Μήπως ο αγρότης, επί τέλους, ξύπνησε;
Όπως και σε όλους τους τομείς της ζωής μας έτσι και στη γεωργία ζήσαμε μεταπολεμικά την ανατροπή. Ο αγρότης εγκατέλειψε το αλέτρι της προομηρικής εποχής και απέκτησε ισχυρό σύμμαχο το μηχάνημα. Εγκατέλειψε ακόμη την κοπριά και απέκτησε εξάρτηση από το χημικό λίπασμα. Είδε, μέσω αυτών των μεταβολών, τη σοδειά του να αυξάνει σημαντικά. Ένα μόνο δεν πρόσεξε: Το πόσο οι αλλαγές αυτές τον διέφθειραν, όπως διέφθειραν άλλες αλλαγές όλους μας! Το μηχάνημα ξύπνησε μέσα του τον λανθάνοντα υπό το ομαδικό πνεύμα της κοινότητας ατομικό εγωισμό. Χωρίς βοήθεια από τη συντεταγμένη Πολιτεία, την ελεγχόμενη από ανθρώπους της διαπλοκής, κατέστη θύμα των εμπόρων μηχανών. Έτσι η μηχανοποίηση της γεωργίας συντελέστηκε με κατασπατάληση των γλίσχρων οικονομικών πόρων εκ της αγροτικής οικονομίας προς αγορά αριθμού μηχανών κατά πολύ περισσοτέρων των αναγκαιούντων, αν φροντίζαμε το ομαδικό πνεύμα να διατηρηθεί και να ενισχυθεί. Οι ως χθες συνεργάτες στον καθημερινό μόχθο, μετατράπηκαν σε σκληρούς αντιπάλους υπό το κράτος του ανταγωνισμού προς επίδειξη ισχύος μέσω της ιπποδύναμης των γεωργικών μηχανημάτων. Τα μηχανήματα προκάλεσαν και άλλο σημαντικότερο κακό: Απομάκρυναν τον αγρότη από τη γη, τη γη που τόσο τον καταπονούσε και όμως τόσο εκείνος την αγαπούσε! Δεν έβλεπε πλέον από κοντά τα αυλάκια που άνοιγε το υνί, δεν αισθανόταν τη χαρά τη σποράς και πολύ περισσότερο δεν γευόταν τη χαρά της συγκομιδής. Τα μηχανήματα συνέλλεγαν και μετέφεραν τον καρπό στις αποθήκες. Και καθώς αποξενώθηκε από τη γη, έπαψε και να την αγαπά. Έτσι δεν νοιαζόταν, αν την έφθειρε με την υπερλίπανση, αφού μ’ αυτή αύξανε τη σοδειά. Ούτε πάλι νοιαζόταν για την ποιότητα, αφού η Πολιτεία, με την καθιέρωση του μέτρου της απόσυρσης, μόνο την ποσότητα μετρούσε. Και συντελούσε με το μέτρο αυτό στο να παρατείνει τον ύπνο του αγρότη που καμάρωνε για την πρόοδό του. Πρόσθετε Η Πολιτεία και δόση υπνωτικού, μέσω των επιδοτήσεων, ώστε να μην συνειδητοποιεί αυτός την τιμή που θα εξασφάλιζε το προϊόν του στη στημένη αγορά των κερδοσκόπων.
Με την πάροδο των ετών το κόστος παραγωγής αυξανόταν σημαντικά. Η γη κατακουρασμένη, από τη συνεχή καλλιέργεια, μείωνε συνεχώς την παραγωγή της. Η αγρανάπαυση των εποχών της φτώχιας είχε λησμονηθεί στην εποχή της απληστίας. Οι ποσότητες λιπασμάτων για διατήρηση της απόδοσης σταθερής αυξάνονταν διαρκώς και παράλληλα και όλα τα φάρμακα που καταπολεμούσαν τους εχθρούς της σοδειάς, με τους οποίους συνυπήρχε από την εμφάνισή του στη γη ο άνθρωπος. Το πνεύμα του δυτικού ανθρώπου όμως δεν ανέχεται εχθρούς! Σαν να μην έφθαναν αυτά, οι κερδοσκόποι συνειδητοποίησαν τα τεράστια κέρδη που θα αποκόμιζαν, αν καθιστούσαν τον αγρότη υποχείριό τους και για την κατ’ έτος προμήθεια σπόρων. Όταν το εξασφάλισαν αυτό, μέσω των γνωστών σπόρων υβριδίων φυτών, προχώρησαν και στην οργάνωση χρηματιστηρίου βασικών ειδών διατροφής και γενικής χρήσεως. Μέσω του ελέγχου των σπόρων και της τιμής των τροφίμων, οι κερδοσκόποι του δυτικού κόσμου αφάνισαν αγροτικές οικονομίες χωρών με μεγάλο πληθυσμό, όπως η Ινδία, και έφεραν αντιμέτωπους με το φάσμα της πείνας εκατομμύρια αγροτών.
