Πολλή συζήτηση γίνεται τις ημέρες αυτές για το κατά πόσον επιστρέφουμε πίσω στον ψυχρό πόλεμο. Τα πράγματα είναι πιο πολύπλοκα, όμως, και σαφώς διαφορετικά από το 1949, χρονιά κατά την οποία θεωρείται ότι ξεκίνησε ο ψυχρός πόλεμος. Η τότε διεθνής κοινωνία, εξερχόταν από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο με τη Γερμανία και την Ιαπωνία ηττημένες, από τη μια, και από την άλλη, με τη Γαλλία και τη Βρετανία βαθύτατα τραυματισμένες από τον πόλεμο και ευρισκόμενες προ της επερχόμενης όσο και αναπόφευκτης κατάρρευσης των αποικιακών αυτοκρατοριών τους. Δύο δυνάμεις υπήρχαν τότε στον κόσμο, οι ΗΠΑ και η ΕΣΣΔ. Η κάθε μία εκπροσωπούσε και από μία ιδεολογία. Σήμερα, αντιθέτως, ο κόσμος είναι πολυπολικός, ενώ καμία ουσιαστική ιδεολογική διαφορά δεν χωρίζει ΗΠΑ και Ρωσία.
Χαρακτηριστικότατες είναι οι διαφωνίες και η έλλειψη υποστήριξης των Αμερικανών για το ζήτημα της Γεωργίας μέσα στο ίδιο το ΝΑΤΟ. Ακόμη και οι παραδοσιακότεροι σύμμαχοι, οι πιστοί Βρετανοί, απέφυγαν να ταυτιστούν με τους Αμερικανούς και συνέστησαν προσοχή και σύνεση απέναντι στη νέα Ρωσία. Δεν το έκαναν αυτό βέβαια από αβροφροσύνη προς τους Ρώσους. Οι Βρετανοί είναι, όπως πάντα, ψύχραιμοι και καλοί υπολογιστές. Διαβλέπουν καταρχάς ότι, από τη στιγμή που υπάρχει σαφής απροθυμία, αν όχι αδυναμία, για άμεση στρατιωτική εμπλοκή των ΗΠΑ κατά της Ρωσίας, το παιχνίδι της επιρροής στον Καύκασο είναι στην ουσία εξ ορισμού χαμένο υπέρ της Ρωσίας.
Μέσα στο σύνολο των πραγματικά αριστοτεχνικών χειρισμών στην κρίση, η Ρωσία των Πούτιν-Μεντβέντεφ είχε την οξύνοια να μην προκαλέσει τη Δύση με το να καταλάβει περιοχές από όπου περνά ο αγωγός Μπακού – Τσεϊχάν. Σχεδόν μπορεί κανείς να δει μια υπόγεια συμφωνία, ήταν σαν να είπαν οι Ρώσοι: Πάρτε ελεύθερα το πετρέλαιο που δεν ελέγχω, δεν με νοιάζει, αφήστε όμως όλα τα υπόλοιπα να τα πάρω εγώ. Διότι υπάρχουν πολλές μαρτυρίες ότι ο αγωγός βομβαρδίστηγκε αρχικά, ανεπιτυχώς, και δεν ξαναπειράχτηκε στη συνέχεια. Είναι προφανές ότι οι Ρώσοι έκαναν στη Γεωργία τα πάντα, εκτός από αυτό που θα προκαλούσε τη Δύση να επέμβει στρατιωτικά και να ρισκάρει τις ζωές στρατιωτών της.
Σύμφωνα με ρεπορτάζ του in.gr που αναγνώσαμε στο παρατηρητήριο Τύπου του Αντίβαρου, ένας ακόμη “στενός” (τρόπος του λέγειν…) σύμμαχος των ΗΠΑ, “πούλησε” τους Αμερικανούς: οι Τούρκοι δεν επέτρεψαν τη διέλευση νοσοκομειακού πλοίου των ΗΠΑ από τα Στενά! Παρολίγο να προκληθεί, έτσι, σοβαρή κρίση στις μεταξύ τους σχέσεις. Οι Τούρκοι, περαιτέρω, απέφυγαν επιμελώς να καταδικάσουν με οποιονδήποτε τρόπο τις ρωσικές ενέργειες.
