{Το κείμενο αυτό αποφάσισα να το συντάξω μετά από διάφορα σχόλια, που γράφτηκαν ή και λέχτηκαν μετά από τα άρθρα «Η Δημοκρατία του 23,5% -Τα θεωρητικά αίτια και η Ελλαδική πραγματικότητα» [στο έντυπο Πολίτης τευχ. 525 και ηλεκτρονικά μέσα Αντίβαρο 4/1/2011 (www.antibaro.gr/node/2443 ), Ελεύθερη Ζώνη 23/12/2011 (www.elzoni.gr ), όπως και σε άλλα bloq’s που επαναδημοσιεύουν από τα εν λόγω ηλεκτρονικά ενημερωτικά μέσα] και «Οι εξολοθρευτές της νέας τάξης πραγμάτων» [στο έντυπο Πολίτης τευχ. 532 και ηλεκτρονικά μέσα Αντίβαρο 22/7/2011 (www.antibaro.gr/node/3239 ), Ελεύθερη Ζώνη 23/7/2011 (www.elzoni.gr ), όπως και σε άλλα bloq’s που επαναδημοσιεύουν από τα εν λόγω ηλεκτρονικά ενημερωτικά μέσα]. Οι σχολιαστές είχαν δίκαιο στο ερώτημα «… και ποια είναι η θέση σου;», αν και πολλές φορές έχω παραπέμψει τους αναγνώστες να μελετήσουν τους Πατέρες της Εκκλησίας μας, σήμερα αναλαμβάνω επ’ ονόματί τους να τελέσω την εν λόγω εργασία.}
Βασίλης Κυρατζόπουλος
Αθήνα 17/9/2011
Σεπτέμβριος, αρχές της Ινδίκτου και του σχολικού έτους 2011 – 2012. Η Ελλάδα δυσανασχετεί από τα αποτελέσματα εφαρμογής της αβάσιμης θεωρίας του κοινωνισμού της Βέρνης. Τα Ελληνόπουλα ξεκινούν χωρίς βιβλία σ’ ένα νέο αποξενωμένο εκπαιδευτικό σύστημα και αναζητούν λύσεις – απαντήσεις για το αβέβαιο μέλλον που τα προσφέρουμε.
Οι συμβουλές επίλυσης των σημερινών προβλημάτων, αλλά και οι προτροπές αντίδρασης έχουν καταγραφεί πολλούς αιώνες πριν. Όμως ένα «αόρατο χέρι» τις υπεξαίρεσε από την εκπαίδευση και δεν τις κατέχουν ούτε και οι σημερινοί διοικούντες της Ελλάδος. Αν και ο σοφός κυβερνήτης πρέπει να έχει ως πρώτο στόχο να μορφώσει τον λαό του [Σοφία Σειράχ 9,17], όμως αυτοί που δεν γνωρίζουν γραμματεία, απλώς νομίζουν από τα βλεπόμενά τους, αυτοί δε που την κατέχουν με πολύ τέχνη συλλέγουν το νου που βρίσκεται μέσα σ’ αυτή[1]…
Ο δε λαός πρέπει να φροντίσει να μην αφήσει στις επόμενες γενιές χρήματα που χάνονται, αλλά ευσέβεια που δεν δαπανάται και διαμένει[2]. Γνωρίζουμε από τους προγόνους μας, ότι παντού το ζητούμενο μέτρο δεν είναι η ύλη αλλά η διάνοια[3]. Όμως η Νέα Ελλάδα οικοδομήθηκε επάνω σε χρυσό και όχι στην ψυχή, που είναι πολυτιμότερη απ’ όλο το χρυσό[4] και παγιδεύτηκε σ’ αυτό. Αν στην εν λόγω παγίδα, πέσουν και άλλοι λαοί θα ανατραπούν τα πάντα στην οικουμένη. Δηλαδή στην κατοικία αμελούμε τα παιδιά, και ενώ φροντίζουμε για τα υλικά τους αποκτήματα, καταφρονούμε την ψυχή τους, και αυτό θα επιφέρει μεγάλη άνοια[5]. Πρωταρχικά η ανοησία θα κατακλείσει το χώρο μας και μετά την οικουμένη.
Ιστορική αναδρομή της άνοιας
Η νέα τάξη πραγμάτων της μεταναπολεόντειας εποχής εφαρμόζεται στον ελλαδικό χώρο το 1832. Στη «Νέα Ελλάδα» παρά να εφαρμοστεί η πολιτική που διατήρησε την κοινοτική μας δομή και την πίστη για πέντε αιώνες[6], εφαρμόστηκε μία σκληρή μοναρχία, με Βέλγο – Βαυαρό βασιλιά, που έναντι της λειτουργικής ρωμιοκοινοτικής μορφής κοινωνίας προέβαλε την ελληνιστική νοοτροπία, την οποία και δεν γνώριζε.
Στην εξουσία, το ζητούμενο δεν είναι η περηφάνια των προγόνων, αλλά η ενάρετος συμπεριφορά[7] και η εφαρμογή της έχει δύο όψεις, έργα και αξίωμα. Το αξίωμα της αρχής είναι η εξουσία και με το να την υπηρετούν πολλοί γίνεσαι άρχοντας. Τα έργα δε της αρχής είναι η βοήθεια στους αδικούμενους, και τα εμπόδια στους αδικούντες, η καθοδήγηση των πολλών, η επαγρύπνηση για την φροντίδα των κοινών, και άλλα χιλιάδες πράγματα[8]. Στον Ελλαδικό χώρο μεταφέρεται η αλαζονική συμπεριφορά έναντι της ενάρετης. Η επιβίωση του νέου Ελλαδικού κράτους σ’ όλο τον 19ο αιώνα στηρίχθηκε σε δάνεια, αφού το κράτος για 70 χρόνια παρουσιάζει ελλείμματα, ξεχνώντας ότι αυτός που δεν έχει ανάγκη «τα ξένα» αλλά αγαπά να είναι αυτάρκης, είναι πλουσιότερος όλων[9]. Δημιουργείται η νεοελληνική αστική τάξη, που στηρίζεται στα δανεικά και στην ελεημοσύνη του Ελληνισμού των Βαλκανίων, της Κριμαίας, της Ανατολίας και της Μέσης Ανατολής. Οι ευσεβείς της Καθ’ Ημάς Ανατολής «βοήθησαν κρυφά»[10] στην ανάσταση με τις αρχές που είχαν γαλουχηθεί.
