Μετά τη μεταπολίτευση του 1974 καλλιεργείται στην Ελλάδα μεθοδικά το δόλιο μύθευμα ότι «η Δημοκρατία δεν γνωρίζει αδιέξοδα». Το μύθευμα ενισχύει την υποβολιμαία ψευδαίσθηση ότι στη χώρα λειτουργεί Δημοκρατία. Και μάλιστα, τις τρεις τελευταίες δεκαετίες, υποδειγματικά!
Η ανίσχυρη, όλο και πιο ισχνή μειονότητα των με σκέψη και κρίση πολιτών, ξέρει ότι η Δημοκρατία είναι άθλημα και σε κάθε άθλημα υπάρχουν επιδόσεις, άρα και ενδεχόμενα αποτυχίας. Είναι σαφώς συνάρτηση η Δημοκρατία τής κατά κεφαλήν καλλιέργειας, αδύνατο να εφαρμοσθεί από κάφρους έστω και με υψηλούς δείκτες καταναλωτικής ευχέρειας. Αναπόφευκτο λοιπόν το αδιέξοδο της Δημοκρατίας όταν στον πολιτικό στίβο πλεονάσει η αλογία, ο πρωτογονισμός της ιδιοτέλειας. Δεν είναι Δημοκρατία να πιθηκίζουμε θεσμούς που αποτέλεσαν επιτεύγματα του Διαφωτισμού, συντηρώντας το κέλυφος, την επίφαση και διαστρέφοντας τους στόχους. Δεν είναι κατάκτηση του Διαφωτισμού ο λαϊκισμός της ισοπέδωσης όλων προς τα κάτω, η δικτατορία της μετριότητας και οι ρεβεράντζες στην αναίδεια της ασημαντότητας. Ναι, σεβασμός και κατοχύρωση των δικαιωμάτων κάθε πολίτη, αλλά η θεσμική εξασφάλιση του σεβασμού και της κατοχύρωσης δεν μπορεί να αυτονομείται από τη λογική της κοινωνικής συνοχής, τον ορθολογισμό των κανονιστικών αρχών που ελέγχουν (και τιμωρούν) την αντικοινωνική συμπεριφορά.
Από καταγωγής του ελλαδικού κρατιδίου και κατ’ εξοχήν μετά τη μεταπολίτευση του 1974, πηγή παρανομίας, φαυλότητας και διαφθοράς, αιτία κοινωνικής υπανάπτυξης, ευτελισμού και διαστροφής των θεσμών της Δημοκρατίας, είναι στην Ελλάδα το πολιτικό σύστημα. Δεν υπάρχει θεσμός ή τρόπος που να υποχρεώνει το αυτοθωρακισμένο στην αυθαιρεσία του σύστημα εξουσίας να τηρεί τους νόμους, να λογοδοτεί στη Δικαιοσύνη, να πειθαρχεί με στοιχειώδη συνέπεια στο «κοινωνικό συμβόλαιο», δηλαδή στο Σύνταγμα. Ολες αυτές οι υποχρεώσεις της εξουσίας ίσως έχουν θεσμικά προβλεφθεί, αλλά με θεσμούς κατ’ επίφασιν, a priori υπονομευμένους, προορισμένους να μη λειτουργήσουν.
