Monday 30 September 2024
Αντίβαρο
Διεθνή

Τα θολά Βασίλεια των ιδεολογιών και η διαδικασία ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης

Περιεχόμενα της εισήγησης που προετοιμάστηκε με την ευκαιρία του συνεδρίου

(Πιο κάτω παρατίθεται μόνο το προφορικό κείμενο όπως παρουσιάστηκε στο συνέδριο στις 16.5.2008. Το τελικό κείμενο της εισήγησης, η οποία τελικά επεκτάθηκε, θα δημοσιευτεί αφού οριστικοποιηθεί)

Δημοκρατία, Διανεμητική Δικαιοσύνη και Κυριαρχία,

Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων Παντείου Πανεπιστημίου 16-17.5.2008, Ζάππειο Μέγαρο

Ευρωπαϊκή και Παγκόσμια Πολιτική Κουλτούρα


——————————————————————————————————

Προφορική Παρέμβαση: Τα θολά βασίλεια των ιδεολογιών και η διαδικασία ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.

———————–

1. Ο αλληλένδετος χαρακτήρας του Πολιτικού και Κοινωνικού γεγονότος και οι ποικίλες εκδοχές της διακυβέρνησης

1.1. Μακροϊστορικές τάσεις, οντολογία-ανθρωπολογία και η σχέση Κοινωνικού-Πολιτικού

1.2. Διεθνής διακυβέρνηση

1.3. Ηγεμονική διακυβέρνηση

1.3. «Παγκόσμια διακυβέρνηση»

1.4. «Διεθνική διακυβέρνηση»

1.5. Ευρωπαϊκή διακυβέρνηση

2. Ανθρωπολογική διαίρεση, διεθνές δίκαιο και διεθνής διακυβέρνηση

3. Το κοινωνιοθεωρητικό ζητούμενο – επιστημολογικές και επιστημονικές απογειώσεις

4. Δικαιοσύνη, ιστορικοπολιτικές πτυχές και ευρωπαϊκή διακυβέρνηση.

5. Δημοκρατία και ελευθερία

6. Ευρωπαϊκή ολοκλήρωση στις συμπληγάδες αδιέξοδων θεωρήσεων.

7. Αντι-ηγεμονισμός: Μια εμπειρικά επαληθευμένη κοσμοθεωρία της διαδικασίας ευρωπαϊκής πολιτικής ενοποίησης

Πίνακες

Εκκρεμές Watson

Ηθική κρίση περί τα διεθνή – το έθνος-κράτος ως θεσμός ελευθερίας

Προφορική Παρέμβαση

Τα θολά βασίλεια των ιδεολογιών και η διαδικασία ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.

Σημείωση: Η προφορική παρέμβαση παρατίθεται χωρίς υποσημειώσεις και σε παραπομπές. Θα παρατεθούν στην εισήγηση που οριστικοποιείται και θα αναρτηθεί σε εύθετο χρόνο.

Η κοινωνικοθεωρία και τα κοινωνικοοντολογικά γεγονότα τις τελευταίες δεκαετίες κινούνται σε πορείες αντίθετες. Στο θολό και μπερδεμένο βασίλειο της κοινωνικοθεωρίας κυριαρχεί ο μεταφυσικός λόγος και η πολιτική θεολογία.

Ερήμην των επιστημολόγων και των επιστημόνων ή καλύτερα παρά τις θεωρίες τους, τα κοινωνικοοντολογικά γεγονότα σμιλεύουν αδιάλειπτα την συλλογική ετερότητα μιας έκαστης κοινωνίας.

Συγκροτούν ανθρωπολογικά συστήματα που περιστρέφονται γύρω από την πολιτική κυριαρχία, έχουν ως προσανατολιστική κοσμοθεωρία την εθνική ανεξαρτησία, εμπλουτίζουν διαρκώς τους πολιτισμούς τους, διαμορφώνουν πολιτικό πολιτισμό και πολιτικές κουλτούρες και κτίζουν καθημερινά ηθικοκανονιστικές δομές και συμβατά με αυτές συστήματα διανεμητικής δικαιοσύνης. Δημιουργούν, επίσης, θεσμούς διεθνούς διακυβέρνησης.

