Μετά τα συλλαλητήρια για την ελληνικότητα της Μακεδονίας μας είναι γεγονός πως στους κόλπους της νεολαίας ανεπτύχθη απροσδοκήτως ένα ρεύμα πατριωτικώς αφυπνισμένων νεανίων, το οποίο αντιτιθέμενο στην κρατούσα νεοταξίτικη κουλτούρα διέπλασε από αντίδραση φρόνημα εθνοκεντρικό, αντισυστημικό και αντιπαγκοσμιοποιητικό. Όσοι, όμως, επεχείρησαν από το στάδιο της θεωρητικής εθνικοφροσύνης να διέλθουν στην αντίπερα όχθη του Εθνικού Αγώνος δεν συνήντησαν παρά τον απογοητευτικό καταρρέοντα κόσμο των κομμάτων, την απαράδεκτη φοβικότητα σωματείων της Εκκλησίας, τα οποία καίτοι κατέχοντα σοβαρότητα εμπιστεύονται μόνο τον δικό τους στενό κλειστό κύκλο, και μία αχαρτογράφητη πλήν όμως περιορισμένη έκταση εθνικοσοσιαλιστικών γκρουπών, οι οποίες εξίταραν τους απονήρευτους νεανικούς νόες με την ύποπτη σκοτεινή ασάφεια της πραγματικής ιδεολογίας τους.
Η έξοδος στον εξωκοινοβουλευτικό Εθνικισμό δεν ήταν ποτέ μία εύκολη υπόθεση. Απαιτεί σίγουρα βαθειά συνειδητοποίηση, ότι τα κόμματα άγουν σε μηδενικό πολιτικό πηλίκο, αλλά ταυτόχρονα ασυμβίβαστο χαρακτήρα και ψυχικό σθένος, γιατί η μάχη για τις Εθνικές Ιδέες σε περιβάλλον μη προστατευμένο από το καθεστώς εγκυμονεί πάντα τον κίνδυνο της στοχοποιήσεως, των διώξεων και της απωλείας προσωπικών κεκτημένων. Το πραγματικό πρόβλημα εκκινεί ακριβώς από τη βάση του κατά πόσο όσοι επιλέγουν τον δύσβατο ανήφορο του Εθνικισμού έχουν εμπεδώσει με ωριμότητα όχι απλώς τους επαπειλουμένους κινδύνους, αλλά κυρίως κατά πρώτον για ποιές ιδέες αγωνίζονται και κατά δεύτερον με ποιόν τρόπο οφείλουν να παλεύσουν, για να μην γίνουν εύπεπτη λεία εις χείρας ενός κατεστημένου, το οποίο ξέρει να παγιδεύει όλους όσοι αρέσκονται να παίζουν με τον νόμο, χωρίς να τον ξέρουν ή ακόμα χειρότερα με το να τον παραγνωρίζουν αφελώς υπολαμβάνοντας τον εαυτό τους ως άτρωτους ήρωες. Επειδή αυτές οι πολιτικές ζώνες δεν εκτίθενται στο φώς της κοινής γνώμης, δεν απευθύνονται στην ολότητα της κοινωνίας και τα μέλη τους κινούνται στην ανωνυμία, συντηρούν ασμένως τις παιδικές ασθένειες ή άλλως βρεφικά σύνδρομα ενός Εθνικιστικού κινήματος, το οποίο αντί να αναζητήσει την ελληνικότητα στα νάματα, την παράδοση και την παρακαταθήκη των δικών μας προγόνων, μιαίνεται από τον νεοπαγανισμό, την νορδική τυπολογία και ξενολατρικά διανοήματα που αποκηρύσσουν την Ορθοδοξία, ανασκευάζοντας μία Ελλάδα χωρίς Χριστό, προσαρμοσμένη σε μία δική τους νοσηρά ειδωλολατρική φαντασίωση. Συμπλεγματικές προσκολλήσεις σε ορολογία Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και ονειρώξεις με θεωρητικούς του γερμανικού και σκανδιναβικού εθνικοσοσιαλισμού που δεν έχουν καμμία σχέση τη Ρωμιοσύνη, την Πίστη των πατέρων και την αληθινή ιστορία του Ελληνισμού καλλιεργούνται με επιμέλεια, έχοντας ως