Wednesday 9 October 2024
Αντίβαρο
Ομιλίες/Συνεντεύξεις

Συνέντευξη Αλεξάντερ Σολζενίτσυν: Μιὰ θυσία γιὰ χάρη τῆς ἀνθρωπότητας

Συνέντευξη τοῦ Ἀλεξάντερ Σολζενίτσυν στὸ περιοδικὸ Spiegel

Ὁ Ρῶ­σος συγ­γρα­φέ­ας Ἀ­λε­ξάν­τερ Σολ­ζε­νί­τσυν ἀ­να­φέ­ρε­ται στὴ μοι­ραί­α ἱ­στο­ρί­α τῆς χώ­ρας του, στὴν ἀ­πο­τυ­χί­α τῶν με­ταρ­ρυθ­μι­στῶν Γκορ­μπα­τσὼφ καὶ Γι­έλ­τσιν, στὴν ἀ­πο­γο­ή­τευ­ση γιὰ τὴν πο­λι­τι­κὴ τῆς Δύ­σης καὶ στὴν δι­κή του στά­ση ἀ­πέ­ναν­τι στὴν πί­στη καὶ στὸ θά­να­το.

Μετάφραση Χρῆστος Καπαγερίδης (για λογαριασμό του περιοδικού της Πειραικής Εκκλησίας)

Ἀ­λε­ξάν­τερ Ἰ­σά­γι­ε­βιτς, σᾶς συ­ναν­τᾶ­με ἐν μέ­σῳ ἐρ­γα­σί­ας. Δεί­χνε­τε μὲ τὰ 88 ἔ­τη σας ἀ­ναλ­λοί­ω­τη συ­νεί­δη­ση κα­θή­κον­τος, πα­ρ’ ὅ­λο ποὺ ἡ ὑ­γεί­α σας δὲν τὸ ἐ­πι­τρέ­πει πιὰ νὰ κι­νεῖ­στε ἐ­λεύ­θε­ρα μέ­σα στὸ σπί­τι. Ἀ­πὸ ποῦ παίρ­νε­τε αὐ­τὴ τὴ δύ­να­μη;

 

Εἶ­ναι ἕ­να ἐ­σω­τε­ρι­κὸ κί­νη­τρο, ἀ­πὸ τὴν γέν­νη­σή μου κι­ό­λας. Ἀ­φι­έ­ρω­να πάν­τα μὲ χα­ρὰ τὸν ἑ­αυ­τό μου στὴν ἐρ­γα­σί­α, στὴν ἐρ­γα­σί­α καὶ στὸν ἀ­γώ­να.

 

Μό­νο ἐ­δῶ, βλέ­που­με τέσ­σε­ρα γρα­φεῖ­α. Στὸ νέ­ο σας βι­βλί­ο, τὸ ὁ­ποῖ­ο θὰ ἐκ­δο­θεῖ τέ­λη Σε­πτεμ­βρί­ου στὴ Γερ­μα­νί­α, ἐν­θυ­μεῖ­στε ὅ­τι γρά­φα­τε ἀ­κό­μα καὶ κα­τὰ τοὺς πε­ρι­πά­τους σας στὸ δά­σος.

 

Ὅ­ταν ἤ­μουν στὸ στρα­τό­πε­δο συγ­κέν­τρω­σης, ἔ­γρα­ψα ἀ­κό­μα καὶ σὲ ἕ­ναν πέ­τρι­νο τοῖ­χο. Γέ­μι­σα ὀρ­νι­θο­σκα­λί­σμα­τα μὲ μο­λύ­βι σὲ ἕ­να κομ­μα­τά­κι χαρ­τί, με­τὰ ἀ­πο­μνη­νό­νευ­σα τὸ πε­ρι­ε­χό­με­νο καὶ στὸ τέ­λος κα­τέ­στρε­ψα τὸ χαρ­τά­κι.

 

Καὶ αὐ­τὴ ἡ δύ­να­μη δὲν σᾶς ἐγ­κα­τέ­λει­ψε ἀ­κό­μα καὶ σὲ στιγ­μὲς με­γά­λης ἀ­πελ­πι­σί­ας;

 

Ὅ­λα ἔρ­χον­ται ὅ­πως πρέ­πει νὰ ἔρ­θουν. Καὶ στὸ τέ­λος, κα­μιὰ φο­ρά, προ­έ­κυ­πτε κά­τι κα­λό.

 

Δὲν θὰ εἴ­χα­τε σκε­φτεῖ δι­ό­λου ἔ­τσι, τὸ Φε­βρουά­ριο τοῦ 1945, ὅ­ταν ἡ στρα­τι­ω­τι­κὴ μυ­στι­κὴ ὑ­πη­ρε­σί­α συ­νε­λάμ­βα­νε τὸν λο­χα­γὸ Σολ­ζε­νί­τσυν στὴν ἀ­να­το­λι­κὴ Πρωσ­σί­α, ἐ­πει­δὴ αὐ­τὸς εἶ­χε γρά­ψει ἐ­πι­στο­λὲς μὲ δυ­σμε­νεῖς πα­ρα­τη­ρή­σεις γιὰ τὸν Ἰ­ω­σὴφ Στά­λιν. Αὐ­τὸ σᾶς ἐ­πέ­φε­ρε ὀ­κτὼ χρό­νια ποι­νὴ στὰ στρα­τό­πε­δα συγ­κέν­τρω­σης.

 

Αὐ­τὸ ἔ­γι­νε νό­τια ἀ­πὸ τὸ Wormditt. Μό­λις εἴ­χα­με ξε­φύ­γει ἀ­πὸ ἀ­πὸ μί­α πε­ρι­κύ­κλω­ση Γερ­μα­νῶν καὶ βα­δί­ζα­με κα­τὰ τοῦ Koenigsberg. Ἐ­κεῖ μὲ συ­νέ­λα­βαν. Ἀλ­λὰ ἡ αἰ­σι­ο­δο­ξί­α δὲν μὲ εἶ­χε ἐγ­κα­τα­λεί­ψει. Ὅ­πως καὶ οἱ πε­πo­ι­θή­σεις ποὺ μὲ πα­ρω­θοῦ­σαν.

 

Ποι­ές πε­ποι­θή­σεις;

 

Μὲ τὰ χρό­νια ἔ­χουν ἐ­ξε­λι­χθεῖ φυ­σι­κά. Ἀλ­λὰ ἤ­μουν πάν­τα πε­πει­σμέ­νος γιὰ ὅ,τι ἔ­κα­να καὶ δὲν δι­α­πραγ­μα­τεύ­τη­κα πο­τὲ σὲ βά­ρος τῆς συ­νεί­δη­σής μου.

 

Ὅ­ταν ἐ­πι­στρέ­ψα­τε ἀ­πὸ τὴν ἐ­ξο­ρί­α με­τὰ ἀ­πὸ 13 χρό­νια, ἤ­σα­στε ἀ­πο­γο­η­τευ­μέ­νος ἀ­πὸ τὴν ἀ­νά­πτυ­ξη στὴ νέ­α Ρω­σί­α. Ἀρ­νη­θή­κα­τε τὸ κρα­τι­κὸ βρα­βεῖ­ο, τὸ ὁ­ποῖ­ο σᾶς προ­σέ­φε­ρε ὁ Μι­χα­ὴλ Γκορ­μπα­τσώφ, κα­θὼς καὶ τὸ πα­ρά­ση­μο μὲ τὸ ὁ­ποῖ­ο ἤ­θε­λε νὰ σᾶς τι­μή­σει ὁ Μπό­ρις Γι­έλ­τσιν. Τώ­ρα ὅ­μως ἔ­χε­τε ἀ­πο­δε­χτεῖ τὸ ρω­σι­κὸ κρα­τι­κὸ βρα­βεῖ­ο, ποὺ σᾶς πρό­τει­νε ὁ Βλαν­τι­μὴρ Πού­τιν – ὁ πρώ­ην ἀρ­χη­γὸς ἐ­κεί­νης τῆς μυ­στι­κῆς ὑ­πη­ρε­σί­ας ποὺ κα­τα­δί­ω­κε καὶ βα­σά­νι­ζε ἄ­γρια τὸν συγ­γρα­φέ­α Σολ­ζε­νί­τσυν. Πῶς ται­ριά­ζουν μα­ζὶ ὂ­λ’ αὐ­τά;

 

Πράγ­μα­τί μου προ­σφέρ­θη­κε ἕ­να βρα­βεῖ­ο τὸ 1990 γιὰ τὸ «Ἀρ­χι­πέ­λα­γος Γκου­λάγκ». Ὅ­μως ὄ­χι ἀ­πὸ τὸν Γκορ­μπα­τσώφ, ἀλ­λὰ ἀ­πὸ τὸ ὑ­πουρ­γι­κὸ συμ­βού­λιο τῆς ρω­σι­κῆς σο­σι­α­λι­στι­κῆς ὁ­μο­σπον­δια­κῆς σο­βι­ε­τι­κῆς δη­μο­κρα­τί­ας, μέ­ρος τό­τε τῆς Σο­βι­ε­τι­κῆς Ἕ­νω­σης. Ἀρ­νή­θη­κα. Δὲν μπο­ροῦ­σα νὰ ἀ­πο­δε­χτῶ κα­μί­α προ­σω­πι­κὴ τι­μη­τι­κὴ ἐκ­δή­λω­ση γιὰ ἕ­να βι­βλί­ο γραμ­μέ­νο μὲ τὸ αἷ­μα ἑ­κα­τομ­μυ­ρί­ων ἀν­θρώ­πων. Τὸ 1998, στὸ χα­μη­λό­τε­ρο ση­μεῖ­ο τῆς ἐ­θνι­κῆς ἐ­ξα­θλί­ω­σης, ἐκ­δό­θη­κε τὸ βι­βλί­ο μου «Ἡ Ρω­σί­α στὸν γκρε­μό». Τό­τε δι­έ­τα­ξε προ­σω­πι­κὰ ὁ Γι­έλ­τσιν νὰ μὲ τι­μή­σουν μὲ τὸ ἀ­νώ­τα­το κρα­τι­κὸ πα­ρά­ση­μο. Ἀ­πάν­τη­σα ὅ­τι δὲν θὰ μπο­ροῦ­σα νὰ ἀ­πο­δε­χθῶ κα­μί­α τι­μη­τι­κὴ δι­ά­κρι­ση ἀ­πὸ μί­α κρα­τι­κὴ ἐ­ξου­σί­α, ποὺ ὤ­θη­σε τὴ Ρω­σί­α στὸ χεῖ­λος τοῦ ἀ­φα­νι­σμοῦ.

Τὸ κρα­τι­κὸ βρα­βεῖ­ο ποὺ μοῦ ἀ­πο­νε­μή­θη­κε πρό­σφα­τα δὲν δό­θη­κε προ­σω­πι­κὰ ἀ­πὸ τὸν Πρό­ε­δρο, ἀλ­λὰ ἀ­πὸ μί­α ὁ­μά­δα εἰ­δι­κῶν πε­ρι­ο­πῆς, ἐ­ρευ­νη­τῶν, δη­μι­ουρ­γῶν πο­λι­τι­σμοῦ, ἄ­μεμ­πτης φή­μης, ἀν­θρώ­πων ποὺ στὸν το­μέ­α τους ἀ­πο­λαμ­βά­νουν ἀ­πό­λυ­το σε­βα­σμό. Ὁ Πρό­ε­δρος ὡς πρῶ­το πρό­σω­πο τοῦ κρά­τους πα­ρα­δί­δει τὸ βρα­βεῖ­ο αὐ­τὸ στὴν ἐ­θνι­κὴ γι­ορ­τή. Μό­λις πα­ρέ­λα­βα τὴν τι­μη­τι­κὴ δι­ά­κρι­ση, ἐ­ξέ­φρα­σα τὴν ἐλ­πί­δα, τὰ πι­κρὰ πα­θή­μα­τα τῆς Ρω­σί­ας, γιὰ τῶν ὁ­ποί­ων τὴ σπου­δὴ καὶ τὴν ἀ­πο­τί­μη­ση ἀ­φι­έ­ρω­σα ὁ­λό­κλη­ρή τη ζω­ή μου, νὰ μᾶς προ­στα­τεύ­σουν ἀ­πὸ νέ­ες ὀ­λέ­θρι­ες κα­τα­πτώ­σεις.

