Γράφει ο Δημήτριος Θ. Καραμήτσος
ΤΟ ΟΧΙ ΤΗΣ 28ΗΣ ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ, ΜΙΑ ΛΑΜΠΡΗ ΕΠΕΤΕΙΟΣ
Εκλεκτοί αναγνώστες της Ε.Ε.Υ.Ε.Δ.
Ευχαριστώ τον πρόεδρο και το ΔΣ της Επιστημονικής Ενώσεως Υγειονομικών Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας μας, για τη μεγάλη τιμή που μου έκαναν να μου αναθέσουν να ετοιμάσω για ανάρτηση στον ιστότοπό τους τον επετειακό πανηγυρικό λόγο της 28ης Οκτωβρίου. Όμως, για να μιλήσουμε πλήρως για την επέτειο του ΟΧΙ της 28ης Οκτωβρίου 1940, πρέπει να αναφερθούμε στα προηγηθέντα 5 χρόνια. Έτσι θα γίνουν κατανοητά: γιατί ψηφίστηκε από τη Βουλή ο Ι. Μεταξάς ως πρωθυπουργός και γιατί έκανε δικτατορία με τη συμφωνία του βασιλιά Γεωργίου του Β’, ποιο ήταν το διεθνές περιβάλλον και ποιες οι σχέσεις της Ελλάδας με Γερμανία, Ιταλία, Βρετανία, Βουλγαρία, Γιουγκοσλαβία και Τουρκία, ποια ήταν η ηθική και πολεμική προετοιμασία της χώρας, ποια η εξωτερική της πολιτική και πώς διεξάχθηκε ο νικηφόρος πόλεμος προς την επιτιθέμενη Ιταλία.
Βουλευτικές εκλογές της 26ης Ιανουαρίου 1936
Οι εκλογές στις 26 Ιανουαρίου 1936 έγιναν με απλή αναλογική και υπηρεσιακή κυβέρνηση Ι. Δεμερτζή, αλλά οι δυο μεγάλες παρατάξεις του Εθνικού Διχασμού μοιράστηκαν τις ψήφους. Το ΚΚΕ πέτυχε να εκλέξει 15 βουλευτές. Εκ των πραγμάτων έπρεπε να γίνει κυβέρνηση συνεργασίας των δυο μεγάλων αστικών κομμάτων, πράγμα που θα έβαζε τέρμα και στον Εθνικό Διχασμό. Αναγκαστικά ο βασιλιάς έδωσε παράταση στον βίο της υπηρεσιακής κυβέρνησης Δεμερτζή.
Προνουνσιαμέντο στρατού της 5ης Μαρτίου 1936
Οι στρατηγοί ανησυχούσαν για τη συμμετοχή του ΚΚΕ στις αποφάσεις (σύμφωνο Σοφούλη με Σκλάβαινα του ΚΚΕ για το προεδρείο της Βουλής). Στις 5 Μαρτίου ο αντιστράτηγος Παπάγος (υπουργός Στρατιωτικών) κοινοποίησε στον βασιλιά Γεώργιο Β΄ τις αντιρρήσεις των στρατηγών για τις ενδεχόμενες πολιτικές εξελίξεις (προνουνσιαμέντο). Μετά την αποχώρηση του Παπάγου ο βασιλιάς κάλεσε τον Ι. Μεταξά (αρχηγό του κόμματος των Ελευθεροφρόνων) και τον όρκισε υπουργό Στρατιωτικών. Ο νέος υπουργός πήγε στο υπουργείο του και κατέστειλε το υπό εξέλιξη κίνημα με κλήση των διοικητών Αθηνών και Πειραιώς στο γραφείο του και με τηλεφωνήματα στους διοικητές των μεγάλων μονάδων. Αργότερα ορκίστηκε και αντιπρόεδρος της κυβερνήσεως, οπότε ισχυροποιήθηκε περισσότερο.
Ο Ελ. Βενιζέλος, παρά το ότι ήταν πολιτικά αντίθετος του Μεταξά, επιδοκίμασε αυτές τις πρώτες ενέργειες του βασιλιά Γεωργίου Β΄ και την ανάθεση του υπουργείου Στρατιωτικών στον Ι. Μεταξά με επιστολή του προς τον Κανακάρη-Ρούφο που τελείωνε «[…]από μέσα από την καρδιά μου αναφωνώ ζήτω ο Βασιλεύς»
Πρωθυπουργία Ι. Μεταξά
Στις 13 Απριλίου 1936 πεθαίνει από ανακοπή καρδιάς ο υπηρεσιακός πρωθυπουργός Κ. Δεμερτζής, ο οποίος από καιρό είχε προβλήματα υγείας. Ο βασιλιάς ορκίζει πρωθυπουργό τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Ι. Μεταξά, ο οποίος εμφανίζεται στη Βουλή και παίρνει ψήφο εμπιστοσύνης, με αρνητικές ψήφους μόνο από τους 15 βουλευτές του ΚΚΕ, και τριών ακόμη (των Γ. Παπανδρέου, Αλ. Παπαναστασίου και Αλ. Μυλωνά).
Η Βουλή δέχθηκε να κυβερνάει ο Μεταξάς με διατάγματα και κλειστό το Κοινοβούλιο έως τις 30 Σεπτεμβρίου, δηλαδή επί πέντε μήνες. Αυτό ήταν μια ντε φάκτο αναγνώριση κοινοβουλευτικής χρεωκοπίας. Ο Μεταξάς άλλο που δεν ήθελε. Στις εκλογές είχε βγάλει μόνο επτά βουλευτές, όμως, θα κυβερνούσε άνετα με την έγκριση της μεγάλης πλειοψηφίας της Βουλής. Στις 17 Μαΐου 1936 απεβίωσε αιφνιδίως από καρδιακή ανακοπή ο Π. Τσαλδάρης. 1 (Σημείωση 1 Το 1936 ήταν έτος θανάτων πολλών πολιτικών αρχηγών. Τον Φεβρουάριο πέθανε ο Γ. Κονδύλης, τον Μάρτιο ο Ελ. Βενιζέλος, τον Σεπτέμβριο ο Αλ. Ζαΐμης, τον Νοέμβριο ο Αλ. Παπαναστασίου. Ο πολιτικός κόσμος αυτόν τον χρόνο έμεινε πολύ φτωχότερος.)
Αιματηρά γεγονότα Θεσσαλονίκης
Στις 8 και 9 Μαΐου 1936 συνέβησαν αιματηρά γεγονότα στη Θεσσαλονίκη με αφορμή μια απεργία καπνεργατών που ζητούσαν αύξηση των μισθών τους. Προηγήθηκε κατάληψη ενός εργοστασίου και μεγάλη συγκέντρωση εργατών. Σκοτώθηκαν 12 άτομα και τραυματίστηκαν πολλά άλλα. Ακολούθησαν απεργίες και άλλων κλάδων εργατών, καθώς και επεισόδια στην κηδεία των θυμάτων με επιπλέον πυροβολισμούς και θύματα. Μια μονάδα στρατού μετακινήθηκε από τη Λάρισα στη Θεσσαλονίκη και έτσι επήλθε κάπως η τάξη.
Το διεθνές περιβάλλον το 1936
Στα περισσότερα κράτη της Ευρώπης το 1936 υπήρχαν δικτατορικά καθεστώτα. Στη Γερμανία είχε επικρατήσει από το 1933 ο φιλοπόλεμος Χίτλερ (εθνικοσοσιαλιστής, εθνικιστής και ρατσιστής) και στην Ιταλία κυβερνούσε από το 1922 ο υπερφίαλος φασίστας Μουσολίνι. Η Γερμανία κατά τις απόψεις του Χίτλερ έπασχε:
α. Από έλλειψη ζωτικού χώρου.
β. Από την εξουθενωτική συνθήκη των Βερσαλλιών (1919) της λήξης του πολέμου, με την οποία όντως η Γερμανία απώλεσε έδαφος και όλες τις αποικίες της και υποχρεώθηκε σε περιορισμό της δύναμης του στρατού της.
γ. Εξαιτίας των Εβραίων, οι οποίοι είχαν το χρήμα και την οικονομία στα χέρια τους.
Η δικτατορία Μεταξά
Η Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ελλάδος και η Κομμουνιστική Συνομοσπονδία προκήρυξαν για τις 5 Αυγούστου 1936 πανελλαδική απεργία (πρώτη φορά «πανελλαδική» στα μέχρι τότε ελληνικά χρονικά), ενώ είχαν προηγηθεί τα αιματηρά γεγονότα της Θεσσαλονίκης. Στις 4 Αυγούστου 1936, παραμονή της απεργίας ο Μεταξάς —με τη σύμφωνη γνώμη του βασιλιά Γεωργίου Β΄— ανέστειλε ορισμένα άρθρα του Συντάγματος και κήρυξε δικτατορία με δικαιολογία την αντιμετώπιση του κομμουνιστικού κινδύνου και την πρόληψη των ταραχών που ήταν πιθανό να συμβούν κατά την απεργία. Ακολούθησαν συλλήψεις, εκτοπίσεις πολιτικών και κομμουνιστών, αναστολή λειτουργίας κομμάτων, καθώς και λογοκρισία Τύπου και ραδιοφώνου. Ο βασιλιάς Γεώργιος ανέφερε τότε στον Βρετανό πρεσβευτή Ουοτερλόου ότι η εκτροπή από τις δημοκρατικές διαδικασίες θα ήταν προσωρινή!
Ο Μεταξάς ανέλαβε να διευθύνει πολλά υπουργεία και ήταν πολύ συγκεντρωτικός και καχύποπτος προς όλους. Ο βασιλιάς Γεώργιος δεν συμφωνούσε σε όλα με τον Μεταξά, θεωρούσε την κυβέρνησή του παροδική, και για αυτόν τον λόγο ο δικτάτορας ένιωθε ανασφάλεια. Ο Μεταξάς κατάργησε τους προσκόπους και ίδρυσε τον Νοέμβριο του 1936 την Εθνική Οργάνωση Νεολαίας (ΕΟΝ). Ο διάδοχος Παύλος ενοχλήθηκε, αλλά τελικά δέχθηκε και έγινε γενικός αρχηγός της ΕΟΝ τον Δεκέμβριο του 1938, οπότε ο προσκοπισμός ενσωματώθηκε πλήρως στην ΕΟΝ. Τον Μάρτιο του 1940 ανήκαν στη νεολαία 675.000 νέοι και 328.098 νέες.
