Ποτέ διχοτόμηση, ποτέ αυτοχειριασμός, ποτέ αφύσικοι γάμοι με την Τουρκία
Παναγώτης Ήφαιστος: Κανένας δεν μπορεί να καταργήσει την Κυπριακή Δημοκρατία, εκτός και αν εμείς αποφασίσουμε να αυτοκτονήσουμε
Επειδή κάποτε θα πεθάνουμε, δεν πρέπει σήμερα να αυτοκτονήσουμε. Το διεθνές δίκαιο και η ευρωπαϊκή νομιμότητα συνηγορούν υπέρ της Κυπριακής Δημοκρατίας. Κανένας δεν μπορεί να την καταργήσει, εκτός και αν εμείς οι ίδιοι αυτοκτονήσουμε, αποδεχόμενοι τετελεσμένα, μη βιώσιμους συνεταιρισμούς και αφύσικους γάμους.
Ο καθηγητής Διεθνών Σχέσεων Παναγιώτης Ήφαιστος, σε συνέντευξή του στη «Σ», είναι χειμαρρώδης στις επισημάνσεις και στις αναλύσεις του γύρω από τις τελευταίες εξελίξεις στο Κυπριακό. Είναι ξεκάθαρος: Η θέση της Κύπρου ενισχύθηκε από την ένταξή της στο νομικοπολιτικό σύστημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επίσης επισημαίνει πως η αναζήτηση λύσης ποτέ δεν ήταν εύκολη. Γι’ αυτό, υποβάλλει έντονα, ποτέ δεν πρέπει να δεχθούμε μια μη βιώσιμη λύση, που θα επικυρώνει τα τετελεσμένα της τουρκικής εισβολής. Θα είναι αυτοχειριασμός, υπογραμμίζει, η κατάργηση της Κυπριακής Δημοκρατίας και η δημιουργία μιας τουρκικο-βρετανικής συγκυριαρχίας.
Ο καθηγητής Ήφαιστος επισημαίνει πως καμιά λύση που προτάθηκε από τους ξένους, μετά το 1974, δεν ήταν βιώσιμη. Όλες ανεξαιρέτως ισοδυναμούσαν με την πολιτική και πολιτειακή μας θανάτωση. Ο Παν. Ήφαστος εισηγείται όπως η Λευκωσία αξιώσει από την Ελλάδα την πλήρη αμυντική της κάλυψη και μαζί να αποδυθούν σε μια γιγαντιαία εκστρατεία διαφώτισης για λύση στα πλαίσια της διεθνούς και ευρωπαϊκής νομιμότητας. Η δική του πρόταση συνοψίζεται ως εξής: «Ασυμβίβαστη και ανένδοτη εμμονή στη διεθνή και ευρωπαϊκή νομιμότητα και πάλη σε όλα τα μέτωπα για να εφαρμοστεί». Ο καθηγητής Ήφαιστος λέγει στη συνέντευξή του:
Πώς απαντάτε σε κυβερνώντες και ευκαιριακούς συμπολιτευόμενους που ισχυρίζονται πως όσοι διαφωνούν με τη διζωνική, ενισχύουν, τάχα, τη διχοτόμηση;
Ύβρις και ταυτόχρονα επωδός είναι αυτό που συχνά ακούεται μετά τις τελευταίες προεδρικές εκλογές, πως όποιοι δεν θέλουν μια «τσιμεντωμένη» ανανική λύση συνηγορούν, δήθεν, με διχοτόμηση ή και μη λύση. Οι άνθρωποι που τα εκστομίζουν, βρίσκονται υπό την επήρεια παρωχημένων διεθνιστικών συνδρόμων και αυταρχικών νοοτροπιών, που αναμείχθηκαν με νεοσυντηρητικές νεοφιλελεύθερες ασυναρτησίες, δημιουργώντας ένα διεστραμμένο ιδεολογικό μείγμα που εξυπηρετεί βάσεις, συγκυριαρχίες και παντοτινές εξαρτήσεις.
Δεν είναι τυχαίο πως ήδη από τις αρχές της τρέχουσας δεκαετίας τα ιδεολογήματα και θεωρήματα, που στηρίζουν τέτοιες θέσεις, τα ευνοούν ή και τα χρηματοδοτούν οι αγγλοαμερικανικές υπηρεσίες. Βιάζονται οι νεοφώτιστοι αριστερονεοφιλελεύθεροι να σπρώξουν την Κύπρο στη φωλιά της τουρκικής αρκούδας για να δικαιωθούν. Αφελώς πίστευαν και συνεχίζουν να πιστεύουν πως αισθητικές και φιλικές σχέσεις είναι υπεράνω διακρατικών συμφερόντων. Έτσι, κατάντησαν να πιστεύουν πως οι θύτες της κυπριακής τραγωδίας θα συμπεριφερθούν αλτρουϊστικά. Και κάθε μέρα που περνά διαψεύδονται από τα γεγονότα. Αντί να συνέλθουν, γίνονται ολοένα και πιο επιθετικοί, πυροβολούν άσφαιρα και παραπονιούνται παιδιάστικα όταν ο «φίλος Ταλάτ», εγκάθετος της Άγκυρας και πρώην εξτρεμιστής της ΤΜΤ, δημοσιοποιεί αυτά, που πραγματικά συζητούνται πίσω από τις κλειστές πόρτες.
