Η επέτειος της 28.10.1940 είναι μια ευκαιρία για να αξιολογήσουμε τη σημασία του αγώνα που έδωσε ο ελληνικός λαός στα βουνά της Βορείου Ηπείρου και της Αλβανίας.
Τον Φεβρουάριο του 1945, όταν ήταν πια βέβαιη η ήττα της Γερμανίας και η καταστροφή της, ο Αδόλφος Χίτλερ διατύπωσε την άποψη ότι η ιταλική εισβολή στην Ελλάδα του κόστισε τον πόλεμο. Σύμφωνα με τον Χίτλερ η περιπέτεια του Μουσολίνι στην Ελλάδα καθυστέρησε κατά πέντε εβδομάδες την έναρξη της επιχείρησης Μπαρμπαρόσσα, αφού η Βέρμαχτ αναγκάσθηκε να τροποποιήσει τα σχέδιά της και να αποστείλει μερικές από τις καλύτερες μονάδες της στα Βαλκάνια. Το χιόνι και ο πάγος καθήλωσαν τις τεθωρακισμένες στρατιές του Στρατάρχη Γκουντέριαν έξω από τη Μόσχα τον Οκτώβριο του 1941. Χωρίς την ανόητη επίδειξη δύναμης του Μουσολίνι στην Ελλάδα η Βέρμαχτ θα βρισκόταν μπροστά στη Μόσχα πριν τον Σεπτέμβριο του 1941, όταν τα μηχανοκίνητα μέσα μπορούσαν να κινηθούν άνετα και οι οχυρώσεις της Μόσχας ήταν ακόμη πολύ αδύνατες.
Η γνώμη αυτή του Χίτλερ είναι σύμφωνη με το συνολικό σχεδιασμό που είχε συλλάβει η δαιμονική αυτή φυσιογνωμία. Ο συνολικός σχεδιασμός του Χίτλερ στόχευε στην κατάκτηση του “ζωτικού χώρου” των πεδιάδων της Ουκρανίας και της Ρωσίας και, τέλος, στην παγκόσμια κυριαρχία. Ο κεραυνοβόλος πόλεμος, η εξαιρετική μαχητική ικανότητα του γερμανικού στρατού και η ίδια η θέληση του Χίτλερ ήταν τα μέσα με τα οποία η Γερμανία θα πραγματοποιούσε την ανατροπή της παγκόσμιας τάξης, αντιμετωπίζοντας ένα συνασπισμό που υπερείχε συντριπτικά σε οικονομικά, πληθυσμιακά και γεωπολιτικά δεδομένα. Ωστόσο, η τεράστια υπεροχή των δημοκρατιών της Δύσης μαζί με τη Σοβιετική Ένωση θα μπορούσαν να εκμηδενισθούν με την τολμηρή εκμετάλλευση των χρονικών περιθωρίων που επέτρεπε ο κεραυνοβόλος πόλεμος και η πρόσκαιρη υπεροχή της επανεξοπλισμένης Γερμανίας. Έτσι, σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Χίτλερ, που δεν απείχαν από την πραγματικότητα, το βάρος της τεράστιας βιομηχανίας των ΗΠΑ θα γινόταν αισθητό στα πεδία των μαχών μόνο μετά το τέλος του 1942. Η Γερμανία, λοιπόν, έχοντας νικήσει τη Γαλλία με κεραυνοβόλο πόλεμο το 1940 και κυριαρχώντας στην Ευρώπη το 1941 θα ήταν σε θέση πάλι με κεραυνοβόλο πόλεμο να θέσει εκτός μάχης τη Σοβιετική Ένωση, ώστε το 1942 οι Αγγλοσάξονες να βρεθούν μπροστά σε μια κατάσταση που θα ήταν δύσκολο να αντιμετωπίσουν. Η Σοβιετική Ένωση λοιπόν έπρεπε να ηττηθεί πριν το 1942.
