Πρώτο θύμα είναι πάντα η αλήθεια. Η γνωστή ρήση για τα θύματα μιας διένεξης δεν κάνει ωστόσο λόγο αν η αλήθεια έχει πέσει θύμα εχθρικών ή φιλίων πυρών. Η απορία του Πιλάτου ωστόσο, τυπικά νίπτοντος τας χείρας του από το επαχθές φορτίο να ορίσει ώστε να διακριβώσει ή διεκδικήσει την αλήθεια, οπωσδήποτε ισχύει περισσότερον από οπουδήποτε αλλού στις διαφιλονικούμενες «αλήθειες» μιας δυσεπίλυτης («intractable») εθνοτικής σύγκρουσης. Ποία η αλήθεια; Και πρωτίστως, τί είναι η αλήθεια; Ήδη, η πιο πάνω φράση έχει διαβρώσει ή (μεταφράζουμε) «καταχάψει» μιαν αλήθεια, αυτή της διεθνούς διάστασης του δικού μας «εθνοτικού», ως εξυπονοείται στην υιοθετημένη πορεία των διαπραγματεύσεων, προβλήματος, την αλήθεια της ξένης εισβολής, κατοχής και υπαρξιακής απειλής κατά του τόπου μας.
Για την ρεαλιστική φιλοσοφική σχολή αυτό που διαφιλονικείται είναι η (μία) αλήθεια της ιστορίας, πάνω στην οποία στηρίζεται η ισχύς των διεκδικήσεων ή δικαίων. «Μία» για εκάστη ίσως των αντιπάλων ομάδων ή εθνοτήτων, μέσα από την οποία κι ερμηνεύεται η σύγκρουση, η οποία άλλωστε ζωοποιεί τις αλήθειες για τα «χωρίς έκαστον των μερών της» με το ιερό αίμα των θυμάτων της. Αλλά πάντως μία. Για την μετα-εγελιανή κονστρουβιστική (μετανεωτερική, αν προτιμάτε) σχολή, δεν υπάρχει παρά η ιστορία της αλήθειας, η αλήθεια όπως εξελίσσεται και μεταλλάσσεται συναρτώμενη προς τις σχέσεις δύναμης που την επηρεάζουν, διαμορφώνουν κι επιβάλλουν. Η αλήθεια μου είναι η δύναμή μου (και θα κατισχύσει, πού θα πάει, έστω με χρόνια με καιρούς) στην πρώτη περίπτωση. “Magna veritas et praevalebit”, με την μεταφυσικά θεολογούσα παραμυθητική προφητικότητα του Δανιήλ. Η δύναμή μου ορίζει την αλήθειά μου, στην δεύτερη, αφού η αλήθεια είναι πάνω από όλα όρισμα των σχέσεων δύναμης. Ο Φουκώ είναι εκεί για να στερεώσει ή δικαιολογήσει, δίνοντας θεωρητικό άλλοθι στους… φουκαράδες. Χονδρικά, ο νικητής γράφει την ιστορία. Στην ματωμένη άμμο αρχικά. Που… τσιμεντώνει το υψωμένο δάκτυλο του ηττημένου, δια της αναγνώρισης και (προσ)υπογραφής της ήττας του.
Ο ηττημένος, λοιπόν; Ο ηττημένος είτε μένει σιωπηλός να γλείφει τις πληγές του περιμένοντας (σε μια κίνηση ανήμπορης αντίστασης κι απαντοχής) η (μία) αλήθεια να κατισχύσει, περίπου εξ εαυτής, μεσσιανικά ή μεταφυσικά – ντετερμινιστικά, στο πλήρωμα του χρόνου. Είτε συμβιβάζεται με την μοίρα του. Κι επιχειρεί να συμφιλιωθεί με αυτή για να βρει μια θέση να ζήσει στον κόσμο που εν πολλοίς διαμορφώνουν οι αλήθειες του νικητή. Και να συμφιλιωθεί τελικά με τον νικητή και τις αλήθειές του, σ’ ένα νέο πλαίσιο, μια «νέα τάξη» πραγμάτων που ορίζουν κι αναδιαμορφώνουν οι νικητές και η δύναμή τους.
Η συμφιλίωση, με αυτή την έννοια, συνεπάγεται ή προϋποθέτει την μερική ή ολική εγκατάλειψη της αρχικής αλήθειας πάνω στην οποία ο ηττημένος στήριξε τον χαμένο του αγώνα. Κι είναι πιο γνήσια ή έχει ελπίδες διάρκειας αν ο χαμένος ασπαστεί και την αντίληψη ότι δεν υπήρξε ποτέ η μία αλήθεια του. ‘Οτι η αλήθεια είναι κάτι ευρύτερο και πιο πρωτεϊκό, θέμα ερμηνείας, μακράν των αρχικών μυθοποιήσεων, χωρώντας και την αντίθετη άποψη κι αλήθεια ή όραμα του κόσμου, «world vision», του νικητή. Γιατί, όπως και στην μετά το 1974 Κύπρο, η κατάλυση των μέχρι τούδε «μύθων» απορρέει από την ήττα, με την απόδοση ευθυνών μάλιστα σε αυτούς, τους «εθνικιστικούς» μύθους, για αυτή. Η «απορία» για την ιστορία προέρχεται μεγάλως από το «άπορον», την ματαίωση των ευκταίων δρόμων. Την περιγράφει το Αισχύλειο «απόλεμος όδ’ ο πόλεμος, άπορα πόριμα».
