έννοια και μόνο) η Ελλάδα οργάνωσε καλλιστεία! Ο λαός ασφαλώς θα είπε: “Όλα τα είχε η μαριορή, ο φερετζές της έλλειπε”. Οι ιθύνοντες όμως ήθελαν να οδηγήσουν τη χώρα μπροστά. Και τα “κατάφεραν”! Και ο δρόμος περνούσε από τον εκχυδαϊσμό του λαού κατά τα δυτικά πρότυπα. Καλλιστεία λοιπόν, τα οποία οργάνωσε η αθηναϊκή κοπροκρατία (αυτή τη λέξη συνήθιζε ο “φανατικός” ιεροκήρυκας, ο οποίος υπηρετούσε τότε στην Αρχιεπισκοπή Αθηνών, αντί της πλήρους αβρότητος “αριστοκρατία” των “ευγενών”, “προοδευτικών”, “ανεκτικών” της αστικής τάξης που τα προωθούσαν). Και ορθώθηκε τότε ο π. Αυγουστίνος με κάποιους άλλους εξ ίσου “φανατικούς” να εμποδίσουν την διαπόμπευση της γυναίκας. (Περί αυτού πρόκειται, άσχετα αν το εξασθενημένο αισθητήριο δεν μας επιτρέπει να το αντιληφθούμε). Θα περνούσαν δεκαετίες, ώσπου να αντιληφθούν το αυτονόητο και να αντιδράσουν και κάποιες γυναικείες οργανώσεις: Η αστική περί βίου αντίληψη υποβιβάζει τη γυναίκα σε σκεύος ηδονής. Τρανή απόδειξη η εκ των ουκ άνευ παρουσία του γυμνού σε όλες σχεδόν τις διαφημίσεις, η πλημμυρίδα του σεξουαλισμού στην μεγάλη, αρχικά, και στη μικρή, στη συνέχεια, οθόνη.
Ο Καντιώτης, όπως περιφρονητικά τον αποκαλούσαν αρκετοί εκ του εκκλησιαστικού χώρου, εθεωρείτο ακραίος ακόμη και γι’ αυτούς. Τον κατηγορούσαν για έλλειψη συνέσεως και διακρίσεως. Αν ήταν αυτή κάποια παρατήρηση γεμάτη αγάπη ενός γέροντα ασκητού καυσοκαλύβη προς τον ίδιο τον φλογερό ιεροκήρυκα, θα τη θεωρούσα χωρίς δισταγμό ορθή! Προερχόταν όμως και διαχεόταν με ιδιαίτερη θέρμη από πρόσωπα τα οποία δεν κατάφερναν να κρύψουν τον εφησυχασμό, την ιδιοτέλεια ή τη δειλία πίσω από το φθηνό περί συνέσεως κήρυγμά τους. Και πολλοί από αυτούς που συνέπλευσαν με τους εχθρούς του π. Αυγουστίνου βοηθώντας με τη σιωπή τους ή τις κατ’ εκείνου επικρίσεις του έχουν μερίδιο ευθύνης για την κατρακύλα της μεταπολεμικής ελληνικής κοινωνίας.