Αν προσέξει κανείς όλα τα γεγονότα, βλέπει ότι είναι η Ρωσία που έχει δίκιο, όταν λέει ότι δεν είναι αυτή που απομονώνεται, αλλά η Αμερική: Ήδη στην Ευρώπη μπορούμε να μετρήσουμε ελάχιστους “πιστούς συμμάχους” των ΗΠΑ σε αυτή την αναμέτρηση. Οι μόνοι που πήραν σαφή θέση πλήρους συμπαράστασης της Γεωργίας και ταύτισης με τις αμερικανικές ενέργειες, ήταν η Πολωνία, και οι τρείς Βαλτικές χώρες. Χώρες, δηλαδή, που έχουν σοβαρούς ιστορικούς και γεωπολιτικούς λόγους να κατέχονται από έναν μόνιμο αντι-Ρωσισμό. Όλες, μα όλες οι άλλες χώρες αποστασιοποιήθηκαν από τις ΗΠΑ με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο. Ακόμη και στην Ουκρανία, που επιχειρήθηκε να παρουσιαστεί από τα διεθνή ΜΜΕ ως ευρισκόμενη απόλυτα στο πλευρό των ΗΠΑ, η πρωθυπουργός Γιούλια Τιμοσένκο αρνήθηκε να συμπράξει με τις αντιρωσικές ενέργειες του προέδρου Γιουσέκνο. Οι ΗΠΑ έμειναν με τέσσερις πιστούς συμμάχους μόνον στην Ευρώπη! Και τη Μ. Βρετανία σε ρόλο σοφού Νέστορα…
Υπό τις συνθήκες αυτές, χωρίς καμία ιδεολογική διαφορά να χωρίζει αυτή τη στιγμή τις ΗΠΑ και τη Ρωσία, είναι πολύ δύσκολο να σκεφτούμε επιστροφή στην εποχή του Ψυχρού Πολέμου. Πόσο μάλλον που ο ψυχρός πόλεμος σήμαινε, ακριβώς, απουσία “θερμού”, πραγματικού δηλαδή, πολέμου. Τις μέρες αυτές ζήσαμε, όμως, έναν θερμό, έναν κανονικότατο πόλεμο μεταξύ Ρωσίας και Γεωργίας. Ήδη η Ρωσία απειλεί με επίθεση, και πυρηνική (!!) ακόμη, την Πολωνία, σε περίπτωση που εγκατασταθεί η αντιπυραυλική άμυνα στο έδαφός της. Κι όμως, η συμφωνία μεταξύ ΗΠΑ και Πολωνίας για την εγκατάσταση του συστήματος υπογράφηκε ταχύτατα! Αγνοούν οι ΗΠΑ τις απειλές της Ρωσίας και προχωρούν στην εγκατάσταση του συστήματος. Τι θα πράξει η Ρωσία; Θα αφήσει τις απειλές της να μείνουν κούφιες λέξεις; Δύσκολο να το πιστέψει κανείς, μετά τα συμβάντα στη Γεωργία. Αντιθέτως, το πιθανότερο είναι ότι, αν πραγματικά εγκατασταθεί το σύστημα, η Ρωσία πραγματικά θα χτυπήσει την Πολωνία για να καταστρέψει την αντιπυραυλική άμυνα. Μια τέτοια ενέργεια, θα είναι απολύτως εύλογη. Ακόμη κι αν πιστέψει κανείς τον Economist που θεωρεί το αντιπυραυλικό σύστημα προβληματικό επί της ουσίας, το σύστημα έχει σε κάθε περίπτωση έναν και μόνον στόχο: να απενεργοποιήσει την πυρηνική απειλή εκ μέρους της Ρωσίας. Αν όμως η Ρωσία κινδυνεύσει να χάσει το πλεονέκτημα που της δίδει έναντι των ΗΠΑ η πυρηνική ισορροπία του τρόμου, και να γίνει έτσι πυρηνική δύναμη “βήτα κατηγορίας”, τι θα την εμποδίσει να πάρει το ρίσκο να χτυπήσει το αντιπυραυλικό σύστημα; Έχει, αντιθέτως, κάθε λόγο να το κάνει.
Πώς λοιπόν οι ΗΠΑ έρχονται τόσο εύκολα να μπουν στο παιχνίδι μιας εξαιρετικά πιθανής ρωσικής επίθεσης κατά της Πολωνίας; Υπάρχουν δύο πιθανές εξηγήσεις: α) Έχουν προετοιμάσει αντίμετρα και έχουν διασφαλίσει ότι είναι σε θέση να εξουδετερώσουν κάθε ρωσική απειλή εναντίον της Πολωνίας, κατά την εγκατάσταση του συστήματος. β) Δεν έχουν προετοιμάσει απολύτως τίποτε και πιστεύουν ότι οι Ρώσοι δεν θα τολμήσουν να επιτεθούν σε κράτος μέλος του ΝΑΤΟ (Πολωνία). Ποντάρουν δηλαδή και πάλι στη ρωσική απραξία. Το “α” είναι κάπως απίθανο να συμβαίνει. Το αμερικανικό στρατιωτικό δόγμα περιλαμβάνει δυνάμεις τέτοιες, ώστε να μπορούν να διεξάγονται δύο πόλεμοι ταυτόχρονα σε διαφορετικά σημεία του κόσμου. Ήδη διεξάγονται δύο πόλεμοι, ένας στο Ιράκ και ένας στο Αφγανιστάν. Είναι δυνατόν να αντέξει έναν τρίτο και μάλιστα με την πραγματικά ισχυρή στρατιωτικά και οικονομικά Ρωσία; Μόνον αν προβεί σε μέτρα επιστράτευσης εφέδρων κλπ. Ένας πόλεμος με τη Ρωσία θα αφήσει, όμως, πολύ ευάλωτα τα ήδη προβληματικά μέτωπα με χώρες όπως το Ιράν και τη Βόρεια Κορέα. Συνεπώς, η πολωνική περιπέτεια των ΗΠΑ είναι το πιο πιθανό να βασίζεται σε ένα σενάριο τύπου “β”. Ένα στοίχημα, δηλαδή, ότι η Ρωσία δεν θα κινηθεί. Η στάση των ΗΠΑ στη Γεωργία, όπου φαίνεται ότι υπήρχε ένα ανάλογο στοίχημα, πείθει ακόμη περισσότερο ότι μάλλον περί αυτού πρόκειται.
