Monday 30 September 2024
Αντίβαρο
Χρήστος Γιανναράς

Οι ανέορτοι διαχειριστές της Γιορτής

Η θρησκειοποίηση του εκκλησιαστικού γεγονότος μοιάζει να κυριαρχεί
στον ελληνικό χώρο σήμερα. Να θυμίσω: η θρησκεία είναι γέννημα της
ατομοκεντρικής φύσης του ανθρώπου, ανάγκη ορμέμφυτη, ενστικτώδης.
Γεννάει την ανάγκη ο πανικός μπροστά στο αίνιγμα του θανάτου, η αοπλία
του ανθρώπου απέναντι στο «κακό»: στην αδικία, στο μίσος, στην
ιδιοτέλεια του «άλλου», στην αρρώστια, στη φθορά, στον κίνδυνο.
Κακεντρεχής, ίσως, όμως αποκαλυπτική η παρατήρηση ότι «μέσα σε ένα
αεροπλάνο που μπαίνει σε ζώνη αναταράξεων, δεν υπάρχει κανένας άθεος»!

Η
Εκκλησία εμφανίστηκε στην Ιστορία ως άρνηση των όρων της ορμέμφυτης
αναγκαιότητας, στους αντίποδες της θρησκείας. Δεν είναι θωράκιση του
εγώ, είναι «κοινόν άθλημα», μετοχή σε αγώνισμα αλλαγής του «τρόπου της
ύπαρξης». Οχι αλλαγής της συμπεριφοράς και ηθικοποίησης του χαρακτήρα,
στόχος είναι να αλλάξει ο τρόπος που υπάρχει ο άνθρωπος.

Η λέξη
είχε χρησιμοποιηθεί από τους Ελληνες για να δηλώσει τον «δήμο» ως
«πόλη»: τη μετάβαση από την «κοινωνίαν της χρείας» στην «κοινωνίαν του
αληθούς». Η Εκκλησία του Δήμου δεν ήταν απλώς μια συνέλευση για
ανταλλαγή γνωμών και απόψεων, ήταν πριν από κάθε τι άλλο, γεγονός
πραγμάτωσης και φανέρωσης της «πόλεως», ενός άλλου τρόπου ύπαρξης και
συνύπαρξης:

Να συνυπάρχουμε όχι μόνο για να κοινωνούμε τη χρεία,
τη χρησιμότητα του «καταμερισμού της εργασίας» (της Arbeitsteilung, που
έλεγε ο Μαρξ), αλλά για την ελεύθερη, αυτοπροαίρετη μετοχή στην κοινή
προσπάθεια να «αληθεύει» ο βίος: Να πραγματώνει τον τρόπο του «αληθούς»,
του πραγματικά υπαρκτού, τρόπο ύπαρξης ελεύθερον από αναγκαιότητες
φθοράς και θανάτου – τρόπο του «αθανατίζειν». Και «αληθές» για τους
Ελληνες ήταν ο «ξυνός (κοινός) λόγος»: η λογικότητα, αιώνια και
αμετάλλαχτη, των σχέσεων αρμονικής συνύπαρξης των υπαρκτών, αυτή που
αναδείχνει το σύμπαν σε «κόσμον» – κόσμημα.

Η χριστιανική εμπειρία
βρήκε στην ελληνική λέξη «Εκκλησία», από την πρώτη στιγμή, τη
δυνατότητα να δηλώσει και τη δική της θεσμική ταυτότητα: Δεν ήταν μια
καινούργια θρησκεία (ατομικές πεποιθήσεις, ατομική ηθική, προσπάθεια
ατομικής σωτηρίας), ήταν και πάλι ένα «κοινόν άθλημα» για την πραγμάτωση
και φανέρωση του «αληθούς». Μόνο που τώρα το «αληθές» δεν ήταν η
ανερμήνευτα δεδομένη (δίκην ειμαρμένης) συμπαντική λογικότητα (αδήριτος
υπαρκτικός προκαθορισμός κάθε έκφανσης του υπάρχειν). Ηταν η «προσωπική»
καταγωγή και αφετηρία του υπαρκτικού γεγονότος, η Αιτιώδης Αρχή του
υπαρκτού ως ελευθερία από κάθε αναγκαίο προκαθορισμό φύσεως ή ουσίας,
ενεργητική πραγμάτωση αυθυπερβατικής ετερότητας: η ύπαρξη που
αυτοπραγματώνεται ως αγάπη.

