του Ραφαήλ Α. Καλυβιώτη*
Το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει πρακτικά, οικονομικά και από άποψη κουλτούρας η Ελλάδα είναι ο «συνεταιρισμός μεταξύ των γενεών». Η «core» ουσία του προβλήματος έγκειται στον τρόπο με τον οποίο το δημόσιο χρέος επέτρεψε, και ακόμα επιτρέπει, στην προηγούμενη και σημερινή γενιά ψηφοφόρων να ζει εις βάρος όσων είναι ακόμα πολύ νέοι για να ψηφίσουν ή είναι ακόμα αγέννητοι.
Έτσι, ενώ όσοι υμνούν ακόμα τον Μάη του 68 και τα μεταϋλιστικά του αιτήματα (σεξουαλική απελευθέρωση υλική και μεταφύσικη στην εργασία και τις κοινωνικές σχέσεις) δεν αντιλαμβάνονται ότι πανηγύρι χωρίς κόστος και τελικό λογαριασμό δεν υπάρχει. Ήδη από το 1790 ο Έντμουντ Μπερκ έγραφε ότι το πραγματικό κοινωνικό συμβόλαιο δεν είναι το κατά Ρουσσώ συμβόλαιο ανάμεσα στον ηγεμόνα και το λαό ή την απροσδιόριστη «γενική βούληση», αλλά ο «συνεταιρισμός ανάμεσα στις γενεές»: «Η ΚΟΙΝΩΝΙΑ αποτελεί όντως συμβόλαιο…όχι μόνον σε όσους ζουν, αλλά ανάμεσα σε όσους ζουν, όσους έχουν πεθάνει και όσους πρόκειται να γεννηθούν”».
Υπό πολλές έννοιες, αυτή είναι και η πρακτική απόδειξη ύπαρξης Έθνους, αφού η ατομικά συλλογική βούληση δεν αποδέχεται την ύπαρξη του τεράστιου δίχως σχεδιασμού κοινωνικού κράτους που θα χρεώνει τις επόμενες γενεές και για αυτό το τελευταίο αποτελεί την ιερή αγελάδα της Αριστεράς που επιθυμεί να το διογκώσει. Η Αριστερά άλλωστε θεωρεί ότι «οι άνθρωποι είναι πάνω από τους αριθμούς», ήτοι πιο νεφελλώδης και φασιστικά ονειροπόλος βούληση πεθαίνεις.
Το κοινωνικό κράτος της μεταπολίτευσης το τροφοδοτούσαν οι ευρωπαϊκές επιδοτήσεις αλλά και τα πάσης φύσεως εμβάσματα που έστελναν οι ομογενείς από το εξωτερικό με διαφορετική ισοτιμία. Διαφορετική η κουλτούρα του Έλληνα τότε, διαφορετική η κουλτούρα του Έλληνα σήμερα. Τότε, όσοι έφευγαν από τη χώρα, αναπολούσαν την πατρτίδα έστω και σε ένα φαντασιακό αξιακό πλαίσιο. Σήμερα, οι νέοι ρίχνουν μία μούντζα στην χώρα από όπου προέρχονται αισθανόμενοι ότι τους ταιριάζει ο δυτικός τρόπος ζωής χωρίς να μπορούν να κρίνουν ποιος είναι ο ελληνικός αφού το υπάρχον εκπαιδευτικό σύστημα, δομημένο από την Αριστερά, δεν παρήγαγε Έλληνες, αλλά τροφούς Νομικών, Ιατρικών και Πολυτεχνικών Σχολών. Η γενιά δε του Πολυτεχνείου έζησε όπως οι περίφημοι «babyboomers» του μεταπολεμικούconsensus. Ήρθαν στην εξουσία και έζησαν με βουλιμία, αυταρέσκεια, και αντί να προωθήσουν εξαγωγικά προϊόντα με ονομασία προέλευσης, όπως το λάδι, τη φέτα, την τομάτα και ό,τι εκλεκτό και σε μικρές ποσότητες παράγει η ελληνική γη, προτίμησαν να κάνουν πιάτο εγχώριας κατανάλωσης τον σοσιαλισμό της αστακομακαρονάδας.
Αυτό βέβαια δεν οφείλεται στην έλλειψη κάποιου δήθεν στιβαρού, χαρισματικού ηγέτη, αλλά στην απουσία βούλησης κατάρτισης ενός θεσμικού πλαισίου που να απαγορεύει τέτοιες διαγενεακές σπατάλες. Τα σοβαρά Έθνη πλέον οφείλουν να καταρτίζουν ισολογισμούς δημοσίου τομέα, έτσι ώστε οι υποχρεώσεις των κρατών να μπορούν να συγκρίνονται με το ενεργητικό τους. Αυτό βοηθά να αποσαφηνιστεί η διαφορά ανάμεσα στα ελλείμματα που χρηματοδοτούν επενδύσεις και τα ελλείμματα που χρηματοδοτούν τρέχουσα κατανάλωση. Απαραίτητη και η μίμηση των ιδιωτικών επιχειρήσεων με τις Γενικά Αποδεκτές Λογιστικές Αρχές. Αλλά, πάνω από όλα, κατάρτιση σε συνεχή βάση, διαγενεακών Λογαριασμών ούτως ώστε να καθίστανται απερίφραστα σαφείς οι διαγενεακές συνέπειες της τρέχουσας πολιτικής. Ο ιδιωτικός τομέας, πιο κοντά στη φύση και στις ανάγκες των ανθρώπων, δείχνει τον δρόμο. Εάν η δομή του κράτους δεν μπορέσει να αλλάξει, τότε και η ίδια η χρησιμότητά του θα αρχίσει να αμφισβητείται. Δείτε τα ανοιχτά debates περί ιδιωτικοποίησης της FED, της αμερικανικής κεντρικής τράπεζας. Δεν πιστεύω ότι αυτό είναι η λύση. Πιστεύω όμως ότι η αλλαγή και η προσαρμογή στις νέες συνθήκες είναι στη φύση μας. Και Φύση πρωτίστως σημαίνει επιβίωση.
*Ο Ραφαήλ Α. Καλυβιώτης είναι Πολιτικός Επιστήμων και Συντονιστής του Δικτύου Ελλήνων Συντηρητικών (www.syntiritikoi.gr).