Ἡ πασίγνωστη αὐτή ἔκφραση μοιάζει νά ἔχει σήμερα κάποιο νοσταλγικό καί παρηγορητικό χαρακτήρα. Ὡστόσο, συνδέεται οὐσιαστικά μέ τά κύρια ρεύματα τῆς ἑλληνικῆς ἱστορίας ὀκτώ αἰώνων, ἀφοῦ ἐκφράζει τήν ἀναστάσιμη ἰδεολογία καί τό ἀναγεννητικό αἴτημα πού ἀποτελοῦν διαχρονικά χαρακτηριστικά τῆς ἑλληνικῆς ἱστορίας. Ἡ ἀντίληψη πάλι δικά μας θἆναι βρίσκεται πίσω ἀπό τήν προσπάθεια τῆς Αὐτοκρατορίας τῆς Νίκαιας νά ἀνακτήσει τήν Κωνσταντινούπολη ἀπό τούς Λατίνους, ἀλλά καί πολύ παλαιότερα, παρόμοια ἀντίληψη διακρίνεται στήν ἑλληνιστική ἐποχή καί κατά τίς δύο ἀναγεννήσεις τῆς βυζαντινῆς ἐποχῆς, ὅταν ἀναζητᾶται ἀποφασιστικά ἡ ἐκ νέου σύνδεση μέ τό ἔνδοξο πολιτισμικό παρελθόν. Μέ τό πάλι δικά μας θἆναι στηρίζεται συναισθηματικά τό καταπτοημένο Γένος μετά τό 1453 καί μέ θαυμαστή συνέπεια ὁδηγεῖται στή λαμπρή καί ἀκτινοβόλα ἀναγέννησή του κατά τόν 18ο αἰῶνα, — σέ μιά ἐξέλιξη καί δυναμική πού διακόπτεται ἀπότομα τό 1922. Κεντρική ἰδεολογία τῆς ἐξέλιξης αὐτῆς εἶναι ἡ Μεγάλη Ἰδέα, ἰδέα ἀπελευθερωτική, ἀλλά καί ἰδέα πολιτισμική, ἀφοῦ βασίζεται στήν ἀντίληψη τοῦ ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ ὡς ὁδηγοῦ Ἀνατολῆς καί Δύσης.
Σήμερα ἕνα ἀπό τά οὐσιαστικά ζητήματα καί διακυβεύματα, τά ὁποῖα ἀντιμετωπίζουμε ὡς ἱστορικός λαός, εἶναι ἡ θέση καί τό μέλλον τοῦ ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ σέ ἕνα κόσμο ὅπου κυριαρχεῖ ὁ λεγόμενος παγκόσμιος πολιτισμός. Οἱ κριτικοί τῆς παγκοσμιοποίησης στρέφουν τά πυρά τους πρός τίς ἐκδηλώσεις στίς ὁποῖες ἡ κυριαρχία τῆς ἀγορᾶς ἐπιβάλλει τήν αἰσθητική καί τίς σκοπιμότητες τῆς κατανάλωσης, φαλκιδεύοντας καί καταργῶντας τά κριτήρια τῶν συμμετεχόντων. Ἡ διεθνοποιημένη, — πλήν μέ σαφῆ πολιτισμικό προσανατολισμό, — Βιομηχανία τοῦ Πολιτισμοῦ κολακεύει τούς καταναλωτές καί κυριαρχεῖ στόν πολιτισμό τους, ἀφοῦ οἱ ὑποτιθέμενες πολιτισμικές ἐπιλογές ἔχουν προκαθορισθεῖ καί οὐσιαστικά ἔχουν δημιουργηθεῖ ἐρήμην των. Νέα κριτήρια ἐπιβάλλονται. Ἡ τέχνη ἀπό “σκοπιμότητα χωρίς σκοπό” μεταμορφώνεται σέ σκοπιμότητα γιά τούς σκοπούς πού ἐπιδιώκουν οἱ ἀγορές. Οἱ ἐθνικοί πολιτισμοί ἀποδυναμώνονται, οἱ ἰδιαιτερότητες ἀγνοοῦνται, ἡ αἰσθητική, τό ὕφος καί ὁ συρμός προσδιορίζονται ἀπό τά κέντρα της ἀγοράς.
Ἡ Ἑλλάδα δέν φαίνεται εἶναι σήμερα ἡ χώρα, ὅπου ἡ ἔννοια τοῦ παραδοσιακοῦ εἶναι καθοριστική στούς καθόλου προσανατολισμούς, οὔτε νά εἶναι ἡ χώρα ὅπου τό παραδοσιακό ἐμφανίζεται ὡς οὐσιαστικό στοιχεῖο τῆς καθημερινότητας. Μποροῦμε ἴσως νά συμπεράνουμε ὅτι ὁ ἐκσυγχρονισμός καί ἡ προσαρμογή εἶναι μία ἀπό τίς κυρίαρχες ἰδεολογίες. Αὐτό, ὅμως, μᾶλλον θά ἦταν εὔκολο συμπέρασμα. Κάτω ἀπό τά ἐπιφαινόμενα καί πέρα ἀπό τά λεγόμενα, ὑπάρχει πάντα καί παντοῦ, ζῶσα καί παροῦσα, μία ἰδιαίτερη πολιτισμική πραγματικότητα.