Οι πολιτικοί μετά από τον αρχικό αιφνιδιασμό συνασπίστηκαν και άρχισαν να ενεργούν εγγράφως κατά του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου. Όλους τους διαμαρτυρομένους ο υπουργός Ασφαλείας Κ. Μανιαδάκης τους έστειλε εξορία σε μικρά νησιά. Ο Μεταξάς ήταν παρά τις φοβίες του ακλόνητος και πολυπράγμων. Ασχολήθηκε με την εξωτερική πολιτική, την παιδεία, τα εκκλησιαστικά, την οργάνωση του στρατού και τα οικονομικά. Κύριο στήριγμά του ήταν η ιδρυθείσα από τον ίδιο ΕΟΝ, με την οποία προσπαθούσε να αυξήσει το εθνικό φρόνημα, αλλά και την προσωπική του προβολή και δημοτικότητα που ήταν χαμηλή. Η αλήθεια είναι ότι ο λαός δεν αντιδρούσε στη δικτατορία. Είχε κουραστεί από τα πολλά κινήματα και τις προσωπικές επιδιώξεις των πολιτικών και ενδιαφερόταν κυρίως για τη βελτίωση της κατάστασής του. Ο Μεταξάς θεωρούσε την κυβέρνησή του δρόμο προς τον αποκαλούμενο «Τρίτο Ελληνικό Πολιτισμό» (Ο πρώτος πολιτισμός υπήρξε στην αρχαιότητα και ο δεύτερος στο Βυζάντιο).
Από λόγο του Μεταξά: «Θέλομεν να κάμωμεν πολιτισμόν Ελληνικόν. Δεν θέλομεν τους ξένους πολιτισμούς. Θέλομεν ιδικόν μας πολιτισμόν, τον οποίον να τον ωθήσωμεν και να τον κάμωμεν ανώτερον από όλους τους πολιτισμούς[…]».
Όμως, όπως σε όλα τα δικτατορικά καθεστώτα καλλιεργήθηκε η προσωπολατρία για τον Μεταξά (αναφερόταν ως πρώτος αγρότης, πρώτος εργάτης και άλλες προπαγανδιστικές υπερβολές). Το κρατικό ραδιόφωνο υμνούσε συνεχώς το καθεστώς και τυπώθηκαν χιλιάδες φυλλάδια και διάφορα προπαγανδιστικά βιβλία
Το καθεστώς της 4ης Αυγούστου ήταν μια προσωπική βασιλικής εγκρίσεως δικτατορία, αλλά δεν ήταν στρατιωτικό ή φασιστικό ή ναζιστικό καθεστώς. Ο Μεταξάς δεν είχε πίσω του κάποιο φασιστικό κόμμα να τον στηρίζει, ούτε είχε ρατσιστική τάση με την έννοια της αντιεβραϊκής πολιτικής. Αντιθέτως μάλιστα διέλυσε την ρατσιστική αντισημιτική οργάνωση ΕΕΕ. Επίσης το καθεστώς του Μεταξά δεν είχε εθνικιστικές επεκτατικές τάσεις, όπως ο Μουσολίνι και ο Χίτλερ. Υπήρχαν μόνο μερικά εξωτερικά κοινά σημεία με το φασιστικό καθεστώς του Μουσολίνι, οι παρελάσεις, οι στολές της ΕΟΝ, ο χαιρετισμός με ανύψωση όλου του χεριού. Σαφώς όμως το καθεστώς της 4ης Αυγούστου ήταν μια σκληρή δικτατορία αστυνομικού κράτους που είχε περιστείλει τις πολιτικές ελευθερίες των πολιτών.
Το καθεστώς που επέβαλε ο Μεταξάς ήταν ελληνοκεντρικό και με την ΕΟΝ απέβλεπε στη σκληραγώγηση του σώματος των νεαρών Ελλήνων με σπαρτιατική αγωγή και στην τόνωση του εθνικού φρονήματος που ήταν απαραίτητο εν όψει του επερχόμενου πολέμου. Την εποχή αυτή (1936) η Ελλάδα κινδύνευε από τις επεκτατικές τάσεις της Ιταλίας που ήδη κατείχε τα Δωδεκάνησα και είχε καταλάβει την Αιθιοπία.
Πεπραγμένα δικτατορίας Μεταξά
Ο Μεταξάς υπήρξε ιδιαίτερα δραστήριος κυβερνήτης. Πήρε σειρά από φιλολαϊκά μέτρα όπως: καθιέρωσε οκτάωρη εργασία για προστασία των εργαζομένων και τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας, ξεκίνησε τη λειτουργία του ΙΚΑ (Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων),1 πίεσε τους βιομηχάνους να μη κάνουν απολύσεις, καθιέρωσε ένα ελάχιστο ημερομίσθιο, ίδρυσε την Εργατική Εστία, ρύθμισε με διακανονισμό τα αγροτικά χρέη, δημιούργησε τους αγροτικούς συνεταιρισμούς, διαμοίρασε δημόσιες γαίες σε ακτήμονες αγρότες, τόνωσε την παραγωγή καπνού (κύριο εξαγωγικό προϊόν), του ελαιολάδου και του οίνου. Επιδίωξε την αυτάρκεια της χώρας σε τρόφιμα. Ρύθμισε την πληρωμή τόκων σε ομολογιούχους μέχρι το 40% αλλά αρνήθηκε περισσότερο. Καθιέρωσε τη νεοελληνική δημοτική με τη γραμματική Μανόλη Τριανταφυλλίδη και επέτυχε σημαντική μείωση των αναλφαβήτων.2 Απαγόρευσε τη χρήση του σλαβικού ιδιώματος και της βλάχικης γλώσσας σε δημόσιους χώρους. Κυνήγησε πολύ τους σε παρανομία κομμουνιστές με μοχλό τον υφυπουργό Ασφαλείας Κ. Μανιαδάκη (πρώην στρατιωτικό και φίλο του Μεταξά) εφαρμόζοντας τον «ιδιώνυμο» νόμο του Ε. Βενιζέλου.
Λειτούργησε τον πρώτο ραδιοφωνικό σταθμό από το Ζάππειο, αλλά επέβαλε λογοκρισία Τύπου και ραδιοφώνου. Έκανε ανοίγματα στην εξωτερική πολιτική με Σερβία και Τουρκία. Αναμίχθηκε στα εκκλησιαστικά πράγματα και βοήθησε στην εκλογή ως αρχιεπισκόπου Αθηνών του Χρύσανθου Φιλιππίδη (είχε προηγουμένως σπουδαία δράση ως Μητροπολίτης Τραπεζούντος).
Δεν προχώρησε στη λύση του αποτακτικού ζητήματος που είχε δημιουργηθεί μετά τα στρατιωτικά κινήματα Πλαστήρα το 1933 και Βενιζέλου το 1935 (ήταν δύσκολο θέμα γιατί θα αντιδρούσαν οι βασιλόφρονες αξιωματικοί) και δεν απέφυγε τα λάθη στην αντιμετώπιση πολιτικών του αντιπάλων, π.χ., ο θάνατος στην εξορία του Α. Μιχαλακόπουλου από πνευμονία καθώς άργησε να μεταφερθεί για νοσηλεία στην Αθήνα.
Προετοιμασία του πολέμου
Η κυβέρνηση Μεταξά προετοίμασε τη χώρα για επικείμενο πόλεμο. Επειδή η Βουλγαρία είχε ηττηθεί από την Ελλάδα το 1913 και η απόσταση των συνόρων από τη θάλασσα ήταν μικρή, ο Μεταξάς φοβούμενος μελλοντική επίθεση των Βουλγάρων προχώρησε στην κατασκευή σειράς ισχυρών υπόγειων οχυρών στα σύνορα με Βουλγαρία που ονομάστηκαν «γραμμή Μεταξά». Το έργο των οχυρών ήταν το μεγαλύτερο τεχνικό έργο που είχε εκτελεστεί από το ελληνικό κράτος μέχρι τότε και όντως εξασφάλιζε την Ελλάδα από Βουλγαρική επίθεση. 3 Η χώρα από το 1923 μετά τη συνθήκη της Λοζάνης και μέχρι το 1935 έκανε πολύ λίγες παραγγελίες οπλικών συστημάτων και πιθανώς δικαιολογημένα, γιατί είχε άλλες προτεραιότητες (Στέγαση και περίθαλψη προσφύγων του 1922, καταπολέμηση ελονοσίας και φυματίωσης, πληρωμή πολεμικών χρεών, παγκόσμια οικονομική κρίση το 1929 και πτώχευση της το 1932), αλλά και γιατί οι κυβερνήσαντες τη χώρα δεν πίστευαν ότι θα συμβεί πόλεμος. Συχνά αναφέρεται από αριστερούς συγγραφείς ότι η κυβέρνηση Μεταξά δεν έκανε προμήθειες οπλικών συστημάτων ως όφειλε, αλλά απάντηση σε αυτές τις επικρίσεις έδωσε ο αρχιστράτηγος του πολέμου του 1940 Αλ. Παπάγος με το βιβλίο Ο ελληνικός στρατός και η προς πόλεμον προπαρασκευή του, εκδ. Πυρσός ΑΕ, Αθήνα 1945, (423 σελίδες), στο οποίο έχει καταγράψει τις προμήθειες όπλων πάσης φύσεως από το 1936 έως το 1940 και αναφέρει όλα τα ποσά που δόθηκαν για όλες αυτές τις προμήθειες αναλυτικά. Ο Παπάγος, ο οποίος ανέλαβε την αρχηγία του ΓΕΣ τον Αύγουστο του 1936 αναφέρει ότι μέχρι το 1935 η χώρα ήταν πλήρως ευάλωτη και σε περίπτωση επίθεσης από τη Βουλγαρία […] «η κατάληψη της Μακεδονίας και της Θράκης υπό των Βουλγάρων ήτο ζήτημα στρατιωτικού μόνον περιπάτου μερικών Μεραρχιών των»! Ενδιαφέρον είναι ότι στο σχέδιο επιστρατεύσεως του 1930 υπολογιζόταν στρατός 600.000 ανδρών, αλλά μόνο 95.000 ζεύγη αρβυλών, 60.000 κράνη και 105.000 χλαίνες. Ας μην αναφερθούν οι τότε ελλείψεις σε όπλα, τεθωρακισμένα, μηχανοκίνητα, την αεροπορία και το ναυτικό.
