Γράφει ο Ανδρέας Σταλίδης.
Δημοσιεύθηκε στην Εστία, 15 Ιουνίου 2021.
Γνωρίζουμε ολοι πως στις ανασκαφές που λαμβάνουν χώρα προκειμένου για τις εργασίες του μετρό Θεσσαλονίκης να συνεχίσουν και να ολοκληρωθούν, βρέθηκαν στην διασταύρωση της Εγνατίας οδού με την Βενιζέλου ανεπανάληπτης αξίας αρχαία ερείπια από την πρωτοβυζαντινή περίοδο της πόλης. Τα ευρύματα αυτά έχουν χαρακτηριστεί από διεθνείς αρχαιολόγους ως ‘η βυζαντινή Πομπηία’, και όπως δηλώνουν οι ειδήμονες, είναι η μοναδική ανακάλυψη στον κόσμο που αφορά ζώντα υπολείμματα απ’την αστική καθημερινότητα της βυζαντινής εποχής (συμπεριλαμβανόμενων και των μνημείων στην Κωνσταντινούπολη). Επιπλέον, και ενδεχομένως πιο σημαντικό απ’όλα, υπογραμμίζουν την ιστορική συνέχεια της πόλης –αναδεικνύοντας την συγκεκριμένη περιοχή της Εγνατίας ως εμπορικό κόμβο με την ίδια χρήση εδώ και 1500 χρόνια!
Αμέσως τέθηκε το ερώτημα αν πρέπει να συνεχιστούν, στο συγκεκριμένο σημείο, οι εργασίες για το μέτρο ή αν πρέπει αντιθέτως να σταματήσουν και το συγκεκριμένο σημείο να ανασκαφεί και αποδοθεί στο κοινό ως αρχαιολογικός χώρος. Στην δεύτερη περίπτωση, οι εργασίες για το μέτρο θα έπρεπε να διαφοροποιηθούν –για το οποίο, και την προπαρασκευή του σχεδίου διατήρησης των αρχαιοτήτων και συνέχισης των εργασιών του μετρό (παραλλαγμένων) εγκρίθηκε το 2017 κονδύλιο 6 εκατομμυρίων ευρώ.
Παρά την αρχική απόφαση να συμβεί το δεύτερο, η κυβέρνηση της ΝΔ, με προσωπική απόφαση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, ενέκρινε την πρώτη λύση, δηλαδή να ξηλωθούν τα ευρύματα, να ολοκληρωθεί η κατασκευή της στάσης μετρό στην Βενιζέλου, και να ‘επανατοποθετηθούν’ –κάτι που όπως λένε οι ειδήμονες είναι πρακτικά αδύνατο και αποκλείεται να συμβεί (απλά, στην καλύτερη περίπτωση, θα διανθιστούν οι εγκαταστάσεις του μετρό με κανα-δυο αρχαία αντικείμενα ή αποσπάσματα δαπέδου ως γαρνιτούρα στο υπόβαθρο). Ταυτόχρονα με την απόφαση, η κυβέρνηση και η «Αττικό Μετρό» επέλεξαν να ‘ξηλώσουν’ τα έργα που είχαν γίνει από το 2017 για την διατήρηση των αρχαιοτήτων και την τροποποίηση των εργασιών του μετρό. ‘Ετσι, 5 εκατομμύρια ευρώ πετάχτηκαν απ’το παράθυρο.
Ακολούθησε η συνεδρίαση του ΚΑΣ, που, σε κλίμα πολιτικής τρομοκρατίας υπό τον εποπτεύοντα ΓΓ του υπουργείου Πολιτισμού, όπως λέει το ρεπορτάζ, ενέκρινε την διευθέτηση που είχε προαποφασίσει η πολιτική εξουσία. Το διακύβευμα κορυφώθηκε με την απόφαση της ολομέλειας του ΣτΕ τον προηγούμενο μήνα, που έδωσε το πράσινο φως για την προτεινόμενη λύση -με τις πολιτικές πιέσεις στο δικαστήριο πάλι να κορυφώνονται, όπως δεν είναι μυστικό. Έτσι σήμερα, ο δρόμος που οδηγεί στην υλοποίηση αυτής της τραγικής όσο και εγκληματικής απόφασης έχει ανοίξει τελειωτικά. Εναπόκειται πλέον στον ελληνικό λαό, και κυρίως στον λαό της Θεσσαλονίκης, να αντιδράσει έμπρακτα και να πιέσει για την αναίρεση αυτής της απόφασης.
Να υπογραμμιστούν δύο πράγματα:
Πρώτον, ότι η σχεδιαζόμενη απόσπαση των αρχαιοτήτων, όπως με πολύ συνέπεια προσπαθεί η ανάδοχος εργολαβική εταιρεία ‘Αττικό Μετρό’ (υποτιμώντας συστηματικά τόσο τα ευρύματα όσο και τις δαπάνες που χρειάστηκε να καταβάλλει για την ανασκαφή και την τροποποίηση του αρχικού της σχεδίου), και το ‘νταβατζιλίκι’ που πουλάνε εν προκειμένω οι πολιτικοί θιασώτες του έργου, θα αποτελέσει την σοβαρότερη βαναυσότητα εις βάρος της εθνικής μας κληρονομιάς τις τελευταίες δεκαετίες. Για την ακρίβεια, τέτοιο μένος εναντίον των υπολειμμάτων του βυζαντινού μας παρελθόντος έχουμε να δούμε από την εποχή των Βαυαρών, που γκρέμιζαν βυζαντινές και μεταβυζαντινές εκκλησίες στην Αθήνα είτε για να κάνουν ανασκαφές (που σχεδόν ποτέ δεν ευοδώθηκαν) ή για να προχωρήσουν σε ‘έργα υποδομής’. Οι διεθνείς ειδήμονες που έχουν λάβει γνώση των ευρημάτων απορούν και εξίστανται, πως γινεται να έχει ‘βρεθεί η ‘βυζαντινή Πομπηία’ και στην θέση της η κυβέρνηση να επιλέγει να ξηλώσει τα ευρήματα και να παίξει ‘Lego’.
Δεύτερον, ότι όπως θυμόμαστε και από την υπόθεση της προτεινόμενης κατεδάφισης των δύο νεοκλασσικών κτιρίων στην Διον. Αρεοπαγίτου στην Αθήνα προκειμένου για την ‘ανάδειξη’ του νέου μουσείου της Ακρόπολης, πρότασης που επίσης είχε εξασφαλίσει την έγκριση του ΣτΕ, την πραγματική δύναμη δεν την έχουν τα όποια δικαστήρια, αλλά η δημοκρατική αντίδραση του κόσμου και των πολιτών.
Καλείται όποιος αγαπά και πονάει αυτή την πόλη, και κάθε Έλληνας που απαιτεί, ως δείγμα αυτοσεβασμού, την διατήρηση και ανάδειξη της πολιτισμικής κληρονομιάς της χώρας του, να πει ένα βροντερό ΟΧΙ στην Ελλάδα των εργολάβων που εμφύσησαν οι τακτικές του 50, της βάναυσης μπετονοποίησης και τσιμεντοποίησης των πάντων, και να διατρανώσει το ανάστημα του για την διάσωση κατά χώραν των αρχαίων στον σταθμό Βενιζέλου.