Γράφει ο Ανδρέας Σταλίδης.
Δημοσιεύθηκε στην Εστία, 11 Σεπτεμβρίου 2019.
Ας αποπειραθώ να δώσω έναν ορισμό της νοημοσύνης: νοημοσύνη είναι η ικανότητα και η διάθεση ενός ανθρώπου να εναλλάσσει διαρκώς την οπτική γωνία με την οποία βλέπει τα πράγματα. Ασφαλώς είναι κοπιώδες να παρατούμε τη νοητή μας θέση και μάλιστα με μεγάλη συχνότητα. Μπορεί ο σκεπτικιστής αναγνώστης να κάμψει, ως ένα βαθμό, τις αντιρρήσεις του στον ωμό ή δύστροπο αυτό ορισμό, αν χρησιμοποιήσει τον ίδιο τον ορισμό και τον δει από την ανάποδη. Βλακεία δεν ονομάζουμε την εμμονή σε μία συγκεκριμένη και ακλόνητη οπτική γωνία, ανεξάρτητα από τα δεδομένα που παρουσιάζονται; (Βλέπε και Εστία 16.11.2016 «Ηλιθιότητα και Trump» και Εστία 14.12.2016 «Ιδεολογικές ασυνέπειες»).
Όσο δεν γίνεται η εναλλαγή αυτή από τον ίδιο τον άνθρωπο, τόσο αποκαλύπτει τον τρόπο που σκέφτεται ο ίδιος. Η προσέγγιση των πραγμάτων που κάνουμε, οι άξονες των συλλογισμών μας, ακόμη και η ορολογία που χρησιμοποιούμε, αντικατοπτρίζει περισσότερο τον εαυτό μας, παρά τα πράγματα που θέλουμε να περιγράψουμε. Για παράδειγμα, αν ό,τι συμβαίνει γύρω μας το αποδίδουμε σε ιδεολογίες, δείχνει ότι εμείς έχουμε μία συμπαγή δέσμη ιδεών στο μυαλό μας. Αν τα αποδίδουμε όλα σε χρηματισμό, δείχνει ότι εμείς σκεπτόμαστε με βάση το χρήμα.
Στην πολιτική αντιπαράθεση παρατηρείται μία ευκολία να ριφθούν απαξιωτικά κοσμητικά επίθετα δαιμονοποίησης, συχνά με ελαστικούς ορισμούς. Εφαρμόζοντας όσα είπα πιο πάνω, μία απάντηση θα ήταν η εξής.
Φασισμός είναι να πιστεύεις ότι όλοι γύρω σου είναι φασίστες.
Ακραίος είναι αυτός που πιστεύει ότι όλοι γύρω του είναι ακραίοι.
Λαϊκιστής είναι αυτός που θεωρεί όλους τους άλλους λαϊκιστές.
Ακροδεξιός, ακροαριστερός ή οπαδός του ολοκληρωτισμού είναι αυτός που πιστεύει ότι όλοι οι άλλοι είναι ακροδεξιοί, ακροαριστεροί ή οπαδοί του ολοκληρωτισμού.
Βλαξ είναι όποιος νομίζει ότι οι άλλοι είναι βλάκες. Πάσχει από αδυναμία να δει τα πράγματα από τη σκοπιά τους.
Τα παραπάνω δεν κυριολεκτούν απολύτως, είναι αφορισμοί που δείχνουν μία κατεύθυνση σκέψης. Νομίζω ότι αξίζει ένα ταρακούνημα σε όσους ανθρώπους με περισσή ευκολία αποδίδουν χαρακτηρισμούς. Το ταρακούνημα ευελπιστώ να τους κάνει ευπροσήγορους σε ανθρώπους με τους οποίους διαφωνούν. Δεν είναι ανάγκη να μπουν όλοι σε κάποιο κουτάκι με αρνητική ταμπέλλα,
Ας πάμε και στην εξίσου γόνιμη θετική όψη. Δημοκράτης είναι όποιος δεν αποκλείει κανέναν από το να είναι δημοκράτης. Δεν είναι τόσο εύκολο. Πάρτε την πιο αποκρουστική πολιτική άποψη ή ιδεολογία που έχετε. Δεν μπορείτε να υποβαθμίσετε κάποιον που την εκφέρει. Αν είχατε κι εσείς τα ίδια βιώματα και τις ίδιες προσλαμβάνουσες, ίσως λέγατε τα ίδια. Όσο υπάρχει ένας που θεωρούμε ότι γνωρίζει λιγότερα από εμάς και δελεαζόμαστε να υποτιμήσουμε, τόσο υπάρχει ένας ακόμα που γνωρίζει περισσότερα από μας και θα μας κακοφαινόταν να μας υποτιμήσει.