Ναί, ὁ Βλαν­τι­μὴρ Πού­τιν ἦ­ταν ἕ­νας ἀ­ξι­ω­μα­τι­κὸς τῆς μυ­στι­κῆς ὑ­πη­ρε­σί­ας, ἐ­δῶ ἔ­χε­τε δί­κιο, δὲν ἦ­ταν ἐν τού­τοις ἀ­να­κρι­τὴς τῆς KGB οὔ­τε δι­οι­κη­τὴς στρα­το­πέ­δου συγ­κέν­τρω­σης στὸ Γκου­λάγκ. Οἱ ὑ­πη­ρε­σί­ες πλη­ρο­φο­ρι­ῶν ποὺ εἶ­ναι ὑ­πεύ­θυ­νες γιὰ δρα­στη­ρι­ό­τη­τες στὸ ἐ­ξω­τε­ρι­κὸ δὲν δι­α­λύ­ον­ται ἀ­πὸ κα­μί­α χώ­ρα, σὲ με­ρι­κὲς κι­ό­λας τι­μῶν­ται. Κα­νεὶς δὲν εἶ­χε τὴν ἰ­δέ­α νὰ κα­τη­γο­ρή­σει τὸν Τζὼρζ Μποὺς τὸν πρε­σβύ­τε­ρο γιὰ τὶς πρό­τε­ρες ἐ­νέρ­γει­ές του στὴν κο­ρυ­φὴ τῆς CIA.

 

Σὲ ὅ­λη σας τὴ ζω­ὴ κά­να­τε ἔκ­κλη­ση στὴν κρα­τι­κὴ ἐ­ξου­σί­α γιὰ με­τά­νοι­α ἐ­νώ­πιον τῶν ἑ­κα­τομ­μυ­ρί­ων θυ­μά­των τοῦ Γκου­λὰγκ καὶ τῆς κομ­μου­νι­στι­κῆς τρο­μο­κρα­τί­ας. Εἰ­σα­κού­σθη­κε ἀ­λη­θι­νὰ αὐ­τὴ ἡ ἔκ­κλη­ση;

 

Ἔ­χω συ­νη­θί­σει σ’ αὐ­τό, στὸ ὅ­τι σή­με­ρα δη­μό­σι­ες ἐκ­δη­λώ­σεις με­τα­νοί­ας ἀ­πὸ πο­λι­τι­κὲς προ­σω­πι­κό­τη­τες εἶ­ναι ἴ­σως τὸ ὕ­στα­το ποὺ θὰ μπο­ρού­σα­με νὰ πε­ρι­μέ­νου­με ἀ­π’ αὐ­τούς.

 

Ξα­ναρ­χό­μα­στε στὸν Πού­τιν. Ὁ ση­με­ρι­νὸς πρό­ε­δρος τῆς Ρω­σί­ας χα­ρα­κρτη­ρί­ζει τὴν κα­τάρ­ρευ­ση τῆς Σο­βι­ε­τι­κῆς Ἕ­νω­σης ὡς τὴν με­γα­λύ­τε­ρη γε­ω­πο­λι­τι­κὴ κα­τα­στρο­φὴ τοῦ εἰ­κο­στοῦ αἰ­ώ­να. Λέ­ει πὼς θὰ ἔ­πρε­πε νὰ τε­λει­ώ­νου­με μὲ τὴν αὐ­το­βα­σα­νι­στι­κὴ θε­ώ­ρη­ση τοῦ πα­ρελ­θόν­τος· «ἀ­πὸ ἔ­ξω» γί­νε­ται προ­σπά­θεια νὰ προ­κα­λέ­σουν μὲ ἄ­δι­κο τρό­πο «αἰ­σθή­μα­τα ἐ­νο­χῆς» στὴ Ρω­σί­α. Αὐ­τὸ δὲν δι­ευ­κο­λύ­νει ἐ­κεί­νους ποῦ θὰ ἤ­θε­λαν εὐ­χα­ρί­στως νὰ ξε­χά­σουν τί συ­νέ­βη στὴ χώ­ρα τὸν και­ρὸ τῆς σο­βι­ε­τι­κῆς πε­ρι­ό­δου;

 

Μὲ τὴν νύ­ξη «ἀ­πὸ ἔ­ξω» δὲν ἔ­χει ἄ­δι­κο, βλέ­πε­τε ἄλ­λω­στε πὼς παν­τοῦ στὴ γῆ αὐ­ξά­νει ἡ μέ­ρι­μνα γιὰ τὸ πῶς προ­σπα­θοῦν οἱ ΗΠΑ νὰ κα­τα­λά­βουν μο­νο­πω­λια­κὰ τὴ θέ­ση τῆς ἡ­γε­μο­νεύ­ου­σας παγ­κό­σμιας δύ­να­μης – σὲ βά­ρος τῆς Ρω­σί­ας. Σὲ ὅ,τι ἀ­φο­ρᾶ τὶς «αὐ­το­βα­σα­νι­στι­κὲς θε­ω­ρή­σεις τοῦ πα­ρελ­θόν­τος», ἔ­τσι συν­ταυ­τί­ζον­ται δυ­στυ­χῶς μέ­χρι σή­με­ρα οἱ ἔν­νοι­ες «σο­βι­ε­τι­κό» καὶ «ρω­σι­κό». Ἀ­πὸ τὴ δε­κα­ε­τί­α τοῦ ’70 ἔ­χω ἤ­δη ἐ­πι­χει­ρη­μα­το­λο­γή­σει κα­τὰ αὐ­τοῦ. Κι ὅ­μως ὅ­λοι, στὴ Δύ­ση, στὶς χῶ­ρες τοῦ πρώ­ην σο­σι­α­λι­στι­κοῦ στρα­το­πέ­δου, στὶς πρώ­ην σο­βι­ε­τι­κὲς δη­μο­κρα­τί­ες χει­ρί­ζον­ται αὐ­τὲς τὶς ἔν­νοι­ες μὲ εὐ­κο­λί­α.

Ἡ πα­λαι­ὰ πο­λι­τι­κὴ γε­νιὰ στὶς πρώ­ην κομ­μου­νι­στι­κὲς χῶ­ρες δὲν αἰ­σθά­νε­ται ἀ­πο­λύ­τως κα­μιὰ με­τα­μέ­λεια. Καὶ οἱ νέ­ες πο­λι­τι­κὲς γε­νι­ὲς δι­α­λέ­γουν πάν­τα μὲ τὶς κα­ταγ­γε­λί­ες καὶ τὶς ἀ­ξι­ώ­σεις τους τὸ πιὸ βο­λι­κὸ ση­μά­δι στὸ στό­χα­στρο – τὴ ση­με­ρι­νὴ Μό­σχα. Ἔ­τσι, σὰ νὰ εἶ­χε ἐ­λευ­θε­ρω­θεῖ ἠ­ρω­ϊ­κὰ μό­νος του αὐ­τὸς ὁ κό­σμος καὶ τώ­ρα διά­γει μιὰ ἐ­λεύ­θε­ρη ζω­ή, ἐ­νῶ ἡ Μό­σχα πα­ρέ­με­νε κομ­μου­νι­στι­κή.

Ἐλ­πί­ζω πὼς αὐ­τὴ ἡ νο­ση­ρὴ στά­ση θὰ ἀ­νή­κει σὲ λί­γο στὸ πα­ρελ­θόν. Ὅ­λοι οἱ λα­οὶ ποὺ ὑ­πέ­μει­ναν ἐ­πώ­δυ­να τὸν κομ­μου­νι­σμὸ θὰ ἔ­πρε­πε νὰ ἀ­να­γνω­ρί­σουν αὐ­τὸν ὡς τὴν ἀ­λη­θι­νὴ αἰ­τί­α γιὰ τὰ πι­κρὰ πα­θή­μα­τα στὴν ἱ­στο­ρί­α τους.

 

Συμ­πε­ρι­λαμ­βα­νο­μέ­νων κα τν Ρώ­σων.

 

Ἂν μπο­ρού­σα­με νὰ δοῦ­με τὸ πα­ρελ­θόν μας μὲ νη­φα­λι­ό­τη­τα, θὰ εἶ­χε τε­λει­ώ­σει ἐ­δῶ καὶ και­ρὸ ἡ νο­σταλ­γί­α γιὰ τὶς σο­βι­ε­τι­κὲς συν­θῆ­κες. Καὶ οἱ χῶ­ρες τῆς ἀ­να­το­λι­κῆς Εὐ­ρώ­πης θὰ μπο­ροῦ­σαν νὰ ὑ­περ­βοῦν τὴν ἐν­στι­κτώ­δη στά­ση τους νὰ βλέ­πουν τὸν ἱ­στο­ρι­κὸ δρό­μο τῆς Ρω­σί­ας ὡς πη­γὴ ὅ­λων τῶν κα­κῶν. Δὲν θὰ θε­ω­ροῦ­σαν ὅ­τι προ­σω­πι­κὲς φρι­κα­λε­ό­τη­τες συγ­κε­κρι­μέ­νων ἡ­γε­τῶν ἢ κα­θε­στω­τι­κῶν ἐγ­κλη­μα­τι­ῶν χα­ρα­κτη­ρί­ζουν ὡς ἔ­νο­χο τὸ ρω­σι­κὸ λα­ὸ καὶ τὸ κρά­τος του ἢ ὅ­τι τὰ ἀ­πο­δί­δουν στὴ δῆ­θεν νο­ση­ρὴ ψυ­χὴ τοῦ ρω­σι­κοῦ λα­οῦ, ὅ­πως συμ­βαί­νει συ­χνὰ στὴ Δύ­ση. Αὐ­τὸ τὸ κα­θε­στὼς μπο­ροῦ­σαν, θέ­λω νὰ πῶ, νὰ τὸ δι­α­τη­ρή­σουν μό­νο μέ­σω αἱ­μο­στα­γοῦς τρο­μο­κρα­τί­ας. Εἶ­ναι ὁ­λο­φά­νε­ρο: Μό­νο μί­α αὐ­το­προ­αί­ρε­τη εὐ­δι­ά­κρι­τη αἴ­σθη­ση ἐ­νο­χῆς μπο­ρεῖ νὰ εἶ­ναι ἐ­χέγ­γυ­ο γιὰ μί­α ἐ­θνι­κὴ ἀ­νάρ­ρω­ση. Δια­ρκεῖς κα­τη­γο­ρί­ες ἀ­πὸ τὸ ἐ­ξω­τε­ρι­κὸ εἶ­ναι μᾶλ­λον ἀ­τε­λέ­σφο­ρες.

 

Ἡ ἀ­να­γνώ­ρι­ση τῆς ἐ­νο­χῆς προ­ϋ­πο­θέ­τει τὴν κα­το­χὴ ἀρ­κε­τῶν πλη­ρο­φο­ρι­ῶν γιὰ τὸ ἰ­δι­αί­τε­ρο πα­ρελ­θόν. Ἱ­στο­ρι­κοὶ ὅ­μως κα­ταγ­γέ­λουν πὼς τὰ ἀρ­χεῖ­α τῆς Μό­σχας δὲν εἶ­ναι προ­σβά­σι­μα ὅ­πως τὴ δε­κα­ε­τί­α τοῦ ’90.

 

Δὲν εἶ­ναι εὔ­κο­λο ἐ­ρώ­τη­μα. Ἀ­ναμ­φι­σβή­τη­τα ἡ Ρω­σί­α βί­ω­σε τὰ τε­λευ­ταῖ­α εἴ­κο­σι χρό­νια μί­α ἀρ­χεια­κὴ ἐ­πα­νά­στα­ση. Χι­λιά­δες ἔγ­γρα­φα κα­τα­θέ­σε­ων καὶ ἐρ­χεῖ­α ἔ­γι­ναν προ­σβά­σι­μα στοὺς ἐ­ρευ­νη­τές. Μπο­ροῦ­σαν νὰ με­λε­τή­σουν ἑ­κα­τον­τά­δες χι­λιά­δες ντο­κου­μέν­τα, ποὺ πρὶν ἦ­ταν ἀ­πο­κλει­σμέ­να γι’ αὐ­τούς. Ἑ­κα­τον­τά­δες με­λέ­τες δη­μο­σι­εύ­ον­ται. Ἄν­θρω­ποι μὲ ἐ­πιρ­ρο­ὴ ὅ­πως ὁ στρα­τι­ω­τι­κὸς ἱ­στο­ρι­κὸς Ντμί­τρι Βολ­κογ­κό­νωβ καὶ τὸ πρώ­ην μέ­λος τοῦ πο­λι­τι­κοῦ γρα­φεί­ου Ἀ­λε­ξάν­τερ Γι­ά­κο­βλεφ μπο­ροῦ­σαν νὰ ἐ­ξα­σφα­λί­σουν πρό­σβα­ση σὲ ντο­κου­μέν­τα στὰ ὁ­ποῖ­α ἡ σφρα­γί­δα «ἐμ­πι­στευ­τι­κόν» δὲν εἶ­χε ἀ­πο­μα­κρυν­θεῖ. Ἡ κοι­νω­νί­α πρέ­πει νὰ τοὺς εὐ­γνω­μο­νεῖ γιὰ τὶς πο­λύ­τι­μες δη­μο­σι­εύ­σεις τους. Τὰ τε­λευ­ταί­α χρό­νια δὲν μπο­ρεῖ κα­νεὶς νὰ προ­σεγ­γί­σει σὲ ἐμ­πι­στευ­τι­κὰ ἔγ­γρα­φα. Ἡ δί­κη, γιὰ νὰ γί­νει βῆ­μα πρὸς βῆ­μα προ­σπε­λά­σι­μη, ἐ­ξε­λίσ­σε­ται δυ­στυ­χῶς κα­τ’ οὐ­σί­αν πιὸ ἀρ­γά, ἀ­πὸ ὅ­σο θὰ ἐ­πι­θυ­μοῦ­σε κα­νείς.