Για αρκετά χρόνια οι σχολιαστές δεν αναγνώριζαν στην εκστρατεία στα Βαλκάνια τη σημασία που δόθηκε προηγουμένως. Ωστόσο, πρόσφατα η συζήτηση αναζωπυρώθηκε στην Αγγλία με αφορμή το βιβλίο του Ian Kershaw “Μοιραίες επιλογές. Δέκα αποφάσεις που άλλαξαν τον κόσμο, 1940-1941”. Σχολιάζοντας το βιβλίο αυτό ο R.W. Johnson, Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, παρατηρεί στο “London Review of Books” ότι ο Μουσολίνι ποτέ δεν θα μπορούσε να κερδίσει τον πόλεμο για τον Χίτλερ, είναι πιθανό όμως ότι μπόρεσε να κάνει τον Χίτλερ να τον χάσει. Παρ’ όλο που η ρώσικη ιστοριογραφία ισχυρίζεται με εμμονή ότι η κατάληψη της Μόσχας από τους Γερμανούς το 1941 δεν θα είχε περισσότερη σημασία από την άσκοπη κατάκτηση της από τον Ναπολέοντα και ότι ο πόλεμος θα συνεχιζόταν, o R.W. Johnson παρατηρεί ότι δεν μπορούμε να αγνοήσουμε πόσο σημαντική είναι μία πρωτεύουσα για ένα αχανές κράτος της εποχής των επικοινωνιών και πόσο κρίσιμη είναι η κατοχή της από εχθρική δύναμη. Ήταν πολύ πιθανό ότι μία πυρπολημένη Μόσχα το 1941 θα υποχρέωνε τον Στάλιν σε κάποια αναδίπλωση και θα οδηγούσε τον αντιγερμανικό συνασπισμό σε διάλυση. Επί πλέον, o R.W. Johnson συμπληρώνει ότι εάν η Σοβιετική Ένωση κατέρρεε, τότε και για την Αγγλία θα ήταν δύσκολη η συνέχιση του πολέμου.
Όπως και να έχει το πράγμα, το βιβλίο του Ian Kershaw δείχνει το ότι μεγάλες και κοσμοϊστορικές αποφάσεις μπορούν να έχουν τυχαία ή και ανορθολογικά αίτια, ενώ τα αποτελέσματά τους μπορούν να οδηγήσουν σε αναπάντεχες εξελίξεις. Έτσι το βιβλίο του Ian Kershaw ανατρέπει τη ντετερμινιστική αντίληψη για την ιστορική εξέλιξη. Η επιχείρηση του Μουσολίνι στην Ελλάδα εμφανίζεται να ξεκινά από τις μεγαλομανιακές και υπερφίαλες αντιλήψεις των δύο δικτατόρων και να εξαρτάται από την ψυχοπαθολογία της σχέσης τους. Ο Μουσολίνι αποφασίζει να κατακτήσει την Ελλάδα γιατί αισθάνεται κατώτερος από τον Χίτλερ, ο οποίος πραγματοποιεί τους θριάμβους του χωρίς να συζητά τις κινήσεις του με τον σύμμαχο δικτάτορα. Η εύκολη νίκη επί της Ελλάδας είναι μια ευκαιρία για να επανακτήσει ο Μουσολίνι την αυτοπεποίθησή του. Για τον Μουσολίνι και το περιβάλλον του ο ελληνικός στρατός είναι ασήμαντος, οι Έλληνες είναι άξιοι περιφρόνησης και δεν έχουν κανένα μαχητικό σθένος. Για να μιμηθεί τον Χίτλερ διατάζει την καταστροφή κάθε ελληνικής πόλης με πάνω από 10.000 κατοίκους. Δεν μπορούσε να φανταστεί ότι η επίμονη και γενναία ελληνική αντίσταση θα μπορούσε να οδηγήσει τον Χίτλερ να δηλώνει στην πολιτική του διαθήκη ότι η “βλακώδης επίδειξη” του Μουσολίνι κόστισε στη Γερμανία τον πόλεμο.
.