Γράφει ο Ανδρέας Σταλίδης.
Δημοσιεύθηκε στην Εστία, 12 Δεκεμβρίου 2017. (“Γονέας και Θεός “)
Η Ενσάρκωση έγινε «δια το αγιασθήναι τω ανθρωπίνω του Θεού τον άνθρωπον» γράφει ο Γρηγόριος ο Θεολόγος, δηλαδή για να αγιασθεί ο άνθρωπος μέσω της πρόσληψης της ανθρώπινης φύσης από τον Θεό. Έτσι, ο άνθρωπος γίνεται κατά Χάριν Υιός του Θεού, και ο Θεός πατέρας. Η αναλογία αυτή βοηθάει να ψηλαφήσουμε αξιοσημείωτες ομοιότητες μεταξύ των σχέσεων ανθρώπου – Θεού και παιδιού – γονέα.
Η εμπειρία οιουδήποτε γονέα εύκολα βεβαιώνει ότι ο άνθρωπος είναι αγαποδίαιτο ον. Μερικά λεπτά στην αγκαλιά της μαμάς ή του μπαμπά, αρκούν για να σταματήσει το κλάμα ένα βρέφος. Αυτό λοιπόν επιζητά. Ακόμα και ο φυσικός πόνος σταματά όταν το θρέφει η αγάπη του γονέα. Αυτό μπορεί να γίνει αντιληπτό και αντίστροφα. Έλλειψη της απροϋπόθετης αγάπης των γονιών (όχι επειδή έχει τα τάδε χαρακτηριστικά, αλλά επειδή είναι αυτό που είναι, όπως ο Θεός), ελλοχεύει κίνδυνο μελλοντικών ψυχικών τραυμάτων στο παιδί. Για παράδειγμα, όταν η μάνα προτιμά ένα συγκεκριμένο φύλο, πριν ή μετά τη γέννα, ή αν επιφυλάσσεται να το αγαπήσει λόγω φόβου από προηγούμενες κακές εμπειρίες, ή αν το εγκαταλείπει, όλα αυτά αφήνουν ένα τραύμα. Κάποτε θα αναδυθεί.
Ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος να δείξουμε αγάπη προς το παιδί μας; Να το μιμηθούμε: να σκύψουμε να το συναντήσουμε, να γελάσουμε, να τρέξουμε, να παίξουμε, να πονέσουμε μαζί του, ακριβώς όπως εκείνο. Να ενοποιήσουμε τις ενέργειές μας. Αυτό κάνει και ο Θεός με την υποστατική ένωση και την «αντίδοση ιδιωμάτων» μεταξύ της ανθρώπινης και Θεϊκής φύσης. Ενοποιούνται οι ανθρώπινες και Θείες ενέργειες στο πρόσωπο του Χριστού.
Πολλοί γονείς διαπιστώνουν ότι ένα μωρό διαμαρτύρεται συχνά για πράγματα εντελώς επουσιώδη, όπως «θα φάω μόνο στο πορτοκαλί πιάτο, όχι σ’ αυτό». Τόσο επουσιώδη δεν φαντάζουν ορισμένες φορές και τα δικά μας αιτήματα στον Θεό; Έχουμε πράγματι ανάγκη αυτό που ζητούμε ή υπάρχει κάτι ουσιαστικότερο, για το οποίο αδιαφορούμε;
Στην περίπτωση δύο παιδιών, συχνοί είναι οι τσακωμοί για το ποιος θα πρωτοπάρει ένα συγκεκριμένο παιχνίδι. Μήπως μας βλέπει και ο Θεός έτσι; Ο παράδεισος και η κόλαση είναι, όπως λέει ο π. Ν. Λουδοβίκος, δύο ίδια δωμάτια με το ίδιο τραπέζι, τα ίδια φαγητά και τις ίδιες τεράστιες μακρυές κουτάλες, οι οποίες δεν φτάνουν όμως για να θρέψει κανένας τον εαυτό του. Στην Κόλαση όλοι δυστυχούν πεινασμένοι, ενώ στον Παράδεισο ευτυχούν επειδή ο ένας θρέφει τον απέναντί του. Να λοιπόν πώς και τα παιδιά θα ειρηνεύσουν: όταν μάθουν να μοιράζονται. Εξάλλου, η χαρά της απόκτηση πραγμάτων ή ιδιοτήτων είναι προσωρινή, ασταθής και αγχώδης, λόγω της πιθανότητας απώλειάς τους. Όταν όμως η απόκτηση γίνεται με την επίγνωση ότι είναι δανεικά (του Θεού), τότε η χαρά είναι στέρεη και διαρκής.
Όταν το παιδί μεγαλώσει και λάβει κληρονομιά, πχ ένα μαγαζί, θα μπορούσε αυτό να παραλληλιστεί με την Χάρι του Θεού. Δεν αρκεί η δωρεάν προσφορά αγαθών και αρετών. Πρέπει να συνοδευτεί από ευγνωμοσύνη και συνάμα επιπλέον κόπο. Να κάνουμε κάτι. Αλλιώς, θα μείνει κλειστό και ανενεργό.
Όλων των ανθρώπων οι γονείς είπαν κάποτε στα παιδιά τους: «όταν γίνεις κι εσύ γονιός, θα με καταλάβεις». Μήπως μας το είπε και ο Θεός ο ίδιος; Καλά Χριστούγεννα!
31 comments
« … ελλοχεύει κίνδυνο … »
Πάει, χάλασε ὁ κόσμος ! Ὅταν ἡ «Ἑστία», ἡ «Ἑστία» !, δημοσιεύει τέτοιον σολοικισμό … Τὸ ρῆμα «ἐλλοχεύω» εἶναι ἀμετάβατο. Τὸ σωστὸ εἶναι «… Ἔλλειψη … ἐγκυμονεῖ κίνδυνο …». Δυστυχῶς, καὶ τὸ ὑπόλοιπο τοῦ κειμένου εἶναι ἀπογοητευτικό. Δέν εἶναι τόσο εὔκολος ὁ κηρυγματικὸς λόγος, ἰδίως ὅταν μιλᾶμε γιὰ τὸ ὑψηλότερο καὶ τὸ μεγαλύτερο γεγονὸς στὴν Ἰστορία (καὶ ἡ ἱστορικὴ εἶναι ἡ λιγώτερο θαυμαστὴ ἀπὸ τὶς πολλὲς πτυχές του). Πῶς νὰ μήν μᾶς χλευάζουν, μετά, οἱ ἐθνομηδενιστές ;
Νὰ ἐλπίσω, κύριε Σταλίδη, ὅτι αὐτὴ ἡ ἀτυχὴς ἀρχικὴ ἀνάρτησις ὀφείλεται καὶ στὸν προβληματισμό σας καὶ τὴν ἀμηχανία σας γιὰ τὴν μέχρι τώρα θέση σας, εἰδικῶς μετὰ τὴν ἔλευση τῆς οἰκονομικῆς κρίσεως, ἡ ὁποία ὅλων μας τὶς βεβαιότητες ἐκλόνισε, σκεπτομένων καὶ μή ; Κατὰ κανόνα, βεβαίως, ἂν κάποιος μεταπεισθῇ ἀπὸ μιὰν πρώην ἀκράδαντη βεβαιότητά του, δὲν ἀσπάζεται τὴν πραγματικότητα ἀλλὰ μιὰν ἀκόμη πιὸ τερατώδη βαρούφα (ὅπως στὴν ὑπόθεση Σώρρα).