Και τί έπρεπε να γίνει; Να αφήσουμε έναν “Χομεϊνί” να ασκεί παραεξουσία; Το ερώτημα πέρα από την ξέχειλη αντιπάθεια προς το πρόσωπο του μακαριστού Αυγουστίνου κρύβει τη βαθειά ενόχληση εκείνων, των οποίων τα σχέδια εμπόδιζε, και την καλά καλυμμένη υποκρισία των άλλων, που δεν διέθεταν δυνάμεις αντίστασης στο κακό. Φυσικά και δεν είναι δυνατό να αντιδρούν όλοι οι πιστοί με τον τρόπο που επέλεξε, ως εκ του χαρακτήρος του, ο π. Αυγουστίνος. Ο βίος των αγίων της Εκκλησίας, και ιδίως των τριών μεγάλων Ιεραρχών αυτής, βοηθά να κατανοήσουμε ότι δεν υπάρχει ένας μόνο δρόμος που οδηγεί προς την τελείωση και φυσικά δεν είναι αυτός που πορεύτηκε ο φλογερός ιεροκήρυκας. Ας μη μας διαφεύγει ότι όλοι μας θαυμάζουμε και έχουμε τη ροπή να καταστούμε οπαδοί κάποιου, του οποίου ο χαρακτήρας προσεγγίζει τον δικό μας. Κάποιος κατεβαίνει στο πεζοδρόμιο και διαμαρτύρεται με ακρότητα. Κάποιος άλλος κηρύττει δριμύτατα, αλλά περιορίζεται σ’ αυτό. Κάποιος τέλος προσεύχεται αγρυπνώντας, για να δώσει ο Θεός λύση στο πρόβλημα. Όλοι θα σπεύσουμε να επιλέξουμε τον τρόπο δράσης που ικανοποιεί εμάς. Θα μας διαφύγει όμως το ότι κάποιοι συμπορεύονται, συντρώγουν και συμπίνουν με τους εχθρούς της Εκκλησίας, εγκωμιάζουν αυτούς και εγκωμιάζονται από αυτούς ως συνετοί και, τέλος, ως μισθωτοί ποιμένες αφήνουν το κοπάδι να κατασπαράσσεται από τους λύκους! Αυτοί σπάνια βρίσκονται στο στόχαστρο των δημοσιογράφων. Πρέπει να υπερβούν τα εσκαμμένα, ώστε να γίνουν αντιπαθείς (να προκαλέσουν αηδία) ακόμη και στα “ελεύθερα πνεύματα”!
Στρέφοντας την προσοχή στο να βρουν λόγους κατηγορίας, επιχειρούν πολλοί να ξεθωριάσουν την λαμπρότητα του προσώπου ως εκ του αφιλαργύρου αυτής. Ο π. Αυγουστίνος δεν κράτησε ποτέ στα χέρια του χρήματα ούτε όμως και στο περιβάλλον του εμφανίστηκαν “μακρυχέρηδες” διαχειριστές. Γι’ αυτό και ο λαός το εξετίμησε αυτό αρκούντως, όπως μαρτυρεί το πλουσιότατο κοινωνικό του έργο.
Ε, λοιπόν, δεν διέπραξε σφάλματα ο μακαρίτης; Πολλά μάλιστα τολμώ να γράψω. Άλλωστε ο ίδιος επαναλάμβανε διαρκώς: Ψηλά βουνά, βαθειές χαράδρες. Δεν θα ασχοληθώ με αυτά, τώρα που βρίσκεται ενώπιον του Θεού. Όσα και αν υπήρξαν αυτά, δεν είναι δυνατόν να αμαυρώσουν τις θαυμαστές αρετές του, τις οποίες επαναλαμβάνω ως κατακλείδα του άρθρου: Έζησε για την Εκκλησία και τον λαό του Θεού αποφασισμένος να διαθέσει ακόμη και τη ζωή του. Αγάπησε υπέρ το δέον την πατρίδα (και κατηγορήθηκε γι’ αυτό). Στάθηκε άκαμπτος έναντι των ισχυρών της ημέρας, τους οποίους στηλίτευσε αδιαφορώντας για τις συνέπειες. Αγάπησε πολύ και στήριξε τους φτωχούς και καταφρονεμένους, καθώς είχε περιφρονήσει στο έπακρο το χρήμα και την πολυτέλεια (ποτέ δεν φόρεσε ως επίσκοπος μίτρα). Υπήρξε αδιάβλητος κατά τη συνέπεια λόγων και έργων. Άντεξε τις λοιδωρίες, τους εξευτελισμούς, τις επικρίσεις και τις συκοφαντίες φανερών και κρυφών εχθρών της Εκκλησίας. Δεν κτύπησε κανέναν, όταν πλέον δεν διέθετε εκείνος κοσμική ισχύ, κατά το γραφικόν “κάλαμον συντετριμμένον ου κατεάξω”.
Ο Θεός να συγχωρέσει τα αμαρτήματά του και να τον αναπαύσει εν χώρα ζώντων.
“ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ”
.
1 comment
O π.Αυγουστίνος ως άγιος δεν έχει ανάγκη ευχών συγχωρήσεως κ.Συγγραφέα του άρθρου. Εμείς έχουμε που κολυμπάμε στις αμαρτίες.