Αυτό που μας αναβιβάζει σε άνθρωπο ανοιχτό, δεκτικό και, εν τέλει, δημοκρατικό δεν είναι μία άποψη που έχουμε (πχ περί μίας παγκόσμιας ανοιχτής κοινωνίας χωρίς σύνορα), αλλά η αντίληψη ότι υπάρχει κάτι που σχετίζεται με έναν άνθρωπο με τον οποίον διαφωνούμε (ως γνώση ή βίωμα), το οποίο εμείς δεν κατανοούμε, και ότι ίσως αυτό είναι ο λόγος για την διαφορετική άποψη. Είναι η συνεχής μεταπήδηση σε άλλες γωνίες, η οποία μεγεθύνει το εύρος αντίληψης του κόσμου.
6 comments
Ένα ακόμα Ε Ξ Α Ι Ρ Ε Τ Ι Κ Ο άρθρο. Συγχαρητήρια. Η εύστοχη απεικόνιση των πραγμάτων με λιτό και απέριττο τρόπο είναι χαρακτηριστικό σας.
Ἡ ἀγγλικὴ intelligence, γιὰ τὶς ἀνάγκες τῆς ἀρχικῆς ἀναρτήσεως, νομίζω εἶναι καλύτερα νὰ ἀποδίδεται στὴν Ἐλληνικὴ μὲ τὸ ὅρο εὐφυΐα. Δὲν εἶναι, βεβαίως, πολιτικῶς ὀρθὴ ἡ εὐφυΐα …
Μὲ τὴν εύκαιρία, συγκεντρωμένα ἐδῶ :
https://drive.google.com/file/d/1dthDoNco9hU9Ug95kjLGfT0qgFm_xHWk/view?usp=sharing
τρία κείμενα τοῦ Εύαγγέλου Λεμπέση γιὰ τὸ ἀντίθετο τῆς εὐφυΐας,τὴν βλακεία, μαζὶ καὶ μὲ τὰ σχόλια στὸν τύπο τῆς ἐποχῆς κατὰ τὴν ὀποία τὰ κείμενα δημοσιεύθηκαν.
Τὴν «συνεχῆ μεταπήδηση σὲ ἄλλες γωνίες» δὲν τὴν κατανοῶ, γιὰ παράδειγμα, ὅταν κανεὶς σκέπτεται τὸν ἀριθμὸ π, δηλαδὴ τὸν λόγο τῆς περιφερείας ἑνὸς κύκλου πρὸς τὴν διάμετρό του, ὑπάρχει περίπτωση τὸν ἀριθμὸ αὐτὸν νὰ τὸ δῇ κανεὶς ὑπὸ ἄλλη γωνία ;
Ἀλλαγὴ ὀπτικῆς γωνίας νοεῖται ὅ,ποτε ἡ τρέχουσα δὲν ἔχει λογικὴ συνέπεια πρὸς ἐαυτὴν ἢ ἀντιφάσκει πρὸς πράγματα ποὺ παρατηροῦμε καὶ μετρᾶμε. Ἀλλιῶς καταλήγουμε στὸ ἐπικὸ ἕνα σὺν ἕνα ἴσον τριανταπέντε. Τριανταέξι δισεκατομμύρια τὸ προβλεπόμενο ἔλλειμμα τοῦ προϋπολογισμοῦ καὶ ἕνα δισεκατομμύριο οἱ προβλεπόμενες οἰκονομίες. Ἄλλο ἕνα δισεκατομμύριο ἔκτακτα μέτρα, καὶ τὸ πρόβλημα λύθηκε … Φυσικά, μόνον ἀπὸ τὴν ὀπτκὴ γωνία αὐτῶν πού θὰ καταβρόχθιζαν τὰ τριανταπέντε (μὲ τὰ μέτρα τριαντατέσσαρα) δισεκατομμύρια … Ἤ, στὸ ἄλλο ἐπικό, μὲ τοὺς «τοκογλύφους δανειστὲς» ποὺ δανείζουν τὴν αἰωνία Ἐλλάδα μὲ χαριστικὸ ἐπιτόκιο, ἐνῶ ἀπὸ τὴν ὀπτικὴ γωνία τῶν ψηφοφόρων καὶ τῶν δημοκόπων τὸ σωστὸ θὰ ἦταν νὰ τῆς χαρίζουν ὅσα δισεκατομμύρια (δήλωνε ὅτι) εἶχε ἀνάγκη.
