Γράφει ο Δημήτρης Νατσιός.
Αρκεί να παρακολουθήσεις ή να διαβάσεις ένα δελτίο ειδήσεων στα αφηνιασμένα Μέσα Μαζικής Εκχαυνώσεως (ΜΜΕ) και να μαυρίσει η ψυχή σου, να απελπιστείς , να τρομοκρατηθείς. Πρώτη ύλη τους, η βία, το έγκλημα, ο βόρβορος των πάσης φύσεως διαστροφών. Ανοίγει η καταπακτή και εισπνέεις τις αναθυμιάσεις του κοινωνικού υπονόμου.
Πρώτη είδηση, τα ανισόρροπα καθάρματα, οι κτηνωδίες των παιδοβιαστών. Και πάντοτε οι χιλιοειπωμένες και αφόρητες κοινοτοπίες. Πέσαμε από τα σύννεφα-το γνωστό «βρέχει ανθρώπους- «ήταν άνθρωπος της διπλανής πόρτας» και λοιπές ανοησίες.
Δεύτερη είδηση, και πάλι παιδοβιαστής, που «ψαρεύει» μικρά παιδιά, τέρατα δαιμονικά, ακροβολισμένα στα σκοτάδια του διαδικτύου, λύκοι ωρυόμενοι, έτοιμοι να κατασπαράξουν δροσερές ψυχές και ζωές.
Τέταρτη, Πέμπτη… είδηση εγκλήματα, φόνοι, βιασμοί, ληστείες, απάτες, ανομίες… η σύγχρονη Ελλάδα. Και το κοινό – θεατές, ακροατές αναγνώστες- υποκύπτει μοιρολατρικά στην φορά των πραγμάτων, στο «τίποτε πια δεν με εκπλήσσει» και αποχαυνωμένο, «παιδαγωγείται» στην ευτέλεια, απολαμβάνοντας, πολλές φορές, τα διαδραματιζόμενα και ανυπομονώντας για την συνέχεια. Ο σκοπός, ανεπαισθήτως, επιτυγχάνεται. Ανοχή, μοιρολατρία, «να μάθουμε να ζούμε με τον κίνδυνο», είναι φυσιολογική εξέλιξη, κλειδωθείτε μέσα, με την τηλεόραση και το ψυγείο αγκαλιά. (Ένα ευφυές ρητό λέει: «Αν θέλεις να δεις την Ελλάδα του μέλλοντος επισκέψου την σημερινή Αμερική». Διαφωνεί κάποιος; Στις ΗΠΑ διαβάζαμε ή βλέπαμε στις κινηματογραφικές ταινίες, για απροσπέλαστα «γκέτο» λόγω εγκληματικότητας, για μαζικές, κατά συρροήν», δολοφονίες, για εγκλήματα σε «πολυσύχναστα μέρη», σκηνές «φαρ ουέστ», άγριας Δύσεως. Μόνο που τώρα φτάσαμε κι εμείς σ’ αυτό το σημείο. Το ρητό πλέον δεν ισχύει).
Το κρίσιμο όμως ερώτημα είναι το γιατί μεταβάλλεται η πατρίδα σε «παράδεισο» του εγκλήματος; Γιατί τέτοια και τόσα εγκλήματα που, κατά την τρέχουσα και πάλι κοινοτοπία, αφήνουν «άφωνη την Κοινή Γνώμη»;
Εν πρώτοις, εισαγωγικά, θα παραθέσω έναν μύθο. Είναι ο περίφημος μύθος που αναφέρει ο Πλάτων στον «Πρωταγόρα». Εκεί διαβάζουμε πως, όταν ο Δίας έφτιαξε τον κόσμο, προίκισε τα ζώα με διάφορα χαρακτηριστικά (φτερά, νύχια, δύναμη, ταχύτητα). Όμως τον άνθρωπο τον άφησε ανεφοδίαστο (κυρίως χωρίς την πολιτική τέχνη, την ικανότητα συμβίωσης). Οι άνθρωποι όμως εξοντώνονταν από τα θηρία. Τότε ο Ζεύς, επειδή φοβήθηκε για το γένος μας μην ξεκληριστεί, στέλνει τον Ερμή να φέρει στους ανθρώπους την Αιδώ και την Δίκη (την ντροπή και την δικαιοσύνη). Έτσι θα διακανονιζόταν η αρμονία των σχέσεων στις πολιτείες. Τον ρώτησε ο Ερμής, με ποιο τρόπο να τις κατανείμει. Σε λίγους, όπως σε άλλες τέχνες, ή σε όλους τους ανθρώπους; «Σε όλους να τις μοιράσεις», λέει ο Δίας, «και όλοι ας μετέχουν σ’ αυτά τα δύο… Και βάλε νόμο, από εμένα διαταγμένο, όποιος δεν μπορεί να μετέχει στην Αιδώ και στην Δίκη να τον σκοτώνουν ως αρρώστια της πόλης». («Και νόμον θες παρ’ εμού, τον μη δυνάμενον αιδούς και δίκης μετέχειν, κτείνειν ως νόσον της πόλεως» , Πρωταγόρας ΧΙΙ). Ο πλατωνικός μύθος είναι σαφής. Οι αναιδείς, οι αδιάντροποι και οι άδικοι είναι νόσοι μιας κοινωνίας και πρέπει να «σκοτώνονται», δηλαδή να τιμωρούνται αυστηρότατα και όχι με νόμους τύπου Παρασκευόπουλου και της σάπιας πολιτείας. (Οι δύο, δηλαδή, «ηθικοί αυτουργοί» των εγκλημάτων).