Τι έπρεπε να κάνουν από κοινού Αθήνα και Λευκωσία;
Αντί μιας υποβόσκουσας ανθελληνικής περιρρέουσας ατμόσφαιρας, που εκτονώνει τις ενοχές και διεθνιστικά σύνδρομα δεκαετιών, πιο ορθολογιστικό θα ήταν η Λευκωσία να αξιώσει από την Ελλάδα την πλήρη αμυντική κάλυψη και ταυτόχρονα τη συμπόρευση της Αθήνας σε μια γιγαντιαία εκστρατεία διαφώτισης για τον ορθολογισμό της προσέγγισης για ειρηνική λύση στη βάση της διεθνούς και ευρωπαϊκής νομιμότητας. Το ίδιο ισχύει για τις Βρυξέλλες όπου, αντί παρακάλια, θα πρέπει να υπάρξουν απαιτήσεις για συμμόρφωση όλων με την ευρωπαϊκή νομιμότητα. Τα περί δικοινοτικής, διζωνικής ομοσπονδίας, παρεμπιπτόντως, είναι ιλαροτραγικό λάθος να γίνονται σημαία μας.
Αυτό, γιατί το περιεχόμενο μιας βιώσιμης λύσης προδιαγράφεται από την ιδιότητα του μέλους της ΕΕ (οι Τούρκοι ξέρουν τι κάνουν όταν ζητούν να μας παγιδέψουν στις «μόνιμες εξαιρέσεις από το θεμελιακό δίκαιο της ΕΕ»). Πώς, όμως, να θεραπευτούν αγκυλώσεις δεκαετιών και πώς να σιγάσουν χαζοχαρούμενες διεθνιστικές προσδοκίες για «έντιμους συμβιβασμούς», που θα πάντρευαν θύτη και θύμα!
Δηλαδή, πρέπει να αυτοκτονήσουμε επειδή αύριο, ίσως, μπορεί να πεθάνουμε;
Η «λύση» ποτέ δεν ήταν εύκολη και ποτέ δεν θα είναι. Ίσως μάλιστα μια βιώσιμη λύση να είναι ανέφικτη. Αν το τελευταίο ισχύει, αυτό δεν σημαίνει πως πρέπει να δεχθούμε μια βιώσιμη λύση, αυτοκτονώντας σήμερα από φόβο μήπως και πεθάνουμε αύριο. Βασικά, ποτέ δεν πρέπει να δεχθούμε μια μη βιώσιμη λύση που θα επικυρώνει τα τετελεσμένα της βίας. Αυτό κάναμε μετά το 1974 και είναι ζήτημα στοιχειώδους λογικής να συνεχίσουμε να κάνουμε το ίδιο.
Όμως, πρέπει να τονιστεί πως η σημερινή συγκυρία για την αξίωση βιώσιμης επίλυσης του Κυπριακού είναι καλή όσο ποτέ άλλοτε: Η Ευρώπη κατάλαβε το πόσο υπερβολικό ήταν να βιαστεί όσον αφορά στην τουρκική ένταξη, η Άγκυρα βρίσκεται σε μεταβατική φάση και αν εμείς αξιώσουμε ορθολογιστικές προσεγγίσεις, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να υιοθετηθούν από πολλούς. Δυστυχώς, η μεν προηγούμενη προεδρία ατόνησε, η δε παρούσα κινείται προς την ακριβώς αντίθετη πορεία.
Πώς θα πείσουμε τους Τ/κύπριους για τις προθέσεις μας να συμβιώσουμε σε ένα κράτος δικαίου;
Οι Τουρκοκύπριοι είναι η κρισιμότερη πλευρά. Αντί, λοιπόν, να τους σκανδαλίζουμε αφήνοντας να εννοηθεί πως θα δεχθούμε τους εγκληματίες πολέμου -τους έποικους, για τους οποίους οι δεσμευτικές διεθνείς συμβάσεις προνοούν επακριβώς τι πρέπει να γίνει-, θα έπρεπε να εκστρατεύσουμε για να τους πείσουμε για τον ορθολογισμό ενός κοινού βίου σε ένα κράτος δικαίου, που διασφαλίζεται απολύτως από την ένταξη στην ΕΕ. Οι συνεταιρισμοί και οι πολιτικές ισότητες, που η Άγκυρα αξιώνει μέσω των Τουρκοκυπρίων ηγετών, ακυρώνει μια τέτοια προοπτική. Όσον αφορά στην Τουρκία, πάντως, μια ορθή εκτίμηση είναι πως ποτέ δεν θα υπάρξει λύση αν δεν «πειστεί» πως πρέπει να απαγκιστρωθεί. Και αυτό με παρακάλια και κατευνασμούς δεν επιτυγχάνεται.
