Toῦ Βασίλειου Εὐσταθίου
Δρ. Φυσικοῦ, πτ. Θεολογίας (Τμ.Κοιν.Θ.ΕΚΠΑ)
Βαδίζοντας μέσα στὴν Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ ἀνακαλοῦμε στὴν μνήμη μας τὰ μηνύματα τῶν τριῶν ἑβδομάδων τοῦ Τριωδίου ποὺ ἀκούσαμε καὶ φέτος στὶς Κυριακάτικες εὐαγγελικὲς περικοπές. Σὲ αὐτὰ συνοψίζεται ὅλη ἡ εὐαγγελικὴ ἀλήθεια καὶ ἡ γνήσια Ὀρθόδοξη Παράδοση γιὰ μιὰ ὅντως πνευματικὴ ζωὴ ἐν Χριστῶ ποὺ μπορεῖ νὰ ἐξασφαλίσει τὴν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου ὡς καὶ τὸν ἁγιασμό του. Ἀρχίζοντας μὲ τὴν παραβολὴ τοῦ Τελώνου καὶ τοῦ Φαρισαίου διδασκόμαστε τὴν ἀναγκαία προϋπόθεση ταπείνωσης μὲ συντριβὴ ἐνώπειων τοῦ Κυρίου καὶ μετάνοιας, πρὶν προχωρήσουμε σὲ ὁποιοδήποτε βήμα στὴν πνευματικὴ πορεία μας, ἐνῶ ταυτόχρονα τονίζεται ὡς παράδειγμα ἀποφυγῆς ἡ περιφρόνηση, ἡ προσβολή καὶ ἡ κατάκριση τοῦ ἀδελφοῦ μας. Στὴ συνέχεια μὲ τὴν παραβολὴ τοῦ ἀσώτου υἱοῦ, ἐνῶ ἐπαναλαμβάνονται τὰ μηνύματα τῆς ἀνάγκης γιὰ μετάνοια καὶ τῆς ἀποφυγῆς ἀπόρριψης τοῦ ἀδελφοῦ μας καὶ μισαδελφίας, ἐπιπλέον τονίζεται καὶ ἀναδεικνύεται ἡ εὐσπλαχνία καὶ φιλόστοργος πατρικὴ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος περιμένει καὶ δέχεται μέσα στὴν ἀνοιχτὴ ἀγκάλη Του ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἐπιστρέφουν ἀληθινὰ μετανοημένοι. Τέλος, μὲ τὴν περικοπὴ τῆς Κρίσης ἐξηγεῖται ὄχι μόνο ὅτι θὰ ἀπολάβουμε ἕκαστος ἀνάλογα τὰ ἔργα του στὸ τέλος τοῦ βίου τοῦτου καὶ πρὶν τὴν ἀρχὴ μιὰς μετέπειτα ζωῆς, ἐννοῶντας ὡς ἔργα του ὄχι τὶς ὑλικὲς περιουσίες καὶ τὰ κτήματα, ἀλλὰ ἀντίθετα τὴν διάθεση ὅλων αὐτῶν γιὰ τὴν βοήθεια καὶ τὴν φροντίδα τοῦ πλησίον, δηλαδὴ τὴν προσφορὰ ἔμπρακτης ἀγάπης πρὸς τὸν συνάνθρωπό του. Ταυτόχρονα ὅμως στὴν περικοπὴ γίνεται σαφὲς πως αὐτὴ ἡ ἀγάπη δὲν μπορεῖ νὰ εἴναι ἀνεξάρτητη καὶ αὐθύπαρκτη, παρὰ μόνο μπορεῖ νὰ συνυπάρχει μαζί μὲ μιὰ ἄλλη καὶ νὰ ἐκπηγάζει ἀπὸ αὐτὴν, νὰ τὴν ἐκφράζει καὶ νὰ ἐπιβεβαιώνεται ἀπὸ αὐτήν, νὰ παίρνει νόημα καὶ περιεχόμενο ἀπὸ αὐτήν, ἡ ὁποία πρόκειται γιὰ τὴν ἀγάπη στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ: «τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ οἱ δίκαιοι λέγοντες· κύριε, πότε σε εἴδομεν πεινῶντα καὶ ἐθρέψαμεν, ἢ διψῶντα καὶ ἐποτίσαμεν; πότε δέ σε εἴδομεν ξένον καὶ συνηγάγομεν, ἢ γυμνὸν καὶ περιεβάλομεν; πότε δέ σε εἴδομεν ἀσθενῆ ἢ ἐν φυλακῇ, καὶ ἤλθομεν πρός σε; καὶ ἀποκριθεὶς ὁ βασιλεὺς ἐρεῖ αὐτοῖς· ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐφ᾿ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε.», Μτ. 25,37-40. Καὶ βέβαια δὲν μπορεῖ νὰ ἀγαπὰ κάποιος κάποιον ἄν δὲν τὸν γνωρίζει ἤ ἄν ἀλλοιώνει τὴν ταυτότητά του, ἤ μὲ ἄλλα λόγια τὸν παρουσιάζει ἄλλον ἀπὸ ὄτι εἶναι. Καὶ ποιὸς εἶναι ο Κύριος τὸ γνωρίζουμε ἀπὸ τὸ ἱερὸ εὐαγγέλιο καὶ ἀπὸ τὸ ἀπορρέων ἀπὸ αὐτὸ δόγμα τῆς χριστιανικῆς πίστεως. Ὅμως ἀφοῦ ἕνας εἶναι ὁ Κύριος, ἕνα εἶναι καὶ τὸ εὐαγγέλιο, καὶ ἕνα εἶναι καὶ τὸ δόγμα. Καὶ ποιὸς ἔχει τότε τὸ σωστὸ δόγμα ἀπὸ ὅλους ὅσους τὸ σφετερίζονται ἤ προσπαθοῦν νὰ μοιραστοῦν τὸ ἀμοίραστο; Σὲ ποιὸν ἔπεσε ὁ κλήρος νὰ λάβει τὸν ἄρραφο χιτώνα τοῦ σταυρωθέντα, ὥστε νὰ μὴν κατασχιστεῖ ἀπὸ ὅσους τὸν λυμαίνονται; Σὲ ποιὸν ἄλλον ἀπὸ τὴν φίλτατη Ὀρθοδοξία. Τὸ καλὸ ἔργο, ὁ καλός ἀγώνας, γίνεται ὅταν ἔχουμε καὶ καλὴ καὶ ὀρθὴ πίστη, καὶ μόνο τότε φέρει καλοὺς καρπούς, τὴν σωτηρία δηλαδὴ καὶ τὸν ἁγιασμό.
Μὲ τὴν εἰσαγωγὴ στὴν Μεγάλη Τεσσαρακοστὴ ἡ σημασία τῆς ὀρθῆς πίστεως τονίζεται καὶ στὶς δύο πρῶτες Κυριακές, πρῶτα μὲ τὴν ἑορτὴ τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ ἀκολούθως μὲ τὴν μνήμη τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμά, ὑπέρμαχου τῆς ὀρθόδοξης ἀνατολικῆς ἡσυχαστικῆς παράδοσης κατὰ τῶν κακόδοξων δυτικῶν βαρλααμικῶν φιλοσοφιῶν. Στὸ σημεῖο λοιπὸν αὐτὸ τῆς πορείας μας μέσα καὶ στὴ φετινὴ περίοδο τῆς Μεγάλης Τεσσακοστῆς τῆς Ἐκκλησίας μας, σκέψεις μᾶς ἀπασχολοῦν τὸ νοῦ σχετικὰ μὲ τὸ μεγαλύτερο ἐκκλησιαστικὸ γεγονός τῶν τελευταίων δεκαετιῶν, αὐτοῦ τῆς συνόδου τῆς Κρήτης, ποὺ διεξάχθηκε ἑνάμισο καὶ πλέον ἔτη, τὸν Ἰούνιο τοῦ 2016. Ἀπὸ τὴν πλευρὰ ὅσων ἦταν τὸ λιγότερο ἐπιφυλακτικοὶ μὲ τὶς ἀποφάσεις της, ὡς καὶ ἀντέδρασαν δυναμικά, ἔλαβαν χώρα ἕνα εὐρὺ φάσμα πολλῶν διαφορετικῶν στάσεων. Ἄλλοι τὴν θεώρησαν ὡς ἀνύπαρκτη καὶ ἐπομένως ἀκίνδυνη, χωρίς να χρειάζεται νὰ ἀσχολούμαστε παραπέρα, ἄλλοι ἀνησύχησαν, ἀλλὰ τελικὰ δὲν ἀσχολήθηκαν ἰδιαίτερα οὔτε αὐτοί, ἄλλοι ἀντέδρασαν, ἤ καὶ ἀκόμα ἀντιδροῦν, ὅμως μόνο μὲ τὴν προφορικὴ καὶ ἔγραπτη ὁμολογία, ἄλλοι παραπέρα θεώρησαν ὅτι βάση τοῦ 15ου Ἱεροῦ Κανόνα τῆς ΑΒ’ δικαιολογεῖται ἥ καὶ ἀπαιτεῖται διακοπῆ μνημοσύνου, καὶ τελικὰ, ἄν καὶ πολλοὶ δὲν τὸ ἔκαναν πράξη ὡς σήμερα, ἄλλοι ἔφτασαν νὰ τὸ ἐφαρμόσουν, χωρὶς αὐτὸ ὅμως καὶ νὰ σημαῖνει σὲ καμιὰ περίπτωση ὅτι προχώρησαν ἤ ἐπιθυμοῦν νὰ προχωρήσουν σὲ σχίσμα, μὴ γένοιτο.
