Κύριε, πότε σε εἴδομεν πεινῶντα καὶ ἐθρέψαμεν, ἢ διψῶντα καὶ ἐποτίσαμεν; πότε δέ σε εἴδομεν ξένον καὶ συνηγάγομεν, ἢ γυμνὸν καὶ περιεβάλομεν; πότε δέ σε εἴδομεν ἀσθενῆ ἢ ἐν φυλακῇ, καὶ ἤλθομεν πρός σε; καὶ ἀποκριθεὶς ὁ βασιλεὺς ἐρεῖ αὐτοῖς· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφ᾿ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε.
Στην Λέσβο, σε τόπο «παγιδευμένων» προσφύγων, συναντήθηκαν οι πρωτοκορυφαίοι των χριστιανικών εκκλησιών. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, πρώτος μεταξύ ίσων για την Ορθόδοξη εκκλησία, ο Πάπας Φραγκίσκος, vicarius Christi για τους ρωμαιοκαθολικούς, και (ευγενώς φιλοξενούμενος από τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο και τον επιχώριο μητροπολίτη σε εδάφη που ανήκουν κανονικώς στο Οικουμενικό Πατριαρχείο και είναι προσωρινώς, «άχρι καιρού», διοικητικά παραχωρημένα στην Εκκλησία της Ελλάδος,) ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών Ιερώνυμος, συνήχθησαν στο νησί της Λέσβου, απευθυνόμενοι στην οικουμένη για το προσφυγικό πρόβλημα–για τους ζώντες και για τους ήδη νεκρούς του.
«Τηλεοπτικές εικόνες», «φαίνεσθαι», «απλές εντυπώσεις» για το θεαθήναι; Το αντίθετο! Πρέπει να είναι κανείς πραγματικά αφελής για να μην αντιλαμβάνεται την απολύτως πραγματική πολιτική δυναμική που εξαπολύει η σύναξη των ιεραρχών στη Μυτιλήνη. Ναι, η τηλεοπτική εικόνα και οι δηλώσεις του Πατριάρχη και του Πάπα στο νησάκι της Λέσβου επηρεάζει αποφασιστικά την μοίρα και το μέλλον των παγιδευμένων προσφύγων–και θα έχει ενδιαφέρον το να δούμε την επόμενη φορά που κάποιος πολιτικός ηγέτης θα επικαλεσθεί τον Χριστό και την εκκλησία του για να αποκρούσει τους κατατρεγμένους. Οι ηγέτες των χριστιανικών εκκλησιών, σημεία αναφοράς εκατοντάδων εκατομμυρίων ανθρώπων, δείχνουν έμπρακτα «με ποιον είναι» στην αλλόκοτη διελκυστίνδα που λαμβάνει χώρα στον πανευρωπαϊκό δημόσιο λόγο, και που πολύ συχνά επικαλείται τον χριστιανισμό με διάφορους, αντιφατικούς μεταξύ τους, τρόπους.
Μπορεί (όχι «μπορεί», είναι βέβαιο!) κάποιοι να χρησιμοποιούν τους πρόσφυγες και μετανάστες ως weapons of mass migration. Μπορεί κάποιοι να τους χρησιμοποιούν αυτούς και την μετακίνησή τους ως πιόνια για τους δικούς τους πολιτικούς σκοπούς, μπορεί κάποιοι να εκμεταλλεύονται τα ανθρωπιστικά αντανακλαστικά της «κοινής γνώμης». Η δουλειά όμως των χριστιανών είναι να βρίσκονται εκεί, στον τόπο των κατατρεγμένων, στον τόπο των απόκληρων, των εξορισμένων, των ανεπιθυμήτων. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης δεν κάνει τίποτε άλλο από το να παραφράζει το ευαγγέλιο όταν λέει στους πρόσφυγες, εις επήκοον της οικουμένης, ότι «ο κόσμος θα κριθεί από τον τρόπο με τον οποίο σας συμπεριφέρθηκε. Και όλοι θα είμαστε υπόλογοι για τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουμε την κρίση και την σύγκρουση στις περιοχές από τις οποίες προέρχεστε.»
