Δέκα χιλιάδες μέλισσες έστειλε ο Ονήσιλος
κι όλες ψοφήσανε πάνω στο παχύ μας δέρμα
χωρίς τίποτα να νιώσουμε.
Παντελής Μηχανικός
Το βιβλίο Δέκα χιλιάδες μέλισσες, που σας παρουσιάζουμε απόψε, είναι το μυθιστόρημα της Κύπρου του 20ου αιώνα. Το μυθιστόρημα της Αυτογνωσίας της.
Αποτελεί ιστορικό αίνιγμα. Πώς μπόρεσε να εμφανιστεί, ξαφνικά κι από το πουθενά, ένα τόσο δυνατό έργο; Είναι Λογοτεχνία, αλλά συγχρόνως και Ιστορία, Ανθρωπολογία, Ψυχολογία, Φιλοσοφία, -όπως ταιριάζει στην μεγάλη Λογοτεχνία. Θα έπρεπε να διαθέτουμε πολύ χρόνο, για να πλησιάσουμε το έργο απ’ όλους τους δρόμους που μας ανοίγει. Επιτρέψτε μου να περιοριστώ μόνο σε ορισμένα από τα μακροϊστορικά του συμφραζόμενα.
1.- O συμβολισμός
Επιγράφω την ομιλία μου «Το παχύ μας δέρμα», γιατί θέλω να δούμε μαζί πώς γίνεται να κεντρίσουν το δέρμα μας δέκα χιλιάδες μέλισσες και να ψοφήσουν όλες επάνω του, χωρίς να αισθανθούμε τίποτα.
Αναφέρομαι στην ιστορία του Ονήσιλου και στο ομώνυμο ποίημα του Παντελή Μηχανικού. Και βέβαια στον προφανή συμβολισμό της, τον οποίο και αξιοποιεί ο τίτλος του μυθιστορήματος του Άντη Ροδίτη.
Ποιος είναι ο Ονήσιλος ως επαναστατικό σύμβολο; Είναι ο διαχρονικός αρχηγός του κυπριακού αγώνα για την Ένωση με τους λοιπούς Έλληνες, με στόχο την κοινή εθνική ελευθερία. Ο αγώνας του προδίδεται και το κεφάλι του κρεμιέται για παραδειγματισμό στην πύλη της Αμαθούντας (οι Αμαθούσιοι είχαν εξαναγκαστεί από τον Ονήσιλο να τον στηρίξουν). Καθώς όμως, παραδόξως, ολόκληρο μελίσσι πηγαίνει και εγκαταβιώνει στην κρεμασμένη νεκροκεφαλή, η εικόνα μεταβάλλεται σε διαχρονικό σύμβολο της χαμένης εθνικής ελευθερίας. Οι θεματοφύλακες του Ιερού κηρύσσουν τον Ονήσιλο εθνικό ήρωα και εισάγουν τη μνήμη του στο κοινοτικό εορτολόγιο. Για να μην ξεχνούν, όπως λέμε, οι παλιοί και να θυμούνται οι νεώτεροι: ότι η Ένωση είναι στόχος εθνικός, πάγιος και αδιαπραγμάτευτος, που δεν επιτρέπεται να εγκαταλειφθεί. Ποτέ και με κανένα πρόσχημα.
Οι μέλισσες είναι, για το παράδοξο ιστορικό συμβάν και την αξιοποίησή του από τον Ποιητή, σύμβολο της Εθνικής Συνείδησης. Της εθνικής συνείδησης, ως πηγής της εθνικής συνεργατικής ομοψυχίας που φτιάχνει το μέλι της ελευθερίας. Και, συνάμα, της εθνικής συνείδησης ως τύψης και ενοχής, η οποία σαν το κεντρί των μελισσών αυτo-εξουδετερώνεται, όταν πλήττει μ’ αυτό την αντικείμενη χοντρόπετση ασυνειδησία.
Υπό το κράτος του διεισδυτικού αυτού συμβολισμού, ας διερωτηθούμε για τη φύση της κατεστημένης παχυδερμίας μας. Και κατ’ αρχάς ας την περιγράψουμε.
2.- Η μυθιστορηματική αλήθεια
Το πιο συγκλονιστικό, από τα αληθινά γεγονότα που συνθέτουν το μυθιστόρημα του Ροδίτη, διαδραματίζεται στη Λευκωσία, στο προεδρικό μέγαρο, τον Αύγουστο του 1964, όπου η Αμερική μας προσφέρει την Ένωση στο πιάτο, χωρίς όρους και ανταλλάγματα. Κι εμείς -ο Εθνάρχης μας- λέμε: «Όχι, ευχαριστώ, δεν θα πάρω», …επειδή το πιάτο είναι νατοϊκό!
Αδιανόητο. Και απολύτως καταστροφικό. Γιατί αν ο Μακάριος δεχόταν την Ένωση, οι Αμερικανοί δεν θα στρέφονταν στην Τουρκία. Η Κύπρος θα γινόταν ελληνικό νησί, εξ ίσου ασφαλές με τα υπόλοιπα. Ούτε την Δικτατορία θα γνωρίζαμε στην Ελλάδα, ούτε την τουρκική κατάκτηση στην Κύπρο. Πρόσφυγες δεν θα είχαμε. Ούτε νεκρούς και αγνοούμενους. Και βέβαια ούτε τα εσωτερικά παράσιτα που θέριεψε η καταστροφή σε Ελλάδα και Κύπρο και μας έχουν καταπνίξει.
Η Ένωση εγκαταλείφθηκε, όχι γιατί ήταν «ανέφικτη», αλλά γιατί ήταν ανεπιθύμητη. α) Δεν την ήθελε ο «Εθνάρχης» μας, που φαντασιωνόταν τον εαυτό του κορυφαίο ηγέτη των «Αδεσμεύτων». β) Δεν την ήθελε η κυπριακή άρχουσα τάξη, που φοβόταν μη φτωχύνει από την ένωση με την Ψωροκώσταινα. γ) Δεν την ήθελε το ΑΚΕΛ, που φαντασιωνόταν τον εαυτό του μπροστάρη στον αγώνα για την επικείμενη ανατροπή του ιμπεριαλισμού και την παγκόσμια νίκη του κομμουνισμού. (Συγκατέβαινε βέβαια στην Ένωση, υπό τον όρο να φύγει πρώτα η Ελλάδα από το ΝΑΤΟ!) Ο μόνος που αληθινά την ήθελε ήταν η μεγάλη μάζα του κυπριακού λαού. Αδαής όμως και ευχειραγώγητη, ακολούθησε σαστισμένη τον «Εθνάρχη», σαν το κοπάδι στη γραμμή για τον γκρεμό.
Όλα τούτα μαζί (αρνητική ηγεσία / αρνητική άρχουσα τάξη / αρνητική αριστερά / ευχειραγώγητη μάζα) περιγράφουν το «παχύ δέρμα», που φορούσε ο Εθνάρχης μας και πάνω στο οποίο ψόφησαν οι μέλισσες της εθνικής συνείδησης. Δείχνουν την αλήθεια με ακρίβεια.
Την αλήθεια βέβαια αυτή μας την είχε πει ο Ποιητής, με τον συμβολικό τρόπο που ξέρει να λέει την αλήθεια η Ποίηση. Τον ακούσαμε, αλλά τον αγνοήσαμε και τον περιπαίξαμε. Κάτι περισσότερο: τον κυνηγήσαμε. Τώρα όμως, με το άνοιγμα των βρετανικών και των αμερικανικών αρχείων, που πρώτες διερεύνησαν και έφεραν στο φώς οι φίλεργες «Μέλισσες» του Ροδίτη, η ποιητική αλήθεια τεκμηριώθηκε με τρόπο αναμφισβήτητο.
Έχοντας ως βάση, την επαληθευμένη περιγραφή της εθνικής παχυδερμίας μας, ας προχωρήσουμε στην αναζήτηση του υποκειμένου νοήματος.
3.- Από τις ιδεολογικές Χίμαιρες στο ιδεολογικό Τίποτα
Παρατηρούμε ότι στον εθνικό στόχο (την Ένωση) αντιπράττουν δύο διεθνείς ιδεολογικές δυνάμεις: το Κομμουνιστικό κίνημα, αφ’ ενός, και το κίνημα των Αδεσμεύτων, αφ’ ετέρου.
Χίμαιρες βέβαια όπως πλέον γνωρίζουμε. Οι Χίμαιρες όμως αυτές κατίσχυσαν του εθνικοενωτικού κινήματος, προμηθεύοντας, πιο συγκεκριμένα, το αναγκαίο ιδεολογικό κίνητρο, άλλοθι ή πρόσχημα, για να μεταμορφωθεί το πλήθος των στελεχών του ενωτικού αγώνα (της ΕΟΚΑ) σε νομενκλατούρα-στήριγμα της ψευδώνυμης Ανεξαρτησίας. Να γίνουν δηλαδή οι ίδιοι το αδιαπέραστο χοντρόπετσο, πάνω στο οποίο θα ήταν καταδικασμένες να ψοφήσουν όχι δέκα αλλά εκατό χιλιάδες ενωτικές μέλισσες. Και πράγματι. Η «μαγική» αυτή μετάλλαξη των χτεσινών ενωτικών αγωνιστών σε πραιτωριανούς του ανθενωτικού καθεστώτος, αποδείχτηκε με τη σειρά της ικανή να μεταμορφώσει ακόμα και τους λίγους εναπομείναντες πιστούς της Ένωσης σε αποδιοπομπαίους τράγους, υπόλογους για όλες τις συμφορές. Αγνοώντας, αυτοί οι τελευταίοι, πού βρίσκονται και με τι φαινόμενο είχαν να κάνουν, καταλήφθηκαν από την τραγική παραίσθηση μιας νικηφόρας πραξικοπηματικής δευτερολογίας (ΕΟΚΑ Β’) και επέπεσαν τυφλά – αυτοκτονικά πάνω σ’ αυτό το μπετόν. Εξουδετερώνοντας έτσι τις εθνικές Ερινύες κατέστησαν ηθικώς άτρωτο το χιμαιρικό ανθενωτικό καθεστώς.
Καθώς όμως, σε λίγο, μαζί με το ενωτικό όραμα θα καίγονταν και οι υπερεθνικές ιδεολογικές χίμαιρες του 20ου αιώνα, η κατάσταση θα άλλαζε άρδην. Όπως σύμπας ο νεωτερικός κόσμος, θα έμπαινε και η Κύπρος στη φάση του «τέλους των ιδεολογιών», του τέλους των συλλογικών ειδώλων, όπου δεσπόζει πλέον, χωρίς ίχνος αντίλογου, το ιδεολογικό Τίποτα. Ανθρωπολογικός φορέας της ιδεολογικής αυτής Χωματερής, στην οποία όλα και όλοι καταλήγουν πλέον, είναι το δίπολο Κυρίαρχος – Καταναλωτής.
Ο «Κυρίαρχος» κατάγεται, σε μας εδώ, από τον πονηρό επαρχιώτη (κατά κανόνα αγράμματο), που είχε μάθει να εκμεταλλεύεται τη διαμεσολαβητική μεταξύ της ηγεσίας και της μάζας φύση της Ιδεολογίας και να την οργανώνει σε κρατιστική-συντεχνιακή πελατειοκρατία, προκειμένου να ιδιοποιηθεί παρασιτικά την εξουσιαστική ισχύ που συνοδεύει κάθε διαμεσολαβητικό σύστημα. Στηριζόμενος στην κεκτημένη τεχνογνωσία διαχείρισης των προβλημάτων που ο ίδιος δημιούργησε, τώρα που έχουν εξαντληθεί οι ιδεολογικές διαμεσολαβήσεις και αντικαθίστανται από την εισαγόμενη απρόσωπη τεχνοσυστημική διαμεσολάβηση, αναλαμβάνει και αυτής τη διαχείριση, υποδυόμενος όχι τον «ιδεολόγο» πλέον, αλλά τον «εκσυγχρονιστή», με αποτέλεσμα το πολιτικό πεδίο να εξακολουθεί να είναι κατειλημμένο απ’ αυτό το απολύτως παρασιτικό-εθνομηδενιστικό είδος ανθρώπου.
Αντίστοιχα, ο άλλος πόλος, ο «Καταναλωτής», δεν αποτελεί παρά την απονευρωμένη μετάλλαξη της ιδεολογικά ευχειραγώγητης μάζας του παρελθόντος. Είναι ο αποχαυνωμένος εικονικός άνθρωπος του τηλεοπτικού καναπέ.
Οι δύο αυτοί τύποι ταιριάζουν όπως ο τέντζερης με το καπάκι του. Και καθώς είναι προικισμένοι με χαρακτηριστικά εθνικής αναισθησίας ασύλληπτα σε σχέση με το παρελθόν, μοιάζουν ακλόνητοι. –«Μοιάζουν», γιατί στην πραγματικότητα δεν έχουν μέλλον. Η εξάντληση των ιδεολογιών επισημαίνει την κατάρρευση των οραματικών διεξόδων του νεωτερικού πολιτισμού γενικά. Δείχνει ότι ο πολιτισμός αυτός έφτασε τα όριά του και το υποκείμενό του αναμετριέται πλέον με το κενό νοήματος μέσα κι έξω του.
Η κατάληξή μας στο κοινό ανθρωπολογικό δίπολο της «μεταμοντέρνας» Χωματερής, μας προκαλεί να αναστοχαστούμε εξ αρχής τη σχέση του Ελληνισμού με τη Νεωτερικότητα.
4.- Η νεωτερική λοβοτομή
Η Ένωση ήταν η κυπριακή όψη της Μεγάλη Ιδέας, η οποία εμφανίζεται αμέσως μετά την Άλωση. Το γεγονός, ότι η Μεγάλη Ιδέα κατέρρευσε, σαράντα χρόνια νωρίτερα από την κυπριακή όψη της, έχει τη σημασία του, αλλά δεν αναιρεί την ουσιώδη ενότητά τους.
Είναι επομένως καλό να συσχετίσουμε τον προβληματισμό μας με τις περιπέτειες της κεντρικής αυτής εκφοράς του εθνικού νοήματος και να διερωτηθούμε, για τη σχέση της ενιαίας εθνικής αποτυχίας με τον τρόπο που πραγματοποιήθηκε η ένταξη του Ελληνισμού στον νεωτερικό ιστορικό κύκλο.
4.1 Από τον Ρωμηό στον «γραικογάλλο»
Την πρώτη σαφή διατύπωση της Μεγάλης Ιδέας τη βρίσκουμε στον βυζαντινό ιστορικό Λαόνικο Χαλκοκονδύλη.
Λίγα χρόνια μετά την Άλωση έγραφε στην Ιστορία του: «Και όταν έρθει ο καιρός… τα τέκνα των Ελλήνων θα συγκεντρωθούν και θα συστήσουν κράτος δικό τους και θα ζουν τη ζωή τους με τρόπο που θα αρέσει στους ίδιους και θα θαυμάζουν οι ξένοι.»2 Στον κατάλληλο δηλαδή καιρό θα αποτινάξουμε τον Οθωμανικό ζυγό και θα ανακτήσουμε την εθνική μας ελευθερία.
Ο Καιρός επέστη τον 18ο αιώνα με την γένεση στη Δύση του νεωτερικού πολιτισμού. Τότε εμφανίζεται και η πρώτη επιχειρησιακή διατύπωση της Μεγάλης Ιδέας. Ήταν το Πρόγραμμα του Ρήγα, το οποίο είχε ρητό στόχο την επαναστατική ανατροπή της οθωμανικής κρατικής δεσποτείας και την ανασύσταση της ελληνικής Οικουμένης στα βυζαντινά της όρια.
Έπειτα όμως από τη δολοφονία του Ρήγα, το Πρόγραμμά του εγκαταλείπεται και η Μεγάλη Ιδέα αλλάζει ριζικά περιεχόμενο. Στόχος του εθνικού Προγράμματος τώρα είναι η δημιουργία κράτους ευρωπαϊκού τύπου (κράτους-έθνους) και μάλιστα στα αρχαιοελλαδικά όρια. Η ταυτότητα του νεωτερικού ελληνικού κράτους θα βασίζεται στη ζεύξη του εισαγόμενου Κλασικισμού και του εισαγόμενου Διαφωτισμού, στη βάση -της εισαγόμενης επίσης- αποπομπής του Βυζαντίου στο σκότος το εξώτερο, -κατ’ αντίστιξη της ευρωπαϊκής αποπομπής του φεουδαρχικού «Μεσαίωνα».