Οι δέκτες της ελεημοσύνης παρά ως αγωνιζόμενοι να ήταν εγκρατείς[11], ο πλούτος που δέχθηκαν έγινε υπηρέτης ακολασίας[12]. Από την άλλη όταν ο νους καταστρέφεται από τους πολλούς πόθους της εξουσίας (του θρόνου της βασιλείας), υποκύπτει και φοβάται τις επαναστάσεις του πόθου[13]. Έτσι στην Ελλάδα τέλη του 19ου και αρχές του 20ου αιώνα ζούμε επαναλαμβανόμενες επαναστάσεις, που έβλαψαν περισσότερο τους ευεργέτες παρά τους αντιμαχόμενους της εξουσίας. Αντίθετα της ιεράς συμβουλής η ελεημοσύνη μετατρέπεται σε θυσίες [Ωσηέ 6,6]. Η αλαζονεία του μητροπολιτικού λαού φέρει και την καταστροφή [Αμώς 6,8]. Η μητέρα όλων των κακών η κενοδοξία και αλαζονεία[14], δεν αργεί να καταστρέψει την Ανατολία και την Κριμαία. Όμως στην Αθήνα οι διοικούντες ασχολούνταν περισσότερο για τις θέσεις τους (προσωπική τους απόλαυση) αντί να παρηγορήσουν τους πολλούς[15], εγκαταλείποντας το μεγαλύτερο μέρος των προσφύγων άστεγους και στο έλεος των τοπικών[16]. Όμως υιοθετώντας την κρίση περί πλουσίου και πτωχού, από την διάθεση της γνώμης και όχι από τον όγκο της περιουσίας τους[17], οι Έλληνες πρόσφυγες με αγάπη στην πατρίδα κατόρθωσαν στην περίοδο οικονομικής κρίσης, που μάστιζε την οικουμένη να κρατήσουν την Ελλάδα αλώβητη και η πατρίδα για πρώτη φορά από την ίδρυσή της να έχει θετικούς δείκτες. Διότι πλούσιος δεν είναι αυτός που περιβάλλεται από πολλά πλούτη, αλλά αυτός που δεν επιδιώκει πολλά. Πτωχός δε δεν είναι αυτός που δεν έχει τίποτα αλλά αυτός που επιθυμεί πολλά [18] και οι από καθ’ ημάς Ανατολή ερχόμενοι θαυμάζουν τους πτωχούς όσο είναι ευσεβείς, και αποδοκιμάζουν τους πλούσιους όταν καταφρονούν την αρετή[19].
Περίοδος Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και Εμφυλίου
Ο πλεονέκτης δεν σέβεται τον χρόνο, δεν γνωρίζει όρια, δεν συγχωρεί ακολουθία διαδοχής, αλλά μιμείται την βία της φωτιάς, παίρνει τα πάντα, κατατρώγει τα πάντα[20]. Η κακή μοιρασιά του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου προκαλεί και τον δεύτερο. Πάλι ο πλούτος, θα είναι αιτία πολέμου, για τον οποίο κατασκευάζονται όπλα, ακονίζονται ξίφη. Γι’ αυτόν συγγενείς αγνοούν την συγγένεια, αδελφός βλέπει με φθόνο τον αδελφό. Για τον πλούτο οι ερημιές φιλοξενούν φονιάδες, η θάλασσα πειρατές και οι πόλεις συκοφάντες[21]. Τα θηρία ξεχύνονται στην οικουμένη και αναζητούν θηράματα [22]. Όμως η Ελλάδα ζει την μεγαλύτερη οδύνη από οτιδήποτε άλλο κακό (Ιωαν. Χρυσ. Λόγοι περί ελεημοσύνης, 283,α). Τον εμφύλιο!
Μέσα της δεκαετίας του 1950 η Ελλάδα ως χώρα έχει την μεγαλύτερη ποσοστιαία καταστροφή από όλες τις συμμαχικές χώρες. Δεν αποζημιώνεται για τίποτα. Ο Ελληνισμός της Κωνσταντινούπολης και της Αιγύπτου δέχεται άγριες διώξεις, η Παλαιστίνη φλέγεται. Όμως τον οκνηρό ο πλούτος δεν ωφελεί, τον προσεκτικό δε ούτε η πτώχεια δύναται να τον βλάψει[23], ο Ελληνικός λαός ξεκινά την ανοικοδόμηση της χώρας, πόλη – πόλη, χωριό – χωριό, οικισμό – οικισμό. Έτσι μέχρι αρχές του 1960 πραγματώνονται όσα έλπιζε με έλεγχο αυτών που δεν βλέπει. Με την πίστη νοήθηκαν και καταρτίστηκαν οι αιώνες, με θέληση Θεού, και έγιναν τα «φαινομενικά αόρατα», ορατά[24]. Ανοικοδομείται η χώρα, ανακουφίζονται οι πόνοι χωρίς να στερηθούν άλλοι λαοί. Οι Έλληνες, όπου και αν βρέθηκαν, δούλεψαν επί τη βάσει της ισότητας, το εφήμερο περίσσευμα διατέθηκε για το υστέρημα της χώρας, ώστε το περίσσευμα της χώρας να διατεθεί κάποια μέρα για το υστέρημα των Ελλήνων και έτσι θα υπήρχε ισότης, καθώς είναι γραμμένο. Εκείνος που μάζεψε πολύ δεν είχε πλεόνασμα, και εκείνος που μάζεψε λίγο δεν είχε υστέρημα[25].
Οι Έλληνες αντεπεξήλθαν σ’ όλα τα δεινά με έργα που πήγαζαν από την βαθιά τους πίστη[26] και την είχαν αποκτήσει από την Ανατολική Εκκλησία (η οποία προτρέπει και συμβουλεύει, αλλά δεν νομοθετεί). Διότι αυτός που προτρέπει και συμβουλεύει αφήνει ελεύθερο αυτόν που απευθύνεται να ακολουθήσει τις συμβουλές, ενώ ο νομοθέτης αποκλείει αυτή την εξουσία σ’ αυτούς που απευθύνεται. Η Εκκλησία δεν νομοθετεί, αλλά μόνο προτρέπει[27]). Όμως με μεγάλη τους έκπληξη άκουσαν από την ηγεσία ότι πρέπει να «ανήκουν στην Δύση». Δυστυχώς όταν η αμαρτία είναι συμβεβλημένη με την ταπεινοφροσύνη, τρέχει με μεγαλύτερη ευκολία, προλαβαίνει και ξεπερνά την αλαζονική δικαιοσύνη[28], και όταν η πλεονεξία συναντά και την πονηριά, είναι σαν μία πηγή που καταλήγει σ’ ορμητικά νερά. Οι βλάβες που θα προκληθούν είναι ανεπανόρθωτες. Ο πονηρός πλεονέκτης αποκτά δύναμη από αυτούς που αδίκησε, οι οποίοι επ’ ονόματί του καταπιέζουν τους αδύνατους.
