του Δρ. Κωνσταντίνου Γρίβα*
Η αυξανόμενη ένταση μεταξύ Ιαπωνίας και Κίνας πήρε επίσημο, κατά κάποιο τρόπο, χαρακτήρα διά της ιαπωνικής Αμυντικής Βίβλου του 2010, η οποία δόθηκε στη δημοσιότητα στις 10 Σεπτεμβρίου και κάνει λόγο για την απειλή που συνεπάγεται για την Ιαπωνία η αυξανόμενη ενίσχυση της θαλάσσιας ισχύος της Κίνας και η γενικότερη «έλλειψη διαφάνειας» στην αμυντική στρατηγική της τελευταίας. Η Λευκή Βίβλος αναφέρεται στις προσπάθειες της Ιαπωνίας να ενισχύσει την περιφερειακή θαλάσσια άμυνά της διαμέσου της ενίσχυσης της παρουσίας της στην αλυσίδα των νήσων Nansei, που βρίσκονται νοτιοδυτικά της ιαπωνικής νήσου Kyushu, μεταξύ αυτής και της Ταϊβάν. Η Αμυντική Βίβλος αναφέρει και την αυξανόμενη ισχύ του Κινεζικού Στρατού Ξηράς, ενώ έμφαση δίνεται και στο πυρηνικό πρόγραμμα της Βόρειας Κορέας (Πηγή: Jane’s Defence Weekly, Volume 47, Issue 37, 15 Σεπτεμβρίου 2010, σελίδα 8, «Japanese paper warns on China’s maritime activity», Kosuke Takahashi).
Η αναγέννηση της σινοϊαπωνικής αντιπαλότητας έφερε στο προσκήνιο την Ιαπωνία τη στιγμή που την είχαμε πια ξεχάσει. Αξίζει να θυμηθούμε ότι στη δεκαετία του 1980 και στις αρχές της δεκαετίας του 1990 η Ιαπωνία ήταν ό,τι είναι η Κίνα σήμερα. Εμφανιζόταν, δηλαδή, σαν τον «επόμενο κυρίαρχο» του κόσμου. Εκείνο τον καιρό η ταχύτατη οικονομική άνοδος της Ιαπωνίας, η συσσώρευση πλούτου και μια σειρά από οικονομικές ενέργειες στρατιωτικού και ιμπεριαλιστικού χαρακτήρα, όπως η επιδίωξη κατάκτησης μεγάλων μεριδίων των διεθνών αγορών, έστω και με οικονομικές απώλειες, είχαν αναγορεύσει την Ιαπωνία στην αδιαφιλονίκητη «επόμενη υπερδύναμη». Ολόκληρες σχολές διεθνών σχέσεων, όπως οι περιβόητες θεωρίες περί «γεωοικονομίας», σύμφωνα με τις οποίες τα μερίδια στις αγορές και η οικονομική «ισχύς» θα υποκαθιστούσαν ολοκληρωτικά τη στρατιωτική και την πολιτική ισχύ, εμφανίστηκαν έχοντας ως λάβαρο το παράδειγμα της Ιαπωνίας και μετά έσβησαν στην περιφρονητική σιωπή της ιστορίας.
Στα χρόνια που πέρασαν, η ιαπωνική οικονομία μπήκε σε ύφεση και φάνηκε πως, έτσι κι αλλιώς, από μόνα τους τα οικονομικά μεγέθη δεν παρέχουν καμιά μορφή ισχύος και μια χώρα δεν μπορεί να αυξήσει το ειδικό της βάρος στο διεθνές σύστημα απλά και μόνο αποκτώντας μεγάλο μερίδιο των διεθνών αγορών. Δεν μπορείς να κατακτήσεις τον κόσμο πουλώντας αυτοκίνητα Τογιότα και τηλεοράσεις Σόνι. Τόσο απλά.