Ο νεωτερικός Έλληνας δεν θα είναι πλέον Ρωμιός. Θα είναι «γραικογάλλος», σύμφωνα με την περιβόητη διατύπωση του Κοραή!
4.2 Εθνοκρατική ολοκλήρωση και εθνοκάθαρση
Υπ’ αυτή την μεταπρατική/εθνοκρατική εκδοχή της η «Μεγάλη Ιδέα» σφράγισε τις τύχες του νεωτερικού Ελληνισμού.
Κατηύθυνε, πριν απ’ όλα, την σταδιακή εθνοκρατική ολοκλήρωση του μετεπαναστατικού ελληνικού κράτους, για να κλείσει άδοξα τον κύκλο της στην Ιωνία, με την καταστροφή του 1922 και τη δημιουργία της κεμαλικής Τουρκίας. Στα ερείπιά της θεμελιώθηκε η τουρκική εθνοκρατική ολοκλήρωση, με εργαλείο τη συστηματική εθνοκάθαρση. Επικυρωμένη μάλιστα με μακιαβελικές ρήτρες αμοιβαιότητας από τη Συνθήκη της Λωζάνης, η εθνοκάθαρση εμπλέκεται, εφεξής, κατά τρόπο οργανικό στη σχέση του Ελληνισμού και του Τουρκισμού. Το νεωτερικό πρότυπο της εθνικής ολοκλήρωσης, ως λύση του Ανατολικού Ζητήματος, ήταν εκ των πραγμάτων αδύνατο να πραγματοποιηθεί χωρίς εθνοκαθάρσεις, χωρίς γενοκτονίες και ανταλλαγές πληθυσμών. Αυτή είναι η αλήθεια. Δεν δικαιώνει βέβαια τους αυτουργούς των σφαγών και των ανθρωπο-ξεριζωμάτων. Ενοχοποιεί όμως οπωσδήποτε το νεωτερικό πρότυπο και τους τυφλούς μεταπράτες του.
Τίθεται βεβαίως το ερώτημα, «αν μπορούσε να γίνει και διαφορετικά;». Δεν είναι στο θέμα μας να το συζητήσουμε, αλλά ακόμα και αν δεχτούμε ότι από τη στιγμή που πυροδοτήθηκε ο μηχανισμός της αναδιαμόρφωσης του κόσμου στη βάση του εθνοκρατικού μοντέλου, ήμασταν και εμείς αναγκασμένοι να «προσαρμοστούμε», αυτό με τίποτα δεν θα δικαιολογούσε την απαίτησή μας να μην «προσαρμοστούν» και οι άλλοι με τον ίδιο τρόπο, δηλαδή σε βάρος μας. Υπαινίσσομαι τις ατέρμονες συζητήσεις για την εκστρατεία στη Μικρά Ασία, για το αν έπρεπε ή όχι να γίνει, για την έλλειψη ή όχι στρατηγικού στόχου και τα συναφή, όταν είναι ολοφάνερο ότι η διαχείριση της «Μεγάλης Ιδέας» θα ήταν αναγκαστικά στα χέρια του πλέον ακατάλληλου για τέτοιου είδους εγχειρήματα τύπου ανθρώπου, ο ορίζοντας του οποίου εκτεινόταν ανάμεσα σε «προαγωγές και μεταθέσεις», σε «διορισμούς ημετέρων» και στην πάση θυσία παραμονή στην εξουσία, έστω και «μια βδομάδα παραπάνω».
Αλλά ας συνοψίσουμε: Για τον κυρίαρχο ευρωφρενή λόγιο η βυζαντινή ελληνική ταυτότητα (η ρωμέηκη) έπρεπε να ξεριζωθεί και στη θέση της να εμφυτευθεί η νεωτερική ταυτότητα. Το «επιχείρημά» του είχε δύο σκέλη: α) Ότι η νεωτερική ταυτότητα είναι κατά βάθος «ελληνική» (βλ. «Αναγέννηση»), σε αντίθεση με τη βυζαντινή, που είναι «ανθελληνική». Και β) ότι είμαστε «μικροί κι αδύνατοι» και συνάμα τόσο «εκβαρβαρωμένοι», που δεν έχουμε άλλη επιλογή παρά να προσπέσουμε στην Εσπερία και να την αφήσουμε να μας «φωτίσει» και να μας αναπλάσει.
4.3 Η «μετακένωση»
Το πείραμα της κατασκευής «γραικογάλλων» ορίστηκε με σαφήνεια από τον Κοραή ως «μετακένωση». Επί λέξει: Αδειάζουμε τα δικά μας «καύκαλα» από το εντελώς άχρηστο περιεχόμενό τους και μεταγγίζουμε μέσα τους τον ατόφιο Διαφωτισμό, παίρνοντάς τον από τα σοφά ευρωπαϊκά «καυκία».
Πρέπει να δεχθούμε πλέον, ότι ύστερα από κοντά δύο αιώνες εφαρμογής, το πείραμα έχει ολοκληρωθεί. Γενιά με τη γενιά ο Ρωμιός έβγαινε από το χειρουργείο της «μετακένωσης» ολοένα και πιο «άλλος άνθρωπος». Για να καταλήξει στο Τίποτα. Έμενε αλήθεια κάτι στο μίγμα από τα μιγνυόμενα, ή δεν προέκυπτε τίποτα, όπως όταν ανακατεύεις αντίθετα χρώματα; Και τι θα σήμαινε «τίποτα»; «Τίποτα» στο πεδίο του πολιτισμού σημαίνει απουσία συλλογικής δημιουργίας, απουσία στο πεδίο της αυθυπερβατικής συνάντησης του εγώ με το εμείς. Σημαίνει δηλαδή μεταπρατισμό, παρασιτισμό και τελικά τομαρισμό. Δεν είναι τυχαίο ότι αυτός θα ήταν ο χαρακτήρας του νεωτερικού Έλληνα (του «γραικογάλλου»): μεταπρατικός και εντέλει παρασιτικός και τομαριστικός (γραικύλος κατά την αρχαία ορολογία). Σήμερα το είδος αυτό κυριαρχεί παντού, αλλά παλιότερα ενδημούσε σχεδόν αποκλειστικά στον χώρο των ευρω-σπουδασμένων, ενθαρρύνοντας π.χ. τη «Γενιά του ‘30» να προσβλέπει στην απείραχτη –ακόμη- ελληνικότητα του απλού λαού, -ελληνικότητα την οποία και ταύτιζαν με τη συλλογική δημιουργία. Χαρακτηριστικές, εν προκειμένω, είναι οι αναφορές του Σεφέρη, για τους σπουδαγμένους, που τους βρίσκει «όλους χαλασμένους», να προφέρουν «σπασμένες λέξεις από ξένες γλώσσες». Όπως χαρακτηριστική είναι και η έκστασή του μπρος στην ασύλληπτη αυθυπερβατική ανάταση του απλού, αγροτικού κυρίως, λαού της Κύπρου, στον αγώνα για την Ένωση με την Ελλάδα.
Για να κατανοήσουμε την αδυναμία παραγωγής ταυτότητας από τη συγχώνευση της ελληνικής με τη νεωτερική, πρέπει πρώτα να δούμε τι είναι αυτό, που τις καθιστά ασυμβίβαστες.
4.4 Το ασυμβίβαστο
Αυτό που κάνει ασυμβίβαστες τις δύο ταυτότητες είναι οι εκ διαμέτρου αντίθετες νοηματοδοτήσεις του συλλογικού και του ατομικού υποκειμένου.
α) Του συλλογικού: Σύμφωνα με το εισαγόμενο νεωτερικό πρότυπο, το Έθνος ταυτίζεται με το Κράτος, το οποίο είναι αυτόνομο, έξω και πάνω από την κοινωνία. Απέναντι στο πολιτικό σύστημα, τον ιδιοκτήτη του κράτους, η κοινωνία υπεισέρχεται ως άθροισμα ιδιωτών, οι οποίοι απλώς ψηφίζουν εκείνον που τα επόμενα τέσσερα χρόνια θα αποφασίζει γι’ αυτούς ανεξέλεγκτα και ακαταλόγιστα. Εφαρμόζοντας το πρότυπο αυτό οι Έλληνες καλούνταν να εγκαταλείψουν προαιώνιους αντιπροσωπευτικούς, συμμετοχικούς και δημοκρατικούς θεσμούς, αντιλήψεις και εθισμούς (που διατηρούσαν ακόμα και στις συνθήκες της εθνικής δουλείας), ώστε να επιστρέψουν στην προσολώνεια βαθμίδα της εξελίξεώς τους, στην εποχή της «αιρετής τυραννίας», ή αλλιώς στη «χειράφετη δουλεία», σύμφωνα με τα λόγια του Μαρξ, για τη νεωτερική ελευθερία. Ας σημειώσω όμως εδώ, για να μην παρεξηγηθώ, ότι το νεωτερικό πολιτειακό σύστημα (κοινοβουλευτισμός, ισονομία κλπ.) είναι άλμα μέγα σε σχέση με την ιδιωτική-φεουδαρχική και την κρατοκεντρική δεσποτεία της Δύσης, από την οποία αναδύθηκε η Νεωτερικότητα, αλλά είναι ακόμη αρχαϊκό, προαντιπροσωπευτικό, ολιγαρχικό πολιτειακό σύστημα. Τοποθετείται, στην καλύτερη περίπτωση, στην κατηγορία της λεγόμενης «αισυμνητείας» ή της «αιρετής τυραννίδος», κατά τον Αριστοτέλη, ο οποίος ταξινομεί τα πολιτεύματα με κριτήριο το ανάπτυγμα της ελευθερίας. Επομένως: το ζητούμενο της νεωτερικής «μετακένωσης» βρισκόταν χιλιάδες χρόνια πίσω, σε σύγκριση π.χ. με τον «Κανονισμό της Δημογεροντίας Καλύμνου», ή οιουδήποτε ελληνικού Κοινού των χρόνων της Οθωμανοκρατίας.
β) Του ατομικού: Σύμφωνα με την εισαγόμενη νεωτερική αυτοκατανόηση, το υποκείμενο αντιλαμβάνεται την συστατική του ατομική ελευθερία, ως ελευθερία α) μόνον ιδιωτική («ελευθερία της ιδιωτικής απόλαυσης») και β) διαμεσολαβημένη από την απρόσωπη δόμηση των κοινωνικών σχέσεων σε λογικές μηχανές, σε Συστήματα. Ενώ, αντίθετα, το ελληνικό Άτομο αντιλαμβάνεται την ατομική ελευθερία του α) όχι μόνον ως ιδιωτική, αλλά συνάμα ως ελευθερία κοινωνική (απουσία εργασιακής εξάρτησης ανθρώπου από άνθρωπο –η «ξένη δούλεψη» ως «κατάρα») και παραπέρα ως ελευθερία πολιτική (το «μη άρχεσθαι υπό μηδενός», κατά τον Αριστοτέλη). Μια τρίβαθμη δηλαδή ελευθερία στηριζόμενη β) στην άμεση (αδιαμεσολάβητη) προσωπική σχέση μεταξύ των πολιτών (των «μετεχόντων Κρίσεως και Αρχής»).
Βέβαια τόσο στη νεωτερική, όσο και στην ελληνική εκδοχή του, το υποκείμενο είναι άτομο, εφόσον το ορίζει η ατομική ελευθερία. Η κατεύθυνση όμως της εξελίξεώς τους, η κοινωνική και η πολιτική, είναι εκ διαμέτρου αντίθετη. Η νεωτερική δομική αρχή της συστημικής διαμεσολάβησης των σχέσεων, εγκιβωτίζει σκόπιμα την ελευθερία στον ιδιωτικό χώρο και της απαγορεύει να αναπτυχθεί στο κοινωνικό και το πολιτικό πεδίο, αντισταθμίζοντας την εκεί απουσία της με την έννοια του «δικαιώματος».
Σκεφθείτε, λοιπόν, ένα άτομο, του οποίου ένα μέρος μέσα του επιδιώκει να επεκτείνει την ελευθερία του στο κοινωνικό και το πολιτικό πεδίο, στηριζόμενο στις άμεσες διαπροσωπικές σχέσεις του και ένα άλλο μέρος μέσα του, να επιδιώκει ακριβώς το αντίθετο: τη μηχανοποίηση των σχέσεων του ατόμου και τη φυλάκισή του μέσα σ’ αυτές. Και αναλογιστείτε το αποτέλεσμα της εσωτερικής αυτής σχιζοείδειας τόσο στο άτομο όσο και στο κράτος.
4.5 Το αντίτιμο
Το αντίτιμο, λοιπόν, που όφειλαν να καταβάλλουν οι Έλληνες, για την απόκτηση της εθνικής ελευθερίας τους (το μη άρχεσθαι υπό ετέρου έθνους), ήταν η απώλεια της προσωπικής ελευθερίας τους. Της κουλτούρας της, της γνώσης της, της μνήμης της. Η επίτευξη μιας τέτοιας κλίμακας ανθρωπολογικής οπισθοδρόμησης ισοδυναμεί φυσικά με την αποδοχή μιας ριζικής λοβοτομής.
Ότι η λοβοτομή επέτυχε μπορούμε κάλλιστα να το διαπιστώσουμε στον θεσμό της κυπριακής Εθναρχίας: Ενώ ο αγώνας έχει στόχο την Ένωση με την νεωτερική-εθνοκρατική Ελλάδα αρχηγός του εθνοκρατικού ενωτικού αγώνα είναι ο Αρχιεπίσκοπος! -Κατά παράβαση του νεωτερικού δόγματος, όπου έθνος και κράτος ταυτίζονται και όπου κράτος και εκκλησία δεν έχουν καμία σχέση. Ο οθωμανικός εθνάρχης –ο μιλέτ μπασί- αναλαμβάνει ρόλο νεωτερικού-αντιιμπεριαλιστή «εθνάρχη». -Κατά παράβαση επίσης όλων των προνεωτερικών ελληνικών δογμάτων, πολιτειακών και εκκλησιαστικών, σύμφωνα με τα οποία η σύμπτωση στο ίδιο πρόσωπο του εθναρχικού και του επισκοπικού αξιώματος αποτελεί πελώρια ύβρη, τόσο προς το Έθνος όσο και προς την Εκκλησία.
Ως παράδειγμα, για το πώς ήταν κατανοητή η διάκριση των δύο ρόλων, του πολιτικού αρχηγού και του επισκόπου, αναφέρω την κατηγορηματική απόρριψη από την βυζαντινή Εκκλησία των καλοπροαίρετων αξιώσεων του βασιλιά Νικηφόρου Φωκά να ανακηρυχθούν άγιοι οι πεσόντες υπέρ πίστεως και πατρίδος στον πόλεμο με τους Πέρσες. Η βυζαντινή Εκκλησία είχε, εν προκειμένω, την επίγνωση ότι αυτό που εκπροσωπεί είναι ένα άλλο, ψηλότερης τάξης, «σύστημα πατρίδος», από το οποίο αντλούσε μάλιστα την νομιμοποίησή του το αυτοκρατορικό κοσμοπολιτειακό σύστημα, καθώς και τα αναγκαία για την αυτοαξιολόγησή του εξατομικευμένα κριτήρια. Δεν τα μπέρδευε ούτε άφηνε κανέναν να τα μπερδέψει. Κι αν κάποιος πατριάρχης ή σύνοδος τολμούσε να τα μπερδέψει, υπήρχε στρατιά άγρυπνων ακριτών καλογέρων έτοιμων να τους εγκαλέσουν για αίρεση και να τους ανατρέψουν. Ο Σοφιστής αντιρροπούνταν από τον Ασκητή.
Κοντολογίς: Το υβρίδιο Εθνάρχης-Αρχιεπίσκοπος, δεν μπορούσε να είναι ούτε Εθνάρχης ούτε Αρχιεπίσκοπος. Το ακόμα φοβερότερο βέβαια είναι ότι κανείς δεν το καταλάβαινε αυτό. Εδώ κι αν ήταν τέλεια η λοβοτομή.