Από τη Ελλαδική ηγεσία ακολουθείται νέος άδικος δρόμος, στον οποίο η ανθρώπινη υπόσταση μετριέται με ύλη. Ένα σύστημα που περιμένει λιμό και πόλεμο για να αποκτήσει χρυσό, που καπηλεύεται από τις ανθρώπινες συμφορές, που είναι οργή Θεού, για να αποκτήσει χρηματική περιουσία[29]. Μία κοινωνία, όπου για πολλούς η δαπάνη του πλούτου δεν μελετάται για ρούχα και τροφή, αλλά για άχρηστα πράγματα που θεωρούνται σπουδαία από μεθόδους που έχουν επινοηθεί από τον διάβολο. Έτσι ο πλούτος ποτέ δεν είναι αρκετός για να αναλωθούν όλα τα επινοημένα[30], με υπερβολική απόλαυση, που συνήθως οδηγεί στο να ξεχνάς[31]. Σύστημα που πολλές φορές αντιφάσκει με τις ίδιες του τις αρχές, δηλαδή εάν περισσέψει, ο πλούτος, που έχει διαμοιραστεί σε πολλά μέρη φυλάσσεται σε απόρρητα μέρη ή ωθείται στην γη (δηλαδή κρύβεται). Διότι το μέλλον μας είναι άγνωστο και μπορούν να μας βρουν απρόβλεπτα. Ναι μεν είναι άγνωστο το μέλλον του «κατωρωρυγμένου χρυσού», όμως είναι γνωστή η ζημία των απάνθρωπων πράξεων[32].
Ο νέος, άγνωστος τρόπος ζωής δημιουργεί κοινωνικές αναταραχές. Προς «επίλυση όλων των προβλημάτων» καταλαμβάνουν την εξουσία άτομα που διαθέτουν γνώμη χωρίς την απαιτούμενη γνώση, που είναι και ο ορισμός του ολοκληρωτισμού. Η αγαθή πράξη απομάκρυνσης ξένων κυβερνητών από την χώρα υλοποιείται από ολοκληρωτικό καθεστώς, που επιφέρει επιπλέον συμφορά στον ελληνισμό με κατοχή τμήματος του τελευταίου ελληνικού προπυργίου της Ανατολικής Μεσογείου. Έτσι τους ολοκληρωτικούς τους απομακρύνουν οι κοινωνιστές, με δικά τους προσωπολατρικά «πιστεύω». Ο Ελληνικός λαός σε τριάντα πέντε χρόνια γνωρίζει και βιώνει όλα τα πολιτεύματα της οικουμένης. Κάθε πολίτευμα εφαρμόζει το δικό του εκπαιδευτικό και διοικητικό σύστημα, με αποτέλεσμα την διάλυση του ποιμνίου. Με την άλωση μερίδας των πιστών, εμφανίζονται καταστάσεις όπως αναφέρονται στην δεύτερη επιστολή του Απ. Παύλου προς Τιμόθεο (Προς Τιμ. 3, 1 – 9) και στο κατά Ματθαίον (Ματθ. 24, 6 – 8). Διότι πρέπει να γνωρίζουμε ότι «σ’ έσχατες ημέρες ενστήσονται καιροί χαλεποί».
Το μαρτύριο του 21ου αιώνα
Η δεκαετία του 1980, είναι η πρώτη δεκαετία που ο Ελληνικός λαός εκφράζεται ελεύθερα μέσω των αιρετών αντιπροσώπων του. Το κριτήριο επιλογής αντιπροσώπων γίνεται βάσει φυσιογνωμίας, αλλά όχι από την διάθεση, από την όψη αλλά όχι από την γνώμη που έχουν, αμελώντας τον τρόπο ζωής των[33]. Είναι οι δεκαετίες που σημειώνεται η ταχεία αύξηση των μισθών, του χρηματιστηρίου και το κρατικοδίαιτου επιχειρείν. Αρχίζει να επικρατεί η σκέψη: «Καλά μεν τα λόγια , αλλά καλύτερος ο χρυσός», που σκέπτονται οι ακόλαστοι μη εγκρατείς. Διότι εκείνοι που εξυβρίζουν την εταίρα, φλέγονται από την σκέψη της επιθυμίας[34] γνωρίζοντας ότι όταν πέσουν τα προσωπεία, καθένας θα κρίνεται από τα έργα του, όχι ο καθένας και ο πλούτος του, όχι ο καθένας και η εξουσία του, όχι ο καθένας και η τιμή του, όχι ο καθένας με την δυναστεία του[35]. Αρχίζουν σε πολλούς τα χρήματα να είναι συνδεδεμένα σαν μέλη του σώματός τους [36].
Πολίτες και κράτος αρχίζουν να ζουν με δανεικά αψηφώντας ότι οι άνθρωποι όταν βρουν τους οφειλέτες τους, χαίρονται σαν να έχουν βρει θήραμα και κάνουν τα πάντα για να πάρουν τα απαιτούμενα[37] και οι μη προσέχοντες οδηγούνται σε κάθε κακό, όχι από πτώχεια αλλά από άνοια, όχι από ασθένεια αλλά από καταφρόνηση, όχι από επανερχόμενους κινδύνους, αλλά από έλλειψη ευλάβειας[38].
Σήματα κακής πορείας έρχονται από το χρηματιστηριακό σκάνδαλο της πρωτεύουσας. Η περιορισμένη αντίδραση φέρει και την μεταολυμπιακή κρατική κατάρρευση. Οι νομοθέτες χάνουν την εμπιστοσύνη από τους εκλέκτορές τους διότι ξέρουμε ότι ο νόμος είναι καλός, εάν νομίμως χρησιμοποιείται και είναι γνωστό ότι δεν προορίζεται για τους καλούς, αλλά για τους άνομους και ανυπότακτους[39].
Να μην έχετε συνειδησιακό πρόβλημα ως οι μόνοι βλάσφημοι, διότι η απληστία της Δύσης, μόνο στα τελευταία δύο χρόνια, δύο φορές δολοφόνησε τμήμα της φύσης. Στον κόλπο του Μεξικού, όπου για να μη χαθούν αργύρια, επέτρεψαν επί 86 ολόκληρες ημέρες να χύνονται στην θάλασσα καθημερινά 60.000 βαρέλια αργού πετρελαίου, όπου για 20 χρόνια θα δολοφονεί ζωντανούς οργανισμούς του κόλπου. Και στην Ανατολική Ιαπωνία, όπου δεν εμποδίστηκε η απελευθέρωση ραδιενεργού υλικού στην θάλασσα και θα δολοφονεί για 200 χρόνια.