Βέβαια, αν και αυτή η τόσο απλή αλήθεια έγινε κατανοητή στην περίπτωση της Ιαπωνίας, οι ανορθολογικές θεωρίες περί οικονομικής «ισχύος» βρήκαν άλλο υποκείμενο: Την Κίνα. Σήμερα είναι περίπου αναντίρρητη κοινή παραδοχή ότι η Κίνα θα είναι η επόμενη υπερδύναμη. Γιατί; Γιατί πουλάει πολλά καταναλωτικά προϊόντα και μαζεύει πολλά λεφτά. Αυτή η μονοδιάστατη και απλοϊκή άποψη φυσικά δεν αντέχει σε σοβαρή κριτική. Η ισχύς, και πολύ περισσότερο ο διεθνής ρόλος μιας χώρας, αποτελούν συνάρτηση πολλών μεγεθών που βρίσκονται σε δυναμική σχέση μεταξύ τους και μεταλλάσσονται συνεχώς. Η Κίνα, βέβαια, θέτει σοβαρή υποψηφιότητα για να αποτελέσει έναν από τους ισχυρότερους διεθνείς δρώντες του αιώνα που διανύουμε, πιθανώς και του κυρίαρχου δρώντα, όχι όμως για τα οικονομικά της μεγέθη ή τουλάχιστον όχι μόνο γι’ αυτά.
Επιστρέφοντας στην Ιαπωνία, προκαλεί μεγάλη έκπληξη, δε, το γεγονός ότι μόλις κατέρρευσαν οι φαντασιώσεις για την κυριαρχία του κόσμου με «γεωοικονομικό» τρόπο από πλευράς της, αυτή περίπου εξαφανίστηκε από το προσκήνιο.
Όμως, η Ιαπωνία παραμένει μια μεγάλη δύναμη, η οποία συνδυάζει ισχυρή οικονομία, προηγμένη τεχνολογία και μια ιδιαίτερη πολιτισμική ταυτότητα που προσφέρει στο λαό της μια αίσθηση μοναδικότητας και ιστορικού πεπρωμένου. Προστατευμένη από τους γείτονές της χάρη στη θάλασσα, βρίσκεται παρ’ όλα ταύτα σε μια κρίσιμη περιοχή του διεθνούς συστήματος, έξω από τις ακτές της Κίνας και των δύο κορεατικών κρατών, αποτελώντας εν πολλοίς την πύλη της Κίνας προς τον υπόλοιπο κόσμο. Αν τα ιαπωνικά νησιά βρίσκονταν στον πάτο της θάλασσας και η Κίνα ατένιζε τους ανοιχτούς ωκεανούς, τότε είναι σίγουρο πως η υποψηφιότητα της τελευταίας ως κυρίαρχου του κόσμου θα ήταν πολύ ισχυρότερη. Αυτό είναι κάτι που η κινεζική γεωστρατηγική δύσκολα μπορεί να συγχωρήσει την Ιαπωνία, ακόμη κι αν οι σχέσεις μαζί της ήταν πολύ καλύτερες από ό,τι υπήρξαν στο πέρασμα της ιστορίας. Η θέση αυτή της Ιαπωνίας της προσφέρει και μια ιδιαίτερη πολυτιμότητα στο πλαίσιο της αμερικανικής γεωστρατηγικής. Όμως οι ημέρες που η Ιαπωνία ήταν ο «άνθρωπος των Αμερικανών» στην περιοχή φαίνεται πως έχουν περάσει ανεπιστρεπτί. Για παράδειγμα, η λειτουργία των αμερικανικών βάσεων στα ιαπωνικά νησιά αντιμετωπίζει ολοένα και περισσότερα προβλήματα και είναι θέμα χρόνου αυτές να πάψουν να υφίστανται. Η Ιαπωνία λειτουργεί ολοένα και περισσότερο αυτόνομα, κάτι αναπόφευκτο στο πλαίσιο ενός αποδομημένου μονοπολικού κόσμου, ο οποίος οδεύει προς ένα πολυπολικό σύστημα χωρίς όμως το τελευταίο να έχει ακόμη αποκρυσταλλωθεί.
Οι μελλοντικές σχέσεις των δύο χωρών θα κριθούν εν πολλοίς από το εάν η Ιαπωνία θεωρήσει ότι μπορεί να βασιστεί σε μια συμμαχία με τις ΗΠΑ η οποία θα επιτρέψει την ανάσχεση της Κίνας και τον «εγκιβωτισμό» της σε έναν περιορισμένο γεωγραφικό χώρο, αποτρέποντάς τη από το να γίνει μεγάλη δύναμη. Αν οι Ιάπωνες κρίνουν ότι οι Αμερικανοί δεν είναι σε θέση να προσφέρουν κάτι τέτοιο, είναι πολύ πιθανό να επιλέξουν ένα μοναχικό δρόμο και να επενδύσουν στη στρατηγική ισχύ. Και τότε το διεθνές σύστημα θα έχει αλλάξει με ριζικό τρόπο κι οι μετέπειτα εξελίξεις πολύ δύσκολα μπορούν να προσδιοριστούν.
