Η άλωση της Κωνσταντινούπολης υπήρξε η κατάληξη μιας πορείας υπό συνθήκες παρακμής του ελληνισμού. Ανάξιοι και διεφθαρμένοι, πλην εξαιρέσεων, αυτοκράτορες, αυλικοί, ανώτεροι κληρικοί, άνθρωποι των γραμμάτων και άπληστοι για πλούτο οικονομικά ισχυροί συνέθεταν την εικόνα της ηγέτιδας ομάδας. Τα έσοδα εκ των φόρων σπαταλούνταν γι’ αυτό και επιβάλλονταν νέοι. Η συσσσώρευση πλούτου, παρά τις εξωτερικά δυσμενείς συγκυρίες, ήταν κύριο μέλημα και όχι η διάθεση αυτού για την άμυνα της χώρας. Την έλλειψη υπερασπιστών της ελευθερίας αναπλήρωνε μισθοφορικός στρατός, ο οποίος εύκολα μετακινείτο στο στρατόπεδο του εχθρού σε περίπτωση αδυναμίας πληρωμής. Ο έλεγχος του εμπορίου, με αντιστάθμισμα την παροχή εκδουλεύσεων, είχε περιέλθει στις ανταγωνιστικές δυνάμεις της Βενετίας και της Γένουας με συνέπεια την δραματική συρρίκνωση των δημοσίων πόρων. Και τα στίφη των επιδρομέων διαδέχονταν το ένα το άλλο. Όπως σε κάθε περίοδο παρακμής πριν από την τελική κατάρρευση τις ελπίδες είχαν πάψει να εναποθέτουν στον Θεό. Tις είχαν στηρίξει στη Δύση, που ζητούσε ως αντάλλαγμα τη θρησκευτική υποταγή, τήν ψευτοένωση των Εκκλησιών.
Ο λαός έχοντας ως οδηγούς φωτισμένους κληρικούς αντιστεκόταν στο ξεπούλημα της πίστης του. Είναι άκρως εντυπωσιακό ότι δέχθηκε με ενθουσιασμό κατά την επάνοδό του στην Κωνσταντινούπολη τον Μάρκο, τον μητροπολίτη της υπό δουλεία πλέον Εφέσσου, που δεν είχε υποκύψει στις πιέσεις των παπικών, ενώ αποδοκίμασε τους υπογράψαντες την ψευτοένωση. Είναι επίσης εντυπωσιακό το ότι ο τελευταίος μέγας δούξ, τρόπον τινά πρωθυπουργός, Λουκάς Νοταράς έμεινε γνωστός για τη φράση του: “Προτιμότερο είναι να δω να βασιλεύει στην πόλη το τουρκικό τουρμπάνι παρά η καθολική τιάρα”. Η στάση των ανθενωτικών δέχθηκε αυστηρή την κριτική πολλών ιστορικών, ξένων και Ελλήνων. Χαρακτηρίζονται αυτοί συλλήβδην ως όχλος φανατικών και εμπαθών, οι οποίοι συνετέλεσαν στο να χαθεί τελικά η αυτοκρατορία. Η αυτοκρατορία, που πρέπει να επισημάνουμε ότι δεν χαίρει εκτιμήσεως από πλείστους όσους δικούς μας ιστορικούς που προβαίνουν σε ιστορικές αναλύσεις με βάση δυτικές ιδεολογίες. Εκείνο που αποκρύπτεται με επιμέλεια τόσο από τους συμπαθούντες όσο και από τους αντιπαθούντες τους ανθενωτικούς είναι η στάση που κράτησε κάποιος άλλος από εκείνους που μετείχαν στις συνόδους Φερράρας και Φλωρεντίας, ο νεοπλατωνικός φιλόσοφος (μη χριστιανός) Γεώργιος Γεμιστός (Πλήθων), σύμβουλος του αυτοκράτορα. Υπήρξε μεταξύ των ελαχίστων που αρνήθηκαν να υπογράψουν το κείμενο της ψευτοένωσης όχι βέβαια για λόγους θρησκευτικούς, αφού τα δόγματα της πίστεως τον άφηναν αδιάφορο, αλλά για λόγους αξιοπρέπειας! Τελικά “η πόλις εάλω”, παρά τη βοήθεια που έλαβε (μικρή ασφαλώς) μετά τη δραματικό συλλείτουργο στον ναό της του Θεού Σοφίας τον Δεκέμβριο του 1452.
