Τα όσα συμβαίνουν στη χώρα μας μαρτυρούν κατά τρόπο περίτρανο ότι βιώνουμε βαθειά παρακμή, ίσως τη μεγαλύτερη της μακραίωνης ιστορίας του έθνους μας. Έντονο δείγμα παρακμής συνιστά κατ’ αρχή η αμφισβήτηση από κάποιους οπαδούς της νεωτερικής ιστορίας, οι οποίοι αμφισβητούν καίρια τη διαχρονική συνέχεια του ελληνισμού ταυτιζόμενοι ανερυθρίαστα με ορκισμένους εχθρούς του.
Δύο θέματα θα μας απασχολήσουν στο άρθρο μας, τα των φυλακών και των καθημερινών εκτρόπων στις μεγαλουπόλεις.
Αναγγέλθηκε ότι επίκειται η αποφυλάκιση σημαντικού αριθμού κρατουμένων λόγω του αδιαχωρήτου που έχει προκύψει στις φυλακές, τα σωφρονιστήρια κατά πλέον ατυχή έκφραση. Αν ληφθεί υπ’ όψη η άκρα επιείκεια, με την οποία αντιμετωπίζουν στον καιρό μας τα δικαστήρια τους παραβάτες, αντιλαμβανόμαστε ότι η κατάσταση θα ήταν τραγική από ετών, αν επιβάλλονταν ποινές σύμφωνες με την ισχύουσα νομοθεσία. Τι άραγε προέχει; Η Πολιτεία είναι επιεικής, επειδή αναγνωρίζει ότι αυτή πρωτίστως συμβάλλει με τη στάση της έναντι των πολιτών στην έξαρση της εγκληματικότητας ή εντέλλεται στους δικαστές να είναι επιεικείς, επειδή το κόστος φύλαξης των τιμωρουμένων είναι πλέον υπέρογκο; Το πρώτο θα έπρεπε να συμβαίνει, το δεύτερο πράγματι συμβαίνει. Η Πολιτεία καθίσταται ολοένα και πλέον ανίσχυρη στην αντιμετώπιση και επίλυση των προβλημάτων των πολιτών της. ¨Όχι μόνο δεν μεριμνά για την κατοχύρωση των στοιχειωδών δικαιωμάτων του λαού, και ιδιαίτερα των νέων, αλλά απεναντίας τα καταργεί με ολοένα εντεινόμενο ρυθμό. Το δικαίωμα της εργασίας πλήττεται ανεπανόρθωτα, η ασφάλεια και η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη το ίδιο. Παράλληλα είναι αυτή που εκμαυλίζει τους νέους, μέσω του τρόπου ζωής που έχει ανεχθεί να επιβληθεί, αν δεν τον επέβαλε, να αποζητούν διέξοδο από τα ανεπίλυτα προβλήματα στη ζωή της νύχτας, μοναδικό φαινόμενο στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Οι νέοι μας, πριν καταφέρουν να βγάλουν το πρώτο τους μεροκάματο, έχουν εθιστεί στη σπατάλη και στην οκνηρία. Στα στέκια της νύχτας, τα πολιτιστικά κέντρα κατά πολιτικό μας του προσφάτου παρελθόντος, παρέχεται στους νέους μας πληθώρα ευκαιριών για εθισμό στην παραβατικότητα, όπως κατάχρηση οινοπνευματωδών ποτών, χρήση απαγορευμένων ουσιών και χρήση βίας. Και η Βουλή των Ελλήνων είναι ανίκανη να θεσμοθετήσει τη μεταβολή του τρόπου και του χρόνου λειτουργίας των κέντρων αυτών. Και όχι μόνο αυτό συμβαίνει, αλλά διασύρεται και η έννοια της αξιοπρέπειας με την ειδική συμπεριφορά έναντι «επωνύμων» παραβατών, οι οποίοι προβάλλουν ως σύγχρονοι «ήρωες» (το περιεχόμενο των εννοιών ήρωας και αντιήρωας έχει αντιμετατεθεί).