Το δε κυρίαρχο στοιχείο της ιαπωνικής ισχύος και του ευρύτερου γεωπολιτικού της ρόλου δεν είναι η τόσο διαφημισμένη οικονομική ισχύς, αλλά η πυρηνική, έστω κι αν η τελευταία δεν υφίσταται σήμερα!
Εικονική ή πραγματική πυρηνική δύναμη;
Η Ιαπωνία είναι η κατεξοχήν εκπρόσωπος των χωρών με εικονικά ή καλύτερα με εν δυνάμει πυρηνικά οπλοστάσια (virtual nuclear arsenals). Δηλαδή, είναι μια χώρα, που, ναι μεν δεν κατέχει πυρηνικά, αλλά έχει τη δυνατότητα να το πράξει, άμεσα και σε μεγάλη κλίμακα, αν έτσι θελήσει. Διαθέτει την τεχνολογία, το επιστημονικό δυναμικό, τα χρήματα και μεγάλες ποσότητες σχάσιμου υλικού, προερχόμενου από την ειρηνική πυρηνική της βιομηχανία, έτσι ώστε σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα είναι σε θέση να βρεθεί με ένα μεγάλο πυρηνικό οπλοστάσιο. Επιπροσθέτως, το οπλοστάσιο αυτό μπορεί να το συνδυάσει με προηγμένα συστήματα κρούσης, όπως βαλλιστικούς πυραύλους πολύ μεγάλων δυνατοτήτων, προφανώς και διηπειρωτικούς, καθώς και πυραύλους cruise, η δημιουργία των οποίων επίσης είναι στις δυνατότητες της βιομηχανίας και του επιστημονικού της δυναμικού.
Και είναι σχεδόν βέβαιο ότι η Ιαπωνία θα γίνει, αργά ή γρήγορα, πυρηνική δύναμη, αν θεωρήσει ότι η άνοδος της ισχύος της Κίνας καταστεί κρίσιμης σημασίας δυνητική απειλή γι’ αυτή και εν παραλλήλω δεν θα έχει πια εμπιστοσύνη στην κάλυψη που της προσφέρουν οι Ηνωμένες Πολιτείες. Κι αυτό μπορεί να συμβεί είτε γιατί οι στοχοθετήσεις των δύο χωρών θα είναι διαφορετικές είτε, πολύ απλά, γιατί οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα είναι σε θέση να προσφέρουν παρόμοια κάλυψη λόγω αδυναμίας.
Αυτό ακούγεται περίπου αιρετικό στην Ελλάδα, η οποία είναι μια από τις λίγες εναπομείνασες χώρες του πλανήτη όπου συνεχίζει να διαιωνίζεται ο μύθος της αμερικανικής παντοδυναμίας και να αποκαλείται «πλανητάρχης» ο εκάστοτε Αμερικανός πρόεδρος. Στην πραγματικότητα, όμως, η αποδόμηση της αμερικανικής ισχύος είναι απρόσμενα μεγάλη και μπορεί να οδηγήσει σε ανεξέλεγκτες εξελίξεις το διεθνές σύστημα. Και μια από τις εξελίξεις αυτές είναι η ανεξέλεγκτη πυρηνικοποίησή του, η οποία μπορεί να αρχίσει από την Ιαπωνία, αν νιώσει μόνη της και απειλούμενη από μια ασυμμετρία της ισχύος της με αυτή της Κίνας. Κι επειδή το διεθνές σύστημα είναι μοναδικό, αδιαίρετο και ενιαίο, τυχόν παρόμοια εξέλιξη θα είχε ανυπολόγιστες συνέπειες σε άλλα γεωσυστήματα του πλανήτη. Μεταξύ των άλλων, θα ενίσχυε την αποφασιστικότητα του Ιράν να εξελιχθεί και αυτό σε πυρηνική, έστω και virtual, πυρηνική δύναμη και θα αύξανε την άκρως επικίνδυνη πυρηνική πολυπλοκότητα στον πλανήτη. Εννοείται ότι τυχόν πυρηνικοποίηση του Ιράν και αδυναμία ή αδράνεια των ΗΠΑ να κάνουν κάτι γι’ αυτό θα ενίσχυε έμμεσα αλλά αποφασιστικά την πυρηνική επιλογή της Ιαπωνίας. Μία ακόμη πυρηνική χώρα στον κόσμο αποτελεί, έτσι κι αλλιώς, ένα σημαντικό παράγοντα που ωθεί τις εν δυνάμει πυρηνικές δυνάμεις να εξελιχθούν σε πραγματικές πυρηνικές δυνάμεις. Όμως, ένα πυρηνικό Ιράν σημαίνει, επιπροσθέτως, και περαιτέρω αποδόμηση της ισχύος και του διεθνούς ρόλου των ΗΠΑ κι αυτό με τη σειρά του αποτελεί παράγοντα ώθησης της Ιαπωνίας να ακολουθήσει ένα μοναχικό γεωστρατηγικό δρόμο. Κι αυτό μπορεί να συνεπάγεται και την απόκτηση πυρηνικής ισχύος.