Όλη η προαναφερόμενη αναδρομή δεν έγινε για να μεμψιμοιρούμε αλλά για να βρούμε προτάσεις διεξόδου από την επικείμενη κρίση. Διότι, εάν οι Ευαγγελιστές, οι Απόστολοι και οι Άγιοι Πατέρες έχουν προστατέψει την Ρωμιοσύνη εδώ και πολλούς αιώνες, πρέπει να γνωρίζουν και την διέξοδο από τα σημερινά μας προβλήματα. Για να δούμε τι μας προτείνουν:
Προτάσεις διεξόδου
Αρχική θέση:
•
Δεν υπάρχει δίκαιος, που να μην έχει αμαρτία και δεν υπάρχει αμαρτωλός που να μην έχει αγαθό[40].
•
Καλός δεν γίνεσαι από κολασμό, ούτε με απειλή και τιμωρία, αλλά από ιερή και γονεϊκή αγάπη προς τον Θεό [41]. Διότι «ο Θεός αγάπη εστίν» και κανείς δεν οφείλει τίποτα, εκτός του να αγαπά ο ένας τον άλλον, διότι όποιος αγαπά τον άλλον έχει εκπληρώσει τον νόμο[42].
•
Εάν νομίζει κάποιος ότι είναι «κάτι», ενώ δεν είναι τίποτα, αυτός απατά τον εαυτόν του. Ο καθένας εξετάζεται από το έργο του, και τότε το καύχημα θα αφορά μόνο τον εαυτόν του και όχι τη σύγκριση με έργο άλλου[43].
•
Η ελεημοσύνη δεν περιορίζεται στην υλική βοήθεια των πτωχών, ελεημοσύνη είναι και η προστασία των αδικούμενων και η παρηγοριά αυτών που πονούν.
•
Απ’ αρχής η ζωή δεν έγινε για το φαγητό, αλλά το φαγητό για την ζωή [44]
Έχοντας υπ’ όψιν τις προαναφερόμενες αρχικές θέσεις ας μελετήσουμε και άλλα προς συλλογισμό και συμπεριφορά:
•
Όποιος δεν θέλει να εργασθεί, δεν πρέπει να τρώγει, και μερικοί ατακτούν προσποιούμενοι την εργασία, χωρίς να εργάζονται[45].
•
Να σπέρνετε δικαιοσύνη, ώστε να θερίσετε καρπούς ανάλογους της αγάπη σας[46].
•
Επιτάσσεται η εργασία, όμως κανένας δεν μισθώνει τους δυστυχισμένους, ούτε σ’ εργασία τους καλούν, αντί των εργοδοτών ας φέρουμε ως βοήθεια τα χέρια των ελεημόνων[47].
•
Για τον τρόπο συγκέντρωσης ελεημοσύνης: Κάθε Κυριακή ο καθένας από σας ας βάζει κάτι κατά μέρος, ανάλογα με τα έσοδά του, δια να μη γίνονται έρανοι όταν έλθω. Όταν φθάσω, εκείνους που θα εγκρίνετε, αυτούς θα στείλω με επιστολές για να φέρουν το δώρον σας εις Ιερουσαλήμ [48](δηλαδή σ’ αυτούς που έχουν ανάγκη).
•
(Η ελεημοσύνη ονομάζεται σπόρος, διότι η πράξη αυτή δεν είναι δαπάνη αλλά πρόσοδος.). Αυτός που σπέρνει φειδωλά, φειδωλά θα θερίσει, αυτός που σπέρνει με αφθονία, με αφθονία θα θερίσει. Καθένας ας δίνει ότι επιθυμεί από την καρδιά του και όχι από λύπη και αναγκαστικά, διότι ο Θεός αγαπά τον χαρωπό δωρητή[49].
•
Δεν ζητώ αξίωμα αλλά αρετή, ούτε κυριαρχία, ούτε δουλεία αλλά ψυχή, δεν περιφρονώ πράξεις του συνανθρώπου, ότι και αν είναι, είναι άνθρωπος[50].
•
(Ψαλμοί 61 (62),11) Στη βία μην εμπιστεύεστε, μάταια μην ελπίζετε στην αρπαγή. Κι’ ο πλούτος αν πληθαίνει μη προσηλώνεστε σ’ αυτόν.
•
Να είσαι μεγαλόψυχος, και οι μικροί και οι μεγάλοι τοίχοι εκπληρώνουν την ίδια χρήση[51].
•
Σκέψου λογικά το παρόν και το μέλλον μη το παραδίδεις για την αισχροκέρδεια[52].
•
(Εκκλησ. 5,12) Υπάρχει ένα μεγάλο κακό που πρόσεξα: Είναι ο πλούτος που φυλάσσεται από τον κάτοχό του, για να του φέρει δυστυχία. (Μ. Βασιλείου, Ομιλία περί πλεονεξίας) Αυτά που φυλάς στις αποθήκες σου είναι αγαθά που στέρησες από τον συνάνθρωπό σου.
•
Είσαι πλούσιος; χαίρομαι και ευφραίνομαι αλλά εκείνος ακόμη είναι πτωχός. Δια του πλούτου σου, να μην παραμείνει στην πτώχεια[53].
•
Όσο λοιπόν πλεονάζεις στον πλούτο τόσο θα σου λείπει η αγάπη. Εάν αγαπούσες τον πλησίον σου, από παλαιά θα μελετούσες την αλλοτρίωση των χρημάτων σου[54].
•
Από τα νιάτα σου τήρησες την εντολή της αγάπης και έδωκες εις τον καθένα τόσα, όσα και εις τον εαυτόν σου; τότε από πού προέρχεται αυτή η χρηματική περιουσία; Είναι φανερό λοιπόν πως στέκεσαι μακριά από την εντολή και ψευδώς ομολόγησες εις τον εαυτόν σου ότι έχεις αγαπήσει τον πλησίον σου ωσάν τον εαυτόν σου[55].
•
Εσείς, εάν θέλετε να διαμοιραστείτε την σωτηρία ο ένας του άλλου, ο καθένας να αναλάβεί έναν από τους παραμελημένους αδελφούς, πολύ γρήγορα θα αυξηθεί η οικοδομή μας[56].
•
Η αξία της παρθενίας δεν είναι να απέχεις από το γάμο, αλλά να είσαι και φιλάνθρωπος, και φιλάδελφος, και ευσπλαχνικός. Τι το όφελος της παρθενίας συνοδεία με ωμότητες; τι το κέρδος της σωφροσύνης συνοδεία με απανθρωπιά; Δεν σ’ άλωσε η επιθυμία των σωμάτων αλλά η επιθυμία για τα χρήματα[57].
•
Η ταπεινοφροσύνη είναι το θεμέλιο της χριστιανικής διδασκαλίας, που επάνω της έχουν οικοδομηθεί αναρίθμητα αγαθά[58]. Εάν γνώριζαν ότι στον παρόντα βίο, δεν υπάρχει κανένα αγαθό, αλλά μόνο η αρετή…, στον παρόντα βίο δεν υπάρχει κανένα κακό, αλλά μόνο η κακία, πονηριά και η διαστροφή της ψυχής [59].
