Γράφει ὁ Δημήτρης Καπρᾶνος.
Πῶς τά ἔχουμε καταφέρει, ἐμεῖς, τά «Μέσα Ἐνημερώσεως» καί ἔχουμε ἐντάξει στήν ὑπερβολή καί τήν διαστρέβλωση τήν ἑλληνική καθημερινότητα;
Ἀπό πότε ὁ χειμῶνας, τό χιόνι στίς βουνοκορφές καί στά ὀρεινά, οἱ βροχές καί τό κρύο κατά τούς χειμερινούς μῆνες εἶναι «ἔκτακτα καιρικά φαινόμενα»;
Ἀπό πότε ἡ πτώση τῆς θερμοκρασίας, οἱ χειμωνιάτικοι ἀέρηδες καί οἱ βοριᾶδες καί νοτιᾶδες ἀποτελοῦν ἐπιδείνωση καί ὄχι ἀποκατάσταση τῆς φυσικῆς ἰσορροπίας; Ἀντί, δηλαδή, νά κάνουμε τόν σταυρό μας πού μᾶς λυπήθηκε ἡ Φύση καί ἀποφάσισε νά ἐπαναφέρει (;) τήν τάξη καί νά μᾶς ὁδηγήσει –ἔστω μέ μεγάλη καθυστέρηση– στόν χειμῶνα, χαρακτηρίζουμε «ἐπιδείνωση τοῦ καιροῦ» τίς σχεδόν χαμηλές θερμοκρασίες καί τήν πούδρα τοῦ χιονιοῦ στήν κορυφή τῆς Πεντέλης;
Μήπως οἱ σοβαροί (ἐλπίζουμε ὅτι ὑπάρχουν ἀκόμη) ἐπιστήμονες πρέπει νά ποῦν κάτι στούς μετεωρολόγους-καρατερίστες, οἱ ὁποῖοι (μέ ἐλάχιστες ἐξαιρέσεις) τρομοκρατοῦν ἄνευ λόγου τόν κοσμάκη καί μιλοῦν γιά «ραγδαία ἐπιδείνωση τοῦ καιροῦ», ἐπειδή θά βρέξει ἤ θά χιονίσει Γενάρη μῆνα;
Ἀλλά μήπως κι αὐτή ἡ ὑστερία μέ τήν γρίππη καί τόν κορωνοϊό εἶναι κάπου ὑπερβολική; Βεβαίως πρέπει νά ἐμβολιασθεῖ ὁ κόσμος, βεβαίως τά ἐμβόλια εἶναι ἐκεῖνα πού ἔχουν σώσει τήν ἀνθρωπότητα ἀπό τίς ἀσθένειες, ἀλλά μήπως ἔχουμε δημιουργήσει στόν πολίτη τεράστια ἀνασφάλεια, καί μέ τό πού θά κρυολογήσει κάποιος –ὅπως κρυολογοῦμε ὅλοι κάθε χειμῶνα ἄν δέν προσέξουμε– τρέχει ἀμέσως στό Νοσοκομεῖο καί γεμίζουν οἱ ἐφημερίες;
Θά μοῦ πεῖτε «καί τί θέλεις; Νά μένει ὁ κόσμος ἀπληροφόρητος καί νά μήν τοῦ δίνουμε τίς ἀπαραίτητες ὁδηγίες;». Ὄχι, ἀσφαλῶς, ἀλλά νά φροντίσουμε νά ὑπάρχει τό ἀπαραίτητο «μέτρο». Δέν μπορεῖς, κύριε, νά βγαίνεις καί νά οὐρλιάζεις ὑπέρ τοῦ ἐμβολιασμοῦ καί νά ρίχνεις ἀπό κάτω μιά μουσική πού θυμίζει τήν ἐπέλαση τῶν Βαλκυριῶν ἤ τῆς Ἐλαφρᾶς Ταξιαρχίας!
Τώρα θά ἀντιδράσουν οἱ παραγωγοί τῶν δελτίων εἰδήσεων καί τῶν ἐνημερωτικῶν ἐκπομπῶν καί θά μᾶς θυμίσουν ὅτι ἡ ἠπιότητα «δέν πουλάει» καί ὅτι ἡ μουσική στά δελτία εἰδήσεων «δίνει ἔμφαση» καί ἀκόμη ὅτι «ἄν ὁ ρεπόρτερ δέν δίνει τόνο στήν ἐκφώνηση, ὁ τηλεθεατής θά γυρίσει τό κουμπί.»
Νά μέ συμπαθᾶτε, ἀλλά ὅλα ἐτοῦτα εἶναι κουραφέξαλα. Ἀπό ποῦ ὥς ποῦ εἶναι «ἐνημέρωση» νά βγάζεις στήν τηλεόραση φωνακλάδες καί ὑστερικούς, ὅταν μπορεῖς νά πάρεις τήν ἴδια ἤ καί καλύτερη ἐνημέρωση καί, κυρίως, πληροφόρηση, ἀπό ἐπιστήμονες οἱ ὁποῖοι δέν «παίζουν ρόλο», ἀλλά ἐπιτελοῦν τήν ὑψηλή τους ἀποστολή; Ποιός θυμᾶται τόν ἤπιο καί εὐγενῆ καθηγητή Τσιόδρα;
Οὔτε μία φορά δέν ὕψωσε τόνο φωνῆς. Ἔστειλαν ἔπειτα τούς «φωνακλάδες», πού κουνοῦσαν τό δάχτυλο. Ἐκείνη ἡ συμπεριφορά ἦταν πού δημιούργησε τό κῦμα τῶν ἀντιρρησιῶν, τό ὁποῖο ἔλαβε διαστάσεις μέ τά γνωστά, ἄσχημα, ἀποτελέσματα.
Μήπως θά πρέπει νά χαμηλώσουν, γενικώτερα, οἱ τόνοι, νά ἀλλάξει ἡ βίαιη αὐτή παρουσίαση τῶν δελτίων εἰδήσεων καί τῶν ἐκπομπῶν (ἰδίως ὁρισμένων –δῆθεν– ἀθλητικῶν), νά μειωθεῖ ἡ βία στά σήριαλ, νά περάσουν ἀπό κάποια σεμινάρια οἱ ρεπόρτερ μέ τά μικρόφωνα (νά μάθουν καί λίγη γραμματική ὁρισμένοι) μήπως καί ἀλλάξει ἡ συμπεριφορά καί ἡ ζωή μας;
Ἄρθρο στήν «ΕΣΤΙΑ», Σ. 13 Ἰανουαρίου 2024, φ. 42.751 σελ. 1,4 (αναδημ. στην ηλεκτρονική έκδοση 15/01/2024).