Στις Δημοκρατίες της Μπανάνας, οι «πειραγμένες» δημοσκοπήσεις αποτελούν κλασσικό επικοινωνιακό εργαλείο για την διαμόρφωση εικονικού πολιτικού κλίματος προς την μία ή την άλλη κατεύθυνση. Τα ποσοστά που αποδίδονται στα διάφορα κόμματα, δημιουργούν αίσθηση πολιτικής δυναμικής ή αίσθηση μη δυναμικής. Κατασκευάζουν τεχνητά εικόνα εισόδου ή μη εισόδου στην Βουλή. Δίνουν προοπτική βιωσιμότητας σε ψευδο-εναλλακτικές κινήσεις που ευνοεί το σύστημα. Πλαστογραφούν στοιχειώδη λαϊκή στήριξη σε κοινωνικά ανύπαρκτα σχήματα που επαγγέλλονται την ρήξη, ενώ αποτελούν την εγγύηση της παλαιοκομματικής συνέχειας. Εξαφανίζουν, αντιθέτως, από τον προεκλογικό χάρτη, κινήσεις αυθεντικά λαϊκές και αντισυστημικές.
Η διεξαγωγή δημοσκοπήσεων μπορεί να γίνει με τρόπο επιστημονικοφανή και νομότυπο, αλλά ουσιαστικά προδιαγεγραμμένο. Γι’αυτό και, συνήθως, διάφορα κόμματα και πρόσωπα τριτοκοσμικών πολιτικών συστημάτων παραγγέλλουν δύο δημοσκοπήσεις: μία κρυφή που αποτυπώνει την αληθινή εικόνα, και μία “μαγειρεμένη” που δημοσιεύεται γιά να δημιουργήσει εντυπώσεις. Γύρω από αυτήν την μαγειρική, υφαίνεται ο ιστός της προεκλογικής συζήτησης, σε άξονες και κατευθύνσεις που ελέγχει το “σύστημα”. Φυσικά πρόκειται γιά ωμή παραχάραξη της εικόνας της λαϊκής βούλησης.
Αλλά αυτό δεν είναι το μόνο εργαλείο που χρησιμοποιούν οι τριτοκοσμικές ολιγαρχίες γιά να παραμείνουν στην εξουσία (ενδιαφέρουσες, γιά όποιον ενδιαφέρεται να εμβαθύνει, οι σχετικές αναλύσεις του μεγάλου Αμερικανού πολιτικού επιστήμονα Juan Linz). Καθεστώτα που υποδύονται τα δημοκρατικά ενώ στην πραγματικότητα δεν είναι, χρησιμοποιούν τα μεγάλα ραδιοτηλεοπτικά μέσα και τον τύπο γιά να διαμορφώσουν οπτικές απάτες. Διαθέτουν προς τούτο άφθονο “μαύρο χρήμα”, που προκύπτει από την πολιτική διαφθορά, τις υπεξαιρέσεις και τις μίζες. Οπότε, όσοι διαμφισβητούν την εξουσία του κατεστημένου με δημοκρατικές διαδικασίες, προσκρούουν στην αδυναμία τους να διαθέσουν πόρους αντίστοιχους με αυτούς του κατεστημένου.
Υπάρχουν, όμως, και άλλα εργαλεία: οι διεφθαρμένες ολιγαρχίες διδάχθηκαν από τους παλαιούς τροτσκιστές την μέθοδο του εισοδισμού: όποια νέα κίνηση πολιτών εμφανίζεται, γίνεται αμέσως στόχος διείσδυσης προσώπων του κατεστημένου, που επιχειρούν να ελέγξουν ή έστω να “βραχυκυκλώσουν” εκ των έσω την κίνηση αυτή.
Αν και αυτά δεν αποδώσουν, τότε το ολιγαρχικό κατεστημένο καταφεύγει σε πιό επικίνδυνα παιχνίδια: μπορεί να προκαλέσει ελεγχόμενη ή και ανεξέλεγκτη αποσταθεροποίηση, κοινωνική αναταραχή και συγκρούσεις, ή και εθνική κρίση, προκειμένου να “παγώσει”την κοινωνία, να αναστείλει την διαδικασία πολιτικής μεταβολής και να διατηρήσει τον έλεγχο υπό συνθήκες κρίσης.
Σε ακραίες περιπτώσεις, μπορεί να προσφύγει ακόμη και σε διαδικασίες εκτάκτου ανάγκης, αναστολής των κοινοβουλευτικών διαδικασιών και αστυνομικών μέτρων, προκειμένου να μεταθέσει το επίκεντρο της προσοχής και να εμποδίσει την αναπόφευκτη ιστορική εξέλιξη.
Η Ιστορία διδάσκει, βέβαια, ότι παρόμοιες προσπάθειες διεφθαρμένων ολιγαρχικών συστημάτων μόνον να καθυστερήσουν μπορούν την αλλαγή σελίδας. Μπορούν, όμως, να προκαλέσουν ανήκεστο βλάβη στα εθνικά συμφέροντα, με την λογική “αποθανέτω η ψυχή μου μετά των αλλοφύλλων”.
Πάσα ομοιότητα με γνωστά πρόσωπα και πράγματα είναι εντελώς συμπτωματική. Τα παραπάνω αφορούν μακρυνές υπανάπτυκτες χώρες, και αποτελούν απλώς ένα μάθημα πολιτικής επιστήμης του αρθρογράφου στους αναγνώστες του, γιά την θεωρητική τους παιδεία.
Δημοσιεύθηκε στην πρωινή εφημερίδα “Kontra News” την Τρίτη 18.2.2014.
*Ο Μελέτης Η. Μελετόπουλος είναι Διδάκτωρ Οικονομικών και Κοινωνικών Επιστημών Πανεπιστημίου Γενεύης.