Και διερωτάται κανείς: Τίποτε δεν διδάχθηκαν οι ΗΠΑ από την αποτυχία τους να προβλέψουν τις εξελίξεις στη Γεωργία; Αν τώρα ρισκάρουν να επιτεθεί η Ρωσία το 2009, ενόψει της πρώτης εγκατάστασης των Πάτριοτ, στην Πολωνία, και το χτύπημα αυτό έχει τη μοίρα του χτυπήματος κατά της Γεωργίας, είναι δηλαδή επιτυχημένο στρατιωτικά για τους Ρώσους, αυτό θα σημάνει, πρώτον, καταρράκωση της αξιοπιστίας του ΝΑΤΟ μέχρις αυτοδιαλύσεώς του και, δεύτερον και κυριότερο, λήξη της Αμερικανικής στρατιωτικής (μέσω ΝΑΤΟ) επικυριαρχίας στην Ευρώπη, χωρίς αυτό να σημαίνει αναγκατικά έναρξη μιας αντίστοιχης ρωσικής επικυριαρχίας. Η σημερινή Ρωσία είναι φανερό ότι δεν διακατέχεται από τον κομμουνιστικό ιμπεριαλισμό που στόχευε στην κοσμοκρατορία. Έστω και έτσι, αντιλαμβάνεται κανείς τι θα σημαίνει για την Ευρώπη ένα επιτυχημένο χτύπημα των Ρώσων στην Πολωνία.
Η αμερικανική ρητορική δείχνει ότι όντως τίποτε δεν διδάχθηκαν από τη Γεωργία. Είναι θλιβερό να βλέπει κανείς την πολιτική της μεγαλύτερης δύναμης του πλανήτη να στρέφεται πρωτίστως κατά των ίδιων των καλώς νοουμένων συμφερόντων της δύναμης αυτής και να συμπαρασύρει, δευτερευόντως, άλλους λαούς σε τυχοδιωκτισμό. Το χειρότερο είναι ότι, σε αντίθεση με τον ψυχρό πόλεμο, όλα αυτά θα τα πληρώσουμε με το αίμα θερμών, πραγματικών πολέμων. Τυχόν Ρωσική επίθεση περιορισμένου βεληνεκούς στην Πολωνία θα είναι η πρώτη διακρατική πολεμική σύγκρουση στην Ευρώπη μετά το 1870 και τον τελευταίο Γαλλο-γερμανικό πόλεμο. Οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι ήταν πολύ διαφορετικής μορφής συγκρούσεις, ενώ ο πόλεμος στη Γιουγκοσλαβία χαρακτηρίστηκε δικαιολογημένα “εμφύλιος”, έστω και αν ήταν μεταξύ διαφορετικών εθνοτήτων. Η δε Γεωργία βρίσκεται στις παρυφές της Ευρώπης, ώστε ο πρόσφατος “πόλεμος των 5 ημερών” να μην μπορεί να θεωρηθεί ακριβώς ευρωπαϊκός πόλεμος. Η σχεδόν αναπότρεπτη, όπως φαίνεται, ρωσική επίθεση κατά της υπό εγκατάσταση αντιπυραυλικής άμυνας στην Πολωνία, είναι καταδικασμένη να προκαλέσει είτε παγκόσμιο πόλεμο, είτε να μείνει περιορισμένη στα στενά ρωσο-πολωνικά πλαίσια. Σαφώς πιθανότερο σενάριο είναι το δεύτερο, διότι κανένας στην Ευρώπη δεν πρόκειται να συγκινηθεί για την αντιπυραυλική άμυνα της Πολωνίας τόσο, ώστε να στείλει τους στρατιώτες του να πολεμήσουν γι’ αυτούς.
Μια τέτοια εξέλιξη θα σημαίνει το τέλος της (σύντομης, αν επαληθευθεί το παραπάνω σενάριο) Pax Americana και θα μας ξαναφέρει σε έναν κόσμο όπου ο καθένας θα μπορεί να κάνει πόλεμο με τον καθένα, χωρίς παγκόσμιο μπαμπούλα. Θα είναι άραγε καλύτερος ένας τέτοιος κόσμος; Μήπως τότε αναπολούμε την Pax Americana των Μπους πατρός και Μπιλ Κλίντον; Ο χρόνος θα δείξει. Προς το παρόν, όλα τα παραπάνω είναι απλές εικασίες.
.