Για την εκκλησιαστική εμπειρία και
μαρτυρία η αγάπη δεν είναι συμπεριφορική αρετή, ατομικό ηθικό ιδίωμα.
Είναι ο τρόπος τής όντως υπάρξεως, ο τρόπος της ελευθερίας από
υπαρκτικούς περιορισμούς και αναγκαιότητες. Η φυσική νομοτέλεια
αντιστρατεύεται τον λογικό – θελητικό αυτοκαθορισμό και πεδίο
υποστατικής πραγμάτωσης της φυσικής νομοτέλειας είναι το φυσικό άτομο – η
ατομική ύπαρξη ενεργείται με αναγκαίες ενορμήσεις ιδιοτέλειας (ιδίου
τέλους): η ορμή της αυτοσυντήρησης, της κυριαρχίας, της ηδονής υπηρετούν
το άτομο ως υπαρκτικό αυτοσκοπό. Η αν-ιδιοτέλεια, η προτεραιότητα της
σχέσης, της κοινωνούμενης ύπαρξης, είναι το μόνο ενδεχόμενο υπαρκτικής
ελευθερίας που μπορεί να σημάνει η ανθρώπινη γλώσσα. Είναι η αγάπη.

Ο
Θεός της εκκλησιαστικής εμπειρίας και μαρτυρίας «αγάπη εστί». Οχι
«έχει» αγάπη, αλλά «είναι» αγάπη, η ύπαρξή του δεν καθορίζεται από τη
νομοτέλεια φύσης, έστω θεϊκής, πραγματώνεται ως ελευθερία, έλλογη
αυτοσυνείδητη ελευθερία, δηλαδή αγάπη. Είναι ο Πατήρ: η λέξη δεν δηλώνει
φυσικό άτομο (Δίας, Απόλλων), δηλώνει σχέση: Υπάρχει, επειδή ελεύθερα
θέλει να υπάρχει, και τη θέλησή του την «υποστασιάζει» (την κάνει
υπαρκτική πραγματικότητα) «γεννώντας» τον Υιό και «εκπορεύοντας» το
Πνεύμα – τριαδική, αγαπητική η Αιτιώδης Αρχή της ύπαρξης, θρίαμβος
ελευθερίας.

Από πού τα συνάγει όλα αυτά η εκκλησιαστική μαρτυρία:
από υποθετικούς συλλογισμούς (suppositiones) και ευρήματα φαντασίας;
Πριν από την αλλοτρίωση και θρησκειοποίησή της η μαρτυρία της Εκκλησίας
είναι μόνο εμπειρική κατάθεση, δηλαδή πρωτίστως Γιορτή: «Ο ακηκόαμεν, ο
εωράκαμεν τοις οφθαλμοίς ημών, ο εθεασάμεθα και αι χείρες ημών
εψηλάφησαν», αυτό μόνο ευγγελιζόμαστε. Οτι ο Θεός είναι ελευθερία,
δηλαδή αγάπη, δηλαδή ελεύθερος και από τη θεότητά του, δηλαδή βρέφος
κείμενον εν σπαργάνοις, εν Βηθελεέμ της Ιουδαίας. Σε χρόνο ιστορικό,
ακριβέστατα προσδιορισμένον: «Εν έτει πέντε και δεκάτω της ηγεμονίας
Τιβερίου Καίσαρος, ηγεμονεύοντος Ποντίου Πιλάτου της Ιουδαίας και
τετραρχούντος της Γαλιλαίας Ηρώδου, Φιλίππου δε του αδελφού αυτού
τετραρχούντος της Ιτουραίας» – στο απόγειο η ακρίβεια της ευσυνειδησίας
του ιστορικού.