5. Η φυγή από τη Σκιά μας
Η εθνοκάθαρση είναι σύμφυτη με τη νεωτερική νοηματοδότηση της εθνικής ιδέας και αναπόφευκτη στον δρόμο των απελεύθερων οθωμανικών εθνών προς την Εσπερία.
Την εθνοκάθαρση την κατοχυρώσαμε ως προοπτική και στην Κύπρο με τις Συνθήκες της «Ανεξαρτησίας». Για να την δοκιμάσουμε βεβαίως στο πετσί μας το 1974. Και να διδαχτούμε, με τον εποπτικότερο δυνατό τρόπο, ότι η πραγματοποίηση της Ένωσης δεν ήταν θέμα ξεπερασμένης εθνικιστικής λόξας ούτε μπακαλίστικης λογιστικής, αλλά ζήτημα ασφάλειας και φυσικής επιβίωσης του ελληνικού πληθυσμού. Και επειδή οι εθνοκαθάρσεις γίνονται πράξη, αφού πρώτα έχουν πραγματοποιηθεί στο πεδίο των εννοιών, δεν είναι άσκοπο να υπογραμμίσουμε, ότι το πρότυπο της κυπριακής «Ανεξαρτησίας» ήταν εξ ορισμού εθνοκρατικό και εν δυνάμει αναγκαστικά μονοεθνικό, εφόσον στο νεωτερικό εννοιολογικό πλαίσιο, το κράτος ρητά ισούται με το έθνος, κι αν το κράτος συμβαίνει να μην έχει ακόμη το «δικό του» έθνος, τείνει αυτομάτως να το «παραγάγει» στα μέτρα του, όπως φερ’ ειπείν το κράτος της FYROM που νομίζει ότι έχει βρει στη λέξη «Μακεδονία» τον «εθνικό» του προσδιορισμό. Ή το «ανεξάρτητο» κράτος της Κύπρου, η οποία αφού απέπτυσε την ένωσή της με το υπαρκτό έθνος στο οποίο φυσιολογικά ανήκει, αναζητά εναγωνίως το ανύπαρκτο «νεοκυπριακό έθνος», ώστε να καταστεί κι αυτή «έθνος-κράτος» …εφάμιλλο των ευρωπαϊκών!
Δεν είναι σύμπτωση που τον τελευταίο λόγο στις εθνικές μας επιλογές τον έχει ο χαμένος εξ αίματος αδελφός μας: ο Τούρκος. – «Εξ αίματος αδελφός», καθότι εξισλαμισμένος Έλληνας. Πήραμε τον δρόμο προς τη Δύση για να απαλλαγούμε απ’ αυτόν. Και ενώ πετύχαμε πλέον να «ανήκουμε στη Δύση» -καθώς τα έχουμε δώσει όλα- βρίσκουμε και πάλι τον Τούρκο μπροστά μας. Τι τραγική η ειρωνεία της Ιστορίας!
Εύλογη θάλεγε κανείς η αταβιστική – ανομολόγητη σκέψη: «Μήπως αν πάψουμε να είμαστε Έλληνες και Χριστιανοί, θα σταματήσει επιτέλους να μας κυνηγά ο Τούρκος»; Άλλωστε τι σημαίνει να είσαι Έλληνας και Χριστιανός σήμερα; Ύστερα από τόση λοβοτομή; Και μέσα στη μεταμοντέρνα Χωματερή; Τίποτα! Ίσως αυτό να λέει κάτι, επιπλέον των ήδη εντοπισμένων παραμέτρων της εθνικής μας παχυδερμίας: των ιδιοτελών συμφερόντων, του αποπροσανατολισμού από διεθνιστικές χίμαιρες και του προκρούστειου εκνεωτερισμού μας. Αυτό το «επιπλέον» εξηγεί ίσως την έκτοτε εμφάνιση πρόσθετων και σκληρότερων κερατοειδών επιστρώσεων στο παχύ μας δέρμα.
Η σκοτεινή αμοιβαιότητα Έλληνα και Τούρκου, παραμένει, ενώ η κατανόησή της εκκρεμεί επικίνδυνα, υποθηκεύοντας όχι μόνο το τετελεσμένο νεωτερικό μας εγχείρημα, το μοναδικό αυτή την ώρα έρεισμα της συντεταγμένης επιβίωσής μας, αλλά και όποιο μετανεωτερικό εφεξής θα τολμήσουμε.
Το πρόβλημα είναι πλέον γενικό. Ζητείται «νέο Παράδειγμα». Νέο Πρόταγμα πολιτισμού. Ίσως ένας άλλος τύπος ανθρώπου.
Μέχρι τώρα νομίζαμε ότι «είμαστε πίσω». Ότι το θέμα είναι να τρέξουμε να φτάσουμε τη Δύση. Εν ανάγκη «κόβοντας δρόμο». Επέστη όμως ο καιρός να αντιληφθούμε ότι αλλού είναι το πρόβλημα: Ήμασταν ενήλικες και για να συγχρονιστούμε με τα ανθρωπολογικά βρέφη της ιστορίας, μάθαμε να μπουσουλάμε πίσω τους. Και συνεχίσαμε. Ξεχνώντας ότι υπάρχει και όρθιο βάδισμα.
*
* *
Μπρος στα δύσκολα, όπως ήμερα, που όλοι οι τυφλοσούρτες έχουν αχρηστευτεί και πρέπει μόνοι να βρούμε διέξοδο, ξυπνάει καμιά φορά ο απροκατάληπτος νους μέσα μας και ξαφνικά βλέπει δίοδο εκεί που πριν βλέπαμε τοίχο. Αυτή είναι ίσως και η εξήγηση στο αίνιγμα που ανέφερα στην αρχή. Πώς δηλαδή γίνεται, ξαφνικά και από το πουθενά, να εμφανιστεί ένα τέτοιο επίτευγμα Αυτογνωσίας στο πεδίο της Λογοτεχνίας, όπως το βιβλίο που μας χάρισε ο Άντης Ροδίτης.
Ας τον ευχαριστήσουμε.
ΣΥΖΗΤΗΣΗ
Όταν έστειλα στον Αντη Ροδίτη (Α.Ρ.) το κείμενο της ομιλίας μου ακολούθησε ο παρακάτω διάλογος.
Α.Ρ.
Αν η «αποτυχία» του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου (όπως και η παχυδερμία μας) ερμηνεύεται μέσα από την αλλοτρίωση της «λοβοτομής», μέσα από την ένταξή μας στον νεωτερικό ιστορικό κύκλο, αν ήταν ένας παρ’ ολίγον γραικογάλλος, ένα μηδέν, αποτέλεσμα αποτυχημένης μετακένωσης, τότε η Κύπρος καταστράφηκε από σκέτη ατυχία. Γιατί αν μας έπεφτε για Αρχιεπίσκοπος ο Γρίβας ή ένας άλλος Αρχιεπίσκοπος, ο Μακάριος Β΄, για παράδειγμα, πρώην Μητροπολίτης Κυρήνειας, εκείνος που ηγήθηκε της επανάστασης του 1931, που έβαλε τον Πολύκαρπο να κόψει τα τηλεφωνικά καλώδια των Άγγλων, μόλις άκουε τον Γαρουφαλιά να του εκθέτει τα περί μονομερούς κήρυξης της Ένωσης (κεφ. 30 των Μελισσών), ούτε που θα τον άφηνε να τελειώσει. Θα τον έπαιρνε από το χέρι, θα φώναζε τους άλλους Μητροπολίτες για μάρτυρες και θα τον όρκιζε επί τόπου στο Ευαγγέλιο ότι σε περίπτωση που θα αντιδρούσαν πολεμικά οι Τούρκοι, Κύπριοι και Ελλαδίτες θα έπεφταν μαχόμενοι ως τον τελευταίο, υπερασπιζόμενοι την Ένωση χωρίς να παραχωρούν ούτε ίντσα κυπριακού εδάφους σε κανένα. Και τότε όλα σήμερα θα ήταν διαφορετικά. Μήπως αυτό πρέπει με κάποιο τρόπο να λεχθεί, ότι αν ήταν ένας από τους «εναπομείναντες», ένας από αυτούς που έμειναν πιστοί, τουλάχιστο δεν θα είχαμε τη σφαγή του ’74 και την ακύρωση της προοπτικής της Ένωσης;
Θ.Ζ.
Συμφωνώ. Αν στη θέση του Μακαρίου ήταν κάποιος ενωτικός δεν θα κλώτσαγε την Ένωση. Αλλά μια τέτοια κρίση είναι ταυτολογική. Χωρίς ερμηνευτική αξία. Τι ακριβώς δεν είχε ο Μακάριος ο Γ’, που το είχαν οι Γρίβας, Μακάριος Β’ και οι «εναπομείναντες» ενωτικοί;
Α.Ρ.
Το πρόβλημα που υπήρξε και υπάρχει της Κύπρου για την Ελλάδα, μεταφέρεται και στον Θόδωρο Ζιάκα. Βρίσκεις δηλαδή κι εσύ, ως Έλλην τον μπελά σου. Θα προσπαθήσω να σε μπάσω σε αυτό που κι εγώ γράφοντας θα προσπαθήσω να καταλάβω!
Ο Μακάριος Β΄, όπως και ο απαγχονισθείς το 1821 εθνομάρτυρας Κυπριανός, ιδρυτής της Ελληνικής Σχολής, μετέπειτα Παγκυπρίου Γυμνασίου, ήταν εξίσου ή σχεδόν εξίσου λοβοτομημένοι-διαφωτισμένοι όπως και ο Μακάριος Γ΄. Δεν είχαν αληθινή βυζαντινή συνείδηση τύπου εποχής Ηρακλείου, ουρανουπόλεως κ.λπ. Καταλάβαιναν μόνον το έθνος-κράτος κι ονειρεύονταν την Κύπρο ως ένα νησί μιας μεγάλης νεωτέρας, εξιδανικευμένης, διαφωτισμένης, ευρωπαϊκής Ελλάδας. Δεν ήξεραν, ειδικά οι νεώτεροι Μακάριος Β΄ και Μακάριος Γ΄, πόσο φαγωμένη ήταν από μέσα και θα εξακολουθούσε να είναι η Ελλάς, ακόμα κι αν δεν είχαμε την Μικρασιατική καταστροφή.
Ο πρώτος, όμως, που ήρθε σε άμεση και διαρκή επαφή με την Ελλαδική σήψη, την εξάρτηση της, την αλλοτρίωση κι ένιωσε βαθιά την εξ αυτών απορρέουσα απογοήτευση, ήταν ο Μακάριος Γ΄, χωρίς βέβαια να έχει την παραμικρή ιδέα περί τίνος ακριβώς επρόκειτο. Αντίθετα, αυτό τον οδήγησε σε αίσθημα ανωτερότητας, ότι εκείνος, τάχα, ήταν καλύτερος και οι άλλοι σκάρτοι. Θυμάσαι την ιστορία της στενής συγγένισσας του Μακαρίου; «Μα ‘έν τους είδες; κ΄ ακόμα θέλεις Ένωσιν μαζίν τους;» είπε στην ακόμα ενωτική φιλόλογο-συγγραφέα Αγγελική Σμυρλή μέσα στο αεροπλάνο από Αθήνα προς Κύπρο, τη μέρα της επιστροφής του εξόριστου Μακαρίου, την πρώτη μέρα της «Ανεξαρτησίας» (1η Μαρτίου 1959). Ο Μακάριος απέρριπτε «σωστά» την Ελλάδα, αλλά επειδή δεν ήξερε την αλήθεια γιατί την απέρριπτε – κατ’ ακρίβεια την απέρριπτε γιατί δεν ήταν πειστικά ευρωπαϊκή και όπως θα την ήθελε αποτελεσματική – έκαμνε στην ουσία Λάθος. Κι αποφάσισε, σε χρόνο ανύποπτο, ότι Μόνος του («εγώ είμαι η Κύπρος»), θα έκαμνε μια «καλύτερη» από την ενωμένη με την Ελλάδα, Κύπρο. Αυτό βόλευε και την προσωπική του (διαχρονική και ανθρώπινη, αλλά ανεπίτρεπτη υπό τις περιστάσεις) φιλοδοξία (τουτέστιν ασθένεια), να πάει πέρα και πιο πάνω από το «Αρχιεπίσκοπος-Εθνάρχης-Πρόεδρος ενός μικρού νησιού». Δεύτερο Λάθος. Υπήρχε και τρίτο, εξελικτικό Λάθος: Μίσησε την Ελλάδα. Εμείς «οι εναπομείναντες», αντικαθεστωτικοί, εοκαβηταζήδες, πραξικοπηματίες, απορριφθέντες, είμαστε εκείνοι που δεν επάψαμε να αγαπούμε την Ελλάδα, κι όχι μόνο δεν μειώθηκε η αγάπη μας, αλλά αυξήθηκε όταν μάθαμε (από τους Ρωμανίδηδες, Λότσκυδες, Γιανναράδες, Ζιάκες κ.α.) τα βαθύτερα πάθη της, τις αιτίες, την αληθινή της ταυτότητα, τα βάσανα και τους καημούς της.
Εδώ, λοιπόν, είναι που γίνεται κατανοητό πώς ο νεωτερικός, λοβοτομημένος Μακάριος οδήγησε την Κύπρο στην καταστροφή. Γιατί ακόμα και ως λοβοτομημένοι ο Γρίβας ή ο Μακάριος Β΄ θα μπορούσαν να τη σώσουν, αφού διατηρούσαν την Αγάπη τους για την Ελλάδα. Δεν είχαν μπει στην εθνική παχυδερμία. Τους έπιανε το κέντρισμα των μελισσών.
Τελικά καταλήγουμε στη μια και μόνη, αρχής και τέλους λέξη-κλειδί. Η λύση σε όλα μας τα προβλήματα, ακόμα και για την Ένωση, ήταν η Αγάπη. Αυτή που απαλλάσσεται κι από το δέρμα ακόμα, κι έτσι δεν έχει καν ανάγκη από μέλισσες να το κεντρίζουν.
Αιτία, τελικά, δεν ήταν το γεγονός ότι ένας Αρχιεπίσκοπος αναλάμβανε έναν εθνικό αγώνα – αφού έτσι κι αλλιώς ο Αρχιεπίσκοπος αγρόν ηγόρασε από «ουρανούπολη», ήταν δηλαδή, ως προς τούτο, μια χαρά κατάλληλος. Από την άλλη, όμως, αν καταλάβαινε και από ουρανούπολη, αυτό πάλι δεν θα μπορούσε να τον μετατρέψει σε ακατάλληλο, δεν θα μπορούσε να τον είχε εμποδίσει, αν είχε Αγάπη. Θα αντιλαμβανόταν ότι απλώς οι καιροί είναι κόντρα κι ότι η προτεραιότητα ήταν να ενωθεί η Κύπρος με την Ελλάδα, ώστε μετά, μέσα σε πλαίσιο ισχυρότερης πολιτικά, ευρωπαϊκά, νεωτερικά έστω Ελλάδας, να επιδοθεί στο έργο – ως αληθινός Αρχιεπίσκοπος – της επιστροφής, της υπηρέτησης τής Ουρανούπολης.
Δες τα τώρα κι εσύ αυτά. Συνδυάζονται, νομίζω, μια χαρά με όλα τα αληθινά που έγραψες.
Θ.Ζ.
Συμφωνώ, ότι αυτό που είχαν οι ενωτικοί ήταν η αγάπη για την Ελλάδα. Κι ότι αυτή η αγάπη ήταν που έλειπε από τον «Εθνάρχη». Το λες όμως με έναν τρόπο σαν η εν λόγω αγάπη να είναι κάτι το απόλυτο, οπότε τόσο η παρουσία της όσο και η απουσία της καθίσταται ανεξήγητη.
Το θέμα μου είναι να ερμηνεύσω το «παχύ μας δέρμα». Η απουσία ή η μειωμένη παρουσία αγάπης για την Ελλάδα είναι στοιχείο της περιγραφής, είναι το «παχύ μας δέρμα» με άλλο όνομα. Μας βοηθάει να νιώσουμε, να αισθανθούμε, αλλά όχι να καταλάβουμε, να εξηγήσουμε, για τον απλό λόγο ότι ως ερμηνευτική πρόταση είναι ταυτολογική.