Εδώ χρειάζεται μια προσοχή, να μην υπάρξει η παρανόηση πως το χριστιανικό ευαγγέλιο, η ελπίδα της εκκλησίας, υπαγορεύει έναν και μόνον τρόπο πολιτικής σκέψης και πράξης–ότι υπάρχει μία και μόνη ορθή πολιτική θεολογία, με κάθε άλλη πολιτική θεώρηση να είναι «αιρετική». Αυτό θα σήμαινε τον κατακερματισμό, ακριβώς στον χώρο που ενεργείται η ενότητα. Θα σήμαινε την αυτοδικαίωση πολιτικών στάσεων και επιλογών με θείο άνωθεν επίχρισμα (αυτοδικαίωση που επιχειρούν με διαφορετικό πλαίσιο και οι χριστιανοί δεξιοί και οι χριστιανοί αριστεροί) ακριβώς στον χώρο που πατάει τρία μέτρα κάτω από τη γη κάθε αυτοδικαίωση. Είναι λοιπόν απολύτως εφικτό και καθόλου παράδοξο ή αντιφατικό, ο ίδιος άνθρωπος που ως χριστιανός αντιλαμβάνεται τί ζητεί το ευαγγέλιο, παράλληλα ως πολίτης να μεριμνά και να τυρβάζει για πολλά και αναγκαία ζητήματα επιβίωσης– από το δημογραφικό πρόβλημα της Ελλάδας και της Ευρώπης μέχρι το πώς θα πληρώσει την εφορία. Αυτή η διελκυστίνδα θα ενεργείται μέχρι το τέλος: «βλέπω δε έτερον νόμον εν τοις μέλεσίν μου αντιστρατευόμενον τω νόμω του νοός μου».
Διελκυστίνδα ανάμεσα στο να ζητεί κανείς «πρώτον την βασιλεία του Θεού» η να «μη μεριμνά και τυρβάζει περί πολλά» διότι «ενός εστί χρεία», και στο να μεριμνήσει για τα ατομικώς και συλλογικώς αναγκαία: από το θερμοσίφωνο, την τροφή και την καθημερινή επιβίωση μέχρι το συλλογικό μέλλον, την πολιτική συνύπαρξη ή την αναίρεση σκοπιμοτήτων επιτηδείων. Όμως, σε Άλλου το χέρι είναι η τελική λύση του γόρδιου αυτού δεσμού αντιφατικών προτεραιοτήτων–στο χέρι όπου θα αναπαυθούμε μέχρι Εκείνος να μας καλέσει στην αφθαρσία. Καὶ γνώσεσθε, ὅτι ἐγώ εἰμι Κύριος, ἐν τῷ ἀνοῖξαί με τοὺς τάφους ὑμῶν, τοῦ ἀναγαγεῖν με ἐκ τῶν τάφων τὸν λαόν μου. Καὶ δώσω πνεῦμά μου εἰς ὑμᾶς, καὶ ζήσεσθε, καὶ θήσομαι ὑμᾶς ἐπὶ τὴν γῆν ὑμῶν, καὶ γνώσεσθε, ὅτι ἐγὼ Κύριος, ἐλάλησα, καὶ ποιήσω.
Από τους φαινομενικά σκουριασμένους γραφειοκρατικούς μηχανισμούς των χριστιανικών εκκλησιών, των ίδιων «εκπροσώπων ευρωπαϊκού πολιτισμού» που τόσο συχνά και βολικά επικαλούνται οι Ευρωπαίοι πολιτικοί για την απόκρουση των προσφύγων, προκύπτει στο νησάκι της Λέσβου η αναπάντεχη έκπληξη. Ότι ο χριστιανισμός ναί, είναι αυτό που νομίζεις.
