Mε
αφορμή την υπ΄αριθ. 350/2011 απόφαση του
ΣτΕ (Δ΄ τμήμα) επανήλθε στο κέντρο του δημόσιου προβληματισμού και των σχετικών συζητήσεων το ζήτημα της υποστάσεως και της φύσεως του Ελληνικού Κράτους, νυν
επονομαζομένου ΄΄Ελληνική Δημοκρατία΄΄.
Στο υποβληθέν αίτημα γιά την ακύρωση της εξουσιοδοτικής διατάξεως του άρθρου 13 του Ν.3838/2010
(ΦΕΚ Α΄ 49) αναφερόμενης στα δικαιολογητικά
που απαιτούνται για την απόκτηση της ελληνικής ιθαγένειας από τα πρόσωπα που
αναφέρονται στα άρθρα 1 και 24 του παραπάνω νόμου, η ανωτέρω απόφαση εκδοθείσα από την αυξημένη επταμελή σύνθεση έκρινε ότι οι προσβαλλόμενες διατάξεις είναι εκτός
συνταγματικού πλαισίου, επειδή η
επιβαλλόμενη από αυτές αθρόα πολιτογράφηση ΄΄…… γίνεται με βάση αμιγώς τυπικές
προϋποθέσεις (χρόνος «νόμιμης» διαμονής του αιτούντος αλλοδαπού ή της
οικογένειάς του, φοίτηση σε ελληνικό σχολείο επί ορισμένο χρόνο, ανυπαρξία
καταδίκης για ορισμένα σοβαρά ποινικά αδικήματα), χωρίς εξατομικευμένη κρίση
περί της συνδρομής της ουσιαστικής προϋποθέσεως του δεσμού προς το ελληνικό
έθνος του αιτούντος την πολιτογράφηση αλλοδαπού, δηλαδή την εκ μέρους του εθελούσια
αποδοχή των αξιών που συνάπτονται προς τον ελληνισμό και την εντεύθεν απόκτηση
ελληνικής εθνικής συνειδήσεως΄΄.
Στην ανωτέρω τελική σκέψη της καταλήγει στηριζόμενη αφ΄ενός στην
θεμελιώδη, άλλωστε και προτασσομένη στο συνταγματικό κείμενο, διάταξη του άρθρου 1παρ.2-3 Συντ. «…………….. 2.Θεμέλιο του πολιτεύματος είναι η λαϊκή
κυριαρχία. 3. ΄Ολες οι εξουσίες πηγάζουν από τον Λαό, υπάρχουν υπέρ αυτού και
του ΄Εθνους και ασκούνται όπως ορίζει το Σύνταγμα» και αφ΄ετέρου, σε μία
σειρά άλλων συνταγματικών διατάξεων με ρητή αναφορά στις έννοιες του Εθνους και
του Ελληνισμού, οι οποίες προσφέρουν
στην απόφαση την εδραία βάση, ώστε να
προβάλει και να αναδείξει, στην
παραγρ. 9 του σκεπτικού της, το θεσμικό
πλαίσιο εντός του οποίου συν-υφαίνεται το Ελληνικό Εθνος με το Ελληνικό κράτος (Ελληνική
Δημοκρατία):
« 9. Επειδή, από τις παρατεθείσες
διατάξεις του ισχύοντος Συντάγματος συνάγονται τα εξής:
α) ότι η νομιμοποίηση της κρατικής
εξουσίας βασίζεται μεν στη βούληση του λαού, αλλά υπάρχει και ασκείται προς το
συμφέρον του έθνους, οντότητος υπερβαίνουσας χρονικά την εν ζωή κοινότητα
των ανθρώπων και τα γεωγραφικά όρια του ελληνικού κράτους (πρβλ Πρακτικά
Ολομελείας Επιτροπής του Συντάγματος 1975 σελ 255 επ, Πρακτικά των Υποεπιτροπών
