Λατινικός ο όρος, από την νομική επιστήμη, σημαίνει τον υπέρτατο βαθμό καλής πίστης που διέπει τα ασφαλιστικά συμβόλαια. Εφ’ όσον η συμβολαϊκή αυτή σχέση εμπεριέχει κάποια σπέκουλα για μελλοντικά γεγονότα, η απόλυτη πίστη στην γνώση όλων των υλικών παραγόντων στηρίζει και τον αμοιβαίο υπολογισμό του ενδεχομένου ή πιθανότητάς των ασφαλιστικών κινδύνων. Κινδύνων ή ρίσκων που τιμολογεί το ασφάλιστρο κατά τρόπον σύμφορο στους συμβαλλομένους, τον ασφαλιζόμενο και τον ασφαλιστή. Ο τελευταίος συνάπτει την συμφωνία στην βάση της εμπιστοσύνης ότι ο ασφαλιζόμενος τού έχει αποκαλύψει όλα τα στοιχεία και τις παραμέτρους που προσδιορίζουν αυτές τις πιθανότητες ή ρίσκα να επισυμβεί το καταστροφικό συμβάν έναντι του οποίου αναλαμβάνει τον κίνδυνο ο ασφαλιστής.
Η πρόσφατη αναταραχή στις παγκόσμιες αγορές στη βάση της έχει ακριβώς τον κλονισμό αυτής της πίστης αφού, στους ειδικευμένους ασφαλιστές στεγαστικών ομολόγων, τους «monolines», ακριβώς δεν είχαν δοθεί στην διάθεσή τους όλα τα στοιχεία για την επισφάλεια των υπό ασφάλιση πακεταρισμένων ως δομημένων ομόλογων «structure mortgage backed securities» στεγαστικών δανείων. Ή και χειρότερα, υπήρχε απαράδεκτη σύγκρουση συμφέροντος, αφού οι ασφαλιστές εκτιμητές πληρωνόντουσαν από τους «εκτιμητέους», άρα η κρίση τους δεν ήταν ανεξάρτητη συμφερόντων και αντικειμενική. Υπήρχε κι εδώ «conflict», «conflict of interests».
Τα κακά δάνεια, όπως τα κακά κορίτσια, πηγαίνουν παντού
Το πακετάρισμά αυτό των χαρτοφυλακίων των δανείων, με τον οξύμωρο πια τίτλο της ‘securitisation’ («εξασφάλιση» ή «ομολογοποίηση») γινόταν από μεγάλες επενδυτικές τράπεζες με τρόπο που τελικά αποπροσωποποιούσε κι έκρυβε εντελώς την πολύ επισφαλή πιστοληπτική ικανότητα των οφειλετών των στεγαστικών δανείων. Αυτά μάλιστα ήταν όλο και πιο ετοιμόρροπα με τους δυσβάστακτους όρους των «variable rates», επιτοκίων «μπαλονιών» που κάποια στιγμή θα φούσκωναν εκρηκτικά.
Τί είχε συμβεί. Στο περιβάλλον των χαμηλών επιτοκίων του Γκρήνσπαν, στο απότοκο του σκασίματος της φούσκας των «dot.com» μετοχών, μετά το 2001, αντιμετωπίζοντας δηλαδή την πρόκληση των χαμηλών περιθωρίων κέρδους από τον δανεισμό, τα αμερικανικά (αρχικά) πιστωτικά ιδρύματα είχαν σκαρφιστεί να επεκτείνουν τις πιστώσεις σε εντελώς αναξιόχρεους ανθρώπους που δεν δεν είχαν μέχρι τότε ελπίδα να εξασφαλίσουν κάποιο στεγαστικό δάνειο για αγορά σπιτιού. Και τους χρέωναν με βαρύτατα επιτόκια για το προνόμιο. Έκλειναν μάλιστα τα μάτια και επέτρεπαν στους δανειολήπτες να «εγγυηθούν» τρόπον τινά τους εαυτούς τους με προσωπικές κi ως επί το πλείστον πλαστές δηλώσεις «αυτοπιστοποιήσεις» εισοδημάτων, τα «self certification» ή «liars loans».
Δεν είχαν να χάσουν άλλωστε τίποτε, αντίθετα κέρδιζαν άμεσα πουλώντας τα δάνεια αυτά σαν ενυπόθηκα ομόλογα, «collaterised debt obligations»( CDOs) ή «asset backed securities» (ABSs) σε θεσμικούς επενδυτές. Το ρίσκο μετεκυλίετο παρακάτω και με το αζημίωτο… Και με τις τοξικές νάρκες καλά κρυμμένες, αμπαλαρισμένες στις εγγυήσεις των ασφαλιστών, δουλειά ΑΑΑ. Σαν να έπαιρναν χαρτί καλών φρονημάτων από τις καλόγριες τα κωλ γκερλς. Και σαν κακά κορίτσια, τα κακά δάνεια πήγαιναν λοιπόν παντού.
Πακεταρισμένα έτσι σαν υψηλής απόδοσης αλλά και «σίγουρα», δηλαδή υψίστης πιστοληψίας ΑΑΑ, τα ομολογοποιημένα αυτά στεγαστικά δάνεια «ωρολογιακές βόμβες» επωλούντο μάλιστα στην συνέχεια και σε θεσμικούς επενδυτές εντεταλμένους να απέχουν κινδύνων, «risk averse», όπως τα συνταξιοδοτικά ταμεία. Που ενόμιζαν («νήπιοι ουδ’ εννόησαν» που θά ‘λεγε ο ‘Ομηρος) ότι επενέδυαν σε «οχήματα» αρίστης πιστοληπτικής ποιότητας!
Στη βάση της μεγάλης πιστωτικής επέκτασης των τελευταίων ετών και της φούσκας των τιμών των ακινήτων υπήρχαν δηλαδή φύκια που επωλούντο ως μεταξωτές κορδέλες. Με την σειρά του, το όλο σύστημα της τέτοιας απρόσεκτα αφειδώλευτης προσφοράς στεγαστικών δανείων, πιστώσεων μακροπρόθεσμων στην φύση τους, στηριζόταν όχι στις καταθέσεις πελατών αλλά στον βραχυπρόθεσμο ορίζοντα της συνεχούς αναχρηματοδότησης με την πώληση των δομημένων ομολόγων. Μια ασυμμετρία ενεργητικού και παθητικού που αντιβαίνει στους πιο βασικούς χρηματοπιστωτικούς κανόνες που γνωρίζουν πρωτοετείς των οικονομικών.
Αλλά ένα τέτοιο χρηματοδοτικό σύστημα βασιζόταν απόλυτα στην εμπιστοσύνη, την «πίστη» δηλαδή στην αξία του πωλουμένου δομημένου ομολόγου (δηλ. των υποθηκευμένων αξιών «collateral» που το στηρίζουν. Όταν τα φύκια άρχισαν να βρωμούν ακριβώς ως φύκια, και κανείς πια δεν ήξερε πού ήταν κρυμένα τα «τοξικά» πιστωτικά απόβλητα, η βρύση στέρεψε με μιας. Είχαν όλοι καταλάβει αίφνης ότι αυτά τα φερόμενα ως απόλυτης πιστοληπτικής αξίας στηριγμένα σε στεγαστικά δάνεια δομημένα ομόλογα ή ενυπόθηκα χρεώγραφα (collaterised debt obligations) ήταν πύργοι φτιαγμένοι από τραπουλόχαρτα.
Κανείς δεν ήξερε και δεν «πίστευε» πια στην «αξία» που αγόραζε. Το «roll over», επαναχρηματοδότηση των μακροπρόθεσμων υποχρεώσεων των τραπεζών, έκλεισε δια μιας, και οι τράπεζες αντιμετώπισαν αδυναμία κάλυψης υποχρεώσεων, ήσαν δηλαδή «insolvent». Η Πριγκίπισσα είχε μετατραπεί σε ρακένδυτη Σταχτοπούτα και η Φερράρι της σε κολοκύθα.