Έχετε δίκιο ως προς το γραμματικό λάθος. Δικό μου είναι και πήρα στον λαιμό μου την Εστία.
(Διαπιστώνω με θλίψη ότι η πειρατεία σας συνεχίζεται ακάθεκτη).
ἐμ ἀφοῦ κάνατε τέσσαρες μέρες νὰ ἀπαντήσετε, θεώρησα ὅτι εἴχατε, ἴσως, ἀναγκασθῆ νὰ σκεφθῆτε τὰ πράγματα λίγο βαθύτερα. Αὐτὸ εἶναι δικό μου λάθος.
Ἠ «Ἐστία» διορθωτὴ δὲν χρησιμοποιεῖ ;
Αν δεν κάνω λάθος απάντησα 48 λεπτά ακριβώς μετά από εσάς. Σε ποιόν πλανήτη αυτά είναι 4 ημέρες.
Εγώ πήρα πάνω μου το δικό μου σφάλμα. Ασφαλώς δεν σας αφαιρώ τον ρόλο του μεγίστου γκρινιάρη. Ξεσκονίστε την εφημερίδα και καταλογίστε ελεύθερα ό,τι θέλετε, κύριε αλάνθαστε.
@Γεωργάνας “Η Εστία” θέλει δασείες, ξέφυγε του διορθωτή σου;
Δὲν χρησιμοποιῶ διορθωτή. Ἀλλὰ τὸ πνεὺμα στὸ ἔψιλον κεφαλαῖο μοῦ ξεφεύγει πολύ συχνά, λόγῳ τῆς διατάξεως τοῦ πληκτρολογίου πού χρησιμοποιῶ. Ἡ ψιλὴ καὶ ἡ δασεῖα μπαίνουν μὲ [Shift] καὶ εἶναι τὰ πλῆκτρά τους δίπλα-δίπλα. Στὴ λέξη «Ἑλλάς», γιὰ παράδειγμα, τὸ θυμᾶμαι καὶ τὸ προλαμβάνω. Ἀλλὰ τὴν λέξη «Ἑστία» δὲν τὴν γράφω τόσο συχνά, ἀλλοίμονον. Δὲν εἶναι, ἄλλωστε, καὶ ἡ «Ἑστία» ὅπως τὴν πρόλαβα νέος … Στὴν «Ἑστία» ἐκείνων τῶν χρόνων κείμενα ὅπως ἡ ἀρχικὴ ἀνάρτηση δὲν ὑπῆρχε περίπτωσις νὰ ἐμφανισθοῦν.
Τώρα, τὴν καθυστερημένη ἀπάντηση κατὰ τέσσαρες ἡμέρες τὴν ἔδωσε ὁ κ. Σταλίδης στὸ ἄλλο νῆμα συζητήσεων, ἐκεῖνο γιὰ τὴν δῆθεν ἀσυμφωνία λαοῦ καὶ ἡγεσίας (συμφωνοῦν θαυμάσια λαὸς καὶ ἡγεσία νὰ διατηρήσουν τὸ πελατειακὸ παρασιτικὸ παρακράτος καὶ οἱ ἰδιοτελεῖς ψηφοφόροι, ἡ πλειοψηφία δηλαδή, ἐξοβελίζουν ὅσους νομίζουν ὅτι τὸ ἀπειλοῦν, ὅσο Χριστιανοὶ καὶ Ἕλληνες κι ἂν εἶναι – βλέπε Παπαθεμελῆ). Ἤλπιζα ὅτι λόγῳ τοῦ προβληματισμοῦ τοῦ κ. Σταλίδη γιὰ ἐκεῖνο το νῆμα, κατέληξε στὸ ἀνωτέρω, πολύ προβληματικό, ἀπὸ κάθε πλευρά, ἄρθρο-κήρυγμα. Ἔσπευσα, δηλαδή, νὰ τοῦ βρῶ ἐλαφρυντικό !
Πάντως, ἂν θέλετε νὰ δῆτε πραγματικὴ κατάκριση κατὰ τῶν λαϊκῶν ἐπιδόξων ἱεροκηρύκων, δέστε τὸ πολύ σύντομο διήγημα τοῦ Παπαδιαμάντη «Ὁ Διδάχος» …
Όταν είστε πειρατής ενός ιστοχώρου, λογικό είναι να αδιαφορείτε για το εκάστοτε θέμα συζήτησης και να θεωρείτε ότι μπορείτε παντού να γράφετε τα πάντα και να συνεχίζετε όπου είναι εύκαιρο όλες τις συζητήσεις. Εξ ορισμού. Δεν συνέρχεστε με τίποτα.
Με εντυπωσιάζει ότι η ναρκισσιστική σας αυταρέσκεια αγνοεί συστηματικά όλες τις συστάσεις. Έτσι, συνεχίζετε την απόδοση επιθέτων / χαρακτηρισμών χωρίς εξηγήσεις. “Απογοητευτικό, προβληματικό” και άλλα τρις και πεντάκις χειρότερα που αδιακρίτως μοιράζετε, σας επαναλαμβάνω, πέφτουν στο κενό ως κακή, άγονη κριτική. Η κακή κριτική μόνο τον κρίνοντα βλάπτει. Η γόνιμη κριτική δεν περιλαμβάνει επίθετα και εξηγεί με λεπτομέρειες τις αντιρρήσεις. Είναι δε όχι απλώς θεμιτή, αλλά ευπερόσδεκτη και στόχος όλων των αναρτήσεων. Πώς αλλιώς θα διορθωθεί κανείς;
Σας διαβεβαιώ λοιπόν ότι το παρόν κείμενο όχι μόνο δεν είναι βιαστική αντίδραση από αλλη συζήτηση μαζί σας (διότι, ασφαλώς δεν μπορεί παρά ολος ο κόσμος να σχετίζεται προέρχεται κάπως μαζί σας, δεν μπορεί δηλαδή παρά να είστε εσείς το κέντρο του), αλλα προέρχεται από σκέψη ετών και μελέτη δεκάδων στην κυριολεξία απόψεων, ομιλιών και ηχητικών του π. Νικολάου Λουδοβίκου.
Καλημέρα.
Ανδρέας.