Θα παραθέσω και μερικές άλλες συμβουλές του Μ. Βασιλείου, που εάν εκφράζονταν δημόσια, σε κάποιες από τις προαναφερόμενες περιόδους, ο ομιλών τουλάχιστον θα φυλακίζονταν από το κατεστημένο. Ας τις μελετήσουμε και αυτές:
•
Η θεραπεία της ανέχειας των πτωχών κατορθώνεται με δαπάνες, δηλαδή ο καθένας δέχεται ολίγα για την ικανοποίηση των αναγκών του, όλοι δε μαζί μοιράζονται τα υπάρχοντα που ξοδεύονται για όλους. Ώστε αυτός που αγαπά τον πλησίον ωσάν τον εαυτόν του δεν αποκτά περισσότερα του πλησίον του[60].
•
Κανείς δεν λυπάται να πουλά τα υπάρχοντά του για να τα αντικαταστήσει με τα απολύτως απαραίτητα, αλλά όσο ελαττώνεις την τιμή στα πολυτιμότερα πράγματα, τόσο περισσότερο θα χαίρεσαι για την λαμπρή συναλλαγή που έγινε[61].
•
Και πώς θα ζήσουμε εάν εγκαταλείψουμε τα πάντα που αποκτήσαμε; Τι είδους ζωή θα σχηματιστεί εάν όλοι θα πουλήσουν όλα που απέκτησαν;[62]
•
Μιμήσου την γη, καρποφόρησε όπως εκείνη, μην φανείς χειρότερος του άψυχου. Διότι εκείνη δεν τρέφει τους καρπούς για την απόλαυσή της, αλλά για να υπηρετήσει εσένα θρέφοντάς σε[63].
•
Εξαφάνισε την ομολογία των βαρύτατων τόκων, για να γεννήσει η γη τα συνηθισμένα [64].
•
Όταν ως προς την φύση τα άγονα (όπως χαλκός και χρυσός) γεννούν, τότε αυτό που γεννά κατά φύση γίνεται στείρο, και τιμωρούνται σε ακαρπία αυτοί που κατοικούν πάνω σ’ αυτά[65]. Φοβερή μανία, όσο ο χρυσός είναι μετάλλευμα το ψάχνεις στη γη και όταν βρίσκεται, πάλι στη γη να εξαφανίζεται. Έπειτα νομίζω σου συμβαίνει παραχώνοντας τον πλούτο παραχώνεις και την καρδιά σου (κοίτα Ματθ. 6,21)[66].
Επίλογος
Σε πολλούς αναγνώστες οι προτάσεις αλλά και η ιστορική αναδρομή, όπως εξετάστηκαν στο παρόν, θα φανούν πρωτόγνωρα. Όμως είναι τμήμα της Ορθόδοξης Πίστης. Τμήμα της ταυτότητάς μας. Τμήμα του «είναι» μας. Είναι;
βκ
Πηγές κειμένου:
Υπό Βασιλείου Ψευτόγκα, Μ. Βασιλείου Έργα, εκδόσεις «Γρηγόρης Παλαμάς» Θεσσαλονίκη 1973.
Υπό Αθανασίου Θ. Νίκα & Παναγιώτου Ι. Νίκα, Άπαντα των Αγίων Πατέρων Ιωάννου Χρυσοστόμου Έργα, Ελληνικός Εκδοτικός Οργανισμός, Αθήνα 1973.
Η Καινή Διαθήκη, Ιερά Μητρόπολις Αττικής και Μεγαρίδος Κηφισιά.
Η Παλαιά Διαθήκη, Ελληνική Βιβλική Εταιρεία, Αθήνα 2003.
Σημειώσεις:
Επειδή τα έργα των Πατέρων της Εκκλησίας μας, συνεχίζονται να εξερευνούνται και πολλά εξ αυτών άργησαν να εκδοθούν (μέχρι και τον 20 αιώνα), οι μεταφράσεις που υπήρχαν για τον Μ. Βασίλειο και Ιωάννη Χρυσόστομο στις προαναφερόμενες πηγές, κατά την γνώμη μου, δεν απεικόνιζαν το ακριβές κείμενο της αρχαίας ελληνικής. Για αυτό τον λόγο σε μερικά σημεία δεν ακολούθησα την δοθείσα μετάφραση των συντελεστών της. Για να μην υπάρξει παρεξήγηση παραθέτω και τα αρχαία κείμενα στους αναγνώστες. Για τεχνικούς λόγους τα αρχαία κείμενα εμφανίζονται μονοτονικά.
[1] (Ιωαν. Χρυς. εις το Λάζαρον, 766,β) Οι μεν ούκ ειδότες γράμματα απλώς είναι νομίζουσι τα βλεπόμενα, οι δε επιστάμενοι μετά πολλής τέχνης τον εναποκείμενον νούν αναλέγονται.
[2] (Ιωαν. Χρυς. Ομιλίες περί Χήρα – Ανατροφή – Ελεημοσύνη, 319,ε) Σπουδάζωμεν μη χρήματα αυτοίς καταλιπάνειεν τα απολλύμενα, αλλά ευσέβειαν την μένουσαν και μη δαπανωμένην.
[3] (Ιωαν. Χρυς. Ομιλίες περί Χήρα – Ανατροφή – Ελεημοσύνη, 317,α) Ούτω πανταχού ού μέτρα ουσίας αλλά μέτρα διανοίας ζητείται.
[4] (Ιωαν. Χρυς. εις το Λάζαρον, 724,δ) Χρυσού παντός τιμιωτέραν ένδον είχε την ψυχή.
[5] (Ιωαν. Χρυς. Ομιλίες περί Χήρα – Ανατροφή – Ελεημοσύνη, 317,α) Τούτο εστίν, ό την οικουμένην ανατρέπει πάσαν, ότι των οικείων αμελούμεν παίδων, και των μεν κτημάτων αυτών επιμελούμεθα, της δε ψυχής αυτών καταφρονούμεν, εσχάτης ανοίας πράγμα υπομένοντες.
[6] Το οποίο συνοψίζεται: «Σ’ εμένα ανήκει η εκδίκησης, εγώ θ’ ανταποδώσω, λέγει ο Κύριος. Διότι εάν πεινά ο εχθρός σου, δώστου ψωμί, εάν διψά, πότισέ του. Να μην ηττηθείς από το κακό, αλλά να νικάς το κακό δια του καλού» (Προς Ρωμ. 12, 19 –21) Εμοί εκδίκησις, εγώ ανταποδώσω λέγει ο Κύριος. Εάν ούν πεινά ο εχθρός σου, ψώμιζε αυτόν, εάν διψά, πότιζε αυτόν… μη νικώ υπό του κακού, αλλά νίκα εν τω αγαθώ το κακόν.