Πα­ρ’ ὅ­λα αὐ­τὰ τὰ στοι­χεῖ­α τοῦ κρα­τι­κοῦ ἀρ­χεί­ου τῆς ρω­σι­κῆς ὁ­μο­σπον­δί­ας, τοῦ ση­μαν­τι­κό­τε­ρου καὶ πλου­σι­ώ­τε­ρου ἀρ­χεί­ου τῆς χώ­ρας μας, εἶ­ναι σή­με­ρα τό­σο προ­σβά­σι­μα ὅ­σο στὴ δε­κα­ε­τί­α τοῦ ’90. Τὸ FSB πα­ρέ­δω­σε τό­τε αὐ­τὸ τὸ ἀρ­χεῖ­ο μὲ 100.000 δι­κα­στι­κὰ καὶ ἀ­να­κρι­τι­κὰ πρα­κτι­κὰ ποὺ εἶ­ναι ἀ­νοι­χτὰ τό­σο γιὰ ἐ­ρευ­νη­τὲς ὅ­σο καὶ γιὰ ἰ­δι­ῶ­τες. Στὰ ἔ­τη 2004 καὶ 2005 τὸ κρα­τι­κὸ ἀρ­χεῖ­ο τῆς ρω­σι­κῆς ὁ­μο­σπον­δί­ας δη­μο­σί­ευ­σε μί­α ἑ­φτά­το­μη «ἱ­στο­ρί­α τοῦ στα­λι­νι­κοῦ γκου­λάγκ». Συ­νερ­γά­στη­κα μὲ τοὺς συγ­γρα­φεῖς καὶ μπο­ρῶ νὰ πι­στο­ποι­ή­σω ὅ­τι εἶ­ναι πλή­ρης καὶ ἀ­ξι­ό­πι­στη. Σή­με­ρα χρη­σι­μο­ποι­εῖ­ται ἀ­πὸ ἐ­ρευ­νη­τὲς δι­α­φό­ρων χω­ρῶν.

 

Κρί­μα μό­νο ποὺ τὰ προ­σω­πι­κὰ ἐ­πί­ση­μα ἔγ­γρα­φα τῆς νο­μεν­κλα­τού­ρας τοῦ Ὑ­πουρ­γεί­ου Ἐ­σω­τε­ρι­κῶν καὶ τῆς μυ­στι­κῆς ἀ­στυ­νο­μί­ας πα­ρα­μέ­νουν ἀ­πο­κλει­σμέ­να. Ἀ­λε­ξάν­τερ Ἰ­σά­γι­ε­βιτς, εἶ­ναι 90 χρό­νια τώ­ρα ποὺ ἡ Ρω­σί­α συγ­κλο­νί­στη­κε πρῶ­τα ἀ­πὸ τὴν Φε­βρου­α­ρι­νὴ καὶ ὕ­στε­ρα ἀ­πὸ τὴν Ὀ­κτω­βρια­νὴ ἐ­πα­νά­στα­ση. Πρὶν ἀ­πὸ με­ρι­κοὺς μῆ­νες ἐ­πι­σφρα­γί­σα­τε τὴ θέ­ση σας σὲ ἕ­να με­γά­λο ἄρ­θρο, κα­τὰ τὸ ὁ­ποῖ­ο ὁ κομ­μου­νι­σμὸς δὲν προ­ῆλ­θε ἀ­πὸ τὸ πα­λαι­ὸ κα­θε­στώς, ἀλ­λὰ πρῶ­τα ἡ ἀ­στι­κὴ κυ­βέρ­νη­ση ὑ­πὸ τὸν Ἀ­λε­ξάν­τερ Κε­ρέν­σκυ πα­ρῆ­χε τὸ 1917 στοὺς κομ­μου­νι­στὲς τὴ δυ­να­τό­τη­τα γιὰ τὴν ἀ­να­τρο­πή. Κα­τὰ συ­νέ­πεια ὁ Λέ­νιν θὰ ἦ­ταν μί­α τυ­χαί­α φι­γού­ρα, ποὺ ἔ­φτα­σε στὴ Ρω­σί­α μὲ τὴν ὑ­πο­στή­ρι­ξη τῶν Γερ­μα­νῶν καὶ σφε­τε­ρί­σθη­κε τὴν ἐ­ξου­σί­α. Σᾶς κα­τα­νο­ή­σα­με σω­στά;

 

Ὄ­χι. Μό­νο ἐ­ξέ­χου­σες προ­σω­πι­κό­τη­τες εἶ­ναι σὲ θέ­ση νὰ ἐ­κμε­ταλ­λευ­τοῦν μί­α δυ­να­τό­τη­τα. Ὁ Λέ­νιν καὶ ὁ Τρό­τσκυ ἦ­ταν ἐ­ξαι­ρε­τι­κὰ πο­νη­ροὶ καὶ δι­ψα­σμέ­νοι γιὰ δρά­ση πο­λι­τι­κοί. Ἐ­κμε­ταλ­λεύ­τη­καν τὴν ἀ­μη­χα­νί­α τῆς κυ­βέρ­νη­σης Κε­ρέν­σκυ. Θέ­λω πρῶ­τα ἀ­π’ ὅ­λα νὰ δι­ορ­θώ­σω σὲ ἕ­να ση­μεῖ­ο. Ἡ ἀ­πο­κα­λού­με­νη Ὀ­κτω­βρια­νὴ Ἐ­πα­νά­στα­ση εἶ­ναι ἕ­νας μύ­θος τὸν ὁ­ποῖ­ο δι­α­μόρ­φω­σαν οἱ μπολ­σε­βί­κοι με­τὰ τὴ νί­κη τους καὶ ἰ­δι­ο­ποι­ή­θη­καν πλή­ρως οἱ προ­ο­δευ­τι­κοί της Δύ­σης.

Στὶς 25 Ὀ­κτω­βρί­ου 1917 ὑ­πῆρ­ξε ἕ­να βί­αι­ο πρα­ξι­κό­πη­μα στὴν Πε­τρού­πο­λη. Σχε­δι­ά­στη­κε μᾶλ­λον σὲ μί­α μέ­ρα ἀλ­λὰ προ­ε­τοι­μά­στη­κε με­θο­δι­κὰ καὶ ἐ­ξαι­ρε­τι­κά. Καὶ μά­λι­στα ἀ­πὸ τὸν Λέ­ον­τα Τρο­τσκυ, ἐ­πει­δὴ ὁ Λέ­νιν ἔ­πρε­πε ἐ­κεῖ­νες τὶς μέ­ρες νὰ πα­ρα­μέ­νει κρυμ­μέ­νος ἐ­ξ’ αἰ­τί­ας κα­τη­γο­ρι­ῶν γιὰ ἐ­σχά­τη προ­δο­σί­α. Αὐ­τὸ ποὺ δι­α­δί­δε­ται γιὰ τὴν ρω­σι­κὴ ἐ­πα­νά­στα­ση τοῦ 1917 ἀ­φο­ρᾶ τὴν Φε­βρου­α­ρι­νὴ Ἐ­πα­νά­στα­ση. Οἱ αἰ­τί­ες της βρί­σκον­ται πράγ­μα­τι στὶς συν­θῆ­κες ποὺ ἐ­πι­κρα­τοῦ­σαν στὴν Ρω­σί­α ἐ­κεῖ­νο τὸν και­ρὸ καὶ δὲν ἰ­σχυ­ρί­στη­κα πο­τὲ κά­τι ἄλ­λο. Ἡ Φε­βρου­α­ρι­νὴ Ἐ­πα­νά­στα­ση εἶ­χε βα­θει­ὲς ρί­ζες, κά­τι ποὺ δεί­χνω ἀ­κό­μα καὶ στὸ ἐ­πι­κὸ ἔρ­γο μου «Κόκ­κι­νος τρο­χός». Σὲ πρώ­τη γραμ­μὴ ἦ­ταν ἕ­να μα­κρο­χρό­νιο καὶ ἀ­μοι­βαῖ­ο μί­σος τῆς τά­ξης τῶν μορ­φω­μέ­νων μὲ τοὺς κα­τό­χους τῆς ἐ­ξου­σί­ας. Ἦ­ταν τὸ μί­σος ποὺ ἔ­κα­νε πλή­ρως ἀ­δι­α­νό­η­το τὸν συμ­βι­βα­σμό. Ἡ βα­σι­κὴ εὐ­θύ­νη βα­ραί­νει φυ­σι­κὰ τὸν μη­χα­νι­σμὸ ἐ­ξου­σί­ας. Ποι­ός φέ­ρει τὴν με­γα­λύ­τε­ρη εὐ­θύ­νη γιὰ ἕ­να ναυά­γιο ἀ­πὸ ὅ,τι ὁ κα­πε­τά­νιος; Οἱ προ­ϋ­πο­θέ­σεις γιὰ τὴν Φε­βρου­α­ρι­νὴ Ἐ­πα­νά­στα­ση προ­έ­κυ­ψαν ἀ­πὸ τὸ τό­τε ρω­σι­κὸ κα­θε­στώς.

Ἀ­π’ αὐ­τὸ δὲν προ­κύ­πτει βέ­βαι­α πὼς ὁ Λέ­νιν ἦ­ταν μί­α τυ­χαί­α φι­γού­ρα ἢ ὅ­τι ἡ οἰ­κο­νο­μι­κὴ ἀ­νά­μι­ξη τοῦ Γερ­μα­νοῦ Κά­ι­ζερ Γου­λι­έλ­μου ἦ­ταν μὴ οὐ­σι­α­στι­κή. Στὴν Ὀ­κτω­βρια­νὴ Ἐ­πα­νά­στα­ση δὲν ὑ­πάρ­χει τί­πο­τα ποὺ νὰ μπο­ροῦ­σε νὰ ἐ­ξη­γη­θεῖ μὲ τὴν φύ­ση τῆς Ρω­σί­ας. Ἡ πιὸ προ­φα­νὴς ἀ­πό­δει­ξη γι’ αὐ­τὸ εἶ­ναι ἡ κόκ­κι­νη τρο­μο­κρα­τί­α – ἡ ἑ­τοι­μό­τη­τα τῶν ἡ­γε­τῶν τῆς ἐ­πα­νά­στα­σης νὰ πνί­ξουν τὴ Ρω­σί­α στὸ ἴ­διο της τὸ αἷ­μα.

 

Μὲ τὸ δί­το­μο ἔρ­γο σας «Δι­α­κό­σια χρό­νια μα­ζί» προ­σπα­θή­σα­τε νὰ δι­αρ­ρή­ξε­τε τὸ ταμ­ποῦ τῆς ρω­σο­ε­βρα­ϊ­κῆς ἱ­στο­ρί­ας – βι­βλί­ο ποὺ προ­κά­λε­σε μᾶλ­λον σύγ­χυ­ση στὴ Δύ­ση. Με­τα­ξὺ ἄλ­λων για­τὶ χα­ρα­κρη­ρί­ζε­τε τοὺς Ἑ­βραί­ους ὡς «μέ­ρος ἑ­νὸς με­τώ­που, δη­μι­ουρ­γη­μέ­νου ἀ­πὸ τὸ παγ­κό­σμιο κε­φά­λαι­ο» καὶ ποὺ πρω­το­στά­τη­σαν στὴν κα­τα­στρο­φὴ τῆς πο­λι­τι­κῆς τά­ξης. Μπο­ρέ­σα­τε νὰ συμ­πε­ρά­νε­τε πράγ­μα­τι, ἀ­πὸ τὶς πη­γὲς τῆς με­λέ­της σας, ὅ­τι οἱ Ἑ­βραῖ­οι φέ­ρουν πε­ρισ­σό­τε­ρο ἀ­πὸ ἄλ­λους τὴν εὐ­θύ­νη γιὰ τὴν ἀ­πο­τυ­χί­α τοῦ σο­βι­ε­τι­κοῦ πει­ρά­μα­τος;

 

Θέ­λω αὐ­τὸ ἀ­κρι­βῶς νὰ ἀ­πο­φύ­γω, στὸ ὁ­ποῖ­ο ἀ­πο­βλέ­πε­τε μὲ τὴν ἐ­ρώ­τη­σή σας. Δὲν θέ­λω νὰ προ­κα­λέ­σω κα­νέ­ναν, νὰ σταθ­μί­σω με­ρί­διο ἐ­νο­χῆς ἢ νὰ συγ­κρί­νω τὴν ἠ­θι­κὴ εὐ­θύ­νη τοῦ ἑ­νὸς ἢ τοῦ ἄλ­λου λα­οῦ. Προ­κα­λῶ τοὺς ἀν­θρώ­πους νὰ γί­νουν συ­νει­δη­τοὶ γιὰ τὴν πο­ρεί­α τους.

