Εκείνο που διακρίνει τη σοβούσα κρίση από άλλες κρίσεις του παρελθόντος είναι οι συνθήκες υπό τις οποίες αυτή εκδηλώθηκε. Βιώνουμε υπό την πλέον μακρά χρονική περίοδο ειρήνης στην πρόσφατη ιστορία μας και το κατά κεφαλήν μέσο εισόδημα ανήλθε θεαματικά κατά τις τελευταίες δεκαετίες. Αρχίζουμε τώρα να καταρρέουμε χωρίς να έχουμε υποστεί πολεμική καταστροφή, χωρίς δηλαδή να έχουν λεηλατηθεί από εισβολέα οι πλουτοπαραγωγικές πηγές της χώρας, χωρίς να έχουμε στραγγίσει για την εξασφάλιση της άμυνάς μας, χωρίς να έχουν ρημάξει τα σπίτια μας από τη φωτιά!
Αν κάτι παρέμεινε όπως και σε άλλες περιόδους της μακραίωνης ιστορίας του ελληνισμού είναι η διχόνοια. Αυτή μας εμποδίζει και στις κρίσιμες στιγμές που βιώνουμε να προσεγγίσουμε με διάθεση να ενώσουμε τις δυνάμεις μας για το καλό της πατρίδας. Αλλά για ποια πατρίδα γράφουμε; Αυτή έχει τεθεί στο περιθώριο της παγκοσμιοποιημένης κοινωνίας και το πατριωτικό αίσθημα τελεί υπό διωγμό. Πώς λοιπόν να προσεγγίσουμε; Στο όνομα της κοινής πίστης, αφού στη συντριπτική πλειονοψηφία οι πολίτες της χώρας μας είναι βαπτισμένοι χριστιανοί και μάλιστα Ορθόδοξοι; Αλλά η νεοελληνική Πολιτεία από την εποχή ήδη των Βαυαρών έχει θέσει στο στόχαστρο την πίστη του λαού και ήδη επιχαίρει, αφού κατόρθωσε επί τέλους να αμβλύνει το θρησκευτικό αίσθημα με τη συνέργεια και εκπροσώπων της Εκκλησίας. Μήπως είναι δυνατή η προσέγγιση στο όνομα κάποιας ιδεολογίας. Αλλά ακριβώς αυτές οι ιδεολογίες συνετέλεσαν στη διεύρυνση του κοινωνικοπολιτικού χάσματος. Βέβαια τείνουν προς τον αφανισμό, αν δεν έχουν ήδη αφανιστεί, πλην οι συνέπειές τους εκδηλώνονται κατά τρόπο έντονο στο κοινωνικό σώμα.
Η Δυτική Ευρώπη μετά τη γαλλική επανάσταση υπήρξε μήτρα πλήθους κοινωνικοπολιτικών ιδεολογιών. Από αυτές δύο κατόρθωσαν να επικρατήσουν σε μεγάλη έκταση του πλανήτη, ο καπιταλισμός και ο κομμουνισμός. Ο πρώτος υπήρξε το σύστημα, μέσω του οποίου η αστική τάξη κατάφερε να αποκτήσει πλανητική ισχύ. Κυρίαρχο σύνθημά της υπήρξε η ελευθερία. Βέβαια κάποιος από τους κυνικούς εκπροσώπους της, ο Τσώρτσιλ, είπε ότι για να είναι κάποιος ελεύθερος πρέπει να διαθέτει επαρκές ποσόν χρημάτων. Η αστική τάξη φρόντισε να στραγγαλίσει την οικονομική ελευθερία από δισεκατομμύρια συνανθρώπων μας αφαιρώντας τους τα στοιχειώδη μέσα προς το βιολογικώς ζην. Ο κομμουνισμός, ως αντίδραση προς τον κοινωνικά ανάλγητο καπιταλισμό επικράτησε αρχικά στην Ρωσία των υποταγμένων στη δυτική σκέψη «ευγενών» και διανοουμένων και των επιόρκων μεγαλοσχήμων της Εκκλησίας με την υποστήριξη του λαού που υπέφερε υπό την καταπίεση ενός απολυταρχικού καθεστώτος. Υποσχέθηκε, κατά το πρότυπο του παπικού ολοκληρωτισμού την εξασφάλιση της κοινωνικής δικαιοσύνης με απαίτηση ο λαός να παραδόσει στο «αλάθητο» κόμμα την προσωπική του ελευθερία. Έτσι με την παγίωση των κοινωνικοπολιτικών συστημάτων ο πολίτης του κόσμου σχημάτισε την εσφαλμένη αντίληψη ότι έχει να επιλέξει ανάμεσα στην ελευθερία και τη δικαιοσύνη, καθώς είναι αδύνατο να γευθεί συνάμα και τα δύο αυτά αγαθά. Τελικά ούτε ο καπιταλισμός εξασφάλισε ελευθερία ούτε ο κομμουνισμός δικαιοσύνη. Μάλιστα ο δεύτερος κατέρρευσε κατά τρόπο εκπληκτικό. Όσο και αν δεν ήταν αναμενόμενο είναι εύκολο να δώσουμε την ερμηνεία. Αφού υποβίβαζε τον άνθρωπο, ως άκρως αντιπνευματικό σύστημα, σε ζώο που κάνει εργαλεία τον παρότρυνε στη συνέχεια σε αγώνα κατ’ εξοχή πνευματικό. Και είναι πνευματικός, κατά τον Μπερντιάγεφ, ο αγώνας για το ψωμί του άλλου. Η Τρίτη μετεπαναστατική γενιά στην ΕΣΣΔ υπέκυψε στη λαγνεία της Κίρκης του καπιταλισμού και σχημάτισε «όαση» καταναλωτικών αγαθών σε κοινωνία πλήθους στερήσεων για τους προνομιούχους «ημετέρους». Αυτοί μεταστράφηκαν, όταν ήλθε το πλήρωμα του χρόνου σε άθλιους καπιταλιστές μέσα σε μια νύχτα και ξεπούλησαν τον ιδρώτα των λαών στο αδηφάγο διεθνές κεφάλαιο, καρπούμενοι χρήματα και αξιώματα στο νέο καθεστώς.