Γιατί, λοιπόν, τα τόσα εγκλήματα;
Πρώτον: Αρχή και ρίζας της εγκληματικότητας είναι η ατιμωρησία και ας αφήσουμε τα σαλιαρίσματα περί δικαίου επιείκειας και τεκμήρια αθωότητας και τις αερόπλαστες διακηρύξεις, τις «χαζομάρες» περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων, σωφρονισμού και λοιπές ηχηρές ανοησίες. (Δεν είμαι νομικός και ζητώ συγγνώμη για την ορολογία). Αυτό το κατανοούν όλοι τους και δεν έχει καμμιά αξία να παραθέσω, το πόσα εγκλήματα, φρικαλέα και αποτρόπαια, έγιναν από «ευεργετημένους» από την θεσμοθετημένη ατιμωρησία. Τι σκέφτεται ο απλός κόσμος; Αν σάπιζαν στην φυλακή, έβγαιναν μόνο στο φέρετρο, οι ποικιλώνυμοι φονιάδες, τα κτήνη που βιάζουν, οι παιδοβιαστές, οι ναρκέμποροι, θα τολμούσαν με περισσή ευκολία κάποιοι να εγκληματίσουν; Ο 63χρονος, και ο κάθε κακόχρονος, που αποφυλακίστηκε και κατέστρεψε παιδιά, τι εκμεταλλεύτηκε; Αν ήξεραν, οι κτηνώδεις ότι θα βγουν από τη φυλακή, πηγαίνοντας, όχι στο σπίτι, αλλά στο νεκροταφείο, όπου θα βρει η κτηνωδία την τελευταία της κατοικία, θα συνέβαινε; (Και γράφω για ανθρώπους που δεν δείχνουν και καμμιά μεταμέλεια για τις πράξεις τους. Ούτε ίχνος ενοχής).
Δεύτερον: Γιατί, η φερόμενη ως κυβέρνηση, δεν νομοθετεί την ισόβια κυριολεκτικά κάθειρξη; Το «ευρωπαϊκό κεκτημένο» φταίει; Κάποτε ο Μακρυγιάννης, όταν ο Γκούρας ήθελε καπετανιλίκια και πρωτοκαθεδρίες, του είπε: «Να την χέσω τέτοια λευτεριά, όπου θα κάνω εσένα πασιά!!». Το υιοθετώ, βάζοντας στην θέση του Γκούρα, την Ευρώπη. Από την μια η Σκύλλα της επερχόμενης τραγωδίας λόγω του ενεργειακού αρμαγεδώνα από την άλλη η Χάρυβδη της εγκληματικότητας και στην μέση ο παραιτημένος και κατατρομοκρατημένος πολίτης, ο θολωμένος ιδιώτης.
Τρίτον: Η ατιμωρησία και η αναίδεια, ξεκινούν εξ απαλών ονύχων, από το νηπιαγωγείο κιόλας. Θα πω κάτι πολύ απλό. Βρίζουν, βωμολοχούν κάποιοι μαθητές στο διάλειμμα. (Δημοτικό, Γυμνάσιο, Λύκειο). Τους ακούει ο δάσκαλος ή ο καθηγητής. Και ρωτώ την υπουργό Παιδείας, που ο καημός της είναι η εισαγωγή της σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης και της «διαφορετικότητας» από το νηπιαγωγείο κιόλας, για να μαγαριστεί και η τελευταία Μεγάλη του Γένους Σχολή, η οικογένεια. Πώς αντιδρά ο εκπαιδευτικός; Τι μπορεί να κάνει; Ως δάσκαλος μάχιμος απαντώ. Τίποτε απολύτως. Οι περισσότεροι κάνουν ότι δεν ακούν, δεν βλέπουν και δεν καταλαβαίνουν. Μήπως κάνω λάθος; Όχι. “Να μπλέξουμε με κανένα παλαβό γονέα”;
Να κλείσω με μια παραίνεση, διδάσκω σε παιδιά Στ’ Δημοτικού και τους τα λέω. Κι αν κάνω λάθος, ας με διορθώσουν. Ένας σοφός έλεγε ότι άκουσε μία μάνα να λέει στην κόρη της: «Άκουσε, κόρη μου, εγώ σαν μεγαλύτερη θα πεθάνω και οι μέρες που έρχονται είναι πολύ δύσκολες. Δεν θα ξέρετε ποιο είναι το καλό και ποιο το κακό, θα ξεχαστεί και το Ευαγγέλιο. Αν λοιπόν έλθει μια περίοδος τέτοια, της λέει, και δεις ότι δεν υπάρχει το Ευαγγέλιο και έτσι δεν θα ξέρετε τι να κάνετε, τότε να κοιτάς τι κάνει ο κόσμος κι εσύ να κάνεις το αντίθετο. Και αυτό θα είναι το Ευαγγέλιο».
Δημήτρης Νατσιός
δάσκαλος-Κιλκίς