Πέραν ἀπὸ τὴν ἰδιοτέλεια ὑπάρχει καὶ τὸ ζήτημα τῆς διανοητικῆς ἐπαρκείας :
« … – ἀλλοίμονον ! – οὐδεὶς εὐφυὴς μέχρι τοῦδε κατώρθωσε νὰ πείσῃ βλάκα καὶ οὐδεμία συνεννόησις ἐπετεύχθη ποτὲ μεταξὺ ἑτερογενῶν ἐγκεφάλων. «Δύο κεφαλαὶ διὰ νὰ συνεννοηθοῦν πρέπει νὰ εἶναι ἢ ἐξ ἴσου κεναί, ἢ ἐξ ἴσου πλήρεις» εἶπε κάποτε ἐπιγραμματικώτατα ὁ πρύτανις τῆς Ἑλληνικῆς δημοσιογραφίας, διευθυντὴς τῆς «Νέας Ἡμέρας». Ἡ κλασσικὴ ἑκάστοτε ἀποτυχία τῶν εὐφυῶν ἐκείνων ἀνθρώπων, οἵτινες ποτὲ ἐπειράθησαν πρὸς στιγμὴν νὰ εἰσέλθουν εἰς τὸν ψυχοδιανοητικὸν κόσμον τῶν βλακῶν, διὰ νὰ τοὺς πλησιάσουν ὅπως ἐπιτύχουν τι παρὰ τῶν πανισχύρων τούτων ἐξουσιαστῶν τῶν ὑψηλοτέρων ἀξιωμάτων, ὑπῆρξε πράγματι τραγικὴ μέχρι σημείου, ὥστε νὰ ὁδηγηθοῦν οἱ ἀτυχεῖς οὗτοι εἰς τὴν ἀπελπισίαν, ἐνίοτε δὲ καὶ εἰς τὸν τερματισμὸν τῆς σταδιοδρομίας των καὶ εἰς τὸν θάνατον, ἐνῶ οὐδὲν ποτὲ νέφος διετάραξε τὴν ἀγαστὴν σύμπνοιαν μεταξὺ τῶν βλακῶν … …»
Νοημοσύνη ΔΕΝ είναι η ικανότητα και η διάθεση ενός ανθρώπου να εναλλάσσει διαρκώς την οπτική γωνία με την οποία βλέπει τα πράγματα.
Σύμφωνα με όσες πηγές έψαξα, νοημοσύνη είναι το σύνολο των γνωστικών ικανοτήτων του ανθρώπου, δηλαδή η αντίληψη, η μνήμη, ο συνειρμός, η φαντασία, η προσοχή και η διανόηση, και ειδικότερα η ικανότητα προσαρμογής σε νέες καταστάσεις και η ικανότητα να αντιλαμβάνεται ομοιότητες, διαφορές και σχέσεις. Κατά μία έννοια, η ευφυΐα.