«Ορθολογικό» λοιπόν θα ήταν (και όντως θα ήταν!) να ληφθούν υπ’ όψιν τα πολιτικά κίνητρα των διαφόρων «παικτών» που εκμεταλλεύονται τον πόνο των προσφύγων. Να καταστεί σαφές το ποιός κερδίζει πολιτικά από την επίσκεψη αυτή, και γιατί επιλέγεται να κερδίσουν πολιτικά κάποιοι και να χάσουν άλλοι. Ορθολογικό θα ήταν το να κατανοηθεί ο απολύτως πραγματικός αντίκτυπος και ο ρόλος αυτής της επίσκεψης στο μακρόπνοο γεωπολιτικό παίγνιο, και η συνάρτηση μακροπρόθεσμης επιβίωσης της Ευρώπης–δημογραφικά, οικονομικά, πολιτικά, πολιτισμικά–αν τυχόν φιλοξενούσε όποιον θέλει να ζήσει σε αυτήν. Ορθολογικό θα ήταν το να διαπιστωθεί ότι, μέσα στις πολλές χιλιάδες των προσφύγων, ταξιδεύει στας Ευρώπας και ο… περιστασιακός τζιχαντιστής, με σχέδιο ολέθρου ακολουθούμενο συστηματικά και κατά γράμμα. Ορθολογικό θα ήταν να αποσαφηνιστεί το αδιανόητο, ότι η επίσκεψη των ιεραρχών δίνει τελικά όπλα στη φαρέτρα του πολιτικού απατεώνα Αλέξη Τσίπρα για να κουνήσει το δάχτυλο στους ευρωπαίους ηγέτες προκειμένου να πετύχει τους απολύτως προσωπικούς στόχους πολιτικής του επιβίωσης.
«Ανορθολογική» είναι η εικόνα ενός Οικουμενικού Πατριάρχη και ενός Πάπα Ρώμης μέσα στη σκηνή των προσφύγων, στο νησάκι της Λέσβου–στην προσφυγιά των αποκλήρων και των ανεπιθυμήτων. Η εκκλησία, το σώμα του ζώντος Χριστού, δεν μπορεί παρά να είναι ανορθολογική και σκανδαλώδης. Αν δεν είναι, κάτι δεν πάει καλά.
«Είσασθε πολιτικά ηλίθιοι! Κοιτάξτε την γεωπολιτική, τη δημογραφία, την πολιτική εκμετάλλευση!»–όλα εκ των οποίων είναι όντως απολύτως πραγματικά, απολύτως επείγοντα και απολύτως απειλητικά. Όμως, αν οι χριστιανοί μπροστά στον εκάστοτε συγκεκριμένο κατατρεγμένο, απόκληρο άνθρωπο επιτυγχάνουμε να είμαστε πολιτικά ηλίθιοι, τότε μάλλον κάτι κάνουμε σωστά.
(Το ΙΝΣΠΟΛ δεν σχετίζεται άμεσα ή έμμεσα με ιστοσελίδες που φέρουν παρόμοιες επωνυμίες.)
1 comment
Υπάρχει σοβαρότατος θεολογικός αντίλογος σ’ αυτήν την τοποθέτηση του Σ.Μ.
(διότι για τον γεωπολιτικό αντίλογο, η ζωντανή πραγματικότητα βοά και κραυγάζει κι ο Σ.Μ, ευφυής καθώς είναι, το παραδέχεται).
Λοιπόν :
Κοντά στην παραβολή της Μελλούσης Κρίσεως [που μας την επικαλούνται όλοι συνεχώς, ώστε να νομιμοποιήσουν τη συντελούμενη λαθροεισβολή και τον εποικισμό – ακόμα κι οι διαβόητοι Αntifa (!) τη θυμήθηκαν στη Θεσσσαλονίκη πριν από μερικούς μήνες και την τύπωσαν στα ρυπαρά τους φυλλάδια], υπάρχουν κι άλλες εντολές του Χριστού, που δεν τις θυμούνται εκείνοι που θά ᾽πρεπε -πρώτοι αυτοί- νά ᾽ναι ξεσκολισμένοι στα Ιερά Γράμματα.
Ο ίδιος ο Χριστός μας λέει, αφού πρώτα εξασφαλίσουμε ότι είμαστε ακέραιοι «ως αι περιστεραί», να φροντίζουμε να είμαστε και «φρόνιμοι ως οι όφεις», επιφορτίζοντάς μας παράλληλα με την υποχρέωση να διακρίνουμε «τα σημεία των καιρών», ενώ συνάμα ταλανίζει τους “υιούς της Βασιλείας”, αν αποδειχθούν λιγώτερο φρόνιμοι από τους “υιούς του αιώνος τούτου”. Μ’ άλλα λόγια, μας επιφορτίζει με την υποχρέωση να θέτουμε σ’ ενέργεια το θεόσδοτο δώρο της κριτικής λειτουργίας και του ορθού λόγου και -ειδικότερα- νά ᾽χουμε σε εγρήγορση την ιστορική μας συνείδηση.
