Γράφει ο Δημήτρης Ζιαμπάρας.
Η περιφρόνηση των εκπαιδευτικών απέναντι σε μαθητές, γονείς και κοινωνία έχει ξεπεράσει κάθε όριο. H εικόνα του μέσου εκπαιδευτικού: αξύριστοι, ακούρευτοι άντρες και άθλια ντυμένες γυναίκες. Με αφορμή τις εκλογές των συνδικάτων των εκπαιδευτικών του Δημόσιου, ΟΛΜΕ και ΔΟΕ, που έγιναν —προσέξτε— μεσοβδόμαδα (ημέρα Τετάρτη, αντί για Σάββατο ή Κυριακή που γίνονται ακόμα και οι εθνικές εκλογές), θυμήθηκα την παρακάτω σύντομη ιστορία, που κυκλοφορεί στο διαδίκτυο.
Όταν, λέει, ο Μαχάτμα Γκάντι σπούδαζε νομικά στο Πανεπιστημίου του Λονδίνου, είχε έναν καθηγητή που λεγόταν Πίτερς, ο οποίος δεν συμπαθούσε διόλου τον Γκάντι. Κάποια μέρα, ο κος Πίτερς καθόταν στο εστιατόριο του Πανεπιστημίου, κατά τη διάρκεια του μεσημεριανού γεύματός του, όταν ο Γκάντι ήλθε με τον δίσκο του και κάθισε δίπλα του. Σοβαρά ενοχλημένος, τότε, ο υπερόπτης καθηγητής είπε στον Γκάντι: «Κύριε Γκάντι, δεν γνωρίζετε, ότι ένα γουρούνι και ένα περιστέρι δεν κάθονται μαζί κατά τη διάρκεια του φαγητού τους;» για να λάβει την εξής απάντηση του Γκάντι: «Μην ενοχλείστε κ. καθηγητά, θα πετάξω παραπέρα», ο οποίος, λέγοντας αυτά, πήγε και κάθισε σ’ ένα άλλο τραπέζι.
Χολωμένος ο κος Πίτερς θέλησε να πάρει την ρεβάνς στις επόμενες εξετάσεις, αλλά ο φοιτητής του απάντησε ολόσωστα σε όλες τις ερωτήσεις του. Τότε, ο κος Πίτερς του έθεσε την παρακάτω ερώτηση: «Κύριε Γκάντι, τι θα κάνατε, αν περπατώντας στον δρόμο βρίσκατε ένα πακέτο γεμάτο σοφία και ένα άλλο γεμάτο λεφτά; Ποιο από τα δύο θα παίρνατε;» Χωρίς να πολυσκεφτεί ο Γκάντι, του απάντησε: «Σίγουρα το πακέτο με τα χρήματα». Τότε ο κος Πίτερς μ’ ένα χαμόγελο γεμάτο ειρωνεία τού είπε: «Αν ήμουν στην θέση σας, θα προτιμούσα αυτό με την σοφία, δεν νομίζετε;» και ο Γκάντι του είπε, με απάθεια: «Ο καθένας παίρνει αυτό που του λείπει».
Ο κος Πίτερς, ήδη σε υστερία από την απάντηση τού φοιτητή, του έγραψε στην κόλλα του διαγωνίσματος, «Ηλίθιος» και την έδωσε στον Γκάντι. Ο Γκάντι πήρε την κόλλα τού διαγωνίσματος και κάθισε κάτω. Μερικά λεπτά αργότερα πάει ξανά στον καθηγητή του και τού λέει: «Κύριε Πίτερς, υπογράψατε το γραπτό μου, αλλά ξεχάσατε να το βαθμολογήσετε».
———
Δυστυχώς η ιστορία είναι διαδικτυακή απάτη (hoax), άλλωστε παραείναι καλή για να είναι αληθινή. Την ανέφερα όμως για να την αφιερώσω στους αναρίθμητους γελοίους καθηγητές που πέρασαν από την ζωή μου στο σχολείο και στο πανεπιστήμιο.
