του Νεκτάριου Δαπέργολα
Διδάκτορος Ιστορίας
Τώρα που το μεγάλο συλλαλητήριο της 21ης Ιανουαρίου είναι πλέον παρελθόν (χρονικά τουλάχιστον, γιατί σημειολογικά παραμένει πάντοτε ζωντανό), είναι πλέον καιρός να αρχίσουμε να καταγράφουμε κάποιες ψύχραιμες σκέψεις σχετικά με το πρωτόγνωρο αυτό γεγονός, δεδομένου ότι και η επόμενη μέρα είναι εξίσου σημαντική. Απαραίτητη συνεπώς μια απόπειρα αποτίμησης των θετικών, αλλά και κάποιων αρνητικών του σημείων, για την περαιτέρω αξιοποίηση και (αντιστοίχως) αντιμετώπισή τους.
Ήταν λοιπόν αναμφίβολα ό,τι πιο μαζικά και δυναμικά συγκλονιστικό έχουμε ζήσει τα τελευταία είκοσι χρόνια. Μία ανεπανάληπτη «παγκοινιά» από κάθε γωνιά της πατρίδας, που πραγματοποιήθηκε μάλιστα με τις χειρότερες θεωρητικά προϋποθέσεις της νεότερης Ιστορίας μας: σε μία εποχή βαθιάς πνευματικής κρίσης και εκφυλισμού της ελληνικής κοινωνίας, αλλά και εποχή κατάθλιψης, πλήρους παθητικοποίησης και μοιρολατρικής υποταγής. Αυτό το γνώριζαν όσοι είχαν λόγους να εύχονται και να προσδοκούν την αποτυχία του συλλαλητηρίου, συνεπώς αυτό που τελικά συνέβη ήταν μία βαθιά οδυνηρή έκπληξη, ένα πραγματικό σοκ γι’ αυτούς. Και επειδή δυστυχώς το γνωρίζαμε κι εμείς, δεν κρύβουμε ότι φοβόμασταν κάπως. Τελικά για μας ήταν ένα ευχάριστο σοκ. Είναι από τις φορές που διαψεύδεσαι και αισθάνεσαι τεράστια ηδονή κι ευγνωμοσύνη στον Θεό γι’ αυτό. Το πρώτο λοιπόν πολύ θετικό ήταν η έργω (και όχι λόγοις, καθότι από τέτοιους χορτάσαμε) διαπίστωση ότι παρά την κρίση και την παρακμή, μέγα μέρος του λαού μας διατηρεί ακόμη μέσα του αντισώματα. Μία διαπίστωση τεράστια σε σημασία και ακόμη βαθιά παρήγορη κι ανακουφιστική.
Το δεύτερο πολύ θετικό ήταν ο πανικός και ο τρόμος όλου του διαβόητου καθεστωτικού απόπατου (και όλου του παρασιτικού εσμού από παπαγαλάκια, κονδυλοφόρους χαφιέδες και λοιπά γιουσουφάκια που συμβιώνει εντός αυτού). Ο πανικός τους ήταν έκδηλος μέρες πριν και κορυφώθηκε κατά την ίδια την ημέρα του συλλαλητηρίου, με όλες τις κρατικές και παρακρατικές αθλιότητες που είδαμε να συντελούνται. Από την αστυνομία (που κράτησε εκατοντάδες πούλμαν εκτός πόλης ή που μετέτρεψε σε…90.000 το μισό εκατομμύριο) ως τα βοθροκάναλα που έθαψαν το μέγα γεγονός (για «δεκάδες πολιτών» έκανε λόγο μάλιστα το καθεστωτικό κρατικό χαμαιτυπείο της ΕΡΤ) και από τις…τεχνικές υπηρεσίες του καθεστώτος (που έστησαν το απίστευτο μπλακάουτ σε κινητή τηλεφωνία και ίντερνετ) ως τα γνωστά κουκουλοφόρα φασιστάκια του νεοταξίτικου μεροκάματου που ήταν έτοιμα να «παρέμβουν» (και τους απέτρεψε μόνο η τρομακτική εικόνα του τεράστιου πλήθους, καθώς και κάποιες περιπολούσες ομάδες περιφρούρησης). Όσα μέσα όμως και αν μετήλθαν και σε όσες αθλιότητες κι αν υπέπεσαν, δεν μπόρεσαν ούτε να αποτρέψουν, αλλά ούτε και να αποκρύψουν το μέγα γεγονός. Αντιθέτως, απέμειναν οι ίδιοι εκτεθειμένοι και καταγέλαστοι. Και τους απέμεινε μέσα στα προδοτικά τους χέρια μία ωρολογιακή βόμβα αποφασισμένης κι ανένδοτης παλλαϊκής οργής, την οποία είναι πια αναγκασμένοι να διαχειριστούν, αν δεν θέλουν να τους τινάξει στον αέρα. Και αυτούς και τις ιδεοληψίες τους και τα άθλια μικροσυμφέροντά τους.