Μια στάση ζωής των πιστών Χριστιανών νεφελώδης και ανιστορική (που συνειδητά δηλ. επιζητεί να τεθεί εκτός Ιστορίας, όπως υπαινίσσεται ευθέως ο Σ.Μ.), αλλά και συνάμα παθητική / μοιρολατρική, χωρίς καμμία κριτική αποτίμηση των εν τω κόσμω, η οποία ταυτόχρονα μεταθέτει στο Επέκεινα την προσωπική ευθύνη για τον κόσμο, «μάλιστα δε» για τους «οικείους της πίστεως», είναι εντελώς αθεολόγητη. Ο ιστορικός χρόνος ως κονίστρα του αγιασμού του πιστού καταξιώνεται με την μνεία του (τιποτένιου) Ποντίου Πιλάτου στο Σύμβολο της Πίστεως κι έτσι η Πίστη μας αντιδιαστέλλεται από τις άχρονες και υπέρχρονες κυκλικότητες των ασιατικών θρησκειών. Η Ιστορία και το εν χρόνω πράττειν, προσωπικό και συλλογικό, είναι που μας κρίνουν (βλ. τον Ιάκωβο τον Αδελφόθεο σ’ ολόκληρη την Καθολική του Επιστολή, άλλη μεγάλη «ξεχασμένη» των πολυνούστατων ιεροκηρύκων μας…). Ήδη από τις επιστολές του προς τους ενθουσιαστικούς Θεσσαλονικείς ο Απόστολος Παύλος (και μετά απ’ αυτόν ομόφωνη η Ορθόδοξη εκκλησιαστική παράδοση και πρακτική) αποδοκίμασε το σύνθημα «Αdveniat regnum et pereat mundus» («Ας έλθει η Βασιλεία και δεν πά’ να χαθεί ο κόσμος!»).
Καταδικάσθηκε δηλ. από την ομόφωνη Ορθόδοξη εκκλησιαστική παράδοση εκείνη η στάση ζωής, η οποία σε σύγχρονα, χυδαία νεοελληνικά αναλύεται ως εξής για τον χαλβαδο- Χρίστιανο του 2016 μ.Χ. :
«Ας υποστεί γενοκτονία ο Ελληνισμός,
ας εξισλαμισθεί το ελληνικό ορθόδοξο ποίμνιο,
ας ακρωτηριασθεί η πατρίδα εδαφικά,
ας μετατραπεί ένα σημαντικό κομμάτι του ποιμνίου σε διασπορά που θ’ αποχρωματισθεί θρησκευτικά στην ξενητιά,
ας υποστούν στο μεταξύ βιασμό από νεάζοντες μουσουλμανικούς πληθυσμούς αρρένων κάμποσες αδελφούλες μας εν Χριστώ [μέλη, ωστόσο, κι αυτές του Κυριακού Σώματος]
κι ας στραγγαλισθούν από αλλοδαπούς και κάμποσες γριούλες (καλά να πάθουν, αφού ήταν «κοσμικές» κι όχι κυρίες του Φιλοπτώχου Ταμείου της Ενορίας, οπότε ενδεχομένως θα μας πονούσε η μοίρα τους).