«The Use and Abuse of History»
Αλήθεια οσμωμένη από την οσμή της αφήγησης του νικητή, λοιπόν. Έχει επιτευχθεί η ιδεατή επίλυση της σύγκρουσης με την «μεταλλαγή» των όρων της στην αντίληψη των συγκρουομένων, «conflict transformation». Μια ριζική και βιώσιμη επίλυση, ευαγγελίζεται η θεωρία της επίλυσης διαφορών, δεν διαβάζεται από τους συνδιαλλαγέντες με όρους νικητή και ηττημένου, αλλά με αυτούς των εταίρων (να προσεχθεί η αποφυγή του ακανθώδους «συνεταίρων») σε ένα κοινό όραμα για ένα αμοιβαίο μέλλον ειρήνης κι ευημερίας. Όταν προέχει στην επίλυση όχι τί εχώριζεν αλλά τί θα ενώσει, τί από κοινού οι αντίπαλοι μπορούν να οραματισθούν και διεκδικήσουν. Sounds nice?
Κι ας μας λένε τα ίδια τα σεμινάρια της «οικοδόμησης ειρήνης», peace building, στα οποία προστρέχουν ξελιγωμένα τα καριερούδια μας, ότι η επίλυση της διαφοράς κι η οικοδόμηση της ειρήνης απαιτούν την ικανοποίηση των «ψυχολογικών αναγκών» κι ανησυχ
ιών των εμπλεκομένων. Και πρώτιστες ανάγκες ανάμεσά τους είναι οι «υπαρξιακοί» φόβοι της «ταυτότητας» και της «ασφάλειας». Όπερ δηλοί, θέλουμε να συνεχίσουμε να είμαστε αυτό που είμαστε, εθνοτικά και κοινωνικά, αλλιώς απλά δεν είμαστε. Κι εγώ, πείτε με εθνικιστή, το εννοώ ως Έλληνες. Αυτό δηλαδή που «μας» διαγράφει με την γαμολάστιχα της η επαναγραφή κι απο-εθνικοποίηση της ιστορίας μας.
Τα ίδια τα εγχειρίδια της «επίλυσης διαφορών» που τόσο μελέτησαν οι Ηρακλείδες της νεο-ιστορίας μας, το αποκαλούν αυτό «ήπια ασφάλεια», (soft security). Κι εξηγεί την εμμονή μας (ανώριμη και ιδιοτελή, μας λένε οι ανίστορες νεο-ιστορικοί μας), να κρατήσουμε αυτή την ταυτότητα των μύθων μας. Ναι, των μύθων κύριοι. Το λένε και μεγάλοι κλασσικοί ιστορικοί, όπως ο M.I. Finlay (στο «The Use and Abuse of History» – Ghatto&Hindus 1975 ), πρώτη ανάγκη και πρώτος εμφανίστηκε στην ελληνική ιστορία ο ταυτο-ποιός μύθος κι ύστερα η κριτική ιστορία. Πρώτος και κυριώτερος το «σχολείον Ελλάδος», ο Όμηρος κι ο Αισχύλος κι ο Πίνδαρος κι ύστερα ο Θουκυδίδης κι ο Τρικούπης κι ο Παπαρρηγόπουλος. Ή, η… Σία Αναγνωστοπούλου. Η γνώση της ιστορίας σαν περιφρούρηση της ταυτότητας, σαν εθνικός φρονηματισμός, που εξοβελίζουν οι «πλατφόρμες» των επαναπροσεγγιστών διδασκάλων μας. «The Use and Abuse of History» τιτλοφορεί το βιβλίο του κι ο Marc Ferro (Routledge and Kegan Paul, 1984), καταπιάνοντας να αφηγηθεί την ιστορία των αποικιοκρατούμενων λαών με όρους δικούς των, έξω και προ των αφηγήσεων των Δυτικών αποικιοκρατών. Iστορίες που τα παιδιά πρωτομαθαίνουν σαν γονικές ημι-μυθικές αφηγήσεις εθνικού φρονηματισμού.