Η προβολή της οικονομίας της αγοράς ως πανάκειας για τη λύση του συνόλου των οικονομικής φύσεως προβλημάτων, μάρανε με την πάροδο των ετών το συνεταιριστικό πνεύμα, το οποίο δέχθηκε καίρια πλήγματα από την κομματική παρέμβαση στις συνεταιριστικές οργανώσεις και τα σκάνδαλα που ακολούθησαν, καθώς το κοινοτικό πνεύμα υπέκυψε στο αναταγωνιστικό του ατομικού συμφέροντος, του οποίου την προβολή χρηματοδότησε η ίδια η Πολιτεία με τους φόρους των πολιτών και τη σιωπή μας, καθώς όλοι έχουμε αποδεχθεί το εκμαυλιστικό σύνθημα: “Και αν σου κάτσει;”! Φυσικά το Σύστημα δεν έχει πλαστεί για να εξασφαλίζει την κοινωνική δικαιοσύνη. Ούτε, πολύ περισσότερο, οι κερδοσκόποι υπακούουν στους ψευτονόμους της οικονομίας, οι οποίοι διδάσκονται στα Πανεπιστήμια. Αυτοί γνωρίζουν πολύ καλά ότι η μεγιστοποίηση των κερδών απορρέει από τη στυγνή εκμετάλλευση των συνανθρώπων τους. Και δεν είναι αφελείς, όπως υπήρξαν οι αγρότες, ώστε να ανταγωνίζονται, με αποτέλεσμα να υποχωρούν οι τιμές των αγαθών στην αγορά. Έτσι κατάφεραν και τον αγρότη (αλλά και τον κτηνοτρόφο) να οδηγήσουν στα όρια της αντοχής και τον καταναλωτή να εκμεταλλεύονται κατά τρόπο άκρως προκλητικό. Βέβαια η Πολιτεία, η οποία γνωρίζει πολύ καλά το άθλιο παιχνίδι της οικονομίας, είναι πλέον υποχείριο των κερδοσκόπων, αφού αυτοί την ελέγχουν με τη δύναμη του χρήματος!
Στα κακά, που προαναφέραμε, ήρθε να προστεθεί και το σημαντικό πρόβλημα εκ της λειψυδρίας, το οποίο ο ίδος ο άνθρωπος της απληστίας προκάλεσε με την υπερεκμετάλλευση του πλανήτη και την άφρονα συμπεριφορά του προς το φυσικό περιβάλλον. Δεν είναι υπερβολή να γράψουμε ότι το λιγοστό νερό θα εξενεμίσει στο προσεχές μέλλον το όποιο αίσθημα αλληλεγγύης διαθέτουν ακόμη σήμερα οι αγρότες.
Όλοι αναγνωρίζουμε ότι ο αγρότης έχει απόλυτο δίκαιο. Όλοι διαπιστώνουμε ότι καθημερινά γινόμαστε θύματα της αισχροκέρδειας των απλήστων του κεφαλαίου. Όμως με θλίψη παρακολουθούμε ότι ο εξεγερμένος αγρότης εξωθείται σε αντιπαράθεση προς το κοινωνικό σύνολο, το οποίο δεν έχει διάθεση να παραταχθεί μαζί του στον δίκαιο αγώνα του, αλλά επιθυμεί να μην ενοχλείται, όταν ταξιδεύει. Πολύ περισσότερο εξωθείται σε αντιπαράθεση με εργαζομένους άλλων κλάδων. Η απόγνωση δεν είναι καλός σύμβουλος στη διεκδίκηση του δικαίου. Ίσως τελικά ο αγώνας προδοθεί, με το να θεωρήσει μερίδα των αγροτών, ότι οι παροχές της κυβέρνησης κρίνονται ικανοποιητικές. Αλλά οι παροχές δεν συνιστούν λύση του διαρκώς ογκουμένου προβλήματος. Λύση συνιστά η ανατροπή της οικονομίας της απάτης. Μπορούμε όλοι μαζί, παραγωγοί και καταναλωτές, να στραφούμε προς αναζήτηση του χαμένου κοινοτικού πνεύματος; Μπορούμε να συμπήξουμε νέους συνεταιρισμούς και να προτιμούμε, κατά τις αγορές μας, τα προϊόντα αυτών; Μπορούμε να αρχίσουμε εκστρατεία για τη διαφύλαξη και αναπαραγωγή των παραδοσιακών σπόρων (όσων απόμειναν); Μπορούμε να στραφούμε προς τη γη και την ύπαιθρο, να τη γνωρίσουμε και να την αγαπήσουμε; Αν ναι, τότε υπάρχει ελπίδα. Αν, όχι, ας περιμένουμε τα χειρότερα. Σε άλλη εξέγερση των αγροτών στο μέλλον, ίσως η τότε κυβέρνηση να μη μπορέσει να ικανοποιήσει ούτε στο ελάχιστο τα αιτήματα των αγροτών.
Αλλά ας μην αποκάμουν οι αγρότες από τις δυσκολίες του σήμερα. Αλλοίμονο σε μας που ζούμε με τη βεβαιότητα της αφθονίας των πολυκαταστημάτων. Κάποτε θα αντιληφθούμε τη σημασία της πρωτογενούς παραγωγής.
“ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ”
.