Το ερώτημα είναι: Γιατί ενώ υπήρχε αγάπη για την Ελλάδα αυτή εξασθένησε και μεταμορφώθηκε σε απάθεια, ή ακόμα και μίσος; Ή αν θέλεις, γιατί σε ορισμένους εμφανίστηκε και σε άλλους όχι; Η αγάπη για την οποία μιλάμε είναι τρεπτή, έχει γέννηση, αυξομοίωση, εξάντληση, τέλος, όπως κάθε άλλη μορφή αγάπης. Μόνο η θεία Αγάπη είναι άτρεπτη/απόλυτη -«αυτή που απαλλάσσεται κι από το δέρμα ακόμα, που δεν έχει καν ανάγκη από μέλισσες να το κεντρίζουν». Σημασία έχει να ξέρουμε από πού προέρχεται η τρέλα (αγάπη) για την Ένωση και γιατί ενώ για δεκαετίες βρίσκεται σε έξαρση, φτάνει σε ένα κορυφαίο σημείο με τον αγώνα της ΕΟΚΑ και ενώ προδίδεται ο αγώνας, όλοι πλην ελαχίστων συμβιβάζονται, «μαγεύονται» από τον Αρχηγό, και η φλόγα σβήνει απότομα. Και τελικά πώς γίνεται ο Ένας ο αναίσθητος, να αναισθητοποιεί και τους άλλους, -ένα λαό ολόκληρο που ως χτες πέθαινε για την Ένωση;
Δεν είναι εύκολες οι εξηγήσεις. Γνωρίζουμε ότι η αγάπη συνδέεται με την πίστη/εμπιστοσύνη. Γνωρίζουμε επίσης ότι η πίστη σε ένα σκοπό είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένη με τον Λόγο, ο οποίος μπορεί να τη «στερεώνει», αλλά και να την «διαβρώνει». Ήδη στην προσπάθειά σου να εξηγήσεις τη στάση του «Εθνάρχη», έναν «διαβρωτικό» λόγο επικαλείσαι. Η φοβερή φράση «Την Ελλάδα θέλωμεν κι ας τρώγομεν πέτρες!» που την έκανες τίτλο σε προηγούμενο βιβλίο σου, τα λέει νομίζω όλα. Μιλά, αφ’ ενός για τη δύναμη της πίστης και της αγάπης προς την Ελλάδα και αφ’ ετέρου, για την ήδη διαβρωτική επίδραση του αστικού λόγου (-«πέτρες θα τρώμε;»). Εξ ού και ο υπερκερασμός της υπονοούμενης αδυναμίας με την έξαρση του συναισθήματος. Άρα δύο είναι τα προς ερμηνεία φαινόμενα: α) το αυθυπερβατικό πάθος για την Ένωση με υπόβαθρο την αγάπη προς την Ελλάδα και β) το «παχύ μας δέρμα» που χαρακτηρίζεται από τον μετριασμό ή και τη μετάλλαξη αυτής της αγάπης σε έχθρα. Ίσως γίνομαι σχολαστικός αλλά θα ήθελα να το συζητήσω.
Ο ιστορικός αναστοχασμός που επιχείρησα δίνει νομίζω στοιχεία ερμηνείας. Ο ενωτικός αγώνας είναι μεταχρονολογημένο το κυπριακό ’21. Όπως στο ’21 το ελληνονεωτερικό μίγμα είναι θετικό. Το απέδωσε μια χαρά ο Κολοκοτρώνης: «Για του Χριστού την πίστη την αγία και της Πατρίδος την ελευθερία» ξεσηκωθήκαμε. Και: «Η Γαλλική Επανάσταση μας άνοιξε τα μάτια». Ο διαφωτιστικός και ο ρομαντικός Λόγος εγκρίνουν και επαυξάνουν το παραδοσιακό επαναστατικό αίτημα. Το υποκείμενό του, ο Κολοκοτρώνης π.χ. ή ο Παπαφλέσας, δεν είναι ο λοβοτομημένος της μετακένωσης. Το ίδιο ισχύει για τους αγωνιστές του μεταχρονολογημένου κυπριακού ’21. Αυτό που αντηχούσε δυνατά μέσα τους ήταν το πνεύμα του ’21.
Αν κάτι χρειάζεται ερμηνεία, λοιπόν, είναι το δεύτερο, το οποίο έρχεται μετά την επανάσταση και καλύπτει την αποτυχία της: το «παχύ μας δέρμα». Αυτή την εξέλιξη θέλει να καλύψει η προσφυγή στον προκρούστειο-μεταπρατικό τρόπο της μετεπαναστατικής και ετεροχρονισμένης επιβίβασης Ελλάδας και Κύπρου στο νεωτερικό όχημα. Η «λοβοτομή» αναφέρεται στην αλληλοεξουδετέρωση του νεωτερικού και του ελληνικού ταυτοτικού στοιχείου, με παράγωγο την πολιτισμική στειρότητα, τον μεταπρατικό χαρακτήρα της ελίτ και άρα την αδυναμία της να εξέλθει από το πλέγμα σχέσεων που την έδενε με τις δομές της βρετανικής αποικιοκρατίας. Είχαμε κι από πάνω τα «διεθνιστικά» κομμουνιστικά και τριτοκοσμικά «συμπληρώματα δικαίωσης» να φενακίζουν την αδυναμία.
Φωτίζονται καλύτερα όλα αυτά αν τοποθετηθούν στον καμβά της εξελικτικής καμπύλης του πολιτισμικού υποκειμένου της νεωτερικότητας. Όπως στο σύνολο των έμβιων όντων η καμπύλη είναι κι εδώ κωδωνόσχημη: αρχή, άνοδική πλευρά, κορυφή, καθοδική πλευρά και τέλος (τα ζικ-ζακ στη διαδρομή δεν αποκλείονται). Η ελληνική νεωτερική καμπύλη εντάσσεται στην ευρύτερη ευρωπαϊκή, η κορυφή της οποίας βρίσκεται περίπου στα τέλη του 19ου αιώνα, κατερχόμενη έκτοτε για να συναντήσει το δικό της Τέλος-Μηδέν στις ημέρες μας. Η κυπριακή καμπύλη ακολουθεί την ελλαδική με σημαντική χρονική υστέρηση. Η κυπριακή αγγίζει τη δική της κορυφή κατά τον ενωτικό αγώνα, όταν η ελλαδική είχε από καιρό εξαντληθεί. Οι καμπύλες αυτές αποδίδουν το ξεδίπλωμα των δυνατοτήτων του ανθρωπολογικού τύπου που κατασκευάζει η μετεπιβίβαση από το ελληνικό στο νεωτερικό πολιτισμικό όχημα. Και καταλήγουν στο «σημείο μηδέν», αποδίδοντας σε μας τον τύπο του γραικύλου. Κατάληξη του «γραικογάλλου» είναι ο γραικύλος. Οπότε το ερώτημα είναι αν ο Μακάριος και οι μεταλλαγμένοι ενωτικοί υμνωδοί του ήταν γραικύλοι. Αν ναι έχουμε μια ικανοποιητική ερμηνευτική πρόταση. Αρκεί να διευκρινίσουμε τι συνιστά τον γραικύλο.
Ο «γραικύλος» είναι προνεωτερική και προβυζαντινή έννοια. Ονομάστηκε έτσι το ανερμάτιστο άτομο που κυριάρχησε στον ελληνικό χώρο μετά τον Πελοποννησιακό πόλεμο, φέροντας την εξαχρείωση του πολίτη και την υποστροφή στην τυραννία. Η εμφάνισή του συνδέεται με την τροχιά της αποσύνθεσης, στην οποία τίθεται το άτομο, όταν έχει ολοκληρώσει την ανοδική του διαδρομή. Η ολοκλήρωση της εξατομίκευσης συμπίπτει με τη στιγμή κατά την οποία το άτομο έχει πεισθεί, ότι αυτό το ίδιο και μόνο, είναι αρμόδιο να κρίνει τι είναι καλό και κακό για τον εαυτό του, οπότε αίρεται μέσα του η υπερατομικότητα των βασικών αξιών-θεμελίων του Κοινού Λόγου και καταρρέει το σύστημα ρύθμισης των παθών μέσα του, που του επέτρεπε να είναι πολίτης ικανός να λειτουργεί Δήμο. Από το ίδιο σημείο πέρασε, κατά τα φαινόμενα, και το νεωτερικό άτομο και ήδη από τη δεκαετία του ’60, με την έναρξη της μεταμοντέρνας πολιτιστικής «επανάστασης», έχει περιέλθει στη δική του κατάσταση «γραικυλισμού», η οποία βέβαια έχει διαφορετική μορφή, λόγω της τεχνοσυστημικής διαμεσολάβησης των σχέσεων και του εγκλωβισμού της ελευθερίας στον ιδιωτικό χώρο, όπου στη μεταμοντέρνα φάση της ανάπτυξής της νοείται ως απόλυτη ελευθερία παράδοσης του ατόμου στα πάθη του, τα οποία όμως καλύπτονται από ολόκληρα συστήματα διαχείρισής τους. Αυτή είναι και η βάση της καταναλωτικής αποχαύνωσης και της τηλεοπτικής χειραγώγησης. Η αναισθησία, ο τομαρισμός και γενικευμένη ψυχοπάθεια, είναι στην κατάσταση αυτή όχι απλό σύμπτωμα αλλά ακαταγώνιστη ανθρωπολογική δίνη. Το «παχύ μας δέρμα» στη ν-ιοστή.
Ο Μακάριος ο Γ’ ήταν ο «λοβοτομημένος» χαρισματικός μεγαλομανής που μας εμφανίζουν τα αληθινά γεγονότα των Μελισσών. Το ’21 δεν αντηχούσε μέσα του, όπως στου Μακαρίου Β’ ή έστω των συνεξορίστων του. Ήταν κάπου εκεί ή είχε μεταβληθεί σε γραικύλο; Τα αληθινά γεγονότα των Μελισσών μάλλον τον τοποθετούν εκεί. Όμως το Μυθιστόρημα μας επιτρέπει να πάμε σε μεγαλύτερο βάθος. Αν στην κρίσιμη στιγμή της ιστορικής ευκαιρίας, τον Αύγουστο του 1964, έβαζε στην άκρη τον εαυτό του, ώστε να την αδράξει την ευκαιρία, που η ίδια η δική του απειλή να κάνει την Κύπρο «Κούβα της Μεσογείου» την είχε δημιουργήσει, τότε το “παχύ μας δέρμα” θα φύραινε, θα στέγνωνε πάνω του, για να μεταλλαχθεί, πιθανότατα, σε «χιτώνα του Νέσσου», που θα οδηγούσε όμως τον ίδιο στην πυρά της προσωπικής αθανασίας. Ακόμα και με το παλιό «σγαρντίλι» στο γοτθικό παράθυρο να του θυμίζει τον σωστό δρόμο… δεν το τόλμησε!
Τι λες; Με το χέρι στην καρδιά. Ήταν γραικύλος;
Α.Ρ.
Γιατί δεν ήταν «γραικύλος» ο Μακάριος; Ήταν και παραήταν, αν ρωτάς εμένα. Μη μας παραπλανεί το σχήμα του. Αν θυμηθείς τον λόγο του στον ΟΗΕ στις 19 Ιουλίου 1974 (γεμάτος μίσος για την Ελλάδα), αν θυμηθείς ότι για μας τους Κυπρίους ο Έλληνας στρατιώτης, τα ελληνικά όπλα, λίγο διέφεραν (αν καθόλου) από την αγιότητα, κι όμως Κύπριοι κάτω από την επήρεια του Μακαρίου σήκωσαν όπλα και σκότωσαν Έλληνες αξιωματικούς και οπλίτες (ως πριν λίγο άγιους στη συνείδησή τους) γιατί είχαν γίνει «χούντα» δήθεν, αν σκεφτείς ότι μετά το πραξικόπημα, αντί να πει ας ενωθούμε τώρα όλοι ενώπιον του κοινού επερχόμενου κινδύνου, της Τουρκίας (ΕΤΣΙ θα έδειχνε αγάπη και πατριωτισμό), έστειλε στρατό από την Πάφο να ρίξει το πραξικόπημα στη Λεμεσό και από εκεί στη Λευκωσία. Τι στρατό; Κυπρίους να κτυπήσουν Κυπρίους και Ελλαδίτες, Πάφιους αστοιχείωτους (έστω και με διπλώματα) να κτυπήσουν τον ελληνικό στρατό… Ε, αυτός ο άνθρωπος δεν ήταν γραικύλος; Στο πίσω μέρος του μυαλού του πήρε φωτιά η φιλοδοξία να ανατρέψει το πραξικόπημα στην Κύπρο, πράγμα που θα έριχνε ντόμινο τη χούντα στην Ελλάδα και θα παρουσιαζόταν ήρως-σωτήρας, νέος Βενιζέλος (!), αρχηγός απασών των σάπιων απανταχού Ελλάδων… Αρχηγός να ήταν, και λίγο τον ενδιέφερε πόσο σάπιος ήταν ο ελληνισμός… Εξάλλου θα του εγιάτρευε πάσα νόσο και μαλακία με τη …χολυγουντιανή λάμψη του!!
Τέλος πάντων.
Πέρα από το γεγονός ότι ο Μακάριος δεν είχε την αγάπη που όφειλε προς την Ελλάδα, την αγάπη που θα του προσέδιδε την πίστη και την αποφασιστικότητα που χρειαζόταν για να επιτευχθεί η Ένωσις, δεν καταλαβαίνω άλλη αδυναμία του. Αυτή την αγάπη είχαν π.χ. ο Αυξεντίου και οι άλλοι πεσόντες ήρωες, εκείνοι που φιλοδοξούσαν και την αγχόνη ακόμη για χάρη της Ελλάδας… Θυμήσου το «πώς σου πάει μάνα να με σκεπάσεις με τη γαλανόλευκη…!» Αγάπη για ένα μοντερνιστικό, νεωτερικό έθνος-κράτος και όχι την ουρανούπολη, αλλά για να υπηρετήσεις την ουρανό θα πρέπει πρώτα να έχεις γη να στηρίξεις τα πόδια σου. Αυτή ήταν η προτεραιότητα.
Συμπληρωματικά, το έχω ξαναπεί, αλλά θα το πω ξανά κι εδώ: Οι Τουρκοκύπριοι που έδειξαν απόλυτη πίστη, αγάπη και υπακοή στη «μάνα» τους, κέρδισαν πολύ περισσότερα από όσα τόλμησαν ποτέ να ονειρευτούν. Αυτή, όμως, είναι η ιστορία ολόκληρης της Τουρκίας. Τώρα, δεν ξέρω αν άρχισα να μιλώ για την τρέλα μας με την ελευθερία, που μας κάμνει ανίκανους αρχαιόθεν (και κατά τον Ζεπάτο) να στήσουμε κράτος. Αλλά, πάλι, για μένα ελευθερία και αγάπη είναι ταυτόσημες… Οπότε, αυτά και μένω, προσβλέποντας και σε άλλη ατελεύτητη φώτιση.
Σημειώσεις
* Το κείμενο της ομιλίας του Θεόδωρου Ι. Ζιάκα στην εκδήλωση του Κυπριακού Κέντρου Μελετών (ΚΥ.ΚΕ.Μ.) για την παρουσίαση του βιβλίου του Άντη Ροδίτη «Δέκα Χιλιάδες Μέλισσες», την Παρασκευή 11 Φεβρουαρίου 2011, στο Πολιτιστικό Ίδρυμα Μαρφίν-Λαϊκής στη Λευκωσία.
2 «.. και ες αύθις … οι δη και οι των Ελλήνων παίδες ξυλλεγόμενοι κατά σφων αυτών έθιμα ως ήδιστα μεν σφίσιν αυτοίς, τοις δε άλλοις ως κράτιστα πολιτεύοιντο». (Αποδείξεις ιστοριών, Α’, 13, εκδ. Darco.)
Πηγή: antifono.gr
.
18 comments
Εὐχαριστῶ τὸ Ἀντίβαρο ποὺ μᾶς πληροφορεῖ γιὰ πράγματα ποὺ ποτὲ δὲν θὰ τὰ μαθαίναμε χωρὶς αὐτό.