Κατά την περίοδο 1935-1940 παραγγέλθηκαν σημαντικές ποσότητες όπλων, από την κυβέρνηση Μεταξά, τα οποία όμως παραδόθηκαν μόνο εν μέρει ή κάποια δεν πρόλαβαν να παραδοθούν ποτέ, λόγω των αναγκών των εμπόλεμων κρατών, δεδομένου ότι υπήρχαν παραγγελίες στη Βρετανία και τη Γερμανία. Με την κατασκευή των οχυρών κατέστη δυνατό να χρησιμοποιηθεί πολύς στρατός στην Αλβανία, χωρίς να κινδυνεύει η χώρα από την επίθεση της Βουλγαρίας. Σημαντικό στοιχείο για την αντιμετώπιση επίθεσης από τα σύνορα με την Αλβανία ήταν και η ταχύτητα με την οποία θα ολοκληρωνόταν η γενική επιστράτευση. Στον τομέα αυτόν έγινε πολύ καλή δουλειά από τον αρχιστράτηγο Παπάγο και εφαρμόστηκε εγκαίρως με απόλυτη επιτυχία η επιστράτευση με το σύστημα των ατομικών προσκλήσεων.
Στις 26 Ιανουαρίου 1940 υπογράφηκε συμφωνία Ελλάδος-Μ. Βρετανίας με την οποία καθιερώνονταν οι εξαγωγές στη Βρετανία χρωμίου, κολοφωνίου, και καπνών αξίας 500.000 λιρών ετησίως. Έτσι, η Ελλάδα θα περιόριζε κάπως τις εξαγωγές προς τη Γερμανία. Επίσης η Ελλάδα ανέλαβε την υποχρέωση να συστήσει στους εφοπλιστές να ναυλώσουν για κάποιο διάστημα 60 πλοία τους στο βρετανικό υπουργείο Ναυτιλίας. Τον Απρίλιο του 1940 ο Μεταξάς δήλωσε στον Βρετανό πρέσβη ότι σε σχέση με επικείμενη επίθεση της Ιταλίας «[…]έχω απόφασιν να αντισταθώ μέχρι εσχάτων[…]προτιμώ την τελείαν καταστροφήν διά τον τόπον μου παρά την ατίμωσιν.
Ενδιαφέρουσα είναι η παρακάτω δήλωση του Μεταξά προς τον ναύαρχο Α. Σακελλαρίου που έγινε πριν από τον πόλεμο: «[…] Η θέσις μας είναι παρά το πλευρόν της Αγγλίας και επάνω σε αυτήν τη βάση θα συνεχίσωμεν τα σχέδια του Επιτελείου μας[…] Με τους Γερμανούς κανείς λαός δεν μπορεί να ζήσει. Είτε ως σύμμαχοι είτε ως εχθροί αν πέσωμεν στα χέρια τους, θα μας γδάρουν, θα μας κλωτσήσουν και ούτε αναπνοήν δεν θα μας αφήσουν να πάρωμε»!4
1 Το ΙΚΑ είχε ψηφιστεί από τον Ε. Βενιζέλο, αλλά δεν είχε μέχρι τότε εφαρμοστεί.
2 Το ποσοστό αναλφαβητισμού στην Ελλάδα ήταν 41% το 1928 και έγινε 27 % το 1940.
3 Είναι γεγονός ότι στα οχυρά της γραμμής Μεταξά δαπανήθηκαν πολλά χρήματα, αλλά μετά την κατασκευή των οχυρών ο στρατός της Βουλγαρίας μόνος του ήταν πλέον αδύνατο να περάσει.
4 Ο Μεταξάς, που έκανε στρατιωτικές σπουδές στη Γερμανία, στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ήθελε να μείνει η Ελλάδα ουδέτερη. Γι’ αυτό θεωρούνταν γερμανόφιλος. Όμως στον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο κατ’ επανάληψη δήλωσε στους Βρετανούς ότι η Ελλάδα θα πολεμήσει στο πλευρό της Αγγλίας ακόμη και εναντίον των Γερμανών.
Η έναρξη του παγκοσμίου πολέμου
Στις 7 Απριλίου 1939 οι ιταλικές δυνάμεις κατέλαβαν την Αλβανία, χωρίς να προβληθεί καμιά αντίσταση και καθαίρεσαν τον από το 1928 αυτοανακηρυχθέντα βασιλιά Αχμέτ Ζώγου, ο οποίος μαζί με την έγκυο σύζυγό του κατέφυγαν αρχικά στην Ελλάδα. Οι Αλβανοί δέχθηκαν τους εισβολείς σαν ελευθερωτές και οι Ιταλοί άρχισαν να τους οργανώνουν σε στρατιωτικές μονάδες.
Στις 23 Αυγούστου του 1939 υπογράφηκε το σύμφωνο μη επιθέσεως Γερμανίας-ΕΣΣΔ (Σοβιετικής Ενώσεως) με υπογραφές των υπουργών Μολότοφ και Ρίμπεντροφ. Μυστικά τμήματα της συμφωνίας αυτής προέβλεπαν τον διαμελισμό της Πολωνίας και τη δημιουργία σφαιρών επιρροής των συμβαλλόμενων μερών στις χώρες της Ευρώπης. Με το σύμφωνο αυτό μπορούσε ο μεν Χίτλερ να αφοσιωθεί σε άλλα μέτωπα του πολέμου, αλλά και η Σοβιετική Ένωση έβρισκε χρόνο να ετοιμαστεί για τα δυσκολότερα. Η Γερμανία εισέβαλε στην Πολωνία, με την οποία είχε εδαφικές διαφορές από τη λήξη του προηγούμενου πολέμου, λόγω του διαδρόμου του Ντάντσιχ που της είχε δοθεί. Συνέχισε το 1940 με εισβολές και καταλήψεις στην Δανία, Ολλανδία, στο Βέλγιο και στη Γαλλία. Σύμμαχος του Χίτλερ στην Ευρώπη ήταν πλέον η Ιταλία του Μουσολίνι. Η Ρωσία κατέλαβε μέρος της Ανατολικής Πολωνίας και δολοφόνησε χιλιάδες αιχμαλώτους στο δάσος του Κατίν. Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν γεγονός. Τα ευρωπαϊκά κράτη καταλαμβάνονταν από τον γερμανικό στρατό με τα ταχύτατα τανκς Panzer σε λίγες μέρες έκαστο. Για τη Δανία χρειάστηκαν μόλις 6 ώρες.
Η ασφάλεια του καθεστώτος
Εκ των απορρήτων συνεργάτης του Μεταξά ήταν ο υφυπουργός Ασφαλείας Κ. Μανιαδάκης που είχε άριστο δίκτυο πληροφοριών και δημιούργησε πλαστό δεύτερο ΚΚΕ αλλά και πλαστό Ριζοσπάστη. Με τις μεθόδους αυτές το ΚΚΕ κυριολεκτικά εξαρθρώθηκε και τα ηγετικά στελέχη του συνελήφθησαν εκτός από λίγους. Ο Μανιαδάκης βρήκε στοιχεία για συνωμοσία εναντίον του καθεστώτος στην Κρήτη, στην οποία συμμετείχε ο τραπεζίτης Τσουδερός, ο οποίος απολύθηκε ως διευθυντής της Τραπέζης της Ελλάδος και η εξέγερση αντιμετωπίστηκε εύκολα. Άνδρες του Μανιαδάκη συνέλαβαν ομάδα τροτσκιστών φοιτητών μεταξύ των οποίων ήταν και ο γιος του Γεωργίου Παπανδρέου, Ανδρέας. Ανακρινόμενος στην ασφάλεια ο Ανδρέας Παπανδρέου έδωσε όλες τις σχετικές πληροφορίες για τους συντρόφους του, οι οποίοι και συνελήφθησαν. Μεταξύ των συλληφθέντων ήταν και ο μετέπειτα φιλόσοφος Κορνήλιος Καστοριάδης, ο οποίος δεν μίλησε έκτοτε με τον παλαιό φίλο του. Ο Μανιαδάκης πληροφορήθηκε μια συνωμοσία γερμανόφιλων Ελλήνων, η οποία και πατάχθηκε λίγες ημέρες πριν να εκδηλωθεί, μετά την κήρυξη του ελληνοϊταλικού πολέμου.
Η εξωτερική πολιτική της 4ης Αυγούστου
Ο Μεταξάς άσκησε με αρκετή επιτυχία την εξωτερική πολιτική της χώρας. Έκανε σαφές στους Βρετανούς ότι συντάσσεται μαζί τους (σε αυτό συμφωνούσε και ο βρετανοτραφής βασιλιάς Γεώργιος) και προσπάθησε να αποδεσμευτεί από τη γερμανική οικονομική εξάρτηση, αλλά αυτό ήταν πολύ δύσκολο. Η Γερμανία αγόραζε καπνά από την Ελλάδα, η οποία έπαιρνε σε αντάλλαγμα γερμανικά όπλα. Η Βρετανία απορροφούσε τα καπνά της Ινδίας, η οποία ανήκε στη «βρετανική κοινοπολιτεία» και δεν μπορούσε να πάρει ταυτόχρονα και τα ελληνικά.
Η ελληνική κυβέρνηση με διπλωματικές επαφές επέτυχε να κάνει ο Τσάμπερλεν δηλώσεις στη Βουλή των κοινοτήτων (Απρίλιος 1939) ότι «αν η Ελλάδα ή η Ρουμανία δεχθούν επίθεση η Βρετανία θα παράσχει κάθε βοήθεια που θα είναι δυνατόν να δώσει».
Εκτός από την καλλιέργεια καλών σχέσεων με τη Βρετανία ο Μεταξάς επιχείρησε να συνάψει και επίσημη συμμαχία, όμως οι Βρετανοί δεν αποδέχθηκαν την πρόταση, διότι μπορούσε να εμπλέξει σε πόλεμο τη Βρετανία και διότι ο Τύπος τους δεν έβλεπαν με συμπάθεια μια στενή σύνδεση με χώρα δικτατορική. Ως εναλλακτική λύση ο Μεταξάς πρότεινε την οικονομική ενίσχυση της Ελλάδας, ώστε να βελτιώσει την αεροπορία της και το ναυτικό της. Οι Βρετανοί όμως ούτε και έτσι είχαν τη δυνατότητα να βοηθήσουν, γιατί πρωτίστως έπρεπε να οργανώσουν τον δικό τους στρατό και την οικονομία τους. Ο Μεταξάς υπέγραψε με την Τουρκία πρόσθετο σύμφωνο φιλίας και πήγε ο ίδιος στην κηδεία του Κεμάλ Ατατούρκ. Αναβάθμισε τις σχέσεις με τη Ρουμανία και τη Γιουγκοσλαβία. Αύξησε κάπως τις εμπορικές συναλλαγές με τη Βουλγαρία και απέφυγε όσο ήταν δυνατό να ενοχλεί την Ιταλία, η οποία επεδίωκε την ιταλοποίηση των Δωδεκανησίων και είχε δείξει τις κακές προθέσεις της απέναντι στην Ελλάδα πολλές φορές, αλλά και με την κατάληψη της Αλβανίας το 1939.