Παρεμπιπτόντως, συνέπειες ως προς τη θέληση της Ιαπωνίας να αποκτήσει πυρηνικά όπλα μπορεί να έχει και η διαιώνιση του ανεξέλεγκτου καθεστώτος του ισραηλινού πυρηνικού οπλοστασίου.
Βερολίνο όπως Τόκιο;
Βέβαια, η πυρηνική ισχύς δεν είναι η μόνη στην οποία μπορεί να επενδύσει η Ιαπωνία. Οι μεγάλες τεχνολογικές δυνατότητές της αλλά και ο ιδιαίτερος τρόπος σκέψης που τη χαρακτηρίζει μπορεί να την οδηγήσουν και σε ασύμμετρες προσεγγίσεις όσον αφορά την απόκτηση μη πυρηνικών στρατιωτικών ικανοτήτων, συμβατικών ή μη, κάτι που εν μέρει συμβαίνει ήδη με την Κίνα.
Η τυχόν ανάδυση της Ιαπωνίας από τη λήθη της ιστορίας και η μετατροπή της από μια σκιώδη σε μια πραγματική δύναμη θα δημιουργήσει ένα πιο πολύπλοκο και πιο ασταθές διεθνές σύστημα με πιθανές συνέπειες ακόμη και στο υποτιθέμενο απόλυτα σταθερό και παγιωμένο εσωτερικό της Γηραιάς Ηπείρου.
Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι υπάρχει και μέσα στην καρδιά της Ευρώπης μία εν δυνάμει παγκόσμια δύναμη. Η Γερμανία, ο άλλος μεγάλος χαμένος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Βέβαια, η περίπτωση της Γερμανίας δεν έχει καμία σχέση με αυτή της Ιαπωνίας. Η Γερμανία δεν είναι ένας μοναχικός παίκτης, σκιώδης ή μη, αλλά αποτελεί οργανικό μέρος μιας ευρύτερης γεωπολιτικής ενότητας που καλείται Ευρωπαϊκή Ένωση.
Από την άλλη, σήμερα θα ήταν μάλλον αθεράπευτα αφελής όποιος στοιχημάτιζε με απόλυτη σιγουριά στο κοινό ευρωπαϊκό μέλλον. Η μισαλλοδοξία, η χωριάτικη καχυποψία και ο μόλις συγκεκαλυμμένος ρατσισμός που επέδειξαν τόσο οι ελίτ όσο και η κοινωνία της Γερμανίας στην περίπτωση των οικονομικών προβλημάτων της Ελλάδας, αρκούν για να αποδομήσουν το μύθο της λειτουργίας της ΕΕ ως μιας ενιαίας γεωπολιτικής οντότητας. Αν, λοιπόν, η ενωμένη Ευρώπη αφεθεί να σβήσει, οι εν δυνάμει «μεγάλοι παίκτες», αργά ή γρήγορα, θα επιλέξουν μοναχικούς δρόμους με προεξάρχουσα φυσικά τη Γερμανία. Κι αν η Ιαπωνία επιλέξει παρόμοιο δρόμο, τότε οι εξελίξεις μπορεί να είναι άμεσες και επιταχυνόμενες διαμέσου ενός μηχανισμού ντόμινο.
* Ο Κωνσταντίνος Γρίβας είναι ειδικός σε θέματα γεωπολιτικής ανάλυσης και πολεμικών τεχνολογιών. Διδάσκει το μάθημα της Γεωπολιτικής στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων.
.