Ἐκτὸς ἀπὸ τὸ προηγούμενο τῆς Κρήτης καὶ τοῦ Βενιζέλου, ὑπάρχει καὶ τὸ προηγούμενο τῆς αὐτονόμου πολιτείας τῶν Ἱονίων νήσων. Αὐτὸ τὸ Ἑλληνικὸ κράτος προϋπῆρξε τῆς ἐπαναστάσεως τοῦ 1821. Βασίμως δύναται νὰ ἰσχυρισθεῖ κανείς ὅτι τροφοδότησε τὸ Ἑλλαδικὸ κράτος μὲ καίριο τρόπο, τόσο στὸν πολιτικὸ χῶρο (Καποδίστριας, Θεοτόκης, Μεταξᾶς), ὂσο καὶ στὸν πνευματικό (Σολωμός, Κάλβος, Βαλαωρίτης, Μαβίλης, Σικελιανός). Γραικογάλλοι ἦσαν ὅλοι αὐτοί ; Δὲν ὀφείλει, ἔστω καὶ σὲ ἕνα ποσοστό, τὴν ἀκτινοβολία του (καὶ τὴν οἰκονομική του ἐπιφάνεια ποὺ ἔχασε μετὰ τὴν Ἕνωση τοῦ 1864) ὁ Ἑλληνισμὸς τῆς Ἑπτανήσου στὴν χρηστὴ διοίκηση τῶν προστατῶν ἀποικιοκρατῶν Ἄγγλων ; Ὑπῆρχε, ἄρα γε αὐτὴ ἡ ὁμόθυμη «ἀγάπη γιὰ τὴν Ἑλλάδα» στὴν Ἑπτάνησο ; Ἢ, μήπως, ἡ Ἑπτάνησος μεταβιβάσθηκε ἀπὸ ἀλλόγλωσσο προστάτη σὲ ὀμόγλωσσο, ὅπως ἕνα φορτίο ἐμπορευμάτων ; Ἀσφαλῶς κρέμασαν οἱ Ἄγγλοι ἑνωτικοὺς στὴν Ἑπτάνησο. Ἀλλὰ καὶ ὁ Σολωμός, δὲν καταδέχθηκε νὰ πατήσει τὸ πόδι του στὴν ἐλευθέρα Ἑλλάδα.
Δεύτερον, λἐμε ὅτι ὁ Μακάριος, προδίδοντας τὸν ὅρκο του στὸ Σύνταγμα τῆς Ζυρίχης καὶ στοὺς ψηφοφόρους του καὶ παραδίδοντας τὸν Κυπριακὸ λαὸ στὴν Ἑλλαδικὴ κρατικὴ ἀνεπάρκεια, θὰ ἔμενε στὴν ἱστορία ὡς εὐεργέτης. Θυμᾶται κανεὶς τὸν Κωνσταντῖνο Τσαλδάρη ; Μὲ ἕνα νεῦμα τοῦ βασιλέως (ὑποκινουμένου ἀπὸ τοὺς Ἀμερικανούς) παρέδωσε τὴν πρωθυπουργία αὐτός, ἀρχηγός τοῦ ἐκλογικῶς πανισχύρου Λαϊκοῦ κόμματος, στὸν Θεμιστοκλῆ Σοφούλη ποὺ εἶχε μόλις 15 βουλευτές. Ἐνδεχομένως ἔσωσε τὴν Ἑλλάδα ἀπὸ τὸν κομμουνισμό, ἀλλὰ ἱστορικὸ πρόσωπο δὲν ἔγινε. Οὔτε οἱ κομμουνιστὲς δὲν τὸν ἔχουν στὰ δίπτυχά τους, ἔστω γιὰ νὰ τὸν ἀναθεματίζουν !
Τὸ βιβλίο τοῦ Ροδίτη καθιστᾶ προφανὲς ὅτι τὸ ἁπτὸ καὶ ὑλικὸ συμφέρον τῶν Κυπρίων τὸ 1964 ἦταν καταφανῶς ἡ ἀνεξαρτησία. Δὲν εἶναι λογικὸ νὰ καταλογίσουμε στὸν λαὸ ἢ στὴν Μακάριο ἔλλειψη τοῦ προφητικοῦ χαρίσματος, ἐπειδὴ οἱ ἀδέσμευτοι καὶ ὁ κομμουνισμὸς κατέρρευσαν μετὰ ἀπὸ 25 χρόνια ! Καὶ μήπως ἡ ἰδέα τῆς «Ἑλληνικότητος» δὲν ἐφθάρη καὶ αὐτὴ ἐν τῷ μεταξύ ; Τὸ βιβλίο εἶναι αὐτοκριτικὴ τῶν ἑνωτικῶν. Θὰ δικαιωθεῖ ὅταν κάποιος ἀπὸ τὴν ἀντίθετη παράταξη ψάξει μὲ τὴν ἴδια ὠμὴ εἰλικρίνεια καὶ βρεῖ πῶς τὴν ἐμπιστοσύνη τοῦ λαοῦ δὲν κατάφεραν νὰ τὴν μεταμορφώσουν σὲ ἀσφάλεια γιὰ τὸν λαὸ ποὺ τοὺς ψήφισε. Ὑπερβολικὴ αὐτοπεποίθηση, ἀλαζονεία, παραθεώρηση τῶν συναισθημάτων τῶν ἀντιπάλων, ἁπλῆ ἐπαγγελματικὴ ἀνεπάρκεια ;
Ο κ.Γεώργιος Ἰακ. Γ… μάλλον δεν θα διάβασε το βιβλίο αλλά μόνο την ομιλία και τα σχόλια. Πώς «Τὸ βιβλίο τοῦ Ροδίτη καθιστᾶ προφανὲς ὅτι τὸ ἁπτὸ καὶ ὑλικὸ συμφέρον τῶν Κυπρίων τὸ 1964 ἦταν καταφανῶς ἡ ἀνεξαρτησία»; Ούτε καταλαβαίνω με ποιο τρόπο «Τὸ βιβλίο εἶναι αὐτοκριτικὴ τῶν ἑνωτικῶν(!) Θὰ δικαιωθεῖ ὅταν κάποιος ἀπὸ τὴν ἀντίθετη παράταξη ψάξει μὲ τὴν ἴδια ὠμὴ εἰλικρίνεια καὶ βρεῖ πῶς τὴν ἐμπιστοσύνη τοῦ λαοῦ δὲν κατάφεραν νὰ τὴν μεταμορφώσουν σὲ ἀσφάλεια γιὰ τὸν λαὸ ποὺ τοὺς ψήφισε. Ὑπερβολικὴ αὐτοπεποίθηση, ἀλαζονεία, παραθεώρηση τῶν συναισθημάτων τῶν ἀντιπάλων, ἁπλῆ ἐπαγγελματικὴ ἀνεπάρκεια ;» Ο Γ.Ι.Γ πρέπει πρώτα να διαβάσει το βιβλίο για να είναι σαφέστερος στα σχόλιά του. Ποιους ψήφισε ο λαός; Για ποιες εκλογές μιλά;
Ο Μακάριος πήρε έναν όρκο κι ανέλαβε μιαν αποστολή. Αν οι Άγγλοι έκαμαν ό,τι έκαμαν το 55-59 για να τον διευκολύνουν να πάει στην «Ανεξαρτησία» αντί να επιμένει στην Ένωση, οι συνθήκες δεν ήταν καθόλου δύσκολες για να φέρει εις πέρας την αποστολή της Ένωσης το 1964. Ήταν ευνοϊκότατες μάλιστα λόγω του ψυχρού πολέμου. Μόνοι τους οι Αμερικανοί επανέφεραν το θέμα της Ενώσεως εκεί που ο Μακάριος και ο Καραμανλής το είχαν δι’ υπογραφής απεμπολήσει. Το μόνο που χρειαζόταν ήταν λίγη συνεννόηση μεταξύ Γ.Παπανδρέου-Μακαρίου. Δεν υπήρξε, υπαιτιότητι Μακαρίου. Κι αυτό είναι ιστορικά αποδεδειγμένο. (Δες ανταλλαγή επιστολών Γ.Παπανδρέου-Μακαρίου). Τα υπόλοιπα είναι λόγια και θεωρίες. Κι αν πρόκειται να θεωρητικολογούμε, η μόνη θεωρία που στέκει είναι ότι, αν γινόταν η Ένωση μάλλον δεν θα είχαμε Χούντα το ‘67, μάλλον δεν θα είχαμε την οικονομική κρίση του σήμερα κι ούτε την απειλή στο Αιγαίο. Κι ακόμα μια σοβαρή πιθανότης είναι ο Νταβούτογλου να έμενε καθηγητής σε κανένα πανεπιστήμιο, αντί να ονειρεύεται σήμερα ηγετικούς ρόλους της Τουρκίας σ’ ένα ευρύτερο Ισλάμ, που περιλαμβάνει όχι και τόσο «αργότερα» ολόκληρη την Κύπρο, συν μερικά νησιά του Αιγαίου, ώστε ένας Νταβούτογλου ΙΙ ή ΙΙΙ να ονειρεύεται ακόμα και μια Θεσσαλονίκη εξισλαμισμένη!
Ἀγαπητὲ κύριε Ροδίτη,
Τί κρίμα νὰ ὐπονομεύετε μόνος σας τὴν ἀξιοπιστία σας. Ὄχι μόνο ἔχω διαβάσει τὸ βιβλίο σας, άλλὰ ἔχω (βάσει ἀποδείξεων ταμείου ποὺ βρίσκονται, ἑλέῳ τοῦ «κινήματος τῶν ἀποδείξεων», στὴν διάθεσή σας καὶ στὴν διάθεση τῶν φορολογικῶν ἀρχῶν) ἀγοράσει καὶ χαρίσει σὲ φίλους, ποὺ γνωρίζω ὅτι ἐνδιαφέρονται γιὰ τὴν ἱστορία τοῦ ζητήματος τῆς Κύπρου, τοὐλάχιστον πέντε ἀντίτυπα. Χθές, μόλις, ἔδωσα τὸ τελευταῖο. Ρωτῆστε καὶ τὸν ἐκδότη σας γι` αὐτό. Σίγουρα θὰ θυμᾶται ὅτι μιὰ μέρα τοῦ εἶπα ὅτι θὰ ἀγοράσω «εἴκοσι χιλιάδες μέλισσες» καὶ μοῦ ἀπήντησε : «Ἐννοεῖτε «δέκα χιλιάδες μέλισσες»;». «Ὄχι» εἶπα «θέλω ἁπλῶς δύο ἀντίτυπα».
Ἐπὶ τῆς οὐσίας, γράφετε στὸ βιβλίο σας ἢ δὲν γράφετε ὅτι, μὲ τὴν παράταση τοῦ ἀγῶνος τῆς ΕΟΚΑ, πολλοὶ στὴν Κύπρο ξανασκέφθηκαν τὸ ζήτημα τῆς Ἑνώσεως ; Ὅτι οἱ εὔποροι κατανόησαν ὅτι ἡ Ἕνωση δὲν θὰ τοὺς συνέφερε καὶ τόσο. Ὅτι οἱ αὐτοπροσδιοριζόμενοι ὡς κομμουνιστές τῆς Κύπρου εἶδαν στὴν ἀνεξαρτησία μιὰ διέξοδο νὰ ἐμφανισθοῦν ἀντίθετοι στὴν ἀποικιοκρατία τῶν Ἄγγλων, ἀλλὰ καὶ νὰ ἀποφύγουν τὶς διώξεις ποὺ ὑφίσταντο οἱ Ἑλλαδίτες ὁμοϊδεάτες τους. Συνεπῶς, τὰ μέτωπο κατὰ τῶν Ἄγγλων δὲν ἦταν πλέον ἀρραγές. Ὁ Μακάριος εἶχε τὴν πολιτική ἐπιδεξιότητα νὰ «τὴν κάνει γυριστή». Φυσικά, οἱ γνήσιοι ἀγωνιστὲς τῆς Ἑνώσεως ἀπογοητεύθηκαν. Φαίνεται, ὅμως, ὅτι εἶχαν, οἱ περισσότεροι, τὸν ρεαλισμὸ νὰ δεχθοῦν ὅτι τὸ αἵτημα τῆς Ἑνώσεως, τελικῶς, δὲν ἔπεισε τὴν πλειοψηφία τῶν Ἑλλήνων τῆς Κύπρου.
Πιθανῶς ἕνα πραξικόπημα γιὰ τὴν, ἔστω εὔσχημη, ἀπομάκρυνση τοῦ Μακαρίου τὸ 1964 νὰ εἶχε ἐπιτύχει. Τὸ ἐξέτασαν, ἄλλωστε, ὅλες οἱ ἑλλαδικὲς κυβερνήσεις. Ὑπῆρχε, ὅμως, ἰσχυρὴ λαϊκὴ ὑποστήριξη μεταξὺ τῶν Ἑλλήνων τῆς Κύπρου γιὰ μιὰ τέτοια λύση ; Τὸ βιβλίο δὲν δίδει καμμία βάση γιὰ νὰ τὸ πιστέψουμε αὐτό. Ἀντιθέτως, μας πείθει ὅτι καὶ πολλοὶ ἑνωτικοὶ ἤθελαν νὰ δώσουν μιὰν εὐκαιρία στὴν ἀνεξαρτησία, ἔστω καὶ μὲ τὴν θεσμικῶς ἀνώμαλη κατάσταση τοῦ Ἀρχιεπισκόπου ποὺ ἦταν ταυτοχρόνως Πρόεδρος τῆς Δημοκρατίας.
Κύριε Γεώργιε,
Δεν φαντάζεσθε πόσο χαίρομαι που “υπονομεύω την αξιοπιστία μου”, κατά τη γνώμη όσων δεν λένε ευθέως τη γνώμη τους.
Επί της ουσίας: Γι’ αυτά που λέτε ότι λέω, να παραπέμπετε σε σελίδες. Δεν δέχομαι αυτά που λέτε ότι λέω. Ποιους ενωτικούς εκρέμασαν οι Άγγλοι στην Επτάνησο; Αν είμαι απληροφόρητος, θα χαρώ να πληροφορηθώ.
Από πού κι ως πού το βιβλίο μου καθιστά προφανές ότι το “απτό και υλικό” συμφέρον των Κυπρίων ήταν η ανεξαρτησία; Δηλαδή εκεί στη μάνα μας την Ελλάδα δεν γίνεται πλεόν λόγος για κανένα άλλου είδους συμφέρον; Κι απο πού κι ως πού το βιβλίο είναι “αυτοκριτική των Ενωτικών”; Οι Ενωτικοί δεν έχουν καμια αυτοκριτική να κάμουν. Δεν είναι κανενός πράγματος ένοχοι. Σε λίγο θα μας βγάλετε ένοχους και τους απαγχονισθέντες και τους πεσόντες και τους στα βασανιστήρια εκπνεύσαντες και τους εν ψυχρώ εκτελεσθέντες για την Ένωση και την Ελλάδα.
Αν έχετε να πείτε κάτι να το πείτε ξεκάθαρα και ντόμπρα. Στη σαλάτα που ανακατεύετε φαίνεται ότι μάλλον ευνοείτε τον ανθελληνισμό του Μακαρίου και την απόσχιση της Κύπρου. Το ερώτημα είναι γιατί δεν το λέτε καθαρά. Μήπως επειδή δεν υπάρχει πλέον γι’ αυτό καμιά δικαιολογία;
Πρῶτα`ἀπ`ὅλα, ἡ καλὴ ἀνατροφὴ ἐπιβάλλει νὰ ἀναγνωρίζουμε τὰ λάθη μας. Ἐκτοξεύσατε μιὰν ἀβάσιμη κατηγορία ἐναντίον μου. Σᾶς ἀπάντησα μὲ πραγματικὰ στοιχεῖα. Ἀφοῦ ἐπιμένετε ὅμως, θὰ χάσετε κι ἂλλο άπὸ τὸ γλίσχρο, πλέον, ὑπόλοιπο τῆς ἀξιοπιστίας σας.