[7] (Ιωαν. Χρυς. Εις το Λάζαρον, 782,γ) Ού γαρ προγόνων περιφάνεια αλλά τρόπος αρετής ζητείται.
[8] (Ιωαν. Χρυς. Ομιλίες περί Χήρα – Ανατροφή – Ελεημοσύνη, 314,δ-ε) Αρχή διπλούν τι πράγμα εστίν, έχει γαρ και έργα και αξίωμα. Αξίωμα μεν αρχής η εξουσία, και η παρά των πολλών θεραπεία, και αυτό το είναι άρχοντα. Έργα δε αρχής το βοηθείν τοίς αδικουμένοις, κωλύειν τους αδικούντας, προεστάναι των πόλεων, διανυκτερεύειν εν τοίς κοιναίς των πραγμάτων φροντίσι, και μυρία έτερα.
[9] (Ιωαν. Χρυς. Εις το Λάζαρον, 727,δ) Ο γαρ μη δεόμενος των άλλοτρίων, αλλ εν αυταρκεία αγαπών είναι, πάντων εστίν ευπορώτερος.
[10] (Ματθ. 6, 1 – 4) … σού δε ποιούντος ελεημοσύνην μη γνωστώ η αριστερά σου ποιεί η δεξιά σου, όπως ή σου η ελεημοσύνη εν τω κρυπτώ…
[11] (Προς Κοριν.Α’ 9,25) Πας αγωνιζόμενος πάντα εγκρατεύεται.
[12] (Μ. Βασιλείου, Ομιλία προς τους πλουσίους) Πολλοίς γαρ ο πλούτος υπηρέτης ακολασίας εγένετο.
[13] (Ιωαν. Χρυς. Ομιλ. Ρήση «εάν πεινά ο εχθρός…», 162, δ-ε) Όταν ο νούς μετά πολλής τυραννίδος ο από θρόνο της βασιλείας υπο των παθών καταστρέφηται, και υποκύπτη και τρέμη της επαναστάσεις αυτών.
[14] (Ιωαν. Χρυς. Ομιλίες στην Κων/πολη, 301,α) Μητέρα των κακών πάντων κενοδοξίαν και απόνοιαν.
[15] (Μ. Βασιλείου, Ομιλία προς τους πλουσίους) Την οικείαν απόλαυσιν προτιμότερον της των πολλών παραμυθίας ποιούμενος.
[16] Το χειρότερο είδος της πλεονεξίας είναι το να μη δίνει κανείς εις τους ενδεείς ούτε αυτών που φθείρονται [Μ. Βασιλείου, Ομιλία περί πλεονεξίας] Πλεονεξίας είδος το χαλεπώτερον μηδέ των φθειρομένων μεταδιδόναι τοις ενδεέσι.
[17] (Ιωαν. Χρυς. Εις το Λάζαρον, 727,δ) Τη γαρ διαθέσει της γνώμης, ού τώ μέτρω της ουσίας, τας πενίας και ευπορίας κρίνειν ειώθαμεν.
[18] (Ιωαν. Χρυς. Εις το Λάζαρων, 724,δ) Πλούσιος εστίν εκείνος ο πολλά περιβεβλημένος, αλλ ό μη πολλών δεόμενος. Πένης εστίν εκείνος ο μηδέν κεκτημένος, αλλ ό πολλών εφιέμενος.
[19] (Ιωαν. Χρυς. Λόγοι περί ελεημοσύνης) Παιδεύων τους ακούντας και τους εν πενία θαυμάζειν όταν ευσεβείς ώσι, και εν πλούτο διαπτύειν, όταν αρετής καταφρονώσιν.
[20] (Μ. Βασιλείου, Ομιλία προς τους πλουσίους) Ο δε πλεονέκτης ούκ αιδείται χρόνον, ου γνωρίζει όρον, ου συγχωρεί ακολουθία διαδιχής, αλλά μιμείται του πυρός την βίαν, πάντα επιλαμβάνει, πάντα επινέμεται.
[21] (Μ. Βασιλείου, Ομιλία προς τους πλουσίους) Εώς πότε πλούτος, η του πολέμου υποθέσις, δι’ όν χαλκεύεται όπλα, δι’ όν ακονάται ξίφη; Δια τούτον συγγενής αγνοούσι την φύσην, αδελφοί κατ’ αλλήλων φονικόν βλέπουσι, δια τον πλούτων αι ερημίαι τους φονεύοντας τρέφουσιν, η θάλασσα τους καταποντιστάς, αι πόλεις τους συκοφάντας.
[22] Όπου πλούτο και κλοπή, βλέπω λύκο, όπου πλούτο και θηριωδία βλέπω λεωντάρι αλλά όχι άνθρωπο. (Ιωαν. Χρυς. Εις το Λάζαρον, 778,β) Όπου γαρ πλούτος και αρπαγαί, λύκος ο βλεπόμενος, όπου πλούτο και θυριωδία λέοντα ορώ και ούκ άνθρωπον.
[23] (Ιωαν. Χρυς. Εις το Λάζαρον, 747,γ) Τον με ραθυμούντα ουδέ ο πλούτος ονίνησι, τον προσέχοντα δε ούδε η πενία καταβλάψει δύναται.
[24] (Προς Εβραίους 11, 1-3) Εστί δε πίστις ελπιζομένων υπόστασις, πραγμάτων έλεγχος ου βλεπομένων. Πίστει νοούμεν κατηρτίσθαι τους αιώνας ρήματι Θεού, εις το μη εκ φαινομένων τα βλεπόμενα γεγονέναι.
[25] (Προς Κοριν. Β’ 8, 13 – 15) Ου καθό ουκ έχει ου γαρ ίνα άλλοις άνεσις, υμίν δε θλιψις, αλλ’ εξ ισότητος εν τω νύν καιρώ το υμών περίσσευμα εις το εκείνον υστέρημα, ίνα και το εκείνων περίσσευμα γένηται εις το υμών υστέρημα, όπως γένηται ισότης, καθώς γέγραπται ο το πολύ ούκ επλεόνασε, και ο το ολίγον ούκ ηλαττόνησε.
[26] (Προς Ιακώβου 2,210 Η πίστις χωρίς των έργων νεκρά εστίν.
[27] (Ιωαν. Χρυσ. Ομιλίες Χήρα – Ανατροφή – Ελεημοσύνη, 315,β) Έτερον εστίν παραννείν και συμβουλεύειν, έτερον νομοθετείν. Ο μεν γαρ παραίνων και συμβουλεύων, κύριον αφίησι τον ακούντα της των συμβουλευμένων αιρέσεως είναι, οδε νομοθετών, ταύτην παραιτείται την εξουσίαν αυτών. Αλλά η Εκκλησία ου νόμοθετεί ταυτα, αλλά παραινεί μόνον
[28] (Ιωαν. Χρυσ. Ομιλίες στην Κων/πολη, 301,δ] Όταν γαρ αμαρτία συμβεβλημένη ή την ταπεινοφροσύνη, ούτω τρέχει μετ’ ευκολίας, ως δικαιοσύνην μετ’ απονοίας ουσάν υπερβήναι και προλαβείν.
