Η διεξαγωγή των βουλευτικών εκλογών της 4-10-2009 είναι μία καλή ευκαιρία για να επανεξετάσουμε ως χώρα τη βαλκανική πολιτική μας και να μελετήσουμε με προσοχή τα νέα στοιχεία που παρουσιάζονται, τις ευκαιρίες, τις απειλές, τις καινούργιες παραμέτρους που προέκυψαν κατά τους τελευταίους μήνες. Στη συνέχεια θα ασχοληθούμε με ορισμένες από αυτές:
1) Οι βουλγαρικές και αλβανικές πιέσεις στο κράτος των Σκοπίων. Ο υπογράφων και πολλοί άλλοι παρατηρητές των βαλκανικών πραγμάτων έχουμε επανειλημμένως εκφράσει την αμφιβολία μας για τη βιωσιμότητα του κράτους των Σκοπίων. Τα πρόσφατα γεγονότα ενισχύουν τα ερωτηματικά. Οι Αλβανοί που αποτελούν περίπου το 30% του πληθυσμού πιέζουν με όλο και πιο έντονο τρόπο για την εφαρμογή της Συνθήκης της Αχρίδας, την οποία πέτυχαν το 2001 μετά από ένοπλη εξέγερση. Τα αλβανικά κόμματα απειλούν ότι θα αποχωρήσουν από το Κοινοβούλιο αν δεν καθιερωθεί η πλήρης ισοτιμία τους με την σλαβική πλειοψηφία, ενώ οι φοιτητές του αλβανικού Πανεπιστημίου στο Τέτοβο και άλλες ομάδες πιέσεως επαναφέρουν το σχέδιο για αυτονόμηση-και ίσως μελλοντική απόσχιση-των δυτικών επαρχιών του κράτους της «Δημοκρατίας της Ιλλυρίδας». Από την πλευρά της η Βουλγαρία μετά την άνοδο στην εξουσία του δεξιού κόμματος GERB αμφισβητεί με κάθε τρόπο και σε κάθε περίσταση την θεωρία περί «μακεδονικού έθνους» και θυμίζει την πάγια θέση της ότι οι δήθεν «μακεδόνες» της ΦΥΡΟΜ είναι Βούλγαροι. Την σημαία του αντισκοπιανού αγώνα κρατά σήμερα ο νέος Υπουργός Επικρατείας για θέματα Αποδήμων Μπόζινταρ Ντιμιτρόφ. Η Ελλάς πρέπει να αξιοποιήσει τα φαινόμενα αυτά και να ασκήσει ακόμη μεγαλύτερη πίεση για το θέμα του ονόματος. Οποιαδήποτε ιδέα για ελληνικές υποχωρήσεις και παραχωρήσεις είναι αδικαιολόγητη όταν έχουμε απέναντί μας ένα κράτος, το οποίο δεν ξέρουμε αν θα διατηρήσει την εδαφική του ακεραιότητα.
Είναι χαρακτηριστική η έντονη αντίδραση των κυβερνήσεων Αλβανίας και Βουλγαρίας απέναντι στις θεωρίες εθνογένεσης που παρουσιάζει η νέα «Μακεδονική Εγκυκλοπαιδεία» της Ακαδημίας Επιστημών και Τεχνών των Σκοπίων. Εντόνως αντέδρασαν και οι Αλβανοί της ΦΥΡΟΜ, ενώ Αλβανοί ιστορικοί δήλωσαν δημοσίως ότι το τεχνητό κράτος των Σκοπίων είναι πολύ πιθανόν να διαλυθεί!
2) Η αντιτουρκική στροφή της Βουλγαρίας. Εκτός από την πίεση προς τα Σκόπια η νέα βουλγαρική κυβέρνηση του Μπόϊκο Μπορίσοφ αποφάσισε να σκληρύνει τη στάση της και έναντι της Τουρκίας. Στα μέσα Σεπτεμβρίου ανακοινώθηκε ότι θα καθιερωθεί Ημέρα Γενοκτονίας για να τιμώνται κάθε χρόνο τα θύματα των τουρκικών θηριωδιών. Η αναφορά γίνεται ση σφαγή του βουλγαρικού πληθυσμού στην περιοχή Φιλιππουπόλεως και κυρίως στη πόλη Μπάτακ το Μάιο του 1877. Οι σφαγές ξεσήκωσαν τη ευρωπαϊκή κοινή γνώμη και άνοιξαν τον δρόμο για την ρωσική επέμβαση, με την οποία το 1878 η Βουλγαρία απελευθερώθηκε από τον Οθωμανικό ζυγό. Παράλληλα ένα από τα συνθήματα της νέας κυβέρνησης είναι η ανάγκη περιορισμού του ειδικού βάρος που είχε στην πολιτική ζωή της χώρας το φιλοτουρκικό κόμμα της μουσουλμανικής μειονότητας. Μπροστά στην όξυνση των τουρκικών προκλήσεων καλό θα ήταν να πλησιάσουμε περισσότερο τη Βουλγαρία και να προωθήσουμε τα σχέδια για τον αγωγό Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολης.