Οι χριστιανοί στη Δύση συμβιβάστηκαν με τη νέα τάξη, την αστική, η οποία ως ευέλικτη έπαψε σε σύντομο χρονικό διάστημα την ανοικτή πολεμική της κατά της θρησκευτικής πίστεως. Ο κίνδυνος του αθεϊσμού, μέσα από την εξάπλωση του κομμουνισμού, οδήγησε σε ανίερη συμμαχία χριστιανούς ηγέτες και καπιταλιστές, κατά το προηγούμενο αυτών με τη φεουδαρχία. Αγνοώντας την παράδοση της Εκκλησίας στάθηκαν ανήμποροι να αξιολογήσουν το του Αποστόλου Παύλου ότι «η πλεονεξία είναι ειδωλολατρεία». Ο καπιταλισμός με την πάροδο του χρόνου διέφθειρε τους προνομιούχους λαούς των Μητροπόλεων με την εξασφάλιση σ’ αυτούς οικονομικής ευμάρειας και την παράλληλη αποσύνθεση του οικογενειακού και κοινωνικού ιστού, τη διαφθορά, την εγκληματικότητα και το υπαρξιακό κενό. Στη Σοβιετική Ένωση των φοβερών διωγμών κατά της πίστεως η πίστη αυτή άνθισε και έφερε καρπούς, που δεν έδινε κατά τα προεπαναστατικά έτη της ισχύος των ποικίλων «Ρασπούτιν». Στις καπιταλιστικές κοινωνίες, στις οποίες εντάχθηκε σταδιακά και αυτή της χώρας μας η πίστη μαράζωσε κάτω από το πνεύμα της «ελευθερίας» των ενστίκτων. Και δεν υπήρξαν σπάνιες οι περιπτώσεις που θρησκευτικοί ηγέτες ευλόγησαν τον καπιταλισμό και τον στήριξαν κατά τρόπο αδιάντροπο!
Ο καπιταλισμός είναι σύστημα περισσότερο αντιπνευματικό από τον κομμουνισμό, καθώς θεμελιώνεται στα πάθη του «πεπτωκότος» ανθρώπου εγωισμό, πλεονεξία, απληστία, αλαζονεία, κυριαρχία.
Τι θα μπορούσε να μας οδηγήσει στο ξεπέρασμα της κρίσης; Ασφαλώς η συναίσθηση ότι η κρίση που βιώνουμε είναι πρωτίστως ηθική. Είναι κρίση αξιών και ιδανικών. Και φυσικά οι αξίες και τα ιδανικά δεν είναι δυνατόν να θεμελιωθούν σε ιδεολογίες. Η κατάρρευση αυτών μαρτυρεί του λόγου το αληθές. Ο Ντοστογιέφσκυ έγραψε ότι «χωρίς Θεό όλα επιτρέπονατι». Όλα όσα συμβαίνουν σήμερα: Δισεκατομμύρια ανθρώπων να βιώνουν σε συνθήκες απόλυτης στέρησης βιωτικών αγαθών, ελάχιστοι άπληστοι να καρπούνται τον ιδρώτα των πολλών, η φύση να λεηλατείται, οι δημαγωγοί να διαγκωνίζονται ισχυριζόμενοι ότι είναι σε θέση να διαχειριστούν το σύστημα καλύτερα (ακόμη πιστεύουμε στο ολέθριο αυτό σύστημα) και κάποιοι χωρίς ελπίδα να εκδηλώνουν το καταστροφικό μίσος κατά της κοινωνίας με συνέπειες σε βάρος αδίκων και δικαίων.
Ο Χριστός έθεσε το καίριο ερώτημα: «Πλην ελθών ο υιός του ανθρώπου άρα ευρήσει την πίστιν επί της γης;». Η Δύση είναι η κοινωνία με έκδηλα τα συμπτώματα του πρακτικού υλισμού. Δύσκολη η υπέρβαση, αν δεν δοκιμάσει τον πόνο που η ίδια επέφερε με την απληστία της σε μεγάλη έκταση του πλανήτη. Αντιλαμβανόμαστε την τραγικότητά μας να συμπλέουμε με τους παρακμασμένους δυτικούς και να γινόμαστε συνένοχοι των εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας; Ο Θεός να μας ελεήσει να το συναισθανθούμε.
«ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ»
.