Καὶ ἂν σᾶς ἔλεγα, είς ἀπάντησιν τῶν χαρακτηρισμῶν σας ὅτι σεῖς εἶσθε «λασπολόγος», τί λέτε, θὰ μποροῦσαμε νὰ συζητήσουμε ; Ἐκεῖ λοιπόν, ἀποσκοπεῖτε : Στὸ νὰ καταστρέψετε τὴν συζήτηση. Ἔλα ὅμως, ποὺ ἐγὼ εἶμαι προθυμώτατος νὰ άποδεχθῶ κάθε χαρακτηρισμὸ (πειρατὴς, προτεστάντης) μὲ ἱκανοποίηση. Διότι αὐτὸς εἶναι ὁ καλύτερος τρόπος νὰ ὁμολογήσετε ὂτι ἀπάντηση ἐπὶ τῆς οὐσίας δὲν ἔχετε.
Δύο πράγματα μπορεῖ νὰ πιστεύετε. Εἴτε ὅτι οἱ Ἕλληνες εἴμεθα, σέ σημαντικὴ ἀναλογία, ἰδιοτελεῖς εἴτε ὅτι δὲν εἴμεθα. Σᾶς καλῶ νὰ πάρετε θέση ὑπὲρ τοῦ δευτέρου καὶ νὰ τὴν στηρίξετε μὲ παραδείγματα συλλογικῆς ἀνιδιοτελείας ἀπὸ τὴν Ἑλληνικὴ ἱστορία, πρόσφατη καὶ ἀπώτερη. Γιατί ἀρνεῖσθε νὰ τὸ κάνετε ; Ἔτσι θὰ γλυτώσετε ἀπὸ ἐμένα. Ἀποστομῶστέ με. Μὲ εὐθύ τρόπο, ὅμως. Ὄχι πισώπλατα, ὅπως δοκιμάζετε.
Τέλος εἶναι πράγματι μυστήριο χρῆζον ἐπιστημονικῆς διερευνήσεως, κάποιος πού ἀγωνίζεται ἐπὶ μακρὰ ἔτη νὰ συστήσῃ Ἀντίβαρο στὴν ἰδωτεία, νὰ ἀρνεῖται νὰ λάβῃ καθαρὰ καὶ ξάστερα θέση ἐνάντια στὴν πολλαπλῶς βλαβερωτέρα ἰδοτέλεια ! Καί, στὴν ἀμηχανία του, καταφεύγει σὲ χαρακτηρισμούς …
Ποτέ δεν χρησιμοποίησα τη λέξη Προτεστάντης. Είναι η 3η φορά τις τελευταίες 2 μέρες που μου αποδίδετε λέξεις που δεν είπα. Ναι, μετά από 6-7 χρόνια διαβάζοντας υπομονετικά τα κατεβατά σας, αντιστεκόμενος να απαντήσω με όμοιο τρόπο (μυριάδα επιθέτων σαν από μυδραλιοφόρο), και παρατηρώντας την πειρατεία συζήτησης κάτω από εκατοντάδες άρθρα, τόλμησα να σας χαρακτηρίσω πειρατή. Αυτό και μόνο.
Με πανηγυρική επιβεβαίωση, μου ζητάτε και εδώ (πανάσχετο θέμα) να απαντήσω στον μόνιμο και μονότονο προβληματισμό σας. Είναι φανερό ότι είστε μονοθεματικός.
Συνεχίζω την ευγένειά μου να απαντώ και το κάνω ευθέως: η ιδιοτέλεια ή η ανιδιοτέλεια κ. Γεωργάνα, δεν μπορεί να είναι συλλογικό χαρακτηριστικό. Από πού αντλείτε την βεβαιότητα για το αντίθετο;
Αυτό είναι το τελευταίο σχόλιο που δέχομαι να είναι εκτός θέματός. Αν θέλετε να συνεχίσετε την συζήτηση εδώ, εξηγήστε μου που έγκειται το “πολύ προβληματικό” του εν λόγω άρθρου. Αυτό θα βοηθούσε κι εμένα (να διορθωθώ) και εσάς (να πειθαρχήσετε στο θέμα, διότι έχετε κάνει τον ιστοχώρο αγελη) και τους λοιπούς αναγνώστες (που ενδιαφέρονται ίσως για το θέμα, αλλά διατάζουν βλέποντας την πειρατεία).
Λοιπόν. Επι του θέματος αυστηρά παρακαλώ.
Τήν βεβαιότητα γιὰ τὴν κυριαρχία τῆς ἰδιοτελείας (τῆς μυωπικῆς καὶ αὐτοκτονικῆς εἰδικῶς, ὄχι τῆς ἀπλῆς) τὴν στηρίζω στὴν μελέτη τῶν κυριωτέρων ἐπεισοδίων τῆς ἱστορίας τῆς νεωτέρας Ἐλλάδος, ἀπὸ τῆς ἱδρύσεώς της ὠς κράτους μέχρι σήμερα. Καί, ἐνῶ ψάχνω ἀντίλογο, καὶ ὄχι μόνον στὸ «Ἀντίβαρο», δὲν βρίσκω !
Αὐτὴν τὴν φράση «πλην τον εαυτό σας, όπως οι αυτοδικαια σωσμένοι προτεστάντες)», τὴν φαντάστηκα, λέτε ; Ὡς σκέψη, πάντως, τὴν εἴχατε σίγουρα.
Ὡς πρὸς τὸ ἄρθρο σας τώρα :
Τὸ κύριο πρόβλημά του εἶναι ὅτι δὲν μπορεῖ νὰ ἀποφασίσῃ ἐὰν θὰ ἐπιχειρηματολογήσῃ μὲ ὅρους κοσμικούς καὶ λογικούς, ἢ θὰ θεολογήσῃ μὲ ὅρους τοῦ Ὑπερλόγου. Καὶ τὰ δυὸ δὲν γίνεται σέ ἕνα κείμενο.
Ἄλλη ἡ ἀγάπη τοῦ γονέα γιὰ τὸ παιδί, ποὺ μπορεῖ νὰ θεμελιωθῇ καὶ σὲ κοσμικὴ συλλογιστική, καὶ ἄλλη ἡ Ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸν ἄνθρωπο, ἡ ὁποία δέν ἔχει τίποτε ἀπολύτως τὸ λογικό.
Τὰ παραδείγματα μὲ τὸ πορτοκαλὶ πιάτο καὶ τὸ κληροδοτούμενο μαγαζί (πόσο μικροαστοὶ εἴμαστε, τελικῶς !), εἶναι σχεδὸν κωμικά, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ὑποβαθμίζουν τὰ ἔγκυρα ἐπιχειρήματα τὸ ὁποῖα ἐπιχειροῦν νὰ εἰκονογραφήσουν. Τέλος, ἀπουσιάζει τελείως τὸ πρόβλημα τοῦ Κακοῦ. Γιατί δὲν ἔκανε ὁ Θεὸς τὸν κόσμο ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ἀγαθό, ὥστε καὶ ὁ ἄνθρωπος νὰ μὴν πέφτῃ στὴν ἁμαρτία καὶ νὰ χρειάζεται ἡ ἔλευση τοῦ Θεανθρώπου στὴν Φάτνη γιὰ τὴν Λύτρωση ; Γιατί νὰ εἶναι ὁ ἄνθρωπος, ὅπως πίστευαν οὶ Ἕλληνες στὴν ἀρχαιότητα, ὂν τραγικό, μὲ μερίδα τοῦ Θείου καὶ μερίδα τοῦ φθαρτοῦ, ἱκανὸ γιὰ τὸ ὑψηλότερα καὶ γιὰ τὰ ποταπώτερα ;
Επιτέλους! Συζητούμε για το άρθρο.