Υπάρχει απόηχος αυτής της εμπειρικής μαρτυρίας στην
Ελλάδα σήμερα; Μέγιστο, αν και μάλλον ανεπίγνωστο δώρημα ότι λειτουργεί
ακόμα το τυπικό έστω της Γιορτής: Η λατρευτική δραματουργία, η
ιλιγγιώδης ποίηση, η συναρπαστική ετερότητα της μουσικής γλώσσας συνήθως
παρεφθαρμένη. Αλλά το εκκλησιαστικό γεγονός, επίσημα πάντοτε και
αναντίρρητα, μένει θρησκειοποιημένο – δεν μοιάζει να υπάρχει ίχνος
αντίρρησης που το Σύνταγμα ορίζει την Εκκλησία σαν «επικρατούσα
θρησκεία». Επίσκοποι και πρεσβύτεροι περιφέρουν στολή θρησκευτικής
εξουσίας σαν τους Αγιατολάχ, το κράτος λογαριάζει σαν Εκκλησία τη
διοικητική οργάνωση του θεσμού, όχι το λαϊκό σώμα.

Το πιο
απελπιστικό: Ο επίσημος εκκλησιαστικός λόγος είναι απόλυτα υποταγμένος
στην ανάγκη να αποδείξει τη χρησιμότητά του, όχι να μαρτυρήσει
εμπειρικές ψηλαφήσεις νοήματος της ύπαρξης και της συνύπαρξης, της ζωής
και του θανάτου. Είναι λόγος σταματημένος στην «κοινωνία της χρείας»,
παγιδευμένος στις απαιτήσεις του κυρίαρχου Ιστορικού Υλισμού.
Κουκουλώνει σκάνδαλα «κοινωφελών» ιδρυμάτων της επισκοπικής ματαιοδοξίας
μετονομάζοντάς τα, ανέχεται να καθορίζουν τη ζωή της Εκκλησίας
χρηματολάγνοι λογιστές της συμφοράς, να εξαντλούν το έργο της σε
χρησιμοθηρικό ακτιβισμό.

Αλλά η Γιορτή λειτουργεί και ερήμην των
διαχειριστών της. Το μεσότοιχο του φραγμού ανάμεσα στην ελευθερία και
στη νομοτέλεια αναιρέθηκε «εν φάτνη αλόγων». Η αξιοποίηση της αναίρεσης
είναι συνάρτηση της δωρηματικής ελευθερίας.

http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_columns_2_26/12/2010_426799

.

5 comments

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΟΚΚΑΛΙΔΗΣ 5 January 2011 at 12:56

ΑΝΑΡΩΤΙΕΜΑΙ ΓΙΑΤΙ Ο ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ ΣΤΕΚΕΤΑΙ ΚΡΙΤΙΚΑ ΚΑΙ ΑΠΟΔΟΚΙΜΑΣΤΙΚΑ ΣΤΟΝ ”ΕΠΙΣΗΜΟ”ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟ ΛΟΓΟ,ΚΑΙ ΔΕΝ ΑΝΑΖΗΤΕΙ ΤΟΝ ”ΑΝΕΠΙΣΗΜΟ”ΛΟΓΟ,ΠΟΥ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΒΡΗ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΠΙΟ ”ΑΠΛΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΓΕΙΤΟΝΙΑΣ”.
ΑΝΑΡΩΤΙΕΜΑΙ ΕΠΙΣΗΣ ΣΕ ΠΟΙΟΝ ΝΑΟ ΕΚΚΛΗΣΙΑΖΕΤΑΙ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝΕΙ ΤΗΝ ”ΚΟΙΝΗΝ ΑΘΛΗΣΙΝ”.ΣΤΗΝ ΕΝΟΡΙΑ ΤΟΥ Η ΣΕ ΚΑΠΟΙΟΝ ΣΟΦΙΣΤΙΚΕ ΝΑΟ ΟΜΟΙΔΕΑΤΩΝ ΤΟΥ?

