Γράφει ο Ανδρέας Σταλίδης. [Δημοσιεύθηκε εχθές 1 Δεκ 2015 στην Εστία]
Δύο είναι τα είδη πολιτικών δημοσκοπήσεων: οι «κανονικές», δηλαδή όσες αποτυπώνουν μία στιγμιαία τάση της δημοφιλίας των κομμάτων, και οι δημοσκοπήσεις εξόδου από την κάλπη (exit-polls).
Στις δημοσκοπήσεις εξόδου:
- η ερώτηση δεν είναι υποθετική «τι θα ψηφίζατε σήμερα», αλλά συγκεκριμένη «τι ψηφίσατε προ ολίγου».
- δεν υπάρχει περιθώριο χειραγώγησης
- το δείγμα είναι πολύ μεγαλύτερο από το ελάχιστο όριο των 1000.
- η στάθμιση του δείγματος δύναται να είναι καλύτερη λόγω αντιπροσωπευτικότερης γεωγραφικής και κοινωνικής κατανομής
Οι δημοσκοπήσεις εξόδου αποτελούν τη βιτρίνα των αντίστοιχων εταιρειών. Μ’ αυτές χτίζουν εμπιστοσύνη στα ευρύματά τους.
Πρόσφατα προγνωστικά δημοσκοπήσεων εξόδου.
Ιανουάριος 2015. Η διαφορά των δύο πρώτων προβλέπονταν στο 12.5% +/- 4%, και τελικά ήταν 8.5%. Το εύρος έπεσε έξω σε 4 από τα 7 πρώτα κόμματα: ΝΔ 27.8% με πρόβλεψη 23-27%, Χρυσή Αυγή 6.3% με πρόβλεψη 6.4%-8%, Ποτάμι 6.0% με πρόβλεψη 6.4%-8% και ΑΝΕΛ 4.8% με πρόβλεψη 3.5%-4.5%.
Σεπτέμβριος 2015. Η διαφορά προβλέπονταν από 2.5% υπέρ ΝΔ, έως 6% υπέρ ΣΥΡΙΖΑ, και τελικά ήταν 7.4% υπέρ ΣΥΡΙΖΑ. Έπεσε έξω στο εύρος και των δύο κομμάτων. Ο ΣΥΡΙΖΑ πήρε 35.5% με πρόβλεψη 30-34% και η ΝΔ 28.1% με πρόβλεψη 28.5%-32.5%.
Περιφερειακές 2014. Στην Αττική η διαφορά υπέρ Δούρου προβλέπονταν 5.5% και ήταν 1.7%. Η Δούρου πήρε 23.8% με πρόβλεψη 27-31%. Έπεσε έξω στο εύρος πρόβλεψης σε 5 από τους 6 πρώτους υποψηφίους.
Όταν στις ιδανικές συνθήκες των δημοσκοπήσεων εξόδου, η αποτυχία είναι οικτρή, το συμπέρασμα δεν μπορεί να είναι η απόπειρα χειραγώγησης, η έλλειψη δεδομένων ή κακή επεξεργασία. Παρά μόνο μία εγγενής αδυναμία πρόβλεψης. Εκτιμώ ότι ο μεγαλύτερος παράγοντας που συνεισφέρει στην αδυναμία αυτή είναι η (α)προθυμία των εκλογέων.
Το πάθος των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ τον Ιανουάριο να έρθουν στην εξουσία τους έκανε πολύ προθυμότερους να συμμετέχουν στις δημοσκοπήσεις. Αντίστοιχα, το μούδιασμα των ψηφοφόρων της ΝΔ τους αποθάρρυνε. Το αντίστροφο έγινε τον Σεπτέμβριο: με βαριά καρδιά ξαναψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ οι μεν, ενώ οι δε λόγω των πεπραγμένων του οκταμήνου του ΣΥΡΙΖΑ έλπιζαν στο εφικτό της ανατροπής. Έτσι, ο ΣΥΡΙΖΑ βρέθηκε 1.5% ψηλότερα από το άνω άκρο και η ΝΔ 0.4% χαμηλότερα από το κάτω άκρο. Η (α)προθυμία είναι μετρήσιμη μέσω αυτής της απόκλισης.