Όλα αυτά, ήδη αναφέρθηκε, δεν είναι εύκολα πράγματα, και ποτέ δεν είπαμε ότι είναι. Γι’ αυτό έπρεπε και πρέπει να συνεχίσουμε να είμαστε μονίμως συμβιβασμένοι με την ιδέα πως -αν δεν μπορούμε να πείσουμε τους Τουρκοκύπριους να γίνουν πολίτες κάτω από την ίδια στέγη σε μια βιώσιμη πολιτεία, να διώξουμε τον τουρκικό στρατό εισβολής στρατιωτικά ή να πείσουμε την Τουρκία να απαγκιστρωθεί από το νησί- δεν θα πρέπει να αυτοκτονήσουμε πολιτειακά. Γιατί είναι αυτοχειριασμός η κατάργηση της Κυπριακής Δημοκρατίας και η δημιουργία μιας έμμεσης ή και άμεσης τουρκικής συγκυριαρχίας (τυραννία της μειονότητας + τουρκικά στρατεύματα + αγγλικές βάσεις).
Πώς αναλύετε την κατάσταση σήμερα γύρω από το Κυπριακό;
Η θέση μας δεν είναι τόσο τραγική όσο οι νεοφώτιστοι θέλουν να την εμφανίζουν. Σήμερα βρισκόμαστε εκεί που ήμασταν το 2004, αμέσως μετά την ένταξη στην ΕΕ και όχι στο 1974: Το διεθνές δίκαιο και οι αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας συνηγορούν υπέρ της κυπριακής ανεξαρτησίας και όχι υπέρ της κατάργησής της. Αυτό ενισχύθηκε σε μέγιστο βαθμό, εξάλλου, μετά την ένταξη στο νομικοπολιτικό σύστημα της ΕΕ. Έτσι,
α) η διεθνής και ευρωπαϊκή νομιμότητα είναι η νομική βάση, β) το ευρωπαϊκό και διεθνές διπλωματικό πεδίο είναι μπροστά μας για να παλέψουμε υπέρ μιας βιώσιμης λύσης, και γ) κανένας δεν μπορεί να καταργήσει την Κυπριακή Δημοκρατία, εκτός και αν εμείς οι ίδιοι αυτοκτονήσουμε με το να δεχθούμε μη βιώσιμους συνεταιρισμούς, ρατσιστικές πολιτικές ισότητες που καταργούν τη δημοκρατία και παραβίαση των υποχρεωτικών για όλους (και για την Τουρκία) συμβάσεων που μας κατοχυρώνουν κατά των εγκλημάτων πολέμου (έποικοι) και κατά της εμμονής στη συνεχιζόμενη παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Όσον αφορά στην ΕΕ πιο συγκεκριμένα, όπως ακριβώς υποστηρίξαμε ήδη από το 1983, μπορεί να μην είναι πολιτικά ισχυρό σύστημα γιατί στερείται συλλογικής πολιτικής βούλησης για να παρέμβει υπέρ της κυπριακής ανεξαρτησίας, αλλά κανείς δεν μας εμποδίζει να ζητούμε από όλους συμμόρφωση με την ευρωπαϊκή νομιμότητα, η οποία, υπενθυμίζεται, είναι νομικά δεσμευτική τόσο για τα μέλη όσο και για μέλη που θέλουν να ενταχθούν (ή που θέλουν να έχουν άλλης μορφής σχέσεις με την ΕΕ).