Ο τορπιλισμός της «Έλλης»
Στις 15 Αυγούστου του 1940, στην Τήνο που εόρταζε τη γιορτή της Μεγαλόχαρης, και ενώ στην προκυμαία υπήρχε ήδη πολύς κόσμος, ένα ιταλικό υποβρύχιο εξαπέλυσε τρεις τορπίλες κατά του αντιτορπιλικού «Έλλη». Η μία τορπίλη έπληξε το πλοίο στο μηχανοστάσιο και υπήρξαν 9 νεκροί και 24 τραυματίες. Οι άλλες δύο τορπίλες εξερράγησαν στην προκυμαία χωρίς ευτυχώς να προκαλέσουν θανάτους, εκτός από έναν λόγω ανακοπής καρδιάς. Το πλοίο αναπόφευκτα βυθίστηκε. Όπως έγινε αργότερα γνωστό, τη διαταγή να γίνει ο τορπιλισμός την έδωσε ο διοικητής Δωδεκανήσων Ντε Βέκι ένας φανατικός φασίστας μέχρι τρέλας. 1
Το φασιστικό καθεστώς του Μουσολίνι είχε συχνά διακηρύξει την πρόθεσή του να δημιουργήσει μια νέα «Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία», θεωρώντας τη Μεσόγειο «Mare Nostrum» (θάλασσά μας). Με την υλοποίηση αυτού του σχεδίου η Ελλάδα θα ήταν επαρχία που θα ανήκε στην ιταλική αυτοκρατορία. Πέραν αυτού του γενικού «σχεδίου-οράματος», ο Μουσολίνι είχε «προηγούμενα» με την Ελλάδα από το 1923, όταν βομβάρδισε και κατέλαβε προσωρινά την Κέρκυρα, αλλά υποχρεώθηκε να αποχωρήσει.
Η ΩΡΑ ΤΟΥ «ΟΧΙ» ΣΤΗΝ ΙΤΑΛΙΚΗ ΕΙΣΒΟΛΗ ΚΑΙ Ο ΠΟΛΕΜΟΣ
Μετά τον τορπιλισμό της «Έλλης» δόθηκαν οδηγίες στον Τύπο να αρχίσει αρθρογραφία τόνωσης του ηθικού των Ελλήνων. Τον Αύγουστο 1940 η ελληνική κυβέρνηση άρχισε την επιστράτευση εφέδρων με ατομικές προσκλήσεις και μετακίνησε ένα Σώμα στρατού προς τα ελληνοαλβανικά σύνορα. Στις 23 Αυγούστου ξεκίνησε η επιστράτευση της 8ης και 9ης Μεραρχίας. Ο Μεταξάς δεν δεχόταν τη μικρή βοήθεια που πρότειναν να στείλουν οι Βρετανοί, για να μη δώσει αφορμή για επίθεση της Ιταλίας. Η ελληνική αντικατασκοπεία πληροφορήθηκε ότι η επίθεση της Ιταλίας θα γινόταν μεταξύ 26-28 Οκτωβρίου. Ο Μεταξάς απομάκρυνε από την κυβέρνηση υπουργούς, οι οποίοι του φάνηκαν ηττοπαθείς ή γερμανόφιλοι. Είχε πάρει την απόφασή του και είχε τη συμφωνία του βασιλιά Γεωργίου του Β΄ για τη συμπαράταξη με την Αγγλία που είχε κυριαρχία στη θάλασσα. Η Ελλάδα, κατά τον Μεταξά που τώρα ακολουθούσε την πολιτική του Βενιζέλου, ως ναυτική χώρα με εκτεταμένα παράλια και πολλά νησιά, έπρεπε να είναι μαζί με την θαλασσοκράτειρα Βρετανία.
Το ιταλικό τελεσίγραφο
Στις 28 Οκτωβρίου 1940 ο πρεσβευτής Γκράτσι ζήτησε να δει επειγόντως τον Έλληνα πρωθυπουργό στις τρεις η ώρα μετά τα μεσάνυχτα στο σπίτι που κατοικούσε στην Κηφισιά, όπου τού επέδωσε το ιταλικό τελεσίγραφο. Με αυτό η Ιταλία ζητούσε να καταλάβει λιμάνια και αεροδρόμια για πολεμικούς σκοπούς.
Από το τελεσίγραφο: «[…]Εάν τα ιταλικά στρατεύματα ήθελον συναντήση αντίστασιν, η αντίστασις αυτή θα καμφθή διά των όπλων και η Ελληνική Κυβέρνησις θα φέρει τας ευθύνας, αι οποίαι ήθελον προκύψει εκ τούτου».
Ο Μεταξάς διάβασε και απέρριψε αμέσως το τελεσίγραφο με τα λόγια «Alors c’ est la guerre» (Λοιπόν, έχουμε πόλεμο!). Ήταν το ΟΧΙ της Ελλάδος στον υπερόπτη Μουσολίνι. Αμέσως μετά άρχισε η κινητοποίηση της χώρας. Η απόφαση αυτή του Μεταξά ήταν εκ των προτέρων ειλημμένη. Την επίθεση της Ιταλίας την περίμενε και είχε δηλώσει σε σύσκεψη στρατηγών δυο χρόνια νωρίτερα ότι η Ελλάδα θα συμπαραταχθεί με τη Μ. Βρετανία. Επίσης μια μέρα μετά τον τορπιλισμό της «Έλλης» από ιταλικό υποβρύχιο που έγινε στις 15 Αυγούστου στην Τήνο είπε στο Υπουργικό Συμβούλιο:
«Ενώπιον αυτής της καταστάσεως, η πολιτική της Ελλάδος είναι καθαρά. Εκατό τοις εκατό, χωρίς επιφυλάξεις και χωρίς παζαρέματα, είμεθα παρά το πλευρόν της Αγγλίας. […] Η πολιτική των υποχωρήσεων δεν φέρει πουθενά. Έχομεν το παράδειγμα της Ρουμανίας και του Πεταίν. Έστω και αν νικήση ο Άξων, που το θεωρώ για πολλούς λόγους αδύνατον, οι Γερμανοί θα μας σεβασθούν πολύ περισσότερον και ως τιμίους εχθρούς και ως Έθνος που απέδειξεν πως έχει δικαιώματα να ζη ελεύθερον, παρά ως συμμάχους της τελευταίας στιγμής με προβαδίζοντας τους Ιταλούς και τους Βουλγάρους, με τας γνωστάς εδαφικάς αξιώσεις εναντίον μας […] Εάν νικήση η Μεγάλη Βρετανία, όπως πιστεύω, το μέλλον μας εις την Ανατολικήν Μεσόγειον είναι βεβαίως περίλαμπρον. Και τα πλέον τολμηρά μας όνειρα ασφαλώς θα πραγματοποιηθούν. Είναι μια καμπή της ιστορίας μας, η οποία παρουσιάζεται ίσως κάθε πεντακόσια έτη […] Θα θέσωμεν την δόξαν πρώτην και ύστερα τη νίκην […]».
Το πρωί της 28ης Οκτωβρίου 1940 οι Έλληνες ξύπνησαν με τα στρατιωτικά εμβατήρια που μετέδιδε το ραδιόφωνο. Ο κόσμος ξεχύθηκε με ενθουσιασμό στους δρόμους και άρχισε η φανερή πλέον επιστράτευση. Η Ιταλία επιτέθηκε μέσω Αλβανίας στην Ελλάδα, μισή ώρα πριν να λήξει το τελεσίγραφο! Το υψηλό ηθικό των Ελλήνων φάνηκε από την πρωτοφανή προθυμία με την οποία προσέτρεξαν οι νέοι άνθρωποι στην επιστράτευση. Ο τορπιλισμός της «Έλλης» είχε προετοιμάσει την κοινή γνώμη και είχε πεισμώσει τον ελληνικό λαό.
1Ο Ντε Βέκι ανήκε στην τετρανδρία του φασιστικού κόμματος. Ο Μουσολίνι τον έστειλε να διοικεί τη Ρόδο για να μη τον έχει πάνω στο κεφάλι του. Η προσπάθειά του να ιταλοποιήσει τους Ροδίους ήταν εξωφρενική. Κυνήγησε τα ελληνικά σχολεία και εκκλησίες με φανατισμό μέχρι παραφροσύνης.
Η άμυνα του Κατσιμήτρου στο Καλπάκι
Ο διοικητής της 8ης Μεραρχίας, υποστράτηγος Κατσιμήτρος, αποφάσισε εγκαίρως να αμυνθεί ανυποχώρητα βορείως των Ιωαννίνων κατά μήκος του ποταμού Καλαμά και εγκατέστησε το επιτελείο του στο Καλπάκι. Με πείσμα και συστηματικότητα επί μήνες οργάνωνε άριστα την τοπική άμυνα με κρυμμένα πολυβολεία, ορειβατικά πυροβόλα και αντιαρματικά έργα.
Αρχικά οι ελληνικές δυνάμεις προκαλύψεως στα σύνορα βάσει σχεδίου συμπτύχθηκαν και οι Ιταλοί κατέλαβαν εύκολα την Κόνιτσα που βρίσκεται πολύ κοντά στα σύνορα. Η ελληνική άμυνα στη γραμμή Γράμμος-Σταυρός-Σμόλικας σχεδόν κατέρρευσε χωρίς να προβληθεί μεγάλη αντίσταση ενώπιον της ιταλικής υπεροχής. Σύμφωνα με τα επιτελικά σχέδια, όταν θα ολοκληρωνόταν η επιστράτευση θα άρχιζε η ελληνική αντεπίθεση. Η συνεχιζόμενη βροχή και η αύξηση του νερού στον ποταμό Καλαμά συνέβαλαν, ώστε να αχρηστευτεί στις 5 Νοεμβρίου μέσα στην κοίτη του ποταμού μεγάλη μηχανοκίνητη μονάδα Ιταλών —άρματα και μοτοσικλέτες— βαλλόμενη συνεχώς από όλμους και το πυροβολικό. Ο Κατσιμήτρος είχε σε εμφανή θέση επίτηδες μερικά πολυβολεία χωρίς κάλυψη παραλλαγής και χωρίς στρατιώτες, στα οποία τα αεροπλάνα και το πυροβολικό των Ιταλών έριχναν πυρά χωρίς βλαπτικό αποτέλεσμα. Όταν εμφανίζονταν ιταλικά αναγνωριστικά αεροπλάνα, το ελληνικό πυροβολικό σιγούσε για να μην εντοπιστεί και λίγο αργότερα έστελνε πάλι τις οβίδες του εύστοχα στους Ιταλούς. Οι διαταγές του Παπάγου ήταν να επιδιωχθεί επιβράδυνση της πορείας του εχθρού αλλά όχι μάχη στα σύνορα. Ο Κατσιμήτρος, όμως, πίστευε στις δυνατότητες των ανδρών του και στην εκμετάλλευση των τοπικών συνθηκών γι’ αυτό και απάντησε σε μήνυμα του Γενικού Επιτελείου Στρατού: «Μπορώ να βεβαιώσω υπευθύνως τον κύριο Αρχηγό του Γενικού Επιτελείου, και το τονίζω ιδιαιτέρως, ότι οι Ιταλοί δεν θα περάσουν το Καλπάκι».