Στα θετικά της ημέρας αναμφίβολα και η παρουσία κάποιων μητροπολιτών της Βόρειας Ελλάδας, που αποφάσισαν να ξεφύγουν εμφατικά από το καθεστωτικό μονοπάτι στο οποίο προσπάθησε ετσιθελικά να σπρώξει και να εγκλωβίσει όλη την ελλαδική ιεραρχία ο θλιβερός της προκαθήμενος. Έστω και έτσι, η Εκκλησία ήταν ξανά παρούσα (όχι μόνο ως λαός, αλλά και ως κλήρος) και αυτό ήταν πραγματικά συγκινητικό. Θα συμπεριλάβω βεβαίως στα θετικά και την παρουσία του μητροπολίτη Θεσσαλονίκης, παρότι ήταν έως τέλους αρνητικός με την ιδέα του συλλαλητηρίου. Τα ασφυκτικά μηνύματα όμως για το λαϊκό ποτάμι που φούσκωνε όλη τη βδομάδα και η πίεση των άλλων μητροπολιτών δεν ήταν δυνατόν να μην τον παρασύρει και αυτόν. Υπάρχει και η γνωστή παροιμία για το αγώγι που «ξυπνάει τον αγωγιάτη». Εμείς θα του ευχηθούμε «και εις ανώτερα». Όσο για τον προαναφερθέντα προκαθήμενο, που έσπευσε και την επόμενη μέρα να υποβαθμίσει όχι μόνο το ίδιο το συλλαλητήριο, αλλά και τη σημασία της παρουσίας των ιεραρχών σε αυτό, τα σχόλια είναι πραγματικά περιττά.
Ας σταθούμε όμως και σε κάποια αρνητικά. Και βέβαια δεν θα συμπεριλάβουμε σε αυτά ορισμένες τεχνικές ατέλειες (όπως η κακή ποιότητα ήχου σε μείζονα χώρο της συγκέντρωσης), απολύτως
συγγνωστές αν σκεφτεί κάποιος ποιοι διοργάνωσαν το όλο εγχείρημα, με ποιες δυσκολίες και με ποιες ακριβώς άκρως φασιστικές συνθήκες σαμποτάζ από κρατικής και δημοτικής πλευράς. Θα συμπεριλάβουμε ωστόσο την παρέλαση από πολιτικάντηδες διαφόρων αποχρώσεων, για την οποία βέβαια δεν ευθύνονται τόσο οι διοργανωτές (που ούτε τους κάλεσαν, ούτε και τους έδωσαν τον λόγο), όσο οι εγγύς παριστάμενοι που ανέχτηκαν δίπλα τους την παρουσία σεσημασμένων πολιτικών φαρισαίων (είτε από τους ΑΝΕΛ, είτε από τη ΝΔ), οι οποίοι παρά τις εγκληματικές τους ευθύνες για το πώς φτάσαμε ως εδώ, έσπευσαν να μπουν στο κάδρο για να…φωτογραφηθούν. Με βάση το θυμικό (και το πολυλατρεμένο μας κολοκοτρωνέικο «φωτιά και τσεκούρι στους προσκυνημένους»), είναι βαθύτατα λυπηρό που δεν είχαν π.χ. την τύχη του κωμικοτραγικού Ζουράρι. Επειδή πάντως ουδέν κακόν αμιγές καλού, ας κρατήσουμε ως θετικό στοιχείο το κλίμα που εισέπραξαν από την παλλαϊκή εξανάσταση και το μήνυμα που αναμφίβολα και οι ίδιοι πήραν, ενόψει των μελλοντικών εξελίξεων. Και σ’ αυτούς άλλωστε (όπως και στους κυρίως κυβερνώντες) η γνωστή παροιμία για τον φόβο που «φυλάει τα έρμα» βρίσκει κυρίαρχη εφαρμογή.