Στὸ βι­βλί­ο μου μπο­ρεῖ­τε νὰ βρεῖ­τε ἀ­πάν­τση γιὰ τὴν ἐ­ρώ­τη­σή σας: «Κά­θε λα­ὸς πρέ­πει νὰ ἀ­να­λά­βει τὴν ἠ­θι­κὴ εὐ­θύ­νη γιὰ τὸ πα­ρελ­θόν του – ἀ­κό­μα καὶ γιὰ τὶς ἐ­πο­νεί­δι­στες πλευ­ρές. Μὲ ποι­όν τρό­πο μπο­ρεῖ νὰ τὸ κά­νει; Μὲ τὸ νὰ προ­σπα­θή­σει νὰ κα­τα­λά­βει: Για­τί ἐ­πι­τρέ­ψα­με κά­τι τέ­τοι­ο; Ποῦ βρί­σκε­ται τὸ λά­θος μας; Θὰ μπο­ροῦ­σε αὐ­τὸ νὰ ξα­να­συμ­βεῖ; Αὐ­τὸ εἶ­ναι τὸ πνεῦ­μα ὑ­πὸ τὸ ὁ­ποῖ­ο πρέ­πει νὰ το­πο­θε­τη­θεῖ ὁ ἑ­βρα­ϊ­κὸς λα­ὸς γιὰ τοὺς ἐ­πα­να­στά­τες φο­νιά­δες του, ποὺ τό­σο εὔ­κο­λα ἀ­φέ­θη­καν νὰ δι­α­φθα­ροῦν σὲ πρό­θυ­μα δι­οι­κη­τι­κὰ ἀ­ξι­ώ­μα­τα καὶ αὐ­τὸ ὄ­χι μπρο­στὰ στὰ μά­τια ἄλ­λων λα­ῶν ἀλ­λὰ ἐ­νώ­πιον τοῦ ἑ­αυ­τοῦ του καὶ τῆς συ­νεί­δη­σής του, ἐ­νώ­πιον τοῦ Θε­οῦ. Ἔ­τσι καὶ ἐ­μεῖς οἱ Ρῶ­σοι πρέ­πει νὰ φέ­ρου­με τὴν εὐ­θύ­νη γιὰ τὰ πογ­κρόμ, γιὰ τοὺς ἄ­σπλα­χνους λε­η­λα­τή­σαν­τες ἀ­γρό­τες, γιὰ τοὺς ἀ­νεύ­θυ­νους στρα­τι­ῶ­τες τῆς ἐ­πα­νά­στα­σης καὶ γιὰ τοὺς ναῦ­τες ποὺ μαί­νον­ταν σὰν ἄ­γρια ζῶ­α.

 

Τὸ πιὸ ἀ­πο­τε­λε­σμα­τι­κὸ βι­βλί­ο σας φαί­νε­ται πὼς ἦ­ταν τὸ «Ἀρ­χι­πέ­λα­γος Γκου­λάγκ». Ἔ­δει­ξε ἀ­πὸ μέ­σα πρὸς τὰ ἔ­ξω τὸν πε­ρι­φρο­νη­τι­κὸ πρὸς τοὺς ἀν­θρώ­πους χα­ρα­κτή­ρα τῆς σο­βι­ε­τι­κῆς δι­κτα­το­ρί­ας. Θὰ μπο­ροῦ­σε σή­με­ρα νὰ πεῖ κα­νείς, μὲ τὸ βλέμ­μα πρὸς τὰ πί­σω, πό­σο συ­νει­σέ­φε­ρε αὐ­τὸ τὸ ἔρ­γο στὴν παγ­κό­σμια ἀ­πο­τυ­χί­α τοῦ κομ­μου­νι­σμοῦ;

 

Αὐ­τὴ τὴν ἐ­ρώ­τη­ση δὲν πρέ­πει νὰ τὴν ἀ­πευ­θύ­νε­τε σὲ μέ­να – δὲν εἶ­ναι ζή­τη­μα τοῦ συγ­γρα­φέ­α νὰ ἐκ­δώ­σει τέ­τοι­ες ἀ­πο­φά­σεις.

 

Ἡ σκο­τει­νὴ ἐμ­πει­ρί­α τοῦ εἰ­κο­στοῦ αἰ­ώ­να ἦ­ταν κά­τι – καὶ ἐ­δῶ πα­ρα­πέμ­που­με προ­φα­νῶς σὲ φρά­ση τοῦ Ἀ­λε­ξάν­τερ Σολ­ζε­νί­τσυν – ποὺ ἔ­πρε­πε νὰ δι­α­τρέ­ξει ἡ Ρω­σί­α γιὰ χά­ρη τῆς ἀν­θρω­πό­τη­τας. Μπό­ρε­σαν οἱ Ρῶ­σοι νὰ συ­να­γά­γουν ἕ­να ὁ­ρι­σμέ­νο δί­δαγ­μα ἀ­πὸ δύ­ο ἐ­πα­να­στά­σεις καὶ τὶς συ­νέ­πει­ές τους;

 

Ἔ­χω τὴν ἐν­τύ­πω­ση πὼς ξε­κι­νοῦν σι­γὰ νὰ τὸ κά­νουν. Πα­ρου­σι­ά­ζον­ται πολ­λὰ κεί­με­να καὶ ται­νί­ες γιὰ τὴν ἱ­στο­ρί­α τῆς Ρω­σί­ας τοῦ εἰ­κο­στοῦ αἰ­ώ­να, μὲ δι­α­φο­ρε­τι­κὴ ποι­ό­τη­τα, φυ­σι­κά. Ἀλ­λὰ ἡ συ­ζή­τη­ση προ­χω­ρά­ει – αὐ­τὸ εἶ­ναι φα­νε­ρό. Πρό­σφα­τα τὸ κρα­τι­κὸ τη­λε­ο­πτι­κὸ κα­νά­λι «Ρω­σί­α» ἔ­δει­ξε μί­α βά­ναυ­ση καὶ κα­θό­λου με­τρι­α­σμέ­νη ἀ­λή­θεια ποὺ προ­κα­λοῦ­σε τρό­μο, γιὰ ἕ­να στα­λι­νι­κὸ στρα­τό­πε­δο συγ­κέν­τρω­σης σὲ μιὰ τη­λε­ο­πτι­κὴ σει­ρὰ γιὰ τὰ ἔρ­γα τοῦ Βαρ­λὰμ Σα­λά­μωβ…

 

… ποὺ ἔ­μει­νε ὁ ἴ­διος δε­κα­ο­χτὼ χρό­νια στὸ Γκου­λάγκ…

 

Καὶ ἐ­γὼ ἤ­μουν ἔκ­πλη­κτος καὶ ἐν­τυ­πω­σι­α­σμέ­νος ἀ­πὸ τὸ πά­θος, τὴν ἔν­τα­ση καὶ τὴ διά­ρκεια τῆς συ­ζή­τη­σης ποὺ προ­ῆλ­θε ἀ­πὸ τὴ συμ­βο­λή μου πε­ρὶ τῆς Φε­βρου­α­ρι­νῆς Ἐ­πα­νά­στα­σης. Μὲ χα­ρο­ποι­εῖ, ποὺ ὑ­πῆρ­χαν τό­σο δι­α­φο­ρε­τι­κὲς ἀ­πό­ψεις, ποὺ ὑ­πῆρ­χαν ἄν­θρω­ποι ποὺ δὲν συμ­φω­νοῦ­σαν μα­ζί μου, για­τὶ αὐ­τὸ δεί­χνει πὼς ἐ­πι­τέ­λους θέ­λου­με νὰ κα­τα­λά­βου­με ἀ­λη­θι­νὰ τὸ πα­ρελ­θόν μας. Ἀλ­λι­ῶς δὲν μπο­ρεῖ νὰ ὑ­πάρ­ξει κα­νέ­νας κα­λῶς με­λε­τη­μέ­νος δρό­μος πρὸς τὸ μέλ­λον.

 

Ἀ­πὸ τὶς νε­ώ­τε­ρες ἐκ­φρά­σεις σας γιὰ σύγ­χρο­νη ἀ­νά­πτυ­ξη συμ­πε­ραί­νου­με πὼς βλέ­πε­τε τὴ Ρω­σί­α στα­δια­κὰ στὸ σω­στὸ δρό­μο. Πῶς κρί­νε­τε τὸ χρο­νι­κὸ δι­ά­στη­μα ποὺ κυ­βερ­νᾶ ὁ Πού­τιν τὴ Ρω­σί­α σὲ σύγ­κρι­ση μὲ τοὺς προ­κα­τό­χους του, τὸν Πρό­ε­δρο Γκορ­μπα­τσὼφ καὶ τὸν Γι­έλ­τσιν;

 

Στὸ ἡ­γε­τι­κὸ στὺλ τοῦ Γκορ­μπα­τσὼφ ἐκ­πλήσ­σουν ἡ πο­λι­τι­κὴ ἀ­φέ­λεια, ἡ ἐλ­λει­πὴς ἐμ­πει­ρί­α καὶ ἡ ἀ­νευ­θυ­νό­τη­τα ἀ­πέ­ναν­τι στὴ χώ­ρα του. Αὐ­τὸ δὲν ἦ­ταν μιὰ ἀ­πό­πει­ρα ἄ­σκη­σης ἐ­ξου­σί­ας ἀλ­λὰ μιὰ ἀ­νό­η­τη πα­ραί­τη­ση ἀ­πὸ τὴν ἐ­ξου­σί­α. Μέ­σω τοῦ ἐν­θου­σια­σμοῦ τῆς Δύ­σης αἰ­σθα­νό­ταν ἐ­πι­βε­βαι­ω­μέ­νος γιὰ τὸν τρό­πο τῆς συμ­πε­ρι­φο­ρᾶς του. Ὅ­μως πρέ­πει νὰ πα­ρα­δε­χτοῦ­με πὼς ὁ Γκορ­μπα­τσὼφ καὶ ὄ­χι ὁ Γι­έλ­τσιν – ὅ­πως ἰ­σχυ­ρί­ζον­ται παν­τα­χοῦ – πα­ρεῖ­χε στοὺς πο­λί­τες γιὰ πρώ­τη φο­ρὰ τὴν ἐ­λευ­θε­ρί­α τῆς γνώ­μης καὶ τῆς με­τα­κί­νη­σης.

Ἡ ἀ­νευ­θυ­νό­τη­τα τοῦ Γι­έλ­τσιν ἀ­πέ­ναν­τι στὸ λα­ὸ δὲν εἶ­χε μι­κρό­τε­ρη ἀ­ξί­α, μό­νο ποὺ ἐ­πε­κτει­νό­ταν καὶ σὲ ἄλ­λους το­μεῖς. Προ­σπα­θοῦ­σε νὰ πα­ρα­δώ­σει κρα­τι­κὴ πε­ρι­ου­σί­α ὅ­σο πιὸ γρή­γο­ρα γι­νό­ταν σὲ ἰ­δι­ω­τι­κὰ χέ­ρια καὶ πα­ρέ­δω­σε ἐ­λεύ­θε­ρα τὸν πλοῦ­το τῆς Ρω­σί­ας σὲ ἀ­νεμ­πό­δι­στη ἁρ­πα­γή ὅ­που πρό­κει­ται γιὰ πο­σὰ δι­σε­κα­τομ­μυ­ρί­ων. Γιὰ νὰ ἐ­ξα­σφα­λί­σει τὴν ὑ­πο­στή­ρι­ξη τῶν πε­ρι­φε­ρεια­κῶν ἡ­γε­μό­νων τοὺς πα­ρα­κι­νοῦ­σε κα­τ’ εὐ­θεί­αν στὴν ἀ­πό­σχι­ση, ἄ­φη­νε νὰ ψη­φί­ζον­ται ἀ­πο­φά­σεις ποὺ θὰ κα­τα­κερ­μά­τι­ζαν τὸ ρω­σι­κὸ κρά­τος. Μὲ αὐ­τὸ θὰ στε­ρεῖ­το ἡ Ρω­σί­α τὸν ἐ­πά­ξιο ἱ­στο­ρι­κό της ρό­λο καὶ τὴ θέ­ση της στὸ δι­ε­θνὲς πε­δί­ο. Κά­τι ποὺ ἐ­ξο­φλή­θη­κε ἀ­πὸ τὴ Δύ­ση μὲ ἠ­χη­ρὴ ἐ­πευ­φη­μί­α.