Υπαρξιακού λοιπόν χαρακτήρα η «ήπια» ασφάλεια που παραδέχεται η επίλυση διαφορών αλλά άκριτα κατ-ήπιαν οι «κριτικοί» νεο-ιστορικοί μας. Γιατί το «δεν θα περάσουν αντουφέκιστοι» του Παπαφλέσσα στο Μανιάκι και το «εγώ γραικός γεννήθηκα», όσο ιστορικά διαπιστωμένα και γεγονοτικά κι αν είναι έχουν μυθική αξία, σαν αξιακοί οροδείκτες της εθνικής ταυτότητας, δίπλα στο «μολών λαβέ» του Λεωνίδα και το «εν δε φάει και όλεσον» του Αίαντος. Μαθαίνουμε ποιοί είμαστε για να είμαστε αυτοί που μαθαίνουμε. Κι είναι αυτά τα τουφέκια, λίγα έστω αλλά όχι λιγότερον περήφανα («κορδωμένα» τα είπεν κάποιος έτοιμος να τα αφανίσει) αυτά που μέσα από την μέριμνα για την ασφάλεια μας οικοδομούν και «το ελεύθερον και το εύδαιμον», που εξυμνούσε σαν ελληνική αρετή, ταυτότητα των ελεύθερων πολιτών της πόλης του, ο Περικλής στον Επιτάφιο. Τα λιγοστά αλλά περήφανα «τουφέκια των Κρητών» στα οποία απέδιδε την ελευθερία τους ο κωμικός Σουρής διακωμωδώντας τους ανιστόρητους πολιτικούς και, πρωθύστερα, τους ακόρδωτους Κορδάτους πολιτικούς και πολιτικάντηδες.
Λύση μετά λύσσης
Λύση που, δια στόματος ακόμα και του Ερντογάν στο (μπ)Ανανόφιλο Μπούργκενστοκ, είναι (λέει) ‘win win’ συμβιβασμός. Οι νικητής δηλούται εν μέρει και συνηττημένος, που ωστόσο προσβλέπει στο θετικό άθροισμα του συμβιβασμού του για να θεωρήσει την επίλυση της διαφοράς κερδοφόρα και βιώσιμη. Ως ελπιδοφόρα, δηλαδή, για ένα μέλλον καλύτερο από την συνέχιση μιας διένεξης που δεν μπορεί να καθυποτάξει πλήρως τον αντίπαλο και να τον αφανίσει ως τέτοιο, μια Καρθαγίνεια δηλαδή ειρήνη που κτίζει την Pax Romana πάνω στην κατεστραμμένη πόλη της Carthago delenda και τα αλατισμένα στέρφα πια χωράφια του Αφρικανού ηττημένου. Αλλά μια φωτισμένη ειρήνη του Appomatox, όπως δηλαδή η ειρήνη που πρόσφεραν το 1865 οι νικητές Βόρειοι στους ηττημένους και καθυποταγμένους Νότιους στον Αμερικανικό Εμφύλιο, προσκαλώντας τους, με την επιστροφή των μουλαριών κι αλόγων τους, να συμμετάσχουν σε ένα κοινό μέλλον (αμερικανικής, oops!) ακμής κι ευημερίας.
Όμορφο, ιδεατό σενάριο. Αλλά ποιός το έχει γράψει; Κι όπως θα ερωτούσε και πάλι, αναδραστικά (reflexively) περισσότερον παρά αντιδραστικά, ο Φουκώ, ποιός κερδίζει περισσότερο από αυτό; Αλλά είπαμε. Αν παύσουμε να βλέπουμε ποιός ηττάται, θα παύσουμε να βλέπουμε και ποιός και τί κερδίζει.
Συνταγή λοιπόν λύσης. Που ακολουθείται πιστά, και εορτάζεται κι από τον προσηνή φίλιο, κομματικό Τύπο. Λύση μετά λύσσης. Συνταγή που ακολουθούμε κατά βήμα. Βήματα, βήματα. Με μεγαλύτερη σπουδή εμείς. Και ταχύτητα κι ευλυγισία. Κι ας είναι σαφώς επικίνδυνο έως αυτοκτονικό να προχωρά πιο γρήγορα αυτός που είναι κοντίτερα στον γκρεμό.
Πέντε βήματα για την λύση. Κι ας είμαστε τέσσερα βήματα από τον γκρεμό. Το ξέρουν και κρυφογελούν όσοι μας μιλούν για τις «πραγματικότητες επί του εδάφους». Κι εμείς θα το συνειδητοποιήσουμε όταν χάσουμε το έδαφος. ‘
Οχι μόνο στον χάρτη αλλά κάτω από τα πόδια μας.
.
2 comments
Τα πράγματα δεν αλλάζουν, εάν δεν αλλάξουνε οι άνθρωποι!
Φαντάζομαι imago δεν το εννοείτε με την ιδεαλιστική έννοια των κονστρουκτιβιστών. Ότι δηλαδή οι αντιλήψεις κατασκευάζουν τα πράγματα και πρέπει να αποδεχθούμε το εύπλαστο των πρώτων και κατά συνέπεια των πραγμάτων όπως αυτές τα δηλούν. Παραπομπή στο θεραπευτικό της πραγματικότης στωϊκό δόγμα του «άρον την υπόληψιν, ήρθαι το βέβλαμμαι, άρον το βέβλαμμαι, ήρθαι η βλάβη», Παίξτε με τις αντιλήψεις, χάστε τις υπολήψεις, όσο θέλετε, ο ισυνέπειες όμως είναι πραγματικές και δεν αίρονται αυτές. Γίνονται, πώς μας το υπενθυμίζουν οι Τούρκοι, «πραγματικότητες επί του εδάφους».