Το άρθρο επιχειρηματολογεί με όρους κοσμικούς. Ακριβώς επειδή είναι άλλη η αγάπη του ανθρώπου από αυτήν του Θεού, παρουσιάζει ορισμένες ομοιότητες.
Το παράδειγμα με το πιάτο είναι δικό μου. Θέλει να δείξει πόσο μικρά, ευτελή κι ασήμαντα είναι αυτά που ζητάμε από τον Θεό. Έναν Θεό που τον θέλουμε δούλο μας. “Τώρα που έχω ανάγκη κάνε μου αυτό.”, “Γιατί με εγκατελειψες” λέμε όταν εμείς τον έχουμε εγκαταλείψει. Συμφωνείτε ότι ζητάμε ευτελή πράγματα; αν ναι, συμφωνείτε ότι ένας ωραίος τρόπος να το καταλάβουμε είναι όταν ζητούν από εμάς τα παιδιά ευτελή ανούσια πράγματα; Ε αυτό θέλει να πει το παράδειγμα.
Το παράδειγμα με το μαγαζί δεν είναι δικό μου. Είναι του π. Νικολάου Λουδοβίκου. Αυτούσιο. Τα παράπονά σας σε εκείνον. Θέλει να δείξει τη συνέργεια της πλευράς μας όταν δεχθούμε την Χάρη.
Το τελευταίο ερώτημά σας είναι άστοχο. Ο Θεός πράγματι έφτιαξε τον κόσμο αγαθό από την αρχή. Όμως ο Θεός έδωσε στον.άνθρωπο πλήρη ελευθερία βουλήσεως. Ο άνθρωπος είχε και έχει απόλυτη ελευθερία να διαλέξει τι θέλει. Αυτοβούλως επέλεξε την πτώση. Αυτοβούλως μπορεί να επιλέξει σήμερα.
Δέν νομίζω ὅτι ἡ ἐπιλογὴ τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ κακοῦ εἶναι πάντοτε καὶ τόσο ξεκάθαρη. Καί, βέβαια, ἡ ὅποια διάκρισις μπορεῖ νὰ γίνῃ μόνον μὲ κοσμικὰ κριτήρια. Καί, ἀσφαλῶς, σὲ λίγες μόνον, καὶ ἄνευ σημασίας περιπτώσεις, μπορεῖ νὰ εἶναι ὁριστικὴ καὶ τελεσίδικη ἀκόμη καὶ μὲ τὰ κοσμικὰ αὐτὰ κριτήρια. Δηλαδή, τελικῶς, ἐκεῖνο ποὺ μποροῦμε εἶναι νὰ ἀναζητοῦμε τὸ Ἀγαθὸ τὸ Ὡραῖο καὶ τὸ Δίκαιο, τόσο στὸν κόσμο ὅσον καὶ πέρα αὐτοῦ. Τώρα, τὸ τί θὰ βροῦμε ἐξαρταᾶτι ἀπὸ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ καί, ἐλπίζουμε, ἀπὸ τὴν ὅποια δικὴ μας καλὴ προαίρεση, διαφορετικὴ γιὰ τὸν κάθε ἕνα μας. Γιὰ τὴν αἰτία αὐτὴν καὶ νομίζω ὅτι ὁ λόγος μας γιὰ τὰ Χριστούγεννα πρέπει νὰ εἶναι ὑψηλότερος. Κάπως στὴν κατεύθυνση αὐτήν :
« …
Ὑπακοή
Τὴν ἀπαρχὴν τῶν ἐθνῶν, ὁ οὐρανός σοι προσεκόμισε, τῷ κειμένῳ Νηπίῳ ἐν φάτνῃ, δι’ ἀστέρος τοὺς Μάγους καλέσας· οὓς καὶ κατέπληττεν, οὐ σκῆπτρα καὶ θρόνοι, ἀλλ’ ἐσχάτη πτωχεία· τί γὰρ εὐτελέστερον σπηλαίου; τί δὲ ταπεινότερον σπαργάνων; ἐν οἷς διέλαμψεν ὁ τῆς Θεότητός σου πλοῦτος. Κύριε δόξα σοι.
…
Ὁ Οἶκος
Τὴν Ἐδὲμ Βηθλεὲμ ἤνοιξε, δεῦτε ἴδωμεν· τὴν τρυφὴν ἐν κρυφῇ εὕρομεν, δεῦτε λάβωμεν, τὰ τοῦ Παραδείσου ἔνδον τοῦ Σπηλαίου. Ἐκεῖ ἐφάνη ῥίζα ἀπότιστος, βλαστάνουσα ἄφεσιν· ἐκεῖ εὑρέθη φρέαρ ἀνώρυκτον, οὗ πιεῖν Δαυῒδ πρὶν ἐπεθύμησεν· ἐκεῖ Παρθένος τεκοῦσα βρέφος, τὴν δίψαν ἔπαυσεν εὐθύς, τὴν τοῦ Ἀδὰμ καὶ τοῦ Δαυΐδ· διὰ τοῦτο πρὸς τοῦτο ἐπειχθῶμεν, οὗ ἐτέχθη, Παιδίον νέον, ὁ πρὸ αἰώνων Θεός. … »
Καρδιακά _είναι_ ξεκάθαρη.
Ὅμως ἡ ἐπικοινωνία δύο καρδιῶν δὲν εἶναι, κατ’ ἀρχήν, ἐφικτή. Μόνον σὲ λίγους δίδεται τὸ χάρισμα νὰ μιλοῦν στὶς καρδιές. Οἱ ὑπόλοιποι πρέπει νὰ ἀρκεσθοῦμε στήν ἐπικοινωνία τοῦ νοῦ καί, συναισθηματικῶς μιλῶντας, στὰ ψίχουλα πού πέφτουν ἀπὸ τὸ τραπέζι. Ὁπότε, γυρίζουμε πίσω στὸ αἴνιγμα τῆς Σαρκώσεως τοῦ Θεοῦ. Γιατί ; Μυστήριον ξένον …
Κάποτε όμως τελειώνουν και τα ψίχουλα και τότε της γής οι κυρίαρχοι, κυριεύονται υπό τρόμου και αναζητούν υποστήριγμα εν τω λόγω Θεού, μη παραλείποντας και να πηγαίνουν κάθε Χριστούγεννα και Πάσχα στην εκκλησία, όπου οι χριστιανοί ιερείς μεγαλοφώνως δεόμενοι για την σωτηρία της ψυχής τους, δεν παραλείπουν βεβαίως να ελεούνται και το μάνα εξ’ ουρανού να πέσει και την ουράνια βασιλεία να κερδίσουν, οι αεόφοβοι αιωνομηδενιστές!
