Γράφουν οι Αντώνης Μιχελόγγονας και Δημήτριος Βερδελής, Ασκούμενοι Δικηγόροι
Μερικές από τις πιο βασικές αλήθειες περί του πολιτικού φαινομένου εντοπίζονται στα Πολιτικά του Αριστοτέλους. Εκεί λοιπόν ο μέγας Σταγειρίτης (κατά την αριστερά Σκοπιανός) φιλόσοφος αναλύει την γέννηση της πολιτικής κοινωνίας από τον οίκο στην κώμη και από την κώμη στην ύψιστη μορφή οργάνωσης την πόλη. Καταδεικνύεται λοιπόν μέσα από το έργο του Σταγειρίτη πως προ-πολιτικά αλλά και ως βάση της πολιτικής κοινωνίας (του σημερινού κράτους με λίγα λόγια) υπήρχαν, υπάρχουν και θα συνεχίζουν να υπάρχουν συγγενικοί δεσμοί, δεσμοί αίματος οι οποίοι δεσμοί στην ουσία αποτελούν το έθνος το οποίο φτιάχνει κοινωνικούς θεσμούς ώστε να μπορεί να ζει ομαλά.
Δεν έχουμε λοιπόν μια παγκόσμια κοινότητα αλλά μια τοπική η όποια έχει ορισμένα κοινά χαρακτηριστικά γλώσσα, πίστη, αίμα, ήθη, έθιμα, πρότυπα, παρελθόν και πεπρωμένο. Όταν ακόμα δεν υπήρχε Ελλαδικό κράτος ως εκφραστής του Ελληνισμού ο νεαρός Καποδίστριας έγραφε στον πατέρα του: «Εάν δεν συνδεθούμε με τους Έλληνες, με ποιον θα συνδεθούμε; Είναι ανάγκη να έχουμε μια πατρίδα, έναν τόπο, ένα σημείο στηρίξεως…» Αυτό σήμαινε την δημιουργία κράτους, πολιτικής οντότητας η οποία να διαφυλάσσει τα συμφέροντα του οικουμενικού Ελληνισμού και να συντονίζει, να συνενώνει τις ανά τον κόσμο Ελληνικές κοινότητες όπως ακριβώς το χταπόδι έχει τον έλεγχο των πλοκαμιών του.
Το κράτος λοιπόν οφείλει να προστατεύει και να διασφαλίζει τα συμφέροντα του έθνους αλλά το έθνος δεν είναι μόνον εντός των συνόρων. Το έθνος αποτελείται από πρόσωπα τα οποία (πρέπει να) διακονεί η πολιτική εξουσία. Όπως λοιπόν ο ιδιοκτήτης ενός σπιτιού έχει την εξουσία να επιλέγει τους υπηρέτες του σπιτιού έτσι και το όλον έθνος πρέπει να έχει την εξουσία να επιλέγει τους βουλευτές του οι οποίοι λέγονται και εθνικοί αντιπρόσωποι. Για να παραφράσω τον Ίωνα Δραγούμη αν το κράτος δεν υπηρετεί το έθνος τότε ή πρέπει να αλλάξει ή να χαθεί.
Στην Ελλάδα ισχύει το δίκαιον του αίματος (jus sanguinis) πράγμα που μεταφράζεται σε απλά ελληνικά ότι κάθε τέκνο γεννημένο από δύο Έλληνες γονείς ή έναν Έλληνα γονέα λαμβάνει αυτομάτως την ελληνική ιθαγένεια άρα έχει δικαίωμα ψήφου στην Ελλάδα. Το σημείο στο οποίο έγκειται το ζήτημα και η διαφωνία σχετικά με την ψήφο των ομογενών δεν είναι αν έχουν αυτό το δικαίωμα. Αυτό δε συζητείται, άλλωστε πολλοί εξ’ αυτών είναι γραμμένοι και στους εκλογικούς καταλόγους. Είναι ο τρόπος άσκησης του δικαιώματος, να μπορούν να ψηφίζουν στις χώρες τις οποίες διαμένουν ώστε να μην αναγκάζονται σε πολύωρες πτήσεις όσοι διαμένουν πχ. στις ΗΠΑ, στην Αυστραλία, τον Καναδά ή και αλλού.