Το Πολιτικό γεγονός σε οποιαδήποτε επίπεδο και αν νοηματοδοτηθεί απαιτείται να είναι συμβατό με το υποκείμενο ανθρωπολογικό υπόβαθρο. Αυτό δεν σημαίνει ότι κάτι τέτοιο είναι εύκολο ή ότι στο παρελθόν αυτός ήταν ο κανόνας και όχι η εξαίρεση. Αυτή η συμβατότητα είναι κάτι που κερδίζεται καθημερινά: Μετά την παρακμή του ώριμου ανθρωποκεντρικού κοσμοσυστήματος της κλασικής εποχής κυριάρχησαν μακραίωνοι αυτοκρατορικοί ανταγωνισμοί.

Η ύστερη εποχή σηματοδοτείται από την κατάλυση αυτών των αυτοκρατοριών και την πορεία προς μια πιο ραγδαία προσαρμογή των πολιτειακών δομών στο κοινωνικό περιβάλλον. Στην ευρωπαϊκή περιφέρεια, εν τούτοις, έχουμε ένα ιστορικοπολιτικό παράδοξο. Κατά την διάρκεια της ύστερης εποχής, διαμέσου γενοκτονιών, θρησκευτικών πολέμων, μετακινήσεων πληθυσμών και εθνοκαθάρσεων, συντελέστηκε μια εθνική-κρατική ανθρωπολογική ενότητα και εθνικές-κρατικές φιλοσοφικές παραδοχές που στην συνέχεια διαδόθηκαν και στον υπόλοιπο κόσμο.

Εν τούτοις, μετά από δύο αιματηρούς πολέμους μεταβαίνοντας στην ύστερη εποχή επιχειρήθηκε μια εθελούσια αντιστροφή του κοινωνικοπολιτικού γίγνεσθαι. Κύρια προσδοκία των νεολειτουργιστών αρχιτεκτόνων, πάντως, όπως το έθεσε αρχικά με ενάργεια ο Ernst Hass, ήταν «η μετατόπιση πίστης, νομιμοφροσύνης, εξουσιών και προσδοκιών από το εθνικό στο υπερεθνικό για την δημιουργία μιας νέας πολιτικής κοινότητας». Επιτρέψτε μου να σκιαγραφήσω αυτό που ακολούθησε:

1ον) Για να επιτευχθεί μια νέα κοινωνικοπολιτική ανθρωπολογία κατασκευάστηκαν στενόχωροι θεσμοί εξυπηρέτησης αναγκών ωφελιμιστικού χαρακτήρα στο εσωτερικό των οποίων επιχειρείται να στριμωχθεί και να χωρέσει η απέραντη ατομική και συλλογική ανθρώπινη ετερότητα. Ανεξαρτήτως πολιτικών προθέσεων, παραμένει το γεγονός πως αυτοί οι πειραματικοί θεσμοί δεν προσδιορίστηκαν κοινωνικοπολιτικά. Αναμφίβολα, με σκοπό την ειρήνη, οι νεολειτουργιστές δρομολόγησαν την παραγωγή μιας νέας ευρωπαϊκής υπερεθνικής ανθρωπολογίας.

2ον Αν και σε αντίθεση με άλλα ανάλογα διεθνιστικά εγχειρήματα, η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση χαρακτηρίζεται από τον εθελούσιο χαρακτήρα της, η νεφελώδης eurocivitas maxima δεν ήταν νέα ιδέα. Γι’ να κατανοήσουμε τις σημερινές υποκείμενες αντιφάσεις του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, καλό είναι να υπενθυμίσουμε τις καταβολές της.