Reply
Ανώνυμος14 5 January 2011 at 13:54

Κύριε Κοκκαλίδη, δεν αντιλαμβάνομαι τον λόγο της κριτικής, ειδικά εφόσον όπως φαίνεται δεν έχετε ιδέα περί τίνος πρόκειται. Κάποια μύγα θα έχετε και θα μυγιαστήκατε. Ο Γιανναράς αυτά τα γράφει δεκαετίες τώρα. Και ναι, έχει ενορία όπου εκκλησιάζεται τακτικά. Δεν έχει λόγο όμως να αυτοδιαφημιστεί σ’ αυτό. Οι οικείοι του τον γνωρίζουν πολύ καλά. Τα έχει γράψει άλλωστε και σε αυτοβιογραφικά του πονήματα, τα οποία βλέπω αγνοείτε παντελώς. Η αφ’ υψηλού και εκ του ασφαλούς κριτική είναι αβάσιμη και μάλλον απαράδεκτη. Πείτε μας καλύτερα ποια μύγα σας άγγιξε να το συζητήσουμε.

Reply
ΠΑΝΑΓ.ΚΟΚΚΑΛΙΔΗΣ 6 January 2011 at 16:00

ΑΝΩΝΥΜΕ 14
ΔΕΝ ΠΡΟΕΡΧΟΜΑΙ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΑΡΑΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΕΣ ΟΡΓΑΝΩΣΕΙΣ,ΚΑΙ Ο ΧΩΡΟΣ ΤΗΣ ”ΝΕΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ”ΔΕΝ ΜΟΥ ΦΑΝΗΚΕ ΠΟΤΕ ΕΛΚΥΣΤΙΚΟΣ.
ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΜΠΗΚΑ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΜΑΚΡΕΣ ΕΠΩΔΥΝΕΣ ΚΑΙ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΕΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ ΑΝΑΖΗΤΗΣΕΙΣ
ΚΑΙ Ο κ.ΓΙΑΝΝΑΡΑΣ ΔΕΝ ΜΕ ΑΠΟΣΧΟΛΗΣΕ ΕΞ’ΑΡΧΗΣ ΕΠΕΙΔΗ ΜΕ ΑΠΟΣΧΟΛΗΣΕ ΠΟΛΥ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ Η ΠΑΤΕΡΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ,ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΜΕ ΑΞΙΩΣΕ Ο ΘΕΟΣ ΝΑ ΓΝΩΡΙΣΩ ΣΕΣΑΡΚΩΜΕΝΗ ΣΕ ΠΡΟΣΩΠΑ ΑΓΙΩΝ ΓΕΡΟΝΤΩΝ ΣΤΟ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ ΣΤΑ 85-95,ΑΥΤΩΝ ΠΟΥ ΠΟΛΛΟΙ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΘΙΑΣΩΤΕΣ ΤΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΖΟΥΝ
ΣΗΜΕΡΑ ΩΣ ΤΑΛΙΜΠΑΝ ΚΑΙ ΟΠΙΣΘΟΔΡΟΜΙΚΟΥΣ,ΜΗ ΕΧΟΝΤΑΣ ΙΔΕΑ ΒΕΒΑΙΩΣ ΓΙΑ ΤΟ ΤΙ ΛΕΝΕ ΚΑΙ ΓΡΑΦΟΥΝ.ΚΑΙ ΠΙΣΤΕΨΤΕ ΜΕ,ΓΝΩΡΙΖΩ ΚΑΛΑ ΚΑΙ ΠΟΛΛΟΥΣ ΕΞ’ΑΥΤΩΝ.
ΤΟΝ κ.ΓΙΑΝΝΑΡΑ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΩ ΑΠΟ ΤΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΚΥΡΙΩΣ,ΚΑΙ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΕΙΣΠΡΑΤΩ ΕΙΝΑΙ ΑΝΑΚΥΚΛΟΥΜΕΝΗ ΑΠΕΛΠΙΣΙΑ,ΜΕΜΨΙΜΟΙΡΙΑ,ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΩΝ ΠΑΝΤΩΝ,ΕΛΙΤΙΣΜΟ,ΚΑΤΑΓΓΕΛΛΙΕΣ ΧΩΡΙΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ,ΥΠΕΡΒΟΛΗ,ΚΑΙ ΚΥΡΙΩΣ ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΣΤΑΣΗ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΕ ΚΑΘΕ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟ ΔΕΔΟΜΕΝΟ,Η ΟΠΟΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΠΟΨΗ ΜΟΥ ΥΠΟΚΡΥΠΤΕΙ ΕΓΩΙΣΜΟ[ΕΜΕΙΣ ΘΑ ΔΙΟΡΘΩΣΟΥΜΕ ΤΑ ΚΑΚΩΣ ΚΕΙΜΕΝΑ]ΚΑΙ ΚΑΙ ΕΛΛΕΙΨΗ ΑΓΑΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ.