Για όσους ενδιαφέρονται να ομιλούν την ελληνική γλώσσα με όσο το δυνατόν περισσότερη ακρίβεια, ο ορισμός που παραθέτει το άρθρο είναι εσφαλμένος. Από κει και πέρα το κείμενο κινείται αναγκαστικά προς λάθος κατεύθυνση, με αποκορύφωμα την τελική πρόταση: “Είναι η συνεχής μεταπήδηση σε άλλες γωνίες, η οποία μεγεθύνει το εύρος αντίληψης του κόσμου.” ΟΧΙ! Δεν είναι αυτό νοημοσύνη, είναι κάτι μεταξύ μιας κακώς ενοουμένης διπλωματίας, πολιτικής ορθότητας, προσαρμοστικότητας και …οσφυοκαμψίας.
Κατ’ αρχάς, ασφαλώς δεν είχα την διάθεση να επαναλάβω έναν δόκιμο ορισμό της νοημοσύνης. Νομίζω είναι φανερό από το πνεύμα του κειμένου ότι πρόκειται για μία δική μου θεώρηση.
Δεύτερον, θα μπορούσα να πω ότι αυτό που εννοώ περιγράφεται καλύτερα από τη λέξη ευφυία, όπως παρατήρησε ο προηγούμενος σχολιαστής.
Δηλαδή, εν γνώσει σου, παρέθεσες έναν …αδόκιμο ορισμό; Αν μου επιτρέπεται, μπορώ να ρωτήσω, ποιός ο λόγος; Πιθανόν να μην είμαι επαρκώς ενημερωμένος (διόρθωσέ με αν κάνω λάθος) αλλά δεν νομίζω ότι η ελληνική γλώσσα βρίσκεται σε διαδικασία ερμηνευτικού επαναπροσδιορισμού της λέξεως “νοημοσύνη”.
Ίσως άλλες λέξεις όπως “ελευθερία”, “δημοκρατία”, “αυτοδιάθεση”, κλπ να ΠΡΕΠΕΙ να εξεταστούν και η σημασία τους να επαναπροσδιοριστεί ώστε να ανταποκρίνεται στις τρέχουσες ανάγκες/συνθήκες. Η “νοημοσύνη” όμως -θεωρώ- παραμένει μία έννοια εξαιρετικά ξεκάθαρη όσον αφορά την σημασία της.
Και ναι, κατά μία έννοια, η λέξις “ευφυΐα” είναι μία από τις δόκιμες ερμηνείες της “νοημοσύνης”, όπως άλλωστε έγραψα και αναφέρει το ΛΚΝ. Άρα, ξαναρωτάω, ποιός ο λόγος επανορισμού μιας λέξεως με σχετικά …ακλόνητη σημασία.
Ζητώ συγγνώμη αν γίνομαι κουραστικός, αλλά εσχάτως παρατηρώ (και όχι μόνον εδώ στο Αντίβαρο) αλλά σε πολλούς ιστοτόπους, μία τάση απομάκρυνσης από την δόκιμη χρήση της ελληνικής γλώσσας, με ένα τρόπο σόλοικο, δηλ. με πολλούς νεολογισμούς και δυσνόητες εκφράσεις. Ευτυχώς ο γραπτός τύπος, και η τρέχουσα σοβαρή βιβλιογραφία/εξειδικευμένες εκδόσεις δεν έχουν -ακόμα- …”τσιμπήσει”. Αλλά, ταπεινή μου γνώμη είναι ότι πρωτίστως το διαδύκτιο και από κοντά η τηλεόραση εξελίσσονται σε ένα γλωσσικό …Βατερλώ της Ελληνικής.
Το “πρόβλημα” είναι υπαρκτό, η εξήγησις, σε εμένα τουλάχιστον, άγνωστη. Μπορεί να είναι σημείο των καιρών, ενδεικτικό σύμπτωμα της γενικής παρακμής, μια λογική/αναμενόμενη τάση ή ακόμα ανάγκη(;) εξέλιξης της γλώσσας ή -απλώς- ένα τυχαίο περαστικό φαινόμενο.
Όποιος έχει γνώμη ας την καταθέσει, ευχαριστώ!