Οι ιδεολογικές ρίζες της civitas maxima βρίσκονται στην αφετηριακή αρχαϊκή αντι-μεταφυσική νεοτερική φάση, όταν, ενάντια στην Υπερεμπειρική Θεοκρατία της Ρώμης αντιπαρατέθηκε μια εξίσου Υπερεμπειρική αντι-Αριστοτελική θεώρηση του Πολιτικού και του Κοινωνικού, με μαθηματικούς περίπου όρους. Ίσαμε τις ακραίες συνέπειές της αυτή η τάση, μεταπολεμικά, νεκραναστήθηκε με την μορφή των λειτουργικών και νεολειτουργικών θεωριών επιζητώντας μια εθελούσια ευθανασία για το έθνος-κράτος που η ίδια δημιούργησε. Η κύρια λειτουργιστική παραδοχή ήταν ότι, το νέο ανθρωπολογικό περιβάλλον και η ελιτιστική πολιτική διακυβέρνησή του θα επιτυγχανόταν στο εσωτερικό μιας σχεδόν αμιγούς υλικής-ωφελιμιστικής θεσμικής και νομικής νομοτέλειας. Όμως, όπως μας θύμισε ο Martin Wight σε αναφορά με τις ιδέες της civita maxima, ο επαναστατισμός πάντοτε παραμονεύει, και, όταν ανακύπτει το ζήτημα της συμμόρφωσης, οδηγούμαστε σε πολιτικά εκρηκτικές καταστάσεις. Στην Ευρώπη δεν είχουμε κάτι τέτοιο, ακόμη, παρά μόνο τις εκρήξεις θυμού του Προέδρου Ντε Γκολ την δεκαετία του 1960, τον συμβιβασμό του Λουξεμβούργου, την καθιέρωση ομόφωνων ή συναινετικών αποφάσεων ως modus vivendi, και κυρίως, την επικράτηση μιας εύθραυστης αντι-ηγεμονικής αντίληψης ισότιμων σχέσεων μεταξύ των κυρίαρχων κρατών-μελών που εμπεδώνεται από την ομοφωνία και τις συναινετικές αποφάσεις.

Προς τα που οδηγούμαστε λοιπόν; Προς μια νέα υπερεθνική ανθρωπολογία; Ή προς ένα λίγο πολύ σταθερό διακρατικό δημόσιο χώρο προικισμένο με ένα σύνθετο και πυκνό πλέγμα διακυβερνητικών θεσμών εντολέων των υπερεθνικών θεσμών; Δεν συμφωνώ με τον Andrew Moravscik όταν έγραψε το 1998 πως η διαδικασία ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης είναι ένα αίνιγμα. Το τελικό προϊόν είτε θα είναι μια υπερεθνική ολοκλήρωση προικισμένη με υπερεθνική ανθρωπολογία είτε θα είναι ένα σύστημα θεμελιωδώς διακρατικό. Οτιδήποτε ενδιάμεσο θα είναι, όπως συχνά διαπιστώνεται, πηγή ανορθολογισμού, αναποτελεσματικότητας και σε φάσεις μεγάλων διεθνών κρίσεων πιθανής αστάθειας. Και αυτό είναι πολύ σοβαρό ζήτημα για να απαντηθεί με ιδεολογικούς όρους. Απαντάται με το να κατανοήσουμε το θεμελιώδες ανθρωπολογικό υπόβαθρο πάνω στο ποίο εδράζονται οι υπερεθνικοί θεσμοί.

Κατ’ αρχάς, οι άνθρωποι συμμορφώνονται και λειτουργούν πολιτικά στο εσωτερικό μιας κανονιστικής δομής όχι μόνο για λόγους υλικούς αλλά και για λόγους πνευματικούς. Όσο η ανθρώπινη φύση παραμένει όπως την γνωρίζουμε εδώ και χιλιάδες χρόνια, δεν μπορούμε να αποφύγουμε το γεγονός ότι εμπεριέχει όχι μόνο ύλη αλλά και πνεύμα. Και αν αυτό είναι αληθές, τότε οι πνευματικές ιδιότητες του ανθρώπου θα παραμείνουν ζωντανές και διαμορφωτικές των κοινωνικοντολογικών γεγονότων και των ηθικοκανονιστικών εποικοδομημάτων. Εκτός και αν ο άνθρωπος εκφυλιστεί και εκμηδενιστεί ως ύπαρξη, ποτέ δεν προσαρμόζεται σε ποσοτικοποιημένες και μαθηματικοποιημένες ιδεολογικοπολιτικές κατασκευές.

Στα θολά βασίλεια των ιδεολογιών και των τεχνόμορφων, οικονομικιστικών και εν γένει υλιστικών θεωρητικών κατασκευών του Κοινωνικού και του Πολιτικού, συμπυκνώνονται μεταμφιεσμένες αξιώσεις ωμής ισχύος αλλότριες με την ελεύθερη φύση του ανθρώπου, τις οποίες τελικά ο άνθρωπος αντιδρά και απορρίπτει.