 

Καὶ ὁ Πού­τιν;

 

Ὁ Πού­τιν ἀ­νέ­λα­βε μιὰ χώ­ρα ποὺ λε­η­λα­τή­θη­κε καὶ βρέ­θη­κε πλή­ρως ἐ­κτὸς ἰ­σορ­ρο­πί­ας, μὲ ἕ­να με­γά­λο μέ­ρος τοῦ πλη­θυ­σμοῦ ἀ­πο­θαρ­ρυ­μέ­νο καὶ πτω­χευ­μέ­νο. Προ­ε­τοι­μά­στη­κε νὰ κά­νει αὐ­τὸ ποὺ ἦ­ταν δυ­να­τὸν – καὶ δυ­να­τὸν ἦ­ταν ἀ­κρι­βῶς αὐ­τό, μί­α ἀρ­γὴ βαθ­μια­ία ἀ­νοι­κο­δό­μη­ση. Αὐ­τὲς οἱ κο­πι­α­στι­κὲς προ­σπά­θει­ες δὲν ἔ­γι­ναν ἀ­μέ­σως ἀν­τι­λη­πτὲς καὶ στὴν ἀρ­χὴ δὲν ἀ­ξι­ο­λο­γή­θη­καν σω­στά. Μπο­ρεῖ­τε νὰ βρεῖ­τε πα­ρα­δείγ­μα­τα ἐν γέ­νει ἀ­πὸ τὴν ἱ­στο­ρί­α, ὅ­που ἡ προ­σπά­θεια γιὰ τὴν ἐ­πα­νόρ­θω­σης μιᾶς ἰ­σχυ­ρῆς κρα­τι­κῆς ἡ­γε­σί­ας νὰ κα­τα­γρά­φη­κε εὐ­με­νῶς ἀ­πὸ ἔ­ξω;

 

Τὸ ὅ­τι μί­α στα­θε­ρὴ Ρω­σί­α πε­ρι­λαμ­βά­νε­ται στὰ ἐν­δι­α­φέ­ρον­τα τῆς Δύ­σης, αὐ­τὴ ἡ συ­ναί­σθη­ση ἔ­χει στὸ με­τα­ξὺ ἐ­πι­τευ­χθεῖ. Μᾶς ἐκ­πλήσ­σει ὅ­μως πρὶν ἀ­π’ ὅ­λα ἕ­να: Ἂν πρό­κει­ται γιὰ τὴ σω­στὴ μορ­φὴ πο­λι­τεύ­μα­τος στὴ Ρω­σί­α. Ἤ­σα­στε πάν­τα ὑ­πέρ­μα­χος μιᾶς αὐ­το­δι­οί­κη­σης τῶν Ρώ­σων πο­λι­τῶν – αὐ­τὸ τὸ μον­τέ­λο τὸ ἀν­τι­πα­ρα­βάλ­λα­τε στὴ δυ­τι­κὴ δη­μο­κρα­τί­α. Αὐ­τὸ ποὺ βλέ­που­με με­τὰ ἀ­πὸ ἑ­φτὰ χρό­νια κυ­ρι­αρ­χί­ας τοῦ Πού­τιν, εἶ­ναι ἀ­κρι­βῶς τὸ ἀν­τί­θε­το ἀ­πο­τέ­λε­σμα: Ὁ Πρό­ε­δρος κα­τέ­χει τὴν ἀ­πο­κλει­στι­κὴ ἐ­ξου­σί­α, ὅ­λα στρέ­φον­ται γύ­ρω ἀ­πὸ αὐ­τόν.

 

Μά­λι­στα, πάν­τα ἐ­πέ­με­να γι’ αὐ­τὸ καὶ ἐ­πι­μέ­νω ἀ­κό­μα, ὅ­τι ἡ Ρω­σί­α χρει­ά­ζε­ται το­πι­κὴ αὐ­το­δι­οί­κη­ση. Μὲ αὐ­τὸ δὲν θέ­λω σὲ κα­μί­α πε­ρί­πτω­ση νὰ ἀν­τι­πα­ρα­βά­λω αὐ­τὴ τὴ λύ­ση στὸ δυ­τι­κὸ δη­μο­κρα­τι­κὸ μον­τέ­λο. Τὸ ἀν­τί­θε­το. Θέ­λω νὰ πεί­σω τοὺς συμ­πο­λί­τες μου μὲ πα­ρα­δείγ­μα­τα ἄ­κρως ἀ­πο­τε­λε­σμα­τι­κῆς αὐ­το­δι­οί­κη­σης στὴν Ἐλ­βε­τί­α καὶ στὴ Νέ­α Ἀγ­γλί­α, τὰ ὁ­ποί­α ἔ­χω δεῖ μὲ τὰ ἴ­δια μου τὰ μά­τια. Ἐν τού­τοις μπερ­δεύ­ε­τε στὴν ἐ­ρώ­τη­σή σας τὴν το­πι­κὴ αὐ­το­δι­οί­κη­ση ποὺ εἶ­ναι ἐ­φι­κτὴ μό­νο στὸ κα­τώ­τα­το ἐ­πί­πε­δο ὅ­που οἱ ἄν­θρω­ποι γνω­ρί­ζουν προ­σω­πι­κὰ τοὺς ἐ­κλεγ­μέ­νους ἀ­πὸ αὐ­τοὺς δι­οι­κη­τὲς – μὲ ἐ­κεῖ­νες τὶς πε­ρι­φε­ρεια­κὲς δο­μὲς τῆς ἐ­ξου­σί­ας μιᾶς ὁ­ρι­σμέ­νης δω­δε­κά­δας δι­οι­κη­τῶν ποὺ τὴν ἐ­πο­χὴ τοῦ Γι­έλ­τσιν μα­ζὶ μὲ τὴν κεν­τρι­κὴ ἐ­ξου­σί­α τῆς Μό­σχας ἐ­κρί­ζω­σαν ἀ­κό­μα καὶ τὰ μι­κρό­τε­ρα σπέρ­μα­τα το­πι­κῆς αὐ­το­δι­οί­κη­σης. Εἶ­μαι ἀ­κό­μα καὶ σή­με­ρα, κα­τὰ βά­θος, στε­νο­χω­ρη­μέ­νος μὲ τὸ πό­σο ἀρ­γὰ καὶ ἀ­δέ­ξια ἐ­πι­κρα­τεῖ σὲ μᾶς ἡ το­πι­κὴ αὐ­το­δι­οί­κη­ση. Ὅ­μως ἀ­κό­μα καὶ ἐ­δῶ προ­χω­ρᾶ. Στὴν ἐ­πο­χὴ τοῦ Γι­έλ­τσιν ὅ­λες οἱ δυ­να­τό­τη­τες ὡς το­πι­κῆς αὐ­το­δι­οί­κη­σης στα­μα­τοῦ­σαν, πάν­τως, ἀ­πὸ νό­μους. Τώ­ρα εἶ­ναι ἕ­τοι­μη ἡ κρα­τι­κὴ ἐ­ξου­σί­α νὰ πα­ρα­χω­ρή­σει πε­ρισ­σό­τε­ρες ἀ­πο­φά­σεις στοὺς το­πι­κοὺς πλη­θυ­σμούς. Δυ­στυ­χῶς δὲν ἔ­χει ἀ­κό­μα συ­στη­μα­το­ποι­η­θεῖ.

 

Δύ­σκο­λα μπο­ροῦ­με νὰ τὸ ἀν­τι­λη­φθοῦ­με. Κρι­τι­κὲς φω­νὲς σ’ αὐ­τὴ τὴ χώ­ρα ζη­τοῦν­ται ὅ­σο τί­πο­τα. Μό­λις ποὺ ὑ­πάρ­χει ἀν­τι­πο­λί­τευ­ση.

 

Μί­α ἀν­τι­πο­λί­τευ­ση εἶ­ναι ἀ­ναμ­φι­σβή­τη­τα ἀ­ναγ­καί­α καὶ ὁ κα­θέ­νας ποὺ ἐ­πι­δι­ώ­κει μιὰ ὑ­γι­ῆ ἀ­νά­πτυ­ξη τῆς Ρω­σί­ας τὸ εὔ­χε­ται. Ὅ­μως τὴν ἐ­πο­χὴ τοῦ Γι­έλ­τσιν μό­νο οἱ κομ­μου­νι­στὲς δι­α­μόρ­φω­σαν ἀ­λη­θι­νὰ μιὰ σω­στὴ ἀν­τι­πο­λί­τευ­ση.

Ἂν ἀ­να­φέ­ρε­στε στὸ ὅ­τι δὲν ὑ­πάρ­χει ἀ­κό­μα ἀν­τι­πο­λί­τευ­ση, ἐν­νο­εῖ­τε σί­γου­ρα ἐ­κεῖ­να τὰ δη­μο­κρα­τι­κὰ κόμ­μα­τα ποὺ ὑ­πῆρ­χαν τὴ δε­κα­ε­τί­α τοῦ ’90. Κι ὅ­μως πρέ­πει νὰ τὸ δοῦ­με ἀ­προ­κα­τά­λη­πτα. Κα­τὰ τὴ διά­ρκεια τῆς δε­κα­ε­τί­ας τοῦ ’90 τὰ πράγ­μα­τα ἦ­ταν γιὰ τὸν πλη­θυ­σμὸ μο­νί­μως ἄ­σχη­μα, μιὰ δρα­μα­τι­κὴ ὀ­πι­σθο­δρό­μη­ση τοῦ βι­ο­τι­κοῦ ἐ­πι­πέ­δου πε­ρι­ε­λάμ­βα­νε τὰ τρί­α τέ­ταρ­τα ὅ­λων τῶν οἰ­κο­γε­νει­ῶν στὴ Ρω­σί­α – ὅ­λα αὐ­τὰ κά­τω ἀ­πὸ τὶς «ση­μαῖ­ες τῆς δη­μο­κρα­τί­ας». Ποι­όν πα­ρα­ξε­νεύ­ει ὅ­ταν ὁ κό­σμος ἀ­πο­μα­κρύν­θη­κε ἀ­πὸ αὐ­τὲς τὶς ση­μαῖ­ες; Οἱ ἡ­γέ­τες αὐ­τῶν τῶν κομ­μά­των δὲν μπο­ροῦν ἀ­κό­μα καὶ σή­με­ρα οὔ­τε μί­α φο­ρὰ νὰ συμ­φω­νή­σουν σὲ ἕ­να φαν­τα­στι­κὸ σκι­ῶ­δες ὑ­πουρ­γι­κὸ συμ­βού­λιο. Εἶ­ναι ἀ­ξι­ο­λύ­πη­το ποὺ στὴν Ρω­σί­α δὲν ὑ­πάρ­χει μιὰ ἐ­ποι­κο­δο­μη­τι­κή, ἐ­πο­πτεύ­ου­σα καὶ ἀ­ριθ­μη­τι­κὰ ἰ­σχυ­ρὴ ἀν­τι­πο­λί­τευ­ση. Εἶ­ναι ὁ­λο­φά­νε­ρο πὼς χρει­ά­ζε­ται πε­ρισ­σό­τε­ρος χρό­νος μέ­χρι νὰ δι­α­μορ­φω­θεῖ. Ὅ­πως χρό­νο χρει­ά­ζον­ται καὶ ἄλ­λοι δη­μο­κρα­τι­κοὶ θε­σμοὶ γιὰ νὰ ὡ­ρι­μά­σουν.

 

Στὴν τε­λευ­ταί­α μας συ­ζή­τη­ση, πρὶν ἑ­φτὰ χρό­νια, εἴ­χα­τε κρι­τι­κά­ρει ὅ­τι στὴν Δού­μα (ρω­σι­κὸ κοι­νο­βού­λιο) μό­νο οἱ μι­σοὶ βου­λευ­τὲς ἐ­κλέ­γον­ται ἄ­με­σα καὶ τοὺς ἐ­πι­βάλ­λον­ται οἱ ἀν­τι­πρό­σω­ποι τῶν πο­λι­τι­κῶν κομ­μά­των. Με­τὰ τὴν ἐ­κλο­γι­κὴ με­ταρ­ρύθ­μι­ση τοῦ Πού­τιν δὲν ὑ­πάρ­χουν πιὰ ἄ­με­σες ἐν­το­λές. Αὐ­τὸ εἶ­ναι ὀ­πι­σθο­δρό­μη­ση!