κ. Γεωργάνα, λέτε: «Δέν νομίζω ὅτι ἡ ἐπιλογὴ τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ κακοῦ εἶναι πάντοτε καὶ τόσο ξεκάθαρη».
Απαντώ: «Καρδιακά _είναι_ ξεκάθαρη».
και μου απαντάτε: «Ὅμως ἡ ἐπικοινωνία δύο καρδιῶν δὲν εἶναι, κατ’ ἀρχήν, ἐφικτή. Μόνον σὲ λίγους δίδεται τὸ χάρισμα νὰ μιλοῦν στὶς καρδιές.».
Τι σχέση έχει αυτό; Καμία.
Πάμε άλλη μία φορά: κατ’ εμέ, η επιλογή καλού και κακού, μας είναι καρδιακά ξεκάθαρη. Αυτό λέω και δεν έχει σχέση με την επικοινωνία μεταξύ των ανθρώπων, αλλά με την προαίρεση του καθενός μας σε σχέση με τις πράξεις του. Γνωρίζουμε την προαίρεσή μας και αυτό είναι ξεκάθαρο (και αναγνώσιμο από τον Θεό).
Το αποτέλεσμα των πράξεών μας μπορεί να είναι καλό ή κακό, ή φαινομενικά καλό ή κακό, ή προσωρινά (ή μακροπρόθεσμα) καλό ή κακό. Αυτά είναι διαφορετικό πράγμα από την προαίρεσή μας. Ένας χτίζει νοσοκομείο με σκοπό να λάβει αναγνωρισιμότητα το όνομά του. Άλλος δίνει μισό κομμάτι ψωμί όταν του το ζητάει ένας φτωχός, από το ένα που έχει. Εμείς δεν μπορούμε να κρίνουμε, διότι δεν γνωρίζουμε τις προαιρέσεις του καθενός.
Συγχαρητήρια. Εξαιρετικό και πρωτότυπο άρθρο. Έχω διαβάσει αρκετά βιβλία του Γιανναρά και δεν έχω δει αυτήν την οπτική γωνία.
Μὰ τὸ «καλὸ» κατὰ τὴν συνείδηση τοῦ καθ’ ἑνὸς, καὶ κατὰ τὴν καρδιά του ἀκόμη, εἶναι ὑποχρεωτικῶς ὅμοιο γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους στὸν ἴδιο ἀκριβῶς χρόνο ; Δηλαδή, ὅταν προσπαθήσῃς, γιὰ παράδειγμα, νὰ εὐεργετήσῃς κάποιον μὲ τὴν καρδιά σου, εἶναι ποτὲ ἀπολύτως βέβαιον ὅτι αὐτὸ πού θὰ κάνῃς θὰ τὸν εὐεργετήσῃ στ’ ἀλήθεια ; Καὶ θὰ τὸ κατανοήσῃ, ἔστω μὲ τὸν νοῦ του (ἀφήνω μὲ τὴν καρδιά του) ὥστε νὰ σὲ ἀφήσῃ νὰ τὸ κάνῃς ; Ἐδῶ ὁ ἴδιος ὁ Χριστὸς ἔκανε τόσα θαύματα καὶ οἱ Ἰσραηλῖτες πού τὰ εἶδαν δὲν τὸν πίστεψαν ὅλοι (οἱ ὑπολογισμοὶ τῶν δημογράφων, ἐν τούτοις, λένε ὅτι ἡ πλειοψηφία τῶν Ἰσραηλιτῶν ἐστράφη στὸν Χριστιανισμὸ στοὺς ἐπακολουθήσαντες αἰῶνες). Ἂν ἦταν ἔτσι εὔκολα τὰ πράγματα, ὁ κόσμος θὰ ἦταν Βασιλεῖα τῶν Οὐρανῶν ἀπὸ πολλοὺς αἰῶνες.
Ἡ δικὴ μου πεῖρα εἶναι ὅτι τὸ Ἀγαθὸ τὰ ἀναζητᾶ κανεὶς διαρκῶς, ὅπως ἀναζητᾶ καὶ τὸ Δίκαιον καὶ τὸ Ἀληθές. Καὶ ὄχι μόνον μὲ τὸν νοῦ, ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν καρδιά.
«Μὰ τὸ «καλὸ» κατὰ τὴν συνείδηση τοῦ καθ’ ἑνὸς, καὶ κατὰ τὴν καρδιά του ἀκόμη, εἶναι ὑποχρεωτικῶς ὅμοιο γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους στὸν ἴδιο ἀκριβῶς χρόνο ; »
Ασφαλώς δεν είναι όμοιο. Πού είπα ή υπενόησα το αντίθετο; έπρεπε να πιάσω τον διάλογο από προηγούμενο σημείο.
Γράφω το άρθρο.
Κατόπιν ορισμένων σχολίων γράφετε «Τέλος, ἀπουσιάζει τελείως τὸ πρόβλημα τοῦ Κακοῦ. Γιατί δὲν ἔκανε ὁ Θεὸς τὸν κόσμο ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ἀγαθό, ὥστε καὶ ὁ ἄνθρωπος νὰ μὴν πέφτῃ στὴν ἁμαρτία καὶ νὰ χρειάζεται ἡ ἔλευση τοῦ Θεανθρώπου στὴν Φάτνη γιὰ τὴν Λύτρωση ;»
Απαντώ το εξής «Ο Θεός πράγματι έφτιαξε τον κόσμο αγαθό από την αρχή. Όμως ο Θεός έδωσε στον.άνθρωπο πλήρη ελευθερία βουλήσεως. Ο άνθρωπος είχε και έχει απόλυτη ελευθερία να διαλέξει τι θέλει. Αυτοβούλως επέλεξε την πτώση. Αυτοβούλως μπορεί να επιλέξει σήμερα.»
Και μετά μου λέτε ότι η επιλογή του καλού ή κακού δεν είναι ξεκάθαρη.
