Εκπονώντας προ εικοσαετίας στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης την διδακτορική μου διατριβή γιά την Δικτατορία των Συνταγματαρχών (κυκλοφορεί σήμερα από τις εκδόσεις Παπαζήση σε τρίτη έκδοση), έλαβα δεκάδες συνεντεύξεις από πρωταγωνιστές και δευτεραγωνιστές της εποχής. Άλλα στοιχεία δημοσίευσα, άλλα όχι. Ιδού μία ανέκδοτη και εξαιρετικά ενδιαφέρουσα πρωτογενής μαρτυρία.
Τέτοια εποχή, λοιπόν, πριν σαράντα χρόνια, ο δικτάτωρ Ιωαννίδης (κυβερνούσε την χώρα παρασκηνιακά, χωρίς κανένα αξίωμα πέραν αυτού του ταξιάρχου-διοικητή της Στρατιωτικής Αστυνομίας) κάλεσε έναν υπουργό της κυβέρνησης Ανδρουτσοπούλου, που ο ίδιος είχε διορίσει. Ο υπουργός ήταν κορυφαίος διανοούμενος, που πλήρωσε ακριβά το λάθος του να υπηρετήσει την δικτατορία. Εκτός από αυτό, όμως, ήταν και βαθύς γνώστης του τουρκικού πολιτικού συστήματος.
«Κύριε καθηγητά», του είπε ο Ιωαννίδης. «Σκέπτομαι να λύσω το Κυπριακό εκθρονίζοντας τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο και κηρύσσοντας την Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα».
«Μα τι λέτε;», αντέδρασε έκπληκτος ο καθηγητής-υπουργός. «Η Τουρκία θα αντιδράσει σίγουρα».
«Ποιός ασχολείται με την Τουρκία;», απάντησε απαξιωτικά ο Ιωαννίδης.
Ο καθηγητής υπέβαλε την παραίτησή του (η οποία δεν έγινε αποδεκτή) και έφυγε.
Ο Ιωαννίδης ισχυρίσθηκε εμμέσως, πολύ αργότερα, ότι είχε διαβεβαιώσεις από μυστικές υπηρεσίες συμμάχων χωρών ότι οι Τούρκοι δεν θα αντιδρούσαν σε περίπτωση ελληνικής στρατιωτικής παρέμβασης στην Κύπρο. Όφειλε να γνωρίζει ότι τέτοιες παρασκηνιακές και ανεπίσημες διαβεβαιώσεις δεν θεωρούνται έγκυρες στην διεθνή πολιτική, και δεν μπορεί ένα σοβαρό κράτος να στηρίζει σε αυτές την εξωτερική του πολιτική. Ότι, άλλωστε, κανένας δυτικός σύμμαχος δεν θα παρενέβαινε στρατιωτικά στην τότε επίσης σύμμαχο της Δύσης Τουρκία. Και ότι, επιτέλους, η μόνη ασφαλής διαβεβαίωση είναι η αμυντική ισχύς και η διπλωματική ικανότητα κάθε κράτους.
Ο Ιωαννίδης στην μεν διπλωματική ικανότητα πήρε μηδέν. Προφανώς η απόφαση γιά πραξικόπημα εναντίον του νόμιμου και εκλεγμένου προέδρου της Κύπρου Μακαρίου ελήφθη σε επίπεδο καφενειακής κουβέντας, χωρίς το εύρος των γνώσεων, την διπλωματική τεχνογνωσία, την πολυδιάστατη πληροφόρηση και την βαθειά γνώση του διεθνούς περιβάλλοντος που απαιτεί η άσκηση εξωτερικής πολιτικής.
Αλλά το χειρότερο είναι ότι, όταν οι φόβοι του καθηγητή επαληθεύθηκαν, τον τραγικό Ιούλιο του 1974, και οι Τούρκοι εισέβαλαν, ο Ιωαννίδης, αντί να πράξει το καθήκον του, αιτήθηκε κανονικής αδείας (!) εξαφανίστηκε, αφήνοντας την Κύπρο στο έλεος του Αττίλα. Η γενική επιστράτευση που διέταξε το στρατωτικό καθεστώς αποδείχθηκε φιάσκο. Οι Τούρκοι προήλασαν χωρίς σοβαρή αντίσταση. Η Δικτατορία κατέρρευσε. Αλλά και η κυβέρνηση Εθνικής Ενότητος, που συγκροτήθηκε στις 24 Ιουλίου, δεν αντέδρασε στην δεύτερη προέλαση των Τούρκων μέχρι την Λευκωσία τον Αύγουστο, με το επιχείρημα «Η Κύπρος κείται μακράν». Έτσι η Ελλάδα άφησε την Κύπρο ακάλυπτη, με τα γνωστά μέχρι σήμερα αποτελέσματα.