Υπήρχαν βέβαια εξαιρέσεις: από το σχολείο θυμάμαι μόνο μια φιλόλογο στην Α’ και Β’ Γυμνασίου ονόματι κα Τσορώνη· στην Νομική Αθηνών τον Σταύρο Τσακυράκη· στο Βρετανικό Πανεπιστήμιο τον Raul Espejo, έναν εκδιωγμένο Χιλιανό πρώην σύμβουλο του Αλιέντε. Είχαν φλόγα! Δεν σφυρηλατούσαν ψυχρά μέταλλα. Από εκεί και πέρα … το χάος! Σίγουρα, θα υπήρχαν και άλλοι αξιόλογοι, όμως, δεν κατάφερα να τους βρω. Στους καθηγητές του σχολείου (κάτεργο) έβλεπα εφιαλτική στενοκεφαλιά και σε αυτούς, του πανεπιστημίου (κενοτάφιο), ακατάσχετο βερμπαλισμό. Εκεί, συνειδητοποίησα για πρώτη φορά, ότι οι μορφωμένοι βλάκες είναι πιο βλάκες από τους αμόρφωτους βλάκες. Γελάω με την σκέψη, ότι «μας μαθαίνανε να σκεφτόμαστε». Ευτυχώς, που στο σχολείο γνώρισα την φιλία και στο πανεπιστήμιο τον έρωτα. Κατά τα άλλα μας, προετοίμαζαν για μια ζωή σε έναν κόσμο που δεν υπάρχει. Θα τολμήσω να πω, ότι μέχρι το τέλος της εκπαίδευσης ήμουν αυτοδίδακτος. Μαθητής και καθηγητής τους εαυτού μου. Ένας ακόμη ανόητος καθηγητής, χωρίς διάθεση ταπεινοφροσύνης.
Ένιωσα τεράστια ανακούφιση, όταν μετά το πέρας της επίσημης εκπαίδευσης, μπορούσα πλέον να επιλέγω τους δικούς μου δασκάλους. Ήταν αρκετοί· οι πιο σημαντικοί από αυτούς: ο Χρήστος Γιανναράς, ο Άδωνις Γεωργιάδης και ο Σταύρος Τσακυράκης. Πιθανόν να μου αντιτάξετε: ο ένας εκφέρει αντιδυτικό και αντιευρωπαϊκό λόγο· ο άλλος υπερασπίζεται την απεχθέστερη μορφή πολιτικής: την λαϊκή δεξιά· και ο τρίτος είναι ποταμίσιος. Θα σας απαντήσω, ότι ο δάσκαλος ποτέ δεν σε διδάσκει αυτό που θέλει — αλλά αυτό που είναι. Απόδειξη: είμαι φανατικός ευρωπαϊστής· αντι-νεοκαραμανλικός· και αντι-φιλελές (βλ. άρθρο μου «Καρχαρίες με κοστούμια» για τη διαφορά φιλελεύθερων και φιλελέδων). Έχω εκτεθεί όμως στην φιλοσοφική σκέψη του Γιανναρά· στην ιστορική αντίληψη του Γεωργιάδη· και στην φιλελεύθερη νοοτροπία του Τσακυράκη. Και οι τρεις, Ελληνομαθείς. Χωρίς ελληνομάθεια δεν υπάρχει παιδεία, διεθνώς. Και για όσους αναρωτιούνται: ναι, ο Άδωνις με έκανε ανυπόφορο. Πριν, ήμουν σεμνός και καλόκαρδος.
Η αξία της επίσημης εκπαίδευσης έχει —σε τραγικό βαθμό— υπερτιμηθεί, ενώ, αντίστοιχα έχει υποτιμηθεί (στον ίδιο βαθμό) η αξία της παιδείας εκτός εκπαίδευσης. Απείρως μεγαλύτερη επίδραση στον άνθρωπο έχουν: η παιδεία που λαμβάνει μετά το πέρας της εκπαίδευσης και οι πολιτισμικές απαιτήσεις της ίδιας της κοινωνίας. Ό,τι και να διδαχθεί ο μαθητής ή ο φοιτητής, από οποιοδήποτε σοφό δάσκαλο, θα το ξεχάσει αν δεν του ζητείται αργότερα. Όπως, και, ό,τι δεν γνωρίζει θα βρει τον τρόπο να το μάθει, εάν του χρειάζεται. Ο αγώνας της ζωής, οι απαιτήσεις της κοινωνίας και η επαφή με την φύση διδάσκουν τα ουσιαστικά.