Τι σημαίνει η υπενθύμιση; Ότι μιλάμε για την προαίρεση του ανθρώπου να κάνει κάτι, όχι γα το αποτέλεσμα που θα έχει αυτό σε άλλους. Εγώ λέω ότι ο άνθρωπος έχει την γνώση να ξεχωρίζει το καλό από το κακό και έχει την ελευθερία (απόλυτη, μάλιστα) να επιλέγει τις πράξεις του. (Προχωρώ λέγοντας ότι σύμφωνα με τους πατέρες της Εκκλησίας, βάσει αυτών των επιλογών θα κριθεί, όχι βάσει των αποτελεσμάτων των πράξεών του, αλλά βάσει της προαίρεσής του και των επιλογών στις οποίες τον οδήγησαν. Ήδη μάλιστα, σας πρόλαβα δίνοντας ένα παράδειγμα δύο πράξεων που η μία εμφανίζεται στους μη γνωρίζοντες την προαίρεση του ανθρώπου ως ευεργετική, και θεάρεστη, ενώ ενδεχομένως είναι αποτέλεσμα φιλαυτίας, ενώ η άλλη εμφανίζεται στους μη γνωρίζοντες την προαίρεση του ανθρώπου ως μικρή και φτωχή, ενώ είναι μία αγνή πράξη αγάπης, μικρή για τα δικά μας μέτρα, αλλά τεράστια για τα μέτρα αυτού που την κάνει). Συμφωνώ λοιπόν μαζί σας, ως προς το καλό δεν είναι όμοιο για όλους τους ανθρώπους.
Όμως δεν συζητούμε τον αντίκτυπο. Συζητούμε την δυνατότητα επιλογής που έχουμε, απαντώντας στην κριτική σας λέγοντάς σας ότι ο Θεός πράγματι έκανε τον κόσμο αγαθό από την αρχή, όμως ο άνθρωπος ήταν που επέλεξε την πτώση, και ο άνθρωπος είναι σήμερα που μπορεί να επιλέξει αυτό που επιθυμεί να επιλέξει.
Δὲν τὰ λέει ἀκριβῶς ἔτσι γιὰ τὴν προαίρεση καὶ τὸ ἀποτέλεσμα τὸ Εὐαγγέλιο τῆς Κρίσεως :
Ματθ. κε’ 31-46
31 Ὃταν δὲ ἔλθῃ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ καὶ πάντες οἱ ἅγιοι ἄγγελοι μετ᾿ αὐτοῦ, τότε καθίσει ἐπὶ θρόνου δόξης αὐτοῦ, 32 καὶ συναχθήσεται ἔμπροσθεν αὐτοῦ πάντα τὰ ἔθνη, καὶ ἀφοριεῖ αὐτοὺς ἀπ᾿ ἀλλήλων ὥσπερ ὁ ποιμὴν ἀφορίζει τὰ πρόβατα ἀπὸ τῶν ἐρίφων, 33 καὶ στήσει τὰ μὲν πρόβατα ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ, τὰ δὲ ἐρίφια ἐξ εὐωνύμων. 34 τότε ἐρεῖ ὁ βασιλεὺς τοῖς ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ· δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε τὴν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν ἀπὸ καταβολῆς κόσμου. 35 ἐπείνασα γάρ, καὶ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα, καὶ ἐποτίσατέ με, ξένος ἤμην, καὶ συνηγάγετέ με, 36 γυμνός, καὶ περιεβάλετέ με, ἠσθένησα, καὶ ἐπεσκέψασθέ με, ἐν φυλακῇ ἤμην, καὶ ἤλθετε πρός με. 37 τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ οἱ δίκαιοι λέγοντες· κύριε, πότε σε εἴδομεν πεινῶντα καὶ ἐθρέψαμεν, ἢ διψῶντα καὶ ἐποτίσαμεν; 38 πότε δέ σε εἴδομεν ξένον καὶ συνηγάγομεν, ἢ γυμνὸν καὶ περιεβάλομεν; 39 πότε δέ σε εἴδομεν ἀσθενῆ ἢ ἐν φυλακῇ, καὶ ἤλθομεν πρός σε; 40 καὶ ἀποκριθεὶς ὁ βασιλεὺς ἐρεῖ αὐτοῖς· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφ᾿ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε. 41 τότε ἐρεῖ καὶ τοῖς ἐξ εὐωνύμων· πορεύεσθε ἀπ᾿ ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον τὸ ἡτοιμασμένον τῷ διαβόλῳ καὶ τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ. 42 ἐπείνασα γάρ, καὶ οὐκ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν, ἐδίψησα, καὶ οὐκ ἐποτίσατέ με, 43 ξένος ἤμην, καὶ οὐ συνηγάγετέ με, γυμνός, καὶ οὐ περιεβάλετέ με, ἀσθενὴς καὶ ἐν φυλακῇ, καὶ οὐκ ἐπεσκέψασθέ με. 44 τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ καὶ αὐτοὶ λέγοντες· κύριε, πότε σε εἴδομεν πεινῶντα ἢ διψῶντα ἢ ξένον ἢ γυμνὸν ἢ ἀσθενῆ ἢ ἐν φυλακῇ, καὶ οὐ διηκονήσαμέν σοι; 45 τότε ἀποκριθήσεται αὐτοῖς λέγων· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφ᾿ ὅσον οὐκ ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἐλαχίστων, οὐδὲ ἐμοὶ ἐποιήσατε. 46 καὶ ἀπελεύσονται οὗτοι εἰς κόλασιν αἰώνιον, οἱ δὲ δίκαιοι εἰς ζωὴν αἰώνιον.
Συμφωνῶ ὅμως ὅτι ἡ ἀγαθὴ προαίρεσις ὐπάρχει σὲ κάθε ἄνθρωπο. Ἀλλά, ἐκ πείρας, λανθάνει, καὶ τὸν ἴδιο. Χρειάζεται λοιπόν, ἡ κλῆσις, ἡ ὁποία, ἐκ πείρας, ἔρχεται πἀντοτε, ἀλλὰ διὰ τῆς συντριβῆς καί σὲ ἀπροσδιόριστο ἐκ τῶν προτέρων χρόνο. Συνεπῶς καὶ ἡ «ἐπιλογὴ» τοῦ Κακοῦ σὲ κάποιον τοὐλάχιστον χρόνο τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου, μὲ κάθε ἀνθρώπινη συλλογιστική, ἀποβαίνει ὑποχρεωτικὴ καὶ ὄχι τελείως ἐλεύθερη. Τὸ ἄλυτο στὸ πρόβλημα δὲν ἔχει ξεφύγει οὔτε ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο. Μπορεῖ νὰ ἰσχυριζόμεθα ἐμεῖς ὅτι τὸ λύσαμε ; Καὶ μάλιστα μὲ ἀποκλειστικῶς ἀνθρωπίνη συλλογιστικὴ ;
Για το πρόβλημα του κακού μπορείτε να διαβάσετε και το εξής άρθρο «Το πρόβλημα του κακού από τον Αυγουστίνο στη σύχγρονη Γενετική», του π. Νικολάου Λουδοβίκου.
(Το δίνω για εμπλουτισμό της συζήτησης).