Η άμυνα του Δαβάκη στην Πίνδο
Κατά το διήμερο 28-29 Οκτωβρίου, οι λίγες δυνάμεις του αποσπάσματος Πίνδου δεν μπόρεσαν να αναχαιτίσουν τις πενταπλάσιες και ισχυρές δυνάμεις της Μεραρχίας «Τζούλια». Δημιουργήθηκε ρήγμα, κυρίως στην κοιλάδα του Αώου. Οι Ιταλοί αλπινιστές της «Τζούλια» είχαν προχωρήσει δημιουργώντας έναν βαθύ θύλακα και το απόσπασμα της Πίνδου δεχόταν ισχυρή πίεση. Υπήρχε πρόβλημα με την επιμελητεία του ελληνικού στρατού και ο εφοδιασμός με τροφές και πυρομαχικά ήταν λόγω του καιρού δυσχερής. Ο συνταγματάρχης Δαβάκης έκανε έκκληση στον τοπικό πληθυσμό των ορεινών χωριών να βοηθήσει τον στρατό. Οι γυναίκες των χωριών της Πίνδου ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμά του και μετέφεραν στις πλάτες τους τρόφιμα, υγειονομικό υλικό και πολεμοφόδια στους στρατιώτες του Δαβάκη.
Ο Κ. Δαβάκης ανακλήθηκε στην ενεργό δράση το 1940 και ανέλαβε τη διοίκηση του αποσπάσματος Πίνδου, όπου εργάσθηκε ετοιμάζοντας την ελληνική άμυνα. Το απόσπασμά του διέθετε μόνο τέσσερα ορεινά πυροβόλα. Παρ’ όλα αυτά, αντιμετώπισε εντέλει επιτυχώς τη Μεραρχία Αλπινιστών «Τζούλια» που διέθετε 15.000 άνδρες, είκοσι πυροβόλα, και την αεροπορική υποστήριξη. Στα σχέδια του ελληνικού επιτελείου δεν θεωρήθηκε πιθανό να δεχθεί ο στρατός επίθεση στον ορεινό όγκο της Πίνδου και γι’ αυτό το συγκρότημα Δαβάκη ήταν αδύναμο σε άνδρες και οπλικά μέσα. Ο Δαβάκης αργότερα πνίγηκε σε ναυάγιο ιταλικού πλοίου το 1942, με το οποίο μεταφερόταν ως όμηρος στην Ιταλία.
Τα ιταλικά τμήματα έφθασαν ως τη Σαμαρίνα, το Δίστρατο και τη Βωβούσα (βρίσκεται 20 χλμ βόρεια του Μετσόβου). Την 1η Νοεμβρίου, οι δυνάμεις του Β΄ ΣΣ επιτέθηκαν κατά του αριστερού πλευρού του ιταλικού θύλακα στην Πίνδο, αλλά την ίδια μέρα τραυματίστηκε σοβαρά με σφαίρα στον πνεύμονα ο Δαβάκης και αντικαταστάθηκε από τον ταγματάρχη Ιωάννη Καραβία που μόλις είχε φτάσει εκεί. Ο υποστράτηγος Βραχνός της 1ης Μεραρχίας έφτασε σύντομα σε βοήθεια του αποσπάσματος Πίνδου.
Όσο αυξάνονταν οι ελληνικές δυνάμεις στην Πίνδο άρχισε να νιώθει την πίεση η Μεραρχία «Τζούλια». Από την 3η Νοεμβρίου οι Ιταλοί αλπινιστές άρχισαν να δέχονται πυρά από όλες τις πλευρές από μονάδες που έφθαναν στην περιοχή. Στις 3 Νοεμβρίου ανακαταλήφθηκε η Σαμαρίνα και στις 4 Νοεμβρίου η Βωβούσα. Η υπερβολική διείσδυση των αλπινιστών ήταν τώρα μειονέκτημα. Ο ελληνικός στρατός βαθμιαία περικύκλωσε τη Μεραρχία «Τζούλια» και οι αλπινιστές της πολέμησαν σκληρά για να σωθούν. Στις 8 Νοεμβρίου οι Ιταλοί υποχώρησαν κατά μήκος της βόρειας όχθης του ποταμού Αώου προς την Κόνιτσα, όπου είχε φτάσει και η Μεραρχία «Μπάρι». Στη ΒΔ Μακεδονία από την 1η έως 5η Νοεμβρίου ο ελληνικός στρατός καταλάμβανε υψώματα μέσα στο αλβανικό έδαφος.
Η χρησιμοποίηση της αεροπορίας
Την πρώτη μέρα του πολέμου η ιταλική αεροπορία βομβάρδισε την Πάτρα, τον Πειραιά, το Τατόι, τη διώρυγα της Κορίνθου και τη ναυτική βάση της Πρέβεζας προκαλώντας θύματα στον άμαχο πληθυσμό. Την 1η Νοεμβρίου βομβαρδίστηκαν η Θεσσαλονίκη, η Κέρκυρα, η Κόρινθος και η Λάρισα με συνέπεια αρκετούς νεκρούς και τραυματίες. Τα περισσότερα ημιυπόγεια διαμερίσματα χρησίμευαν ως καταφύγια.
Η αεροπορία της Ελλάδας ήταν αριθμητικά ανεπαρκής. Ωστόσο, μερικά ελληνικά βομβαρδιστικά προσέφεραν καλή βοήθεια βομβαρδίζοντας ιταλικούς σχηματισμούς. Επίσης με τα εύστοχα πυρά των ελληνικών αντιαεροπορικών πυροβόλων καταρρίφθηκαν αρκετά ιταλικά αεροπλάνα.1 Η Ελλάδα περίμενε πολύ μεγαλύτερη ενίσχυση από τη Βρετανία, η οποία όμως, λόγω της σχεδιαζόμενης επίθεσης στο μέτωπο της Αφρικής έδωσε μικρή και εντελώς ανεπαρκή βοήθεια. Στα μέσα Νοεμβρίου διατέθηκαν στην Ελλάδα τρεις μοίρες βρετανικών καταδιωκτικών και βομβαρδιστικών αεροπλάνων, ενώ μια μοίρα βομβαρδιστικών από την Αίγυπτο άρχισε να δρα εναντίον των Ιταλών. Στα μέσα Νοεμβρίου επίσης έφτασαν στην Αθήνα 2.200 άνδρες αεροπορικής υποστήριξης και 310 αυτοκίνητα της αεροπορίας, καθώς και 400 αυτοκίνητα και 2.000 άνδρες μηχανικού, διαβιβάσεων και αντιαεροπορικής άμυνας.
Οι Ιταλοί αντιλαμβάνονται ότι δεν είναι περίπατος
Στις 5 Νοεμβρίου με βολές του ελληνικού πυροβολικού καταστράφηκε μια υπό κατασκευήν γέφυρα του Καλαμά. Από τις βροχές το πλάτος του ποταμού αυξήθηκε από τα 30 σε 70 μέτρα. Την ίδια μέρα ένα ιταλικό σήμα ανέφερε: «Είμαστε υποχρεωμένοι να αναστείλουμε τις επιχειρήσεις, αναμένοντας ενισχύσεις. Οι Έλληνες που είναι γνωστοί για το πείσμα και την επιμονή τους, οργάνωσαν από τον καιρό της ειρήνης το τραχύ και ανώμαλο έδαφος της Ηπείρου με τέτοια μεθοδικότητα και επιμέλεια, ώστε ο κάθε βράχος να αποτελεί μια φωλιά πολυβόλου και κάθε σπήλαιο μια θέση άμυνας».
Στις 7 Νοεμβρίου ο Πράσκα έστειλε τηλεγράφημα στον υπουργό Πολέμου: «Η επίθεσή μας εμποδίστηκε από εχθρική αντίσταση στοπ φρούδες ελπίδες για επίτευξη στόχου μέχρις αφίξεως άλλων μεραρχιών».
Στο παραλιακό μέτωπο τις πρώτες ημέρες οι Ιταλοί κατάφεραν να κυριεύσουν την κωμόπολη Φιλιάτες και να μπουν στην Ηγουμενίτσα. Δεν μπόρεσαν, όμως, να προχωρήσουν πιο κάτω, καθώς οι προωθούμενες ελληνικές δυνάμεις της επιστράτευσης τους ανέκοψαν.
Την 8η μέρα του πολέμου η πρωτοβουλία περιήλθε στον ελληνικό στρατό. Στις 12 Νοεμβρίου αυτομόλησε λόχος Αλβανών με τους αξιωματικούς τους. Πολλοί άλλοι Αλβανοί λιποτακτούσαν, όσο φαινόταν η αδυναμία των Ιταλών να υπερισχύσουν. Στις 13-14 Νοεμβρίου άρχισε η ελληνική προώθηση πέραν των συνόρων.
Το Γ΄ ΣΣ επιτέθηκε στην τοποθεσία Μόροβα-Ιβάν που είχε τον έλεγχο του δρόμου προς Κορυτσά. Στις 17-18 Νοεμβρίου άρχισαν να υποχωρούν οι Ιταλοί. Στις 18 Νοεμβρίου 1940 ο υποστράτηγος Χαρ. Κατσιμήτρος σε διαταγή του έλεγε: «Η μεραρχία αναλαμβάνει από σήμερον γενικήν αντεπίθεσιν εφ’ ολοκλήρου του μετώπου». Στις 21 Νοεμβρίου καταλήφθηκε η Μόροβα.
Στην Ήπειρο οι άνδρες του Α΄ ΣΣ κατέλαβαν στις 20 Νοεμβρίου το στενό του Δελβινακίου και στις 22 μπήκαν μέσα στην Αλβανία. Στις 22 Νοεμβρίου, οι ελληνικές δυνάμεις του παραλιακού μετώπου ελευθέρωσαν τις Φιλιάτες. Από αυτή την ημέρα γενικεύθηκε η υποχώρηση των Ιταλών.