Δεν πειράζει. Εμείς έχουμε κάνει το καθήκον μας το χριστιανικό, όπως μας το κανονάρχησε η καθεστηκυία ιδεολογία με πρόσχημα την παραβολή της Μελλούσης Κρίσεως, διευκολύνοντας τους «συνανθρώπους» μας Μουσουλμάνους και χαϊδεύοντας συνάμα τον κοσμοπολίτη εαυτούλη μας [κατ’ επέκταση δε και τον εγωϊσμό μας]. Τί κι αν μας λένε ανορθολογικούς; ‘Ο Θεός θα λύσει την διελκυστίνδα’ – ‘Εμείς μεριμνούμε για το εν ου εστι χρεία’ . Δεν μπορώ να κουράζω το κεφαλάκι μου με την κατανόηση της Ιστορίας. Με ξεπερνάει. Ούτε και παρακαλώ να με φωτίσει ο Θεός για το πρακτέο. Είμαι βέβαιος ότι, όπως μού ᾽χουν πεί, η μετανάστευση είναι ευλογία, αφού ή θα μας παραγάγει Νεομάρτυρες ή θα τους εκχριστιανίσουμε μαζικά. Μ α ρ ά ν Α θ ά ! »
Ακόμα χειρότερα -πάντα με όρους θεολογικούς/αγιογραφικούς- για όσους εκκλησιαστικούς (κληρικούς και λαϊκούς) συσχηματίζονται με την τρέχουσα ιδεολογία των ανοικτών συνόρων και της πολυπολιτισμικότητας : Υπάρχει ο εξόχως ενοχλητικός ταλανισμός, απ’ τον ίδιο τον Χριστό, όσων σκανδαλίζουν, όσων δηλαδή γίνονται αφορμή απώλειας ψυχών, που τους λέει να πάν να δέσουν μυλόπετρα στο λαιμό τους και να πνιγούν.
Τί έχει να μας εισφέρει, λοιπόν, αυτή η θολή, «ναι μεν αλλά, πάντως» στάση που μας εισηγείται ο αρθρογράφος υπέρ του «αδελφού μου του μετανάστη»
α) στον πολυάριθμο, λαϊκό κοσμάκη που -σκανδαλισμένος απ’ αυτά και τα τοιαύτα κηρύγματα και πρακτικές, χρόνια τώρα, αφού τού ᾽χουν διαρρήξει το σπίτι ή το μαγαζί οι αλλοδαποί, μια και δυο φορές- αποφασίζει κι αυτός απ’ την πλευρά του να διαρρήξει ακόμα και τη χαλαρή σχέση που είχε με την Πίστη, αρχίζοντας έτσι να τσαλαβουτάει μαζικά σε αρχαιολατρείες, «Ελληνισμό», και εκτρεπόμενος σιγά-σιγά προς τη Χρυσή Αυγή, μιας και βλέπει καθημερινά κι έμπρακτα να επιβεβαιώνεται το μοτίβο ότι «Οι ανθέλληνες Ναζωραίοι, σε αγαστή συνεργασία με Καταριανούς και Ερντογάν κατακλύζουν με μουσουλμάνους τη Χώρα των Θεών» [Έχω να καταθέσω μαρτυρίες για πολλούς που ακολούθησαν αυτήν περίπου την πνευματική διαδρομή αποστασίας, μερικοί σε πολύ πιο σοβαρή εκδοχή, μη θέλοντας να πατήσουν ξανά στην Ενορία τους για το λόγο αυτό] ;
β) στις περιπτώσεις (τρεις άρρενες και μια κοπέλλα επί του παρόντος, που μπόρεσα να εντοπίσω στο Διαδίκτυο) εξισλαμισμένων ελλήνων Ορθοδόξων από γεννησιμιού, που προπαγανδίζουν στο YouTube τον Προφήτη, αρχίζοντας το κήρυγμα στην μητρική τους νεοελληνική με τη φράση «Στο όνομα του Θεού του Παντοδύναμου» [Τα κρούσματα αυτά απωλείας ψυχών θα πολλαπλασιασθούν αναγκαστικά στο μέλλον, αν ακολουθηθεί αυτός ο σκανδαλιστικός αποχρωματισμός/συσχηματισμός των εκκλησιαστικών και τότε δεν θα μας φθάνουν οι μυλόπετρες] ;
Περιορίζομαι σ’ αυτά τα δύο μόνο, εντελώς ενδεικτικά, για τη απώλεια ψυχών. Η πραγματικότητα έχει την δική της δυναμική, ανεξάρτητη από αυτήν των θεολογημάτων. «Λόγῳ», άλλωστε, κατά τον Άγ. Γρηγόριο τον Παλαμά, « παλαίει πᾶς λόγος, βίῳ δὲ τίς;».
Παραδείγματα, τώρα, αρνητικό και θετικό, του τι συνιστά και τι όχι επαφή με την Ιστορία, επαφή καταστροφική ή σωτήρια για το ποίμνιο της Εκκλησίας.