Aπορία πρώτη: Αν κανείς αποδεχθεί μια φορά μέσα του το κακό, τι νόημα έχει μετά να αποζητά να τον πιστεύουν οι άλλοι; Δεν συνεργεί έτσι στον πολλαπλασιασμό του κακού;
Aπορία δεύτερη: Αν κανείς αποδεχθεί μια φορά μέσα του το κακό, τι νόημα έχει μετά να αποζητά συγχώρεση κι άφεση αμαρτιών; Προκειμένου να κληρονομήσει από την ημέρα της κρίσεως και μετά “τὴν ἡτοιμασμένην ἀπὸ καταβολῆς κόσμου βασιλείαν”; Δεν συνιστά αυτό εκπεσμό στην νωθρότητα, μία από τις βασικές πηγές του κακού; Τι θ’απογίνει μετά εκεί στoν Παράδεισο χωρίς τους κακούς, χάρις στους οποίους – στην διάκρισή του από αυτούς – του εδόθη η χάρη;
Aπορία τρίτη: Αν κανείς αποδεχθεί μια φορά μέσα του το κακό, μπορεί μετά να του κρατάει μυστικά και να κάνει πως δεν υπάρχει ή πως δεν το γνώρισε ποτέ;
Y.Γ.
Θα μπορούσε κάποιος να συνεχίζει έτσι διερωτώμενος επ’ άπειρον, για το κακό και την ικανότητά του να επιδρά στον άνθρωπο, αλλά τότε διατρέχει τον κίνδυνο να παρασυρθεί ολότελα από το κακό και να παραδοθεί σε αυτό, ενώ υπάρχουν βέβαια μέσα του και αγαθές δυνάμεις. Αλλά με το να αποδιώχνει το κακό, ξεπέφτει πάλι σε μονομέρεια και διαπράττει αδικία σε βάρος του, δημιουργώντας έναν κόσμο πληκτικό και με πολύ λιγότερο ενδιαφέρον.
Συμπέρασμα: Οι κακοί θα σώσουν τον κόσμο!
Αγαπητέ Ελευθέριε,
Δεν καταλαβαίνω τι σημαίνει ακριβώς η φράση «αν κανείς αποδεχθεί μέσα του το κακό».
Το κακό δεν είναι μέσα μας, ώστε να το αποδεχτούμε έτσι. Το κακό το επιλέγουμε. Ελεύθερα, μάλιστα. Η συνείδησή μας, η καρδιά μας, γνωρίζει και μπορεί να το διακρίνει. Όμως δεν είναι μέσα μας. Είναι εξωτερική μας επιλογή. Δεν είναι στη φύση μας. Απορρέει από τις ενέργειες του ανθρώπου. Δεν ενυπάρχει στη φύση του ανθρώπου το κακό.
Δεν υπάρχουν, συνεπώς, «κακοί άνθρωποι». Τουλάχιστον κατά την Ορθόδοξη – πατερική παράδοση, δεν ταυτίζεται το κακό με αυτόν που το κάνει. Δεν ταυτίζεται η αμαρτία με τον αμαρτωλό. Δεν ταυτίζονται οι ενέργειες του ανθρώπου με τη φύση του. Το κακό, τα πάθη κλπ είναι αποτέλεσμα των ενεργειών του ανθρώπου, προϊόντα της προαίρεσής του, η οποία ασφαλώς και μπορεί να μετανοήσει και να επανέλθει σε επαφή και επικοινωνία με τον Θεό. Αυτά, όσο τα έχω καταλάβει, θεωρεί η Ορθόδοξη παράδοση.
Ανδρέα Χαίρε,
Έχουμε θαρρώ εν προκειμένω, διαφορετική προσέγγιση των εννοιών, οπότε και οι αντιλήψεις μας διαφέρουν. Δεν είναι απαραίτητο να συμφωνήσουμε, αλλά καθώς δεν κάνουμε λογοπαίγνια, διευκρινίζω επιγραμματικά περαιτέρω, ώστε τουλάχιστον να καταλαβαίνει ο ένας τι εννοεί ο άλλος.
Λέω λοιπόν ότι το “κακό” ενυπάρχει στον άνθρωπο και στο σημείο αυτό ταυτίζομαι με την αντίληψη που εκφράζει ο Ντοστογιέφσκι, τόσο μέσα από το έργο του όσο και στα προσωπικά του γραπτά (το ημερολόγιο ενός συγγραφέα). Μπορείς επί τούτου να ρίξεις μια ματιά στον διάλογο που αναπτύχθηκε εδώ στο Αντίβαρο, στον οποίο πήρε μέρος κι ο υποφαινόμενος με το ψευδώνυμο el-el, στην παρουσίαση από τον Δημήτρη Παράξενο του βιβλίου του Ντοστογιέφσκι “Οι Δαιμονισμένοι” http://www.antibaro.gr/article/12420
Όταν λέω “αν δεχθεί κανείς μια φορά μέσα του το κακό” εννοώ ακριβώς ότι είναι σε θέση αυτός, να αναγνωρίσει κατ’ αρχάς την ύπαρξη των αρνητικών δυνάμεων, ως ένα μέρος του εαυτού του, ότι δηλαδή δεν είναι μόνον έξωθεν – στους άλλους, στην εξουσία, κλπ – αλλά και μέσα του. Με τον όρο “αρνητικές δυνάμεις” εννοώ όλα εκείνα που μας δυναστεύουν κι εξασθενίζουν τη θέληση και την όρεξή μας για έκφραση και άσκηση των δημιουργικών ικανοτήτων που καθένας έχει μέσα του. Το “κακό” για να το αντιμετωπίσεις θα πρέπει πρώτα να το γνωρίσεις. Η αναγνώριση αυτή θα ήταν ήδη ένα σημαντικό βήμα στην κατεύθυνση της γνώσης.
Τώρα δεν καταλαβαίνω εγώ με την σειρά μου, αυτό που διατείνεται, όπως λες, η Ορθόδοξη – πατερική παράδοση, ότι το κακό δεν είναι μέσα μας, ότι απορρέει από τις ενέργειές μας κι από πάνω είναι κι επιλογή μας. Πως είναι δυνατόν να επιλέγει κάποιος κάτι και μάλιστα με ελεύθερη βούληση, κατά προαίρεση, να δρά σύμφωνα με αυτή του την επιλογή και μετά να ισχυρίζεται ότι δεν είναι δικό του, δεν είναι στη φύση του και δεν ταυτίζεται με αυτό; Τι γίνεται εδώ; Aλλος είναι ο Θοδωρής κι άλλος εκείνος που θωρείς;
Αγαπητέ Ελευθέριε,
γράφεις «Με τον όρο “αρνητικές δυνάμεις” εννοώ όλα εκείνα που μας δυναστεύουν κι εξασθενίζουν τη θέληση και την όρεξή μας για έκφραση και άσκηση των δημιουργικών ικανοτήτων που καθένας έχει μέσα του.»
Υπογραμμίζω τη λέξη «θέληση». Δεν λέω κάτι διαφορετικό. Εκτός αν δεν το κατάλαβα καλά. Λέω ότι το κακό επαφίεται στην θέλησή μας.