[29] (Μ. Βασιλείου, Ομιλία περί πλεονεξίας) Μη λιμόν εκδέχου δια χρυσού, μη κοινήν ένδειαν, δι’ ευπορίαν ιδίαν. Μη γίνουκάπηλος συμφορών ανθρωπίνων, μη την οργή Θεού καιρού ποιήσης περιουσίας χρήματων. Μη επιξάνης τραύματα κεκωμένων ταίς μάστιξι.
[30] (Μ. Βασιλείου, Ομιλία προς τους πλουσίους) Αλλά ου γαρ ιματίων ένεκεν ουδέ τροφών ο πλούτος εστί τοις πολλοίς περισπούδαστος, αλλά τις επινενοήται μεθοδεία τω διαβόλω, μυρίας τοις πλουσίοις δαπάνης αφορμάς υποβάλλουσα, ώστε τα περιτά και άχριστα ως αναγκαία σπουδάζεσθαί μηδέν Δε αυτοίς εξαρκείν προς των αναλωμάτων επίνοιαν
[31] (Ιωαν. Χρυς. Εις το Λάζαρον, 719,α) Η τρυφή προς λήθην εξάγειν είωθε.
[32] (Μ. Βασιλείου, Ομιλία προς τους πλουσίους) Επειδάν δε εις μυρία διασπώμενος ο πλούτος έτι περιτεύη, κατά γής ωθείται και εν απορρήτοις φυλάττεται. Άδηλον γαρ το μέλον, μήπου τινές αδόκητοι ημάς καταλάβουσι χρείαι. Άδηλον μεν ούν , εί εξής προς την χρείαν του κατωρωρυγμένου χρυσίου, ούκ άδηλος Δε η ζημία της απανθρωίας των τρόπων.
[33] (Ιωαν. Χρυς. Εις το Λάζαρον, 779,δ) Μη τοίνυν από της φύσεως καταμάνθανε αλλ από της προαιρέσεως, μη από της όψεως αλλ από της γνωμής και περιεργάσου αυτού τον βίον.
[34] (Μ. Βασιλείου, Ομιλία περί πλεονεξίας) Καλοί, μεν φησίν, οι λόγοι, αλλά καλλίων ο χρυσός. Ώσπερ οι τοις ακολάστοις περί σωφροσύνης διαλεγόμενοι. Και γάρ εκείνοι δαβαλλομένης της εταίρας, από της υπομνήσεως προς επιθυμίας εκκαίονται
[35] (Ιωαν. Χρυς. Εις το Λάζαρον, 780,ε) Όταν ριφή τα προσωπεία, δοκιμάζηται έκαστος και τα έργα αυτού, ούχ έκαστος και ο πλούτος αυτού, ούχ έκαστος και η αρχή αυτού, ούχ έκαστος και η τιμή αυτού, ούχ έκαστος και η δυναστεία αυτού.
[36] (Μ. Βασιλείου, Ομιλία προς τους πλουσίους) Νυνί δε προσπέφυκέ σοι τα χρήματα πλέον, ή τα μέλη του σώματος, και λύπεί σε αυτών ο χωρισμός, ως ακρωτηριασμός των καιρίων.
[37] (Ιωαν. Χρυς. Ομιλ. Παραβολή κακού οφειλέτη) Άνθρωποι μεν ούν επιδάν εύρωσι τους ωφείλοντας, ώσπερ θήραν και άγραν ευρόντες, ούτω γεγήθασι, και πάντα ποιούσιν, όπως το πάν απαιτήσωσι.
[38] (Ιωαν. Χρυς. Εις το Λάζαρον, 747,δ) Ου πείνα, αλλά άνοια, ού νόσος αλλά καταφρόνησις, ου κινδύνων επαγωγαί, αλλ’ ευλαβείας ερημά, και εις πάσαν άγει κακίαν τους μη προσέχοντες.
[39] (Ιωαν. Χρυς. Ομιλίες Χήρα – Ανατροφή – Ελεημοσύνη, 317,α) Οίδαμεν Δε ότι καλός ο νόμος, εάν τις αυτώ νομίμως χρήται, ειδώς τούτου, ότι δικαίω νόμος ου κείται, ανόμοις και ανυποτάκτοις.
[40] (Ιωαν. Χρυς. Εις το Λάζαρον, 788,β-γ) Ούκ έστιν ούν τις δίκαιος, ός ούκ έχει αμαρτίαν, και ούκ εστί τις αμαρτωλός, ός ούκ έχει αγαθόν.
[41] (Ιωαν. Χρυς. Λόγοι περί ελεημοσύνης, 275,β) Ου γαρ φόβω και κολάσει, ουδέ απειλή και τιμωρία, αλλά αγάπη θεία και φίλτρω ζέοντι τω περι Θεού εγένοντο.
[42] (Προς Ρωμ. 13, 8-9) Μηδενί μηδεν αφείλετε εί μη το αγαπάν αλλήλους. Ο γαρ αγαπών τον έτερον νόμων πεπλήρωκε.
[43] (Προς Γαλάτας 6,3-5) Εί γαρ δοκαέ τις είναι τι μηδέν ών, εαυτόν φρεναπατά το Δε έργου εαυτού δοκιμάζετω έκαστος, και τότε εις εαυτόν μόνον τα καύχημα έξει και ουκ είς του ετέρου.
[44] (Ιωαν. Χρυς. Εις το Λάζαρον, 719,δ) Ού το ζήν δια το φαγείν, αλλά διά το ζήν το φαγείν γέγονεν εξ αρχής.
[45] (Προς Θεσσαλ. Β’ 3, 10 – 12) Εί τις ού θέλει εργάζεσθαι, μηδέ εσθιέτω, εν υμίν ατάκτως μηδεν εργαζομένους, αλλά περιεργαζόμενους.
[46] (Ωσηέ 10,12) Σπέιρατε γαρ φησίν, εαυτοίς εις διακιοσύνην.
[47] (Ιωαν. Χρυς. Λόγοι περί ελεημοσύνης) Το εργάζεσθαι μετά τοούτου παρήρηνται, ουδενός τους αθλίους μισθουμένου, ουδέ καλλούντος εις διακονίαν, φέρε τας των ελεημόνων αντεισάγωμεν χείρος αντί των μισθουμένων.