Εκείνο που δεν κατάφεραν οι ενωτικοί να επιτύχουν τότε το πέτυχαν μετά την ανασύσταση του ελληνικού κράτους με την παρέμβαση, διπλωματική και πολεμική (Ναυαρίνο), των μεγάλων Δυνάμεων. Ο λαός, όσος δεν λύγισε κατά τη μακραίωνη σκλαβιά, παρέμενε σταθερά προσηλωμένος στην παράδοση της ρωμηοσύνης. Πολιτειακοί και πολιτικοί παράγοντες, διανόηση δυτικοσπουδαγμένη και μέρος του ανωτέρου κλήρου επέτυχαν μετά από αιώνα και πλέον να ξερριζώσουν από την καρδιά του λαού την παράδοση τη θεμελιωμένη στην ορθόδοξη πίστη και να τον κατευθύνουν προς τον δυτικό τρόπο ζωής. Καμμιά φωνή διαμαρτυρίας δεν ακούστηκε όταν ρίχτηκε το σύνθημα “ανήκομεν εις την Δύσιν”, σύνθημα που έκανε να τρίζουν τα κόκκαλα εκείνων που είχαν δεχθεί στο διάβα της ιστορίας το δολοφονικό μαχαίρι της. Ο λαός παραδόθηκε με μικρή σχετικά αντίσταση στο εκμαυλιστικό τραγούδι των σειρήνων, που, άλλωστε δεν ζητούσαν, όπως τότε, να νοθεύσει την πίστη του, αφού στη Δύση η θρησκευτική πίστη έχει πάψει από καιρό να διαδραματίζει ρόλο σημαντικό στη δημόσια ζωή των χωρών και έχει καταπέσει σε προσωπική υπόθεση μικρής μειοψηφίας.
Ο λαός δεν ρωτήθηκε πριν υπογράψουν οι εκπρόσωποί του τις συμβάσεις ένταξής του στη Δύση (ΕΟΚ –ΕΕ). Δεν ενημερώθηκε για τις συνέπειες της. Απεναντίας αισθάνθηκε επί τέλους τη ζωή του να αλλάζει με την αύξηση της αγοραστικής του δύναμης και ο καταναλωτισμός έγινε η νέα του θρησκεία! Κύλισαν 30 έτη “ονειρεμένα” και ξαφνικά ξύπνησε σε πραγματικότητα αδυσώπητη! Εκείνοι που μας εκμαύλισαν δια των “ενωτικών” εντολοδόχων – εκπροσώπων μας άρχισαν να ζητούν πίσω τα δανεικά. Μάλιστα έχουν θαυμαστούς τρόπους να τα υπολογίζουν με τόκους και πανωτόκια και να τα πολλαπλασιάζουν. Και αυτοί που μας οδήγησαν στη συμφορά με το “ενωτικό” παραλήρημα προβάλλουν τώρα ως οι αγωνιστές για να εξέλθει η χώρα μας από την κρίση. Μια κρίση που βαθαίνει μέρα με την ημέρα, που οδηγεί στην εκποίηση της περιουσίας του δημοσίου, στον αφανισμό της μικρής επιχείρησης, στη διόγκωση της ανεργίας και στο νέο κύμα μετανάστευσης πλήθους επιστημόνων, ενώ η χώρα πλημμυρίζει από μετανάστες απόκληρους από τις χώρες που γεύτηκαν πριν από μας τις αγαθές προσφορές του πολιτισμένου δυτικού ανθρώπου! Μια κρίση που δεν αντιλαμβανόμαστε ότι είναι πρωτίστως ηθική.