Δεν υπάρχει τρόπος ή δυνατότητα στην Ελλάδα να ελεγχθεί ρεαλιστικά και να τιμωρηθεί έμπρακτα η κλοπή κοινωνικού χρήματος από τους διαχειριστές του κρατικού κορβανά. Να ελεγχθεί και τιμωρηθεί η ραδιοτηλεοπτική ασυδοσία: η πλύση εγκεφάλου των πολιτών από την ιδιοτέλεια κομμάτων και μεγαλεμπόρων, η σκόπιμη παραπλάνηση, η μεθοδική υποβάθμιση της νοημοσύνης, της αισθητικής, της ηθικής ευαισθησίας, του πατριωτισμού. Δεν υπάρχει δυνατότητα στην ελλαδική «Δημοκρατία» να οδηγήσουν οι πολίτες στη Δικαιοσύνη ένα κόμμα που προπαγανδίζει και οργανώνει την κατάλυση της έννομης τάξης, την προγραμματισμένη βία, τις απόπειρες δολοφονίας από πρόθεση ένστολων κοινωνικών λειτουργών. Να εγκαλέσουν οι πολίτες, κάποιοι πολίτες, ενώπιον δικαστηρίου (και όχι περιμένοντας τις οψέποτε φαλκιδευμένες από τους «επικοινωνιολόγους» εκλογές) μια κυβέρνηση ή ένα κόμμα που εγκληματεί ανήκεστα στη διαχείριση συνόρων και κοιτίδων του Ελληνισμού, που κατασυκοφαντεί την Ιστορία στη συνείδηση της νέας γενιάς των Ελλήνων, που ασκεί πολιτική καθ’ υπαγόρευσιν αλλότριων συμφερόντων – αποκλείεται να εγκαλέσει ο πολίτης πολιτικούς για «προδοσία» όπως το Σύνταγμα την προβλέπει.
Τριάντα χρόνια τώρα καλλιεργείται το δόλιο μύθευμα ότι, επιτέλους, έχει παγιωθεί στη χώρα η Δημοκρατία, ο λαός εκλέγει τους διαχειριστές της εξουσίας, δεν κινδυνεύει από τη φιλοπάτριδα αυθαιρεσία οποιουδήποτε συνταγματάρχη ή λοχία. Ομως, κάποιων πολιτών τα μάτια κάποτε ανοίγουν, ξεθολώνουν, οσφραίνονται οι πολίτες το δόλιο μύθευμα. Πρέπει να είναι κανείς μειωμένης νοημοσύνης ή ψυχανώμαλα φανατισμένος για να μην αντιλαμβάνεται ότι παγιωμένη τώρα είναι η αυθαιρεσία, επαγγελματικά ιδιοτελής και καθόλου φιλόπατρις. Οτι ζούμε στη μεταπολιτευτική Ελλάδα ένα κατεστημένο διαρκές πραξικόπημα, που ακυρώνει στην πραγματικότητα το Σύνταγμα «ερμηνεύοντάς» το με νόμους αναιρετικούς των στόχων και της λογικής του.
Εξόφθαλμη πραγματικότητα, αδιόρατη από τα ευνουχισμένα παράγωγα της υποβαθμισμένης παιδείας και του ραδιοτηλεοπτικού κρετινισμού: το πολίτευμα στην Ελλάδα είναι ολοκληρωτικού χαρακτήρα φεουδαρχία, τα δήθεν «κόμματα» είναι φέουδα που μεταβιβάζονται κληρονομικά, ο εκάστοτε φεουδάρχης είναι απόλυτος μονάρχης, οικογένειες «βαρόνων» ραδιουργούν στην «αυλή» του και ελέγχονται με παροχές. Κάθε αξίωμα πηγάζει από τον φεουδάρχη, την ανεξέλεγκτη βούλησή του – κάθε θώκος υπουργού, βουλευτή, δήμαρχου, νομάρχη, κρατικού τιμαριούχου. Πιόνια οι βουλευτές, points στο προσωποπαγές παιχνίδι του φεουδάρχη, και το παιχνίδι «στημένο» από έμπειρους μαγείρους εκλογικών νόμων, με τον λαό κομπάρσο.