Εκεί έγκειται η διαφωνία των δικαιωματιστών της αριστεράς. Δε θέλουν να διευκολύνουν τους ομογενείς στην άσκηση του δικαιώματός τους, με επιστολική ψήφο πχ. Οι ίδιοι άνθρωποι που εμφανίζονται προθυμότατοι να αγωνιστούν και να λιώσουν παπούτσια σε πορείες για τα δικαιώματα των ανθρώπων στη Νικαράγουα ή τη Μοζαμβίκη, οι ίδιοι που διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους για τους εν Ελλάδι αλλογενείς μετανάστες και πρόσφυγες, οι ίδιοι αυτοί όταν πρόκειται για τα δικαιώματα των ομογενών τους στο εξωτερικό προτιμούν να κάνουν τα στραβά μάτια.
Δεν είναι μόνο επειδή ξέρουν ότι οι ομογενείς στη μεγάλη πλειοψηφία τους δε στηρίζουν αριστερά. Άλλωστε μια τέτοια οπτική θα ήταν τελείως κοντόφθαλμη, με δεδομένο ότι ειδικά στην πολιτική η φράση “έχει ο καιρός γυρίσματα” είναι 100% ορθή. Το ζήτημα τους είναι πολύ βαθύτερο. Η ελληνική ομογένεια συμβολίζει όλα αυτά που η αριστερά απεχθάνεται.
Ο απόδημος Ελληνισμός, οι άνθρωποι δηλαδή που έφυγαν από τη χώρα τους και έφτιαξαν μια νέα, καλύτερη ζωή στο εξωτερικό, εκφράζει και συμβολίζει καταρχάς την ατομική πρόοδο. Οι άνθρωποι που ξεκίνησαν από το τίποτα και κατάφεραν να αναδειχθούν και να κάνουν περιουσίες σε μια ξένη κοινωνία, ή οι άνθρωποι που θεώρησαν ότι απλά αξίζουν περισσότερα, διεκδίκησαν την τύχη τους σε άλλους τόπους, αξιοποίησαν τα προσόντα και τις ικανότητες που δε μπορούσαν να αξιοποιήσουν στην Ελλάδα και πέτυχαν, οι άνθρωποι αυτοί στην αριστερά φέρνουν αλλεργία. Γιατί η αριστερά δε μπορεί να δεχθεί τη δυνατότητα ενός ανθρώπου να ξεφύγει από τη μιζέρια και να αναδειχθεί από το σύνολο, δε μπορεί να δεχθεί ότι η ατομική πρόοδος είναι δυνατή ως αποτέλεσμα δουλειάς και βούλησης. Στην αριστερά δεν αρέσει η ατομική πρόοδος, η προκοπή που λέμε, είναι πολύ συντηρητική για τα γούστα της. Υπό το πρίσμα αυτό είναι λογικό να βλέπει με καχυποψία το σύνολο αυτό ανθρώπων που πρόκοψαν, και να μη θέλει πολλά-πολλά μαζί τους.
Ακόμα περισσότερο δε, η αριστερά απεχθάνεται αυτό που αποδεικνύει η επιτυχία του απόδημου Ελληνισμού στο εξωτερικό. Το γεγονός ότι υπάρχουν κοινωνίες που δεν πάσχουν από τα σύνδρομα που δυστυχώς έχει προκαλέσει σε εμάς η εν Ελλάδι αριστερά, κοινωνίες που δεν καταργούν το άτομο για το σύνολο, κοινωνίες γενικά που δίνουν τη δυνατότητα στα μέλη τους να αναδειχθούν και να μεγαλουργήσουν. Αυτές οι κοινωνίες ενδεχομένως να κάνουν κάτι καλύτερα από τη δική μας, στην οποία η αριστερά κυριαρχεί ιδεολογικά εδώ και δεκαετίες. Και αυτό, ότι άνθρωποι σε άλλες κοινωνίες πέτυχαν καλύτερα απ’ ό, τι εδώ, δεν αρέσει στην αριστερά. Όπως δεν της αρέσει και οτιδήποτε αμφισβητεί το δόγμα και τις ιδεοληψίες της.