Γιὰ τὸν ἑνωτικὸ ἀγῶνα τῶν Ἑπτανησίων προχείρως δεῖτε τὰ ἑξῆς :
http://www.greeknewsonline.com/?p=10510
http://www.greeknewsonline.com/?p=10543
Πολὺ κατατοπιστικὰ εἶναι τὰ δυσεύρετα σήμερα πονήματα τοῦ Σπυροχριστοφόρου Βουτσινᾶ (Χρήστου Βουνᾶ) περὶ τοῦ Ἑνωτικοῦ τῶν Ἑπτανησίων Ἀγῶνος, γραμμένα στὸν καιρὸ τοῦ Ἑνωτικοῦ Ἀγῶνος τῆς Κύπρου. Καί, ναί, ἀπαγχόνισαν ἐφήβους οἱ Ἄγγλοι μὲ μόνο κατηγορητήριο τὴν ἀγάπη γιὰ τὴν Ἑλλάδα. Μόνο ποὺ τοὺς ἄλειψαν μὲ πίσσα καὶ τοὺς ἄφησαν στὴν ἀγχόνη γιὰ κατατρομοκράτηση τῶν πολιτῶν, ὁπότε δὲν άξιώθηκαν οἱ μάρτυρες οὔτε τὰ φυλακισμένα μνήματα !
Ἀλλά, πέραν τοῦ ἡρωϊσμοῦ καὶ τῶν θουρίων ὑπάρχει καὶ ἡ πραγματικότης.
Ἰδοὺ ἡ σύνοψις άπὸ τὸν Ἰωάννη Μεταξᾶ στὸν περίφημο ἐπίλογο τῶν 70 ἄρθρων του (23 Ἰανουαρίου 1935) :
«Ἡ Μεγάλη Ἰδέα εἰς τὴν ὀποίαν ἐπίστευαν αἱ προγενέστεραι γενεαί, ἐπίστευαν δὲ ἀκραδάντως, καὶ προσήρμοζαν πρὸς τὴν πίστιν αὐτὴν πάσας τὰς ἐκδηλώσεις τοῦ βίου των, ἕτοιμοι πρὸς πᾶσαν θυσίαν διὰ τὴν πραγματοποίησίν της, ἦτο τὸ μεγάλο ἐλατήριον τὸ ὁποῖον ὤθησε τοὺς Ἕλληνας εἰς τὸν φοβερὸν ἀγῶνα τοῦ 1821, πρὸς τὸν ὁποῖον οὐδεμία ψυχρὰ λογικὴ θὰ ἠδύνατο ἐκ τῶν προτέρων νὰ ἀποβλέψῃ αἰσιοδόξως, καὶ τὸ ὁποῖον ἐλατήριον ὤθησε τὸ νέον μικρὸν κράτος, ἀσυναίσθητον διὰ τὴν ἀδυναμίαν του, τὴν πτωχείαν του, καὶ τὴν ἐν πολλοῖς κακομοιριάν του, νὰ τίθεται ἐπὶ κεφαλῆς ὁλοκλήρου τοῦ Ἑλληνισμοῦ καί, ἔστιν ὅτε ὁλοκλήρου τῆς Χριστιανωσύνης τῆς Ἀνατολῆς,ἐναντίον πολλάκις καὶ Μεγάλων Εὐρωπαϊκῶν Δυνάμεων. Χάρις εἰς τὸ ἰσχυρὸν αὐτὸ ἐλατήριον, ἠγωνίσθη ἐπὶ πεντηκονταετίαν καὶ ἐπανεστάτησεν ἡ Ἑπτάνησος κατὰ τῆς Ἀγγλίας, θυσιάσασα τὴν ὑλικήν της εὐδαιμονίαν χάριν τῆς Ἑνώσεως.»
Ἐθυσίασε ἡ Ἑπτάνησος καὶ κάτι περισσότερο άπὸ τὴν ὑλική της εὐδαιμονία : τὴν πνευματική της ζωή. Δὲν μπορεῖ νὰ λεγόμαστε Ἕλληνες καὶ νὰ κλείνουμε τὰ μάτια μπροστὰ στὴν πραγματικότητα. Ἡ Ἑπτάνησος ἥκμασε πνευματικῶς καὶ καλλιτεχνικῶς ἐπὶ Ἀγγλοκρατίας καὶ κατέπεσε μετὰ τὴν Ἕνωση.
Τὸ βιβλίο σας, φυσικὰ τὸ γνωρίζετε καλύτερα άπὸ ἐμένα. Καὶ ρίχνοντας μιὰ ματιὰ ἀκόμη γιὰ τὶς άνάγκες τῆς ἀπαντήσεως αὐτῆς διαπίστωσα γιὰ μιὰν ἀκόμη φορά ὅτι ὁ καλός, ἰδιοφυϊὴς μάλιστα, συγγραφέας δὲν εἶναι κατ`άνάγκην καὶ καλὸς πολιτικὸς στοχαστής.
Στὶς σελίδες 210 ἕως 215 περιγράφετε πῶς ὁ Μακάριος στὴν ἐξορία, ἑν ὄψει τῆς ἐντάσεως καὶ τῆς ἀγριότητος τοῦ ἀγῶνος, καταλήγει νὰ ἐπιλέγει τὸν συμβιβασμὸ άπὸ τὸ ὁλοκαύτωμα. Καὶ ἀναφέρετε ὅτι ἀντίστοιχες σκέψεις εἶχε διατυπώσει καὶ πρὸ δεκαμήνου στὸν Γρίβα, ὀπότε δὲν μποροῦμε νὰ θεωρήσουμε ὅτι τὸν ξεμυάλισαν οἱ Πῆρσον καὶ Τορναρίτης.
Στίς σελίδες 284 ἕως 300 περιγράφετε τὴν εὐκαιρία καταλύσεως τοῦ Συντάγματος τῆς Κύπρου τὸ 1964 μὲ πραξικόπημα, στὸ ὁποῖο ἐκαλεῖτο νὰ συνεργασθεῖ καὶ ὁ ἐπὶ κεφαλῆς τοῦ πρὸς κατάργησιν κράτους. Εἶναι προφανὲς ὅτι, ἂν ὑπῆρχε βούληση τῆς πλειοψηφίας τῶν Κυπρίων, κάτι τέτοιο θά μποροῦσε νὰ ἐπιτευχθεῖ διὰ τῆς πολιτικῆς ὁδοῦ καὶ ἀνάγκη γιὰ πραξικόπημα δὲν θὰ ὑπῆρχε. Ἡ συμπαιγνία Ἑλλαδικῆς κυβερνήσεως καὶ ΗΠΑ μποροῦσε νὰ βοηθήσει, ἀλλὰ δὲν ἔπρεπε νὰ ἔχει τὸν πρῶτο ρόλο. Καὶ παρὰ κάτω τονίζετε ὂτι μὲ τὴν δικτατορία στὴν Ἑλλάδα δικαιώθηκαν ἀναδρομικῶς οἱ πολέμιοι τῆς Ἑνώσεως. Φυσικά, τὴν βούληση τῶν Κυπρίων ἐπηρέαζε ἡ θέση τοῦ Μακαρίου καὶ ἡ κατάχρηση τῆς έξουσίας του. Ἦταν, ὅμως, ὁ Μακάριος ἕνας τόσο μεγάλος ἡγέτης γιὰ τὴν ὁποῖο θὰ ἴσχυε τὸ γνωμικὸ τοῦ Σόλωνος «Ἀνδρῶν δ᾿ ἐκ μεγάλων πόλις ὄλλυται.» ; Ἢ ἦταν καιροσκόπος ποὺ ἀκολουθοῦσε ἐπιδεξίως τὸν ὄχλο ; Τὸ βιβλίο σας πείθει ἀπολύτως γιὰ τὸ δεύτερο. Τὸτε, ὅμως, ἡ εὐθύνη δὲν μπορεῖ, λογικῶς, νὰ εἶναι τοῦ Μακαρίου, ἀλλὰ τῆς πλειοψηφίας τοῦ λαοῦ.
Μια γρήγορη ματιά που έρριξα στις ιστοσελίδες που με παραπέμπετε, επιβεβαιώνει τα λεγόμενά σας και ευχαριστώ για την πληροφόρηση. Θα τα διαβάσω με περισσότερη προσοχή αργότερα. Απορώ, πάντως, ειλικρινά πώς τέτοια γεγονότα δεν αποτελούν κοινή γνώση και εμπειρία, ούτε και χρησιμοποιήθηκαν στη διάρκεια του κυπριακού αγώνα.
Η “κακή μου ανατροφή” λέει ότι δεν κρυβόμαστε και λέμε ευθαρσώς τη γνώμη μας. Πέραν αυτού ακόμα δεν κατάλαβα πού ακριβώς εσείς στέκεσθε.
Πάω στο τέλος του σημειώματός σας: Δηλαδή απαλλάττεται ο Μακάριος διότι τον εφήφισε ο λαός; Πέραν του γεγονότος ότι κάθε λαός λαμβάνει τους ηγέτες που του αξίζουν, πόσες φορές νομίζετε ότι έγιναν εκλογές επί Μακαρίου στην Κύπρο; Πέραν της πρώτης του 1959, η επόμενη ήταν το 1968 όπου έλαβε πέραν του (σοβιετικού επιπέδου) 95% και ήθελε κι άλλο, λέει, γιατί ήταν “άπληστος στις ψήφους”, όπως εδήλωνε.
Στα πιο σημαντικά: Στις σελίδες 210-215 δεν λέω ότι επιλέγει, λόγω τῆς ἐντάσεως καὶ τῆς ἀγριότητος τοῦ ἀγῶνος, τον συμβιβασμό. Λέω ότι παραγνωρίζει, παρερμηνεύει, αγνοεί τις μεγαλειώδεις διαστάσεις του αγώνα. Αντί ως Ηγέτης να ιππεύσει την ένταση και την αγριότητα της Επανάστασης για να οδηγήσει τον λαό στη Νίκη, το μόνο που σκέφτεται είναι πως να φύγει από την εξορία για να πάει πίσω στην άσκηση των διττών εξουσιών. Γι’ αυτό και ο Πολύκαρπος λέει “αν μας ελευθερώσουν από την εξορία, η Κύπρος είναι χαμένη.”
Πουθενά δεν λέω ότι τον ξεμυάλισε κανένας. Αντίθετα, λέω ότι κανένας δεν ήταν σε θέση να τον ξεμυαλίσει. Έκαμνε του κεφαλιού του και πολλές φορές το παραδέχτηκε και το περηφανεύτηκε. Μόνοι ενοχλητικοί τού ήταν οι συνεξόριστοί του και γι’ αυτό όλους τους περιποιήθηκε κανονικά με διάφορους τρόπους με κάθε ευκαιρία που είχε αργότερα.
Όσον αφορά τα περί κατάλυσης του κυπριακού κράτους το 1964. Τη βούληση του κυπριακού λαού την κατηύθυνε ιστάμενος επί του βάθρου που του έστησαν οι κομμουνιστές, τους οποίους για πολλά χρόνια έθρεψαν οι Άγγλοι, εφόσον τους θεωρούσαν συμμάχους στον κατά της Ενώσεως αγώνα.
Ασφαλώς και ήταν ο Μακάριος “μεγάλος ηγέτης”. Ασφαλώς και είχε μυαλό εξίσου αν όχι και δυνατότερο από τους Γ. Παπανδρέου, Ντην Άτσεσον, Τζωρτζ Μπωλ, Προέδρου Τζόνσον και Ντην Ρασκ. Όλοι αυτοί τον κυνηγούσαν να τον βγάλουν από τη μέση. Οι Αμερικανοί για να μην πέσει σε κομμουνιστικά χέρια η Κύπρος και ο Παπανδρέου για να εκμεταλλευτεί τη φοβία των Αμερικανών και να κάμει την Ένωση. Δεν τα κατάφεραν μέχρι το ’74. Η δύναμή του, εκτός από το μυαλό, βρισκόταν και στην καρδιά. Την είχε αποξηράνει εντελώς από αγάπη για την Ελλάδα. Η καρδιά του ήταν χέρσα από αγάπη για την Ελλάδα. Ειδικά τον Αύγουστο του 1964 οι συνθήκες για να ενωθεί η Κύπρος με την Ελλάδα ήταν τέλειες. Ματαίωσε τα πάντα. Από εκεί άρχισε ο κατήφορος για όλη την Ελλάδα.
Σᾶς συγχαίρω γιὰ τὴν ἀνδρικὴ στάση σας στὸ ζήτημα τῆς Ἑπτανήσου. Δεῖγμα πίστεως εἰς ἑαυτόν καί, συνεπῶς, καὶ εἰς ἄλλους.
Ἐπὶ τῆς οὐσίας, διάβαζα απὸ μικρὸς τὴν «Ἑστία», ἡ Κυπριακὴ τραγωδία συνέπεσε χρονικῶς μὲ τὴν ἐποχὴ τῆς ἐφηβείας μου καὶ ἄλλα περιστατικὰ ἀργότερα, στὴν διάρκεια τῶν σπουδῶν μου, μὲ ὁδήγησαν στὸ νὰ προβληματισθῶ σοβαρὰ γιὰ τὸ τί συνέβη καὶ γιατί συνέβη.
Τὸ συμπέρασμά μου, προσωρινὸ φυσικά, εἶναι ὅτι καὶ οἱ δύο πολιτικὲς μερίδες τῆς Ἑλληνικῆς κοινότητος τῆς Κύπρου ἔχουν σημαντικὲς εὐθύνες γιὰ τὴν πορεία ποὺ ἔλαβε τὸ Κυπριακὸ πρόβλημα. Μπορεῖ ἡ μία νὰ ἔδειξε περισσότερη κακία καὶ λιγώτερη ἀνοησία ἢ τὸ ἀντίστροφο. Αὐτὸ δὲν εἶναι τὸ κύριο ἐρώτημα. Ὅπως καὶ μὲ τὶς ἄλλες ἐθνικὲς καταστροφές, τὸ θέμα εἶναι νὰ μάθουμε πῶς θὰ μπορούσαμε νὰ τὶς καταστήσουμε λιγώτερο συχνὲς καὶ λιγώτερο ὀδυνηρές. Εἶναι φανερὸ ἀπὸ τὴν ἐξέλιξη καὶ τοῦ Κυπριακοῦ ὅτι ὁμοθυμία καὶ ἐθνικὴ ἑνότητα εἶναι ἀνέφικτος στόχος καί, ἐπὶ πλέον, ἀποπροσανατολιστικός. Καλύτερα νὰ γίνεται ἀνοικτὴ συζήτηση, κόσμια, χωρὶς κυνῆγι προδοτῶν καὶ μειοδοτῶν, καὶ μετά, ὁ λαὸς νὰ ἀποφασίζει κατὰ πλειοψηφίαν.
Στὴν ἔκταση ποὺ ὁ Μακάριος ἀπεφάσιζε κατὰ τὴν κεφαλή του, προσυπογράφω κι ἐγὼ τὸ κατηγορητήριό σας. Ἄν, ὅμως, μποροῦσε νὰ λάβει μέρος στὴν συζήτηση αὐτή, δὲν θὰ μᾶς ἐγκαλοῦσε καὶ τοὺς δυό μὲ τὸ ἐρώτημα ; Πῶς θὰ πήγαιναν καλύτερα τὰ πράγματα τὸ 1964, ἂν εἶχε συνεργασθεῖ μὲ τὴν ἀπόπειρα καταλύσεως τῆς Κυπριακῆς Δημοκρατίας τοῦ 1964 ; Δὲν θὰ παρασυρόταν καὶ ἡ Κύπρος στὴν δίνη τῆς πολιτικῆς ἀσταθείας τῆς Ἑλλάδος τῶν ἐτῶν 1965-67 ; Δὲν θὰ εἶχε ἡ Ἑλλάδα πρόβλημα μὲ τοὺς κομμουνιστὲς τῆς Κύπρου ; Θὰ ἄρχιζε νὰ ἐκδίδει καὶ γι’ αὐτοὺς πιστοποιητικὰ κοινωνικῶν φρονημάτων ; Καὶ μὲ ποιά δικαιολογία, τὴν στιγμὴ ποὺ οἱ κομμουνιστὲς τῆς Κύπρου δὲν εἶχαν δά ἀποπειραθεῖ νὰ καταλύσουν τὸ κράτος ;
Γιὰ τὸ ζήτημα τῆς ἀγάπης πρὸς τὴν Ἑλλάδα, θὰ διαφωνήσω. Πρῶτα ἀπ’ὅλα, λογικὴ συζήτηση γιὰ θέματα συναισθημάτων δέν χωρεῖ. Δεύτερον, ποιός Ἑλλαδίτης ἀγαπᾶ γνησίως τὴν Ἑλλάδα ; Μήπως αὐτὸς ποὺ παρανομεῖ εἰς βάρος της κάθε στιγμὴ καὶ σὲ κάθε εὐκαιρία ; Οἱ ἀπόδημοι τὴν λατρεύουν, ἀλλὰ μᾶλλον διότι δὲν τὴν ὑφίστανται. Ὁ Μακάριος, ὅπως τὸν περιγράφετε, ἔχει τὴν τυπικὴ ψυχοπαθολογία κάθε πολιτικοῦ. Καιροσκόπος, ποὺ δὲν πιστεύει σὲ τίποτε καὶ σὲ κανέναν, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ ἄστρο του. Σημειῶστε ὅτι κάθε ἕνας ἄνθρωπος ὑποψιάζεται ὅτι κατέχει τοὐλάχιστον μία ἀπὸ τὶς θεμελιώδεις ἀρετές. Οἱ πολιτικοί ἁπλῶς δείχνουν πιὸ βέβαιοι. Δὲν φαίνεται νὰ εἶχε κάποια ἰδιαίτερα διανοητικὰ προσόντα. Εἶχε τὸ χάρισμα τῆς ἐπικοινωνίας, τῆς δημοκοπίας ἂν θέλετε. Ἀλλὰ ἰδιαίτερη εὐφυΐα δὲν φαίνεται νὰ εἶχε.