Εάν πίστη ουκ έχεις
Η κρίση της πιστωτικής στενότητας αφορά ουσιαστικά μια ιστορικών διαστάσεων κατάρρευση του συστήματος προσφοράς τραπεζικής πίστης που στήριξε την μεγάλη οικονομική άνθηση των τελευταίων ετών. Mε μια ειρωνική στροφή της ιστορίας, τα πιο άφρονα από τα στεγαστικά δάνεια στη βάση της πυραμίδας των στεγαστικών δανείων, τα «αυτοπιστοποιημένα δάνεια» επαλήθευσαν πλήρως την αντίστοιχη «ωμή» αμερικανική τους ονομασία: «liars loans». Τα δάνεια των ψευτών. Που στην πρώτη δύσκολη ώρα, άρχισαν να επιστρέφουν μαζικά τα κλειδιά των σπιτιών στις τράπεζες, επιταχύνοντας την πτώση της τιμής τους. Όταν ο χελωνάκος στην βάση της πυραμίδας από χελώνες (με «μάστρους του σύμπαντος» στην κορυφή τους επενδυτικούς τραπεζίτες) σηκώθηκε κι έφυγε, «αναστάς εβάδισεν», κατέρρευσε όλη η πυραμίδα λέει ο μύθος. Κι οι αρχιχελώνοι των «hedge funds» και των επενδυτικών οίκων βρέθηκαν με τα μούτρα στο έδαφος.
Διότι η πραγματικότητα πάντα σηκώνει ξεδιάντροπα το κεφάλι της. Και το ξεφούσκωμα των αξιών που είχαν ρουφήξει τον αέρα κοπανιστό των εύκολων πιστώσεων, κι τρομερός κινδυνος που αποπληθωρισμού (της ανελέητης υποχώρησης των αξιών – με μόνη την διατήρηση της αξίας των δανειακών υποχρεώσεων) που αχνίζει στον ορίζοντα αποδεικνύει ότι τα βάσανα είναι δανεικά και τα δανεικά βάσανα. Κι ότι η uberrima φυλάει τα έρημα.
Ακούτε έρημα της Κύπρου
Αλλά έχει και το ηθικόν της δίδαγμα για μας στην Κύπρο η υπόθεση. Όχι για το φούσκωμα των ακινήτων ή και των στομάχων που ορίζει τις πιστωτικές επεκτάσεις στο νησί της απόλυτης πίστης στο «σούβλα ή τούβλα».
Διότι η Κύπρος καλείται να δείξει μια ανάλογη «απόλυτη πίστη» σε κάθε συμφωνητικό της με την επήλυδα δύναμη Τουρκία, μια δύναμη μάλιστα όχι μόνο μειωμένης πιστοληψίας, αλλά απλά, το απόλυτο liars loan. Κι η λειτουργικότητα μιας λύσης «συνεταιρικής δημοκρατίας», που θα καλείται μέσα από συνεχείς καθημερινά τριβές και «τούρκικα» παζάρια να καταλήγει σε «ομόφωνες», «συναινετικές αποφάσεις» θα τελεί πάντα υπό την αίρεση (πείτε την ομηρεία αν θέλετε) της άλλης πλευράς. Στην απόλυτη καλή πίστη, uberrima fides, ότι θέλει η άλλη πλευρά να λειτουργήσει η λύση, ότι δεν θέλει να διαλυθεί το κράτος εις τα εξ ών «συνετέθη», πώς το λένε η Τούρκοι.
Όσο λειτουργικοί ή δυσλειτουργικοί κι αν είναι οι θεσμοί και ο συνταγματικός σχεδιασμός της λύσης της συνεταιρικής δημοκρατίας, η αποτελεσματική τους λειτουργία θα εξαρτάται εν τέλει από την καλή πίστη των «εταίρων» που θα πρέπει να τους ομαλοποιήσουν στη δυναμική της πολιτειακής λειτουργίας και ζωής του κράτους. Χωρίς την καλή αυτή πίστη είναι κενολογία να ομιλεί κανείς για την λειτουργικότητα των θεσμών. Εάν πίστιν ούκ έχεις…
Kαι για να παραθέσω την προειδοποίηση του Γ. Κωνσταντακόπουλου στο «Η Αρπαγή της Κύπρου», εσείς θα παίζατε το σπίτι σας, το μόνο σας σπίτι, στο χρηματιστήριο; Αγοράζοντας την πίστη μιας… αποικοδομητικής ασάφειας και των κρυφών τρυπών των «ομολόγων» ή ομολογημένων, όσων δηλαδή κρυφίως και εριφίως, έχουν συνομολογηθεί; Το ρίσκο να παραδώσουμε κάποτε τα κλειδιά και μεις, δεν είναι τόσο απομακρυσμένο.
Titus Londiniensis, εξ Άγγλε τέρας
Δια το πιστόν Τίτος Χριστοδούλου
.