Ο Έλληνας νέος που πάει να σπουδάσει ή να εργασθεί στο εξωτερικό δεν έχει τίποτε να ζηλέψει από τους άλλους νέους — ακριβώς το αντίθετο. Ωστόσο, ενώ οι περισσότεροι νέοι είναι έξυπνοι, οι περισσότεροι μεσήλικες είναι κουτοί. Άρα, μήπως κάτι φταίει στο ενδιάμεσο; Η Ελληνική κοινωνία κάνει εξαιρετική δουλειά με τους νέους, κυρίως λόγω γλώσσας, οικογένειας και αλληλο-ταλαιπωρίας. Το τελευταίο οφείλεται στο ότι είμαστε μια βαθιά υπαρξιακή κοινωνία με έμφαση στον θάνατο (βλ. άρθρο μου «Το λεμόνι της ψυχής» για τον θάνατο στον Ελληνικό πολιτισμό). Για αυτό, γιορτάζουμε περισσότερο το Πάσχα — παρά τα Χριστούγεννα, όπως οι άλλοι δυτικοί. Αυτά χτίζουν χαρακτήρα στους νέους. Μετά, όμως, το πέρας της νεότητας και κατά την διάρκεια της επαγγελματικής ζωής ο Έλληνας χαλάει: καταρρέει χρόνο με τον χρόνο, η νεανική του λάμψη χάνεται· το καλό Ελληνικό μέταλλο θαμπώνει. Και αυτή την επαγγελματική μιζέρια την μεταφέρει και στην προσωπική του ζωή και συμπεριφορά.
Μετά ταύτα, υπάρχει τρόπος μετά το τέλος της εκπαίδευσης να προαχθεί η παιδεία και να διατηρηθεί η λάμψη του Έλληνα νέου; Φυσικά. Έτσι, όπως γίνεται στους Ευρωπαίους εταίρους μας. Με σκληρούς άτεγκτους κανόνες ελέγχου καλλιέργειας, συνεχούς επιμόρφωσης και προαγωγικών εξετάσεων για κάθε βαθμίδα των μελών των επαγγελματικών συλλόγων: δημοσιογράφοι, εκπαιδευτικοί, δικηγόροι, γιατροί, μηχανικοί, οικονομολόγοι, υδραυλικοί, τεχνίτες, φουρναραίοι κτλ. Αυτή η επαγγελματική χαλαρότητα μας διαφοροποιεί από τις άλλες δυτικές χώρες, όχι η εκπαίδευση. Πρέπει να αντικαταστήσουμε το χαμένο Ελληνικό «μεράκι» με τον δυτικό «επαγγελματισμό» για κάποιο διάστημα. Μέχρι νεωτέρας.
Στην Ελλάδα (που όλοι είμαστε 18 χρονών) τα προβλήματα που έχουμε προκαλούν τρανταχτό γέλιο μπροστά στα προβλήματα που έχουν οι γείτονές μας και οι εταίροι μας. Λύνονται μέσα σε μια τριετία, εάν θέλουμε.
Η Ελληνική κοινωνία έχει συγκλονιστικές δυνατότητες.
7 comments
“H εικόνα του μέσου εκπαιδευτικού: αξύριστοι, ακούρευτοι άντρες και άθλια ντυμένες γυναίκες.” Όμως και εσείς έχετε ελαφρά αξυρισιά στην φωτογραφία σας,δείχνετε ότι καπνίζετε πίπα,τα μαλιά και τα γένια δεν δείχνουν τίποτε ποιοτικό ,όσο για τις γυναίκες η αθλιότητα είναι στυλιστική (στασιάζεται το ζήτημα ) ή άλλου είδους ? Πάντως τόσο ισοπεδωτικός Μ.Ο. δεν αποδεικνύεται στατιστικά….