Ο ελληνικός στρατός προοδευτικά απελευθέρωσε ελληνικές πόλεις της Β. Ηπείρου όπως την Κορυτσά (22 Νοεμβρίου), Πόγραδετς (30 Νοεμβρίου), Πρεμετή (3 Δεκεμβρίου), το λιμάνι στους Άγιους Σαράντα (6 Δεκεμβρίου), το Αργυρόκαστρο (8 Δεκεμβρίου), τη Χειμάρρα (22 Δεκεμβρίου). Σιγά-σιγά όμως η ελληνική προέλαση επιβραδύνθηκε. Μετά από πολλή προσπάθεια καταλήφθηκε και η Κλεισούρα (10 Ιανουαρίου 1941). Σε μάχες εκ του συστάδην οι Έλληνες πολεμούσαν με εφ’ όπλου λόγχη και την πολεμική κραυγή «αέρα»! Σε πολλά σημεία —ιδίως σε αγώνα για κατάληψη υψωμάτων— οι μάχες ήταν εκατέρωθεν πολυαίμακτες. Οι Ιταλοί προσπάθησαν επίμονα να ανακαταλάβουν την Κλεισούρα, αλλά απέτυχαν. Το Γ΄ ΣΣ συνέλαβε σε αυτές τις επιχειρήσεις πάνω από 1.000 Ιταλούς.
Οι μεταφορές μέσω Αδριατικής
Στις 11-12 Νοεμβρίου 1940 οι Βρετανοί έκαναν επίθεση στο λιμάνι του Τάραντα με αεροπλάνα που ξεκίνησαν από το αεροπλανοφόρο «Ιλούστριους». Εξουδετερώθηκε από την επίθεση οριστικά ένα θωρηκτό και έπαθαν σοβαρές βλάβες άλλα δυο. Ωστόσο δεν υπήρξε ανάλογη συνέχεια, οπότε ο Μουσολίνι μπόρεσε να στείλει στην Αλβανία (μέχρι τον Απρίλιο του 1941) διά θαλάσσης 56.000 άνδρες, 15.000 οχήματα, 83.000 ζώα μεταφοράς (άλογα και μουλάρια) και 705.000 τόνους υλικού. Με την αεροπορία μεταφέρθηκαν στην Αλβανία άλλοι 70.000 άνδρες. Η Ιταλία είχε πλέον υπεροχή σε κάθε είδος που εκφράζεται στους πολέμους με αριθμούς, ίσως όχι, όμως, στο ηθικό. Αν εξαιρέσουμε τους φανατικούς φασιστές, οι λοιποί στρατιώτες δεν καταλάβαιναν για ποιο λόγο βρίσκονταν και πολεμούσαν στα βουνά της Αλβανίας.
1Σύμφωνα με δημοσίευση στην ΕΣΤΙΑ τις πρώτες 7 μέρες του πολέμου καταρρίφθηκαν 22 ιταλικά αεροπλάνα και 4 ελληνικά.
Το ελληνικό ναυτικό
Το ελληνικό ναυτικό υστερούσε σημαντικά απέναντι στο ιταλικό λόγω μικρότερου αριθμού πλοίων και υποβρυχίων, αλλά και της παλαιότητας των σκαφών. Ωστόσο, συνέβαλε σημαντικά στην προώθηση μονάδων στο μέτωπο (περίπου 80.000 άνδρες) και είχε σημαντικές επιτυχίες εναντίον των εφοδιοπομπών των Ιταλών.
Το υποβρύχιο «Παπανικολής», βύθισε δυο μεγάλα μεταγωγικά στα ανοιχτά του Αυλώνα. Το υποβρύχιο «Πρωτεύς», βύθισε ιταλικό μεταγωγικό που μετέφερε στρατιώτες στην Αλβανία, αλλά βυθίστηκε και το ίδιο από εμβολισμό. Το υποβρύχιο «Λάμπρος Κατσώνης», κατέστρεψε εχθρικό πετρελαιοφόρο. Ο «Παπανικολής» βύθισε στην περιοχή του Μπρίντεζι κι άλλο ιταλικό μεταγωγικό. Το υποβρύχιο «Νηρεύς βύθισε ένα ιταλικό μεταγωγικό. Ανάλογες επιτυχίες με επιθέσεις σε μεταγωγικά πλοία των Ιταλών είχαν το τορπιλοβόλο «Σφενδόνη», το αντιτορπιλικό «Ψαρά και το υποβρύχιο «Τρίτων».
Στις 28 Νοεμβρίου ο διοικητής των Δωδεκανήσων Ντε Βέκι έγινε δεκτός από τον Μουσολίνι στο Παλάτσο Βενέτσια και έγραψε ότι του είπε: «Θέλω να σου πω ότι τον πόλεμο τον έχεις χάσει. Ότι νικηθήκαμε από τους Έλληνες, αυτό είναι το τέλος μας. Εάν τυχόν θα κερδίσουν τον πόλεμο οι Γερμανοί, θα τον έχει κερδίσει ο Χίτλερ, όχι βέβαια συ, και θα το αντιληφθείς».
Ο πόλεμος συνεχίζεται – Θαυμασμός των συμμάχων
Οι εφημερίδες των ελεύθερων ευρωπαϊκών χωρών καθώς και της Αμερικής δημοσίευαν ύμνους για την αναπάντεχη ελληνική αντίσταση στην επίθεση της φασιστικής Ιταλίας. Πολλοί πολιτικοί έκαναν δηλώσεις θαυμασμού για την ανδρεία των Ελλήνων και την ταπείνωση του Μουσολίνι και δεν θα τις επαναλάβω εδώ. Ωστόσο, κλασική έμεινε η φράση του Βρετανού πρωθυπουργού Ουίνστον Τσώρτσιλ: «Από δω και πέρα δεν θα λέμε ότι πολεμούν οι Έλληνες σαν ήρωες, αλλά οι ήρωες πολεμούν σαν Έλληνες»!
Κοινός αντίπαλος το πολικό κρύο και τα χιόνια
Στη συνέχεια ο πολύ βαρύς χειμώνας και το άφθονο χιόνι καθήλωσαν τους αντιπάλους στα βουνά της Αλβανίας. Οι αντιμαχόμενοι είχαν τώρα να αντιμετωπίσουν έναν κοινό εχθρό, τον χειμώνα που ήταν ο βαρύτερος στην Αλβανία τα τελευταία 50 χρόνια, οπότε οι δυο στρατοί παρέμειναν καθηλωμένοι.
Σχεδόν όλοι οι φαντάροι είχαν κολλήσει ψείρες που τους βασάνιζαν συνεχώς. Πολλοί Έλληνες έπαθαν κρυοπαγήματα με αποτέλεσμα γάγγραινα στα πόδια και από αυτούς οι περισσότεροι ακρωτηριάστηκαν. Γιατροί, νοσηλευτές και νοσηλεύτριες έκαναν υπεράνθρωπες προσπάθειες στα ορεινά χειρουργεία. Πολλές γυναίκες ερυθροσταυρίτισσες συνέδραμαν στο στρατιωτικό ιατρικό προσωπικό. Στα μετόπισθεν χιλιάδες γυναίκες έπλεκαν μάλλινες κάλτσες και μπλούζες και τις έστελναν στο μέτωπο μέσω της οργάνωσης «Φανέλα του Στρατιώτη».1 Στην Αθήνα οι θεατρικές επιθεωρήσεις και τα τραγούδια της Σοφίας Βέμπο ανέβαζαν το ηθικό του ταλαιπωρούμενου ελληνικού λαού. Όμως, εκτός από τις φονικές σφαίρες και τις οβίδες, η παγωνιά σκότωνε τα μεταφορικά ζώα και εξακολουθούσε να προκαλεί ακρωτηριασμούς από κρυοπαγήματα στους φαντάρους.
Επικίνδυνη στασιμότητα
Ο Μεταξάς ανησυχούσε για την αποτελμάτωση των επιχειρήσεων, δεδομένου ότι ο Μουσολίνι εξακολουθούσε να στέλνει στρατό και εφόδια στην Αλβανία. Ως παλιός επιτελικός αξιωματικός ήθελε να ενημερώνεται λεπτομερώς για την πρόοδο των μαχών στα βουνά της Αλβανίας, αλλά δυσφορούσε γιατί ο Παπάγος είχε έδρα για τη διεύθυνση των επιχειρήσεων την Αθήνα, ενθυμούμενος την προωθημένη θέση του επιτελείου με τον αρχιστράτηγο Κωνσταντίνο στους βαλκανικούς πολέμους.
Στις 4 Δεκεμβρίου ο υπουργός στρατηγός Σορίτσε τηλεφώνησε στον Τσιάνο και του είπε πως «[…]κάθε στρατιωτική ενέργεια είναι αδύνατη και η κατάσταση μόνο πολιτικώς μπορεί να λυθεί». Στις αρχές Δεκεμβρίου ο στρατηγός Σοντού έστειλε τηλεγράφημα στον Μουσολίνι και ζητούσε «να επιδιωχθεί πολιτική λύση για την Ελληνοϊταλική σύρραξη». Είναι φανερό πως ο Ιταλός στρατηγός είχε αντιληφθεί την αποτυχία της επίθεσης και προέβλεπε δυσμενείς εξελίξεις για τον ιταλικό στρατό.
Τον Δεκεμβρίο του 1940 οι Ιταλοί οχυρώθηκαν γύρω από τον λιμένα του Αυλώνα και πιο ανατολικά στο Τεπελένι. Οι αντικειμενικοί στόχοι της ελληνικής αντεπίθεσης είχαν επιτευχθεί μόνο μερικώς.
Στην Αθήνα έγινε στις αρχές Ιανουαρίου 1941 μια ελληνοβρετανική σύσκεψη με συμμετοχή του Βρετανού στρατηγού Ουέιβελ. Ο Παπάγος —για αντιμετώπιση της πιθανολογούμενης γερμανικής επίθεσης— ζητούσε βρετανική ενίσχυση από εννέα μεραρχίες και ο Μεταξάς ήθελε δέκα, ενώ οι Βρετανοί μπορούσαν να στείλουν 2 ή 3 το πολύ κι αυτές μετά από δυο μήνες. Δήλωσαν πως ήταν σε θέση να στείλουν γρήγορα μόνο μια μονάδα τεθωρακισμένων από 60 άρματα, ένα σύνταγμα πυροβολικού κι ένα μικτό αντιαρματικό-αντιαεροπορικό σύνταγμα. Αυτά ο Μεταξάς και ο Παπάγος τα θεώρησαν «ψιχία» τελείως ανεπαρκή για την αντιμετώπιση γερμανικής επίθεσης. Ο Μεταξάς πάντως τους δήλωσε ότι η Ελλάδα θα αντιτάξει άμυνα και στους Γερμανούς, δεν ήθελε όμως την αποστολή «μικρής μόνο βρετανικής δύναμης» για να μη δοθεί αφορμή και προκληθεί ταχύτερα η αναμενόμενη επέμβασή των Γερμανών πριν να καθαρίσει οριστικά το μέτωπο με τους Ιταλούς.