Τό ζήτημα αὐτό τίθεται γιατί, ἐνῶ διαπιστώνει κανείς ἀλλοτρίωση τῶν μορφών, τῶν πρακτικῶν καί τῶν ἐκδηλώσεων της ἑλληνικῆς ζωῆς, συγχρόνως ὁ πυρήνας τοῦ ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ καί ἤθους ἀντιστέκεται καί παραμένει σχετικά ἄθικτος. Ἔτσι, παρά τά ἐπιφαινόμενα, — πού ἐντείνονται ἀπό τά μέσα μαζικής ἐνημέρωσης —, γιά περιθωριοποίηση τῶν πολιτισμικῶν μας ἰδιαιτεροτήτων, ὑφίσταται ἡ βαθιά ἱστορικότητα τοῦ ἑλληνικοῦ ἔθνους καί δημιουργοῦνται νέες δυναμικές καί προοπτικές.
Ἀλλά καί τό ἀναγεννητικό αἴτημα ὑπάρχει. Μπορεῖ ἡ Μεγάλη Ἰδέα νά πνίγηκε στόν κόλπο τῆς Σμύρνης, τό αἴτημα ὅμως πάλι δικά μας θἆναι εἶναι ζωντανό, μέ τήν ἔννοια τῆς περισυλλογῆς καί τῆς αὐτογνωσίας, καί παραμένει ὡς αἴτημα πολιτισμικό. Πρόκειται γιά τή συνείδηση τῆς ἱστορικότητας καί τῆς πολιτισμικῆς ἰδιαιτερότητας τῶν Ἑλλήνων, σέ ἕνα κόσμο ὅπου πανίσχυρες πολιτισμικές πραγματικότητες ἐπιβάλλουν τούς δικούς τους τρόπους. Τό ζήτημα λοιπόν πάλι δικά μας ἀφορᾶ σήμερα τήν παράδοση καί τόν πολιτισμό.
Κατά τόν διανοούμενο αὐτοκράτορα τῆς Νίκαιας Θεόδωρο Δούκα Λάσκαρι μιά τέτοια κατάσταση ἀντιμετωπίζεται μέ τρόπους πού βασίζονται στίς ἴδιες τίς δυνάμεις μας. Κατά τήν ἔκφρασή του οἱ ἀφορμές λαμβάνονται “οἴκοθεν”. Σπουδαῖες “οἴκοθεν” ἀφορμές εἶναι οἱ παραδόσεις μας, ἡ παιδεία μας καί τό φρόνημά μας.
Πρέπει καί πάλι νά κατανοήσουμε βιωματικά καί ἔμπρακτα ὅτι σύνορά μας δέν εἶναι μόνο αὐτά τῆς Θράκης, τῆς Μακεδονίας, τοῦ Αἰγαίου καί τῆς Κύπρου. Τά σύνορά μας βρίσκονται καί στίς ἀντιλήψεις μας, στήν παράδοσή μας καί στήν παιδεία μας.
Πιστεύουμε πώς ἡ κοινωνία μας ζητά νά κατανοήσει τό “τί” καί τό “πῶς” τῆς ἑλληνικῆς παρουσίας, ἐνῶ ἐπίσης μας φαίνεται ἐπιτακτική ἡ ἀπαίτηση γιά τήν πολιτισμική ἑνότητα τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Γιατί τό κέντρο αὐτό πού ἀναζητεῖται εἶναι ἡ συγκρότηση καί ἡ ἔκφρασή μας μέ τούς τρόπους τούς δικούς μας, ξεπερνῶντας τήν ἄκριτη μίμηση καί ὑπερβαίνοντας τή στειρότητα τῆς προσκόλλησής μας σέ πρότυπα πού μᾶς ἐπιβάλλονται. Τώρα χρειάζεται καί πάλι ἡ ἀνάδυση τῆς ἀφομοιωτικῆς καί ἀναπλαστικῆς ἱκανότητας, τῆς χαρακτηριστικῆς τῆς παράδοσής μας.Ἀποτελεῖ ἀνάγκη κατεπείγουσα τό νά συνειδητοποιήσουμε καί νά ἀναδείξουμε τώρα πάλι τά ἐθνικά μας χαρακτηριστικά˙ αὐτά πού ταυτίζονται μέ τήν ἐμπειρία τοῦ ζῶντος πολιτισμοῦ μας˙ αὐτά πού κανείς δέν μπορεῖ νά τά προσδιορίσει ἤ νά μᾶς τά ὑποδείξει, — κανείς ἄλλος, ἐκτός ἀπό ἐμᾶς τούς ἴδιους.
.