 

Ναί, τὸ θε­ω­ρῶ λά­θος. Εἶ­μαι ἕ­νας πε­πει­σμέ­νος καὶ συ­νε­πὴς κρι­τι­κὸς τοῦ κόμ­μα­το-κοι­νο­βου­λευ­τι­σμοῦ καὶ ὀ­πα­δὸς ἑ­νὸς συ­στή­μα­τος ὅ­που θὰ ἐ­κλέ­γον­ται οἱ ἀ­λη­θι­νοὶ ἀν­τι­πρό­σω­ποι τοῦ λα­οῦ ἀ­νε­ξάρ­τη­τα ἀ­πὸ τὸ ποῦ ἀ­νή­κουν κομ­μα­τι­κά. Αὐ­τοί, ἐν­νο­ῶ, θὰ ἀ­να­λαμ­βά­νουν ἔ­πει­τα προ­σω­πι­κὴ εὐ­θύ­νη ἀ­νὰ πε­ρι­φέ­ρει­ες καὶ κύ­κλους, καὶ θὰ μπο­ρεῖ ἀ­κό­μα καὶ νὰ ἀ­να­κλη­θοῦν, ἂν δὲν ἔ­χουν ἐρ­γα­σθεῖ σω­στά. Βλέ­πω καὶ σέ­βο­μαι οἰ­κο­νο­μι­κοὺς συν­δέ­σμους, ἑ­νώ­σεις συ­νε­ται­ρι­σμῶν, ἐ­δα­φι­κοὺς συ­να­σπι­σμούς, μορ­φω­τι­κὲς καὶ ἐ­παγ­γελ­μα­τι­κὲς ὀρ­γα­νώ­σεις ὅ­μως δὲν κα­τα­λα­βαί­νω τὴ φύ­ση τῶν πο­λι­τι­κῶν κομ­μά­των. Ἡ σύν­δε­ση ποὺ βα­σί­ζε­ται σὲ πο­λι­τι­κὲς πε­ποι­θή­σεις δὲν πρέ­πει ἀ­ναγ­καί­α νὰ θε­ω­ρεῖ­ται ὡς στα­θε­ρή, καὶ συ­χνὰ δὲν εἶ­ναι οὔ­τε χω­ρὶς ἰ­δι­ο­τέ­λεια.

Ὁ Λέ­ων Τρό­τσκυ ἔ­λε­γε πο­λὺ εὔ­στο­χα ἀ­κό­μα καὶ ἀ­πὸ τὴν ἐ­πο­χὴ τῆς Ὀ­κτω­βρια­νῆς Ἐ­πα­νά­στα­σης: «Ἕ­να κόμ­μα ποὺ δὲν βλέ­πει ὡς στό­χο τὴν κα­τά­κτη­ση τῆς ἐ­ξου­σί­ας δὲν ἀ­ξί­ζει τί­πο­τα.» Αὐ­τὸ ση­μαί­νει ὅ­μως πὼς θέ­λει κα­νεὶς πλε­ο­νε­κτή­μα­τα γιὰ τὸν ἑ­αυ­τό του σὲ βά­ρος τοῦ ὑ­πό­λοι­που πλη­θυ­σμοῦ. Σὲ μί­α ἄ­ο­πλη κα­τά­κτη­ση ἐ­ξου­σί­ας δὲν εἶ­ναι δι­α­φο­ρε­τι­κά. Ἂν ψη­φί­ζου­με γιὰ ἕ­να ἀ­νώ­νυ­μο κομ­μα­τι­κὸ πρό­γραμ­μα καὶ κομ­μα­τι­κὲς ἐ­ξαγ­γε­λί­ες, ἀν­τι­κα­θι­στοῦ­με μὲ αὐ­τὸ τὴ μό­νο ἀ­ξι­ό­πι­στη ἐ­κλο­γὴ ἑ­νὸς λα­ϊ­κοῦ ἀν­τι­προ­σώ­που, ἑ­νὸς ὑ­πο­ψη­φί­ου μὲ συγ­κε­κρι­μέ­νο ὄ­νο­μα μέ­σω ἑ­νὸς ψη­φο­φό­ρου ποὺ δι­α­θέ­τει καὶ αὐ­τὸς ἕ­να ὄ­νο­μα. Σὲ αὐ­τὸ συ­νί­στα­ται ὅ­λο τὸ νό­η­μα μί­ας ἀ­λη­θι­νῆς λα­ϊ­κῆς ἀν­τι­προ­σώ­πευ­σης.

 

Ἡ Ρω­σί­α τὰ τε­λευ­ταῖ­α χρό­νια ἔ­γι­νε πλού­σια ἀ­πὸ τὸ πε­τρέ­λαι­ο καὶ τὸ φυ­σι­κὸ ἀ­έ­ριο, μί­α με­σαί­α τά­ξη δι­α­μορ­φώ­νε­ται. Πα­ρ’ ὅ­λα αὐ­τὰ ἔ­χουν γι­γαν­τω­θεῖ οἱ κοι­νω­νι­κὲς ἀν­τι­θέ­σεις με­τα­ξὺ φτω­χῶν καὶ πλου­σί­ων στὴ Ρω­σί­α. Τί θὰ μπο­ροῦ­σε νὰ γί­νει γιὰ νὰ βελ­τι­ω­θεῖ ἡ κα­τά­στα­ση;

 

Θε­ω­ρῶ τὸ χά­σμα με­τα­ξὺ φτω­χῶν καὶ πλου­σί­ων στὴ Ρω­σί­α μιὰ ἐ­πι­κίν­δυ­νη ἐ­ξέ­λι­ξη τὴν ὁ­ποί­α τὸ κρά­τος πρέ­πει νὰ φέ­ρει ὑ­πὸ ἔ­λεγ­χο τὸ τα­χύ­τε­ρο δυ­να­τόν. Πα­ρ’ ὅ­λο ποὺ πολ­λοὶ ἀ­πέ­κτη­σαν μυ­θι­κὴ πε­ρι­ου­σί­α μέ­σω ἀ­δυ­σώ­πη­της ἁρ­πα­γῆς τὴν ἐ­πο­χὴ τοῦ Γι­έλ­τσιν, δὲν θὰ ἦ­ταν ἡ πιὸ φρό­νι­μη λύ­ση νὰ κα­ταρ­γη­θοῦν καὶ πά­λι οἱ με­γά­λες ἐ­πι­χει­ρή­σεις, ὅ­που με­ρι­κῶν οἱ τω­ρι­νὲς πε­ρι­ου­σί­ες δη­μι­ουρ­γή­θη­καν μὲ ἀ­λη­θι­νὸ κό­πο καὶ ἐ­πι­τυ­χη­μέ­νη δι­α­χεί­ρη­ση. Ὁ σω­στὸς δρό­μος θὰ ἦ­ταν νὰ δη­μι­ουρ­γη­θοῦν κα­λύ­τε­ρες δυ­να­τό­τη­τες ἐ­πι­βί­ω­σης γιὰ μι­κρὲς καὶ με­σαῖ­ες ἐ­πι­χει­ρή­σεις. Αὐ­τὸ θὰ σή­μαι­νε ὅ­τι κά­θε πο­λί­της ποὺ εἶ­ναι συ­νά­μα ἕ­νας με­σαῖ­ος ἐ­πι­χει­ρη­μα­τί­ας θὰ προ­στα­τευ­ό­ταν ἀ­πὸ αὐ­θαι­ρε­σί­α καὶ δι­α­φθο­ρά. Τὰ κέρ­δη ἀ­πὸ τὴν ἐ­κμε­τάλ­λευ­ση τοῦ ὀ­ρυ­κτοῦ πλού­του, ποὺ ἀ­νή­κει στὸ λα­ό, πρέ­πει νὰ τρο­φο­δο­τή­σουν τὴν οἰ­κο­νο­μί­α καὶ νὰ δι­ο­χε­τευ­θοῦν πρὸς τὰ συ­στή­μα­τα ἐκ­παί­δευ­σης καὶ ὑ­γεί­ας. Καὶ ἐ­δῶ πρέ­πει νὰ μά­θου­με νὰ ἀ­πο­κλεί­ου­με τὴ λε­η­λα­σί­α καὶ τὴ δι­α­σπά­θι­ση.

 

Χρει­ά­ζε­ται ἡ Ρω­σί­α μιὰ ἐ­θνι­κὴ ἰ­δέ­α; Πῶς θὰ ἦ­ταν;

 

Μὲ τὴν ἔκ­φρα­ση ἐ­θνι­κὴ ἰ­δέ­α δὲν συν­δέ­ε­ται κα­νέ­να ξε­κά­θα­ρο ἐ­πι­στη­μο­νι­κὸ πε­ρι­ε­χό­με­νο. Θὰ μπο­ροῦ­σε κα­νεὶς νὰ συμ­φω­νή­σει ὅ­τι αὐ­τὴ εἶ­ναι μιὰ ἰ­δέ­α γιὰ ἕ­ναν τρό­πο ζω­ῆς στὴ χώ­ρα μας, τὴν ὁ­ποί­α ὀ­νει­ρεύ­ε­ται ἡ πλει­ο­νό­τη­τα τοῦ πλη­θυ­σμοῦ μας. Θὰ μπο­ροῦ­σε νὰ εἶ­ναι ἀ­πο­λύ­τως χρή­σι­μη. Ὅ­μως κά­τι τέ­τοι­ο δὲν πρέ­πει νὰ τὸ ἐ­πι­νο­ή­σουν οἱ κυ­βερ­νῶν­τες καὶ ἀ­κό­μα δὲν πρέ­πει νὰ προ­σπα­θή­σουν νὰ φυ­τέ­ψουν βί­αι­α αὐ­τὴ τὴν ἰ­δέ­α μέ­σα στὰ μυα­λά. Ὑ­πῆρ­χαν τέ­τοι­ες ἰ­δέ­ες τὸν 18ο αἰ­ώ­να στὴ Γαλ­λί­α, κά­ποι­α φο­ρὰ στὴ Με­γά­λη Βρετ­τα­νί­α, με­τὰ στὶς ΗΠΑ, στὴ Γερ­μα­νί­α, στὴν Πο­λω­νί­α. Ὅ­ταν ἄ­να­ψε μὲ σπου­δὴ ἡ συ­ζή­τη­ση στὴν με­τα­κομ­μου­νι­στι­κὴ Ρω­σί­α πε­ρὶ μιᾶς ἐ­θνι­κῆς ἰ­δέ­ας προ­σπά­θη­σα νὰ ἐ­πι­φέ­ρω ἕ­να κα­τα­λά­για­σμα – μὲ τὴν ἔν­στα­ση ὅ­τι, με­τὰ τὶς δυ­να­μι­κὰ λη­στρι­κὲς ἀ­πώ­λει­ες, θὰ ἔ­πρε­πε νὰ ἱ­κα­νο­ποι­η­θοῦ­με γιὰ ἕ­να με­γά­λο δι­ά­στη­μα μὲ ἕ­να ἁ­πλὸ κα­θῆ­κον: νὰ σώ­σου­με τὸ ἔ­θνος ποὺ κα­τα­στρε­φό­ταν.