Και ενώ η χώρα μας δοκιμάζεται, όπως και τότε που η παρακμή του λαού οδήγησε στην άλωση τη βασιλεύουσα των πόλεων, όλοι αναζητούμε εναγωνίως τον ηγέτη που θα ορθώσει το ανάστημά του απέναντι στους οικονομικά ισχυρούς που καταδυναστεύουν τους λαούς και θα χαρακτηρίσει το χρέος επαχθές! Είναι όμως πρόθυμος ο λαός να ακολουθήσει για λόγους αξιοπρέπειας έναν τέτοιο ηγέτη; Ή θα παραμένει απαθής βλέποντας να εκποιούνται εργοστάσια της ΔΕΗ, αεροδρόμια και λιμάνια, έδαφος και υπέδαφος, νησιά και, τέλος, η Ακρόπολη; (Ακόμη και αν αυτό το τελευταίο αποτελεί ακραία υπερβολή, η συζήτησή του είναι ένδειξη του πόσο στερούμαστε αξιοπρέπειας). Σε τελευταία ανάλυση μας αξίζει ένας τέτοιος ηγέτης; Είναι καιρός να συνειδητοποιούμε ότι η επίθεση άρχισε αυτή τη φορά από την πρωτεύουσα της παρακμής μας, ενω στην εξουσία βρίσκονται οι “ενωτικοί”; Η “βασιλεύουσα”, με αρχαίο χιτώνα κακοΰφαντο στη Δύση και όχι βυζαντινή χλαμύδα, βρίσκεται υπό μερική κατοχή των αποκλήρων, που δεν έσπευσαν εδώ υποκινούμενοι από τις υποσχέσεις ενός νέου πορθητή για δηώσεις και λάφυρα, αλλά από την ανάγκη να εξασφαλίσουν τον επιούσιον άρτο;
Τί είναι πιθανότερο; Να επιβιώσουμε στην ιστορία ταυτιζόμενοι απόλυτα με τη Δύση ή διαχωρίζοντες πλήρως τη θέση μας από τους ολετήρες του πλανήτη; Ενωτικοί ή ανθενωτικοί; Το κύριο δίλημμα του Νεοέλληνα στην περίοδο που επιχειρείται η επανεγγραφή της ιστορίας του μακροβιότατου έθνους μας.
“ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ”
6 comments
Θεωρώ ότι η ταύτιση των ενωτικών του 15ου αιώνα με τους σημερινούς ευρωπαϊστές είναι ιδιαιτέρως προβληματική. Και στις δύο περιόδους το έθνος αναζητούσε την βοήθεια των Ευρωπαίων, όμως στην πρώτη το ζητούμενο τίμημα ήταν κυρίως θρησκευτικό (ένωση των εκκλησιών), ενώ στην δεύτερη αμιγώς πολιτικό (εκχώρηση κρατικής κυριαρχίας). Με την λογική του αρθρογράφου να υποθέσουμε ότι οι σημερινοί ευρωπαϊστές είναι αυτομάτως και Ουνίτες;
Εξίσου άστοχη είναι και η παρατήρηση ότι “εκείνοι που μας εκμαύλισαν…άρχισαν να ζητούν πίσω τα δανεικά”. Για να είμαστε αρκούντως λογικοί και ψύχραιμοι στην αντιμετώπιση του μείζονος προβλήματος, θα πρέπει να επισημανθούν τα εξής : α) κρίση χρέους παρουσιάζει το Κράτος και όχι οι ιδιώτες, για λόγους που ο καθείς γνωρίζει, β) δανειστές του κράτους μας δεν είναι μόνο Δυτικοί “εκμαυλιστές”, αλλά και εγχώριες τράπεζες, ασφαλιστικά ταμεία, οργανισμοί κλπ., γ) πόθεν συνήγαγε ο αρθρογράφος την υποχρέωση των δανειστών να μην αναζητήσουν τα δανεικά; Κύριο χαρακτηριστικό κάθε