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ”ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΗΣ ΘΡΗΣΚΕΙΑΣ”[ΟΠΩΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΟΜΟΙΔΕΑΤΟΥ ΤΟΥ”ΤΟ ΑΔΙΑΝΟΗΤΟ ΤΙΠΟΤΑ”-ΟΝΤΩΣ ΑΔΙΑΝΟΗΤΟ]ΕΙΝΑΙ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΣΤΑΣΗΣ ΤΟΥ.
ΑΝ ΠΑΡΑΣΥΡΜΕΝΟΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΘΙΑΣΩΤΕΣ ΤΟΥ[ΠΟΥ ΠΟΛΛΟΙ ΕΞ’ΑΥΤΩΝ ΑΠΟΦΕΥΓΟΥΝ ΤΙΣ ΕΝΟΡΙΕΣ ΤΟΥΣ ΟΠΩΣ Ο ΔΙΑΒΟΛΟΣ ΤΟ ΛΙΒΑΝΙ ΚΑΙ ΠΡΟΤΙΜΟΥΝ ΣΟΦΙΣΤΙΚΕ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΜΠΙΖ-ΜΠΙΖΕ]ΑΠΟΔΕΙΚΝΥΟΜΑΙ ΛΑΝΘΑΣΜΕΝΟΣ,ΣΑΣ ΖΗΤΩ ΣΥΓΝΩΜΗΝ ΕΦ’ΟΣΟΝ ΑΙΣΘΑΝΕΣΘΕ ΟΤΙ ΘΕΛΕΤΕ ΝΑ ΤΟΝ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΘΗΤΕ.
ΚΑΝΕΙΣ ΜΑΣ ΔΕΝ ΠΑΡΑΓΝΩΡΙΖΕΙ ΤΟ ΓΕΓΟΝΟΣ ΟΤΙ ΣΤΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΖΩΗ ΣΗΜΕΡΑ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΠΟΛΛΕΣ ΣΤΡΕΒΛΩΣΕΙΣ,ΠΟΥ ΠΡΟΕΡΧΟΝΤΑΙ ΚΥΡΙΩΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΤΕΝΗ ΚΑΙ ΑΝΟΜΗ ΣΧΕΣΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΕ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ.
ΟΠΟΙΟΣ ΑΓΑΠΑ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ,ΕΧΕΙ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΠΟΨΗ ΜΟΥ ΔΥΟ ΜΟΝΟΝ ΕΠΙΛΟΓΕΣ.
Η ΠΡΩΤΗ ,ΝΑ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΕΙ ΥΠΟΦΕΡΟΝΤΑΣ ,ΠΡΟΣΕΥΧΟΜΕΝΟΣ,ΚΑΙ ΛΕΓΟΝΤΑΣ ΚΑΙ ΔΥΟ ΑΓΑΠΗΤΙΚΕΣ ΚΟΥΒΕΝΤΕΣ ΠΡΟΣ ΟΙΚΟΔΟΜΗΝ ΑΝ ΤΟ ΦΕΡΕΙ Η ΠΕΡΙΣΤΑΣΗ,ΚΑΙ ΥΠΑΡΧΕΙ ΚΑΙ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΛΟΓΟΥ.
Η ΔΕΥΤΕΡΗ[ΚΑΙ ΜΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΚΟΠΟ ΒΕΒΑΙΩΣ]Η ΕΙΣΟΔΟΣ ΣΤΙΣ ΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥ ΚΛΗΡΟΥ,ΩΣΤΕ ΝΑ ΥΠΑΡΞΗ ΚΑΠΟΤΕ Η ΚΑΛΗ ΑΛΛΟΙΩΣΙΣ ΕΣΩΘΕΝ.ΑΠΟ ΟΣΟ ΓΝΩΡΙΖΩ ΔΕ,ΠΟΛΛΟΙ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΘΑΥΜΑΣΤΕΣ ΤΟΥ κ.ΓΙΑΝΝΑΡΑ ΕΧΟΥΝ ΚΑΙ ΤΙΣ ΤΥΠΙΚΕΣ[ΕΑΝ ΑΝΤΙΛΑΜΒΑΝΕΣΘΕ]ΠΡΟΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΚΑΤΙ ΤΕΤΟΙΟ.
Η ΕΠΙΛΟΓΗ ΤΗΣ ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΠΟΔΟΜΗΣΗΣ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΚΑΡΠΟ,ΒΑΡΥΝΕΙ ΤΗΝ ΨΥΧΗ ΜΑΣ ΒΑΡΥΝΕΙ ΚΑΙ ΤΙΣ ΨΥΧΕΣ ΤΩΝ ΑΛΛΩΝ.
ΑΥΤΗ ΛΟΙΠΟΝ ΑΓΑΠΗΤΕ ΑΝΩΝΥΜΕ 14 ΕΙΝΑΙ Η ΜΥΓΑ ΠΟΥ ΜΕ ΤΣΙΜΠΗΣΕ.
Ο ΕΠΙΦΑΝΗΣ ΘΕΟΣ ΣΗΜΕΡΟΝ ΑΣ ΦΩΤΙΖΕΙ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΕΥΕΙ ΟΛΟΥΣ ΟΣΟΥΣ ΑΓΑΠΟΥΝ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΣΑΝ ΜΑΝΑ ΤΟΥΣ.