του Συντάγματος 1975 σελ 64 επ, ιδίως δε σελ. 112 επ, Πρακτικά Συνεδριάσεων της
Βουλής Συντ. 1975 σελ. 61 επ). Τούτο δε, διότι το έθνος αναφέρεται τόσο στις
παρελθούσες όσο και στις μέλλουσες γενεές, τα συμφέροντα των οποίων πρέπει να
υπηρετεί η κρατική πολιτική (αρχή βιωσιμότητος άρθρο 24 Συντάγματος), απαρτίζεται
δε και από τους ΄Ελληνες της διασποράς (« … δυνάμεις του απανταχού ελληνισμού …
» , άρθρο 108 του Συντάγματος), για τους οποίους πρέπει να είναι ενεργή η
κρατική φροντίδα
β) ότι το δίκαιο της ιθαγενείας, η οποία
καθιδρύει άρρηκτο, κατ’ αρχήν ,δεσμό του πολίτη με το Κράτος και γεννά δέσμη
δικαιωμάτων και υποχρεώσεων (απαγόρευση αφαιρέσεως της ελληνικής ιθαγενείας και
απελάσεως, δικαίωμα διπλωματικής προστασίας, πολιτικά δικαιώματα εκλέγειν-
εκλέγεσθαι, συμμετοχής στις «δημόσιες λειτουργίες», καθήκον στρατεύσεως),
διαμορφώνεται αποκλειστικώς από το ελληνικό κράτος, κατά κυριαρχικό τρόπο,
εντός των ορίων που τάσσουν οι κανόνες του διεθνούς δικαίου (πχ απαγόρευση
δημιουργίας ανιθαγενών με αυθαίρετες πράξεις των κρατών ή πιθανότητα προσβολής
ανθρωπίνων δικαιωμάτων). Περαιτέρω, όμως, δεν τάσσονται από το διεθνές δίκαιο
συγκεκριμένα κριτήρια δεσμευτικά για τον εθνικό νομοθέτη κατά τη θέσπιση
κανόνων πολιτογραφήσεως αλλοδαπών, ούτε υπάρχει, ως εκ της φύσεως της
οικείας αρμοδιότητας του κράτους, δικαίωμα του αλλοδαπού στην απονομή της
ελληνικής ιθαγένειας
γ) ότι το δίκαιο αυτό, εξ επόψεως εσωτερικών
ορίων, πρέπει να μην προσβάλλει τις ως άνω συνταγματικές αρχές, δηλαδή ούτε να
επιτρέπει την είσοδο στη λαϊκή κοινότητα (λαός) αλλοδαπών προσώπων χωρίς
ουσιαστικό πραγματικό δεσμό με αυτή- ιδίως με την πρόβλεψη αθρόων
πολιτογραφήσεων- εις τρόπον ώστε να συγκροτείται αυθαιρέτως το συνθετικό
στοιχείο του Κράτους (λαός) και το ανώτατο όργανο αυτού (λαός- εκλογικό σώμα)
και, εν τέλει, να αποσυντίθεται η έννοια του έθνους, ούτε και να θέτει
διατάξεις, που να επιτρέπουν την ευχερή αφαίρεση της ελληνικής ιθαγένειας
δ) ότι ο συνταγματικός νομοθέτης μεριμνά
για τη συνέχεια του έθνους επιτάσσοντας τον απλό νομοθέτη να οργανώνει εκπαίδευση,
η οποία, μεταξύ άλλων, θα συμβάλλει στη ανάπτυξη εθνικής συνειδήσεως και να
προβλέπει και να συντηρεί κοινωνικό δίκτυο υποστηρίξεως του θεσμού της
οικογένειας, «ως θεμελίου της συντήρησης και προαγωγής του ΄Εθνους».