Ο «λόγος» από μόνος του –για να αναφερθώ και αντικρούσω τον Χάμπερμανς– δεν έχει οντολογική αναφορά. Ο «λόγος» αναφέρεται σε μια στέρεα κοινωνικοπολιτική δομή και νομιμοποιείται από οντολογικά θεμελιωμένες κοινωνίες και όχι από κατασκευές της επιστημολογίας, της θεωρίας και των πάντοτε ρηχών και επίπλαστων διεθνιστικών ιδεολογικών κατασκευών. Αν υπάρχει κάτι που έπρεπε να κατανοήσουμε πλήρως τους 5 τελευταίους αιώνες είναι ο αδιέξοδος και απρόσφορος χαρακτήρας των τεχνόμορφων νοητικών κατασκευών που αποσκοπούν να διχοτομήσουν το (πνευματικό) Εκείθεν από το (αισθητό) Εντεύθεν.

Κυρίως, με το να καταπολεμήσουν την μεταφυσική ως πνευματικό αποκούμπι και ως πηγή ηθικών αξιών. Απώτερος σκοπός των αντι-μεταφυσικών παραδοχών της συνεπούς νεοτερικής φιλοσοφίας ήταν και συνεχίζει να είναι η πνευματική διχοτόμηση του ανθρώπου ούτως ώστε να δημιουργηθεί μια υλική δημόσια σφαίρα και μια ιδιωτική σφαίρα, στην οποία, ο άνθρωπος μπορεί να είναι ότι θέλει, κατά προτίμηση όμως υλιστής και συμφεροντολογικά ωφελιμιστής. Διχοτομείται έτσι το πνεύμα από την ύλη ούτως ώστε τα πρωτεία της ανθρωπολογικής διαμόρφωσης και των λειτουργιών του δημόσιου νομικού και θεσμικού χώρου να συντελούνται υλιστικά και ωφελιμιστικά. Το ζητούμενο λοιπόν είναι μια δημόσια σφαίρα ιδιωτική, υλιστική και ωφελιμιστική, και αυτή είναι η βαθύτερη και συνεπέστερη αλλά ελαττωματική παραδοχή των λειτουργιστικών θεωριών. Μια τέτοια διχοτόμηση των πνευματικών από τα αισθητά, αν και συνήθης στις ιδεολογικές κατασκευές διεθνιστικού χαρακτήρα, αποδεδειγμένα είναι μια κατασκευή πολιτικά επικίνδυνη.

Για να παραφράσω μερικούς ακόμη εσφαλμένους επιφανείς φιλοσόφους, για τους περισσότερους ανθρώπους ο «Θεός δεν πέθανε» ούτε είναι η θρησκεία το «όπιο των λαών». Η μεταφυσική είτε ως αριστοτελική φιλοσοφική ενόραση πέραν και υπεράνω της φύσης είτε ως απλή θρησκευτική πίστη ή θεολογικός λόγος, είναι, φαίνεται, μια προαιώνια ιδιότητα της ανθρώπινης φύσης και της ανθρωποκεντρικής πολιτικής διαμόρφωσης που δεν ξεριζώνεται και δεν παραμερίζεται.

Αν αυτές οι εκτιμήσεις είναι ορθές, το σωστό θα ήταν να επανέλθουν οι Αριστοτελικές κοινωνιοκεντρικές αντιλήψεις του Κοινωνικού και του Πολιτικού στο στοχαστικό και πολιτικό προσκήνιο. Μόνο έτσι μπορεί κανείς να σκεφτεί με πληρότητα το Κοινωνικό, το Πολιτικό, την διανεμητική δικαιοσύνη και την διακυβέρνηση των ανθρώπων. Δηλαδή, νοηματοδοτημένα, όχι ως ευθύγραμμες τεχνόμορφες κατασκευές, αλλά ως ένα εποικοδόμημα κοινωνικοντολογικών διαμορφώσεων που ζυμώνονται μέσα σε διαρκή αισθητή και ταυτόχρονα πνευματική δίνη που στροβιλίζεται στο υπόβαθρο κάθε κοινωνικοπολιτικού συστήματος και παράγει κοχλάζουσες στοιχειακές δυνάμεις. Δυνάμεις απαραίτητες για την συγκρότηση και την ζωντάνια του Κοινωνικού και του Πολιτικού και οι οποίες, όταν βρίσκονται σε συμβατότητα και αρμονία τότε το Πολιτικό είναι σταθερό και αναπτυσσόμενο και vice versa.