συμβάσεως δανείου είναι η υποχρέωση του οφειλέτη να αποδώσει το δάνειο. Εάν δεν υφίσταται τέτοια υποχρέωση, η σύμβαση ονομάζεται δωρεά, αλλά ουδέποτε συνήφθη τέτοια ούτε είχαν κάποιον λόγο οι “εκμαυλιστές” να δωρίσουν ο,τιδήποτε, δ) ο τόκος έχει καθιερωθεί (καλώς ή κακώς, δεν έχει σημασία) εδώ και αιώνες ως ωφέλημα του δανειστή. Στα εν λόγω δάνεια δεν επεβλήθη ούτε υπολογίσθηκε μονομερώς, αλλά βάσει συμβάσεων τις οποίες συνήπτε το κράτος δια των εναλλασσόμενων ηγεσιών του, που τα 2/3 και πλέον του εκλογικού σώματος “τιμούσαν” με την ψήφο τους (!!!). Ατυχώς, ο αρθρογράφος θεωρεί ότι γίνεται αρεστός προωθώντας την άποψη ότι οι δανειστές όφειλαν να χαρίσουν στο κράτος το κεφάλαιο ή και τους τόκους, για λόγους που φυσικά αποφεύγει επιμελώς να καθορίσει. Τέτοιες απαιτήσεις και αφορισμοί περί ενωτικών μειοδοτών και ανθενωτικών πατριωτών είναι εντελώς αποπροσανατολιστικοί και καθόλου δεν ωφελούν στην παρούσα περίοδο. Η αγάπη για την πατρίδα δεν προκύπτει από την προτίμηση σε κάποιον σύμμαχο, αλλά από το τίμημα που προτίθεται κανείς να καταβάλει για να εξασφαλίσει την πολυπόθητη συμμαχία. Στην Τουρκοκρατία το γένος δεν αιμορραγούσε μόνο προς την Δύση, αλλά και προς την Ανατολή (με τους μαζικούς εξισλαμισμούς). Σημασία έχει η απώλεια και όχι η κατεύθυνσή της.
Δυστυχῶς στὸν ὀχετὸ τῶν βερμπαλισμῶν ποὺ μᾶς πνίγει προσθέτει ἑνίοτε καὶ τὸ «Ἀντίβαρο» λύμματα … Δυστυχῶς, δυστυχέστατα … Αὐτὴ ἀκριβῶς εἶναι ἡ νέα Ἅλωση ἡ ἱδέα ὅτι ὅ,τι ἀνοησία καὶ νὰ ‘πεῖς ὑπάρχουν ἀρκετοὶ ἀνόητοι ποὺ θὰ τὴν πιστέψουν, ἀρκεῖ νὰ τὴν ‘πεῖς μὲ ὠραῖα λόγια. Νέα Ἅλωση καὶ Σαγγάριος μαζί εἶναι καὶ ἡ πεποίθηση ὅτι ἅμα μαζευτοῦν ἀρκετοὶ καὶ φωνάζουν ἀρκετά, θὰ ἀνοίξει ὁ οὐρανὸς καί θὰ βρέξει χρῆμα …
Κύριε Παπαδημητρίου,
Νομίζω ότι δεν βοηθάνε οι αοριστολογίες, στις δύσκολες μέρες που διανύουμε. Χρειαζόμαστε επιστημονικό λόγο και τετράγωνη σκέψη. Χρειαζόμαστε επιχειρήματα και όχι εικασίες. Επιστημονική μέθοδο κι όχι πρόχειρα συμπεράσματα.
Θα ήθελα να σας ρωτήσω, από πού βγάζετε τέτοια συμπεράσματα για την Ρωμηοσύνη κατά την τελική της Άλωση; Πάνω κάτω μπορούμε να διακρίνουμε τρεις κατηγορίες ανθρώπων, που εκπροσωπούσαν τρεις τάσεις: στους ανθενωτικούς, τους ενωτικούς και τους νεο-πλατωνιστές/αρχαιολάτρες. Οι πρώτοι και οι τρίτοι αποτελούσαν μειοψηφία διανοουμένων. Αυτές οι τρεις τάσεις δεν δημιουργούνται, όπως εσφαλμένα πιστεύεται, από τον 13ο αιώνα, αλλά πολύ πιο πριν: από τα τέλη του 8ου αιώνα, με την επέλαση των στρατιών του Καρλομάγνου και την κατάκτηση της Παλαιάς Ρώμης.