Οπτική συγκεφαλαίωση του αδιεξόδου της «δημοκρατίας» οι έξι θλιβερές προσωποποιήσεις της ασημαντότητας στο προεκλογικό «ντιμπέιτ»: συντριπτικά υποδεέστεροι οι ερωτώμενοι από τους ερωτώντες, οι δημοσιογράφοι ήξεραν τι ρωτάνε, οι «αρχηγοί» ούτε που καταλάβαιναν πόσο αυτοδιασύρονται με τα άλλα αντ’ άλλων που απαντούσαν. Θλιβερά έκγονα της μεταπολίτευσης, όλοι φορείς του κενού, της απουσίας κάθε «νοήματος», στόχου ή άξονα της κοινωνικής συνύπαρξης και συνοχής, βλαστήματα της αναξιοκρατίας, της οικογενειοκρατίας, της ηγεμονίας των «επικοινωνιολόγων». Ολοι βοσκηματωδώς αδιάφοροι για την ποιότητα ζωής που εγγυάται η «ευγένεια» καταγωγής, δηλαδή η Ιστορία και ο πολιτισμός ως κατά κεφαλήν καλλιέργεια. Να μην σπιθίζει τίποτα, ούτε ένα λεκτικό επιτέλους εύρημα, ούτε ένα ευφάνταστο πρόταγμα.
Τον ένα, τον καινοφανή, τον ανέβασε στο πάλκο των «αρχηγών» η επιπόλαιη αγανάκτηση των ψηφοφόρων για τα μεγάλα κόμματα, στις ευρωεκλογές. Και ο θλιβερός εισέπραξε τη συγκυρία σαν λαϊκή συγκατάθεση να πρακτορεύει το κόμμα του τη διαστροφή της Ιστορίας και ο ίδιος να μας εμπαίζει αποφαινόμενος ότι «άλλο η πολιτική, άλλο οι περί Ιστορίας απόψεις»!
Δίπλα του ο δεξιοτέχνης του λαϊκισμού, ικανός να «αξιοποιεί» πολιτικά το κοινωνικό περιθώριο: τη διαστροφή της ελληνικής πρότασης πολιτισμού σε επαρχιώτικο εθνικισμό και του εκκλησιαστικού γεγονότος σε θρησκευτικό ιδεολόγημα. Ευτυχώς η αλίευση στελεχών από τηλεοπτικές ζώνες ντροπής και οι αδαήμονες δηλώσεις του περί «εκκλησιαστικής περιουσίας» αποκάλυψαν την πραγματική εικόνα του ανδρός.
Παραδίπλα η μουσειακή «θεούσα» του παλαιού πολιτικού ημερολογίου, κολλημένη στο αναμηρύκασμα του σταλινικού της οράματος, έρμαιο της συνδικαλισμένης ιδιοτέλειας. Εθαβε, ως παρουσία και μόνο, κάθε ελπίδα να αρθρωθεί στον τόπο μας αριστερός λόγος, τίμια και μαχητικά κοινωνιοκεντρικός.
Ανάλογης συντήρησης φιγούρα και ο γηραιόγλωσσος νεανίας, ηγέτης των «ανανεωτικών» αγκυλώσεων του συνασπισμένου, τάχα και αριστερού, καριερισμού. Καταλύτης σήμερα ο νεανίας, ευτυχώς, διάλυσης της καλοστημένης φενάκης και της τριαντάχρονης ιδεολογικής τρομοκρατίας που άσκησε και ασκεί η φενάκη.
Συμπληρωνόταν ο θίασος στο πάλκο από τους γνωστούς κορυφαίους του εμπαιγμού μας: Εναν πρωθυπουργό που μας ζητάει, δίχως ντροπή, την ευκαιρία, λέει, να πραγματοποιήσει τα όσα, επί πέντε χρόνια, βαρέθηκε, αμέλησε ή στάθηκε εξευτελιστικά ανίκανος να προσπαθήσει. Και από το πολιτικό του έκγονο, τον αντίπαλο που ο ίδιος ανάστησε εκ νεκρών και τον έφτασε να διεκδικεί τώρα την πρωθυπουργική μοναρχία – φτωχοπροδρομικό μουστακάκι κάτω από ανύπαρκτο βλέμμα, δίχως διόλου ντροπή, να εκθέτει σε κοινή θέα την ασημαντότητα των επαγγελιών του και της παρουσίας του. Ποτέ, μα ποτέ άλλοτε το αδιέξοδο της δημοκρατίας δεν ήταν στην Ελλάδα τόσο στεγανό.
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_columns_2_04/10/2009_331913.