Γράφει ο Δημήτρης Παράξενος
Στη Ζωή εν τάφω διαβάζουμε τα απομνημονεύματα ενός Έλληνα στρατιώτη που πολέμησε στον Α’ παγκόσμιο πόλεμο ενάντια στις βουλγαρικές δυνάμεις μαζί με τους δυτικούς Συμμάχους. Ήδη από την αρχή μαθαίνουμε ότι σκοτώθηκε, γεγονός που δίνει μια θλιβερή αίσθηση στην ιστορία.
Το έργο διακρίνεται από το συνδυασμό του ρεαλισμού με το λυρισμό, τις εκπληκτικές περιγραφές και την ανεξάντλητη ποικιλία των περιστατικών.
Ο ρεαλισμός έγκειται ιδίως στην περιγραφή του πολέμου στα χαρακώματα, όπου οι στρατιώτες ζουν σαν ποντίκια, μέσα στη βρωμιά, το σκοτάδι και την υγρασία. Δράση υπάρχει ελάχιστη αλλά η αναπαράσταση μιας νυχτερινής σύγκρουσης, όπου κανείς δεν έβλεπε τίποτα, ήταν μοναδική. Έχετε υπόψη ότι ο Μυριβήλης πολέμησε ο ίδιος. Ο λυρισμός διαπνέει τις περιγραφές της φύσης, που είναι ολοζώντανες και εντυπωσιακές. Επίσης, χαρακτηρίζει τον τρόπο που αναπτύσσονται οι σχέσεις του ήρωα, πρωτίστως με την κοπέλα του. Θυμάται τις όμορφες στιγμές που πέρασαν και ελπίζει να γυρίσει κοντά της. Όμως ακόμη και αναπάντεχα γεγονότα, όπως όταν ένας Βούλγαρος στρατιώτης τραγουδάει τη νύχτα σε μια ανάπαυλα τόσο μελωδικά και πονεμένα που ακόμη και οι Έλληνες τον ακούν μαγεμένοι, βγάζουν ένα υπέροχο συναίσθημα. Επίσης, ο συγγραφέας επινοεί συνέχεια νέα περιστατικά, όπως η σύντομη συνάντηση των Ελλήνων στρατιωτών με μερικούς Ρώσους, το ανέλπιστο άνθισμα μιας παπαρούνας στα χαρακώματα ή η περίθαλψη και φιλοξενία του από μια ξένη οικογένεια. Υποθέτω ότι πολλά από αυτά τα άκουσε ή τα έζησε ο ίδιος, πάντως ο τρόπος που τα αναπαριστά είναι συναρπαστικός.
Το βιβλίο αποτελεί έναν ύμνο στην αγάπη, που επιβιώνει μέσα στη φρίκη του πολέμου και δίνει νόημα στην ύπαρξη. Ο έρωτας του στρατιώτη για την κοπέλα του, η φιλία που τον δένει με άλλους ανθρώπους, ο θαυμασμός του προς τη φύση, η αφοσίωση στην πατρίδα του συγκρούονται σφοδρά με τη σκληρή, αδυσώπητη πραγματικότητα, ωστόσο δε χάνονται και μένουν ως κληρονομιά σε όσους τον γνώρισαν.
Η Ζωή εν τάφω δεν είναι απλά ένα αντιπολεμικό έργο αλλά ένα μυθιστόρημα για όλα εκείνα τα πράγματα που ο Έλληνας εκτιμούσε και προστάτευε. Είναι διαχρονικό και ταυτόχρονα παράθυρο σε μια χαμένη εποχή.