Παρατηρώ ότι είναι της μόδας, άνθρωποι με διαταραχές προσωπικότητας να καταφέρονται κατά παντός, χωρίς να κοιτάνε τα χάλια τους. Για ποιο λόγο πιστεύουν ότι η αναιτιολόγητη, και συχνά, νευρωσική γκρίνια τους, αποτελεί αξιόλογο ανάγνωσμα, ποτέ δεν το κατάλαβα. Αλλά πάλι, ψάξε να βρεις άκρη με τέτοια άτομα.
Συνήθως αποφεύγω να διαβάζω τέτοια κείμενα, γιατί ποτέ δεν αποκομίζεις τίποτα χρήσιμο, απλά “φορτώνεσαι” όλο τον αρνητισμό που ηδονίζεται να σου πασάρει ο γράφων. Καμμιά φορά, το κάνω, γιατί θέλω να βλέπω, τι μυαλό κουμαντάρει ο κόσμος, και δεν το κρύβω, ολοένα απογοητεύομαι.
Κύριε Ζιαμπάρα, ίσως αυτή τη στιγμή που σχολιάζω, δίνω αξία στην ατέρμονη γκρίνια σας, και γι αυτό, το μετανιώνω. Απο την άλλη, είστε απλά ένας απο τους πολλούς, που αρέσκονται να κοντράρουν την κοινή λογική κι ακόμη περισσότερο, να ρίχνουν το μπαλάκι πάντα στους άλλους. Δεν λέτε τίποτα πρωτότυπο, και ακόμη χειρότερα, τίποτα το εποικοδομητικό. Ισως το κάνετε σκόπιμα, θεωρώντας ότι είναι προτιμότερο να είστε αναγνωρίσιμος σαν καρικατούρα (ειλικρινά, θα ηθελα να το πιστεύω αυτό, κι όχι ότι είστε τόσο γελοιος όσο τα γραφόμενά σας). Σε κάθε περίπτωση, να ήταν χρήσιμο για όλους, να το ξανασκεφτείτε. Μπορείτε να προσφέρετε, κι όχι απλά να ξεσπάτε στο διαδίκτυο τις νευρώσεις σας.
Ζιαμπαριάσαμε τελευταία. Ακούστε κάτι. Υπάρχουμε κι εμείς που δεν συμμετέχουμε στον διάλογο αλλά διαβάζουμε. Η σιωπηλή πλειοψηφία. Δεν λέω. Γράφει καλά ο νέος αστέρας. Αλλά πολύ ρε παιδί μου. Δέκα λέξεις αντί για τρεις και οι περισσότερες στα όρια να είναι εκτός θέματος. Έγινε το Αντίβαρο περιοδικό ποικίλης ύλης; Εκτός από τις προσωπικές ιστορίες το συγκεκριμένο τουλάχιστον άρθρο είναι μία σειρά κοινοτοπιών.
Όχι και τόσο νέος. Απλώς, μετά εξαετίαν επανακάμψας.
Ίαν, Σόνια και Κοζανίτη, νάστε καλά για τα αντισώματα που μου παρέχετε κατά του ναρκισσισμού.
Πατριώτη, όντως δεν είμαι νέος. Είμαι όμως ανανεωμένος.
@ Dimitris Ziamparas
Ανανεωμένος;;;;; Μας αναγκάζετε να διαβάσουμε και τα παλιότερά σας, δηλαδή; Αλλιώς πως να κρίνουμε την ορθότητα του χαρακτηρισμού;
Στη θέση σας θα άλλαζα την φωτό, πάντως (για τα περί ναρκισσισμού).
Όσο για τα γραπτά σας…ΟΚ….το λακωνίζειν εστί φιλοσοφείν. ΟΙ σκέψεις σας πάντως μου αρέσουν.
Επίκληση στους παλιούς (Πατριώτη!!!) για επιβεβαίωση περί ανανέωσης (ή όχι).
@ Kostas A. Dimopoulos
Δεν θυμούμαι τα παλιά του άρθρα και δεν σκοπεύω ν’ ασχοληθώ διαβάζοντάς τα ξανά.