Λέω δηλαδή ότι δεν υπάρχουν «καλοί» και «κακοί» άνθρωποι. Ακόμα και ένας άνθρωπος που κάνει ένα «κακό» (για μας που το βλέπουμε, και το κρίνουμε έτσι), δεν είναι «κακός» αυτός ο άνθρωπος από τη φύση του. Άλλο πράγμα η πράξη του και άλλο ο άνθρωπος. Έτσι, δεν μπορούμε να τον καταδικάσουμε ως «κακό». Η συγκεκριμένη πράξη δείχνει την προαίρεση, την θέληση, την ενέργειά του εκείνη. Την συγκεκριμένη. Δεν είναι κακή η φύση του ανθρώπου, ούτε εκείνου, ούτε γενικά του ανθρώπινου είδους. Πώς θα μπορούσε άλλωστε, αφού ο άνθρωπος είναι καθ΄ ομοίωσιν του Θεού.
Αν με το «μέσα μας», εννοείς την θέλησή μας (χρησιμοποιώ τη λέξη σου) για να κάνουμε κάτι κακό, τότε δεν διαφωνούμε ως προς αυτό. Ασφαλώς και η θέλησή μας (ή η προαίρεση) βγαίνει από μέσα μας. Δικιά μας είναι κι αυτή. Όμως την ξεχωρίζω από την φύση. Γι’ αυτό ρώτησα, σε διευκρινιστικό τόνο, τι εννοείς με το «μέσα μας».
Είμαι τώρα λίγο σαφέστερος; τι λες λοιπόν;
Ανδρέας.
/Πρὸς Admin, Ἐλευθέριος
Ὁ Χρ. Γοανναρᾶς, ἔχει γράψει δύο , ἐπὶ τοῦ θέματος, ἐνδιαφέροντα βιβλία:
1. Τὸ Αἴνιγμα τοῦ κακοὺ
2. Πτώση -Κρίση -Κόλαση
μὲ ἀπόψεις παραπλήσιες μὲ τοῦ Ἀνδρέα.
Εἰδικά στό δεύτερο ζητεῖ Ἐκκλησιαστική Σύνοδο γιὰ τὴν ἐπίλυση ἀκριβῶς τοῦ θέματος αὐτοῦ.
/Πρὸς Admin, Ἐλευθέριος
Ὁ Χρ. Γιανναρᾶς, ἔχει γράψει δύο , ἐπὶ τοῦ θέματος, ἐνδιαφέροντα βιβλία:
1. Τὸ Αἴνιγμα τοῦ κακοὺ
2. Πτώση -Κρίση -Κόλαση
μὲ ἀπόψεις παραπλήσιες μὲ τοῦ Ἀνδρέα.
Εἰδικά στό δεύτερο ζητεῖ Ἐκκλησιαστική Σύνοδο γιὰ τὴν ἐπίλυση ἀκριβῶς τοῦ θέματος αὐτοῦ.
Ανδρέα,
δήλα-δή, αν καταλαβαίνω σωστά, διαχωρίζεις τη φύση του ανθρώπου από την θέλησή του.
Η πρώτη είναι ριζικά καλή κ’αγαθή, ενώ η δεύτερη είναι ελεύθερη να ασκηθεί κατά προαίρεση και μπορεί να οδηγήσει τον άνθρωπο να πράξει είτε το καλό είτε το κακό.
Ως προς το δεύτερο σκέλος, νομίζω κι εγώ λέμε το ίδιο πράγμα, χωρίς να μπαίνουμε τώρα εδώ να αναλύσουμε τις έννοιες καλό και κακό.
Στο πρώτο σκέλος, η φύση του ανθρώπου, θεωρείται εκ προοιμίου κι αφ’εαυτής καλή.
Στο εύλογο συνακόλουθο ερώτημα – ποιός ορίζει κι αποφαίνεται επ’ αυτού; απαντάς:
“Πώς θα μπορούσε άλλωστε, (σ.σ. να μην είναι καλή), αφού ο άνθρωπος είναι καθ΄ομοίωσιν του Θεού”.
Εδώ ακολουθούμε νομίζω, διαφορετικά μονοπάτια.
Διότι εγώ θεωρώ το αντίστροφο ότι ισχύει, ότι δηλαδή ο άνθρωπος πλάθει με την φαντασία του τον Θεό, καθ’ ομοίωσή του. Και σύμφωνα με αυτό, Γιάννης κερνάει Γιάννης πίνει. Η ψυχή του μπορεί να παράγει εξίσου ή και σε μεγαλύτερο βαθμό την ανωμαλία, απ’ ότι καλωσύνη, και φαινομενικά μόνο νοιάζεται να κρατήσει τα προσχήματα.
Καλά Χριστούγεννα.
Κύριε Σταλιδη το άρθρο σας είναι σωστό και με απλά παραδείγματα βοηθά την προσέγγιση του μυστηρίου της ενανθρωπισεως. Ποιο πολύτιμο όμως είναι το παράδειγμα που μας δίνετε, αντιμετωπιζοντας με υπομονή και καλωσύνη τον πειρασμό των σχολίων που εκτοξεύονται εναντίων σας. Αναπαυθείτε στην σκέψη οτι μερικοί απο τους σχολιαστές σας θα σας πάνε στον Παράδεισο.
Εφαρμόζεται και λογοκρισία εκεί στον Παράδεισο; Tότε μια χαρά είναι και η κόλαση!
Ελευθέριε, εφόσον, όπως λες, πιστεύεις ότι ο άνθρωπος πλάθει τον Θεό, τότε λείπει η κοινή βάση στις προσεγγίσεις μας. Πάντως, είναι θετικό αποτέλεσμα ενός διαλόγου, να συμφωνούν οι διαλεγόμενοι ως προς το σημείο της διαφωνίας. Θετικό το ότι το προσδιορίσαμε.
Γιώργο (Κακαρελίδη), ευχαριστώ για το σχόλιο. (Ευχαριστώ και για το πρόσφατο εμαιλ δημοσίως, δυστυχώς δεν πρόλαβα να απαντήσω ιδιωτικά, αν και το είχα στο νου μου να το κάνω!).
Δεν έχω διαβάσει τα συγκεκριμένα βιβλία του Γιανναρά. Έχω διαβάσει άλλα βιβλία του, όπου δεν εμβαθύνει στο συγκεκριμένο θέμα. Έχω όμως διαβάσει (και ακούσει), ορισμένα άρθρα, βιβλία (και ομιλίες) του π. Νικολάου Λουδοβίκου, τον οποίο μνημονεύω και στο άρθρο, για το θέμα αυτό. Επίσης, σκέφτομαι τέτοια παραδείγματα εδώ και 9 χρόνια που είμαι κι εγώ πατέρας.
Ελότανε, ευχαριστώ για το σχόλιο και για τα καλά σας λόγια.
Ανδρέας.