Ο προπηλακισμός και ο εν συνεχεία ξυλοδαρμός του προέδρου του Τμήματος Φυσικής του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Γ.Τόμπρου μου θύμισε μία παλαιά ιστορία: την δεκαετία του ’60, ο γυιός ενός τακτικού καθηγητή του Μετσόβειου Πολυτεχνείου, σπουδαστής ο ίδιος στο ΕΜΠ και μαθητής του πατέρα του, κάλεσε έναν συμφοιτητή του στο σπίτι του να γευματίσουν και να μελετήσουν μαζί. Μετά το τέλος, λοιπόν, των μαθημάτων, το μεσημέρι, οι δύο σπουδαστές πήραν το λεωφορείο και ανέβηκαν στο Ψυχικό, στην οικία του καθηγητή. Σε λίγο η μητέρα του σπουδαστή (και σύζυγος του καθηγητή) κάλεσε τα παιδιά να κάτσουν στο τραπέζι. «Θα περιμένετε όμως λίγο», τους είπε, «να έρθει ο καθηγητής». Ο ανυποψίαστος νεαρός προσκεκλημένος έμεινε κατάπληκτος. «Θα είναι και ο καθηγητής;», τραύλισε έντρομος. Το θεωρούσε αδιανόητο ότι θα κάτσει στο ίδιο τραπέζι με τον καθηγητή! Περιττό να αναφέρω ότι σε όλη την διάρκεια του γεύματος ο δυστυχής φοιτητής είχε τόσο τρακ που δεν του κατέβηκε μπουκιά!
Η έννοια «καθηγητής» ήταν εκείνη την εποχή απρόσιτη στους κοινούς θνητούς, οι καθηγητές των (λιγοστών τότε) πανεπιστημίων και του Πολυτεχνείου εθεωρούντο κάτι μεταξύ ημίθεου και υπερανθρώπου. Το κύρος τους ήταν τεράστιο, έχαιραν του γενικού σεβασμού, και αυτό φυσικά ήταν το θεμέλιο της συνειδητής πειθαρχίας στην οποία στηρίζεται η λειτουργία όλων των εκπαιδευτικών συστημάτων.
Προ πολλών ετών, στην Θεσσαλονίκη, συζητούσα με τον πρύτανι της εκεί Πολυτεχνικής Σχολής. Μου διεκτραγωδούσε πόσο αυστηροί και αυταρχικοί ήταν οι παλαιοί καθηγητές της δεκαετίας του ’60. Ρωτάω τον πρύτανι: «Πότε τα πανεπιστήμια έβγαζαν καλύτερους επιστήμονες, τότε ή τώρα;». Μου απαντά: «Ασφαλώς τότε». Του λέω: «Άρα οι δικοί σας καθηγητές ήταν καλύτεροι δάσκαλοι απ’ ό,τι εσείς». Έμεινε άναυδος και χωρίς επιχειρήματα.
Πώς έφτασε το Πανεπιστήμιο σε αυτά τα χάλια; Όλοι έχουν ευθύνες. Επί Δικτατορίας ένα μεγάλο μέρος των πανεπιστημιακών καθηγητών έχασε το κύρος του διότι εσιώπησε, ενώ μάλιστα ένα άλλο μέρος συνεργάστηκε με το καθεστώς. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα στην Μεταπολίτευση η εξοργισμένη νεολαία να κατεδαφίσει το κύρος των δασκάλων της, οι οποίοι λόγω ενοχών δεν αντέδρασαν στον εξευτελισμό τους.
Ακολούθησε η επέλαση των δήθεν αντιστασιακών της «Γενιάς του Πολυτεχνείου» στις πανεπιστημιακές έδρες. Οι άνθρωποι αυτοί εξαργύρωσαν τις (ανύπαρκτες και εικονικές στις περισσότερες περιπτώσεις) δήθεν αντιστασιακές τους δάφνες γιά να αποκτήσουν την ιδιότητα του «πανεπιστημιακού». Στα πανεπιστήμια λειτούργησαν ως ιδεολογικοί προπαγανδιστές (διαφόρων εκχυδαϊσμένων εκδοχών του μαρξισμού), ως κομματικοί παράγοντες, ως μέντορες συνδικαλιστών και ως φοιτητοπατέρες. Δάσκαλοι δεν έγιναν ποτέ. Ανέχθηκαν την αντιγραφή, την διακοπή του μαθήματος από κομματικά στελέχη, το «δημοκρατικό πέντε», τις λίστες με τους προακτέους που τους έδιναν τα κόμματα. Ανέχθηκαν την βία και τον εκφασισμό της πανεπιστημιακής ζωής. Σιτίστηκαν από τα περίφημα «ευρωπαϊκά προγράμματα» αντί να εργασθούν σκληρά ως ερευνητές και ως δάσκαλοι. Λειτούργησαν με την λογική της παρέας, και απέκλεισαν από τις τάξεις τους τους σημαντικώτερους Έλληνες επιστήμονες.
Το πρόβλημά τους δεν ήταν να διδάξουν την νεολαία, αλλά να γίνουν κομματικοί παράγοντες, βουλευτές, διοικητές τραπεζών και υπουργοί. Αλλά και ως πολιτικοί απέτυχαν τραγικά, ευθύνονται καίρια γιά την οικονομική και την ηθική χρεωκοπία της χώρας, πολλοί δε ενεπλάκησαν σε υποθέσεις που εξευτέλισαν την πανεπιστημιακή τους ιδιότητα και καταρράκωσαν τον όποιο σεβασμό μπορούσε να έχει απέναντί τους η φοιτητιώσα νεολαία.
Μην απατώμεθα, αυτό που σήμερα στην χώρα μας ακόμα αποκαλείται «ανώτατη εκπαίδευση», δεν έχει καμμία απολύτως σχέση με αυτό που στην Ευρώπη και σε όλον τον κόσμο είναι το Πανεπιστήμιο.
*Ο Μελέτης Η. Μελετόπουλος είναι Διδάκτωρ Οικονομικών και Κοινωνικών Επιστημών Πανεπιστημίου Γενεύης.