 

Μὲ ὅ­λα αὐ­τὰ ἡ Ρω­σί­α αἰ­σθά­νε­ται συ­χνὰ πὼς ἔ­χει ἐγ­κα­τα­λη­φθεῖ ἀ­πὸ ἔ­ξω. Πα­ρα­κο­λου­θοῦ­με αὐ­τὸ τὸν και­ρὸ μιὰ με­γά­λη ἀ­πο­γο­ή­τευ­ση γιὰ τὶς σχέ­σεις με­τα­ξὺ Ρω­σί­ας καὶ Δύ­σης, ἀ­κό­μα καὶ με­τα­ξὺ Ρω­σί­ας καὶ Εὐ­ρώ­πης. Ποῦ ὀ­φεί­λε­ται αὐ­τό; Ποῦ δὲν κα­τα­λα­βαί­νει ἡ Δύ­ση τὴ ση­με­ρι­νὴ Ρω­σί­α;

 

Τὸ πιὸ ἐν­δι­α­φέ­ρον γιὰ μέ­να εἶ­ναι οἱ ψυ­χο­λο­γι­κοὶ λό­γοι: Οἱ ἐλ­πί­δες ποὺ ἔ­χουν τρα­φεῖ στὴ Ρω­σί­α, ὅ­πως καὶ στὴ Δύ­ση, δὲν κα­λύ­πτον­ται ἀ­πὸ τὴν πραγ­μα­τι­κό­τη­τα. Ὅ­ταν ἐ­πέ­στε­ψα στὴ Ρω­σί­α τὸ 1994 βί­ω­σα τὴν ἀ­πο­θέ­ω­ση τοῦ δυ­τι­κοῦ κό­σμου καὶ τῆς κρα­τι­κῆς ὀρ­γά­νω­σης τε­λεί­ως δι­α­φο­ρε­τι­κῶν χω­ρῶν. Αὐ­τὴ βα­σι­ζό­ταν ὄ­χι σὲ ἀ­λη­θι­νὴ γνώ­ση ἢ συ­νει­δη­τὴ ἐ­πι­λο­γή, ἀλ­λὰ πο­λὺ πε­ρισ­σό­τε­ρο σὲ φυ­σι­κὴ ἄρ­νη­ση τοῦ μπολ­σε­βί­κι­κου κα­θε­στῶ­τος καὶ τῆς ἀν­τι­δυ­τι­κῆς προ­πα­γάν­δας του. Αὐ­τὸ τὸ κλί­μα ἄλ­λα­ξε με­τὰ τὸν βά­ναυ­σο βομ­βαρ­δι­σμὸ τῆς Σερ­βί­ας ἀ­πὸ τὸ ΝΑΤΟ. Τρα­βή­χτη­κε μιὰ χον­τρὴ μαύ­ρη γραμ­μὴ ποὺ δὲν μπο­ρεῖ νὰ σβη­στεῖ καὶ πι­στεύ­ω πὼς ἔ­χει γί­νει δε­κτὴ ἀ­πὸ ὅ­λα τὰ στρώ­μα­τα τῆς ρω­σι­κῆς κοι­νω­νί­ας. Ἐ­πὶ πλέ­ον εἴ­χα­με τὶς προ­σπά­θει­ες τοῦ ΝΑΤΟ νὰ τρα­βή­ξει στὴ σφαί­ρα ἐ­πιρ­ρο­ῆς του τμή­μα­τα τῆς ΕΣΣΔ ποὺ κα­τέρ­ρευ­σε, προ­πάν­των – ποὺ ἦ­ταν ἰ­δι­αί­τε­ρα ἐ­πώ­δυ­νο – τὴν Οὐ­κρα­νί­α, μί­α χώ­ρα στε­νὰ συγ­γε­νι­κὴ μὲ ἐ­μᾶς, μὲ τὴν ὁ­ποί­α εἴ­μα­στε συν­δε­δε­μέ­νοι μέ­σω ἑ­κα­τομ­μυ­ρί­ων οἰ­κο­γε­νεια­κῶν σχέ­σε­ων. Αὐ­τὸ θὰ μπο­ροῦ­σε νὰ συμ­βεῖ στὴ στιγ­μὴ μέ­σῳ τῶν στρα­τι­ω­τι­κῶν συμ­μα­χι­κῶν (να­το­ϊ­κῶν) συ­νό­ρων. Μέ­χρι τό­τε ἡ Δύ­ση θε­ω­ρεῖ­το ἀ­πὸ ἐ­μᾶς, κυ­ρί­ως ὡς ἱπ­πό­της τῆς δη­μο­κρα­τί­ας. Τώ­ρα ἔ­πρε­πε νὰ δι­α­πι­στώ­σου­με ἀ­πο­γο­η­τευ­μέ­νοι, πὼς ἡ δυ­τι­κὴ πο­λι­τι­κὴ ἀ­φή­νε­ται νὰ κα­θο­δη­γη­θεῖ κα­τὰ πρῶ­το λό­γο ἀ­πὸ ἕ­ναν πραγ­μα­τι­σμὸ συ­χνὰ ἰ­δι­ο­τε­λῆ καὶ κυ­νι­κό. Πολ­λοὶ Ρῶ­σοι τὸ βί­ω­σαν ὡς συν­τρι­βὴ τῶν ἰ­δα­νι­κῶν τους. Ἡ Δύ­ση χαι­ρό­ταν γιὰ τὸ τέ­λος τοῦ ἐ­πα­χθοῦς ψυ­χροῦ πο­λέ­μου καὶ πα­ρα­κο­λου­θοῦ­σε μα­κρὰν στὰ χρό­νια κυ­ρι­αρ­χί­ας τῶν Γκορ­μπα­τσὼφ καὶ Γι­έλ­τσιν μί­α ἀ­ναρ­χί­α στὸ ἐ­σω­τε­ρι­κό της Ρω­σί­ας καὶ τὴν ἐγ­κα­τά­λει­ψη ὅ­λων τῶν θέ­σε­ων πρὸς τὰ ἔ­ξω. Συ­νή­θι­σαν γρή­γο­ρα στὴν ἰ­δέ­α πὼς ἡ Ρω­σί­α εἶ­ναι σχε­δὸν χώ­ρα τοῦ τρί­του κό­σμου καὶ ὅ­τι θὰ ἔ­με­νε γιὰ πάν­τα ἔ­τσι. Μό­λις ἡ Ρω­σί­α ἄρ­χι­σε νὰ ἰ­σχυ­ρο­ποι­εῖ­ται, ἡ Δύ­ση ἀν­τέ­δρα­σε μὲ πα­νι­κό – ἴ­σως ὑ­πὸ τὴν ἐ­πιρ­ρο­ὴ ὄ­χι τε­λεί­ως ξε­πε­ρα­σμέ­νων φό­βων.

 

Τῆς ἦρ­θε στὸ νοῦ πά­λι ἡ πα­λαι­ὰ ὑ­περ­δύ­ναμη Σο­βι­ε­τι­κὴ Ἕ­νω­ση…

 

Ἀ­νώ­φε­λα. Ἀλ­λὰ ἤ­δη νω­ρί­τε­ρα ἡ Δύ­ση πα­ρα­δό­θη­κε στὴν αὐ­τα­πά­τη – ἢ τὸ ἔ­κα­νε ἔ­τσι σὰ νὰ τὸ πί­στευ­ε πραγ­μα­τι­κὰ – ὅ­τι ἡ Ρω­σί­α εἶ­ναι ἤ­δη μιὰ νέ­α δη­μο­κρα­τί­α, πα­ρ’ ὅ­λο ποὺ δὲν ὑ­πῆρ­χε ἀ­κό­μα κα­νέ­να ὁ­ρα­τὸ ἴ­χνος γι’ αὐ­τό. Εἶ­ναι ὅ­μως ξε­κά­θα­ρο πὼς ἡ Ρω­σί­α δὲν εἶ­ναι ἀ­κό­μα δη­μο­κρα­τί­α, ἀρ­χί­ζει μό­λις νὰ οἰ­κο­δο­μεῖ μί­α δη­μο­κρα­τι­κὴ τά­ξη. Εἶ­ναι πά­ρα πο­λὺ εὔ­κο­λο νὰ πα­ρου­σιά­σεις γιὰ τὴ χώ­ρα μας ἕ­ναν μα­κρὺ κα­τά­λο­γο ἀ­πὸ πλά­νες, πα­ρα­λεί­ψεις καὶ πα­ρα­τυ­πί­ες σὲ κα­νό­νες. Ἀλ­λὰ σὲ ἐ­κεῖ­νον τὸν ἀ­γώ­να ποὺ ἄρ­χι­σε με­τὰ τὴν 11η Σε­πτεμ­βρί­ου 2001, καὶ ὁ ὁ­ποῖ­ος ἀ­κό­μα συ­νε­χί­ζε­ται, ἡ Ρω­σί­α πρό­σφε­ρε στὴ Δύ­ση τὴν ὑ­πο­στή­ρι­ξή της μὲ σα­φή­νεια καὶ χω­ρὶς πα­ρα­νο­ή­σεις. Ἡ ὑ­πο­στή­ρι­ξη αὐ­τὴ ἀ­πορ­ρί­φθη­κε – λό­γῳ μιᾶς ὁ­ρι­σμέ­νης ψυ­χο­λο­γι­κῆς βα­σι­κῆς στά­σης ἢ λό­γῳ μιᾶς νο­ση­ρῆς μυ­ω­πι­κῆς θε­ώ­ρη­σης. Στὸ Ἀφ­γα­νι­στὰν οἱ ΗΠΑ ἀ­πο­δέ­χτη­καν τὴ βο­ή­θειά μας, ὅ­μως ἔ­θε­ταν στὴ Ρω­σί­α ὁ­λο­έ­να νέ­ες ἀ­ξι­ώ­σεις. Ἡ δυ­σα­ρέ­σκεια πά­λι τῆς Εὐ­ρώ­πης μὲ τὴν Ρω­σί­α συν­δέ­ε­ται ἀ­ναμ­φι­σβή­τη­τα μὲ τοὺς δυ­τι­κοὺς φό­βους γιὰ τὸν ἐ­νερ­γεια­κὸ ἐ­φο­δια­σμό, γιὰ τοὺς ὁ­ποί­ους στὴν οὐ­σί­α δὲν ὑ­πάρ­χει λό­γος. Μπο­ρεῖ ὅ­μως γε­νι­κὰ ἡ Δύ­ση ἐ­νώ­πιον νέ­ων κιν­δύ­νων νὰ κρα­τή­σει ἀ­πέ­ναν­τι στὴ Ρω­σί­α μιὰ ἀ­πορ­ρι­πτι­κὴ στά­ση; Στὴν τε­λευ­ταί­α μου συ­νέν­τευ­ξη πρὶν τὴν ἐ­πι­στρο­φὴ στὴ Ρω­σί­α, ποὺ ἔ­δω­σα τὸν Ἀ­πρί­λιο τοῦ 1994 γιὰ τὸ πε­ρι­ο­δι­κὸ ‘‘Forbes’’, εἶ­χα πεῖ: «Ἂν κοι­τά­ξου­με μα­κριὰ στὸ μέλ­λον μπο­ροῦ­με νὰ ἀ­να­κα­λύ­ψου­με στὸν 21ο αἰ­ώ­να μί­α ἐ­πο­χὴ στὴν ὁ­ποί­α οἱ ΗΠΑ μα­ζὶ μὲ τὴν Εὐ­ρώ­πη θὰ χρεια­στοῦν τὴ Ρω­σί­α ἀ­κό­μα πε­ρισ­σό­τε­ρο ὡς συμ­μα­χι­κὸ ἑ­ταῖ­ρο.»

 

Ἔ­χε­τε δι­α­βά­σει Γκαῖ­τε, Σί­λερ, Χά­ι­νε στὸ πρω­τό­τυ­πο καὶ ἐλ­πί­ζα­τε πάν­τα ὅ­τι ἡ Γερ­μα­νί­α θὰ γι­νό­ταν ἕ­να εἶ­δος γέ­φυ­ρας με­τα­ξὺ τῆς Ρω­σί­ας καὶ τοῦ ὑ­πό­λοι­που κό­σμου. Πι­στεύ­ε­τε πὼς οἱ Γερ­μα­νοὶ μπο­ροῦν νὰ παί­ξουν ἀ­κό­μα καὶ σή­με­ρα αὐ­τὸ τὸν ρό­λο;

 

Τὸ πι­στεύ­ω. Γερ­μα­νί­α καὶ Ρω­σί­α αἰ­σθά­νον­ται μιὰ ἀ­μοι­βαί­α ἕλ­ξη, στὴν ὁ­ποί­α ἤ­δη βλέ­πω ἕ­να εἶ­δος προ­ο­ρι­σμοῦ. Ἀλ­λι­ῶς δὲν θὰ ἄν­τε­χε αὐ­τὴ ἡ σχέ­ση δύ­ο πα­ρά­λο­γους παγ­κό­σμιους πο­λέ­μους.

 

Ποι­οί Γερ­μα­νοὶ ποι­η­τὲς ἢ φι­λό­σο­φοὶ σᾶς ἔ­χουν οὐ­σι­α­στι­κὰ ἐ­πηρε­ά­σει πε­ρισ­σό­τε­ρο;

 

Τὰ παι­δι­κὰ καὶ ἐ­φη­βι­κά μου χρό­νια σφρα­γί­στη­καν ἀ­πὸ τὸν Σί­λερ καὶ τὸν Γκαῖ­τε. Ἀρ­γό­τε­ρα μὲ εἶ­χε ἐν­θου­σιά­σει ὁ Σέ­λιγκ. Ἡ με­γα­λει­ώ­δης γερ­μα­νι­κὴ μου­σι­κὴ ἔ­χει γιὰ μέ­να ἀ­νε­κτί­μη­τη ἀ­ξί­α. Δὲν θὰ μπο­ροῦ­σα νὰ φαν­τα­στῶ τὴ ζω­ή μου χω­ρὶς τὸν Μπάχ, τὸν Μπε­τό­βεν καὶ τὸν Σοῦμ­περτ.