Είναι ακράδαντη η πεποίθηση πολλών Ελλήνων ότι οι εταιρείες δημοσκοπήσεων χειραγωγούν την κοινή γνώμη. Αυτή η πεποίθηση όμως προϋποθέτει την ικανότητα ακριβούς πρόβλεψης. Με αυτή τη γνώση, προχωρούν στο ανάλογο «μαγείρεμα». Προσωπικά, αμφισβητώ την ικανότητά τους να αποτυπώσουν την επιρροή των κομμάτων στη διαφημιζόμενη ακρίβεια.
Σε καμία δυτική χώρα (Αγγλία, ΗΠΑ, Ισπανία, Γαλλία, Γερμανία κλπ), δεν χρησιμοποιούν δεκαδικά ψηφία στις δημοσκοπήσεις. Στην Ελλάδα, μας αρέσουν οι εύκολες εντυπώσεις. Όλοι ζητάνε ακρίβεια: οι αναγνώστες, οι εκδότες, οι δημοσκόποι, αυτοί που παραγγέλνουν τις έρευνες. Το ζητούμενο της ακρίβειας βρίσκεται στην καρδιά του προβλήματος. Δεν ανταποκρίνεται σε επιστημονικά δεδομένα: στο δείγμα, στη στάθμιση, στην επεξεργασία. Το περιθώριο λάθους είναι υπερπολλαπλάσιο ενός δεκαδικού ψηφίου, δεκάδες φορές μεγαλύτερο, κάτι που καθιστά παραπλανητική τη χρήση του.
Έτσι, γίνεται να παρουσιαστεί ένα κόμμα με 32.1% και ένα άλλο με 28.9% ώστε η διαφορά να κωδικοποιείται στο μυαλό του δέκτη ως «κάπου κοντά στο 4%», ενώ η πραγματική μπορεί να ήταν γύρω στο 1% και η μαγειρεμένη στο 3%. Το ψευδοεπιστημονικό σκεπτικό είναι: «δε βαριέσαι, με το περιθώριο λάθους, πάλι μέσα είμαστε».
Προτείνω να σταματήσει ο εθισμός στην πλασματική ακρίβεια και να ανακοινώνουν οι εταιρείες δημοσκοπήσεων μόνο ακέραια ποσοστά στην επιρροή των κομμάτων.
1 comment
Καταρχάς, οι συνθήκες διεξαγωγής των exit polls δεν είναι τόσο ιδανική, όσο θεωρητικά θα έπρεπε. Έχει κυκλοφορήσει – ευρέως θα έλεγα – ότι τα πρωινά exit polls χρησιμοποιούνται από τα κόμματα για να εντείνουν την κινητοποίηση τους όταν τα αποτελέσματα δεν πηγαίνουν καλά, με αποτέλεσμα να κυκλοφορεί κόντρα-οδηγίες στους ψηφοφόρους να παραπλανούν στα exit polls.
Eπιπλέον, υπάρχει το πρόβλημα όσων δηλώνουν άλλο από αυτό που ψήφισαν, όπως και η πιθανότητα απλώς τα στατιστικά μοντέλα να μην ανταποκρίνονται στις μεταβαλλόμενες κοινωνικές συνθήκες. Επίσης να υπογραμμίσω κάτι που συχνά διαφεύγει: ο ρόλος των δημοσκοπήσεων και των exit polls δεν μένει στατικός στο χρόνο ή απλώς δεχόμενος επιρροές από την κοινωνία, αλλά συμμετέχει στη διαμόρφωση της κοινωνίας και της κοινωνικής άποψης! Δηλαδή, η επιτυχία ή η αποτυχία τους και ο ρόλος τους στο εκλογικό παιχνίδι επηρεάζει έμμεσα και μη-καθοριζόμενα τη στάση των πολιτών απέναντι τους στην επόμενη εκλογική περίοδο.
Τέλος, η χειραγώγηση του κοινής γνώμης έγινε πασιφανής κατά τη διάρκεια της περιόδου πριν το “δημοψήφισμα” της 5ης Ιουλίου, σε αγαστή συνεργασία με τα ΜΜΕ…
Άλλα έλεγαν πριν την ψηφοφορία, άλλα έδειξε το Δημοψήφισμα!