Η απόφαση αυτή θα συντελέσει στην περαιτέρω έξαρση της εγκληματικότητας. Οι παραβάτες γνωρίζουν ότι η Πολιτεία αδυνατεί να τους συντηρήσει στα «σωφρονιστήρια» για το σύνολο του διαστήματος που όρισε το δικαστήριο. Και όσο θα αυξάνει ο αριθμός των τιμωρουμένων και όσο θα εξασθενίζουν τα οικονομικά της χώρας το πρόβλημα θα εντείνεται. Το δυστύχημα για το Κράτος είναι ότι δεν θα εμφανιστεί ποτέ ιδιώτης να ενδιαφερθεί να αγοράσει φυλακές! Βέβαια ουδέν κακό αμιγές καλού. Ίσως έτσι να μην προλαβαίνουν οι κρατούμενοι να ολοκληρώσουν τις σπουδές στο έγκλημα εντός των φυλακών. Διότι είναι ώρα να τονίσουμε τη μεγάλη αλήθεια. Η φυλακή δεν έχει ως στόχο τη μεταμόρφωση του εγκλείστου, αλλά την προστασία της «καθώς πρέπει» κοινωνίας από πρόσωπα επικίνδυνα να διαταράξουν την ησυχία των πολιτών που έχουν αποδεχθεί τα πρότυπα της σύγχρονης «ζούγκλας»! Γι’ αυτό και σε ταινίες της χώρας που έχει αναγάγει το «σωφρονιστικό σύστημα» σε σχολείο επίδειξης αγριότητας και βαρβαρότητας εκ μέρους των «σωφρονιστών» βλέπουμε σκηνές που καταρρακώνουν τον άνθρωπο περισσότερο απ’ ότι στο οποιοδήποτε ανελεύθερο καθεστώς του παρελθόντος. Και τι να γράψουμε για την ύπαρξη κολαστηρίων αντιπάλων, όπως αυτό του Γκουαντάναμο;
Η Πολιτεία γεννά όμως πέρα από τους παραβάτες του κοινού ποινικού δικαίου και τους άλλους που αμφισβητούν καίρια το Κράτος. Είναι αυτοί οι αποκαλούμενοι «γνωστοί – άγνωστοι» με τις κουκούλες που αναστατώνουν καθημερινά το κέντρο των μεγαλουπόλεων. Θα είχα όλη την καλή διάθεση να αποδεχθώ ότι αυτοί είναι πράγματι αντεξουσιαστές, αλλά αδυνατώ. Αν περιορίζονταν στο να καταστρέψουν την προθήκη μιας τράπεζας ή μιας πολυεθνικής εταιρίας, ίσως να πειθόμουν. Τους βλέπω όμως να πυρπολούν καθημερινά και κάδους σκουπιδιών, ώστε να επιτείνεται το πρόβλημα της ρύπανσης, να καταστρέφουν δημόσια κτίρια, κυρίως σχολικά, που έγιναν με χρήματα του λαού και των οποίων αυτός θα κληθεί και πάλι να αποκαταστήσει τις ζημίες, να καταστρέφουν καταστήματα μικροϊδιοκτητών που ήδη πλήττονται από την οικονομική κρίση. Τέλος κάποιοι, που ξεπέρασαν σε ηρωισμό τους προηγούμενους κατέστρεψαν πρόσφατα και ένα περίπτερο που ανήκε σε ανάπηρη γριά. Η Αστυνομία εμφανίζεται ανήμπορη να επιβάλλει την τάξη. Είναι πράγματι ανήμπορη ή η Πολιτεία είναι η κυρίως υπεύθυνη για την παράταση της αναρχίας; Μήπως το Σύστημα επωφελείται από την δυσφορία των πολιτών για να λάβει εν καιρώ μέτρα περιορισμού της ελευθερίας όλων μας; Πολλοί είναι εκείνοι που επιθυμούν να λάβει επί τέλους μέτρα η Πολιτεία και να πατάξει αυτούς που αναστατώνουν την ησυχία τους. Άλλοι εγκλωβισμένοι στο παιχνίδι της αντιπαλότητας των κομμάτων εξουσίας αναλαμβάνουν ρόλο υπερασπιστού ή κατηγόρου της εκάστοτε κυβέρνησης, την οποία κατηγορούν ακόμη και για πράξεις ή παραλείψεις της Αστυνομίας. Το θλιβερό συμβάν του φόνου δεκαπεντάχρονου αγοριού έγινε αντικείμενο αμέσως πολιτικής εκμετάλλευσης από τα τηλεοπτικά παράθυρα. Η επίθεση κατά των αστυνομικών υπήρξε βίαια. Αλλά και αυτοί που κατηγορούνται δεν παύουν να είναι μέλη της κοινωνίας της παρακμής, σάρκα από τη σάρκα μας. Ασφαλώς και θα τους θέλαμε να στέκουν πιο ψηλά και να εγγυώνται την ασφάλειά μας. Αλλά τι συνιστά ασφάλεια σε εποχή εκποίησης των πάντων, αξιών και ιδανικών, προοπτικών και οραμάτων; Από την άλλη τί να λέγαμε στους λίγους που βλέπουν στους κουκουλοφόρους τους φερέλπιδες νέους της κοινωνικής ανατροπής. Πολλοί πράκτορες στα γεράματά τους έγραψαν και έθεσαν σε κυκλοφορία βιβλία με τον τρόπο δράσης των μυστικών υπηρεσιών. Δεν ισχυρίζομαι ότι όλοι οι βίαια δρώντες είναι εγκάθετοι, όμως πιστεύω ότι το κίνημά τους είναι ελεγχόμενο με στόχο την ένταση της αναταραχής στους κόλπους της κοινωνίας μας.
Και ενώ τόση μεγάλη ανάγκη έχουμε από τις προσευχές εκείνων που έταξαν τους εαυτούς τους να αγρυπνούν για τους συνανθρώπους τους, τους βλέπουμε να ενδίδουν στη λαγνεία του Συστήματος και να μετατρέπονται σε μπίζνεσμεν, έννοα που αδυνατεί να αποδώσει λέξη της ελληνικής. Ο Θεός να βάλει το χέρι του, καθώς από μας λείπει παντελώς η διάθεση αυτοκριτικής και περισυλλογής.
«ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ»
.