Οι ιδεολογίες των Νέων Χρόνων, για παράδειγμα, σε όλες σχεδόν τις εκδοχές και αποχρώσεις, αποτελούσαν ηγεμονικές αξιώσεις ισχύος και κυριαρχίας που επιδίωκαν να εκπληρώσουν τους σκοπούς τους με το να διαχωρίζουν τα βαθύτερα νοήματα της ανθρώπινης ύπαρξης από τις αισθητές ανάγκες και με το να προτάσσουν υλιστικά πρότυπα ζωής και κοινού βίου. Αυτές οι μονοσήμαντες ανθρωπολογικές νοηματοδοτήσεις ήταν και η κύρια αιτία των πιο φρικτών ανθρώπινων κακουχιών που η ανθρωπότητα πλήρωσε με εκατόμβες.

Οι πιο γνωστές περιπτώσεις είναι του διεθνιστικού φιλελευθερισμού στην Βόρειο Αμερική, της ιστορικοϋλιστικής εσχατολογίας και του αποτρόπαιου ναζισμού-φασισμού. Η σύγχρονη κοινωνική θεωρία, εν τούτοις, αντί να αναζητά τα αίτια των εθνικιστικών και ηγεμονικών ακροτήτων στα αδιέξοδα των αντι-πνευματικών νοηματοδοτήσεων της νεοτερικότητας αναζητεί λύσεις που ξεριζώνουν από την δημόσια σφαίρα βασικές πνευματικές ιδιότητες του ανθρώπου. Έτσι ο άνθρωπος θεωρείται ως ένα περίπου λειτουργικό εργαλείο μεγιστοποίησης της υλικής ωφέλειας και ως άτομο απέραντα κινητικό, συνδυάσιμο και έλλογα αντικαταστάσιμο.

Η ορθολογικότητα του ατόμου είναι εξάλλου προγραμματικά-κανονιστικά προδιαγεγραμμένη από τα πολιτικά ελίτ ή ακόμη και από εξωπολιτικούς επιστημολόγους. Έτσι, στις λειτουργιστικού χαρακτήρα κατασκευές του Πολιτικού επιχειρείται να επιτευχθεί ο εξορθολογισμός της ανθρώπινης συμπεριφοράς μέσω μιας μηχανοποιημένης ανθρωπολογίας, η οποία αφορά πνευματικά απροσδιόριστα άτομα ενός τεχνόμορφου κοινωνικοπολιτικού συνονθυλεύματος που εν τέλει είναι ασύμβατο με τις υποκείμενες κοινωνιοκεντρικά διαμορφωμένες ιστορικές ανθρωπολογικές δομές.

Είναι γι’ αυτούς ακριβώς τους λόγους που παγκόσμια και ευρωπαϊκή πολιτική κουλτούρα δεν μπορεί να υπάρξει παρά μόνο ως νοητική κατασκευή. Διεθνής και ευρωπαϊκή διακρατική πολιτική κουλτούρα σίγουρα υπάρχει. Αναπτύσσεται και διαπλάθεται στο πλαίσιο της διεθνούς κοινωνίας όπου κύριοι δρώντες είναι οι αντιπρόσωποι των κυρίαρχων κοινωνιών. Συνεπακόλουθα, παγκόσμια ή ευρωπαϊκή υπερεθνική διακυβέρνηση δεν υπάρχει εκτός και αν υπήρχε μια παγκόσμια ή ευρωπαϊκή κοινωνία και μια παγκόσμια ή ευρωπαϊκή κυβέρνηση παγκόσμια ή αντίστοιχα κοινωνικοπολιτικά πανευρωπαϊκά νομιμοποιημένη. Κατά βάση, οι διεθνείς θεσμοί προσφέρουν τον μόνο αποτελεσματικό και νομιμοποημένο τρόπο διεθνούς διακυβέρνησης.

Συχνά, βεβαίως, η διεθνής διακυβέρνηση είναι ατελής ή ηγεμονική. Σε κάθε περίπτωση, μεταξύ των διεθνών θεσμών και των ειρηνικών συναλλαγών παρεμβάλλονται πλήθος αιτιών πολέμου τα οποία αν και προνομιακό επιστημονικό μου πεδίο δεν είναι του παρόντος να επεκταθώ. Απαιτείται, εν τούτοις, όταν κανείς συζητεί ζητήματα διακυβέρνησης πέραν του έθνους-κράτους να γνωρίζει επαρκώς τα αίτια πολέμου.

