Υποστηρίζεται ότι η συγκρότηση του νέου ελληνικού κράτους ανάγκασε τους Έλληνες να επιχειρήσουν μία μορφή προσαρμογής προς τα πρότυπα της Δυτικής Ευρώπης και να επιδιώξουν την «μετακένωση» που ευαγγελίστηκε ο Κοραής: η συνέχεια της ελληνικής ιστορίας αγνοήθηκε, το Βυζάντιο θεωρήθηκε οπισθοδρομικό, ξένοι θεσμοί υιοθετήθηκαν και, με άλλα λόγια, επιδιώχθηκε η πολιτισμική ισοπέδωση της Ρωμηοσύνης, η οποία μάλιστα ως «Ρωμαίικο» φορτίστηκε με αρνητικό περιεχόμενο.
Ο Έλληνας διαχωρίστηκε από τον Ρωμηό και έγινε ένας μετέωρος και εν δυνάμει Ευρωπαίος. Ο ελληνικός κόσμος κατακερματίστηκε Η Ελλάδα στράφηκε προς τη Δύση και θέλησε να αγνοήσει την Ανατολή. Η παράδοση απωθήθηκε και χαρακτηρίστηκε ανεπίκαιρη, οι επιτυχείς ενδογενείς θεσμοί με τους οποίους το Γένος επιβίωσε και αναγεννήθηκε αποδυναμώθηκαν και ξεχάστηκαν.
Είναι γεγονός και δεν μπορεί να αμφισβητηθεί το ότι έχουμε εισέλθει σε μία τελείως νέα ιστορική και πολιτισμική φάση: η Ελλάδα, παρά τις αποτυχίες της, ολοκληρώνει τους εθνικοαπελευθερωτικούς της στόχους και εντάσσεται ως ισότιμο μέλος στον πυρήνα της Δύσης.
Ωστόσο, υποστηρίζεται ότι οι διαδικασίες αυτές σηματοδοτούν και το τέλος του Ελληνισμού, αφού σημαίνουν το τέλος της ιδιοπροσωπίας του. Παράλληλα μετά το 1922 εκλείπει και ο μείζων Ελληνισμός της Ανατολής. Η συγκέντρωση των Ελλήνων στην αρχέγονη ευρωπαϊκή τους εστία είναι γεγονός ιστορικά πρωτοφανές. Οι Έλληνες παύουν να είναι έθνος με μεγάλες ιδέες. Οι Έλληνες δεν είναι τώρα παρά ένα μικρό κρατικοποιημένο και αδύνατο έθνος, χωρίς ισχυρές βάσεις και με γεωπολιτικό έλλειμμα που μπορεί να απειλήσει την κρατική του ακεραιότητα. Τα προβλήματα του Ελληνισμού εμφανίζονται να είναι μεγάλα και ίσως ανυπέρβλητα. Η αίσθηση ανασφάλειας και απειλής που συνοδεύει τέτοιες αντιλήψεις δεν φαίνεται να είναι αδικαιολόγητη.
Είναι γνωστό πως η επίδραση ενός πολιτισμού πάνω σ’ έναν άλλο μπορεί να είναι άκρως αλλοτριωτική. Επιπολιτισμός, είναι ο όρος που χαρακτηρίζει τα φαινόμενα αυτά. Πρόκειται για το περίπλοκο φαινόμενο της αλλοίωσης των χαρακτηριστικών ενός πολιτισμού με την μαζική υιοθέτηση τρόπων ή χαρακτηριστικών ενός άλλου πολιτισμού. Η Ελλάδα και οι ελληνικοί χώροι αποτελούν χαρακτηριστικά πεδία ανάπτυξης επιπολιτισμού. Και εδώ η ελληνική περίπτωση είναι γεμάτη ιδιαιτερότητες. Ως φορείς μιάς συγκεκριμένης και διακριτής πολιτισμικής παράδοσης είμαστε δέκτης πολιτισμικής επίδρασης.
Ο επιπολιτισμός, που λίγο έχει μελετηθεί, χαρακτηρίζεται από ένα ενεργητικό στοιχείο (δότης) και ένα ή περισσότερα παθητικά στοιχεία, τα οποία είναι οι αποδέκτες της επιπολιτισμικής επίδρασης. Ο επιπολιτισμός είναι πάντα αναπόφεύκτος όταν δύο ή περισσότεροι πολιτισμοί ή παραδόσεις συναντώνται. Ο αμφίδρομος επιπολιτισμός είναι επίσης δυνατός. Όπως είναι δυνατή και η αντιμέτωπη στάση δύο πολιτισμών, που ο κάθε ένας προσπαθεί να επιβληθεί πολιτισμικά επί του άλλου. Αυτή είναι και η περίπτωση της συνάντησης της Δύσης με το Βυζάντιο και τον νέο Ελληνισμό. Πρόκειται γιά μιά «γιγαντομαχία περί της ουσίας» με κοσμοϊστορικό ορίζοντα, η έκβαση της οποίας πιστεύουμε ότι είναι ακόμη άδηλη. Ο ελληνικός κόσμος έχει υποστεί με ιστορικούς όρους την διαρκέστερη και την πιο μακροχρόνια πίεση της αέναης παγκόσμιας επέκτασης της Δύσης, και συνεχίζει να στέκεται.
Σήμερα υποστηρίζεται ότι έχει πλέον συντελεστεί η τελική απορρόφηση των ελληνικού πολιτισμικού χώρου από την Δύση. Η προσπάθειά μας γιά ένταξη στον σύγχρονο κόσμο υποστηρίζεται ότι απέτυχε, λόγω της αδυναμίας μας να συγκεράσουμε τις πολιτισμικές μας ιδιαιτερότητες με τους σύγχρονους θέσμους. Αυτό μπορεί να σημαίνει και την ζωτικότητα του πολιτισμικού μας υπόβαθρου. Αλλά, όμως, κατοπτρίζει τις δυσχέρειες του παρόντος, την ανησυχία μας για το μέλλον, την αμηχανία μας για τον πολιτισμό μας, τη λήθη και την αποξένωση από τις παραδόσεις μας, την προσκόλλησή μας σε πρότυπα που δεν είναι δικά μας, την ασάφεια και την απορία για το τι είμαστε και πού ανήκουμε, καθώς και την βίαιη αποκοπή μας από χώρους οικείους, μακραίωνες εμπειρίες, δοκιμασμένους θεσμούς και εδραιωμένες συμπεριφορές.
Αλλά το ότι στεκόμαστε και τα συζητάμε όλ’ αυτά ακόμη δείχνει ίσως κάτι. Σε μιά εποχή που η ενδογενής δυναμική της Δύσης έχει εξαντληθεί θα ήταν ίσως πρόωρο να αποδεχθούμε τον οριστικό της θρίαμβο. Απέτυχε παραδόξως η προσπάθεια πολιτισμικής καταβαράθρωσης της Ρωμηοσύνης, αν και η ίδια ξεκληρίστηκε. Μέσα από τα χαλάσματα και τις καταρρεύσεις ανορθώνεται το Ελληνικόν, και αυτό δεν έχει γίνει μόνο μία φορά. Μπροστά μας βρίσκονται και πάλι ως προβλήματα η ελληνική υπόσταση, ο τόπος, η γλώσσα και η ιστορική μνήμη..