Στα αρνητικά όμως θα συμπεριλάβουμε επίσης και τη χορεία των ομιλητών, που μάλιστα πλην της προκαθορισμένης πεντάδας διευρύνθηκε την εσχάτη ώρα αδικαιολόγητα υπερβολικά, με αποτέλεσμα μία πολύωρη, εξαιρετικά κουραστική και αφόρητα πλατυαστική ρητορική, που συχνά υπερέβη τα όρια της φληναφηματολογίας. Το ίδιο όμως σε μεγάλο βαθμό μπορεί να ειπωθεί και για την ίδια την προκαθορισμένη ομάδα των ομιλητών. Πέραν μάλιστα της προβληματικής σκηνικής παρουσίας των περισσοτέρων και μιας ακατάσχετα φλύαρης αμπελορητορικής (διανθισμένης συχνά από σημειολογικά παράφωνες κορώνες, λαϊκίστικες ανοησίες και λεκτικούς κουτσαβακισμούς), το ακόμη σημαντικότερο είναι (πάντοτε, όσο κι αν συνήθως το παραβλέπουμε) όχι μόνο αυτά που δημοσίως λέγονται, αλλά βασικά από ποιους λέγονται. Οπότε καλό θα είναι να μάθουμε κάποια στιγμή και άλλες πτυχές του αδιαμφισβήτητου παρασκηνίου που παίχτηκε για την επιλογή συγκεκριμένων προσώπων, για τα οποία μάλιστα δεν υπήρχε κατ’ αρχάς η παραμικρή πρόθεση (ή και γνωρίζουμε ότι είχαν απορριφθεί κιόλας). Η αλήθεια είναι πως τους περισσότερους εξ αυτών ούτε αντισυστημικούς τους λες, ούτε ξεβολεμένους, ούτε άσχετους με κέντρα ή κόμματα εξουσίας (και λοιπές…υπηρεσίες), ούτε πρόσωπα με αδιάβλητο παρελθόν και παρόν (αλλά μάλλον το αντίθετο). Και επειδή κάποιοι φόβοι που προϋπήρχαν (για τη χρήση της εξέδρας ως τόπου εξυπηρέτησης ιδίων στόχων, εκδήλωσης αρχηγικών συνδρόμων, κατάθεσης πολιτικών υποψηφιοτήτων κλπ), δυστυχώς εκ των πραγμάτων επαληθεύτηκαν, θα ήταν πολύ χρήσιμο αν γνωρίζαμε τις παραμέτρους αυτής της πασιφανούς απόπειρας καπελώματος του όλου γεγονότος και ποια υπήρξε ακριβώς (γιατί αναμφίβολα – από ένα σημείο τουλάχιστον και έπειτα – υπήρξε) η θέση των διοργανωτών σε αυτό το καπέλωμα. Διότι φυσικά ο κόσμος που πλημμύρισε την Κυριακή τη Θεσσαλονίκη, στη συντριπτική του πλειονότητα (αν εξαιρέσουμε δηλαδή ελάχιστες ομάδες μεταφερόμενων χειροκροτητών που έσυραν πίσω τους κάποιοι επαγγελματίες πατριδεργολάβοι) το έπραξε αυθορμήτως και ανιδιοτελώς, «μη πεποιθώς επί υιούς ανθρώπων, οις ουκ έστιν σωτηρία», αλλά για τη Μακεδονία και μόνο. Και στη συντριπτική του πλειονότητα δεν επιθυμεί (και δεν θα ανεχθεί κιόλας) τη χρησιμοποίησή του ως πειραματόζωου για την εξυπηρέτηση αλλοτρίων σκοπών.
Αν εξαιρέσουμε πάντως αυτή την τελευταία σοβαρή παραφωνία (η σημασία της οποίας ασφαλώς δεν μπορεί να αποτιμηθεί περαιτέρω αυτή τη στιγμή, αλλά θα διευκρινιστεί από τις εξελίξεις στο εγγύς μέλλον), το συλλαλητήριο πέτυχε απολύτως τον στόχο του που ήταν να σηκώσει από τους καναπέδες της παθητικής ιδιωτείας εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπων και παράλληλα να δώσει ένα εκκωφαντικά ηχηρό μήνυμα στον εκμαυλισμένο πολιτικό μας κόσμο (και στις παράπλευρες συμμορίες κονδυλοφόρων και λοιπών καθεστωτικών λακέδων) ότι δεν μπορεί πλέον να παίζει εν ου παικτοίς. Ως εκ τούτου φρονώ ότι ανόητοι κουτσαβακισμοί, όπως π.χ. οι δηλώσεις Κοτζιά ότι το συλλαλητήριο δεν θα επηρεάσει τις ενέργειες της κυβέρνησης και την πορεία της διαπραγμάτευσης, δεν θα πρέπει να λαμβάνονται ιδιαίτερα στα σοβαρά. Ασφαλώς και θα τις επηρεάσει, γιατί αυτό που φοβόντουσαν, συνέβη: ο λαός άρχισε να ξυπνά και τίποτε δεν δείχνει ότι θα ξαναπέσει σύντομα σε λήθαργο. Ας τολμήσουν λοιπόν να μη λάβουν υπόψη την ξεκάθαρη βούληση και την ακόμη πιο ξεκάθαρη οργή του, αν δεν θέλουν τα επόμενα συλλαλητήρια να γίνουν μες στα σπίτια τους (διανθισμένα με λαϊκά δικαστήρια και έτερα συμπαρομαρτούντα). Τα πράγματα είναι πλέον απλά. Και φυσικά θα γίνουν ακόμη απλούστερα αν η παρακαταθήκη που άφησε η 21η Ιανουαρίου γίνει η θρυαλλίδα για συνέχιση και γενίκευση των κινητοποιήσεων. Γιατί βέβαια δεν τελειώσαμε την Κυριακή. Αντίθετα, τώρα μόλις ξεκινάμε…