Η ευρωπαϊκή διακρατική διακυβέρνηση, τώρα, είναι αναμφίβολα το πιο αναπτυγμένο, θεσμικά εμπεδωμένο και σίγουρα το πιο εξεζητημένο σύστημα διακρατικών ρυθμίσεων. Θεμελιώδες πρωταρχικό χαρακτηριστικό της, βεβαίως, είναι η σχέση εντολέα και εντολοδόχου μεταξύ κρατών και ευρωπαϊκών θεσμών. Για να το θέσω διαφορετικά, όπως καθημερινά βλέπουμε, ίσαμε τα ακραία σύνορα της λήψης αποφάσεων για τις λειτουργίες ή ακόμη και την ύπαρξη των υπερεθνικών θεσμών, οι κυρίαρχες κοινωνίες και οι αντιπρόσωποί τους είναι οι υπέρτατοι κριτές. Οτιδήποτε άλλο είναι αντίφαση υπό όρους γιατί αντιβαίνει στην διαιώνιση ισχυρών εθνικών-κρατικών δομών.

Κανείς απαιτείται να διακρίνει μεταξύ, από την μια πλευρά, της ανάπτυξης μιας συντελεστικής εταιρικής διακρατικής πολιτικής κουλτούρας, στα πρότυπα αν θέλετε, της Άναρχης Κοινωνίας, του Hedley Bull, H`H μέσω δημιουργίας νορμών και κανόνων που ενσωματώνονται από κοινού ή τυγχάνουν διαχείρισης από τους υπερεθνικούς θεσμούς υπό το προαναφερθέν πρίσμα σχέσης εντολέα-εντολοδόχου, και, από την άλλη πλευρά, μιας υπερεθνικής ή διεθνικής κοινωνίας. Ένα υπερεθνικό ανθρωπολογικό σύστημα, αναμενόμενα κατά την άποψή μου, δεν προέκυψε. Πολύ περισσότερο δεν προέκυψε πατριωτική πίστη και νομιμοφροσύνη στο όνομα της κυκλοφορίας προσώπων, κεφαλαίου, υπηρεσιών και αγαθών ή πατριωτισμού υπέρ του συντονισμού των νομισματικών μηχανισμών στο πλαίσιο του κοινού νομίσματος.

Από άποψη υλικού οφέλους η ενοποίηση στους καταναλωτικούς τομείς είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και προς το παρόν φαίνεται συμφέρουσα. Όμως, απουσιάζει παντελώς μια πνευματική ολοκλήρωση και αν κανείς έχει αντίθετη άποψη γι’ αυτό το πασίδηλο και αυταπόδεικτο γεγονός φέρει το βάρος της απόδειξής. Καλό είναι επίσης να συνεκτιμηθεί και η βαθυστόχαστη μεταγενέστερη παραδοχή του Ernst Haas πως τα πραγματιστικά συμφέροντα –δηλαδή, τα κεκτημένα του ευρωπαϊκού νομικού και καταναλωτικού δημόσιου χώρου–, όταν δεν ενισχύονται από βαθιές ιδεολογικές και φιλοσοφικές παραδοχές είναι εφήμερου χαρακτήρα και εύκολα μπορούν να γίνουν θρύψαλα.

Άποψή μου πάντως είναι ότι αποτελεί μεγάλο και επικίνδυνο σφάλμα αν οι κατά τα άλλα εξαιρετικά σημαντικές υλικές κατακτήσεις του ευρωπαϊκού διακρατικού χώρου ή το κράτος δικαίου εκληφθούν ως απόδειξη ύπαρξης ενός πανευρωπαϊκά ενοποιημένου δημόσιου κοινωνικού χώρου προικισμένου με μια υπερεθνική ανθρωπολογία, ή, τέλος πάντων, κάποιου διεθνικού κόσμου που υποτάσσει τις εθνικές κοσμοθεωρίες, που δεσμεύει τις εθνικές στρατηγικές και που αντικαθιστά την άσκηση λαϊκής κυριαρχίας. Οι διεθνικές συσπειρώσεις είναι εν πολλοίς εξωπολιτικές, είναι ρευστές, εύθραυστες, επιδεκτικές αδιαφανούς διαβουκόλησης και ελάχιστα ή καθόλου υποκείμενες σε κοινωνικούς ελέγχους. Η λαϊκή κυριαρχία ασκείται πρωταρχικά στο πλαίσιο της κρατικής κυριαρχίας και στην συνέχεια διακυβερνητικά στο πλαίσιο μιας εταιρικά δομημένης ευρωπαϊκής κοινότητας κρατών. Το πρόδηλο έλλειμμα λαϊκής κυριαρχίας προς το παρόν φαίνεται να είναι ανεκτό μιας και όλοι γνωρίζουν πως εναλλακτική στρατηγική λύση δεν υπάρχει. Το τι θα συμβεί αν τα κράτη, ιδιαίτερα τα μεγάλα, σκεφτούν ότι υπάρχει εναλλακτική στρατηγική, είναι ένα σοβαρό θέμα. Τι θα συνέβαινε αν ο Joseph Joffe είχε δίκαιο όταν έγραψε πως οι αμερικανοί με την παρουσία τους στην Ευρώπη σώζουν τους Ευρωπαίους από τους εαυτούς τους. Δηλαδή, ότι αυτό που σταθεροποιεί την ευρωπαϊκή διακυβέρνηση είναι ένα σταθεροποιητικό αμερικανικό στρατηγικό θερμοκήπιο.