αποτέλεσμα την εμφύτευση στη νεολαία μιάς στρεβλής εννοίας του Έθνους εντός του οποίου η κιβωτός της Ορθοδοξίας δεν αποτελεί στην καλύτερη παρά ένα άνευρο, ισχνό κι αδιάφορο τμήμα του, που δεν πρέπει να μας αφορά. Εξωθούνται οι νέοι σ’ ένα Εθνικό Αγώνα στον οποίον μαθαίνουν ότι η αρωγή του Τριαδικού Θεού δεν είναι απαραίτητη ή ακόμα κι αν τήν αποδέχονται δεν έχουν συλλάβει αποφασιστικά ότι το Έθνος δεν έχει σκοπό μόνο να ευδαιμονήσει, επεκταθεί και δοξαστεί επιγείως, αλλά κυριότερα να αγιαστεί ολοκληρωτικώς, να γίνει μέτοχος της Βασιλείας του Θεού, γιατί δεν εμποτίζονται με εκκλησιαστικό βίωμα και μυστηριακή ζωή. Χωρίς ένταξη τούτου του μεταφυσικού προορισμού του Έθνους και του ηθικού κώδικος της Ορθοδοξίας στον πυρήνα της Αγώνος εκτρέπεται η ίδια η φύση του Αγώνος, ο οποίος αντί να αποβλέπει στη διάδοση των Εθνικών ιδεών στην επομένη γενεά εκφυλίζεται σε μία γυμνασιακού τύπου πεζοδρομιακή αντιπαράθεση με τα αναρχοαριστερά μπάχαλα. Ο νέος, αφού έχει βάλει στην άκρη τον Χριστό που ίσταται έμπροσθεν ημών, για να γίνει σημαία μας, ήτοι «σημεῖον» μας, άρα ταυτότητα του Αγώνος μας, επιχειρεί να εύρει άλλη ταυτότητα, όχι μέσα από αυθύπαρκτη και αυτόφωτη θέση του Χριστιανισμού, αλλά μέσα από την αντίθεση στους θαμώνες των Εξαρχείων. Προσδιορίζεται ως «αντι-αντίφα» κι όχι ως Έλλην με πολιτική αυτοτέλεια, γοητεύεται από τη βία που το σατανικό σύστημα τον παρακινεί να δοκιμάσει, εκτονώνει τις ορμές του σε γηπεδικού είδους εξαλλοσύνες και ακκίζεται με την παρανομία μέχρι η ακατάλυτη ψυχική φθορά, οι δαπανηρές δικαστικές αντιμαχίες και οι οικογενειακές πιέσεις να τον οδηγήσουν πολύ μακριά από τον νιτσεϊκό Υπεράνθρωπο προς τον οποίον ώμνυε εν αρχή, ήτοι στην ιδιωτεία, τον απόλυτο μικροαστικό ευτελισμό.
Αν ο Εθνικός Αγών θέλουμε να αποκτήσει αληθινά hardcore αισθητική αλλά με βέβαια αποτελέσματα νίκης κι όχι πρόσκαιρες εντυπωσιοθηρικές αναχαιτίσεις στα στενά ή στις συγκοινωνίες της πόλεως των Αθηνών, που μάς καλλιεργούν την ψευδαίσθηση ότι πήραμε την Πόλη, ας ανατρέξουμε στον Απόστολο Παύλο που μάς καλεί να ενδυθούμε την αρματωσιά του Θεού, για να αντισταθούμε στα στρατηγήματα του διαβόλου. Δεν υπάρχει Εθνικός Αγών, χωρίς ευλογία από Γέροντες και πνευματικούς, όπως έχει λάβει η «Ελληνική Ορθόδοξη Νεολαία-Ε.Ο.Ν.», και χωρίς εστίαση στα πραγματικά προβλήματα, όπως τις νέες ηλεκτρονικές ταυτότητες, την προαγωγή της ομοφυλοφιλίας, την υιοθεσία από ανώμαλους, τη συρρίκνωση των ατομικών ελευθεριών, το ξεπούλημα εθνικής κυριαρχίας και στα σημεία των καιρών σε εσχατολογικό επίπεδο. Εθνικός Αγών, χωρίς μεσίτρια την Θεομάνα μας την Παναγία και βιωματική μίμηση του παραδείγματος των Αγίων και Μαρτύρων μας δεν πρόκειται να τελεσφορήσει, γιατί δεν συνάδει με το θέλημα του Υψίστου.