Οι ανωτέρω διαπιστώσεις του σκεπτικού ερμηνεύουν
διατάξεις του ισχύοντος Συντάγματος, οι οποίες ως επί το πολύ επαναλαμβάνουν
διατάξεις προηγουμένων συνταγματικών κειμένων από την εποχή της Ανεξαρτησίας
και όλες μαζί εκφράζουν και υλοποιούν στο επίπεδο του θετικού δικαίου την Διακήρυξη της Eλληνικής Ανεξαρτησίας της 1ης Ιανουαρίου
1822, στην Επίδαυρο:
«Το ελληνικό Εθνος, το υπό τη
φρικώδη οθωμανικήν δυναστείαν, μη δυνάμενον να φέρη τον βαρύτατον και απαραδειγμάτιστον
ζυγόν της τυραννίας και αποσείσαν αυτόν με μεγάλας θυσίας κηρύττει σήμερον,
ενώπιον θεού και ανθρώπων, διά των
νομίμων αυτού παραστατών εις εθνικήν
συνηγμένων συνέλευσιν, την πολιτικήν αυτού ύπαρξιν και ανεξαρτησίαν».
Η
παραπάνω Διακήρυξη, που αποτελεί και την ιδρυτική πράξη του Ελληνικού Κράτους και αποτελούσε το
Προοίμιο των πρώτων Συνταγμάτων της Ανεξαρτησίας, δηλώνει κατά τον πλέον
κατηγορηματικό και σαφή τρόπο ότι το ιδρυόμενο κράτος δεν αποτελεί απλώς μία
ένωση σε νομικό πρόσωπο, με πρωτογενή εξουσία, κάποιων φυσικών προσώπων
(πληθυσμού), που κατοικούν εντός ενός περιβαλλόμενου απο σύνορα γεωγραφικού χώρου αλλά αποτελεί το
Κράτος του Ελληνικού Εθνους, το οποίο υποχρεούται να διαφυλάττουν και υπηρετούν
οι συντεταγμένες εξουσίες του.
Από
αυτή την διακηρυκτικώς εκπεφρασμένη βούληση των ιδρυτών του Ελληνικού Κράτους
(ήτοι των νομίμων εκπροσώπων του επαναστατημένου λαού ΄΄εις εθνικήν συνηγμένων
συνέλευσιν΄΄), η οποία καθορίζει τον χαρακτήρα και την ουσία του Κράτους μας, εδράζονται και απορρέουν οι σχετικές διατάξεις
όλων των μεταγενεστέρων συνταγμάτων, του ισχύοντος περιλαμβανομένου, που με νομική ορθοκρισία ερμήνευσε η παραπάνω
απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Από την
ίδια πηγή αντλήθηκε και η ακροτελεύτια
διάταξη των Ελληνικών Συνταγμάτων,
ότι ΄΄Η τήρηση του Συντάγματος επαφίεται στον πατριωτισμό των
Ελλήνων΄΄. Η
παραπάνω περιώνυμη διάταξη δεν αναφέρεται, ούτε σε ευπειθείς πολίτες, ούτε
αφηρημένως στον δημοκρατικό λαό αλλά σε
Ελληνες πατριώτες, όπως οφείλουν να είναι όλοι οι πολίτες του Κράτους,
αφού σε αυτον το σύνδεσμο Ελληνα πολίτη και Ελληνα πατριώτη (άρθρο 120παρ.2
Συντ.) στηρίζεται η προάσπιση των
θεμελειωδών επιταγών, όπως η διατήρηση του
εθνικού χαρακτήρα του Κράτους, η
εθνική και λαϊκή κυριαρχία, τα ανθρώπινα δικαιώματα, η δημοκρατία, η εθνική και
κοινωνική αλληλεγγύη.
Επειδή
μέσα στην ενσκύψασα, κατά την τελευταία εικοσαετία στην χώρα, πολιτισμική και πνευματική φυλλοξήρα ανεπτύχθη και
η ΄΄ιδεολογία΄΄ της
πολυπολιτισμικότητας, επιχειρείται κατ΄επίκληση αυτής, ως εαν είναι θέσφατον ή κάποια
νομικώς υπερκείμενη διεθνής παραδοχή, η
αλλοίωση της πρωτογενούς ουσίας του Ελληνικού Κράτους.