3) Η σερβική προσφυγή στη Χάγη για το Κόσσοβο. Η Σερβία έχει ζητήσει από το Δικαστήριο Διεθνούς Δικαίου της Χάγης να γνωμοδοτήσει για τη νομιμότητα ή μη της απόσχισης του Κοσσόβου (Κοσσυφοπεδίου). Η σερβική στάση στο ζήτημα αυτό είναι παράδειγμα επιμονής και εθνικής αξιοπρεπείας. Ούτε προς στιγμήν δεν έχει σκεφθεί να αναγνωρίσει το «κράτος»του Κοσσόβου και δίνει μάχες σε διάφορα πεδία για να κερδίσει ό,τι μπορεί περισσότερο. Ίσως τελικά να μήν αποφύγει το μοιραίο και να ικανοποιηθεί με μικρά εδαφικά ανταλλάγματα στο βόρειο Κόσσοβο. Πάντως η όλη κατάσταση παρέχει τη δυνατότητα στην Ελλάδα να αποφύγει οποιαδήποτε κίνηση αναγνώρισης του νέου «κράτους». Όσο εκκρεμεί το ζήτημα στο Διεθνές Δικαστήριο εμείς δεν έχουμε κανένα λόγο να αναγνωρίσουμε τα τετελεσμένα της ένοπλης εξέγερσης του UCK, διότι και στην Κύπρο και στο Αιγαίο επικαλούμαστε το Διεθνές Δίκαιο και καταγγέλλουμε τα αποτελέσματα της ένοπλης βίας.
4) Προσοχή στις προτάσεις για εισαγωγή μειονοτήτων. Στο όνομα της πολυπολιτισμικότητας και των «Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων» ακούμε τώρα τελευταία ορισμένες εξωφρενικές απόψεις. Μάς προτείνουν ορισμένοι συμπατριώτες μας να δώσουμε άδεια εισόδου και εγκαταστάσεως στα στελέχη της σκοπιανής ανθελληνικής προπαγάνδας, τα οποία γεννήθηκαν στην Ελλάδα και έφυγαν μετά τα τραγικά γεγονότα του 1941-49 αφού μεταπήδησαν με μεγάλη άνεση από τις βουλγαρικές φασιστικές ομάδες στους Γιουγκοσλάβους κομμουνιστές αντάρτες. Κάποιοι άλλοι με το πρόσχημα επιστημονικών συνεδρίων μάς προτείνουν να «επαναπατρίσουμε» τις οικογένειες των Τσάμηδων μουσουλμάνων της Θεσπρωτίας, δηλαδή των εγκληματιών πολέμου που συνεργάσθηκαν το 1941-44 με τους Γερμανοϊταλούς κατακτητές. Το ζήτημα επανέρχεται κατά καιρούς και με ρητορικές αστοχίες αλβανικών κομμάτων ακόμη και κυβερνήσεων. Εισαγωγή μειονοτήτων στο όνομα ενός παρεξηγημένου διεθνισμού και «ανθρωπισμού» ουδεμία σοβαρή χώρα διανοείται να κάνει. Η ελευθερία λόγου στη χώρα μας είναι εγγυημένη, αλλά τέτοιες προτάσεις καλό θα ήταν να μην ακούονται ούτε ως υποθέσεις εργασίας, διότι αποθρασύνουν τον εθνικισμό των γειτόνων.
5) Η ανάγκη καταγραφής των ελληνικών εθνικών κοινοτήτων. Η Αλβανία και η ΦΥΡΟΜ ενδιαφέρονται να προσεγγίσουν περισσότερο προς την Ευρ. Ένωση και φυσικά ο δρόμος περνά από την ελληνική έγκριση. Πρέπει να πιέσουμε και τις δύο χώρες για μία αντικειμενική απογραφή του πληθυσμού τους και των εθνικών κοινοτήτων ώστε να μάθουμε ακριβώς πόσοι πολίτες αυτών των χωρών δηλώνουν ελληνική εθνική καταγωγή. Αντί να μάς χρεώνουν ανύπαρκτες μειονότητες, ας μιλήσουμε επιτέλους σοβαρά για τις υπαρκτές ελληνικές κοινότητες στα Βαλκάνια.
Κ.Χ. 20-9-2009
Δημοσιεύεται και στο περιοδικό Άμυνα και Διπλωματία