Ολοκληρώνω με σύντομη αναφορά στα αναλλοίωτης αξίας και απόλυτα επίκαιρα πορίσματα των Hoffmann, Haas και Hedley Bull. O Hoffmann το 1966 τόνισε το ευρωπαϊκό παράδοξο, δηλαδή την ανάδυση του υπερεθνικού συστήματος που συνυπάρχει με ένα ιδιαίτερο και ιδιόμορφο τρόπο με το κρατοκεντρικό σύστημα η ετερότητα των μελών του οποίου βαθαίνει ολοένα και περισσότερο. Ακολούθησαν το 1967 και 1970 οι προαναφερθείσες παραδοχές του Ernst Haas για την αποτυχία κοινωνικής ολοκλήρωσης και για τον εύθραυστο χαρακτήρα των ωφελιμιστικών δεσμών, τις οποίες μεταγενέστεροι νεολειτουργιστές προτίμησαν να συνεχίσουν να μην λαμβάνουν υπόψη.

Τέλος, όσο ποτέ άλλοτε, είναι απολύτως επίκαιρη η πολυσυζητημένη θέση του Bull το 1982, κάποιου δηλαδή που κάτι ήξερε τι σημαίνει μια κρατοκεντρική διεθνής κοινωνία, ότι στο υπόβαθρό της Ευρωπαϊκής κοινότητας κρατών, εξ ορισμού, υποβόσκουν αίτια πολέμου. Υπενθυμίζω πως προειδοποίησε πως πηγή δυνάμεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας είναι το έθνος-κράτος και πως υπάρχει επειδή το θέλουν η Γαλλία, η Γερμανία και η Βρετανία. Ένα κονσέρτο κρατών, όπως το έθεσε, των οποίων η βάση είναι μια περιοχή ως προς την οποία πιστεύεται πως υπάρχουν κοινά συμφέροντα μεταξύ των μεγαλυτέρων δυνάμεων (της περιοχής), αντίληψη η οποία ενισχύεται από πολλές διαδικασίες διαβουλεύσεων στις οποίες συμμετέχουν και μικρότερες δυνάμεις καθώς και διεθνείς οργανισμοί.

Η ιστορία των Ευρωπαίων, συνέχισε ο Bull, είναι μια ιστορία εγγενούς-ενδημικής σύγκρουσης. Εάν πρόσφατα απέκτησαν τη συνήθεια της συνεργασίας αυτό έγινε υπό την ομπρέλα των ΗΠΑ και υπό την απειλή εξ ανατολών. Ακόμη και η απλή σκέψη, επισήμανε ο Bull, ότι τα ευρωπαϊκά κράτη συνιστούν μια “κοινότητα ασφαλείας” ή μια “περιοχή ειρήνης” είναι ευσεβής πόθος, εάν αυτό σημαίνει ότι πόλεμος μεταξύ τους δεν θα υπάρξει ξανά, και όχι ότι δεν υπήρξε τα τελευταία χρόνια και ότι είναι εκτός λογικής εάν υπάρξει ξανά». Και αυτό γιατί το ευρωπαϊκό διεθνές υποσύστημα έχει όλα τα χαρακτηριστικά ενός ζωντανού διακρατικού συστήματος που στροβιλίζεται μέσα στην δίνη της διεθνούς πολιτικής, κάτι που ασφαλώς επηρεάζει τις ευπαθείς και ευμετάβλητες εθνικές στρατηγικές.
 

Αναρτημένο στην ηλεκτρονική διεύθυνση http://www.ifestosedu.gr/85EurWorldGovernance.htm

.

Leave a Comment

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.