Οπωσδήποτε
το δικαίωμα πολιτών να επιδιώκουν την μεταβολή του χαρακτήρα και της ουσίας του
Κράτους τους δεν μπορεί να αμφισβητηθεί.
Οσον όμως αφορά στο Ελληνικό Κράτος, πρέπει αυτοί οι ενδιαφερόμενοι και
σπεύδοντες συμπολίτες μας να
ακολουθήσουν εκείνες τις επώδυνες διαδικασίες
που οδηγούν στην επανίδρυσή του (με την
ουσιαστική έννοια και όχι με την γνωστή ατυχή του διατύπωση σε προεκλογικό
πρόγραμμα πολιτικού κόμματος) επιβεβαιωμένη μέσα από
μία καταλυτικής ιστορικής σημασίας, απόφαση όλων των Ελλήνων πολιτών (ίσως
και γι αυτό επιδιώκουν την αλλοίωση της εθνικής τους συνθέσεως)
.
Αλλως, τέτοια εγχειρήματα πρέπει να αντιμετωπισθούν με
τρόπο αποτελεσματικό από τα σεβόμενα την αποστολή τους θεσμικά Οργανα και να
συντριβούν πάνω στον πατριωτισμό των Ελλήνων πολιτών,
στον οποίο έχει ανατεθεί η τήρηση του Συντάγματος και όπως συμπληρώνει η, με το
Σύνταγμα του 1975, προσθήκη ΄΄που
δικαιούνται και υποχρεούνται να αντιστέκονται με κάθε μέσον εναντίον
οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει με την βία΄΄.
Σημειώνουμε
ότι η χρήση του όρου της ΄΄βίαιης κατάλυσης΄΄ επιβεβλημένη από τα τότε πρόσφατα γεγονότα, εμπεριέχει κατά λογική και άρα νομική
συνέπεια και τον όρο της ΄΄δόλιας
κατάλυσης΄΄, αφού ο αφελής συντακτικός νομοθέτης του 1975 δεν διενοείτο ότι
μόλις μετά από είκοσι χρόνια θα άρχιζε η,
μέσω ήσσονος κύρους νομικών διατάξεων, δηλ. νόμων, Υπουργικών Αποφάσεων αλλά και γνωμοδοτήσεων Ανεξαρτήτων Αρχών συνεπικουρουμένων από την προπαγάνδα της κατεστημένης και εξωνημένης διανόησης, η αμφισβήτηση και αλλοίωση του εθνικού χαρακτήρα του Ελληνικού
Κράτους.
Πέραν
της ιστορικής πραγματικότητας και των
συνταγματικών επιταγών, επειδή ο
ιθαγενής αεθνικός εσμός, θέλει να διακοσμεί τα επιχειρήματά του και με
ολίγη ή πολλή Ευρώπη, παραθέτω ως κατάληξη και προς απάντηση, το περιεχόμενο του άρθρου 4παρ.2 της Συνθήκης
γιά την Ευρωπαϊκή Ενωση:
« Η
Ένωση σέβεται την ισότητα των κρατών
μελών ενώπιον των Συνθηκών καθώς και την
εθνική τους ταυτότητα που είναι συμφυής με τη θεμελιώδη πολιτική και
συνταγματική τους δομή, στην οποία συμπεριλαμβάνεται η περιφερειακή και
τοπική αυτοδιοίκηση. Σέβεται τις ουσιώδεις λειτουργίες του κράτους, ιδίως δε
τις λειτουργίες που αποβλέπουν στη διασφάλιση της εδαφικής ακεραιότητας, τη
διατήρηση της δημόσιας τάξης και την προστασία της εθνικής ασφάλειας. Ειδικότερα, η εθνική ασφάλεια παραμένει
στην ευθύνη κάθε κράτους μέλους».
.