[48] (Προς Κορινθίους Α’ 16, 2-3) Κατά μίαν σαββάτων έκαστος υμών παρ’ εαυτώ τιθέτω θησαυρίζων ό τι αν ευδώται, ίνα μη όταν έλθω τότε λογίαι γίνωνται, όταν Δε παραγένωμαι, ούς εάν δοκιμάσητε, δι’ επιστολών τούτους πέμψω απενεγκείν την χάρην υμών εις Ιερουσαλήμ
[49] (Προς Κοριν.Β’ 8, 6 – 7) (Δια τούτο και σπόρος η ελεημοσύνη καλείται, επειδή ούκ εστί δαπάνη τα πράγμα, αλλά πρόσοδος) Τούτο δε, ο σπείρων φειδομένως φειδομένως και θερίσει, και ο σπείρων επ’ ευλογίαις επ’ ευλογίαις και θερίσει, έκαστος καθώς προαιρείται τη καρδία, μη εκ λύπης ‘η εξ ανάγκης.
[50] (Ιωαν. Χρυς. Εις το Λάζαρον, 744,γ) Ου γαρ αξίωμα ζητώ, αλλά αρετήν, ου δεσποτείαν, ού δουλείαν αλλά ψυχή. Ού καταφρονώ ανθρώπου κάν είς ή, άνθρωπος εστί.
[51] (Μ. Βασιλείου, Ομιλία προς τους πλουσίους) Μεγάλην έχει την ψυχήν τοίχοι Δε και μικροί και μείζους την αυτήν χρείαν πληρούσιν.
[52] (Μ. Βασιλείου ομιλία περιόδους Πείνας και Ξηρασίας) Προνόησον μοι λογικώς το παρόν και το μέλλον, ό μη διά κέρδος αισχρόν προδώς.
[53] (Ιωαν. Χρυς. Εις το Λάζαρον, 778,α) Πλούσιος εί; χαίρω και ευραίνομαι αλλ’ εκείνος έτι πένεται, μη δια του σου πλούτου μενέτο εν τη πτώχεια.
[54] (Μ. Βασιλείου, Ομιλία προς τους πλουσίους) Όσον ούν πλεονάζης τώ πλούτω, τοσούτων ελλείπεις τη αγάπη. Επεί πάλαι αν εμελέτησας των χρημάτων την αλλοτρίωσιν, εί ηγαπήκες σου τον πλησίον.
[55] (Μ. Βασιλείου, Ομιλία προς τους πλουσίους) Εκείνης μεν γαρ δήλος ει της εντολής μακράν υπάρχων, και ψευδώς σε αυτώ προσμαρτυρήσας αυτήν, ότι ηγάπησας τον πλησίον σου ως εαυτών.
[56] (Ιωαν. Χρυς. Εις το Λάζαρον, 712,γ) Υμείς δε, εί βουληθείτε την αλλήλων διανείμασθοι σωτηρίαν, και έκαστος ένα απολαβείν των ημελημένων αδελφών, ταχέως ημίν τα της οικοδομής αυξηθήσεται.
[57] (Ιωαν. Χρυς. Λόγοι περί ελεημοσύνης, 266, β) Παρθενίας γαρ αξίωμα ούκ αποσχέσθαι γάμων μόνον, αλλά το φιλάνθρωπον είναι και φιλάδελφον και συμπαθητικόν. Τι γαρ ‘οφελος πάρθενία μετά ωμότητος; τι δε κέρδος σωφροσύνη μετά απανθρωπίας; Ούχ εάλως σωμάτων επιθυμία, αλλά εάλως χρημάτων επιθυμία.
[58] (Ιωαν. Χρυς. Ομιλίες στην Κων/πολη, 301,ε) Θεμέλιος γαρ εστί της καθ’ ημάς φιλοσοφίας η ταπεινοφροσύνη. Καν μυρία άνωθεν οικοδομήσης.
[59] (Μ. Βασιλείου, Ομιλία προς τους πλουσίους) Δαπανητικόν γάρ πλούτου, η θεραπεία των δεομένων, αλλά μεν έκαστον την αναγκαία επιμέλειαν δεχομένον, πάντων δε ομού καταμεριζομένων τα όντα, και περί αυτούς δαπανώντων. Ώστε ο αγαπών τον πλησίον ως εαυτού ουδέν περισσότερον κέκτηται του πλησίον, αλλά μην φαίνη έχων κτήματα πολλά.
[60] Ιωαν. Χρυς. Ομιλ. Περί ειμαρμένης και προνοίας,755,α) Ως ει ήδεσαν ότι ουδέν αγαθόν εν τω παρόντι βίω, αλλά η αρετή μόνον …, ουδέν κακόν εν τω παρόντι βίω, αλλά η κακία μόνον και πονηρία διαστροφή ψυχής.
[61] (Μ. Βασιλείου, Ομιλία προς τους πλουσίους) Οδείς λυπείται προϊέμενος τα υπάρχοντα και αντικτώμενος τα ενδέοντα, αλλά όσωπερ αν ελάττονος τιμής τα πολυτίμητα πρόηται, τοσούτω χαίρει ως λαμπρού αυτώ του συναλλάγματος γενομένον.
[62] (Μ. Βασιλείου, Ομιλία προς τους πλουσίους) Και πως βιωσόμεθα, πάντα αποκτησάμενοι; φησί τι δε το σχήμα του βίου έσται, πάντων πωλούντων και πάντων αποκτωμένων.
[63] (Μ. Βασιλείου, ομιλία περί πλεονεξίας) Μίμησαι την γην, άνθρωπε καρποφόρησον ως εκείνη, μη χείρων φανής της αψύχου. Εκείνη μεν ούν τους καρπούς, ούκ είς εαυτής απόλαυσιν, αλλά εις την ση υπηρεσίαν εξέθρεψε.
[64] (Μ. Βασιλείου ομιλία περιόδους Πείνας και Ξηρασίας) Εξάλειψον βαρυτάτων τόκων ομολογίαν, ίνα τέκη τα συνήθη η γή.
[65].(Μ. Βασιλείου ομιλία περιόδους Πείνας και Ξηρασίας) Χαλκού γαρ χρυσού και των αγόνων παρά φύσην γεννώντων, η κατά φύσιν γεννώντων , η κατά φύσιν τίκτουσα γίνεται στείρα, και προς τιμωρίαν των επιοικούντων, καταδικάσθη την ακαρπίαν.
[66] (Μ. Βασιλείου, Ομιλία προς τους πλουσίους) Μανία δεινή, έως μεν εν μετάλλοις ήν ο χρυσός, ανερευνάν την γήν, ότε Δε φανερός εγένετο, πόλιν εν τη γη αυτού αφανίζειν. Είτα, οίμαι, συμβαίνει σοι κατορρύσοντι το πλούτος, συγκατορρύσσειν και την καρδίαν.