Η ίδια δομή προχειρότητας και κακού ερασιτεχνισμού χαρακτήρισε και άλλες στιγμές της εξωτερικής πολιτικής των τελευταίων ετών, και επί δημοκρατικού βίου. Η υπόθεση Οτσαλάν, η υπόθεση των πυραύλων S-300, τα Ίμια είναι κορυφαία υπό την αρνητική έννοια παραδείγματα. Όλα κατέληξαν σε σοβαρή απώλεια κύρους και γεωπολιτικής ισχύος, οδήγησαν σε σοβαρές υποχωρήσεις και άνοιξαν την πόρτα στην αποθράσυνση των εχθρών και στην περιφρόνηση των φίλων.
Η Ελλάδα σήμερα αντιμετωπίζει τεράστιες γεωπολιτικές προκλήσεις, ίσως δυνάμει μεγαλύτερες από το Κυπριακό. Οπότε τίθενται τρία ερωτήματα: 1. Υπάρχει επιστημονικός μηχανισμός χάραξης της εξωτερικής πολιτικής, που να είναι σε θέση να αναλύει εμπεριστατωμένα το διεθνές περιβάλλον και να υποδεικνύει στην εκάστοτε κυβέρνηση τις απειλές, τις προκλήσεις και τις ευκαιρίες; 2. Το υπουργείο Εξωτερικών διαθέτει σοβαρούς και έγκυρους διαύλους επικοινωνίας με τις μεγάλες δυνάμεις; 3. Το υπουργείο Εθνικής Αμύνης έχει αναπτύξει αμυντική ικανότητα αρκετή ώστε να καταστήσει το κόστος που θα υποστεί ο αντίπαλος ικανό να αποτρέψει μία παρέμβαση;
Οι Έλληνες πολίτες έχουν το δικαίωμα να λάβουν απάντηση.
Δημοσιεύθηκε στην πρωινή εφημερίδα “Kontra News” την Τρίτη 11.2.2014.
*Ο Μελέτης Η. Μελετόπουλος είναι Διδάκτωρ Οικονομικών και Κοινωνικών Επιστημών Πανεπιστημίου Γενεύης.
4 comments
Και η απάντηση και στα τρία ερωτήματα που θέτει ο συγγραφέας είναι όχι, αίνε κάτι που δεν το υποστηρίζω εγώ, αλλα οι πρωταγωνιστές της Ελληνικής διπλωματίας.
Μάλιστα, μόλις σήμερα ο Κύριος Κασουλίδης είπε ότι οι συνομιλίες για την Αμμόχωστο γίνονται στο παρασκήνιο ενώ τώρα δεν είναι ώρα για να δημοσιοποιηθεί το τι συζητιέται.
Το ίδιο παραδέχονται και οι Ελληνικές κυβερνήσεις για τη θέσπιση AOZ και τον καθορισμό των θαλασσίων συνόρων με την Τουρκια και για αλλα πολλά θέματα προφανώς ενώ μαθαίνουμε περισσότερα από τους Τούρκους Πρέσβεις στην Αθηνα παρα από το Υπουργείο Εξωτερικών.
Έχουμε δυστυχώs πολλούς “Iωαννιδιδες”…….
Διερωτώμαι αν στην προ 20ετίας εκπονηθείσα διδακτορική μελέτη του ο κ. Μελετόπουλος εξετάζει καθόλου την περίπτωσητη η άνοδός τής δικτατορίας να οφείλεται στην άρνηση της Κύπρου να ενωθεί με την Ελλάδα το 1964 και να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ.
Τη γελοία θέση και “πολιτική” τού Μακαρίου και των “κομμουνιστών” συμμάχων του: “Ένωση ναι ΝΑΤΟ όχι”, την περιγράφει ο Αναστάσης Πεπονής στο βιβλίο του “1961-1981. Τα γεγονότα και τα πρόσωπα”, Λιβάνης 2002, σ. 86-90. Του τη διηγήθηκε προσωπικά ο Μακάριος στη Λευκωσία τον Οκτώβρη του 1964.
Της ίδιας αξίας τεκμηρίωση δεν μας προσφέρει ο κ. Μελετόπουλος με τον “διάλογο”… ανωνύμου υπουργού με τον δικτάτορα Ιωαννίδη!
Η ανόητη αντι-νατοϊκή πολιτική Μακαρίου, τη στιγμή που υπέγραψε και συμφωνία (μαρτυρά ο Ανδρέας στο “Η Δημοκρατία στο απόσπασμα”) με τον Γεώργιο Παπανδρέου για εφαρμογή της Ένωσης, δεν έχει να ζηλέψει τίποτε από την ανόητη ενέργεια (προκληθείσα πάντως) των δικτατόρων να ανατρέψουν τον Μακάριο.
Αν οι Έλληνες επιστήμονες εκπονούσαν και καμιά διδακτορική μελέτη για τον Μακάριο θα έπαυαν, ίσως, να τον εξυψώνουν τόσο πολύ για να εξάρουν τη δική τους πίστη στη Δημοκρατία!