Reply
Ανώνυμος14 6 January 2011 at 17:43

Σεβαστές οι απόψεις σας. Θα σχολίαζα τα εξής.

Όποιος διαβάζει μόνο τις επιφυλλίδες του Γιανναρά ουσιαστικά αγνοεί το έργο του.
Μην στέκεστε στον τίτλο του βιβλίου “Ενάντια στη Θρησκεία”. Χρησιμοποιεί τον όρο “θρησκεία” με δική του έννοια. Διαβάστε το και θα δείτε.
Τέτοιες σοφιστικές εκκλησίες δεν υπάρχουν. Ο Γιανναράς εκκλησιάζεται τακτικά σε απλές εκκλησίες. Διαβάστε τα “καθ’ εαυτόν” που έχει γράψει προ 25ετίας.
Μη γράφετε με κεφαλαία. Είναι σαν να φωνάζετε!!

Reply
ΠΑΝΑΓ.ΚΟΚΚΑΛΙΔΗΣ 6 January 2011 at 23:22

ΑΝΩΝΥΜΕ 14
ΔΕΝ ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΑ ΤΟΝ ΤΙΤΛΟ ΤΟΥ ΓΝΩΣΤΗ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΟΥ κ.ΓΙΑΝΝΑΡΑ.
”ΕΞ’ΟΝΥΧΟΣ ΓΝΩΣΕΤΑΙ ΤΙΣ ΤΟΝ ΛΕΟΝΤΑ”.
Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΔΕΝ ΕΜΦΑΝΙΣΘΗΚΕ ΣΤΟΥΣ ΑΝΤΙΠΟΔΕΣ ΤΗΣ ΘΡΗΣΚΕΙΑΣ ΩΣ ΑΝΑΓΚΗΣ ΚΑΙ ΠΑΝΙΚΟΥ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟ ΑΙΝΙΓΜΑ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ,ΑΛΛΑ ΚΟΜΙΖΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΙΣΤΗ ΣΤΗΝ ΑΝΑΣΤΑΣΗ,ΥΠΕΡΕΒΗ [ΚΑΙ ΟΧΙ ΚΑΘΗΣΥΧΑΣΕ ]ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟ ΠΑΝΙΚΟ.
Η ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΥΠΗΡΧΕ ΥΠΑΡΧΕΙ ΚΑΙ ΘΑ ΥΠΑΡΧΕΙ ΕΣ ΑΕΙ ΕΙΤΕ ΩΣ ΜΕΓΑΛΟΦΩΝΗ ΚΡΑΥΓΗ ΕΝ ΤΩ ΚΟΣΜΩ, ΕΙΤΕ ΩΣ ΑΝΕΠΑΙΣΘΗΤΟΣ ΨΙΘΥΡΟΣ ΣΤΙΣ ΚΑΡΔΙΕΣ ΤΩΝ ΠΙΣΤΩΝ,ΚΑΙ ΠΟΤΕ ΩΣ ΑΠΟΗΧΟΣ.ΕΔΩ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΟΥ κ.