του Ιωάννη Κουζίου,
Πολλοί υπερτονίζουν την αξία της ναυμαχίας του Ναυαρίνου, θεωρώντας της ως το στρατιωτικό εκείνο γεγονός που έσωσε την επανάσταση του 21 και έδωσε τέρμα στον αγώνα των Ελλήνων για την ανεξαρτησία τους. Πρέπει όμως να αναφέρουμε ότι και μετά την ναυμαχία η επανάσταση συνεχίστηκε για δύο ακόμα έτη. Συγκεκριμένα ο Ιμπραήμ παρέμεινε στην Πελοπόννησο, προσπαθώντας να καταπνίξει την επανάσταση, έως το 1829 που εκδιώχθηκε από τους Γάλλους υπό τον στρατηγό Μαιζών[1]. Ενώ ο σουλτάνος παρά την μεγάλη καταστροφή του τουρκοαιγυπτιακού στόλου, αρνήθηκε να δεχθεί οποιαδήποτε συνθήκη σε διπλωματικό επίπεδο, όπως την συνθήκη του Λονδίνου της 6ης Ιουλίου 1827 που αναγνώριζε αυτόνομο ελληνικό κράτος υπό την επικυριαρχία του, συνεχίζοντας τον πόλεμο με τους επαναστατημένους Έλληνες[2]. Συγκεκριμένα όπως αναφέρει ο Σ. Καργάκος όταν οι τρείς πρεσβευτές των μεγάλων δυνάμεων επισκέφθηκαν στην Κωνσταντινούπολη τον υπουργό εξωτερικών Μεχμέτ Περτέφ δηλώνοντάς του ότι είναι προς το συμφέρον όλων να αποδεχθεί τους όρους της Συνθήκης , ο Περτέφ απάντησε πως « η υποταγή είναι η μόνη λέξη για τους Έλληνες»[3].
Η αλήθεια είναι ότι ο Ρώσσοτουρκικός πόλεμος που ξέσπασε το 1828 και τερματίστηκε το 1829 με την συνθήκη της Ανδριανούπολης είναι το στρατιωτικό εκείνο γεγονός που ουσιαστικά συνέβαλλε στην ανεξαρτησία των Ελλήνων. Στις 14 Αυγούστου του 1829 ο ρωσικός στρατός υπό τον στρατηγό Δέιβιτς εισήλθε στην Ανδριανούπολη και εάν οι Οθωμανοί δεν υπέγραφαν την Συνθήκη, οι ρωσικές δυνάμεις θα έμπαιναν και στην Πόλη[4]. Οι πρεσβευτές της Αγγλίας και της Γαλλίας ήθελαν το ελληνικό ζήτημα να λυθεί με την σύμφωνη γνώμη τους, όμως ο Ρώσος στρατηγός είχε ρητές διαταγές από τον τσάρο Νικόλαο να συμπεριλάβει στην συνθήκη και το ελληνικό ζήτημα σύμφωνα με όσα όριζε το πρωτόκολλο της 22 Μαρτίου 1829, αυτό άλλωστε ήταν κάτι που είχε υποσχεθεί ο ίδιος ο τσάρος στον Καποδίστρια μέσω του Βούλγαρη[5]. Έτσι η Υψηλή Πύλη υπό την πίεση των στρατιωτικών εξελίξεων υπέγραψε μέσω των εκπροσώπων της στο στρατηγείο του Ρώσου στρατηγού Δέιβιτς στην Ανδριανούπολη το κείμενο της ομώνυμης συνθήκης στις 14 Σεπτεμβρίου 1829. Με την συνθήκη ο σουλτάνος αναγκάστηκε να αποδεχθεί όχι μόνο την συνθήκη του Λονδίνου της 6 Ιουλίου 1827 αλλά και το Πρωτόκολλο του Μαρτίου του 1829 που καθόριζε τα σύνορα του ελληνικού κράτους στην γραμμή Παγασητικού-Άρτας, γεγονός που είχε εισηγηθεί η Ρωσία κατά την υπογραφή του Πρωτοκόλλου[6]. Πράγματι η συνθήκη της Ανδριανούπολης είναι πολύ σημαντική γιατί για πρώτη φορά ο σουλτάνος αναγνώριζε την Ελλάδα ως κράτος, ενώ παράλληλα το άρθρο 10 της συνθήκης έδινε λύση στο ελληνικό ζήτημα.
Ιωάννης Κουζίου
Ιστορικός ερευνητής, Π.Ε. Ελληνικού Πολιτισμού.
[1] Σ.Καργάκος., «Ο απόηχος και η σημασία της ναυμαχίας», στο Η ελληνική επανάσταση του 1821, σελ.363, τ. Δ, εκδ. Real Media, A.E., Αθήνα.
[2] Σ. Καργάκος, ό.π., σελ.364.
[3] Σ. Καργάκος, ό.π., σελ.364.
[4] Δ. Κόκκινος., «Η Συνθήκη της Ανδριανούπολης» στο Η Ελληνική Επανάστασις, τ. 6, σελ. 431, εκδ. Μέλισσα, Αθήνα.
[5] Δ. Κόκκινος., ό,π., σελ. 431-432
[6] Α. Δεσποτόπουλος., «Η Συνθήκη της Ανδριανούπολης και η μεταστροφή της Αγγλικής πολιτικής», στο Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Η ελληνική επανάσταση Γ, σελ. 124, εκδ. Παραπολιτκά Α.Ε., Αθήνα 2015.