Ἐμεῖς προσωπικά ἐκφράζουμε εὐθέως τὴν ἀντίθεσή μας σὲ ὅσα γράφτηκαν στὰ κείμενα ποὺ ἐγκρίθηκαν καὶ δημοσιεύτηκαν ἀπὸ τὴν Σύνοδο τῆς Κρήτης, καθῶς σὲ αὐτὰ ὑπάρχει πληθώρα σημείων ἀσυμβίβαστων στὴν Ὀρθόδοξη Ἁγιοπνευματικὴ Ἱερὰ Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅπως μας τὴν παρέδωσαν οἱ Ἁγίοι Ἀπόστολοι καὶ οἱ Ἁγίοι Πατέρες μας μέσα ἀπὸ τὰ κείμενα τῶν Οἰκουμενικῶν καὶ οἰκουμενικοῦ κύρους Συνόδων, ἀλλὰ καὶ μέσα ἀπὸ τὰ ὑπόλοιπα κείμενα τους ποὺ κληρονομήσαμε. Τὰ σημεῖα αὐτὰ παρουσιάζονται καὶ ἀναλύονται μὲ βαθιὰ καὶ πλήρη θεολογικὴ κατοχύρωση σὲ κείμενα ποὺ ἔχουν ἐγκριθεῖ ἀπὸ τὶς Ἱερὲς Συνόδους Ἱεραρχιῶν τοπικῶν Ἐκκλησιῶν ποὺ δὲν ἕλαβαν μέρος στὴν Σύνοδο τῆς Κρήτης (Ρωσίας, Γεωργίας, Βουλγαρίας), σὲ ἐπίσημα κείμενα ποὺ δημοσίευσε ἡ Ἱερὰ Κοινότητα τοῦ Ἁγίου Ὄρους, καὶ σὲ κείμενα πολλῶν ἔγκριτων θεολόγων, ἐνῶ καὶ ἐμεῖς ἀπὸ τὴν πλευρά μας γράψαμε γι΄ αὐτὰ ἐπανειλλημένα στὸ παρελθόν. Τὰ προβλήματα στὴ θεολογία τῶν κειμένων τῆς συνόδου τῆς Κρήτης ἀφοροῦν στὸ μεγαλύτερο μέρος τους μιὰ ἐσφαλμένη ἐκκλησιολογία, τὴν ὁποία υἱοθετοῦν καὶ παρουσιάζουν, καὶ αὐτὸ εἶναι προφανώς στὸ ὁποῖο πρωτίστως ἀποσκοποῦν, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ καὶ τὸν μεγαλύτερο κίνδυνο γιὰ τὸ πλήρωμα τῆς Ἐκκλησίας λόγω τῶν σοβαρῶν ἐπιπτώσεων ποὺ μπορεῖ νὰ ἔχει στὴν σωτηριολογία αὐτῆς. Ἀπὸ τὸ σημεῖο αὐτὸ καὶ πέρα, ὅπως γράψαμε καὶ στὸ παρελθὸν, ὅλοι συμφωνοῦν (οἱ παραπάνω ἀναφερόμενες τοπικές Ἐκκλησίες, ἀλλά καὶ ἄλλες, ὅπως ἡ τῆς Ρουμανίας, ἀλλὰ καὶ τῆς Ἑλλάδας, τὸ Ἅγίο Ὄρος ὅπως ἐκφράστηκε μέσα ἀπὸ τὰ ἐπίσημα σχετικὰ κείμενά του), ὅτι ἡ μόνη λύση εἶναι ἡ διεξαγωγὴ μιὰς νέας Συνόδου, ποὺ θὰ ἐγκρίνει καὶ θὰ δημοσιεύσει κείμενα ὅντως ὀρθόδοξα, σὲ συνέχεια τοῦ πνεύματος τῶν προηγούμενων γνήσιων συνόδων τῆς Ἐκκλησίας μας, τὶς ὁποῖες ἔχει δεχθεῖ τὸ πλήρωμά της, στὰ ὁποία ὅλα τὰ προβληματικὰ σημεία τῶν κειμένων τῆς Συνόδου τῆς Κρήτης θὰ πρέπει νὰ ἔχουν διορθωθεῖ. Αὐτὸ προσωπικὰ πιστεύουμε εἶναι κάτι ποὺ θὰ συμβεῖ ἀναπόφευκτα ὅταν ἔρθει τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου ὅπως τὸ ὁρίζει καὶ τὸ γνωρίζει ὁ Κύριος, ὁ ὁποῖος δὲν ἐγκαταλείπει τὴν Ἐκκλησία Του, ἀλλὰ μέσω τῶν καλῶν πιστῶν δούλων – διακόνων – φίλων Του πραγματοποιεῖ τὸ θέλημα του καὶ διαφυλάσσει τὴν σώζουσα ἀλήθεια τῆς πίστεως πρὸς οἰκοδομὴ τοῦ πληρώματος τῶν πιστῶν, πράγμα ποὺ δὲν ἐξαρτάται ἄν ἐργαστεῖ καὶ ἀγωνιστεῖ ὁ τάδε ἧ ὁ δείνα, γιατὶ ἄν δὲν τὸ κάνει ὁ ἕνας, θὰ τὸ κάνει ὁ ἄλλος. Δὲν ἐξαρτάται ὁ Κύριος ἀπὸ τὸν καθένα μας, ἀλλὰ ἐμεῖς ἐξαρτώμαστε ἀπὸ τὸν Κύριο. Ὅσο καὶ ἄν σπάζουμε τὸ μυαλό μας δὲν θὰ βροῦμε τὸν ἀποτελεσματικότερο τρόπο νὰ ἐνεργήσουμε, ἄν δὲν θελήσει νὰ μας τὸν δείξει ὁ Κύριος καὶ δὲν ἐπέμβει καὶ βοηθήσει ὥστε νὰ γίνει πραγματικότητα, καὶ ὅσο καὶ ἄν βιαστοῦμε δὲν θὰ καταφέρουμε κάτι γρηγορότερα ἀπὸ ὅταν θέλει ὁ Κύριος νὰ γίνει αὐτό. Καὶ νὰ ἀποτύχουμε ἐμεῖς, θὰ ἐπιτύχει ὁ Κύριος μέσω κάποιου ἄλλου κατὰ τὸν θαυμαστὸ σοφὸ τρόπο ποὺ Ἐκεῖνος μόνο γνωρίζει. Ἁπλὰ, μὲ τὸν ἀγώνα του κάποιος γιὰ κάτι ποὺ συμβάλλει στὴν πραγματοποίηση τοῦ θελήματος τοῦ Κυρίου ἀνοίγει τὸν δικό του δρόμο γιὰ τὸν Παράδεισο καὶ λαμβάνει τὸ εἰσιτήριό του γιὰ αὐτὸν, ἐνῶ μὲ τὸν ἀγώνα του κάποιος γιὰ κάτι ποὺ ἐναντιώνεται στὴν πραγματοποίηση τοῦ θελήματος τοῦ Κυρίου ἀνοίγει τὸν δικό του δρόμο γιὰ τὸν Κόλαση καὶ λαμβάνει τὸ εἰσιτήριό του γιὰ αὐτή. Οὔτε ἄν δὲν ἀγωνιστεῖ γιὰ τὸν Παράδεισο ὁ πρῶτος θὰ καταργηθεί καὶ θὰ πάψει νὰ ὑπάρχει αὐτὸς, οὔτε ἄν δὲν ἀγωνιστεῖ γιὰ τὴν Κόλαση, ὁ δεύτερος θὰ καταργηθεί καὶ θὰ πάψει νὰ ὑπάρχει αὐτή. Τὸ σίγουρο εἶναι ἕνα ὅπως πιστεύουμε ἀκράδαντα: ἔρχεται ἡ ὥρα ἀργὰ ἤ γρήγορα ποὺ μιὰ ὅντως Ἁγία καὶ Μεγάλη Σύνοδος θὰ ἔχει πιὰ ἀποκαταστήσει τὴν ἀλήθεια καὶ αὐτὸ εἶναι ἕνα τετελεσμένο γεγονὸς, ὄχι βέβαια ἀκόμα ὡς πρὸς τὴν ἱστορικὴ πράξη, ἀλλὰ ὅμως εἶναι σίγουρα κατὰ τὴν ζῶσα πίστη στὸ Σωτήρα Χριστό.