Στην Πόλη του 15ου αιώνα, οι διαφορές μεταξύ αυτών των τάσεων οξύνθηκαν. Ωστόσο οι λόγοι της Αλώσεως δεν ήταν αυτοί που αναφέρετε: τα πράγματα είναι τόσο περίπλοκα, που κορυφαίοι ιστορικοί, όπως ο Μάριος Φιλιππίδης, χαρακτηρίζουν την εποχή “χαοτική”.
Είναι επικίνδυνοι οι παραλληρισμοί σας. Ενώ, από την μια, συμφωνώ απόλυτα με την ουσία του κειμένου σας, διαφωνώ, από την άλλη, καθέτως με τον άστοχο (κατ’ εμέ) παραλληρισμό με τα χρόνια της Άλωσης, του 1453.
Αν θέλετε, η νέα Άλωση έλαβε χώρα στα χρόνια του Κεμαλισμού, όπου εξαφανίσθηκε η Ρωμηοσύνη από την σημερινή Τουρκία, με την εκκωφαντική σιωπή του ελλαδικού Κράτους. Δεν υπάρχει χειρότερη καταστροφή από αυτήν της γενοκτονίας των Ποντίων και τον ξεριζωμό των Μικρασιατών, των κατοίκων της Ίμβρου και της Τενέδου, των Ρωμηών της Πόλης και της Μισής Κύπρου…
Η Άλωση συνειδήσεων συντελείται από τα χρόνια της Μετακένωσης. Όλα για το ελλαδικό κρατίδιο και τίποτα για την απανταχού Ρωμηοσύνη.
Εσείς αναφέρεστε σε οικονομική Άλωση της χώρας, και μάλλον θα ‘ταν ευστοχότερο να αναφερθείτε στην οικονομική Άλωση της Πόλης από τους Ενετούς και Γενοβέζους, τον 12ο και 13ο αιώνα. Η αρπακτική διάθεση των Λομβαρδών, Ενετών, Γενοβέζων κλπ.
εκδηλώθηκε με τον πλέον βίαιο τρόπο το 1204. Οι απόγονοι αυτών των σταυροφόρων συνεχίζουν να ‘ναι μέτοχοι της ίδιας Παράδοσης…
Υ.Γ.
κ. Φιλανθρωπινέ, το αίτημα των Ρωμαίων, στον 15ο αιώνα, μόνο θρησκευτικό δεν ήταν…οι “ενωτικοί” ήταν ψευδο-ενωτικοί. Αναζητούσαν αποκλειστικά στρατιωτική βοήθεια και οικονομική ενίσχυση, βάζοντας την Πόλη στο μπλοκ των ισχυρών. Οι πραγματικοί ενωτικοί ήταν οι αρχαιολάτρες του Πλήθωνα. Αυτοί βλέπανε μια ένωση με την (φραγκική-)Δύση ως την μοναδική ευκαιρία για μια αναγέννηση του αρχαιοελληνικού πνεύματος. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι οι Πληθωνικοί τάχτηκαν, τελικώς, κατά της θρησκευτικής Ένωσης, όταν βρήκαν την στήριξη των Μεδίκων…
κε Παπαδόπουλε, ευχαριστώ για την επισήμανση. Δεν αναφέρθηκα σε θρησκευτικό αίτημα των Ρωμαίων, αλλά σε ζητούμενο από αυτούς τίμημα για την βοήθεια των Δυτικών, που δεν ήταν άλλο από την ένωση των Εκκλησιών. Δεν ασχολήθηκα ιδιαιτέρως με τον Πλήθωνα, διότι επικεντρώθηκα στον άστοχο παραλληλισμό της παρούσας κατάστασης με τα χρόνια της Άλωσης, που επιχειρεί το κείμενο, τον οποίο και εσείς ορθά επισημάνατε.
Για τις αναλογίες με τα όσα συνέβησαν προ 560 ετών, για την διαδρομή μας στους επόμενους αιώνες και για τα συμπεράσματα επ’ αυτής έχω μεν τις επιφυλάξεις μου, αλλά αφήνω τους περισσότερο καταρτισμένους να μιλήσουν.