Ποια είναι η δική σας πρόταση για βιώσιμη λύση στο Κυπριακό;
Ας μιλήσουμε με τη γλώσσα της αλήθειας: Καμιά λύση που προτάθηκε από ξένους μετά το 1974 δεν ήταν βιώσιμη. Όλες ανεξαιρέτως ισοδυναμούσαν με πολιτική μας θανάτωση. Ανεξαρτήτως συνεπειών, καμιά λύση που δεν παράγει βιώσιμη λύση δεν πρέπει να γίνει αποδεκτή. Πιο ξεκάθαρα: Αντί αυτοκτονίας, ας μείνουν αδούλωτες οι πατρογονικές μας εστίες. Ποτέ διχοτόμηση, ποτέ αναγνώριση των τετελεσμένων, ποτέ αφύσικους γάμους με την Τουρκία. Και ας μη βιαστούν να δολοφονήσουν με υπουλότητες αυτήν τη θέση όσοι, με την πολιτική που ακολούθησαν, μας έσπρωξαν στον κατήφορο:
Όσοι συνέπραξαν στο πραξικόπημα και που σήμερα είναι Αναν-ιστές κατευναστές χειρίστου είδους, όσοι έκαναν τον κατευνασμό του εισβολέα σημαία τους, όσοι καταπολέμησαν την αίτηση ένταξης στην ΕΕ, όσοι καταπολέμησαν την αμυντική μας ενίσχυση, όσοι ζουν ακόμη στην παρωχημένη κουμμουνιστική εποχή των κενών συνθημάτων, όσοι δεσμεύτηκαν να τσιμεντώσουν το ΝΑΙ στην υποδούλωση της φιλοσοφίας του σχεδίου Ανάν και όσοι, σήμερα, αντί υπερήφανης και αξιοπρεπούς αξίωσης αυτού που οι Κύπριοι δικαιούνται, γυροφέρνουν σε φιλικές συναντήσεις που, δυστυχώς, δεν πρέπει να προκαλούν γέλωτες αλλά κλάματα. Η δική μας πρόταση είναι μία: Ασυμβίβαστη και ανένδοτη εμμονή στη διεθνή και ευρωπαϊκή νομιμότητα και πάλη σε όλα τα μέτωπα για να εφαρμοστεί.
Γιατί οι κυβερνώντες αρνούνται να δουν αυτήν την πραγματικότητα και να την αξιοποιήσουν για στήριξη της ευρωπαϊκής νομιμότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας;
Ο λόγος που αρνούνται να δουν αυτή την πραγματικότητα οι νυν κυβερνώντες και οι συνοδοιπόροι τους, είναι τα σύνδρομα ενοχής από τις πολιτικά εγκληματικές στάσεις του παρελθόντος. Φέρουν τεράστιες πολιτικές ευθύνες όσοι, το 2003-4, αντί αξίωσης εφαρμογής της διεθνούς και ευρωπαϊκής νομιμότητας άφησαν τους ανεκδιήγητους Χάνεϊ και ντε Σότο να ασελγούν πολιτικά πάνω στην Κύπρο, εξ ονόματος μάλιστα του ΟΗΕ, τις θεμελιώδεις αρχές του οποίου παραβίασαν βάναυσα. Σκοπός τους ήταν όχι η λύση, αλλά η παντοτινή υποδούλωση των Κυπρίων στα τουρκοαγγλικά ιμπεριαλιστικά συμφέροντα. Όμως, οι ημέτεροι κράχτες του κατευνασμού, αντί να μετανοήσουν γι’ αυτό, υποσχέθηκαν «τσιμεντώματα» που τώρα εκδικητικά και αυταρχικά επιχειρούν να επιβάλουν? αντικανονικά, ισχυριζόμενοι πως μια εντολή διακυβέρνησης σημαίνει λευκό αποφάσεων για κρατικό αυτοχειριασμό και παντοτινή απώλεια της κυπριακής κρατικής κυριαρχίας, δηλαδή της συλλογικής ελευθερίας των Κυπρίων.
Βιάστηκαν, επίσης, οι κυβερνώντες μετά τις τελευταίες προεδρικές εκλογές, να μετατρέψουν την κυπριακή κοινωνία σε ένα μεταμοντέρνο χυλό που θα την καθιστά εύκολη λεία στα ιμπεριαλιστικά αρπακτικά. Εκεί που οι Κύπριοι είναι προικισμένοι με μακραίωνο πολιτισμό και ταυτότητα, βάλθηκαν να τον μετατρέψουν σε άτομα-μηχανές χωρίς πνεύμα, ταυτότητα, συνείδηση. Να τους μετατρέψουν σε άτομα επίπεδα, αντικαταστάσιμα, εύκολα ανταλλάξιμα και έτοιμα να φορέσουν οποιοδήποτε πολιτειακό ένδυμα συρράψουν οι συνομιλητές των διεθνοπολιτικών παρασκηνίων (των οποίων οι λεγόμενες «ενδοκυπριακές», όπως διεξάγονται, δεν αποτελούν παραμόνο παρακολούθημά τους).
Υπονομεύουν, επιπλέον, τους ήρωες της ελευθερίας μας και κουβαλούν στην Κύπρο τα ξεπεσμένα ελλαδικά ιστοριογραφικά απόνερα που έγραψαν ιστοριούλες γεμάτες λάθη, τις οποίες το ελληνικό κράτος απέσυρε και που τώρα βρήκαν ευκαιρία να ξεδώσουν πάνω στην Κύπρο συμμετέχοντας σε αποδομητικά συνέδρια, που ενθαρρύνει το επίσημο κράτος.
Δεδηλωμένος συνολικός σκοπός: Η πνευματική μας εκκένωση που θα διευκολύνει, δήθεν, τη «λύση».