 

Ἀν­τί­θε­τα, στὴ Δύ­ση εἶ­ναι λί­γα γνω­στὰ γιὰ τοὺς ση­με­ρι­νοὺς Ρώ­σους συγ­γρα­φεῖς. Πῶς βλέ­πε­τε τὴν κα­τά­στα­ση στὴ ρω­σι­κὴ λο­γο­τε­χνί­α;

 

Ἐ­πο­χὲς μὲ ὁρ­μη­τι­κὲς καὶ ρι­ζι­κὲς με­τα­βο­λὲς δὲν εἶ­ναι ἰ­δι­αί­τε­ρα κα­λὲς γιὰ τὴ λο­γο­τε­χνί­α. Ὄ­χι μό­νο με­γά­λα ἀλ­λὰ ἀ­κό­μα καὶ σχε­τι­κῶς ση­μαν­τι­κὰ ἔρ­γα δη­μι­ουρ­γή­θη­καν σχε­δὸν παν­τοῦ σὲ ἐ­πο­χὲς στα­θε­ρό­τη­τας, ἄ­σχε­τα ἂν αὐ­τὰ ἦ­ταν θε­τι­κὰ ἢ ἀρ­νη­τι­κά. Ἡ νε­ώ­τε­ρη ρω­σι­κὴ λο­γο­τε­χνί­α δὲν ἀ­πο­τε­λεῖ ἐ­ξαί­ρε­ση. Δὲν εἶ­ναι τυ­χαῖ­ο, πὼς τὸ αὐ­ξα­νό­με­νο φι­λεκ­παι­δευ­τι­κὸ ἀ­να­γνω­στι­κὸ ἐν­δι­α­φέ­ρον συγ­κεν­τρώ­νε­ται στὴν ἱ­στο­ρι­κὴ λο­γο­τε­χνί­α: ἀ­πο­μνη­νο­νεύ­μα­τα, βι­ο­γρα­φί­ες, πε­ζο­γρα­φί­α – μαρ­τυ­ρί­α. Πι­στεύ­ω βέ­βαι­α πὼς ἡ ρο­πὴ πρὸς τὴ δι­και­ο­σύ­νη καὶ ἡ ἠ­θι­κὴ τά­ση ὡς θε­μέ­λιὸ τῆς ρω­σι­κῆς λο­γο­τε­χνί­ας δὲν θὰ χα­θεῖ καὶ πὼς θὰ βο­η­θή­σει νὰ φω­τι­στεῖ τὸ πνεῦ­μα μας καὶ νὰ βα­θύ­νει ἡ ἀν­τί­λη­ψή μας.

 

Μέ­σα ἀ­πὸ ὅ­λο τὸ ἔρ­γο σας συ­νά­γε­ται ἡ ἐ­πιρ­ρο­ὴ τῆς ὀρ­θό­δο­ξης πί­στης στὸν ρω­σι­κὸ κό­σμο.  Πῶς εἶ­ναι ἡ κα­τά­στα­ση σή­με­ρα μὲ τὴν ἠ­θι­κὴ ἁρ­μο­δι­ό­τη­τα τῆς ρω­σι­κῆς ὀρ­θό­δο­ξης ἐκ­κλη­σί­ας; Μᾶς φαί­νε­ται πὼς γί­νε­ται πά­λι κρα­τι­κὴ ἐκ­κλη­σί­α ποὺ ἦ­ταν πρὸ αἰ­ώ­νων – μί­α ἐκ­κλη­σί­α ποὺ νο­μι­μο­ποι­οῦ­σε τὸν ἑ­κά­στο­τε κυ­ρί­αρ­χο στὸ Κρεμ­λί­νο ὡς κυ­βερ­νή­τη.

 

Ὄ­χι, τὸ ἀν­τί­θε­το. Ἀ­πο­ρεῖ κα­νεὶς πῶς ἡ ἐκ­κλη­σί­α στὰ λί­γα χρό­νια ποὺ πέ­ρα­σαν ἀ­πὸ τό­τε ποὺ ἦ­ταν ὁ­λο­κλη­ρω­τι­κὰ ὑ­πο­ταγ­μέ­νη στὸ κομ­μου­νι­στι­κὸ κρά­τος, μπό­ρε­σε νὰ οἰ­κο­δο­μή­σει μί­α ὀρ­θὴ ἀ­νε­ξάρ­τη­τη θέ­ση. Δὲν πρέ­πει νὰ ξε­χνᾶ­με πό­σες φο­βε­ρὲς ἀ­πώ­λει­ες ἀν­θρώ­πων ἔ­πρε­πε νὰ ὑ­πο­μεί­νει ἡ ρω­σι­κὴ ὀρ­θό­δο­ξη ἐκ­κλη­σί­α σχε­δὸν σὲ ὅ­λη τὴ διά­ρκεια τοῦ 20ου αἰ­ώ­να. Τώ­ρα στέ­κε­ται στὰ πό­δια της. Καὶ τὸ νέ­ο με­τα­σο­βι­ε­τι­κὸ κρά­τος μα­θαί­νει νὰ σέ­βε­ται τὴν ἐκ­κλη­σί­α ὡς αὐ­το­δύ­να­μο καὶ ἀ­νε­ξάρ­τη­το θε­σμό. Ἡ κοι­νω­νι­κὴ θε­ω­ρί­α τῆς ρω­σι­κῆς ὀρ­θό­δο­ξης ἐκ­κλη­σί­ας προ­χω­ρᾶ πο­λὺ πιὸ πέ­ρα ἀ­πὸ τὸ κυ­βερ­νη­τι­κὸ πρό­γραμ­μα. Στὰ πρό­σφα­τα χρό­νια ὁ μη­τρο­πο­λί­της Κύ­ριλ­λος, ὁ ὁ­ποῖ­ος ἐκ­φρά­ζει τὴν στά­ση τῆς ἐκ­κλη­σί­ας μὲ τὸν πιὸ σα­φῆ τρό­πο, πα­ρα­κι­νεῖ γιὰ τὴν ἀλ­λα­γὴ τοῦ φο­ρο­λο­γι­κοῦ συ­στή­μα­τος – κά­τι ποὺ δὲν εἶ­ναι ἐ­π’ οὐ­δε­νὶ πρὸς τὴν ἴ­δια κα­τεύ­θυν­ση μὲ τὴν κυ­βερ­νη­τι­κὴ ἀν­τί­λη­ψη. Καὶ αὐ­τὸ τὸ κά­νει δη­μό­σια στὰ τη­λε­ο­πτι­κὰ κα­νά­λια τῆς χώ­ρας.

Μὲ τὴ νο­μι­μο­ποί­η­ση τοῦ κυ­ρί­αρ­χου τοῦ Κρεμ­λί­νου ἐν­νο­εῖ­τε ἴ­σως ὅ­τι γιὰ τὸν Γι­έλ­τσιν ἔ­γι­νε νε­κρώ­σι­μη ἀ­κο­λου­θί­α στὸν κα­θε­δρι­κὸ να­ὸ τοῦ Σω­τῆ­ρος Χρι­στοῦ στὴ Μό­σχα καὶ ὄ­χι μί­α πο­λι­τι­κὴ τε­λε­τὴ ἀ­πο­χαι­ρε­τι­σμοῦ.

 

Ἀ­κό­μα καὶ αὐ­τό.

 

Ἐν­δε­χο­μέ­νως ἦ­ταν ἡ μό­νη δυ­να­τό­τη­τα νὰ χα­λι­να­γω­γη­θεῖ ἡ λα­ϊ­κὴ ὀρ­γὴ ποὺ δὲν εἶ­χε ἀ­κό­μα κα­τα­λα­γιά­σει καὶ νὰ ἀ­πο­σο­βη­θεῖ τὸ νὰ μὴν ἀ­νοί­ξει ὁ δρό­μος γιὰ τὴ νε­κρι­κὴ πομ­πή. Δὲν βλέ­πω ἄλ­λω­στε τὸν λό­γο, νὰ δοῦ­με σ’ αὐ­τὸ τώ­ρα ἕ­να ἰ­σχῦ­ον στὸ μέλ­λον τε­λε­τουρ­γι­κὸ ἐν­τα­φια­σμοῦ γιὰ Ρώ­σους Προ­έ­δρους.

Σὲ ὅ,τι ἀ­φο­ρᾶ τὸ πα­ρελ­θόν, ἡ ρω­σι­κὴ ὀρ­θό­δο­ξη ἐκ­κλη­σί­α κά­νει συ­νε­χῶς μνη­μό­συ­να γιὰ τὰ θύ­μα­τα τῶν κομ­μου­νι­στι­κῶν ἐ­κτε­λέ­σε­ων – στὸ Μπού­το­βο στὴ Μό­σχα, στὰ νη­σιὰ Σο­λο­βέ­τσκι καὶ σὲ πολ­λὰ ἄλ­λα μέ­ρη ὅ­που ὑ­πάρ­χουν ὁ­μα­δι­κοὶ τά­φοι.

 

Στὴ συ­νο­μι­λί­α σας μὲ τὸν ἱ­δρυ­τὴ τοῦ ‘‘Σπήγ­κε­λ’’ Ροῦν­τολφ Ἀ­ουγ­κστά­ιν, τὸ 1987, πα­ρα­τη­ρή­σα­τε πό­σο δύ­σκο­λο εἶ­ναι νὰ μι­λᾶς δη­μό­σια γιὰ τὴν ἰ­δι­αί­τε­ρη στά­ση σου ἀ­πέ­ναν­τι στὴ θρη­σκεί­α. Τί ση­μαί­νει γιὰ σᾶς πί­στη;

 

Γιὰ μέ­να ἡ πί­στη ἀ­νή­κει στὰ θε­μέ­λια καὶ στὶς βά­σεις τῆς ζω­ῆς ἑ­νὸς ἀν­θρώ­που.

 

Ἔ­χε­τε φό­βο μπο­στὰ στὸ θά­να­το;

 

Ὄ­χι, ἐ­δῶ καὶ και­ρὸ δὲν ἔ­χω κα­νέ­να φό­βο μπρο­στὰ στὸ θά­να­το. Ὅ­ταν ἤ­μουν νέ­ος, σκε­φτό­μουν συ­χνὰ πὼς ὁ πα­τέ­ρας μου σὲ ἡ­λι­κί­α 27 ἐ­τῶν πέ­θα­νε πο­λὺ νω­ρίς. Φο­βό­μουν νὰ ἀ­πο­χω­ρι­στῶ τὴ ζω­ὴ προ­τοῦ  μπο­ρέ­σω νὰ πραγ­μα­το­ποι­ή­σω τὰ λο­γο­τε­χνι­κὰ σχέ­διά μου. Ὅ­μως ἤ­δη με­τα­ξὺ τοῦ 30ου καὶ 40ου ἔ­τους τῆς ἡ­λι­κί­ας μου δι­ῆλ­θα σὲ μί­α πο­λὺ ἤ­ρε­μη στά­ση ἀ­πέ­ναν­τι στὸ θά­να­το. Γιὰ μέ­να εἶ­ναι ἕ­να φυ­σι­κὸ ὁ­ρό­ση­μο τὸ ὁ­ποῖ­ο ὅ­μως ἐ­π’ οὐ­δε­νὶ λό­γῳ δη­λώ­νει τὸ τέ­λος τῆς ὕ­παρ­ξης μιᾶς προ­σω­πι­κό­τη­τας.

 

Σᾶς εὐ­χό­μα­στε σὲ κά­θε πε­ρί­πτω­ση ἀ­κό­μα πε­ρισ­σό­τε­ρα δη­μι­ουρ­γι­κὰ χρό­νια.

 

Ὄ­χι, ὄ­χι δὲν χρει­ά­ζε­ται νὰ γί­νει. Εἶ­ναι ἀρ­κε­τά.

 

Ἀ­λε­ξάν­τερ Ἰ­σά­γι­ε­βιτς, σᾶς εὐ­χα­ρι­στοῦ­με γιὰ αὐ­τὴ τὴν συ­νο­μι­λί­α.

 

 

 

Ἡ συνέντευξη δόθηκε στοὺς δημοσιογράφους

Christian Neef καὶ Matthias Schepp.

‘‘Der Spiegel’’, τχ 30/2007, 23/7/2007.

Μετάφραση: Χρῆστος Καπαγερίδης.

.

Leave a Comment

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.