Η ηπειρωτική Ευρώπη με προεξάρχουσα την Γερμανία λειτουργεί ως ένα συνοθύλευμα κρατών, το οποίο προσπαθεί να εξαγάγει τους οικονομικούς της θεσμούς. Ήδη από την εποχή του Μπίσμαρκ η κρατικιστική παράδοση διακατείχε εξέχουσα σημασία, αφού το κράτος αναγνωριζόταν όχι η πολιτική οργάνωση της κοινωνίας, αλλά το αδιαμφισβήτητο όργανο για την ασφάλεια και τάξη των κοινωνικών σχέσεων. Ως εκ τούτου, ο σωφρονισμός, το καθήκον και η υπακοή εθεωρούντο πάντα ανώτερα εν σχέση με την ελευθερία, την ατομικότητα και την αντίθεση. Δεν πρέπει λοιπόν διόλου να προκαλεί εντύπωση η εμμονή στην συνεχή φορολόγηση και τις απαιτήσεις της πτέρυγας του Χριστιανοδημοκρατικού κόμματος για σωφρονισμό και υπακοή της Ελλάδας, αλλά και γενικότερα του Ευρωπαϊκού Νότου.
Πέραν των ηθικών διαστάσεων (που εξόχως υποτιμώνται) απέναντι στα άλλα κράτη μέλη, τα οποία θα αντικρίζουν από εδώ και στο εξής την γερμανική πολιτική με ισχυρή δόση καχυποψίας, πράγμα οδυνηρό για μία Ένωση που προσπαθεί να ολοκληρωθεί, υπάρχουν συνάμα οικονομικές και γεωπολιτικές διαστάσεις στο ζήτημα.
Οικονομικές, διότι στην παγκόσμια αγορά όταν τα χρηματοοικονομικά προβλήματα αντιμετωπίζονται μεμονωμένα (όπως και στην δική μας περίπτωση) τείνει στις περισσότερες εκ των περιπτώσεων να επιστρέφει με τη μέθοδο «μπούμερανγκ» στις χώρες που τα αντιμετώπισαν έτσι˙ στο δοχείο μίας παγκοσμιοποιημένης οικονομίας ποτέ δεν πρόκειται να πληγεί μόνον ένας, τα αποτελέσματα θα διαμοιρασθούν και θα πλήξουν όλους τους συμμετέχοντες. Δεν πρέπει επουδενί να υποτιμηθεί επίσης το γεγονός ότι οι οικονομικές πολιτικές σκληρής λιτότητος, όταν δεν συνοδεύονται από μέτρα που επενδύουν το χρήμα στην αυτονομία της παραγωγής διαιωνίζουν καταστάσεις στις καθυστερημένες βιομηχανικά χώρες του Νότου. Μπορεί βέβαια η Ιταλία και η Γαλλία να διαθέτουν βιομηχανία, όχι όμως με τέτοια εξαγωγική δύναμη ώστε να αναστρέψουν την δυναμική των ελλειμμάτων και την ανταγωνιστικότητα των καινούριων αναδυομένων παικτών του παγκοσμίου συστήματος.
Γεωπολιτικές, διότι η Ελλάδα και οι χώρες της Μεσογείου αποτελούν το στρατηγικό ανάχωμα της Δυτικής ταυτότητας και σε επίπεδο πολιτιστικό αλλά και μεταναστευτικό. Όσον αφορά την Ελλάδα, η επικείμενη κήρυξη της ΑΟΖ προσφέρει δυνατότητες αύξησης της ισχύος της σε σημείο να την καθιστούν αυτάρκη ενεργειακά αλλά και εταίρο που να χρίζει μεγαλύτερου σεβασμού. Έτσι, η επικείμενη συνεργασία με το Ισραήλ σε επίπεδο κοιτασμάτων και ασφάλειας, αλλά και η ταυτόχρονη ταύτιση με τις αξίες που πρεσβεύει ο δυτικός πολιτισμός, προσδίδει στο νοτιοανατολικό άκρο της μεσογείου άλλη βαρύτητα. Η ευαίσθητη γεωστρατηγική ισορροπία των ίσων αποστάσεων εκ μέρους της ΕΕ ( έναντι στις ΗΠΑ, Ρωσσία και Κίνα ) ενισχύει άλλωστε αυτόν τον υπολογισμό στο ποια είναι τα περιθώρια που διαθέτει η χώρα. Επιπλέον η Ελλάδα διαθέτει τεράστιο εμπορικό στόλο ο οποίος θα αποτελέσει προνομιακό «διαμεσολαβητή» στην μεταφορά προϊόντων από την Κίνα στην Ευρώπη, συνδέοντας τον Ινδικό ωκεανό με την μεσόγειο.
Οφείλουμε για αυτό ως χώρα να αυξήσουμε τα διαπραγματευτικά μας ερείσματα σε συνεργασία με τις χώρες του Νότου για να αποφύγουμε την επικείμενη περιφεροποίηση που δρομολογείται από συμμάχους που έχασαν στην πορεία την έννοια της αλληλεγγύης. Η Ιταλία, η Ισπανία, η Πορτογαλία, ακόμα και η ίδια η Γαλλία έχουν την δυνατότητα να αναχαιτίσουν την πολιτική της σκληρής λιτότητας, λιτότητα που οδηγεί σε ύφεση, ύφεση που οδηγεί σε κοινωνικές συγκρούσεις, κοινωνικές συγκρούσεις που οδηγούν την μέχρι πρότινος μεσαία τάξη στα άκρα του πολιτικού φάσματος. Η Ελλάδα μπορεί να αποτελέσει τον μπροστάρη σε θέματα μετανάστευσης, φύλαξης των συνόρων και σε ζητήματα ενεργειακά (είτε πρόκειται για τον ορυκτό πλούτο, είτε για αιολική ή ηλιακή ενέργεια). Χρειάζεται όμως να διεκδικήσει ενεργά την ανάληψη αυτού του ρόλου παρουσιάζοντας ισχυρά αποτελέσματα στο μεταναστευτικό και στην αυτοδύναμη παραγωγή.
Είναι αδιανόητο επομένως να συνεχισθεί μετά το επώδυνο κλείσιμο του PSI αυτή η πολιτική και είναι αδιανόητο διότι η αναπτυξιακή Ελλάδα που θα αποδράσει από αυτήν την κρίση δεν χρειάζεται ούτε τέτοια φορολογική πολιτική ούτε έναν μυθικό «κεντρικό κρατικιστικό επιτελικό σχεδιασμό». Χρειάζεται αποκέντρωση με κίνητρα και ένα σταθερό χαμηλό φορολογικό περιβάλλον δεκαετίας που θα ευνοεί την επιχειρηματικότητα και την ελληνική ιδιαιτερότητα.