Μετά την εγκαθίδρυση της Αγγλικής Κυριαρχίας στην Κύπρο (1878) κατέστη σαφές ότι είχε αποκλεισθεί η υποστροφή της νήσου στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Πολλοί Τουρκοκύπριοι, σημαντικό κομμάτι της μειονότητας, που ήσαν Κρυπτοχριστιανοί (ή δήλωναν ότι ήσαν), ξεθάρρεψαν τότε και γύρεψαν απ’ την Εκκλησία να γίνουν δεκτοί (προσβλέποντας, ίσως, στο ότι έτσι θα διευκολυνόταν κι η ενσωμάτωσή τους στην νέα τάξη πραγμάτων). Η Κυπριακή Εκκλησία εφήρμοσε την «ακρίβεια» και δεν τους δέχθηκε (σωστό ή λάθος από κανονικής πλευράς, δεν το εξετάζω). Συνέπεια τούτου ήταν η Τουρκική μειονότητα (δημιουργημένη από βιαίους εξισλαμισμούς Ελλήνων) να μην εξαλειφθεί ποσοτικά (ή περίπου κάτι τέτοιο), όπως ήταν εφικτό την εποχή εκείνη, αλλά να διατηρηθεί τότε μεν στο αξιόλογο ποσοστό του 10%, στην συνέχεια δε να «εξαλλαγεί» την δεκαετία του 1950 – 1960 και, ανερχόμενη στο 14%, ν’ αποτελέσει γερό εργαλείο στα χέρια της Τουρκίας για την αιματηρή διχοτόμηση του νησιού το 1974.
Η Βουλγαρική, τώρα, Εκκλησία εν έτει 2015 μ. Χ. υποδεικνύει ένα ρεαλιστικό «άλλως δύνασθαι πράττειν» στους υπερουράνιους μύστες της μόνης αληθινής ερμηνείας του Ευαγγελίου (εκτός κι αν αποτελούν οι Βούλγαροι «παιδιά ενός κατώτερου Θεού» και μόνοι οι Έλληνες Ορθόδοξοι είναι ο φωτισμένος, «με αίσθηση οικουμενικής αποστολής», περιούσιος λαός). Έβγαλε, λοιπόν, πέρσι το Σεπτέμβρη ανακοίνωση η εκεί σύνοδος των Επισκόπων, ότι συμπαρίσταται στο κλείσιμο των συνόρων στους λαθρομετανάστες από Τουρκία, που αποφάσισε η Κυβέρνηση (χωρίς ν’ αρνηθεί την εκ των ενόντων περίθαλψη των λιγοστών transit), διότι, όπως ανέφερε, η μαζική παρουσία Μουσουλμάνων στη χώρα νοθεύει την ιδιοπροσωπία του Βουλγαρικού έθνους, που στηρίζεται στην Ορθοδοξία. Λόγια στέρεα, ντόμπρα, σταράτα κι όχι Νεφελοκοκκυγίες.
Συμπέρασμα
Θεολογούντες και (κάμποσοι απ’ τους) ποιμένες μας έχουν αποτύχει στη σύλληψη της πραγματικότητας και στην προσήκουσα αντιμετώπισή της, για χάρη του Λαού του Θεού. Κι αν είχαν κάποια ελαφρυντικά γι’ αυτόν το συσχηματισμό τους παλιότερα, ήδη έχουν βαριά ευθύνη για τη στάση τους, που μαρτυρεί τουλάχιστον διανοητική νωθρότητα (για να μη μιλήσουμε για το Sitz im Leben αυτών των θεολογικών κατασκευών). Μου θυμίζουν εκείνους οι οποίοι επιχειρούσαν να ενδοβάλουν στον Ιούδα την προπαγάνδα των γεωπολιτικά πανίσχυρων και θρασύτατων γειτόνων του και για τους οποίους ο Προφήτης Ιερεμίας (ΣΤ΄, 4), σε ανάλογες με τις δικές μας συνθήκες εξανδραποδισμού του λαού του, έλεγε: «Καὶ ἰῶντο σύντριμμα λαοῦ μου ἐξουθενοῦντες καὶ λέγοντες ῾ εἰρήνη, εἰρήνη!᾽ . Καὶ ποῦ ἐστιν εἰρήνη;»
Στῶμεν καλῶς