Τους Έλληνες στρατηγούς απασχολούσε η αναμενόμενη επίθεση της Γερμανίας γιατί τότε ο στρατός στην Αλβανία θα έμενε ξεκρέμαστος. Η στασιμότητα στο μέτωπο είχε αρχίσει να δημιουργεί μια γκρίνια των επικεφαλής των προωθημένων μονάδων προς το επιτελείο και τον Παπάγο.
Η εαρινή επίθεση
Ο Μουσολίνι υπολόγιζε πολλά στην προετοιμαζόμενη επίθεση της άνοιξης και ενίσχυε διαρκώς με όπλα και άνδρες τον ιταλικό στρατό. Μάλιστα μετέβη ο ίδιος στην Αλβανία, όταν θα άρχιζε η μεγάλη και πολυδιαφημισμένη εαρινή επίθεση της Ιταλίας. Από τις 9 Μαρτίου χιλιάδες οβίδες πυροβολικού και βλήματα όλμων εκτοξεύθηκαν από τους Ιταλούς, που επιπλέον βομβάρδιζαν τις ελληνικές θέσεις και με 300 περίπου αεροπλάνα τους. Οι Έλληνες, όμως, είχαν σκάψει βαθιά ορύγματα και έτσι οι απώλειες που προκάλεσε η ιταλική επίθεση ήταν δυσανάλογα πολύ λίγες ως προς τη δύναμη πυρός. Οι Ιταλοί είχαν συγκεντρώσει απέναντι στους Έλληνες διπλάσιο αριθμό μεραρχιών, αλλά τελικά απέτυχαν και εγκατέλειψαν τις επιθέσεις μετά από 17 ημέρες. Οι Έλληνες εφάρμοζαν την τακτική της «ενεργητικής άμυνας». Έτσι, όταν έκαναν επίθεση οι Ιταλοί σε ένα ύψωμα, μόλις έπαυαν τα πυρά υποστήριξης του πυροβολικού και των όλμων, δέχονταν ξαφνικά την επίθεση των Ελλήνων που ήταν ξεκούραστοι. Με τις αντεπιθέσεις αυτές οι Έλληνες αιφνιδίαζαν τους Ιταλούς που υποχωρούσαν.
Ο Μουσολίνι έμεινε 18 μέρες στην Αλβανία και μετά την αποτυχία της εαρινής επίθεσης έφυγε απογοητευμένος. Μέχρι τότε, λόγω της δυσμενούς εξέλιξης του πολέμου στην Αλβανία, άλλαζε κάθε τόσο τους στρατηγούς του μετώπου. Κατά σειράν είχαν χρησιμοποιηθεί ο Πράσκα, ως στρατηγός της εισβολής και έπειτα ο Σοντού. Την εαρινή επίθεση οργάνωσε ο Καμπαλέρο που είχε αναλάβει στις 30/12/1940.
Οι Ιταλοί είχαν περισσότερα σύγχρονα όπλα, όπως άρματα και αεροπλάνα. Η έλλειψη αρμάτων από την ελληνική πλευρά οδήγησε στην επιλογή των βουνών ως πεδίο προώθησης και μάχης. Οι ελληνικοί όλμοι και το ορειβατικό πυροβολικό έκαναν πολύ καλή δουλειά. Στην εαρινή επίθεση η ελληνική πλευρά είχε 5.200 απώλειες (1.200 νεκρούς και 4.000 τραυματίες), έναντι 12.000 συνολικά Ιταλών —νεκρών και τραυματιών— σύμφωνα με στοιχεία του Καμπαλέρο. Όμως, στον πόλεμο αυτόν υπήρχαν πολλά θύματα από κρυοπαγήματα πέραν των θυμάτων από τα όπλα της εποχής.
Θάνατος του Ι. Μεταξά
Στις 29/1/1941 πέθανε ο Ι. Μεταξάς μετά από ασθένεια δέκα ημερών που είχε κρατηθεί μυστική. Η αιτία θανάτου ήταν περιαμυγδαλικό απόστημα, το οποίο αν και διανοίχθηκε (ίσως με καθυστέρηση) δεν ιάθηκε. Η κατάσταση χειροτέρευσε επειδή συνυπήρχε σακχαρώδης διαβήτης και εξελίχθηκε σε σηψαιμία και νεφρική ανεπάρκεια. Ο θάνατος από περιαμυγδαλικό απόστημα σε εποχή άνευ αντιβιοτικών ήταν δύσκολο να αποφευχθεί.2 Ο ελληνικός λαός που πληροφορήθηκε από το ραδιόφωνο και τις εφημερίδες τον θάνατο του Μεταξά κυριολεκτικά πάγωσε. Είχε ένα αίσθημα σιγουριάς με αυτόν τον ηγέτη μετά το μεγάλο «ΟΧΙ» με το οποίο είχε ταυτιστεί. Ένιωσε να χάνει τον προστάτη του και κυριολεκτικά σύσσωμος παρακολούθησε στην Αθήνα την κηδεία του. Ο Μεταξάς δεν είχε λαϊκό έρεισμα και έπαιρνε μικρό ποσοστό ψήφων στις εκλογές. Όμως παρά την αντίθεση στη δικτατορία, ο λαός μετά το ΟΧΙ είχε ταχθεί στο πλευρό του απέναντι στην επίθεση της Ιταλίας και εφάρμοσε το ΟΧΙ στην πράξη με μοναδικό τρόπο που προκάλεσε τον θαυμασμό σε φίλους και εχθρούς. Ο Μίκης Θεοδωράκης περιέγραψε ότι στην Τρίπολη την ημέρα της κηδείας του Μεταξά ακούγονταν κλάματα του κόσμου από μεγάλη απόσταση. Ο ιστορικός συγγραφέας Ζαούσης γράφει: «[…]η λύπη για τον θάνατο ενός δικτάτορα ποτέ δεν υπήρξε τόσο αυθεντική[…] η κηδεία του Μεταξά ήταν πραγματικά και όχι φραστικά πάνδημη». Ο ναύαρχος Αλ. Σακελλαρίου γράφει για τον Μεταξά ότι: «[…]παρά τα ελαττώματά του και τα τυχόν σφάλματά του ήταν μια από τις ισχυρότερες διάνοιες που εγνώρισε ποτέ ο τόπος». Στο Λονδίνο τα κυβερνητικά κτήρια έβαλαν μεσίστιες τις σημαίες συμμετέχοντας έτσι στο πένθος των Ελλήνων, όπως είχαν κάνει και για τον Γάλλο στρατηγό Φος.
Ο Παν. Κανελλόπουλος έγραψε για τον Ι. Μεταξά ο οποίος μάλιστα τον είχε εξορίσει: «Πρέπει να είμεθα χωρίς άλλο ευγνώμονες εις τον Ιωάννην Μεταξά, διότι είπεν ολομόναχος στο σκοτάδι της νυκτός το μέγα ΟΧΙ».
Ο βασιλιάς Γεώργιος —γνωρίζοντας ότι πεθαίνει ο Μεταξάς— είχε προετοιμαστεί και χωρίς καθυστέρηση διόρισε πρωθυπουργό τον νομικό και τραπεζίτη Αλ. Κορυζή προς μεγάλη έκπληξη πολλών στρατιωτικών, αλλά και των πολιτών. Η επιλογή του Κορυζή δεν αντιπροσώπευε ένα ίσο μέγεθος, αλλά η αλήθεια είναι ότι δεν υπήρχε διαθέσιμη και πρόθυμη αντίστοιχη προσωπικότητα. Ο Κορυζής ήταν έντιμος άνθρωπος, αλλά δεν είχε τη στόφα ηγέτη και σε σύγκριση με τον αποθανόντα Μεταξά φαινόταν πολύ λίγος.
Όμως, με τον θάνατο του Μεταξά, ενώ τερμάτισε τον βίο του το προσωποπαγές καθεστώς της 4ης Αυγούστου, δεν αποκαταστάθηκε ο κοινοβουλευτισμός και παρέμενε σε εκκρεμότητα η θέση του βασιλιά Γεωργίου, ο οποίος είχε ανεχθεί την εκτροπή και συνέβαλε στη δικτατορία. Η Ελλάδα για να μεταβεί από την ανωμαλία στην ομαλότητα θα περνούσε —δυστυχώς— μέσα από τις συμπληγάδες πέτρες του Εμφύλιου Πολέμου. Ακόμη και ο ίδιος ο Μεταξάς έγραψε στο ημερολόγιό του ότι «αν πέσει η δικτατορία θα ακολουθήσει το χάος».
Κινήσεις για συνθηκολόγηση με μεσολάβηση Γερμανίας
Πριν ακόμη από τον θάνατο του Μεταξά άρχισαν κάποιες παρασκηνιακές κινήσεις για συνθηκολόγηση με την Ιταλία, με τη μεσολάβηση της συμμάχου της Γερμανίας. Η λογική των προτάσεων ήταν ότι η Ελλάδα θα κρατούσε τη Βόρεια Ήπειρο και η Ιταλία θα μετέφερε τον στρατό της από την Αλβανία στη Β. Αφρική. Η προσπάθεια δεν ευοδώθηκε ή δεν ξεκίνησε εγκαίρως, ώστε να μπορεί να προλάβει την απόφαση του Χίτλερ για την επίθεση στην Ελλάδα. Το σχέδιο «Μαρίτα», όπως ονομάστηκε η επιχείρηση εναντίον της Ελλάδας, είχε πλέον δρομολογηθεί.
Οι επιστολές Ζαχαριάδη και η στάση του ΚΚΕ στον πόλεμο
Ο γενικός γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ ευρισκόμενος στα κρατητήρια της Ασφάλειας έστειλε επιστολές στον Μανιαδάκη και στον Μεταξά. Στην πρώτη επιστολή της 31ης Οκτωβρίου 1940 έγραφε μεταξύ άλλων: «Στον πόλεμο αυτό που τον διευθύνει η κυβέρνηση Μεταξά, όλοι μας πρέπει να δώσουμε όλες μας τις δυνάμεις, δίχως επιφύλαξη». Στη δεύτερη επιστολή που στάλθηκε στις 26 Νοεμβρίου 1940 ο Ζαχαριάδης άλλαξε στάση και ζητούσε να σταματήσει η Ελλάδα τον πόλεμο με την Ιταλία και να επιδιώξει τη μεσολάβηση της Σοβιετικής Ένωσης για την ειρήνευση, καθώς και ο στρατός μας να επιστρέψει στα σύνορα. Η αλλαγή γραμμής ίσως οφείλεται στο ότι ίσχυε ακόμη το σύμφωνο Μολότοφ-Ρίμπεντροπ. Μια τρίτη επιστολή απηύθυνε ο Ζαχαριάδης στους δικούς του, κατηγορώντας τους για απόκλιση από τη γραμμή του κόμματος.
