Επιπλέον, μία μοναδική ιστορική ευκαιρία έχει εμφανισθεί: η συμμετοχή στην Ευρωπαϊκή Ένωση σήμαινε και την παροχή άφθονου χρήματος με τη μορφή προγραμμάτων και «πακέτων», ώστε να εκσυγχρονισθούν οι παραγωγικές δομές, να υποστηριχθούν νέοι παραγωγικοί κλάδοι, να βελτιωθεί δραστικά η υποδομή και, τελικά, να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για την προσέγγιση στους οικονομικούς δείκτες των προηγμένων χωρών. Χώρες, τις οποίες από την ίδρυση του ελληνικού κράτους τις βλέπαμε σαν πρότυπα και σαν απόμακρους στόχους. Φαινόταν έτσι να δικαιολογείται επί τέλους η επιλογή του νέου ελληνικού κράτους να στραφεί στη Δύση και να τοποθετήσει τις χώρες της Δυτικής Ευρώπης στο βάθρο του προτύπου. Η προσέγγισή μας προς τις δυτικές χώρες και η τελική ένταξή μας στο δυτικό πολιτικό και οικονομικό σύστημα θα μπορούσε έτσι να δικαιολογήσει την εγκατάλειψη του κατά παράδοση ελληνικού πολιτισμού και να αντισταθμίσει, ως ένα σημείο, την απώλεια της ανατολικής διάστασής μας μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή. Η χώρα είχε τότε ένα όραμα που βασιζόταν στην έξαρση της δεκαετίας του 1960 και τις ελπίδες που είχε γεννήσει.
Η κατάσταση οδηγείται νομοτελειακά σε κρίση. Οι δράσεις που επιστρατεύονται για να μας βγάλουν από τα σημερινά αδιέξοδα δεν αναιρούν τα αίτια και βασίζονται πάνω σ’ αυτά. Το σημερινό πολιτικό μας σύστημα δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίσει την κρίση. Πρόκειται για την αρχή μιας κάθαρσης; Και ποιό θα είναι το τίμημα; Οπωσδήποτε, χρειαζόμαστε μία κάθαρση, αλλά και ένα όραμα. .