Να θέσω μόνο μερικά ερωτήματα για τα όσα αφορούν την τελευταία τριακονταετία:
Κύριε Παπαδημητρίου πιστεύετε πραγματικά ότι η ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ο βασικός λόγος που φθάσαμε ως εδώ;
Ταυτίζετε άραγε την ένταξη αυτή καθαυτή, με τους πολιτικούς και οικονομικούς χειρισμούς που ακολούθησαν; Είναι κατά την άποψή σας όλο αυτό «ένα πράμα»;
Εάν υιοθετήσει κανείς τέτοιους συνοπτικούς συλλογισμούς, θα ήταν άδικο άραγε να συμπεράνει πως ο ενδεδειγμένος και υγιής συλλογισμός τότε ήταν τελικώς το «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο»;
Εντοπίζετε άραγε πουθενά, κάποια αμυδρά σύνδεση μεταξύ του κρατικού μας μηχανισμού, της λειτουργίας των κομμάτων μας, της σχέσης τους με τους πολίτες και της κατάστασης που βιώνουμε; Υποπτεύεστε κάποια αιτιώδη συνάφεια των παραγόντων αυτών με το νυν χάλι μας; Κι αν ίσως ναι, πιστεύετε ότι την προκαλεί «δάκτυλος των Ενωτικών»; Θα σας ικανοποιούσε αυτή η εξήγηση;
Θεωρείτε μήπως ότι η διόγκωση του ελληνικού δημόσιου τομέα ήταν αποτέλεσμα επιδράσεων που δεχθήκαμε από τις δυτικές οικονομικές θεωρίες και τα αντίστοιχα πρότυπα κρατικής οργάνωσης;
Αν σήμερα είχατε την ευκαιρία να το σκεφτείτε από την αρχή, θα πήγαινε το μυαλό σας στη σκέψη ότι η «πάταξη της ανεργίας δια των διορισμών στο δημόσιο» είναι μεγαλύτερος εκμαυλισμός απ’ ότι η ευκαιρία πρόσβασης (κράτους, επιχειρήσεων και ιδιωτών) σε ευρωπαϊκές χρηματοδοτικές πηγές;
Αν στο ένα άκρο είναι η Κοζάνη (Δ.Ε.Η.) και στο άλλο η Ακρόπολη, που ακριβώς χαράσσετε την ενδεδειγμένη γραμμή διάκρισης μεταξύ ιδιωτικού και δημοσίου τομέα; Κι αν – κατά πως τα γράφετε – το περιθώριο που σας αφήνω είναι μάλλον περιορισμένο, πως θα σας φαινόταν να προβαίναμε σε μερικές περαιτέρω κρατικοποιήσεις;
Η εκποίηση του εθνικού εδάφους και υπεδάφους είναι απαράδεκτη χωρίς αμφιβολία. Πιστεύετε άραγε ότι έφταιγαν «οι ενωτικοί» για την μέχρι σήμερα καταπάτηση και καταστροφή της;
Με την ευκαιρία: Έχετε μήπως πληροφορίες για το εάν αυτό «το νέο κύμα μετανάστευσης πλήθους επιστημόνων μας» που περιγράφετε, έχει κατεύθυνση προς Ανατολάς;
Εν πάσει περιπτώσει κ. Παπαδημητρίου, σέβομαι την καλλιέργειά σας και το πάθος σας. Θεωρώ υγιή και χρήσιμη κάθε προσπάθεια απλοποίησης και διλημματικής κωδικοποίησης του προβλήματος υπό την έννοια ότι μπορεί (;) να φωτίσει τους εναλλακτικούς δρόμους μας.
Γι’ αυτό λοιπόν αντιπαρέρχομαι τις επιφυλάξεις μου, καταθέτω προσωπική ανησυχία για τον άρτο μου τον επιούσιο, διαχωρίζω πλήρως τη θέση μου «από τους ολετήρες του πλανήτη», φοράω και την βυζαντινή χλαμύδα μου και σας ακούω:
Τι ακριβώς έχετε στο μυαλό σας να κάνουμε;
Φιλικά,
Γιάννης Μικρός.