Κύριε Γεώργιε,
Δεν αποκλείεται στο τέλος να συνεννοηθούμε. Ήδη αρχίσαμε να συνεννούμαστε. Συμφωνώ απόλυτα ότι “ὁμοθυμία καὶ ἐθνικὴ ἑνότητα εἶναι ἀνέφικτος στόχος” και θα πρέπει επιτέλους αυτοί που παραπέμπουν σε μαθήματα από την Ιστορία, να σταματήσουν αυτό το βιολί. Δεν είναι μαθήματα που χρειαζόμαστε, αλλά (κατά την ταπεινή μου άποψη – όσο επιθετικός κι αν σας φαίνομαι- πατριωτισμό, δηλαδή (επανέρχομαι) Αγάπη για την πατρίδα, αγάπη και ευθύνη έναντι των άλλων Ελλήνων. Δεν έχω ούτε τις πνευματικές δυνάμεις ούτε όλες τις γνώσεις που χρειάζονται για να αναλύσω το τερατωδών διαστάσεων ελληνικό αυτοκαταστροφικό φαινόμενο. Κάποτε υποψιάζομαι ότι το μεγαλειώδες επίτευγμα ανάπτυξης του θέματος “αγάπη” έγινε στην ελληνική γλώσσα απο τους πατέρες της εκκλησίας μας και άλλους νεώτερους, επειδή ακριβώς λείπει τόσο πολύ από τους Έλληνες. Είναι το σημείο που εξακολουθώ να διαφωνώ μαζί σας ότι “λογικὴ συζήτηση γιὰ θέματα συναισθημάτων δέν χωρεῖ”. Χωρεί, και εδώ είναι το πρόβλημα των Ελλήνων: Περίπου το λέτε κι εσείς: “ποιός Ἑλλαδίτης ἀγαπᾶ γνησίως τὴν Ἑλλάδα;”
Ξανά για τον Μακάριο: Υπάρχουν έγγραφα του Στεητ Ντιπάρτμεντ και του Φόρεϊν Όφφις (είναι η παρούσα συγγραφική μου ενασχόληση), δημσοσιευμένα ήδη εδώ και μια δεκαετία, που αποδεικνύουν περίτρανα ότι ειδικά τον Αύγουστο του 1964 είχε παρασχεθεί στον Ελληνισμό η ευκαιρία να πραγματοποιήσει την Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Πράγμα που πολύ πιθανόν να απάλλαττε τη σημερινή Ελλάδα από πολλά από τα δεινά της των τελευταίων 50 χρόνων. Σε ένα από αυτά τα έγγραφα, ημερομηνίας 25 Αυγούστου 1964, ο Αμερικανός πρέσβυς στην Αθήνα Χένρυ Λαμπουίς λέει, ανάμεσα σε άλλα, ότι ο Γ.Παπανδρέου είπε και τη φράση “I am in a death struggle with Makarios” (είμαι σε πάλη-αγώνα ζωής ή θανάτου με τον Μακάριο.)Γιατί; Ποιος από τους δυο δεν αγαπούσε την Ελλάδα; Ποιος δεν σκεφτόταν το συμφέρον του Ελληνισμού ως Σύνολο;
Δεν θέλω να αποφασίσω ξανά το ίδιο εδώ. Πάντως δεν έχω ούτε ενδείξεις ούτε αποδείξεις ότι ο Γεώργιος Παπανδρέου δεν ήθελε το καλό της Ελλάδας. Ακριβώς το αντίθετο.
Εσείς το λέτε, συμφωνώντας μαζί μου, ποιος ήταν “καιροσκόπος, ποὺ δὲν πιστεύει σὲ τίποτε καὶ σὲ κανέναν, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ ἄστρο του.”
Το θέμα της “εὐφυΐας” του, της εξυπνοβλακείας του, του κυπραίικου πείσματός του και τα άλλα του δεν εξαντλούνται σε ι-μέϊλ.
Νὰ τὸ θέσω ἀλλιῶς : Πῶς μποροῦν δύο ἐξ ἴσου καλῶς πληροφορημένοι ἄνθρωποι νὰ συμφωνήσουν ὅτι, γιὰ παράδειγμα, ὁ Γεώργιος Παπανδρέου ἀγαποῦσε περισσότερο τὴν Ἑλλάδα άπὸ τὸν Κωνσταντῖνο Καραμανλῆ ; Ἤ, ὅτι ὁ Ἐλευθέριος Βενιζέλος ἀγαποῦσε περισσότερο τὴν Ἑλλάδα άπὸ τὸν Δημήτριο Γούναρη ; Οἱ προθέσεις, μὲ τὴν παροῦσα τεχνολογία, δὲν μποροῦν νὰ ἐρευνηθοῦν. Τὰ ἀποτελέσματα ἐξαρτῶνται ἀπὸ μυρίους ἄλλους παράγοντες, πολλούς τυχαίους. Δὲν εἶναι ματαία κάθε συζήτησις ; Προτιμῶ ἕναν διεφθαρμένο ποὺ μισεῖ τὴν Ἑλλάδα, ἀλλὰ καταφέρνει νὰ τὴν βοηθήσει, ἔστω καὶ άπὸ τύχη, ἔστω καὶ ἄθελά του, ἀπὸ ἕναν ἀκέραιο ποὺ ἔχει καλὲς προθέσεις καὶ μεγάλες ἱκανότητες, ἀλλὰ εἶναι κακότυχος.
Έχετε γενικεύσει το θέμα τόσο πολύ, που δεν θ’ αποφέρει αποτέλεσμα.
Εγώ μιλώ για μια συγκεκριμένη περίοδο κι έχω υπόψη μου ελληνικά, αγγλικά και κυρίως αμερικανικά έγγραφα, όπως και τις επιστολές μεταξύ Παπανδρέου-Μακαρίου κ.α. επί του συγκεκριμένου θέματος. Όλα αυτά δείχνουν τον Γεώργιο Παπανδρέου να μάχεται με όλες του τις δυνάμεις και τις ικανότητες (που φαίνεται να μην ήταν λίγες) να επιτύχει την Ένωση. Και σε αυτόν του τον διπλωματικό αγώνα το μόνο εμπόδιο που εύρισκε μπροστά του ήταν ο Μακάριος.
Ένα πρώτο συμπέρασμα που βγάζω είναι ότι η εξ αντικειμένου λανθασμένη αντιδυτική πολιτική Μακαρίου, είχε τα αντίθετα αποτελέσματα από αυτά που ανέμενε. Αντί να απομακρύνουν την Ελλάδα και την Αμερική από την Κύπρο, τις έφερναν πλησιέστερα. Για την Αμερική η Κύπρος ήταν ένα μηδενικό που παρίστανε την μονάδα. Θα γινόταν, όμως, πραγματική και εχθρική, μάλιστα, μονάδα αν κατέληγε στο Σοβιετικό Μπλοκ. Λόγω της απαρασάλευτης απόφασης των Αμερικανών ότι αυτό δεν θα το άφηναν ποτέ να συμβεί, επέτρεψαν τη “λογική και δίκαιη” παρουσία νατοϊκού (ελληνικού) στρατού στην Κύπρο, ώστε να ενταχθεί η Κύπρος στο ΝΑΤΟ το συντομότερο. (Οι υβρισίες που δέχθηκε αυτός ο στρατός – η ελληνική Μεραρχία – από το μακαριακό περιβάλλον και το ΑΚΕΛ δεν περιγράφονται).
Οι Αμερικανοί αρχικά ήθελαν, κάμνοντας την Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα, να δώσουν και “κάτι” στην Τουρκία, αφού ήταν ήδη στα δικαιώματα επί της Κύπρου ελέω Άγγλων.
Το παραδέχονται και Τούρκοι ανώτεροι αξιωματικοί στις μεταπτυχιακές τους διατριβές (δες διαδίκτυο) ότι εδώ, το 1964, υπήρξε σοβαρή μετακίνηση των αμερικανικών θέσεων από “ελαφρώς φιλοτουρκικές σε αισθητά φιλελληνικές”. Πρώτα πρόσφεραν στην Τουρκία ολόκληρο κομμάτι της Κύπρου ως κυρίαρχη και μόνιμη βάση. Με την ελληνική άρνηση (κι ως εδώ ο Μακάριος έκαμνε “σωστή” αντίσταση – αν και το φταίξιμο για τη μη πραγματοποίηση της Ένωσης από το 55-59 ήταν όλο δικό του), ακολούθησε μια τακτική όπου οι Αμερικανοί περιόριζαν με κάθε απόρριψη των Ελλήνων και την προσφορά προς τους Τούρκους. Μέχρι που ούτε οι Τούρκοι πια δέχονταν (γιατί την πρώτη προσφορά τη δέχτηκαν). Η Ένωση, όμως, έπρεπε να γίνει για να κλείνει το πολύ ενοχλητικό θέμα της πιθανότητας μιας “Κούβας” στη Μεσόγειο. Φτάσαμε, λοιπόν, στο σημείο (23 Αυγούστου 1964) οι ΗΠΑ να ετοιμάζονται να πουν στην Τουρκία “έχασες το παιχνίδι και μην τολμήσεις να κινηθείς, η Ένωση θα γίνει, εμείς εγγυώμαστε ότι κανείς δεν θα επέμβει στη διαδικασία και το μόνο που εσύ θα πάρεις είναι (το αγαπημένο) χρήμα”.
Πλην, όμως, όλοι λογάριαζαν χωρίς τον ξενοδόχο, έναν Μιχαήλ Χριστοδούλου Μούσκο εκ του χωρίου Παναγιά, Πάφου, πρώην ποιμένα και νυν αυτοκράτορα. Γιατί και πάλι είπε “όχι”, για να αποδειχθεί τελειωτικά πλέον ότι ποτέ δεν είχε “Ένωση” στο μυαλό του, και ποτέ δεν ήταν για την Ένωση που έκαμνε την τόσο γλυκειά στους κομμουνιστές “αντίσταση”!!
Ο Γεώργιος Παπανδρέου είχε ανοίξει και πολεμήσει γενναιότατα και αποτελεσματικότατα (το θέμα “Κούβα της Μεσογείου” το υποδαύλιζε συνέχεια κι ο ίδιος), σε τρία μέτωπα: Το αμερικανικό, το τουρκικό και το μακαριακό. Έχασε μόνο στο τελευταίο. Εκείνο που έπρεπε να ήταν η οπισθοφυλακή του, στην πιο κρίσιμη στιγμή της μάχης προχώρησε και πήρε ξεκάθαρη θέση στο κέντρο της εχθρικής παράταξης απέναντι, και… “νικησε”! Όπως “νίκησαν” και οι Αμαθούσιοι το 499 π.Χ, που μετακινήθηκαν στην πλευρά των Περσών, την ώρα που ο Ονήσιλος τους νικούσε.
Το κεφάλι του Ονήσιλου, η ενωτική παράταξη, κόπηκε και κρεμάστηκε στα τείχη προς παραδειγματισμό.
Το ΑΚΕΛ στην Κύπρο, κάθε φορά που τα βρίσκει σκούρα, κατηγορεί την ενωτική παράταξη ότι φταίει για την καταστροφή της Κύπρου. Διάβαζε την τουρκονατοποίηση, γιατί αυτή ήταν η επόμενη κίνηση των Αμερικανών μετά την αποτυχία του Παπανδρέου να νικήσει τον Μακάριο.
Παραδόξως, και ξανά, όμως, στο κομμένο κεφάλι του Ονήσιλου εισέβαλαν και κατοικοεδρεύουν ομιλούσαι μέλισσαι. Και δεν θα βγάλουν ποτέ τον σκασμό.
Μὰ καὶ οἱ κομμουνιστὲς ἄνθρωποι ἦταν (καὶ εἶναι). Νὰ τοὺς παρέδιδε ὁ Μακάριος στὸν Παπανδρέου ποὺ τοὺς εἶχε ρημάξει τὸ 1944 ; Δὲν εἶχαν κάνει καὶ τὰ ἐγκλήματα ποὺ εἶχαν κάνει οἱ Ἑλλαδίτες κομμουνιστές. Καὶ τὸν Μακάριο ὑποστήριζε στὴν συγκεκριμένη διαμάχη καὶ ὁ Ἀνδρέας Παπανδρέου, ἔτσι δὲν εἶναι ; Ἐπεκράτησαν πολιτικῶς οἱ ἀνθενωτικοί. Πιθανώτατα καὶ μὲ βρώμικες μεθόδους. Ἔτσι εἶναι ἡ δημοκρατία. Ἀποφασίζουμε ὅλοι μαζὶ καὶ ὑφιστάμεθα ὅλοι μαζὶ τὶς συνέπειες τῆς ἀνοησίας τῶν περισσοτέρων ἀπὸ ‘μᾶς. Καί πάλι, πολλὰ μποροῦσαν νὰ γίνουν καλύτερα μετὰ τὸ 1964 ὥστε ἡ ἀνεξαρτησία νὰ μήν ἀποτύχει τόσο οἰκτρά. Ἀλλὰ καὶ ἡ Ἕνωση, ἂν γινόταν τὸ 1964, δὲν ἔχουμε καμμία βεβαιότητα ὅτι δὲν θὰ εἶχε, τελικῶς, ἀκόμη χειρότερη ἔκβαση. Σίγουρα οἱ κομμουνιστὲς εἶχαν τὴν δύναμη νὰ ἀποσταθεροποιήσουν τὴν κυβέρνηση τῶν Ἀθηνῶν, ἐφ`ὅσον ἡ Κύπρος θὰ ἔβλεπε ἀμέσως τὰ ἀμφίβολα ἀγαθὰ τῆς Ἑλλαδικῆς διοικήσεως. Ἐνῶ ἡ προστασία ἀπὸ τὴν Τουρκία καὶ δάνεια (ἐλέῳ ΗΠΑ) θὰ ἦταν καὶ μὴ προφανής στὸν μέσο Ἕλληνα τῆς Κύπρου.