Τὸ μεγαλύτερο κακὸ μὲ τὴν δικτατορία τοῦ πελαταριάτου, τὸ προτιμώμενο, δηλαδή, ἀπὸ τὴν πλειοψηφία τῶν ἀνθρώπων σύστημα διακυβερνήσεως (ὄχι μόνον στὴν Ἐλλάδα) εἶναι ὅτι, ὅπως κάθε τυραννικὸ σύστημα διακυβερνήσεως, μὲ τὸν περιορισμό, ἀνοικτὸ ἢ συγκεκαλυμμένο (βλ. πολιτικὴ ὀρθότης), τῆς ἐλευθερίας ἐκφράσεως, ὁδηγεῖ στὴν φθορὰ τῆς σκέψεως καὶ τῆς γλώσσης (τοῦ ἐργαλείου τῆς σκέψεως). Ἡ παρατήρηση εἶναι παλαιά, τοὐλάχιστον ἀπὸ τὸν καιρὸ τοῦ Θουκυδίδη.
Σὲ βάθος χρόνου, μεσοπροθέσμως, ἡ φθορὰ τῆς σκέψεως ὁδηγεῖ καὶ σὲ ἔκπτωση τοῦ ὑλικοῦ βιοτικοῦ ἐπιπέδου. Ἠ οἰκονομικὴ χρεωκοπία ἀκολουθεῖ τὴν διανοητική, πνευματικὴ καὶ ἠθικὴ χρεωκοπία.
Ἀλλὰ καὶ σὲ χρόνους ἀκμῆς ἡ γλῶσσα χάνει τὸ «ἀκλόνητό» της.
Πιὸ καλὰ τὰ γράφει ὁ Καβάφης :
Οἱ Ἐχθροί
Κ. Π. Καβάφης
Τὸν Ὕπατο τρεῖς σοφισταὶ ἦλθαν νὰ χαιρετήσουν.
Ὁ Ὕπατος τοὺς ἔβαλε κοντά του νὰ καθίσουν.
Εὐγενικὰ τοὺς μίλησε. Κ’ ἔπειτα, νὰ φροντίσουν,
τοὺς εἶπε, χωρατεύοντας. «Ἡ φήμη φθονεροὺς
κάμνει. Συγγράφουν οἱ ἀντίζηλοι. Ἔχετ’ ἐχθρούς.»
Ἀπήντησ’ ἕνας ἀπ’ τοὺς τρεῖς μὲ λόγους σοβαρούς.
«Οἱ τωρινοί μας οἱ ἐχθροὶ δὲν θὰ μᾶς βλάψουνε ποτέ.
Κατόπι θά ‘λθουν οἱ ἐχθροί μας, οἱ καινούριοι σοφισταί.
Ὅταν ἡμεῖς, ὑπέργηροι, θὰ κείμεθα ἐλεεινὰ
καὶ μερικοὶ θὰ μπήκαμε στὸν Ἅδη. Τὰ σημερινὰ
τὰ λόγια καὶ τὰ ἔργα μας ἀλλόκοτα (καὶ κωμικὰ
ἴσως) θὰ φαίνονται, γιατὶ θ’ ἀλλάξουν τὰ σοφιστικά,
τὸ ὕφος καὶ τὰς τάσεις οἱ ἐχθροί. Ὅμοια σὰν κ’ ἐμένα,
καὶ σὰν κι αὐτούς, ποὺ τόσο μεταπλάσαμε τὰ περασμένα.
Ὅσα ἡμεῖς ἐπαραστήσαμεν ὡραῖα καὶ σωστὰ
θὰ τ’ ἀποδείξουν οἱ ἐχθροί ἀνόητα καὶ περιττὰ
τὰ ἴδια ξαναλέγοντας ἀλλιῶς (χωρὶς μεγάλον κόπο).
Καθώς κ’ ἐμεῖς τὰ λόγια τὰ παλιά εἴπαμε μ’ ἄλλον τρόπο.»
(Ἀπὸ τὰ Κρυμμένα Ποιήματα 1877;-1923, Ἴκαρος 1993)