Στο στρατόπεδο της Ακροναυπλίας, είχαν φυλακιστεί από τον Μανιαδάκη περίπου 600 μέλη του ΚΚΕ. Ανάμεσά τους βρίσκονταν πολλά ηγετικά στελέχη του κόμματος. Περιέργως όταν οι φύλακες της Ακροναυπλίας είχαν αφοπλιστεί από τους Ιταλούς, οι φυλακισμένοι Κομμουνιστές με εντολή του Γ. Ιωαννίδη (Νο 2 του ΚΚΕ) δεν επιχείρησαν να αποδράσουν! Όταν οι Βούλγαροι ζήτησαν να απελευθερωθούν οι σλαβόφωνοι της Ακροναυπλίας, μαζί με αυτούς απελευθερώθηκε και ο Ανδρέας Τζήμας, ο οποίος έπειτα είχε ηγετικό ρόλο στην αντιστασιακή οργάνωση ΕΑΜ.
Συζητήσεις και διαφωνίες με Βρετανούς
Ο Χίτλερ μέσω διαφόρων «ταχυδρόμων», απειλούσε ότι θα εισβάλει στην Ελλάδα, αν αυτή δεχθεί στρατιωτική βοήθεια από τη Μ. Βρετανία. Σε συσκέψεις με τον στρατηγό Ουέιβελ στις 13 Ιανουαρίου του 1941 ο Μεταξάς διαβεβαίωσε τους Βρετανούς πως η Ελλάδα—αν δεχόταν επίθεση— θα πολεμούσε και τους Γερμανούς. Ο Μεταξάς ανέφερε με έμφαση ότι θα δεχόταν οποιασδήποτε έκτασης βρετανική βοήθεια, μόλις οι Γερμανοί περνούσαν τον Δούναβη ή τα σύνορα με τη Βουλγαρία. Άλλη μια παράμετρος στο στρατηγικό σκάκι των Βαλκανίων ήταν η στάση της Γιουγκοσλαβίας, στην οποία υπήρχε πολιτική αστάθεια.
Τον Φεβρουάριο έγιναν νέες συσκέψεις Βρετανών με την ελληνική πλευρά. Στις 2 Μαρτίου ο Ήντεν επέστρεψε στην Αθήνα από την Άγκυρα, όπου ήπιε το πικρό ποτήρι της ουδετερότητας της Τουρκίας, και ζήτησε να εκκενωθεί από στρατό αμέσως η Ανατολική Μακεδονία και Θράκη, για να σχηματιστεί η νέα γραμμή άμυνας στον Αλιάκμονα. Οι Έλληνες επιτελείς διαφώνησαν. Ο Παπάγος ζητούσε να αποβιβαστούν βρετανικές δυνάμεις στη Θεσσαλονίκη και αυτές να ενισχύσουν την άμυνα των συνόρων προς Βουλγαρία και Γιουγκοσλαβία. Οι Βρετανοί αντιδρούσαν γιατί δεν διέθεταν δυνάμεις. Τελικώς ο Παπάγος δέχθηκε να σχηματιστεί μια δεύτερη γραμμή άμυνας από Έλληνες και Βρετανούς χωρίς να κενωθούν τα οχυρά. Για σίγουρη άμυνα αν προχωρούσαν νικηφόρα οι Γερμανοί θα ίσχυε η «γραμμή του Αλιάκμονα». Εκεί θα συγκεντρώνονταν δυο νέες ελληνικές μεραρχίες, δυο βρετανικές μεραρχίες (αυστραλέζικη και νεοζηλανδική) και μια βρετανική ταξιαρχία τεθωρακισμένων. Ο Παπάγος δεν δέχθηκε να αδυνατίσει η θέση του στρατού στην Αλβανία ούτε να εγκαταλειφθεί η γραμμή Μεταξά, γιατί θα έπεφτε το ηθικό του ελληνικού στρατού. Στις 7 Μαρτίου τα πρώτα βρετανικά στρατεύματα αποβιβάστηκαν στα λιμάνια του Πειραιά και του Βόλου. Τότε οι Γερμανοί ετοιμάζονταν να καταλάβουν την Ελλάδα, για να βοηθήσουν στην αποτυχημένη μέχρι τότε προσπάθεια του Μουσολίνι. Η επίθεση των Γερμανών ξεκίνησε χωρίς προειδοποίηση στις 6 Απριλίου του 1941. Η Ελλάδα αμύνθηκε όσο ήταν δυνατό επί 52 ημέρες. Στη γραμμή Μεταξά φονεύθηκαν περισσότεροι Γερμανοί από όσους έχασαν τη ζωή τους σε όλη τη Γιουγκοσλαβία. Αλλά αυτή η φάση του πολέμου μπορεί να παρουσιαστεί με άλλη ευκαιρία.
1 Για την ενίσχυση του στρατού με ρουχισμό λειτούργησε στη διάρκεια του πολέμου ο οργανισμός «Η φανέλα του Στρατιώτη» με εθελόντριες (ιδρύθηκε το 1939 στην Αθήνα).
2Έκτοτε κυκλοφόρησαν πολλές ανυπόστατες φήμες για τον θάνατο του Μεταξά, μεταξύ των οποίων ότι τον δολοφόνησαν οι Άγγλοι που βέβαια είναι προϊόν φαντασίας.
Επίμετρο
Η προετοιμασία της Ελλάδας για πόλεμο και η απάντησή της με το ΟΧΙ του Μεταξά και με τον παλλαϊκό πόλεμο1 που ακολούθησε στην επίθεση της Ιταλίας, είναι από τα ιστορικά γεγονότα, για τα οποία μπορεί να είμαστε οι Έλληνες υπερήφανοι. Τα τελευταία χρόνια γίνεται προσπάθεια από την Αριστερά να παύσει ο εορτασμός της 28ης Οκτωβρίου και να αντικατασταθεί από «γιορτές απελευθέρωσης», με επιχείρημα ότι όλες οι Ευρωπαϊκές χώρες γιορτάζουν την απελευθέρωσή τους και όχι την έναρξη του πολέμου. Όμως σε εκείνες τις μέρες μόνο η Ελλάδα αντέταξε ισχυρή άμυνα και απαιτήθηκαν συνολικά 7 μήνες για την κατάληψή της, με συμμετοχή μάλιστα εκτός από την Ιταλία και της Γερμανίας με την πανίσχυρη στρατιωτική μηχανή της. Οι ευρωπαϊκές χώρες δεν μπορεί να είναι περήφανες για την αντιμετώπιση του «άξονα», όταν ο Χίτλερ τις κατακτούσε μέσα σε λίγες μόνο μέρες. Πώς να γιορτάσουν τα ευρωπαϊκά κράτη την αρχή του πολέμου που γι’ αυτές τις χώρες είναι ιστορία ηττών;
Η προσπάθεια της Αριστεράς να παύσει να εορτάζεται το ΟΧΙ του 1940 οφείλεται στο ότι ο πρωθυπουργός του ΟΧΙ ήταν ο Ι. Μεταξάς, ο οποίος είχε εκμηδενίσει τότε τους κομμουνιστές, αφενός με τα ευφυή αστυνομικά μέτρα του υπουργού του Ι. Μανιαδάκη, αλλά και χάρη στα κοινωνικά φιλολαϊκά μέτρα που είχε λάβει. Ήταν βέβαια δικτάτωρ και αυτό δεν μπορούμε να το αλλάξουμε. Αυτό όμως δεν αποτελεί δικαιολογία για να αποσιωπούμε την ιστορική συμβολή του στο ένδοξο έπος του 1940 και να επικρατούν ιστορικά ψεύδη. Όμως, η Αριστερά έχει στόχο τη φαλκίδευση της ιστορίας με την προβολή ιστορικών ψευδών, όπως για παράδειγμα με μια απαράδεκτη αναθηματική πλάκα του Δήμου Θεσσαλονίκης (από τη δημαρχία Ι. Μουτάρη το 2016) που εκθειάζει τον «αντιστασιακό ΕΛΑΣ» για την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης!!! Πώς όμως μπορεί να θεωρηθεί ότι γίνεται «απελευθέρωση» μιας πόλης ήδη ελεύθερης, καθότι έχει αποχωρήσει από την πόλη και ο τελευταίος Γερμανός στρατιώτης ένα 24ωρο πριν από την είσοδο των ανταρτών; Η Θεσσαλονίκη είχε απελευθερωθεί με την οικειοθελή αποχώρηση των Γερμανών λόγω της πορείας του πολέμου και δεν υπήρξε ήττα των Γερμανών από τον ΕΛΑΣ που οδήγησε στην απελευθέρωσή της. Για σύγκριση θυμηθείτε το 1912, τότε που η Θεσσαλονίκη παραδόθηκε με έγγραφη συμφωνία, αφού είχαν προηγηθεί σκληρές μάχες στο Σαραντάπορο και τα Γιαννιτσά. Η παράδοση υπογράφηκε από τον Οθωμανό διοικητή Ταχσίν πασά και τους επιτελείς του αρχιστρατήγου (τότε διαδόχου) Κωνσταντίνου, Β. Δούσμανη και Ι. Μεταξά, με τη συμμετοχή του διπλωματικού υπαλλήλου (τότε δεκανέα) Ίωνα Δραγούμη, ο οποίος έγραψε στα γαλλικά τη συμφωνία. Αυτή μάλιστα, ήταν όντως «απελευθέρωση» από την οθωμανική κατοχή της ιστορική πόλης της Θεσσαλονίκης. Για άλλη απελευθέρωση μεταγενέστερα δεν είναι δυνατόν να επαίρεται κανείς. Είμαστε όμως υπερήφανοι για το ΟΧΙ της 28ης Οκτωβρίου και αυτήν γιορτάζουμε με εθνική ανάταση.
1 Εκτός από το μέτωπο στην Αλβανία με τον στρατό, λειτούργησε στις πόλεις αεράμυνα με Έλληνες κάποιας ηλικίας, συμμετείχαν γυναίκες σε νοσηλευτικές υπηρεσίες, έγιναν μεταφορές εφοδίων από τις Ηπειρώτισσες, και λειτουργούσαν ομάδες ατόμων που συνέλεγαν και έστελναν ρουχισμό και δώρα στους στρατιώτες.