ΓΙΑΝΝΑΡΑ,ΟΤΙ ΘΡΗΝΕΙ ΔΗΛΑΔΗ ΓΙΑ ΚΑΤΙ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΘΕΩΡΕΙ ΜΑΚΡΥΝΟ ΚΑΙ ΧΑΜΕΝΟ[ΑΝΑΚΑΛΥΠΤΟΝΤΑΣ ΜΑΛΙΣΤΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΥΠΑΙΤΙΟΥΣ ΤΗΣ ΑΠΩΛΕΙΑΣ],ΕΝΩ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΟΛΟΖΩΝΤΑΝΟ ΜΠΡΟΣΤΑ ΤΟΥ.
Ο ΚΩΜΙΚΟΤΡΑΓΙΚΟΣ ΔΗΜΟΣΙΟΣ ΛΟΓΟΣ ΕΝΟΣ ΙΕΡΑΡΧΟΥ[ΦΕΡΟΝΤΟΣ ΜΑΛΙΣΤΑ ΤΟΝ ΒΑΘΜΟ ΤΟΥ ΣΤΡΑΤΗΓΟΥ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΚΕΙΜΕΝΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ],ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΑΜΕΛΗΤΕΟΣ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΗΝ ΕΛΕΗΜΟΝΑ ΚΑΡΔΙΑ ΕΝΟΣ ΑΠΛΟΙΚΟΥ ΠΙΣΤΟΥ ΠΟΥ ΧΥΝΕΙ ΕΝΑ ΔΑΚΡΥ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΟΝΟ ΤΟΥ ΔΙΠΛΑΝΟΥ ΤΟΥ.
ΝΑΙ ,ΑΝ ΤΟ ΘΕΛΕΙ Ο κ.ΓΙΑΝΝΑΡΑΣ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ Η ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΣΤΗΝ ΧΡΕΙΑ ΤΟΥ ΑΛΛΟΥ ΠΟΥ ΜΑΣ ΚΑΝΕΙ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΠΡΙΝ ΜΑΣ ΚΑΝΕΙ ΦΙΛΟΣΟΦΟΥΝΤΕΣ ΚΑΙ ΘΕΟΛΟΓΟΥΝΤΕΣ.
ΚΑΙ ΚΑΤΙ ΑΚΟΜΗ ΑΓΑΠΗΤΕ ΑΝΩΝΥΜΕ 14.Η ΠΑΙΔΕΙΑ ΠΟΥ ΦΑΙΝΕΤΑΙ ΝΑ ΔΙΑΘΕΤΕΤΕ ΩΣ ΓΝΩΣΤΗΣ ΜΑΛΙΣΤΑ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΟΥ κ.ΓΙΑΝΝΑΡΑ,ΔΕΝ ΣΥΝΑΔΕΙ ΜΕ ΤΟ ΑΠΟΤΟΜΟ ΚΑΙ ΕΠΙΤΙΜΙΤΙΚΟ ΣΑΣ ΣΧΟΛΙΟ ΓΙΑ ΤΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΜΟΥ.ΑΠΟΔΕΧΘΕΙΤΕ ΤΗΝ ΧΡΕΙΑΝ ΜΟΥ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΔΥΝΑΜΙΑ ΜΟΥ ΕΠ’ΑΥΤΟΥ.
ΧΑΙΡΕΤΕ.

Reply

Leave a Comment

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.