Παρά την επιτυχία τους στο εξωτερικό όμως οι περισσότεροι ομογενείς δεν ξέχασαν την Ελλάδα. Για αυτό άλλωστε αντί να αφομοιωθούν πλήρως με τις κοινωνίες που πήγαν διατήρησαν τις δικές τους, ελληνικές νησίδες. Γι’ αυτό έμαθαν στους ξένους τα έθιμα, τον τρόπο ζωής και την ιστορία μας. Και τα διατηρούν και τα τιμούν ακόμα. Για αυτό ενίσχυαν και ενισχύουν την Ελλάδα και τους ανθρώπους τους εδώ όποτε μπορούν, με κάθε τρόπο. Για αυτό στο τέλος-τέλος συνεχίζουν να έρχονται εδώ διακοπές.
Με όλους αυτούς τους τρόπους αποδεικνύουν ότι η έννοια της πατρίδας υπάρχει, δεν είναι φαντασιακή, ούτε αποτελεί ένα κατασκεύασμα για τις μάζες, όπως νομίζει η αριστερά. Και το αποδεικνύουν γιατί οι ίδιοι τη διατηρούν μέσα τους. Αποδεικνύουν ότι υπάρχει ακόμα αυτός ο αρχέγονος δεσμός που ενώνει τους ομοεθνείς μεταξύ τους και με τον τόπο τους. Και ότι το σύνολο στο οποίο τελικά ανήκεις δεν εξαρτάται αποκλειστικά από τον τόπο διαμονής σου, ούτε από το οικονομικό σου επίπεδο, όπως θέλει η αριστερά να ευαγγελίζεται. Αντιθέτως υπάρχει κάτι βαθύτερο και αρχαιότερο που ενώνει. Για αυτό οι Έλληνες του εξωτερικού συνεχίζουν να κρατάνε δεσμούς μεταξύ τους και με την Ελλάδα. Ακόμα κι αν λείπουν από αυτή δεκαετίες, ακόμα κι αν δεν έχουν καν γεννηθεί εδώ και έχουν μεγαλώσει εκεί. Αγαπάνε την Ελλάδα χωρίς συγκεκριμένο λόγο, αδικαιολόγητα, σε πολλές περιπτώσεις χωρίς να έχουν λάβει τίποτα από αυτή. Απλά επειδή είναι πατρίδα τους, και τη νιώθουν έτσι. Σε πολλές περιπτώσεις την αγαπάνε και τη στηρίζουν περισσότερο και από τους εν Ελλάδι κατοικούντες. Επειδή η πατρίδα λείπει περισσότερο όταν είναι μακριά.
Αυτό το πράγμα, το γεγονός ότι οι ομογενείς αγαπάνε την πατρίδα τους πέρα από κάθε λογική, πέρα ακόμα περισσότερο από την υλιστική λογική που ασπάζεται η αριστερά, η αριστερά δεν το αντέχει. Γιατί αποτελεί ακόμα έναν από τους παράγοντες που καταρρίπτουν το δόγμα και τις ιδεοληψίες της, και τοποθετούν τους ανθρώπους σαν κάτι περισσότερο από τις οικονομικές οντότητες που βλέπει. Για αυτό δε μπορεί να τους απευθυνθεί και να τους συγκινήσει, για αυτό δε θέλει και να ψηφίζουν.
Για αυτό δε θέλει η αριστερά να ψηφίζουν οι ομογενείς. Όχι απλά επειδή δεν περιμένει ιδιαίτερη εκλογική στήριξη από αυτούς, κάτι που άλλωστε μπορεί να αλλάξει. Αλλά επειδή αυτά που ευαγγελίζεται και συμβολίζει εμπράκτως ο απόδημος Ελληνισμός η αριστερά τα απεχθάνεται. Και κατά βάθος δε θα ήθελε να ψηφίζουν ούτε όσοι τα πρεσβεύουν και τα εκπροσωπούν στο εσωτερικό. Σε αυτό είναι συνεπής. Η διαφορά όμως είναι ότι με τους δεύτερους δεν έχει (ακόμα) τη δυνατότητα να τους αποκλείσει. Ενώ με τους πρώτους την έχει.