Οι κομμουνιστές της Κύπρου δεν είχαν ευθύνη γι’ αυτά που έκαμαν οι κομμουνιστές στην Ελλάδα για να υποστούν τα ίδια που υπέστησαν οι Ελλαδίτες, ως ηττημένοι. Το μεγάλο έγκλημα των Κυπρίων κομμουνιστών είναι ότι δεν επαναστάτησαν κι εκείνοι (ως όφειλαν, ως οι κατ’ εξοχήν αντι-ιμπεριαλιστές του τόπου) εναντίον των ΄Αγγλων. Αντίθετα, βοήθησαν τους Άγγλους μένοντας, στην καλύτερη περίπτωση, αδρανείς. Οι Άγγλοι χρειάστηκαν λιγότερα στρατεύματα γιατί ολόκληρες περιοχές που είχαν κομμουνιστική πλειοψηφία δεν αποτελούσαν κίνδυνο (όπως και οι τούρκικες συνοικίες και τα τούρκικα χωριά δεν αποτελούσαν κίνδυνο). Αν οι κομμουνιστές έκαμναν μια δική τους ΕΟΚΑ (αφού δεν τους είχε εμπιστοσύνη και δεν τους ήθελε ο Διγενής), σίγουρα θα είχε καλύτερο αποτέλεσμα και ο Αγώνας. Βλέπετε, όμως, πώς ταιριάζουν τα πράγματα; Άγγλοι-ΑΚΕΛ-Μακάριος: Ένα συνταυτιζόμενο τρίδυμο διαρκούς επιτυχίας για τους ιδίους και καταστροφής για τον τόπο, που λειτουργεί μέχρι σήμερα. Το ΑΚΕΛ ανέβαζε κατ’ εξακολούθηση τη μακαριακή δεξιά στην εξουσία (Μακάριο-Κυπριανού-Τάσσο Παπαδόπουλο) κι ο τελευταίος ανέβασε τον Χριστόφια. Η Προεδρία Παπαδόπουλου υπήρξε και μια άκρως ενδιαφέρουσα αγαπητική ιστορία. Με ρυθμό περίπου τρεις φορές την ημέρα, Παπαδόπουλος και Χριστόφιας αντάλλαζαν σταυρωτά φιλιά όπου τύγχανε να συναντηθούν. Σχεδόν έρωτας! Άμα έλειξε, όμως, η ηρωική πενταετία Παπαδόπουλου και ο Χριστόφιας ζήτησε τα δεδουλευμένα, κόντεψαν να τραβηχθούν μαχαίρια και να πάνε οι έρωτες του βρόντου. Πλην, όμως, ο Παπαδόπουλος είδε στο τέλος το δίκαιο της υπόθεσης και συναίνεσε. Σήμερα η Κύπρος είναι το μόνο κράτος της Ευρώπης με 33% κομμουνιστές και κομμουνιστή Πρόεδρο. Στην Ευρώπη δεν μπορούμε να ελπίζουμε, η Ελλάς πεθαίνει και η Τουρκία καραδοκεί.
Ανδρέας Παπανδρέου: Στήριζε τον πατέρα του στον ενωτικό αγώνα, μέχρι που “εμπνεύστηκε” από τον Μακάριο το Μεγάλο(!) Μήνυμα, ότι μέσω του λαϊκισμού-αντιαμερικανισμού θα εκπλήρωνε τα πιο τρελά του όνειρα, τουτέστιν να γίνει πρωθυπουργός της Ελλάδος. Ευθύς εγκατέλειψε και τον πατέρα του και τον αγώνα για την Ένωση, έγινε οπαδός, μιμητής και βοηθός του Μακαρίου και συνέβαλε τα μέγιστα στη ματαίωση της Ένωσης στις 20-21 Αυγούστου 1964 (“Μέλισσες” κεφ. 30).
Ό,τι αυτή είναι η Δημοκρατία, όπως την περιγράφετε, καταστροφική, δεν διαφωνώ. Το ίδιο και οποιοδήποτε άλλο σύστημα για μάς τους Έλληνες. Τη Μικρά Ασία τη χάσαμε δυο φορές. Και επί Αυτοκρατορίας και επί Δημοκρατίας. Το πρόβλημά μας είναι και το είπαμε, αλλού. Μέχρι τέλειοι (θεωρητικώς) Χριστιανοί γίναμε εγκαταλείποντας την ειδωλολατρία. Τίποτε. Τίποτε δεν μας σώζει. Συνεχίζουμε να εξαφανιζόμαστε για τον απλούστατο λόγο ότι η παραγωγή μας σε πατριώτες (δηλαδή σε ανθρώπους που αγαπούν την πατρίδα τους, σε ανθρώπους που έχουν Αγάπη μέσα τους κι όχι απλώς το τομάρι τους), είναι Ελαττωματική. Το Έψιλον κεφαλαίο “Ε”.
Χειρότερη έκβαση από τη σημερινή – επειδή δεν έγινε η Ένωση – δεν μπορώ να φαντασθώ. Εκτός βέβαια από την πλήρη τουρκοποίηση της Κύπρου.
Την τελευταία σας φράση δεν την κατάλαβα καθόλου.
Ἅμα εἶχαν ἐξεγερθεῖ καὶ οἱ κομμουνιστὲς τῆς Κύπρου κατὰ τῶν Ἄγγλων, τότε θὰ εἴχαμε κι ἐκεῖ ἐμφύλιο πόλεμο. Φυσικὰ δὲν ἐπρόκειτο νὰ τοὺς δεχθεῖ ὁ Γρίβας, οὔτε αὐτοὶ θὰ ἐτίθεντο ὑπὸ τὶς διαταγές του. Θὲ εἴχαμε Ε(Κ)ΑΜ καὶ Ε(Κ)ΛΑΣ καὶ ΔΣΚ. Πιθανώτατα, αὐτὸ θὰ ἐξυπηρετοῦσε πολὺ περισσότερο τοὺς Ἄγγλους, διότι θὰ ἔλεγαν στοὺς Ἀμερικανοὺς ὅτι πρέπει νὰ μείνουν γιὰ νὰ συγκρατήσουν τὴν χώρα ἀπὸ ἐμφύλιο πόλεμο. Ἀφῆστε πού, μὲ τὴν ἐμπειρία τῆς Ἑλλάδος νωπή, οἱ κομμουνιστὲς τῆς Κύπρου θὰ ἦταν παράφρονες, ἂν ἔπαιρναν ὅπλα.
Γιὰ τὰ γενικώτερα, δὲν συμφωνῶ μαζί σας, ἀλλά, ἀφοῦ μὲ ψέξατε ὅτι διευρύνω τὴν συζήτηση, θὰ άκολουθήσω τὴν σύστασή σας, ἀκόμη κι ἂν ἐσεῖς δὲν τὴν ἀκολουθεῖτε.
Διευκρινιστικῶς, τὰ ὀφέλη τῆς τυχὸν Ἑνώσεως, ὅπως ἡ άποτροπὴ Τουρκικῆς εἰσβολῆς, ποτὲ δὲν θὰ ἦταν ὁρατὰ στὸν Κύπριο τοῦ 1964, ἂν γινόταν τότε ἡ Ἕνωσις. Θὰ ἔμεναν στὴν σφαῖρα τῶν ὑποθέσεων, ἐνῶ ἡ τυραννία τῶν Ἑλλαδιτῶν ὑπαλλήλων θὰ βιωνόταν κάθε μέρα.
Ἑξωδίκως καὶ ἀνεκδοτολογικῶς ὁ διάλογος :
– Ξέρεις, τὰ Ἑπτάνησα διαφέρουν άπὸ τὴν ὑπόλοιπη Ἑλλάδα, διότι δὲν εἶχαν ποτὲ Τουρκοκρατία.
– Μπά, κι άπὸ τὸ 1864 μέχρι σήμερα τί ἔχουν ;
Καὶ τὸ ἄλλο τοῦ Γιανναρᾶ :
Ἡ χώρα αὐτὴ δὲν εἶναι Ἑλλάδα. Λέγεται Ἑλλάδα. Πρόκειται γιὰ σύμπτωση …
Αν νομίζετε ότι πρόκειται για δική μου “φαεινή” ιδέα πέφτετε έξω. Είναι η άποψη του κομμουνιστή νομικού Γώγου Κακογιάννη (αδελφού του σκηνοθέτη Μιχάλη), την οποία εξέφρασε παραιτούμενος από το ΑΚΕΛ το 1959 στο βιβλίο του “Η Ακελική ηγεσία και ο ένοπλος αγώνας”, επανέκδοση 1982.
Δεν τίθεται κανένα θέμα μιας κομμουνιστικής ένοπλης οργάνωσης εναντίον του αγγλικού ιμπεριαλισμού να γίνει ή όχι…αποδεχτή από τον Διγενή ή να τεθεί υπό τις διαταγές του! Το Απαράδεκτο είναι το κατεξοχήν αντι-ιμπεριαλιστικό Κόμμα της Κύπρου να μένει άπρακτο σε ένα μέχρι εσχάτων αγώνα κατά του ιμπεριαλισμού, και δια της απραξίας του (τουλάχιστο) να υποβοηθεί τον ιμπεριαλισμό!
Δυστυχώς αγνοείτε την Κύπρο στην ουσία της, όπως και όλοι σχεδόν οι Ελλαδίτες που νομίζουν ότι κάτι ξέρουν περί Κύπρου. Τι άλλο να πω για τη χώρα που λέγεται Ελλάδα, αλλά Ελλάδα δεν είναι, αφού πρώτους πρώτους μισεί εκείνους που με πάθος την αγάπησαν και για εκείνην τη ζωή τους έδωσαν;
Πέρα από το γεγονός ότι ούτε το ίδιο το αντίβαρο φαίνεται να επιθυμεί τη συνέχιση αυτής της συζήτησης ζητώντας μου συνεχώς “συνθηματικά” και κόντρα “συνθηματικά”, η συζήτηση αυτή νομίζω έφτασε στο τέλος της – εκτός βέβαια κι αν με προκάλεσετε ξανά υπερασπιζόμενος εκείνους που αντιστάθηκαν και αντιστέκονται μέχρι σήμερα στον ενωτικό αγώνα της Κύπρου.
Πολύ καλά κάνατε νὰ ἀποσείσετε καὶ τὴν ὑποψία πατρότητος μιᾶς τόσον ἀβασίμου προτάσεως. Η Θέση Κακογιάννη δείχνει τὴν χαρακτηριστικὴ ἀμφιθυμία τῶν μορφωμένων ποὺ θέλουν νὰ σώσουν τὸν φτωχὸ λαὸ καὶ συντάσσονται μὲ τοὺς κομμουνιστές. Δὲν ξέρουν τί νὰ διαλέξουν : τὸν προλεταριακὸ διεθνισμὸ ἢ τὸν πατριωτισμὸ τῆς κοινωνικῆς τους τάξεως. Πείθουν ἔτσι ὅτι οὔτε τὸν ἕνα οὔτε τὸν ἄλλο μποροῦν νὰ ὑπηρετήσουν.
Ἀσφαλῶς δὲν μπορεῖ ὁ Ἑλλαδίτης νὰ ζήσει τὴν ζωή του σὰν νὰ ἦταν Κύπριος. Μία ζωὴ μᾶς δίδεται στὸν καθ` ἕνα. Μποροῦμε, ὅμως, νὰ ἐνστερνισθοῦμε τὸ σκληρὸ μάθημα τῆς ἱστορίας ὅτι τὸ πάθος δὲν εἶναι καλὸς σύμβουλος γιὰ τὴ πολιτικὴ δράση. Εἶναι ἀπαραίτητο τὸ πάθος γιὰ νὰ γράψει ὂποιος ἔχει ταλέντο ἕνα ὡραῖο βιβλίο. Ἀλλὰ εἶναι καταστροφικό, ὅταν ὁδηγεῖ τὶς πολιτικὲς ἐπιλογές μας ὡς λαοῦ καί, ὄχι σπανίως, καὶ ὡς ἀνθρώπων. Ἡ φιλαρχία τοῦ Μακαρίου, ἐγκεκριμένη ἀπὸ μιὰ πλειοψηφία Κυπρίων ἀπὸ τὴν πλουτοκρατικὴ δεξιὰ μέχρι τὴν λαοκρατικὴ ἀριστερά, ὅπως γράφετε, ἔφθασε νὰ ἐξωθήσει τὸ καθεστὼς τῶν Ἀθηνῶν τοῦ 1974 σέ πράξεις αὐτοκτονικές, στὶς ὁποῖες βρῆκε συνεργάτες καὶ μερικοὺς Κυπρίους ἀντιπάλους τοῦ Μακαρίου.
Ἡ ἑνωτικὴ παράταξη στὴν Κύπρο δὲν ἔπεισε τὴν πλειοψηφία τοῦ λαοῦ καὶ δὲν τὴν πείθει καὶ σήμερα ἀκόμη. Γιὰ μιὰ μακρὰ χρονικὴ περίοδο τὸ ὄνειρο τῆς Ἑνώσεως μποροῦσε νὰ συγκινεῖ τοὺς Κυπρίους. Ἀλλὰ θὰ ὑποτιμούσαμε τὴν νοημοσύνη τους, ἂν δεχόμασταν ὅτι καὶ ὁ ψυχρὸς ὑπολογισμὸς τῶν ὑπὲρ καὶ τῶν κατὰ τῆς Ἑνώσεως θὰ ἔδινε ἀναμφιβόλως θετικὸ ὑπόλοιπο ὑπὲρ τῆς Ἑνώσεως.
Ο Κακογιάννης δεν συντάχθηκε με τους κομμουνιστές. Ήταν κομμουνιστής. Αν προτιμάτε βέβαια τους αμόρφωτους κομμουνιστές, είδαμε τα έργα τους στη Σοβιετική Ένωση με τη μαζική άνοδο αμόρφωτων αγροτών σε θέσεις εξουσίας.
Φαίνεται ότι δεν επιθυμείτε τη λήξη αυτής της “συζήτησης”. Οι Κύπριοι είναι διάσημοι για τη νημοημοσύνη τους. Πήραν και Νόμπελ τελευταίως στα οικονομικά και θα ήταν πολύ να πιστεύουν σήμερα στην Ένωση. Είναι τέτοια μάλιστα η νοημοσύνη τους που εξέλεξαν και κομμουνιστή πρόεδρο ενώ από την Ευρώπη (όπου μπήκαν με “απάτη”, κατά πώς δήλωσε ο τετραπέρατος Αρχιεπίσκοπός τους προχθές – κι αυτός, όπως κι ο κομμουνιστής πρόεδρος, “υποθήκη” του Μακαρίου), αναμένουν τη “σωτηρία”! Ένας πραγματικά νοήμων λαός δεν θα παρήγαγε πολίτες που δεν καταλαβαίνουν ότι το συμφέρον των παιδιών τους δεν ταυτίζεται καθόλου με το συμφέρον του δικού τους τομαριού, με το τι τους συμφέρει ενόσω ζουν οι ίδιοι. Εδώ κρίνεται η επιβίωση των λαών και σ’ αυτό φαίνεται να αποτυγχάνουμε κι εμείς κι εσείς. Άρα είμαστε όλοι Έλληνες, κι όχι ασφαλώς της εκτός πραγματικότητας πραγματικής Ελλάδας.
Γιατί νὰ θέλω τὴν λήξη τῆς συζητήσεως ; Ὅλο καὶ κάτι μαθαίνω ἀπ` αὐτήν. Μήν μοῦ τοὺς κατηγορεῖτε τοὺς κομμουνιστές. Ἔκαναν πολλὲς ζημιές ἔκαναν καὶ καλά, ἀλλά, τοὐλάχιστον, ἔφυγαν μὲ κατάρρευση ἐκ τῶν ἔσω. Μακάρι καὶ ἄλλες πολιτικὲς φιλοσοφίες νὰ εἶχαν τὸ ἴδιο τέλος.
Ὅσον ἀφορᾶ τὸ ἔνστικτο ἐπιβιώσεως, ἡ ἱστορία (Ἑλληνικὴ ἐφεύρεση) δείχνει ὂτι τὶς ἴδιες ἀκριβῶς ἀνοησίες ποὺ κάνουμε καὶ τώρα ἓκαναν οἱ πρόγονοί μας, κοντινοὶ καὶ ἀπώτεροι. Γι`αὐτὸ καὶ γιὰ τὰ περισσότερα χρόνια τῆς ὑπάρξεώς τους οἱ Ἕλληνες τὰ πέρασαν ὑπὸ ξένη κυριαρχία. Φαίνεται ὂτι ἡ ναυμαχία στὸ Ναβαρῖνο, ὁ Καποδίστριας καὶ ἡ εὐκαιρία τοῦ 1964 ἦταν ἀτυχεῖς συμπτώσεις ἀντίθετες στὸ γενικό ρεῦμα τῆς ἱστορίας μας.Καὶ τί τύχη εἶχαν «οἱ ποιηταὶ καὶ στιχοπλόκοι καὶ ἄλλοι ματαιόσπουδοι» ! Πλούσιο ὐλικὸ ὡστε νὰ μπορεῖ κανεὶς «νὰ συρράπτῃ ἔωλα πολλάκις καὶ σχολαστικὰ ἐξαγόμενα ἐπιπόνων ἐρευνῶν» …