Ἡ διατήρηση στὴν ἐξουσία τῆς δικτατορίας στὴν Ἑλλάδα ὀφείλεται ἐν μέρει καὶ στὶς παραχωρήσεις πού ἔκανε ἡ δικτατορία στὴν Κύπρο, δηλαδὴ στὴν ἀπόσυρση τὸ 1967 τῆς Ἑλληνικῆς μεραρχίας, τὴν ὁποία ἀπόσυρση ζητοῦσε καὶ ἡ πολιτικὴ ἡγεσία καὶ μεγάλο μέρος τοῦ λαοῦ τῆς Κύπρου, Τούρκων καὶ Ἑλλήνων.
Ἀλλὰ ἡ ἐγκαθίδρυση τῆς δικτατορίας ὀφείλεται ἀποκλειστικῶς στὴν ἀμοιβαία ἐξουδετέρωση, διὰ τῆς ἐμπαθοῦς ἀλληλοφαγωμάρας, τῶν ἄλλων πόλων ἐξουσίας, δηλαδή τῶν μεγάλων συνασπισμῶν πολιτικῶν προσώπων (δέν γράφω «πολιτικῶν κομμάτων», διότι κόμματα δὲν ἧταν), τῶν ἀνακτόρων καὶ τῆς ἀνωτάτης ἡγεσίας τοῦ στρατοῦ. Ἔτσι, ἐπεκράτησε ἡ λιγότερο διαλελυμένη ὁμάδα, συμμορία θὰ τὴν λέγαμε καλύτερα, οἱ κατώτεροι ἀξιωματικοί, πρωτίστως κινουμένη ἀπὸ συνδικαλιστικῆς φύσεως στόχους. Ἐπὶ κεφαλῆς ἀνέδειξαν τοὺς πολιτικωτέρους ἀπὸ τοὺς ἀνωτέρους ἀξιωματικούς, ἀφοῦ οἱ κατώτεροι δὲν μποροῦσαν νὰ συμφωνήσουν νὰ ἀναδείξουν κάποιους ἐξ αὐτῶν πού θὰ τοὺς ὑπάκουαν οἱ ἄλλοι.
Κληρονομιὰ τῆς ἀποτυχίας τοῦ 1964 στὴν Κύπρο πρέπει νὰ ἔμεινε καὶ ἡ διαρκὴς ἔκτοτε τριβὴ μεταξὺ Ἀθηνῶν καὶ Λευκωσίας. Εἰδικῶς γιὰ τοὺς Ἰωαννίδη καὶ Μπονάνο, ἡ ὑπηρεσία τους στὴν Κύπρο στὴν ἐπίμαχο περίοδο πρέπει νὰ τοὺς γέμισε περιφρόνηση γιὰ τοὺς πολιτικοὺς πού πέταξαν στὰ σκουπίδια τὴν εὐκαιρία γιὰ τὴν Ἕνωση, τὴν ὁποία στὰ λόγια ἐξεθείαζαν. Οἱ ὕβρεις ἀπὸ τὸν ὄχλο τῆς Κύπρου κατὰ τῶν Ἑλλαδιτῶν δὲν πῆγαν καθόλου χαμένες …
Ενώπιον παρόμοιων εμβριθών αναλύσεων Ροδίτη και Γεωργάνα δεν έχουμε παρά να κρυφτούμε στην τρύπα μας και να διηγούμαστε ιστοριούλες στην υπόλοιπη οικογένεια μέχρι να περάσει το κακό…
O λαγός και το λιοντάρι
Ο λαγός καθόταν αραχτός στη ρίζα ενός δέντρου. Περνά από κει ο ελέφαντας. “Τι έγινε, λαγέ, πώς πάει;”, ρωτά. “Να, εδώ αραχτός, τρώω, πίνω, ρίχνω και κανένα πούτσο στο λιοντάρι…”. Τ’ ακούει αυτό ο ελέφαντας, παραξενεύεται, κουνάει το κεφάλι του και φεύγει. Αργότερα περνά από κει η αρκούδα. “Τι χαμπάρια, λαγέ, πώς πάει;”. “Να, εδώ αραχτός, τρώω, πίνω, ρίχνω και κανένα πούτσο στο λιοντάρι…”. Κουνάει το κεφάλι της με απορία κι η αρκούδα, φεύγει κι αυτή.
Μια-δυο, έφτασε ο απόηχος στ’ αυτιά του λιονταριού, αγριεύει, πάει και βρίσκει το λαγό. “Γεια σου, λαγέ. Έμαθα περνάς καλά. Πώς πάει;”, ρωτά. Ατάραχος ο λαγός απαντά: “Να, εδώ αραχτός, τρώω, πίνω, λέω και καμιά μαλακία να περάσει η ώρα…”.